Χαρτογραφώντας τα αθέατα δηλητήρια

Τ​​οξικός. Ισχυρή λέξη στην ορολογία των περισσοτέρων, χρόνια πολλά τώρα. Ωστόσο μόλις φέτος ανακηρύχθηκε από το Λεξικό της Οξφόρδης «λέξη της χρονιάς», λόγω της αυξημένης χρήσης της –και όχι της «ηλικίας» της–, είπαν. Με την ίδια λογική είχε επιλεγεί το 2017 νεολογισμός του 1965 (youthquake, ο «σεισμός» που προκαλούν τα νιάτα) και το 2016 νεολογισμός του 1992 (post-truth, μετα-αλήθεια). Ο όρος «τοξικός» με τη μεταφορική του έννοια εισήχθη στην κοινή αγγλική το ’90· σε σύγγραμμα για πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκε το 1996, από την Αμερικανίδα πανεπιστημιακό Μάρσια Γουίκερ, προκειμένου να προσδιοριστεί επακριβώς ο αυταρχικός, σκληρός, αλαζονικός, στενοκέφαλος, θερμοκέφαλος, προκατειλημμένος, διεφθαρμένος ηγέτης. Ο αρχηγός μιας ομάδας, ενός οργανισμού, ενός κόμματος, ενός κράτους, που κάνει κατάχρηση εξουσίας κι αφήνει τους υφισταμένους ή τη χώρα του σε χειρότερη κατάσταση από πριν.

Στην καθημερινή ζωή ο όρος χαρακτηρίζει συντρόφους, γονείς, φίλους, σχέσεις, συναισθήματα, καταστάσεις, περιβάλλοντα, συνήθειες, πρακτικές. Δεκάδες εγχειρίδια και οδηγοί έχουν γραφτεί για την επιβίωση στη σημερινή «τοξική» εποχή, ενώ εξαιρετικά δημοφιλή είναι στο Διαδίκτυο τα τεστ για να ανακαλύψεις αν είσαι ή ποιος είναι «άνθρωπος τοξικός», δηλαδή πικρόχολος, γκρινιάρης, μίζερος, υστερόβουλος, νάρκισσος, βίαιος, κυνικός, αν ζεις υπό συνθήκη «τοξική».

Το δηλητηριασμένο βέλος, όπως εξιστορεί το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, που «εκτοξεύτηκε» κατά την αρχαιότητα από τους Έλληνες (τοξικόν φάρμακον ήταν το δηλητήριο με το οποίο οι μακρινοί πρόγονοί μας άλειφαν τη μύτη του τόξου – εξ ου και τοξικόν), καταλήγει, έχοντας διαπεράσει αναρίθμητους στόχους, σε πλήθος «μπουκάλια» με δηλητήριο, σήμερα. Κυριολεκτικά, ζούμε σε έναν πλανήτη με εκατομμύρια τόνους δεκάδων χιλιάδων χημικών ουσιών που δηλητηριάζουν τον αέρα, τα εδάφη, τους ωκεανούς, την τροφή, το σώμα και τα γονίδιά μας. Και μεταφορικά, στην κοινωνία (π.χ. τοξικός ανδρισμός και #ΜeΤoo), την οικονομία, την πολιτική.

Πανεπιστημιακοί καθηγητές στις ΗΠΑ, η Τζιν Λίπμαν-Μπλούμεν, η Μπάρμπαρα Κέλερμαν, ο Τέρι Πράις, μελέτησαν σε βάθος, τις δύο τελευταίες δεκαετίες, τις τοξικές σχέσεις εξουσίας. Από το 2011, μάλιστα, γίνεται ζωηρή συζήτηση για την ανάγκη να αποδομηθεί το τοξικό πολιτικό κλίμα που έχει διαμορφωθεί (όχι μόνο στις ΗΠΑ), με καταστάσεις διχαστικές και χαοτικές, με βιτριολικές αντιπαραθέσεις μεταξύ υποψηφίων, ύβρεις, ανελέητα κατηγορητήρια, απειλές, σκευωρίες, κακοχωνεμένες δανεικές θεωρίες, αλαζονεία, ακαμψία.

Αναλυτές και στοχαστές επιχειρούν να ξεδιπλώσουν τις αιτίες που ο σπόρος του λαϊκισμού βρίσκει τόσο γόνιμο έδαφος. Ο Ζίγκμουντ Μπάουμαν μιλάει για τα φαινόμενα εκρίζωσης, που πρώτη είχε παρατηρήσει προ δεκαετιών η Σιμόν Βέιλ. Αντί να ενισχύονται οι κοινωνικές δομές, αυτές διαλύονται και ανασυντάσσονται κατά το δοκούν. Δημιουργούνται πλασματικοί δεσμοί, ώστε να μπορούν να καταστραφούν εύκολα όταν οι περιστάσεις το απαιτούν. Στη ρευστή κοινωνική μας κατάσταση, άνθρωποι σε σύγχυση από την απώλεια του κοινού κόσμου, των στοιχείων που καθιστούσαν τον κοινό βίο οντότητα ζωντανή, βρίσκονται σε μια συνεχή αναζήτηση ταυτότητας. Και «η νέα ταυτότητα που δημιουργούν ενδέχεται να είναι εξόχως τοξική και επιθετική, αν κρίνουμε από την άνοδο του ακροδεξιού λαϊκισμού και το κλίμα εσωστρέφειας που συνεχώς καλλιεργεί».

Ο εξοβελισμός της εντοπιότητας, η οριστική ρήξη με τις παραδόσεις και το παρελθόν, λέει ο Μπάουμαν (και ο Κρίστοφερ Λας κ.ά.), έχουν εκθρέψει έναν μηδενισμό, μια πολιτισμική τάμπουλα ράζα. Αυτός ο μηδενισμός, η ρευστότητα, η εκρίζωση, ο «ελάχιστος εαυτός» ευνοούν τον επαναπροσδιορισμό, με έναν ιδιαιτέρως επιθετικό τρόπο, της έννοιας του «ανήκειν» (συνήθως σε μια θρησκεία, μια φυλή). Και οδηγούν σε έναν προγονισμό, έναν εθνορομαντισμό, ένα κλίμα γενικευμένης νοσταλγίας για χαμένες αξίες και σταθερές, που γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης από πολιτικούς χώρους, ιδιαζόντως τοξικούς. Η πολιτική φαντασία ακινητοποιείται και θεριεύουν η σύγχυση, ο φυλετισμός, ο απομονωτισμός. Ένα κουβάρι οργής… τοξικό, που εκκρίνει νέα δηλητήρια.

Πηγή: Η Καθημερινή, άρθρο της Τασούλας Καραϊσκάκη

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση