Μουσικό Σχολείο Τρικάλων – Σχολικό Έτος 2016-17
Αρχαία Ελληνική Γραμματεία: Θουκυδίδου Ιστορίαι (Θουκυδίδη Ιστορία, Α΄ Λυκείου)
Διδάσκουσα καθηγήτρια: Ηλιάδη Αμαλία ΠΕ02
Μαθητικές, συνθετικές εργασίες-κείμενα με το ακόλουθο θέμα:
«Να αναγνώσετε το κείμενο της ιστορίας του Θουκυδίδη από μετάφραση προσεγγίζοντάς το κριτικά. Με βάση τα σχόλια, τις επισημάνσεις και τα συμπεράσματα που θα προκύψουν, να δημιουργήσετε ένα συνθετικό κείμενο, στο οποίο θα εκθέτετε τα συμπεράσματά σας για τη σημασία του έργου του Θουκυδίδη».
Οι μαθητές/τριές μου, ως ιχνηλάτες και ερευνητές του αρχαίου Ελληνικού χθες, του ενδιαφέροντος παρελθόντος του αρχαίου Ελληνικού κόσμου, δεν φορούνε χιτώνες και χλαμύδες με πολύτιμα κοσμήματα αλλά με διερευνητική διάθεση «μικρού» ιστορικού-δημοσιογράφου, «ταξιδεύουν»… Οι μαθητές της Α΄ Λυκείου του Μουσικού Σχολείου Τρικάλων, παρακολουθούν και καταγράφουν κομμάτια ζωής μιας άλλης εποχής, σταθμού για τις φιλολογικές, ανθρωπιστικές και ιστορικές σπουδές. Μέσα από ανθρώπους που έγραψαν για την αρχαία Ελληνική Ιστοριογραφία του Θουκυδίδη, ο Ελληνικός τόπος μας απέκτησε μια ισχυρή, αλλόκοτη γοητεία, νοσταλγική και λησμονημένη.
Τι γνωρίζουμε άραγε πραγματικά για την Αρχαία Ελλάδα και την Ιστορία του Θουκυδίδη; Τη σχέση του με τους σκεπτόμενους ανθρώπους και τους ανήσυχους να μάθουν μαθητές;
Την απάντηση θα την δώσουν οι μαθητές/τριες του Μουσικού Σχολείου Τρικάλων της Α΄ Λυκείου (τάξης) μέσα από τις συνθετικές-δημιουργικές εργασίες τους σε μορφή κειμένου. Συνταξιδιώτες του σήμερα για ένα ταξίδι στο χθες της Ιστορίας του Θουκυδίδη. Άλλωστε, το έργο του μεγάλου Ιστορικού της Ελληνικής Αρχαιότητας αποτελεί διαχρονικά πρόκληση και πρόσκληση σε επικαιροποιημένες αναγνώσεις που μας προσφέρουν αφειδώλευτα τα κλειδιά αποκωδικοποίησης των σημαντικών γεγονότων του παρελθόντος και του παρόντος, προτού τα τελευταία γίνουν, οριστικά και αμετάκλητα, Ιστορία.
Εμπνεόμενοι , λοιπόν, από εικόνες και το σχετικό κείμενο της Ιστορίας του Θουκυδίδη και διαπνεόμενοι από δημιουργική ορμή και ερευνητική διάθεση, οι μαθητές/τριές μου εκτιμούν τη σημασία του αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού και εκφράζουν παράλληλα τα συναισθήματά τους για το αγαθό της ιστορικής μελέτης και ιστορικής αυτοσυνειδησίας. Καταθέτουν σε προσωπικά, γραπτά τους κείμενα τις γνώσεις και τις εμπειρίες τους απ΄την επαφή τους με τον αρχαίο Ελληνικό Πολιτισμό, περιγράφουν μαθησιακές καταστάσεις, διατυπώνουν τις σκέψεις, τις απόψεις, τις αντιλήψεις τους, επομένως δημιουργούν, εμπνεόμενοι από τον απαράμιλλο πλούτο αυτού του πολιτισμού.
Βασικός ΣΚΟΠΟΣ της συγγραφής συνθετικών κειμένων εκ μέρους των μαθητών/τριών είναι το πώς θα μπορέσει ο εκπαιδευτικός να διδάξει αποτελεσματικά τους μαθητές την παραγωγή γραπτού λόγου ως πολύπλοκη νοητική και κοινωνικο-πολιτισμική δραστηριότητα.
Ενώ, ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΣΤΟΧΟΙ , ως προς την ίδια βασική παράμετρο, αποτελούν οι παρακάτω:
- Η γνωριμία και εξοικείωση των εκπαιδευτικών με εργαλεία και στρατηγικές διδασκαλίας της συγγραφής αφηγηματικών, περιγραφικών και επιχειρηματολογικών κειμένων και η διδακτική τους αξιοποίηση
- Η ενίσχυση των συγγραφικών ικανοτήτων των μαθητών και των μεταγνωστικών τους δεξιοτήτων και η δημιουργία κινήτρων εμπλοκής στη συγγραφική διαδικασία
- Η ικανότητα των εκπαιδευτικών να διαφοροποιούν τη διδασκαλία τους κατά τις ανάγκες των μαθητών
- Η δημιουργία μιας κοινότητας πρακτικής και μάθησης όπου οι συμμετέχοντες εκπαιδευτικοί θα συν-διαμορφώνουν εργαλεία και στρατηγικές διδασκαλίας και θα ανταλλάσσουν καλές πρακτικές και θα διαμοιράζονται τις διδακτικές τους εμπειρίες.
Η διδάσκουσα καθηγήτρια
Αμαλία Κ. Ηλιάδη, φιλόλογος-ιστορικός (ΠΕ02)
Θέμα: «Να αναγνώσετε το κείμενο της ιστορίας του Θουκυδίδη από μετάφραση προσεγγίζοντάς το κριτικά. Με βάση τα σχόλια, τις επισημάνσεις και τα συμπεράσματα που θα προκύψουν, να δημιουργήσετε ένα συνθετικό κείμενο, στο οποίο θα εκθέτετε τα συμπεράσματά σας για τη σημασία του έργου του Θουκυδίδη».
Ο Πελοποννησιακός πόλεμος είναι ένα σπουδαίο γεγονός που επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τον τότε ελληνικό κόσμο. Τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα ήταν η Αθήνα και η Σπάρτη (συμπεριλαμβάνοντας και τους συμμάχους της κάθε πόλης-κράτους), τα οποία συγκρούστηκαν και πολέμησαν για περίπου τριάντα χρόνια, με τελικό νικητή τη Σπάρτη. Όπως σε κάθε πόλεμο, έτσι και εδώ υπάρχουν αίτια και αφορμές που προκάλεσαν αυτή τη διαμάχη. Αμέτρητοι ιστορικοί και λάτρεις της Κλασσικής εποχής ενδιαφέρθηκαν και εντυπωσιάστηκαν από αυτόν τον πόλεμο με αποτέλεσμα να ασχοληθούν με την καταγραφή, το σχολιασμό και τη μελέτη του. Ένα από τους σημαντικότερους, αν όχι ο σημαντικότατος, ήταν ο Θουκυδίδης.
Ο Θουκυδίδης γενικά αναγνωρίζεται ως ένας από τους πρώτους αληθινούς ιστορικούς. Γεννήθηκε στο δήμο Αλιμούντα της Αττικής και έζησε περίπου το 460 – 399πΧ. Η παιδική και εφηβική του ηλικία του συμπίπτουν με τα χρόνια της ακμής της Αθήνας, τον Χρυσό αιώνα, την ακμή του Περικλή, τον οποίο θαυμάζει και εγκωμιάζει στο έργο του. Επιπλέον, αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο ιστορικός έλαβε λαμπρή μόρφωση, αφού πιθανότατα εκπαιδεύτηκε από τους σοφιστές, δασκάλους και φιλοσόφους της κλασικής Αθήνας. Ο τρόπος έκφρασης και γραφής του Θουκυδίδη είναι εξαιρετικός, διότι καταγράφει με αντικειμενικότητα και ακρίβεια τα γεγονότα, όπως ακριβώς αρμόζει σε έναν σωστό ιστορικό. Είναι ρεαλιστής και δεν εξιδανικεύει καθόλου τις καταστάσεις, παρόλα τα σχόλια και τις επισημάνσεις, κρατάει ουδέτερη στάση χωρίς να επηρεάζει την άποψη του αναγνώστη. Τέλος, αξιόλογη είναι η χρήση του ορθού λόγου, της λογικής για την επεξήγηση και τον σχολιασμό των καταστάσεων, κάτι που δείχνει ανωτερότητα και πρωτοτυπία για εκείνη την εποχή, από τη στιγμή που ήταν ελάχιστοι αυτοί που χρησιμοποιούσαν την λογική για την ανάλυση κοινωνικών, οικονομικών και θρησκευτικών θεμάτων.
Το έργο του Θουκυδίδη, δηλαδή η καταγραφή των γεγονότων του Πελοποννησιακού πολέμου, είναι ένα σημαντικό επίτευγμα, διότι αποτέλεσε αφετηρία, άσκησε μεγάλη επιρροή σε ιστορικούς και μελετάται ως σήμερα από επιστήμονες. Μέσα από το έργο του ο Θουκυδίδης διατυπώνει αρκετές αξίες, ιδεολογίες και γενικότερα στάσεις που εκφράζονταν από τους συμμετέχοντες του πολέμου. Παρουσιάζει όχι μόνο τη στάση των Αθηναίων απέναντι σε θεσμούς και σε κοινωνικές ιδεολογίες, αλλά και των Σπαρτιατών. Με άλλα λόγια εκτός από την καταγραφή των γεγονότων, μέσα από τα σχόλια, τις παρατηρήσεις και τις περαιτέρω επεξηγήσεις, κοινωνικά, πολιτιστικά και θρησκευτικά στοιχεία μας φανερώνουν τον τρόπο ζωής των ανθρώπων εκείνης της εποχής. Έτσι μέσα από το έργο του Θουκυδίδη μπορούμε άμεσα να αντλήσουμε αρκετές πληροφορίες που αφορούν την «όλη» αρχαία κοινωνία. Επίσης ο Θουκυδίδης θεωρείται ο “πατέρας” του πολιτικού ρεαλισμού, της κυρίαρχης σχολής σκέψης στις διεθνείς σχέσεις και τις στρατηγικές σπουδές. Είναι εξαιρετικά συνηθισμένο οι σύγχρονοι θεωρητικοί των διεθνών σχέσεων να αρχίζουν τα βιβλία τους με αναφορές στο Θουκυδίδη και να καταπιάνονται με τα επιχειρήματά του, ακόμα και όταν διαφωνούν με αυτά. Το έργο αυτό είναι σημαντικό, διότι έχει μια συγκεκριμένη δομή που μπορούν να χρησιμοποιήσουν ως πρότυπο οι σημερινοί ιστορικοί για διάφορα ιστορικά θέματα που επεξεργάζονται. Ακόμα η περιγραφή είναι αρχετυπική, δηλαδή μέσα από τον Πελοποννησιακό πόλεμο μπορούμε να κρίνουμε και να συγκρίνουμε άλλους εμφυλίους πολέμους. Τελευταίο, αλλά εξίσου σημαντικό, είναι το ότι χρησιμοποιούνται λογικοί μέθοδοι και γίνονται καταγραφές των ιστορικών αλλαγών με πορίσματα, «εἰκότα», «σημεῖα» ή «μαρτύρια» (= ενδείξεις και αποδείξεις) και «τεκμήρια» (= συμπεράσματα στα οποία καταλήγει η έρευνα). Επομένως το έργο αυτό μπορεί να θεωρείται αξιόπιστο και έμπιστο για οποιαδήποτε κατάλληλη «χρήση».
Συνοψίζοντας, ο Θουκυδίδης εύκολα αποδεικνύεται ότι είναι ένας ιστορικός που έχει γράψει ένα πολύ σημαντικό και αξιοσημείωτο έργο, που αναγνωρίζεται από όλο τον κόσμο. Για αυτό λοιπόν θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψη τη σημαντικότητα του έργου και όλα όσα αναγράφονται σε αυτό.
Αναστογιάννη Αλεξάνδρα, μαθήτρια Α΄1 Λυκείου του Μουσικού Σχολείου Τρικάλων
ΘΕΜΑ: Να αναγνώσετε το κείμενο της ιστορίας του Θουκυδίδη από μετάφραση, προσεγγίζοντάς το κριτικά. Με βάση τα σχόλια, τις επισημάνσεις και τα συμπεράσματα που θα προκύψουν, να δημιουργήσετε ένα συνθετικό κείμενο, στο οποίο θα εκθέτετε τα συμπεράσματά σας για τη σημασία του έργου του Θουκυδίδη.
Αναμφίβολα, το έργο του Θουκυδίδη θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα έργα των αρχαίων συγγραφέων και αποτελεί μία από τις σημαντικότερες ιστορικές πηγές όλων των εποχών. Ο Θουκυδίδης θεωρείται από πολλούς επιστήμονες ως ο πατέρας του πολιτικού ρεαλισμού και δεν θα μπορούσαμε παρά να εξετάσουμε το έργο του και να βρούμε την βαθύτερη σημασία του.
Αρχικά, ο Θουκυδίδης στο έργο του αναφέρεται στα διάφορα πολιτεύματα της εποχής του, δίνοντάς μας στοιχεία για την πολιτική συγκρότηση της εποχής του. Παρ’ όλα αυτά, επικεντρώνεται κυρίως στο δημοκρατικό πολίτευμα. Έτσι, συμπεραίνουμε ότι το έργο του Θουκυδίδη αποτελεί μία από τις βάσεις που βοήθησαν στην ανάδειξη και ανάπτυξη της δημοκρατίας. Επιπλέον, θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθούμε στο γεγονός ότι, στο έργο του, ο Θουκυδίδης κάνει πολλές αναφορές στα πολιτιστικά στοιχεία της εποχής του. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς μας πληροφορεί για τον τρόπο ζωής των αρχαίων Ελλήνων, τις συνήθειές τους και γενικότερα το επίπεδο του πολιτισμού τους. Με τη ανάγνωση του έργου του, ο αναγνώστης μπορεί να αποκτήσει γνώσεις σχετικά με τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό και να ενστερνιστεί διάφορα στοιχεία του πολιτισμού μας, με αποτέλεσμα την περαιτέρω ανάδειξή του. Ένα επιπλέον συμπέρασμα είναι ότι ο ιστορικός ενώ άμεσα εξιστορούσε τον πόλεμο, έμμεσα αποσκοπούσε στο να μας δώσει στοιχεία του πολιτισμού. Ακόμη, δεδομένου ότι θεωρεί την επίσκεψη στα πεδία των μαχών, την αυτοψία και τη μελέτη κειμένων ως τους μόνους αξιόλογους τρόπους εύρεσης της ιστορικής αλήθειας, ο ιστορικός φαίνεται να έχει επίγνωση της δυσκολίας του έργου του, γνωρίζει την σημασία του έργου του, ότι, δηλαδή, οι επόμενες γενιές θα βασιστούν στο έργο του και σύμφωνα με αυτό θα προσπαθήσουν να χτίσουν ένα πιο ανεπτυγμένο πολιτισμό και λαό που θα γνωρίζει την ιστορία του. Σύμφωνα με αυτό, συμπεραίνουμε ότι έγραφε σκεπτόμενος το μέλλον. Επίσης, άξιο λόγου θεωρείται και το γεγονός ότι μέσα από την ανάγνωση του κειμένου συμπεραίνουμε ότι καταγράφει τα ιστορικά γεγονότα, αφού πρώτα έχει βρει αποδείξεις και έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ό,τι γράφει ισχύει. Έτσι, προσδίδει ακρίβεια στο έργο του.
Επιπροσθέτως, σκόπιμο είναι να αναφερθεί το γεγονός ότι δεν εμπλέκει τους θεούς συχνά στο κείμενό του, φανερώνει έναν χαρακτήρα πιο ανεξάρτητο και πιο ελεύθερο και συμπεραίνουμε ότι αυτό είναι ένα ακόμα μήνυμα που ο Θουκυδίδης, έμμεσα, θέλει να «διαδώσει» στους αναγνώστες του. Θεωρείται αναγκαίο να αναφέρουμε ότι ο Θουκυδίδης λειτουργεί ως απλός παρατηρητής και ότι έγραφε μόνο όσα ο ίδιος γνώριζε. Αυτό το γεγονός προσδίδει ακόμη μεγαλύτερη ακρίβεια στα ιστορικά γεγονότα αλλά ταυτόχρονα προσδίδει σαφήνεια στα ιστορικά γεγονότα. Σημαντικό είναι και το γεγονός ότι αν και το πρωτότυπο κείμενο φαίνεται δύσκολο και ακατανόητο, η μετάφραση φανερώνει ότι ο Θουκυδίδης είχε έναν πολύ αφηγηματικό λόγο. Έτσι, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι εκτός από την τεράστια ιστορική αξία το έργο του Θουκυδίδη έχει, χάρη στη λογοτεχνικότητα και την απλότητα στο λόγο, μεγάλη λογοτεχνική αξία και αποτελεί και ένα σημαντικό λογοτεχνικό έργο. Δεν θα έπρεπε να μην γίνει λόγος για το γεγονός ότι ο ιστορικός προβάλλει συχνά την πλεονεξία και την ανάγκη ικανοποίησης των προσωπικών φιλοδοξιών , μη παίρνοντας το μέρος κανενός και θέλοντας να προσδώσει στο έργο του αντικειμενικότητα. Τέλος, η εξιστόρηση του έργου του διακρίνεται από σκληρή ωμότητα, σε μερικά σημεία, κάτι που προσδίνει στο κείμενο παραστατικότητα αλλά ταυτόχρονα μας αποκαλύπτει ότι ο Θουκυδίδης δεν ήθελε να κρύψει κανένα μέρος της αλήθειας. Έτσι, το έργο χαρακτηρίζεται από ωμό ρεαλισμό.
Εν κατακλείδι, αδιαμφισβήτητα το έργο του Θουκυδίδη είναι ένα αξιόλογο και σημαντικό έργο της αρχαιοελληνικής ιστορίας, για όλους τους παραπάνω λόγους, αλλά το στοιχείο που το κάνει ένα από τα σημαντικότερα έργα των αρχαίων Ελλήνων ιστορικών είναι ότι σύμφωνα με τον ίδιο ο σκοπός της συγγραφής του έργου ήταν να αφήσει ένα «κτήμα ες αιεί» για να γνωρίζουν οι επόμενες γενιές τι ακριβώς συνέβη στον πόλεμο και αξιοποιώντας αυτή τη γνώση να ενεργήσουν ανάλογα όταν συμβούν « όμοια ή παραπλήσια» γεγονότα.
ΚΑΡΑΒΙΔΑΣ ΑΓΓΕΛΟΣ, μαθητής Α1 Λυκείου του Μουσικού Σχολείου Τρικάλων
Η διαχρονική αξία του έργου του Θουκυδίδη
«καὶ ἐς μὲν ἀκρόασιν ἴσως τὸ μὴ μυθῶδες αὐτῶν ἀτερπέστερον φανεῖται, ὅσοι δὲ βουλήσονται τῶν τε γενομένων τὸ σαφὲς σκοπεῖν καὶ τῶν μελλόντων ποτὲ αὖθις κατὰ τὸ ἀνθρώπινον τοιούτων καὶ παραπλησίων ἔσεσθαι, ὠφέλιμα κρίνειν αὐτὰ ἀρκούντως ἕξεi, κτῆμά τε ἐς αἰεὶ μᾶλλον ἢ ἀγώνισμα ἐς τὸ παραχρῆμα ἀκούειν ξύγκειται.»
Θουκυδίδης, [1.22.4]
«Κι όταν ακούει κανείς την ιστορία, ίσως δε φαίνεται τόσο ευχάριστο ότι δε μοιάζει με παραμύθι, όσοι όμως θελήσουν να εξετάσουν την καθαρή αλήθεια των όσων έγιναν, και εκείνων που μέλλουν κάποτε να ξαναγίνουν, όπως είναι η φύση των ανθρώπων, ή τα ίδια ή παρόμοια, θα μου φτάσει αν αυτοί τα κρίνουν ωφέλιμα. Γιατί το έργο μου έχει συγγραφεί περισσότερο για να το ‘χουν οι άνθρωποι αιώνιο χτήμα τους παρά σαν αγώνισμα για να τ’ ακούσει κανείς μια μόνο φορά.»
Θουκυδίδης, [1.22.4] (μετ. Ε. Λαμπρίδη)
Το ερώτημα που μας απασχολεί θα μπορούσε να διατυπωθεί για λόγους σαφήνειας ως εξής: τι είναι αυτό που κάνει τον Θουκυδίδη σημαντικό για εμάς τους ανθρώπους του 2017; Όχι μόνο τι τον έκανε σημαντικό για την εποχή του, αλλά ποια είναι η διαχρονική συνεισφορά του στην ανθρώπινη σκέψη, ώστε να έχει νόημα να διδάσκεται το έργο του στο σχολείο. Θέτοντας αναλυτικότερα το ερώτημα, ποιες είναι οι πνευματικές αρετές και οι αξίες τις οποίες ο ιστορικός εισήγαγε στο έργο του και οι οποίες το έκαναν να καθιερωθεί ως μια κορυφαία ιστορία και ως ένα από τα σημαντικότερα πολιτιστικά μνημεία του ελληνικού πολιτισμού του 5ου αιώνα;
Στο Περί Ποιητικής έργο του ο Αριστοτέλης, αρκετές δεκαετίες μετά τον Θουκυδίδη υποστήριξε ότι η ποίηση είναι πιο φιλοσοφική από την ιστορία επειδή οι δηλώσεις της αφορούν σε οικουμενικές αλήθειες και σε αυτό που μπορεί να γίνει, ενώ οι δηλώσεις της ιστορίας ασχολούνται με μεμονωμένα περιστατικά και με αυτό που στην πραγματικότητα έχει συμβεί. Στην περίπτωση του Θουκυδίδη δεν ισχύει αυτό, καθώς η πνευματική του διάθεση ήταν αρκετά φιλοσοφική. Ήταν σε εξαιρετικό βαθμό γενικευτικός ιστορικός. Παρ’ ότι επέβαλε στον εαυτό του υψηλές προδιαγραφές ακρίβειας, αμεροληψίας και φιλαλήθειας σε ζητήματα γεγονότων, δεν έμεινε ικανοποιημένος απλώς με το να γράψει μια χρονολογική αφήγηση που θα κάλυπτε τη μια χρονιά μετά την άλλη και θα κατέγραφε λεπτομερώς τα συγκεκριμένα γεγονότα, τα περιστατικά και τους συσχετισμούς του πολέμου καθώς αυτά εξελίσσονταν. Ενδιαφερόταν εξίσου να τα εξηγήσει, να διεισδύσει στους λόγους και στις αιτίες τους και να κατανοήσει το υπόβαθρο και τη σημασία του πολέμου στην ιστορία των Ελλήνων. Σε ολόκληρο το έργο του, μαζί με τις σκηνές του πολέμου, τις οποίες περιγράφει παραστατικά, συναντάμε γενικούς συλλογισμούς που ρίχνουν φως στις πράξεις τις οποίες αφηγείται και συνεισφέρουν σε μια πληρέστερη κατανόηση της φύσης και της σημασίας τους. Επιδίωκε συνεχώς να βλέπει τα γεγονότα σε σχέση με ένα ευρύτερο σύνολο ή μια γενική αλήθεια. Αυτό αποτελούσε βασικό στοιχείο της ιστορικής του μεθόδου, η οποία δείχνει μια βαθιά πνευματική ενασχόληση με ιδέες που σχετίζονταν με ζητήματα όπως η φύση του ανθρώπου, η λογική και το πάθος, η δικαιοσύνη και η ισχύς, η τύχη και η ανάγκη κατά τη διαμόρφωση των γεγονότων, και η σχέση μεταξύ σκέψης και πράξης. Τα χαρακτηριστικά αυτά δικαιολογούν την άποψη που τον παρουσιάζει ως έναν μεγάλο φιλοσοφικό ιστορικό.
Επιπλέον, η πνευματική του συγκρότηση αποτελεί δημιούργημα του 5ου αι. π.Χ., αιώνα στον οποίο η λογική ήδη έχει συγκροτηθεί ως τρόπος σκέψης, αντικαθιστώντας σταδιακά τον μύθο. Η λογική γεμάτη χαρά για τη νέα της ελευθερία και αυτοπεποίθηση, έριξε μέσω του Θουκυδίδη το ερευνητικό της φως και στον ίδιο της τον εαυτό, όχι μόνο προκειμένου να ανακαλύψει το δυναμικό της, αλλά και για να κατανοήσει τις ανορθολογικές πτυχές της ανθρώπινης φύσης. Ο Θουκυδίδης λοιπόν από τη μια χρησιμοποιεί τον ορθό λόγο, δίπλα στους πρωτοπόρους μιας νέας εποχής για την ανθρώπινη σκέψη, από την άλλη μελετά και την ίδια τη λογική, πώς αυτή και υπό ποιες συνθήκες λειτουργεί, και πότε και γιατί κυριαρχεί ο ανορθολογισμός, μολονότι ο άνθρωπος έχει την επίγνωση της λογικής αλλά και των συνεπειών του ανορθολογισμού. Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περιγραφή, στο τρίτο βιβλίο, της επανάστασης στην Κέρκυρα το 427, όπου ο ιστορικός καταθέτει μια σειρά σκέψεων για τις αιτίες και τις συνέπειες των ακραίων επαναστατικών συγκρούσεων μεταξύ δημοκρατίας και ολιγαρχίας που σάρωσαν τις ελληνικές πόλεις κατά τη διάρκεια του πολέμου. Εκεί επισημαίνει ότι:
«Οι εμφύλιες συγκρούσεις έφεραν μεγάλες κι αμέτρητες συμφορές στις πολιτείες, συμφορές που γίνονται και θα γίνονται πάντα όσο δεν αλλάζει η φύση του ανθρώπου, συμφορές που μπορεί να είναι βαρύτερες ή ελαφρότερες κι έχουν διαφορετική μορφή ανάλογα με τις περιστάσεις. Σε καιρό ειρήνης και όταν ευημερεί ο κόσμος και οι πολιτείες, οι άνθρωποι είναι ήρεμοι γιατί δεν τους πιέζουν ανάγκες φοβερές. Αλλ’ όταν έρθει ο πόλεμος που φέρνει στους ανθρώπους την καθημερινή στέρηση, γίνεται δάσκαλος της βίας κι ερεθίζει τα πνεύματα του πλήθους σύμφωνα με τις καταστάσεις που δημιουργεί». (Γ 82)
Η σκέψη αυτή, που μπορούμε να την εκλάβουμε ως γενικό πρότυπο για παρόμοιες καταστάσεις, θέτει με οικουμενικούς όρους μια διεισδυτική επίγνωση για την κατάπτωση των ηθικών προτύπων που προκαλείται από τον πόλεμο και από την εμφύλια διαμάχη. Η σοφία αυτής της επίγνωσης καθίσταται σαφής, καθώς διασαφηνίζει πολλά από τα γεγονότα που αφηγείται η Ιστορία.
Μία ακόμη σημαντική ιδιότητα του έργου του Θουκυδίδη είναι ο ρεαλισμός. Η ιστορία του έχει χαρακτηριστεί ως «ένα κλασικό έργο ρεαλιστικής ανάλυσης». Αυτό το χαρακτηριστικό της ιστορικής του σκέψης έχουν επισημάνει δύο σπουδαίοι ευρωπαίοι φιλόσοφοι, ο Τόμας Χομπς και ο Φρίντριχ Νίτσε. Ο Χομπς είπε για εκείνον: «Ο Θουκυδίδης είναι κάποιος ο οποίος, παρ’ ότι ποτέ δεν κάνει παρέκβαση για να δώσει μια διάλεξη, ηθική ή πολιτική, μέσα από το κείμενό του, ούτε εισέρχεται στις καρδιές των ανθρώπων πιο πέρα απ’ ότι οι ίδιες οι πράξεις προφανώς τον οδηγούν, θεωρείται παρ’ όλα αυτά ως ο πλέον πολιτικός ιστοριογράφος που συνέγραψε ποτέ». Η λέξη «πολιτικός» σε αυτή τη δήλωση αναφέρεται στην ώριμη κρίση και διεισδυτικότητα που του πρόσφερε ο Θουκυδίδης στην κατανόηση της πολιτικής και της ανθρώπινης δράσης. Ο Νίτσε, ο οποίος ήταν καθηγητής αρχαίας ελληνικής φιλολογίας, έβλεπε τον Θουκυδίδη ως έναν διανοητή που διακρινόταν για «το θάρρος του ενόψει της πραγματικότητας» και που είχε «ασυμβίβαστη θέληση να μην κοροϊδέψει τον εαυτό του».
Αυτό που σημαίνει ρεαλισμός στην περίπτωση του Θουκυδίδη είναι η προδιάθεσή του να βλέπει τους ανθρώπους, τις ανθρώπινες υποθέσεις και τον κόσμο όπως είναι, χωρίς ψευδαισθήσεις ή αυταπάτες, και χωρίς καμία προσπάθεια να συγκαλύψει τη σκληρή αλήθεια των πραγμάτων με «μεγάλα λόγια». Ο ρεαλισμός που αποδίδεται στον Θουκυδίδη συμπεριλαμβάνει την αντίληψή του για την ανθρώπινη φύση, για την πολιτική και την αυτοκρατορία, και για την τεράστια σημασία της υπέρτερης ισχύος για τη διαμόρφωση της πορείας της ιστορίας.
Σημαντική πλευρά της οπτικής του Θουκυδίδη είναι και ο αποδιδόμενος σε αυτόν «νατουραλισμός». Ότι έτεινε δηλαδή να θεωρεί τα γεγονότα, τις πράξεις των ανθρώπων και τον ίδιο τον φυσικό κόσμο ως τμήματα της φυσικής τάξης και ότι υπόκεινται, μέχρι ενός σημείου, σε όλες τις κανονικότητες και τους φυσικούς νόμους. Ο νατουραλισμός του είναι ιδιαίτερα αντιληπτός στη στάση του απέναντι στη θρησκεία και στη θεότητα. Σε αντίθεση με ορισμένα από τα μεγαλύτερα έργα της αρχαίας ελληνικής φιλολογίας, οι θεοί είναι απόντες και δεν παίζουν κανέναν ρόλο στην Ιστορία του. Ουδέποτε εκφράζει κάποια πίστη στη θεϊκή ενέργεια ή στους χρησμούς. Όταν αναφέρεται στον τρομερό λοιμό που έπληξε την Αθήνα το 430, σημειώνει ότι «οι παρακλήσεις στους θεούς και στα μαντεία δεν ωφέλησαν σε τίποτα» για την αντιμετώπιση της ασθένειας (Β 47). Επιμένοντας ότι ο πόλεμος μεταξύ Αθήνας και Σπάρτης ήταν μια ενιαία σύγκρουση που κράτησε είκοσι επτά χρόνια παρά την ειρήνη που συνήφθη στο δέκατο έτος του, μνημονεύει ένα δημοφιλές ρητό σύμφωνα με το οποίο ο πόλεμος θα διαρκούσε τρεις φορές εννέα χρόνια και στη συνέχεια προσθέτει ότι «για μία φορά, βγήκαν αληθινοί όσοι βάσιζαν τις προβλέψεις τους σε χρησμούς» (Ε 26). Φαίνεται να περιφρονούσε τις προλήψεις και την ευπιστία. Σχετικά με τον φόβο του Νικία για μια έκλειψη της σελήνης, η οποία τον έκανε να καθυστερήσει, με τρομερές συνέπειες, την αποχώρηση του αθηναϊκού στρατού από τη Σικελία, ο Θουκυδίδης λέει ότι «είχε μεγάλη κλίση στις μαντείες και στα παρόμοια» (Η 50).
Στον νατουραλισμό του Θουκυδίδη περιλαμβανόταν και η αντίληψή του για την ανθρώπινη φύση, την οποία θεωρούσε υποκείμενη σε φυσικές επιθυμίες και ορέξεις που εν μέρει πηγάζουν από τον εγωκεντρισμό του ανθρώπου. Πίστευε επίσης ότι η ομοιομορφία της ανθρώπινης φύσης εξηγούσε το γιατί γεγονότα παρόμοια με αυτά που είχαν συμβεί στο παρελθόν ήταν αναμενόμενο να συμβούν και στο μέλλον. Αυτό δεν σημαίνει ότι θεωρούσε πως οι ανθρώπινες πράξεις μπορούσαν να προβλεφθούν. Προφανώς είχε μεγάλη επίγνωση της ποικιλίας των περιστάσεων που επενεργούσαν στους ανθρώπους και επηρέαζαν με διάφορους τρόπους τη συμπεριφορά τους. Δεν υπάρχει κανένας υπαινιγμός ότι έβλεπε την ανθρώπινη φύση ως εγγενώς μοχθηρή ή κακή. Φαίνεται πως θεωρούσε ότι τα άτομα μπορεί να είχαν προδιάθεση να είναι είτε καλά είτε κακά, τόνιζε όμως ότι οι ηθικές τους ιδιότητες και οι ενέργειές τους θα επηρεαστούν έντονα από τις συνθήκες στις οποίες βρίσκονται. Σε ολόκληρη την ιστορία του, η τριάδα του φόβου, της τιμής (φιλοδοξίας) και του συμφέροντος βρίσκεται στο προσκήνιο. Ο φόβος της αύξησης της αθηναϊκής ισχύος, σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, είναι η αληθινή αιτία που υποχρέωσε τους Λακεδαιμονίους να πάνε σε πόλεμο εναντίον της Αθήνας. Φόβος της απώλειας της ανεξαρτησίας τους και της υποταγής τους σε άλλους, φιλοδοξία για εξουσία και ιδιοτελές συμφέρον για τη διατήρηση της αυτοκρατορίας, είναι αυτά που υποχρέωσαν τους Αθηναίους να συνεχίσουν τον πόλεμο και να συντρίψουν τις επαναστάσεις των υποτελών τους πόλεων.
Μια ακόμη σημαντική πλευρά του έργου του Θουκυδίδη αποτελεί η ιστορική του πρακτική, η οποία φαίνεται να στηρίζεται σε αυστηρή μεθοδολογία , στην οποία μάλιστα κάνει αναφορές στο έργο του, αλλά και οι ιδέες του για την ίδια την ανθρώπινη ιστορία. Είναι εμφανές ότι κατά τη συλλογή πληροφοριών για τη συγγραφή της ιστορίας του, αφιέρωσε πολλή σκέψη στο ποια ήταν η κατάλληλη μέθοδος για να ερευνηθεί το παρελθόν. Ο πρωταρχικός του στόχος ως ιστορικού ήταν να παράσχει «ακριβή γνώση των γεγονότων που συνέβησαν», ώστε να χρησιμεύσει σε εκείνους που ήθελαν να καταλάβουν τα όσα μπορεί να συμβούν στο μέλλον. Δήλωσε ότι αν κατόρθωνε να πετύχει αυτόν τον στόχο, θα ήταν ικανοποιημένος. Στα πλαίσια αυτού του στόχου, προσπάθησε να διατηρήσει μια σταθερά κριτική προσέγγιση αναφορικά με τα γεγονότα που εισέρχονταν στην αφήγησή του. Για τα γεγονότα του απώτερου παρελθόντος απέρριψε τις φαντασιοπληξίες και τις υπερβολικές ιστορίες των ποιητών και των χρονογράφων που επιδίωκαν να τέρψουν μάλλον παρά να εξακριβώσουν την αλήθεια, και των οποίων οι δηλώσεις δεν μπορούν να ελεγχθούν. Ανέφερε ότι τα περισσότερα γεγονότα δεν είναι πλέον ελέγξιμα καθώς έχει περάσει πολύς χρόνος, αλλά θα έπρεπε να θεωρηθεί ότι «τα γεγονότα αυτά έχουν εξακριβωθεί με βάση τις πιο σοβαρές ενδείξεις». Βασισμένη σε μια ποικιλία πηγών και συμπερασμάτων λογικής ανάλυσης, η περιγραφή του για εκείνη την περίοδο ήταν ένα επίτευγμα ιστορικής σκέψης. Προσπάθησε να εφαρμόσει το ίδιο κριτικό πνεύμα στην έρευνα του Πελοποννησιακού πολέμου, που ήταν «ο μεγαλύτερος» της ελληνικής ιστορίας και τον οποίο ο Θουκυδίδης έζησε. Σχετικά με τα γεγονότα του πολέμου, ο Θουκυδίδης δηλώνει ρητά ότι αναφέρει μόνο τα όσα είδε ο ίδιος ή έμαθε από άλλους έπειτα από «προσεκτική έρευνα» και από επισταμένη εξέταση των μαρτυριών διάφορων ανθρώπων για το κάθε συμβάν.
Πάντως έχει εκφραστεί και η άποψη ότι ο Θουκυδίδης εκτός από φιλοσοφημένος ιστορικός υπήρξε ένας φιλολογικός καλλιτέχνης με βαθιά προσωπική και συναισθηματική εμπλοκή στο έργο του. Αυτό, θα έλεγα, δεν μειώνει την αξία του έργου του, ίσως μάλιστα τον καθιστά έναν καθολικό άνθρωπο με την αναγεννησιακή έννοια, πράγμα που αιτιολογεί επαρκώς τη διδασκαλία του έργου του σε εφήβους που βρίσκονται σε μια κρίσιμη για τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς τους ηλικία.
Κλείνοντας, θα ήθελα να θέσω ξανά το αρχικό ερώτημα, με την απάντηση που την καθιστά τόσο επίκαιρη η περιρρέουσα διεθνής ατμόσφαιρα, επίκαιρη και μελαγχολική: Τι είναι αυτό που κάνει τον Θουκυδίδη σημαντικό για εμάς τους ανθρώπους του 2017; Όχι μόνο τι τον έκανε σημαντικό για την εποχή του, αλλά ποια είναι η διαχρονική συνεισφορά του στην ανθρώπινη σκέψη, ώστε να έχει νόημα να διδάσκεται το έργο του στο σχολείο.
Η ερμηνευτική δύναμη του Θουκυδίδη θεμελιώνεται στον τεράστιο κόσμο των ιδεών που το έργο αποκαλύπτει στον αναγνώστη, κάτι που παραμένει πάντα επίκαιρο και ζητούμενο, ενώ η πεποίθησή του ότι γεγονότα παρόμοια με αυτά που εκείνος εξιστόρησε «θα συμβούν στο μέλλον» σύμφωνα με αυτό που αποκάλεσε το «ανθρώπινον», δηλαδή την ανθρώπινη κατάσταση, η οποία καθώς διαπιστώνουμε, δεν αλλάζει.
Βιβλιογραφία
Χρήσιμες μελέτες για διάφορες πλευρές του έργου του Θουκυδίδη είναι αναρτημένες στην ιστοσελίδα:
https://ekivolosblog.wordpress.com/%ce%b8%ce%bf%cf%85%ce%ba%cf%85%ce%b4%ce%b9%ce%b4%ce%b7%cf%83/
Για την παρούσα εργασία χρησιμοποιήθηκαν οι εξής:
Αλέξανδρος Κέμος, Η επιρροή του Θουκυδίδη στο σύγχρονο κόσμο.
Αντώνης Ρεγκάκος, Η Θουκυδίδεια αφήγηση: Η κληρονομιά του έπους και του Ηροδότου.
Αντώνης Ρεγκάκος, Θουκυδίδης (το αντίστοιχο κεφάλαιο στο έργο του «Επινοώντας το παρελθόν»)
Jacqueline de Romilly, Ιστορία και λόγος στον Θουκυδίδη.
Jacqueline de Romilly, Θουκυδίδης (ομώνυμο κεφάλαιο από το έργο της «Γιατί η Ελλάδα;)
Perez Zagorin, Ο Θουκυδίδης ως φιλοσοφικός ιστορικός
Μαρία Αζέλη, Α1 Λυκείου, Μουσικό Σχολείο Τρικάλων
Ονοματεπώνυμο: Γιώργος Λιάνος, μαθητής Α1 Λυκείου του Μουσικού Σχολείου Τρικάλων
Τμήμα : Α1 Λυκείου
Εργασία: Θέμα: Να αναγνώσετε το κείμενο της ιστορίας του Θουκυδίδη από μετάφραση προσεγγίζοντάς το κριτικά. Με βάση τα σχόλια, τις επισημάνσεις και τα συμπεράσματα που θα προκύψουν, να δημιουργήσετε ένα συνθετικό κείμενο, στο οποίο θα εκθέτετε τα συμπεράσματά σας για τη σημασία του έργου του Θουκυδίδη .
Τίτλος: <<Θουκυδίδου Ιστορίαι>> Έργο παγκόσμιας σημασίας και κληρονομιάς .
Στην ιστορία της ανθρωπότητας λίγοι άνθρωποι ήταν αυτοί που το έργο τους δεν έχει χάσει τη σημασία του αλλά συνεχίζει να ελκύει το ενδιαφέρον όλου του κόσμου κι ας έχουν περάσει τόσα χρόνια ή τόσοι αιώνες από τότε που αυτοί ζούσαν. Ένας από αυτά τα πρόσωπα είναι ο πιο σημαντικός αρχαίος Έλληνας ιστορικός, ο Θουκυδίδης.
Ο Θουκυδίδης ουσιαστικά αρχίζει να καταγράφει τα ιστορικά γεγονότα από το σημείο που σταμάτησε ο πρώτος αρχαίος Έλληνας ιστορικός , ο Ηρόδοτος. Τα ιστορικά γεγονότα που κατέγραψε με λογικές μεθόδους, τα συμπεριέλαβε στο διεθνώς αναγνωρισμένο έργο του, << Θουκυδίδου Ιστορίαι». Το κείμενο της ιστορίας του Θουκυδίδη, ακόμα και σήμερα προκαλεί ενδιαφέρον και προβληματισμό σε πολλούς καταξιωμένους ιστορικούς και ερευνητές από όλο τον κόσμο.
Στο κείμενο της ιστορίας του, ο Θουκυδίδης κάνει καταγραφή των γεγονότων που συνέβησαν κατά τη διάρκεια της ζωής του και κυρίως καταγράφει τα γεγονότα των δύο πρώτων περιόδων του Πελοποννησιακού πολέμου (Αρχιδάμειος πόλεμος και Σικελική εκστρατεία) μέχρι το 411 π.χ. χωρίς να συμπεριλαμβάνει τον Ιωνικό πόλεμο και το τέλος του πολέμου με την κατάκτηση της Αθήνας από τους Σπαρτιάτες.
Κατά την άποψή μου, ο Θουκυδίδης είναι από τους λίγους ιστορικούς, ίσως και ο μοναδικός, ο οποίος ενώ ήξερε ότι αναλαμβάνει ένα πολύ δύσκολο έργο, όσον αφορά την ανεύρεση της αλήθειας κατάφερε με πολύ κόπο να ολοκληρώσει ένα έργο το οποίο φάνταζε << μετέωρο>> για τις συνθήκες της εποχής στην οποία ζούσε. Πολύ σημαντικό είναι επίσης ότι έκανε έλεγχο των πληροφοριών που είχε και φρόντιζε να γράφει για γεγονότα για τα οποία ο ίδιος είχε προσωπική γνώση και για τα οποία έχει κάνει επίπονη και κοπιαστική έρευνα. Επίσης το έργο του Θουκυδίδη χαρακτηρίζεται χρονολογικά ακριβές, κάτι το οποίο δείχνει σε πολλά σημεία του κειμένου του, όπως η αναφορά στο έτος έκρηξης του πολέμου, όταν οι Θηβαίοι εισέβαλαν στις Πλαταιές ή στην καταγραφή του εμφυλίου σπαραγμού στην Κέρκυρα.
Εκτός από τα στοιχεία που αναφέρθηκαν, όποιος μελετήσει το κείμενο της ιστορίας του Θουκυδίδη, θα καταλάβει την αμεροληψία και τη δικαιοσύνη που απέδωσε ο ιστορικός στις πράξεις ορισμένων ανθρώπων που ήταν σημαντικές για την έκβαση του πολέμου. (Π.χ. Η στάση των ολιγαρχικών που οδήγησε σε εμφύλιο σπαραγμό στην Κέρκυρα). Επίσης ο Θουκυδίδης δεν αναφερόταν σε τυχαία γεγονότα, παρά μόνο σε γεγονότα τα οποία ήταν σημαντικά για την εξέλιξη των πραγμάτων χωρίς να τους προσάπτει πολλές λεπτομέρειες.
Επιπλέον όποιος μελετήσει το έργο της ιστορίας του αναλυτικά, θα καταλάβει ότι ο Θουκυδίδης είχε ένα δικό του δυναμικό τρόπο γραφής, ο οποίος ναι μεν κάνει το κείμενο δυσανάγνωστο και πολύ δύσκολο ως προς τη μετάφραση, κυρίως για εμάς τους νεοέλληνες, αλλά προκαλεί το ενδιαφέρον κάθε αναγνώστη του κειμένου της ιστορίας του. Ο Θουκυδίδης χρησιμοποιεί στο κείμενο του τα πιο σύνθετα στοιχεία της αρχαίας ελληνικής γραμματικής και ένα περίπλοκο τρόπο σύνταξης των προτάσεων. Επίσης κάνει χρήση μακρών περιόδων λόγου, οι οποίες στοχεύουν στην πλήρη περιγραφή των γεγονότων και των αιτιών του πολέμου. Έτσι μπορούμε να καταλάβουμε τις υψηλές γνώσεις που είχε ο Θουκυδίδης όσον αφορά τη γραμματική και το συντακτικό.
Με βάση τα όσα προαναφέρθηκαν που ήταν αποτέλεσμα της κριτικής προσέγγισης του κειμένου, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο Θουκυδίδης ήταν ένας ιδιοφυής ιστορικός , ο οποίος με τα γραπτά του έδωσε έργο ανεκτίμητης πολιτισμικής και ιστορικής αξίας, ένα «κτήμα εις αιεί», το οποίο έμεινε ζωντανό και άφθαρτο κατά τη διάρκεια των αιώνων, κάτι που προκαλεί περηφάνια και θαυμασμό στους νεοέλληνες και είναι πρότυπο για τους σύγχρονους ιστορικούς.
Συχνά ακούμε τον Ηρόδοτο να αποκαλείται ως ο «Πατέρας της Ιστορίας». Αυτός ο χαρακτηρισμός όμως είναι πιο εύστοχος όταν αναφέρεται στον Θουκυδίδη, τον πιο γνωστό ιστορικό της αρχαιότητας και ίσως και της σύγχρονης εποχής. Αυτό βέβαια λέει από μόνο του πολλά, αλλά το ερώτημα παραμένει: Γιατί εν τέλει δίνουμε τόση σημασία στο έργο του Θουκυδίδη;
Το έργο του Θουκυδίδη αποτελεί σταθμό στην εξέλιξη του παγκόσμιου πολιτισμού, λόγω του ότι ο Θουκυδίδης ήταν ο πρώτος μέχρι τότε που εφάρμοσε την ιστορία ως επιστήμη. Ασχολήθηκε με σημαντικά θέματα της εποχής του, όπως για παράδειγμα ο περιβόητος Πελοποννησιακός πόλεμος. Ωστόσο, είναι οι μέθοδοι τις οποίες ακολούθησε που τον κάνουν να ξεχωρίζει. Θα έλεγε κανείς πως ο Θουκυδίδης έδειξε όση προσήλωση όσο ένας σύγχρονος δημοσιογράφος, και μάλιστα χωρίς τις τεχνολογίες και τα μέσα του σήμερα.
Στο έργο του διακρίνεται με σαφήνεια ο ορθολογισμός και η χρήση ορθών απόψεων και επιχειρημάτων, δηλαδή κάποια πολύ βασικά συστατικά που πρέπει να χρησιμοποιεί ένας σοβαρός ιστορικός. Επίσης, σε αντίθεση με άλλους ιστορικούς, δεν έγραφε καθόλου την προσωπική του άποψη πάνω στο θέμα για το οποίο έγραφε, παρά μόνο τα γεγονότα καθ’ αυτά όπως ακριβώς συνέβησαν. Σκοπός του ήταν να καταγράψει μόνο την αλήθεια και τίποτα άλλο. Πώς όμως μπορούμε να επιβεβαιώσουμε την ακρίβεια και την αντικειμενικότητά του;
Ο Θουκυδίδης δεν ήταν μόνο ο πρώτος πραγματικά αμερόληπτος ιστορικός, αλλά και ο πρώτος που έψαχνε για έγκυρες και αξιόπιστες πηγές και διασταύρωνε το περιεχόμενό τους. Επιπλέον, στα περισσότερα από τα γεγονότα που μας περιγράφει ήταν και ο ίδιος αυτόπτης μάρτυρας. Συνεπώς, η καταγραφή των γεγονότων είναι όσο πιο ακριβής και αντικειμενική γίνεται. Ακόμη ένα στοιχείο που είναι σημαντικό, είναι το γεγονός ότι η γνώμη του Θουκυδίδη δεν εμπεριέχεται πουθενά σε ολόκληρη την βιβλιογραφία του. Όπως επίσης δεν συμπεριλαμβάνονται και οι γνώμες των υπολοίπων που έζησαν την περίοδο εκείνη και βίωσαν κάποια από τα εν λόγω περιστατικά.
Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ο τρόπος με τον οποίο γινόταν η προσέγγιση των γεγονότων. Ο Θουκυδίδης πρώτα εξετάζει τα αίτια και τα αφορμές, ύστερα μας παρουσιάζει τα αποτελέσματα και κατόπιν αναλύει τις επακόλουθες συνέπειες. Αυτήν είναι η λογική σειρά προσέγγισης ενός συμβάντος που χρησιμοποιείται και στις μέρες μας. Πρώτα εξετάζουμε το γιατί, έπειτα περνάμε στο τι προέκυψε τελικά και μετά σκεφτόμαστε τι συνέπειες μπορεί να έχει. Άρα λοιπόν, ο Θουκυδίδης ήταν ο πρώτος που ασχολήθηκε με την ιστορία ως επιστήμη, με σφαιρική αντίληψη των πραγμάτων, με κριτική προσέγγιση του θέματος, με έγκυρες πηγές και ακρίβεια.
Εν κατακλείδι, ο Θουκυδίδης ήταν ο πρώτος που εδραίωσε την επιστήμη της ιστορίας, χρησιμοποιώντας τη λογική του και όχι τα προσωπικά του συναισθήματα και ιδεολογίες. Επομένως, μπορεί ο Ηρόδοτος να ήταν ο πρώτος που κατέγραψε γεγονότα, αλλά επί της ουσίας, ο Θουκυδίδης ήταν ο πρώτος πραγματικός ιστορικός.
Μανουσάκης Νικήτας , μαθητής Α1 Λυκείου του Μουσικού Σχολείου Τρικάλων
Να αναγνώσετε το κείμενο της ιστορίας του Θουκυδίδη από μετάφραση προσεγγίζοντάς το κριτικά. Με βάση τα σχόλια, τις επισημάνσεις και τα συμπεράσματα που θα προκύψουν, να δημιουργήσετε ένα συνθετικό κείμενο στο οποίο θα εκθέτετε τα συμπεράσματά σας για τη σημασία του έργου του Θουκυδίδη.
Ο Θουκυδίδης ήταν ένας από τους σπουδαιότερους ιστοριογράφους της αρχαίας ελληνικής ιστορίας. Το έργο του, αν και αρκετά δύσκολο στη σύνταξη και την μετάφραση, χαρακτηρίζεται ως ιδιαίτερο και πολύ σημαντικό για την ιστορία της χώρας μας, καθώς περιγράφει με ακρίβεια τις κινήσεις των Κερκυραίων κατά την διάρκεια του πολέμου μεταξύ Σπάρτης και Αθήνας. Αρκετοί ιστορικοί και φιλόλογοι έχουν μελετήσει το έργο του και χάρη σε αυτόν έχουμε σήμερα μια καλύτερη γνώση των ιστορικών γεγονότων.
Η σημασία του έργου του Θουκυδίδη είναι καθοριστική για την ελληνική ιστορία καθώς, όπως θεωρούσε ο ίδιος, ήταν αντικειμενικός και περιέγραφε τα γεγονότα όπως ακριβώς γινόταν, ως απλός παρατηρητής. Αυτό άλλωστε είναι και το χρέος ενός σωστού ιστορικού, να παρουσιάζει δηλαδή τα γεγονότα όπως έγιναν και να αφήνει τους αναγνώστες να δημιουργούν μια δική τους προσωπική άποψη γι’ αυτά.
Στο έργο του ο Θουκυδίδης χρησιμοποιεί βραχυλογία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η μετάφραση των κειμένων του να είναι αρκετά δύσκολη καθώς μια λέξη που χρησιμοποιεί ο Θουκυδίδης σε κάποιο κείμενο, στη νέα ελληνική γλώσσα μπορεί να αποδίδεται με πέντε λέξεις αντί για μια όπως στο πρωτότυπο. Δίνει χρήσιμες πληροφορίες για την κατάσταση που επικρατούσε στην Κέρκυρα εκείνο το διάστημα και για τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι κάτοικοι του νησιού λόγω των διεφθαρμένων πολιτικών ανδρών και του πολέμου. Χαρακτηριστικό είναι ότι στο έργο του συμπεριλαμβάνει και τις γυναίκες του νησιού, τις οποίες μάλιστα αναφέρει ως χρήσιμες και ως βοηθούς, καθώς ήταν αρκετά γενναίες για να βοηθήσουν τους άντρες στον πόλεμο ενάντια των Αθηναίων.
Κλείνοντας, θα ήθελα να αναφέρω ότι, ακόμη και σήμερα το έργο του αποτελεί πηγή πληροφοριών για πολλούς ιστορικούς, όχι μόνο έλληνες αλλά και ξένους.
Μαριλένα Ζιώζια, μαθήτρια Α1 Λυκείου του Μουσικού Σχολείου Τρικάλων
Στην εποχή μας, κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τον αρχαίο Έλληνα ιστορικό του 5ου αιώνα π.Χ., Θουκυδίδη. Το έργο του είναι μια εξιστόρηση ενός σκληρού και μακροχρόνιου πολέμου, του Πελοποννησιακού πολέμου. Ο Θουκυδίδης είναι ο πρώτος κριτικός ιστορικός, ο οποίος προσπάθησε να ερευνήσει τα αίτια που δημιούργησαν έναν πόλεμο με τόσο μεγάλη ισχύ, αφού ολόκληρος ο ελλαδικός κόσμος χωρισμένος σε δύο στρατόπεδα, των Αθηναίων και των Σπαρτιατών, εμπλεκόταν σ’ αυτόν.
Ο ίδιος έζησε την εποχή του Πελοποννησιακού πολέμου. Ξεκίνησε να γράφει το έργο του μόλις ξέσπασε ο πόλεμος, επειδή προέβλεψε ότι θα ήταν ένας μεγάλος και σπουδαίος πόλεμος, διαφορετικός απ’ όλους τους προηγούμενους. Στηρίχτηκε στο γεγονός ότι και τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα βρίσκονταν στην ακμή τους και ήταν πολύ καλά προετοιμασμένα, οπότε υπέθεσε πως θα ήταν ένας πόλεμος αξιοσημείωτος για τα δεδομένα της εποχής.
Ο Θουκυδίδης στο έργο του εξιστορεί τα γεγονότα του πολέμου με απόλυτη χρονολογική ακρίβεια. Επίσης, είχε πλήρη επίγνωση για το καθετί που κατάγραφε στο έργο του. Γνώριζε πως οι άνθρωποι δεχόταν άκριτα και αρκετά εύκολα ό,τι τους λέγανε, γι’ αυτό στο έργο του περιέλαβε μόνο στοιχεία για τα οποία είχε προσωπική γνώση και για τα οποία είχε κάνει διασταύρωση και επίπονη έρευνα. Επιπλέον, στην εξιστόρησή του χρησιμοποιεί λογικές μεθόδους που στηρίζονται σε ενδείξεις, αποδείξεις και συμπεράσματα μιας έρευνας .Κάνει ανάλυση σε βάθος, χωρίς να παίρνει το μέρος της μιας ή της άλλης πλευράς και καταπνίγοντας τις προσωπικές και πολιτικές του προτιμήσεις.
Το ύφος και η γλώσσα του Θουκυδίδη έχουν κάποιες ιδιαιτερότητες. Ο ίδιος γράφει με μια μεγαλοπρέπεια που δίνει την εντύπωση ενός ισχυρότατου νου. Άλλες φορές πάλι, γράφει με μεγάλη ωμότητα σκηνές μάχης, θέλοντας να δείξει τα δεινά που προκαλεί ο πόλεμος, περνώντας έτσι έμμεσα και κάποια αντιρατσιστικά μηνύματα. Ο λόγος του είναι ακριβέστατος και περιεκτικότατος χωρίς να παραλείπει την παραμικρή λεπτομέρεια.
Η σημασία του έργου του Θουκυδίδη είναι τεράστια. Ο Θουκυδίδης κατάφερε μέσα από το έργο του να διδάξει και να ωφελήσει τους αναγνώστες του, ώστε να αντιληφθούν την ροή των γεγονότων του Πελοποννησιακού πολέμου και να εκτιμήσουν την αξία και την διαχρονική συνεισφορά του έργου. Επίσης μέσα από το έργο του ο Θουκυδίδης προβάλλει αξίες όπως η δημοκρατία της Αρχαίας Αθήνας, η φιλοτιμία, η θυσία για την πατρίδα και μας δείχνει πόσο σημαντικός ήταν από τότε ο οικονομικός παράγοντας, αφού ουσιαστικά ο πόλεμος έγινε λόγω εμπορικών συμφερόντων. Επιπρόσθετα, το έργο του Θουκυδίδη μας βοηθάει να κατανοήσουμε την λογική της στρατηγικής συμπεριφοράς των κρατών ακόμα και στην σημερινή εποχή. Τέλος, ο βαθύς στοχασμός του Θουκυδίδη πάνω στην συμπεριφορά των ανθρώπων προσδίδει στο έργο μια μοναδικότητα καθώς η ασυλλόγιστη τόλμη αποδίδεται από τον Θουκυδίδη σε γενναιότητα, η αυτοσυγκράτηση σε δειλία και η σωφροσύνη σε ανανδρία.
Συνοψίζοντας, ο Θουκυδίδης δίκαια θεωρείται από τους ειδικούς ο πιο αξιόλογος συνειδητός ιστορικός της Αρχαίας Ελλάδας, αφού εισήγαγε πολλά νέα στοιχεία στην τέχνη της ιστοριογραφίας και άφησε πίσω του έργο απαράμιλλης αξίας που σίγουρα είναι η πιο έγκυρη πηγή για κάποιον που θέλει να μελετήσει πολύπλευρα και ουσιαστικά τον Πελοποννησιακό πόλεμο.
Ευαγγελία Γρηγορίου, μαθήτρια Α1 Λυκείου του Μουσικού Σχολείου Τρικάλων.
Να αναγνώσετε το κείμενο της ιστορίας του Θουκυδίδη από μετάφραση, προσεγγίζοντάς το κριτικά. Με βάση τα σχόλια, τις επισημάνσεις και τα συμπεράσματα που θα προκύψουν, να δημιουργήσετε ένα συνθετικό κείμενο, στο οποίο θα εκθέσετε τα συμπεράσματά σας για τη σημασία του έργου του Θουκυδίδη.
Το έργο του Θουκυδίδη αποτελεί αυστηρή εξιστόρηση των γεγονότων του Πελοποννησιακού πολέμου, ενός πολέμου που έφερε σε αντίπαλο στρατόπεδο τις δύο μεγάλες πόλεις την Αθήνα και την Σπάρτη. Βέβαια, περιλάμβανε στην συγγραφή του και περιστατικά που συνδέονταν με τον εαυτό του, όμως σκοπός στην ιστορική αφήγηση δεν ήταν η αισθητική απόλαυση του αναγνώστη αλλά η απόδοση των ιστορικών γεγονότων με αντικειμενικότητα ώστε να δώσει την δυνατότητα στους μελλοντικούς του αναγνώστες να γνωρίσουν τι ακριβώς συνέβη ώστε να μην πράξουν ανάλογα.
Με αυτόν τον τρόπο, ο συγγραφέας κατευθύνει την ιστορία στην ανεύρεση της αλήθειας. Δεν χρησιμοποιεί μεταφυσικά μέσα, καθώς απουσιάζουν οι χρησμοί, οι μύθοι, τα ανέκδοτα, αλλά προσπαθεί με αποδεικτικά στοιχεία να περιγράψει όσο το δυνατόν καλύτερα τα συγκλονιστικά γεγονότα του πολέμου και να δώσει στις διηγήσεις του τέλεια βεβαιότητα. Για τα γεγονότα της εποχής του δεν αρκείται σε πληροφορίες από τον πρώτο τυχόντα, αλλά συλλέγει πολλές μαρτυρίες για να φθάσει στην αλήθεια. Ταυτόχρονα, ελέγχει και τις δικές του αντιλήψεις για τα πράγματα. Έτσι, μέσα από το έργο του διδάσκει τις μεθόδους που πρέπει να ακολουθεί ένας ιστορικός, καθώς αναγνωρίζει τη μεγάλη δυσκολία που απαιτεί μια τέτοια διαδικασία.
Η περιγραφική ικανότητα του Θουκυδίδη είναι πολύ μεγάλη. Προσπαθεί να αποδώσει με σαφήνεια τις αφηγήσεις του, αφού δεν τον ενδιαφέρει η ευχάριστη ιστορία αλλά η γεμάτη αλήθεια ιστορία. Αφαιρεί τα διακοσμητικά στοιχεία και χρησιμοποιεί γραπτές πηγές που κάνουν ακόμα πιο αξιόπιστο το έργο του. Επιπλέον, ο λόγος του είναι πυκνός και βαθύς. Ακόμη, στο έργο του υπάρχουν δημηγορίες, δηλαδή λόγοι που εκφωνήθηκαν από διάφορα πολιτικά πρόσωπα σε συνελεύσεις του λαού, ή από στρατιωτικούς και πρεσβευτές προς στρατιώτες και πολίτες αντίστοιχα, γεγονός που σημαίνει ότι έτσι αποκαλύφτηκαν τα αίτια σημαντικών γεγονότων, οι αφορμές και ο χαρακτήρας των αγορητών, ώστε να φθάσει πιο κοντά στην αλήθεια.
Σίγουρα, μέσα από το έργο του Θουκυδίδη αντλούμε αρκετές πληροφορίες για σημαντικά ιστορικά γεγονότα, αμέσως μετά την έναρξη του πολέμου, γραμμένα πάντα κατά χρονολογική σειρά. Ο Θουκυδίδης από την αρχή του έργου του δηλώνει πως άρχισε την συγγραφή του από τα πρώτα γεγονότα του πολέμου με αντικειμενικότητα, καθώς αμέσως αναγνώρισε το μέγεθος και τη σημασία αυτής της σύγκρουσης. Μέσα από την περιγραφή σκληρών και αιματηρών γεγονότων ο συγγραφέας μεταφέρει επίσης ένα αντιπολεμικό μήνυμα και εκφράζει την άποψή του για τον πόλεμο.
Ο Θουκυδίδης θεωρείται μέχρι σήμερα ένας από τους κορυφαίους ιστοριογράφους και αποτελεί πρότυπο πολλών σημερινών ιστορικών συγγραφέων όσο αναφορά τον τρόπο σκέψης, την αξιοπιστία και την επιστημονική του μέθοδο. Μέσα από την συγγραφή του όχι μόνο περιέγραψε στους αναγνώστες του τα γεγονότα του Πελοποννησιακού πολέμου με απόλυτη ακρίβεια και αντικειμενικότητα χρησιμοποιώντας σχέσεις αιτίας-αποτελέσματος, αλλά και μετέφερε πολιτικές γνώσεις και ηθικές αξίες που ισχύουν έως και σήμερα.
Δήμητρα Κωστίκα, μαθήτρια Α1 Λυκείου του Μουσικού Σχολείου Τρικάλων
Το έργο του Θουκυδίδη
Ο Θουκυδίδης δεν έδωσε τίτλο στο έργο αυτό, ούτε το διαίρεσε σε βιβλία. Η διαίρεσή του σε οκτώ βιβλία και ο τίτλος Θουκυδίδου Ιστορίαι ή Συγγραφή οφείλεται στους αρχαίους γραμματικούς.
Στο Α΄ βιβλίο, μετά το προοίμιο, ακολουθεί η λεγόμενη αρχαιολογία, η οποία αποτελεί σύγκριση μεταξύ του Πελοποννησιακό πολέμου και των προηγουμένων γεγονότων της ελληνικής ιστορίας. Κατόπιν, ύστερα από ορισμένες μεθοδολογικές εκτιμήσεις, ερευνώνται οι άμεσες αιτίες του πολέμου, με μια αναδρομή στις πρώτες αρχές και στη εξέλιξη της αθηναϊκής ηγεμονίας.
Το Β΄ βιβλίο ξεκινά την εξιστόρηση του πολέμου, την οποία συνεχίζει με χρονολογική σειρά, διαιρώντας κάθε χρόνο σε καλοκαίρι και χειμώνα. Σημαντικότερα μέρη του είναι εκείνα που αναφέρονται στις δύο επιδρομές των Λακεδαιμονίων στη Αττική και στον Επιτάφιο που εκφώνησε ο Περικλής για τους νεκρούς του πρώτου έτους του πολέμου με τον οποίο ο ιστορικός εξιδανικεύει την πόλη των Αθηνών,[2] και στο φοβερό λοιμό των Αθηνών.
Στο Γ΄ βιβλίο εκτίθενται οι ωμότητες των τριών επόμενων χρόνων και παρεμβάλλονται οι δημηγορίες του Κλέωνα και του συνετού Διόδοτου για την αποστασία και την τιμωρία των Μυτιληναίων.[3] Σημαντική επίσης είναι η περιγραφή της παθολογίας του εμφυλίου πολέμου με αφορμή κάποια γεγονότα στην Κέρκυρα (Γ 82-83).
Στο Δ΄ βιβλίο (7ο, 8ο και 9ο έτος του πολέμου) ο Θουκυδίδης πραγματεύεται την κατάληψη της Πύλου από τους Αθηναίους και τις επιχειρήσεις του Λακεδαιμονίου στρατηγού Βρασίδα στη Χαλκιδική.
Σημαντικό μέρος του Ε΄ βιβλίου αναφέρεται στην επιχείρηση των Αθηναίων κατά της Μήλου, όπου δίνεται ανάγλυφη παράσταση της επεκτατικής πολιτικής της Αθήνας.
Στα βιβλία ΣΤ΄και Ζ΄εξιστορεί την εκστρατεία στη Σικελία των Αθηναίων (415-413).
Τέλος, στο Η΄βιβλίο περιλαμβάνει τα πρώτα χρόνια του Δεκελεικού πολέμου, την παρέμβαση των Περσών στις ελληνικές υποθέσεις και την αποστασία πολλών συμμάχων από τους Αθηναίους.
Γούλας Αλέξανδρος, μαθητής Α1 Λυκείου Μουσικού Σχολείου Τρικάλων
Απόψεις, κρίσεις, εντυπώσεις:
Το έργο του Θουκυδίδη αποτελεί ένα από τα κυριότερα αρχαία έργα. Μέσα από το έργο του ο Θουκυδίδης περνάει μηνύματα δημοκρατικά και φεμινιστικά. Έχει αποτελέσει σημαντικό κομμάτι στην ανάπτυξη και στη διάδοση της δημοκρατίας. Ο Θουκυδίδης μεταφέρει στον αναγνώστη πολιτιστικά στοιχεία, με σκοπό να μας πληροφορήσει για τον πολιτισμό της αρχαίας Ελλάδας. Επίσης, επαληθεύει όλες τις πηγές του και έχει τόσο μεγάλη εμπειρία στην ιστορία του πολέμου, έτσι ώστε όταν παρευρεθεί στο πεδίο μάχης, μπορεί να καταλάβει τι έχει συμβεί εκεί. Τέλος ο Θουκυδίδης έχει διορατικότητα και σκέφτεται τι θα μεταδώσει στην επόμενη γενιά.
Θεοδώρα Βάκη, Α1 Λυκείου Μουσικού Σχολείου Τρικάλων
Το έργο του Θουκυδίδη είναι αναμφίβολα ένα από τα πιο σημαντικά έργα και αποτελεί σημαντική ιστορική πηγή. Ο Θουκυδίδης στο έργο του μας δίνει στοιχεία για την πολιτική συγκρότηση της εποχής και γενικά για το πολίτευμα. Μπορούμε να καταλάβουμε ότι το έργο του βοήθησε στην ανάδειξη της δημοκρατίας διότι επικεντρώνεται στο δημοκρατικό πολίτευμα. Ακόμα το έργο του είναι σημαντικό γιατί μας δίνει στοιχεία για τη ζωή στην αρχαία Ελλάδα. Ο ίδιος ο Θουκυδίδης καταλαβαίνει θα λέγαμε τη σημαντικότητα του έργου του. Επιπρόσθετα ο ιστορικός μέσα στο κείμενό του προβάλει την πλεονεξία συχνά αλλά και το γεγονός ότι δεν εμπλέκει συχνά τα θεία μας κάνει να τον χαρακτηρίσουμε πιο ανεξάρτητο για τα δεδομένα της εποχής. Αξίζει να σημειωθεί, πιστεύω, ότι ο Θουκυδίδης κατέγραφε τα ιστορικά γεγονότα μόνο αφού πρώτα τα είχε αποδείξει. Τέλος θα ήθελα να αναφερθώ στη γλώσσα που χρησιμοποιεί ο ιστορικός διότι θα λέγαμε ότι φαίνεται δύσκολη στο πρωτότυπο κείμενο. Ακόμα και ο «ωμός» ρεαλισμός που χρησιμοποιεί είναι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του.
Κατερίνα Ακρίβου, Α1 Λυκείου Μουσικού Σχολείου Τρικάλων
Ονοματεπώνυμο: Καραδήμας Δημήτρης
Τάξη: Α1 Λυκείου Μουσικού Σχολείου Τρικάλων
Ημερομηνία: 22 Ιανουαρίου 2017
Η σημασία του έργου του Θουκυδίδη
Ο Θουκυδίδης (πιθ. 455-399 π.Χ.) γεννήθηκε στο δήμο Αλιμούντος (στο σημερινό Άλιμο της Αττικής) από πλούσια, αριστοκρατική οικογένεια. Η παιδική και νεανική του ηλικία συμπίπτει με τα λαμπρότερα χρόνια της αθηναϊκής δύναμης, με τον Περικλή να δεσπόζει στην πολιτική ζωή του κράτους, την Αθήνα να στολίζεται με έργα τέχνης που θα έμεναν αριστουργήματα αξεπέραστα στους αιώνες και την πνευματική ζωή στην κορύφωσή της με τα μεγάλα επιτεύγματα του αρχαίου δράματος, του σοφιστικού κινήματος, της ιατρικής επιστήμης, στοιχεία τα οποία συνεπάγονται τη διαχρονική σπουδαιότητα της προσωπικότητας και του έργου του.
Στο έργο του Θουκυδίδη αποτυπώνονται τα συγκλονιστικά γεγονότα του Πελοποννησιακού πολέμου (431-404 π.Χ.). Σκοπός της συγγραφής του ήταν να δώσει στους μελλοντικούς αναγνώστες του έργου του ένα «κτήμα ες αιεί», για να γνωρίζουν τι ακριβώς συνέβη στον Πελοποννησιακό πόλεμο και αξιοποιώντας αυτή τη γνώση να ενεργήσουν ανάλογα όταν θα ξανασυμβούν «όμοια ή παραπλήσια», εφόσον η ανθρώπινη φύση δεν αλλάζει, κατά τον ίδιο. Ο τρόπος με τον οποίο ο Θουκυδίδης συνθέτει την ιστορία του και η δομή και θέση των επεισοδίων είναι προσεκτικά και με επιμέλεια τοποθετημένα. Για να καταφέρει όμως να δημιουργήσει το έργο του, έπρεπε να αναπτύξει μια μέθοδο για να διαβεβαιωθεί ότι γράφει την αλήθεια για τα ιστορικά γεγονότα, γιατί ακόμη και οι παρόντες στα ίδια γεγονότα έδιναν διαφορετικές εκδοχές γι’ αυτά, ανάλογα με τις πολιτικές τους συμπάθειες ή με τη δύναμη της μνήμης τους. Χρησιμοποιεί λογικές μεθόδους και καταγράφει τις ιστορικές αλλαγές κρατώντας μόνο στοιχεία για όσα γεγονότα είχε προσωπική γνώση και αυτά για τα οποία είχε κάνει επίπονη έρευνα, ακούγοντάς τα από άλλους και συνδέει όλες τις πληροφορίες που σύλλεξε για να καταλήξει στα συμπεράσματα της έρευνάς του.
Ο Θουκυδίδης καταγράφει τα γεγονότα με ειλικρίνεια και αντικειμενικότητα, χωρίς δηλαδή να δείχνει μεροληψία για μία από τις δυνάμεις ή να κατακρίνει και να επαινεί τις αποφάσεις και τις πράξεις τους. Θεωρεί ότι η λογική αποτελεί τη μόνη αξία στην οποία μπορεί να στηριχτεί ο άνθρωπος και ότι οι θεοί δεν επεμβαίνουν στις ιστορικές εξελίξεις (όπως πίστευαν πολλοί σημαντικοί άνθρωποι, και ο Ηρόδοτος ανάμεσά τους) και η τύχη δεν είναι υπερφυσική δύναμη, αλλά εξελίξεις που δεν μπορεί να προβλέψει ο άνθρωπος. Γενικά αποφεύγει τις λεπτομέρειες που δεν αναφέρονται άμεσα στον πόλεμο και δεν εξηγούν τις συνέπειές του (μύθους, χρησμούς, ανέκδοτα, διαδόσεις και φήμες). Ο βαθύς στοχασμός του ιστορικού πάνω στα γεγονότα και στη συμπεριφορά των ανθρώπων φαίνεται στην τάση για γενίκευση, που αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα της σκέψης και της μεθόδου του. Ανάγεται από το συγκεκριμένο γεγονός στο γενικό και πανανθρώπινο και θεμελιώνει την κρίση των πολιτικών στις δημηγορίες και τις δικές τους προσωπικές παρατηρήσεις σε γενικές αρχές. Επιπλέον, η περιγραφή των γεγονότων μπορεί να χαρακτηριστεί ως εν μέρει παραστατική, καθώς ο τρόπος με τον οποίο ψυχογραφεί ο Θουκυδίδης ορισμένα πρόσωπα κάνει τον αναγνώστη να συσχετίζεται με τις καταστάσεις, και επομένως, τις αποφάσεις τους. Παρά, όμως, το γεγονός ότι ο Θουκυδίδης δεν μεροληπτεί, πιθανότατα θέλει τον αναγνώστη να εξερευνήσει τους λόγους πίσω από την κάθε πράξη που λαμβάνει χώρα κι όχι να παραμένει προκατειλημμένος και να εξιδανικεύει τη μια δύναμη έναντι της άλλης.
Η λαμπρότητα του έργου του Θουκυδίδη αντικατοπτρίζει τη λαμπρότητα της Αθήνας κατά το Χρυσό Αιώνα του Περικλή, στην οποία έζησε τα παιδικά και νεανικά του χρόνια. Οι πρωτοτυπίες στο έργο του άνοιξαν το δρόμο για έναν νέο τρόπο καταγραφής ιστορικών γεγονότων που έμελλαν να αλλάξουν την πορεία και τον τρόπο σκέψης των μελλοντικών ιστοριόφιλων και ιστοριογράφων. Η πολύχρονη και επίπονη έρευνά του για να συνθέσει ένα έργο, που για τα δεδομένα της εποχής του θα θεωρούνταν Ηράκλειος άθλος για να πραγματοποιηθεί, για να φτάσει στα χέρια μας ακάθεκτο 2000 χρόνια μετά, στο οποίο ήθελε όχι μόνο να γράψει την αλήθεια, αλλά επίσης να χρησιμοποιείται ως αναφορά για παρόμοιες μελλοντικές καταστάσεις, καθώς ο ίδιος πιστεύει ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται επειδή η ανθρώπινη φύση δεν αλλάζει, κάτι που είναι πλέον κοινή γνώση, για να ενεργήσουν οι άνθρωποι ανάλογα. Αυτό επιτυγχάνεται κυρίως με την στοχασμένη αντικειμενικότητα που προσδίδει στα γεγονότα, καθώς και με τον εντυπωσιακά επιμελή και προσεγμένο τρόπο που τα συνδέει μεταξύ τους, δίνοντας στον αναγνώστη ένα συναίσθημα παρουσίας στα συμβάντα.
Το έργο του Θουκυδίδη έχει αποτελέσει και αποτελεί πρότυπο έμπνευσης για πολλούς ανθρώπους, ακόμα και σήμερα. Δεν είναι υπερβολή να χαρακτηριστεί ως ένα αριστούργημα της εποχής του. Πάνω στις μεθόδους του Θουκυδίδη βασίστηκε και βασίζεται η σύγχρονη ιστοριογραφία. Όπως και πολλά άλλα αρχαία ελληνικά έργα, είναι ένας πολιτισμικός θησαυρός γνώσεων και αξιών, στα οποία πρέπει να βασιζόμαστε λόγω της διαχρονικής σημασίας τους.
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.