ailiadi's blog

"Ποίηση, ζωγραφική, ιστορία, πολιτισμός ως έννοιες αδιαπραγμάτευτες"

“Ιστορίες έρωτα και ενηλικίωσης”, μέσα από την ποίηση της Αμαλίας Κ. Ηλιάδη

Κάτω από: ΓενικάΑΜΑΛΙΑ ΗΛΙΑΔΗ στις 10:11 πμ στις 23 Ιουνίου, 2008

“Αρχή ανοιξιάτικης γνωριμίας”

Αγάπη του καλοκαιριού χωμάτινη

ήσουν η ίδια και την Άνοιξη’

εξαίσια, μέσα στα χρώματα του ήλιου

τότε που ηδονικά χαμογελούσες

μες απ’ τα σκούρα σου γυαλιά’

τα μάτια μας πονηρά που έπαιζαν

το αρχέγονο παιχνίδι του έρωτα…

Κι εγώ που έπλεα μες στης χαράς τη θάλασσα

σαν έντομο ευχαριστημένο απ΄τη ζωή του

απλωνόμουνα νωχελικά στην ψάθινη καρέκλα μου

σαν σε λουλούδι απάνω πλουμιστό…

Σαν πεταλούδα κουρνιασμένη

στην αγαπημένη της μαργαρίτα…

“Το τέλος”

Η τελευταία μέρα πλησιάζει

το τελευταίο άγγιγμά μας πεταρίζει

σαν νυχτοπεταλούδα ανάμεσα σε φυλλωσιές.

Το τελευταίο “αντίο” ξημερώνει

η ύστατη αυγή που θ’ αντικρύσουμε μαζί

είθε νά’ ναι χλωμή, να συγκινεί.

Αν και το τέλος διαγράφεται στο μέλλον,

αν και ο κύκλος μας αργεί να κλείσει,

ο χρόνος ήδη συντελείται.

Μπαίνει σαν κλέφτης απ’ τις χαραμάδες του μυαλού μας

και κυριεύει τις κινήσεις και τα λόγια μας.

Κι αισθάνομαι σαν όλα νά’ χουν γίνει.

Λες και το τέλος έχει ήδη έρθει.

Λες και το μέλλον είναι ήδη παρελθόν.

Λες κι έχω ζήσει, ήδη, όσα θα ζήσω.

Αυτό είναι η συντέλεια του κόσμου.

Ο “συντελεσμένος χρόνος” στη συνείδησή μου.

Σε μιαν ακίνητη στιγμή, αιώνια.

Σαν μια αρχαία κολόνα σε πίνακα του Giorgio de Cirico.

Σαν ένα παράξενο ρολόι σε πίνακα του Salvator Dali.

Ανέκαθεν τα έργα της μεταφυσικής ζωγραφικής

ασκούσαν γοητεία στην ψυχή μου,

ξεκούραζαν τα μάτια μου,

φτέρωναν τη ζωή μου

ακινητοποιώντας το χρόνο, παγώνοντας τις στιγμές.

Το τέλος έβλεπα σ’ αυτούς ζωγραφισμένο

και χαρούμενα θλιμμένο.

Τόσο που αγάπησα το “τέλος”.

Κι αρχίζω να προετοιμάζομαι για να το συναντήσω.

Κάθε φορά που κάποιος κύκλος κλείνει στη ζωή μου,

είν’ η γιορτή του τέλους που προσμένω.

amalia9

“Το αρχέτυπο του έρωτα”

Δεν τη φοβάμαι πια τη θύμηση εκείνη την πικρή

που πάγωνε τις μέρες μου, που κέρωνε το πρόσωπό μου

και μ’ έκανε σιγά-σιγά να νιώθω γριά.

Τώρα που αυτή η αύρα πνέει, με ζωντανεύει.

Αυτή η αύρα του έρωτα η ζωοδότρα,

εξόρισε όλες εκείνες τις πικρές τις θύμησες,

τους πήρε το κεντρί τους και, πια, δε με πονούν.

Οι μέρες μου κυλούν γεμάτες κίνηση κι ελπίδα.

Το πρόσωπό μου λάμπει από ευτυχία

και νιώθω τη νεότητα βαθιά μες στο κορμί, μες στην ψυχή μου.

Τώρα καταλαβαίνω πια, πολύ καλύτερα,

την ποίηση της Σαπφούς

και του Καβάφη τα ερωτικά.

Γιατί τούτη η γλυκιά η τρικυμία με ξεσηκώνει,

ανεβάζει τη ζωή μου πιο ψηλά.

Τώρα καταλαβαίνω πια πολύ καλύτερα

τ’ αρχέτυπα του Πλάτωνα,

τις θεωρίες του για τα ιδανικά και τα πρωτότυπα

που βασανίζουν την ψυχή μας

και σαν τα συναντήσουμε στη ζήση μας την ατελή,

γινόμαστε μικροί θεοί.

23/6/1997

 

“Απουσία”

Κάποτε, με κόπο ζω μακριά σου

Η απουσία σου πληγώνει τις στιγμές

κι ο χρόνος δήμιος σκληρός…

Δε μου μιλάς και χάνομαι στο έρεβος

Η νύχτα που άλλοτε με γλύκαινε,

τώρα πια με φοβίζει.

Ριγώ στο φάσμα της απουσίας σου.

Παγώνω μέσα μου το χρόνο

και προσποιούμαι τη χαρούμενη

Κι όμως…

Πάντα ριγώ κοιτώντας τα ρολόγια

κι αναμένοντας ν’ ακούσω τη φωνή σου.

Μα γιατί απόψε αργείς;

Γιατί απόψε η νύχτα βάφτηκε με κόκκινο;

Η απουσία σου με σκοτώνει.

Φοβάμαι τα φαντάσματα

που αχνοφαίνονται στις άκρες του μυαλού μου.

Φοβάμαι εκείνα τα στοιχειά

που ορμούνε να με πνίξουν.

Αν ήσουνα κοντά μου, θά ‘μουν δυνατή.

Φαντάσματα, στοιχειά, κουρέλια θα γινόντουσαν.

Μα η απουσία σου με ορίζει…

Τρίκαλα, 9 Ιουλίου 1997

amalia1

 

“Ο γλύπτης έρωτας”

Χωρίς τον έρωτα, χωρίς το θάνατο

πέτρα η καρδιά μου. Δεν πονούσε.

Τώρα πονά, κι αναστενάζει, κι ευφραίνεται

Τη σκάλισε ο έρωτας.

Η αόρατη σμίλη του την έκανε

τριαντάφυλλο άλικο, ανοιχτό.

Τώρα ρουφά τον ήλιο και χαμογελάει.

 

“Ερωτικό”

Στάσου για λίγο να οσμιστώ το δέρμα σου.

Στάσου για λίγο

στα γένια σου επάνω

να τρίψω το ροδαλό μου μάγουλο

και να σου ψιθυρίσω στο αυτί

λόγια αγάπης, τρυφερά και νυσταγμένα.

Στάσου για λίγο ν’ ακουμπήσω πάνω σου.

 

“Αμοιβαία ερωτική συνάντηση”

Σαν σε πρωτόδα να γελάς

αναγνώρισα πάνω σου

κάτι απ’ το ξεχασμένο πρόσωπό μου…

Ανακάλυψα στις κρυφές γωνίες σου

τα “άνθη του κακού” που ήθελα να κόψω…

Κι ήξερα μέσα μου,

ήδη από κείνη την πρώτη τη στιγμή,

πως δε μπορούμε ν’ αποφύγουμε τη μοίρα μας…

Ανέθεσα στο χρόνο να εκπληρώσει

όσα το ορμέμφυτό μου ήθελε να γίνουν…

Και δεν αγωνιούσα ουδαμώς

Μετά από καιρό σ’ είχα ξεχάσει, μάλιστα, εντελώς.

Όμως αυτά που γράφτηκαν στην πέτρα

εύκολα δεν ξεγράφονται.

Η Μοίρα που καραδοκούσε να μας δέσει

με τ’ αλλοπρόσαλλο σκοινί της,

μας κοίταξε κάποιο βραδάκι του Μαγιού, ερωτικά.

Μας έγνεψε καλωσυνάτα

και τρέξαμε κι οι δυο να της μιλήσουμε…

 

Πόση αγωνία, πόση έξαψη

δεν κλείστηκε σ’ εκείνη την πρώτη εβδομάδα μας

αγάπη μου μεγάλη…

Ένιωθα να γεμίζω από έρωτα μιας ζωής…

4/8/1997

 

“Ερωτική θύμηση”

Πως να μπορέσω να ξεχάσω τ’ όνομά του;

Επιγραφή αρχαία σ’ επιτύμβια στήλη το τονίζει.

Χάραγμα νέο σ’ ένα βράχο του Σουνίου.

Σύνθημα επαναστατικό, γραμμένο από παιδιά στους τοίχους.

Κι είναι κατάρα μα κι ευχή μαζί η μνήμη

Μες στο μυαλό θρονιάζεται, ριζώνει.

Πότε κουρνιάζει απαλά,…

όμοιο πουλί στη γονική φωλιά του.

Κι είν’ το μυαλό μου πέτρα και σφουγγάρι

Κι η μνήμη πάνω του γλιστρά ή σκαλώνει…

Υπάρχει η μνήμη.

Δεν αμφισβητείται.

Κι ανόητος αυτός που της κακιώνει.

 

 

 

 

 

 

 

 

 



Δεν υπάρχουν σχόλια »

Χωρίς σχόλια ακόμα.

RSS κανάλι για τα σχόλια του άρθρου.

Αφήστε μια απάντηση