Στο πλαίσιο του Πολιτιστικού Προγράμματος Σχολικών Δραστηριοτήτων: «Μύθοι, μύθοι, παραμύθι»
αφηγηθήκαμε και δραματοποιήσαμε το λαϊκό παραμύθι: “Η Σουσουράδα”!
Τα πρόσωπα της ιστορίας:
Η Γιαγιά η Βάβω
Ο Φούρναρης
Ο Μυλωνάς
Το παραμύθι:
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια σουσουράδα. Μια μέρα, καθώς έψαχνε για φαϊ, μπήκε μέσα στο σπιτάκι της γριούλας, την ώρα που η γριά ήταν έξω στην αυλή. Ανέβηκε στο τραπέζι κι άρχισε να τρώει το ψωμί της γριούλας.
Μα καθώς δεν είχε τελειώσει, μπήκε μέσα η γριούλα και θυμωμένη την άρπαξε από την ουρά. Τόσο άγρια, που η ουρά έμεινε στο χέρι της γριούλας.
Τότε η Σουσουράδα άρχισε να παρακαλάει:
-Αχ, καλή μου γριούλα, σε παρακαλώ δώσε μου πίσω την ουρά μου να πετάξω στα παιδιά μου.
– Θα σου δώσω την ουρά σου να πετάξεις στα παιδιά σου, μόνο αν μου φέρεις το ψωμί που μου έφαγες, είπε αυστηρά η γριούλα. Έτρεξε τότε η Σουσουράδα και βρήκε τον Φούρναρη.
– Σε παρακαλώ, καλέ μου Φούρναρη, του είπε, δώσε μου λίγο ψωμάκι να το πάω στη γριούλα να μου δώσει την ουρά μου να πετάξω στα παιδιά μου.
– Ευχαρίστως να σου έδινα ψωμάκι, αλλά βλέπεις δεν έχω αλεύρι. Πώς να ζυμώσω ψωμάκι;
Τρεχάτη τότε η Σουσουράδα πήγε στον Μυλωνά.
-Σε παρακαλώ, καλέ μου Μυλωνά, του είπε, δως μου λίγο αλεύρι να το πάω στον Φούρναρη να μου κάνει ένα ψωμάκι να το πάω στη γριούλα να μου δώσει την ουρά μου να πετάξω στα παιδιά μου.
-Ευχαρίστως, είπε ο Μυλωνάς, θα σου έδινα αλεύρι αν είχα σιτάρι να αλέσω.
Φεύγει πάλι η Σουσουράδα και πάει στον Γεωργό.
-Σε παρακαλώ, Γεωργέ μου, δώσε μου λίγο σιτάρι να το πάω στον Μυλωνά, να το κάνει αλεύρι να μου δώσει λίγο, να το πάω στον Φούρναρη να μου δώσει ένα ψωμάκι, να το πάω στη γριούλα, να μου δώσει την ουρά μου να πετάξω στα παιδιά μου.
– Δεν έχω σιτάρι, Σουσουράδα μου, γιατί δεν έβρεξαν τα σύννεφα, να φυτρώσει ο σπόρος που έσπειρα στο χωράφι μου, είπε λυπημένος ο Γεωργός.
Τρέχει κουρασμένη στα σύννεφα και με συγκίνηση τους λέει:
Συννεφάκια μου καλά
βρέξτε τώρα δα γοργά
το σιτάρι να φυτρώσει
και πολύ καρπό να δώσει
να το κάνουνε ψωμάκι
να μου δώσουν λιγουλάκι
να το δώσω στη γριούλα
να μου δώσει την ουρά μου
να πετάξω στα παιδιά μου.
Τα σύννεφα όμως με λύπη της είπαν:
-Ευχαρίστως να βρέξουμε, αλλά πρέπει να ‘χουμε την εντολή απ’ τον Θεό.
Αν και ήταν πολύ κουρασμένη, η Σουσουράδα έφτασε στον Θεό. Του είπε τι ζητούσε. Τη λυπήθηκε και με τη βροντερή φωνή Του διέταξε τα σύννεφα:
Ρίξτε σύννεφα βροχή
να χορτάσει όλη η γη
το σιτάρι να φυτρώσει
και πολύ καρπό να δώσει.
Αμέσως τα σύννεφα άρχισαν να βρέχουν όσο πιο δυνατά μπορούσαν.
Ήπιε η γη νεράκι, βγήκε ο ήλιος,
φύτρωσε το σιταράκι, μεγάλωσε και όταν μέστωσε το πήρε ο Γεωργός κι έδωσε λίγο στη Σουσουράδα.
Η Σουσουράδα το πήγε στον Μυλωνά.
Αυτός το έκανε αλεύρι και της έδωσε λίγο.
Η Σουσουράδα πήρε το αλεύρι στον Φούρναρη.
Και ο Φούρναρης της έδωσε ένα ψωμί.
Πήρε το ψωμί στη γριούλα
Η γριούλα της έδωσε την ουρά της.
Της έδωσε και λίγο νερό και ψωμί να πάρει στα παιδιά της!
Πρόσφατα σχόλια