Το αντίδοτο στην πληροφορύπανση

Μέχρι σήμερα, το διαδίκτυο έχει αποδειχθεί σχετικά ασφαλές, ευέλικτο και σταθερό, αλλά τα δίκτυα και οι υπολογιστές των χρηστών παραμένουν ευάλωτα σε ένα ευρύ φάσμα εξελισσόμενων απειλών: τα τελευταία χρόνια, η ανεπίκλητη ηλε-αλληλογραφία έχει οδηγήσει σε συμφόρηση την κυκλοφορία των ηλε-μηνυμάτων στο διαδίκτυο – διάφορες εκτιμήσεις κυμαίνονται μεταξύ 80% και 98% των κυκλοφορούντων e-mails [ENISA, (2009)] και προκαλούν την εξάπλωση ευρέος φάσματος ιών και κακόβουλου λογισμικού. Αυξάνεται, έτσι, η μάστιγα της αντιποίησης ταυτότητας και της ηλεκτρονικής απάτης. Οι επιθέσεις γίνονται με όλο και πιο πολύπλοκους τρόπους (trojan, botnet, κ.ά.).

Όλες μαζί αυτές οι προκλήσεις αφήνουν τα παιδιά εκτεθειμένα σε μη ασφαλείς ψηφιακούς ρύπους, όπως το άσεμνο και βίαιο περιεχόμενο, τον κυβερνοεκφοβισμό, και τον εθισμό στο Διαδίκτυο. Ορίζουμε αυτούς τους ψηφιακούς ρύπους ως «πληροφορύπανση» (από το αγγλικό «infollution» = information + pollution).

Η λέξη «πληροφορύπανση» είναι μια νέα λέξη που συνδυάζει τις λέξεις «πληροφορίες» και «ρύπανση» για να σημάνει τα αρνητικά, τις ρυπογόνες παρενέργειες της πληροφορικής επανάστασης [Orman, (1984)]. Όπως και η ρύπανση στο φυσικό μας κόσμο, έτσι και η πληροφορύπανση στον ψηφιακό κόσμο μας είναι ένα ακούσιο υποπροϊόν της υπερβολικής και ανεξέλεγκτης χρήσης των πηγών. Επιπλέον, μπορεί να είναι ιογενής, εξαπλώνεται αμέσως και ανεξέλεγκτα. Ο λόγος είναι ότι είμαστε πλέον εκπληκτικά συνδεδεμένοι στον ψηφιακό κόσμο. Η πληροφορύπανση επηρεάζει τα μυαλά και τις σκέψεις των παιδιών πολύ πιο έντονα.

Ο όρος “Πληροφορύπανση”

Η εν λόγω ρύπανση είναι ένα μεγάλο πρόβλημα και αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς. Η πλειοψηφία των σύγχρονων περιγραφών της ρύπανσης από πληροφορίες ισχύουν για τον υπολογιστή με βάση τις μεθόδους επικοινωνίας, όπως e-mail, instant messaging (IM) και RSS feeds. Ο όρος απέκτησε ιδιαίτερη σημασία το 2003, όταν ο Jakob Nielsen, ο κορυφαίος ειδικός ευχρηστίας δικτυακών τόπων, δημοσίευσε μια σειρά από άρθρα που πραγματεύονται το θέμα [Cai et al, (1996)]. Οι άνθρωποι χρησιμοποιούν πληροφορίες, ώστε να λαμβάνουν αποφάσεις και να προσαρμόζονται με τις περιστάσεις. Ωστόσο, γνωστικές μελέτες έχουν δείξει ότι υπάρχει ένα οριακό σημείο πληροφοριών που οι άνθρωποι μπορούν να επεξεργαστούν, πριν η ποιότητα της λήψης αποφάσεων αρχίζει να επιδεινώνεται [Bray, (2008)]. Η περίσσεια των πληροφοριών είναι κοινώς γνωστή ως υπερφόρτωση πληροφοριών και μπορεί να οδηγήσει σε αδυναμία λήψης αποφάσεων, όταν το άτομο δεν είναι σε θέση να κρίνει, δεδομένου ότι δεν μπορεί να κατανοήσει αυτό που έχει σημασία πια [Orman, (1984)], [Bray, (2008)]. Αν και η τεχνολογία έχει επιδεινώσει το πρόβλημα σαφώς, δεν είναι η μόνη αιτία της πληροφορύπανσης. Οτιδήποτε αποσπά την προσοχή μας από τις βασικές πληροφορίες που απαιτούνται για να διεκπεραιωθεί μια εργασία ή να παρθεί μια απόφαση, θα μπορούσε να θεωρηθεί πληροφοριακός ρύπος.

Η πληροφορύπανση θεωρείται ως το ισοδύναμο της περιβαλλοντικής ρύπανσης που παράγεται από βιομηχανικές διεργασίες. Μερικοί συγγραφείς ισχυρίζονται ότι είμαστε αντιμέτωποι με μια κρίση υπερφόρτωσης πληροφοριών παγκοσμίων διαστάσεων, στην ίδια κλίμακα των απειλών που αντιμετωπίζουμε σε σχέση με το περιβάλλον. Άλλοι έχουν εκφράσει την ανάγκη για την ανάπτυξη μίας οικολογίας πληροφοριών ώστε να αντικατοπτρίζει τις πρακτικές περιβαλλοντικής διαχείρισης [Bray, (2008)].

Οι εκδηλώσεις της ρύπανσης από πληροφορίες

Μολονότι η πληροφορύπανση μπορεί να παρουσιαστεί σε πολλές μορφές, εκφάνσεις της μπορούν γενικά να ομαδοποιηθούν σε εκείνες που προκαλούν αναστάτωση και εκείνες που επηρεάζουν την ποιότητα των πληροφοριών.

Τυπικά παραδείγματα ρύπων από πληροφορίες περιλαμβάνουν ανεπιθύμητα ηλεκτρονικά μηνύματα (spam) και τα στιγμιαία μηνύματα, ιδιαίτερα όταν χρησιμοποιούνται στο χώρο εργασίας [Nielsen,(2003)]. Τα κινητά τηλέφωνα (οι ήχοι κλήσης και επίσης η πραγματική συζήτηση) μπορεί να είναι πολύ ενοχλητικά σε ορισμένα περιβάλλοντα. Η πληροφορύπανση δεν έχει να κάνει πάντα με βάση την τεχνολογία. Οι δρόμοι μπορεί να υπερφορτωθούν πληροφοριακά με διαφορετικούς τύπους διαφήμισης, πληροφοριών, δεδομένων κ.ά. με συνέπεια τη διάσπαση της προσοχής, η οποία μπορεί να προκαλέσει ατυχήματα, συμπεριλαμβανομένων των σοβαρών περιστατικών με αυτοκίνητο.

Εναλλακτικά, η παροχή πληροφοριών μπορεί να “ρυπανθεί”, όταν η ποιότητα τους μειώνεται. Αυτό μπορεί να οφείλεται στην ίδια την πληροφορία που μπορεί να είναι ανακριβής ή ανεπίκαιρη, αλλά αυτό συμβαίνει, επίσης, και όταν η πληροφορία παρουσιάζεται με άσχημο τρόπο. Για παράδειγμα, όταν τα μηνύματα είναι αόριστα ή ασαφή ή όταν εμφανίζονται σε γεμάτα, φλύαρα ή κακώς οργανωμένα έγγραφα που καθιστούν δύσκολο για τον αναγνώστη να κατανοήσει τη σημασία τους [Managing Information, (2008)]. Αυτό το είδος της πληροφορύπανσης μπορεί να αντιμετωπιστεί στο πλαίσιο της ποιότητας των πληροφοριών. Ένα άλλο παράδειγμα είναι στο διοικητικό μέρος της πολιτείας, όπως οι νόμοι και οι εγκύκλιοι σε πολλούς οργανισμούς (π.χ. Υπουργεία), υπηρεσιακά έγγραφα τα οποία αλλάζουν ραγδαία υπό την έννοια των τροποποιήσεων, αναθεωρήσεων κ.ο.κ.

Οι αιτίες και οι πηγές

Μια σειρά από πολιτισμικούς παράγοντες έχουν συμβάλει στην αύξηση της πληροφορύπανσης. Οι πληροφορίες θεωρούνται παραδοσιακά ως ένα καλό αγαθό. Έχουμε συνηθίσει σε δηλώσεις όπως «δεν μπορείτε να έχετε πάρα πολλές πληροφορίες», «όσο περισσότερες πληροφορίες τόσο το καλύτερο» και η «πληροφορία είναι δύναμη». Ωστόσο, η ροή των πληροφοριών έχει, επίσης, ως αποτέλεσμα την αύξηση του όγκου τους και είναι πιο δύσκολο να διαχωριστεί το άχρηστο από το πολύτιμο υλικό.

Ο ρόλος των ΤΠΕ: Όπως έχει ήδη αναφερθεί, η πληροφορύπανση μπορεί να υπάρξει χωρίς την τεχνολογία, αλλά οι τεχνολογικές εξελίξεις του 20ου αιώνα, και ιδίως το Διαδίκτυο, έχουν διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην αύξηση της ρύπανσης. Ιστολόγια, κοινωνικά δίκτυα, προσωπικές ιστοσελίδες και κινητή τηλεφωνία, όλα συμβάλλουν στο να αυξηθούν τα επίπεδα “θορύβου”. Ορισμένες τεχνολογίες θεωρούνται ιδιαίτερα ενοχλητικές (ή ρυπογόνες), για παράδειγμα, η ανταλλαγή άμεσων μηνυμάτων [Nielsen,(2003)]. Μερικές φορές, το επίπεδο της ρύπανσης που προκαλείται εξαρτάται από το περιβάλλον στο οποίο το εργαλείο χρησιμοποιείται. Για παράδειγμα το e-mail είναι πιθανό να προκαλέσει περισσότερη πληροφορύπανση όταν χρησιμοποιείται σε ένα εταιρικό από ό,τι σε ένα ιδιωτικό περιβάλλον [Managing Information (2008)]. Τα κινητά τηλέφωνα είναι πιθανό να είναι ιδιαίτερα ενοχλητικά όταν χρησιμοποιούνται σε κλειστό ή περιορισμένο χώρο.

Το πλήρες άρθρο καθώς και η συνοδευτική παρουσίαση θα αναρτηθούν πολύ σύντομα στη νέα μορφή του κόμβου Ασφάλεια στο Διαδίκτυο.

Σχετικά με eSafety

Για κάθε γονιό έρχεται κάποτε η στιγμή που συνειδητοποιεί ότι η σχέση του παιδιού του με το Διαδίκτυο ξεπερνάει κατά πολύ όσα ο ίδιος έχει -ή δεν έχει- συζητήσει μαζί του. Λίγο αργότερα, όσο μεγαλώνει, φτάνει και η στιγμή που ίσως να στερείται απαντήσεων στις απορίες του. Για τους εκπαιδευτικούς τα πράγματα είναι ακόμη πιο σύνθετα, καθώς όσοι/ες έχουν σχέση με την τεχνολογία χρησιμοποιώντας ψηφιακά εργαλεία, καλούνται όλο και πιο συχνά να γεφυρώσουν το χάσμα της ενημέρωσης που αφήνει η πιθανή άγνοια της οικογένειας και του μεγαλύτερου μέρους της σχολικής κοινότητας. Το Πανελλήνιο Σχολικό Δίκτυο, μέσω του επίσημου κόμβου internet-safety.sch.gr, στοχεύει στην ενημέρωση μαθητών, εκπαιδευτικών και γονιών σε θέματα ασφαλούς πλοήγησης στο Διαδίκτυο. Μέσα από το site παρέχει εργαλεία και υλικό τα οποία βοηθούν στην καλλιέργεια μιας πιο ώριμης κουλτούρας αντιμετώπισης πιθανών κινδύνων στο Διαδίκτυο.


Περισσότερες πληροφορίες
Κατηγορίες: Γενικά. Ετικέτες: , , , . Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.

Ένα σχόλιο στο Το αντίδοτο στην πληροφορύπανση

  1. Ο/Η Χ. Μοτσενίγος λέει:

    Το περιμένουμε με ανυπομονησία.

Αφήστε μια απάντηση