Κατηφορίζοντας το μονοπάτι, ελάχιστα μετά τη διασταύρωση προς το λιβάδι του Χούτου μία καλοστημένη ενέδρα ενήλικης οχιάς. Τη ρίξαμε ένα κλαδάκι, δεν παραμέρισε. Διχογνωμήσαμε για την τύχη της. Την απώθησα με ευγενή βιαιότητα και συνεχίσαμε ως τη βάση της διαδρομής, για την ακρίβεια λίγο προς τα δεξιά.
Μέσα σε δυνατό ήλιο η ετοιμασία. Επικεφαλής ο γράφων. Πρώτη ασφάλεια με σετάκι και ιμάντα σε σκουριασμένο καρφί, άλλα δύο σετάκια μετά σε πλακέτες, αλλά διστακτικός ζήτησα να κατεβώ.
Ανέλαβε τολμηρός όπως πάντα ο Ηλίας φτάνοντας ταχύτατα στο πρώτο ρελέ. Έφθασα κι εγώ προσέχοντας πολύ σε σχισμή που θεώρησα σαθρή. Αλλάξαμε το σχοινί και συνέχισε πάλι ο Ηλίας ως το δεύτερο ρελέ περνώντας σχετικά δύσκολα ένα, καλά ασφαλισμένο όμως εκτεθειμένο, δίεδρο. Τον ακολούθησα.
Στο πατάρι περπατήσαμε δεξιά προσπαθώντας μάταια να βρούμε τη συνέχεια της διαδρομής. Ένα δίεδρο φαίνονταν φιλικό, στήσαμε ρελέ σε ένα δέντρο με ιμάντες και με ελαφρά συστολή ξεκίνησα επικεφαλής ελπίζοντας να συναντήσω κάποια ένδειξη πρότερης χρήσης της, αν όχι να κατεβώ.
Το μοναδικό φρεντ μπήκε νωρίς κι έπειτα ένας ιμάντας σε δέντρο. Στη συνέχεια δύο καρυδάκια έφυγαν από τη θέση τους καθώς ανασηκώθηκα -δεν είχα περισσούς ιμάντες για προέκταση- αλλά προτίμησα το ραν άουτ προς τα πάνω, αφού τα πιασίματα ήταν πολλά και καλά. Νέος ιμάντας για ασφάλιση σε θάμνο.
Ήταν φανερό πως είχα χαθεί. Δεν άκουγα πια τον Ηλία, απομακρυνόμουν συνεχώς, το σχοινί των 70 μέτρων τελείωνε. Βλέποντας αριστερά επάνω ένα βατό δίεδρο για μελλοντική προώθηση έστησα αναγκαστικά ρελέ σε ένα δέντρο κι άρχισα να μαζεύω το σχοινί προσέχοντας να μην ποτιστεί με τον ιδρώτα που έτρεχε ασταμάτητα.
Τέσσερις φορές εγκλωβίστηκε σε μία βραχώδη σχισμή. Κατέβαινα, το ελευθέρωνα και γυρνούσα πίσω στο ρελέ, κούραση μέχρι να τοποθετήσω στο δύσκολο σημείο ένα αποτρεπτικό κλαδί κι ένα καρυδάκι στο διπλανό βράχο για να ανασηκώνεται το σχοινί.
Ασφαλιστήκαμε στο αναφερόμενο ρελέ και συνέχισε ο Ηλίας προς τα πάνω κι έφθασε με ευκολία στο 5ο αντίστοιχο της Κλασικής. Ακολούθησα. Έπειτα από 4 περίπου ώρες στο βράχο είχαμε τελειώσει επιτυχώς, όμως με ένα καρυδάκι ν. 12 λιγότερο! Που έμεινε;
Εξ αυτού του γεγονότος η αναπάντεχη διαδρομή από το 2ο ρελέ της Μποτίνη –Γουναρίδη ως το 4ο ρελέ της Κλασικής ονομάστηκε αυτόκλητα από μας «Το χαμένο καρυδάκι».
Αξιολογώντας με νέο καφέ στο Λιτόχωρο τα πεπραχθέντα αποφασίσαμε όχι μόνο να εξοπλιστούμε καλύτερα, αλλά να μην απομακρύνεται ο ένας από τον άλλο χωρίς οπτική ή, ορθότερα, ακουστική επαφή.