Η νότια πύλη του ναού της Κοίμησης στο χωριό Σλήμνιτσα (Τρίλοφο) Καστοριάς, Ιούλης 2002. Ο ναός καταστράφηκε με βόμβες ή πυροβόλα από τον Εθνικό Στρατό κατά την περίοδο του κυρίως Εμφυλίου Πολέμου και ως σήμερα δεν έχει ακόμη ανοικοδομηθεί
Η ΝΔ όψη της μονής Τουρνικίου Βεντζίων τον Οκτώβρη του 2003, ενώ μπροστά δεξιά διακρίνεται ένα από τα πολλά αγκάθια της περιοχής, στην ύπαρξη των οποίων οφείλεται ίσως το έτυμο των δύο παραπλήσιων χωριών. Λέγεται ότι πρόκειται να μετακινηθεί ολόκληρη υψηλότερα, όταν κατασκευαστεί το υδροηλεκτρικό φράγμα της Λαριούς
Στα τελευταία τεύχη του περιοδικού Ελιμειακά δημοσιεύτηκαν άρθρα σχετικά με την τοπωνυμία οικισμών της Δυτικής Μακεδονίας –έμμεσα έχουν ασχοληθεί περισσότεροι, ειδικότερα όσοι αναδίφησαν στον κώδικα της Ζάμπουρντας. Στα έργα αυτά ορισμένα παλαιά ονόματα χωριών δεν ταυτίστηκαν με τα σημερινά (σε μία περίπτωση το 20%), έτερα παραθλάστηκαν, μερικά δεν σημειώθηκαν και επιπλέον υπάρχει αβεβαιότητα για ελάχιστα άλλα. Οπότε η συμπλήρωση ή η διόρθωση διάφορων ημαρτημένων κι ελλειπόντων λογίζεται ως απαραίτητη συνεισφορά.
Μέθοδος κι εξηγήσεις
Στο πόνημα που ακολουθεί οι οικισμοί και τα χωριά αναγράφονται σε δύο ενότητες: η πρώτη περιλαμβάνει τους σημερινούς νομούς Κοζάνης –Γρεβενών, ενώ η δεύτερη τους αντίστοιχους της Φλώρινας –Καστοριάς. Ο Γερμανός γλωσσολόγος Max Vasmer άντλησε τα προς ερμηνείαν ονόματα κυρίως από (ελληνική) κρατική έκδοση του 1923 (Καρανάσιος 2003:36), στην οποία περιλαμβάνονταν και μερικά χωριά του υψιπέδου Μπίγλιστας -Κορυτσάς, που ενώ προβλέπονταν ότι θα ενσωματωθούν μονίμως στη «Γενικήν Διοίκησιν Φλωρίνης –Καστοριάς» (ΓΕΣ 1997:432), σήμερα ανήκουν στην Αλβανία. «Δεν αντιστοιχούσαν [πλέον] σε κατοικημένα μέρη» (Καρανάσιος 2003:36) έγραψε ο μεταφραστής του Vasmer, για ορισμένα χωριά και δεν τα εταύτισε, επειδή δεν πρόσεξε τις ιστορικές περιπέτειες της περιοχής (www.1upinfo.com/encyclopedia/K/Korce/html) γι αυτό και δεν ερεύνησε εκτός των σημερινών ελληνικών συνόρων.
Για τη γραφή του παρόντος επιστρατεύτηκαν καταγραμμένες ή μη επισκέψεις στην εντός των ελληνικών συνόρων περιοχή. Ανοίχτηκαν παράλληλα αξιόλογοι παλαιοί και νέοι χάρτες της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού (μερικοί βρέθηκαν απρόσμενα στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης), και διάφοροι άλλοι του εμπορίου -οι τελευταίοι βασίζονται στους πρώτους, όχι όμως πάντα επιτυχώς. Έργα κατοίκων της περιοχής, όπως κι ερευνητών που είτε επισκέφτηκαν είτε όχι τα μέρη, ελήφθησαν υπ΄ όψιν, για να αναδειχθεί η χρεία της τοπικής διάστασης. Μια περιδιάβαση σε σερβική ιστοσελίδα, όπου χωριά της αλβανικής Πρέσπας θεωρούνται σλαβόφωνα, και επισκέψεις σε αμερικανικές αντίστοιχες, σχετικές με την παγκόσμια γεωγραφία, προσέθεσαν επιπλέον ονομασίες. Τέλος χρησιμοποιήθηκαν και διάφορες, εκτός των χαρτών που ήδη αναφέρθηκαν, αρχειακές πηγές.
Όσοι (έμμεσα) συνέβαλαν στην οικοδόμηση του παρόντος πονήματος δωρίζοντας ή δανείζοντας δικά τους ή ξένα έργα στο γράφοντα, δηλώνονται στη βιβλιογραφία, όπως επίσης μνημονεύονται και οι Βιβλιοθήκες στις οποίες ευρέθησαν διάφορες πηγές, πρώτον για να ελέγχονται με άνεση τα γραφόμενα και δεύτερον σαν μία μικρή ευχαριστία μπροστά στη μεγάλη συμβολή των αρωγών.
Για ορισμένα χωριά δόθηκαν επιπλέον πληροφορίες, σχετικές με την ιστορία τους, ώστε από το ένα μέρος να εντυπώνονται καλύτερα στη μνήμη κι από το άλλο να είναι περισσότερο ξεκούραστη η ανάγνωσή τους. Έντονα εγράφησαν τα τοπωνύμια όπως σημειώνονται στον Vasmer ή άλλες πηγές, ωστόσο διαφορετική είναι τις περισσότερες φορές η αναγραφή, όπως και η εκφώνησή τους από τους κατοίκους –η ονομασία του τόπου που δίνουν οι κάτοικοι θεωρείται πάντοτε η ορθότερη.
Η ετυμολογία των τοπωνυμίων δεν είναι άμεσο αντικείμενο της Ιστορίας, οπότε δεν θα επιχειρηθεί εδώ από τον γράφοντα. Επιδιώκεται μόνο να παρουσιαστούν οι διάφοροι καταγραφείς και να περιγραφούν οι ονοματικές αλλαγές των οικισμών. Κατ΄ εξαίρεσιν έκταση δίνεται σε δύο μόνο περιπτώσεις, στα χωριά Τουρνίκι και Κάλιανη, για να δειχθεί ότι η Γλωσσολογία καλεί αρκετές φορές τη χρεία θεραπαινίδων επιστημών όπως την (τοπική συνήθως) ιστορία και γεωγραφία.
Κάλιανη και Τουρνίκι
«Να μη σου κάνει η μοίρα σου/ και πας ζ΄ Ντούμπα τα σπίτια/ βάλτωσες και λέρωσες/ μέχρι ψηλά στα στήθια» σατίριζε σε ποίημά του γραμμένο πριν από 23 μόλις χρόνια λαϊκός βάρδος της Κάλιανης, της σημερινής Αιανής (Μπούλης 1989:18), το τέναγος (σλαβ. καλ =λάσπη), που λίμναζε ανάμεσα από την αναφερόμενη συνοικία και του μαχαλά «Χάρλου» όπου αυτός διέμενε. Πράγματι στη σημερινή πλατεία του χωριού περίσσευαν ως τα μέσα του περασμένου αιώνα τα νερά, πηγαία και στάσιμα, που έχουν αποξηρανθεί σήμερα σχεδόν τελειωτικά. Μεγαλύτερος βάλτος υπήρχε προπολεμικά στον ερειπωμένο σήμερα οικισμό Κάλιανη (Άλωρος) Ημαθίας, το δε χωριό Καλιάνι Κορινθίας βρίσκεται δίπλα στη λίμνη Στυμφαλία. Μικρότερο έλος υπάρχει σήμερα νοτίως των πεδινών οικισμών Άνω και Κάτω Καληνίκη Φλώρινας (παλαιότερα Γκόρνο και Ντόλνο Κάλενικ). Στο χωριό Καλιάνι της Πελοποννήσου, και στους Καλλιανούς Ευβοίας (http://homepages.pathfinder.gr/kalliani/KALLIANI), είναι πολύ πιθανόν ότι υπήρχε παλαιότερα μικρό έλος ή μεγάλος βάλτος, εξ αιτίας του οποίου δόθηκε το τοπωνύμιο Kaljane, που διασώθηκε ελαφρώς παραλλαγμένοι ως σήμερα. Παρόμοια με την Κάλιανη τοπωνύμια υπάρχουν σήμερα στα περίγυρα Βαλκάνια (Gizimap <2002), ενώ στον κατάλογο του ΟΤΕ συναντώνται σήμερα σε όλη την Ελλάδα 165 συνδρομητές με το επώνυμο Καλλιανιώτης (και Καλιανιώτης), πρόγονοι των οποίων είχαν εγκαταλείψει τα «ομώνυμα» χωριά τους αναζητώντας αλλού μία διάφορη τύχη.
Στον ίδιο τηλεφωνικό κατάλογο συναντώνται 36 συνδρομητές με το επώνυμο Τουρνικιώτης, στοιχείο που μαρτυρεί ότι οι οικογένειες αυτές προέρχονται από χωριά με σχετικό του επιθέτου των όνομα. Τέσσερις τέτοιοι οικισμοί είναι γνωστοί σήμερα:
α) το ερειπωμένο σήμερα Παλιουτούρκου Γρεβενών, που παραδίδεται πρώτη φορά ως Τορνίκι μικρό (κώδικας στη Χατζηιωάννου 2000:201) κι αργότερα ως Παλιότουρκου (Αραβαντινός 1856:345), Παλιοτούρνικο (www.grevena.gr/George/Panagia.htm) και Παλιοτούρκου (Παπαδημητρίου 2002:168,254) –ο τελευταίος εκ παραδρομής αναφέρει ότι στον κώδικα αυτό εγγράφεται κι ως «Παλαιοτουρκοχώρι». Οι κάτοικοι πάντως το προφέρουν σήμερα Παλιουτούρκου
β) το Τουρνίκ(ι) (σήμερα Παναγιά), χωριό 4 χμ. δυτικά του προηγούμενου, που εγγράφονταν παλαιότερα ως Τορνίκι Τρανό (κώδικας στη Χατζηιωάννου 2000:201), Τορονίκη (Αραβαντινός 1856:345) και Τορνίκι
γ) το Τουρνίκι (ή Τορνίκιον) Αργολίδας και
δ) τα (υπαρκτά;) Τορνικάτα Κεφαλλονιάς. Υπάρχουν ακόμη εντός της σημερινής Ελλάδας ο Τύρναβος, ο Τούρναβος, η Τύρνα κλπ, ενώ στο βαλκανικό περίγυρο τα παραπλήσια Trn, Trnie, Trnje, Turni, Trna, Turniky, Trnjani, Trnovo, Turnova κλπ (www.calle.com) που ερμηνεύονται προφανώς ως αγκαθότοπος από το σλαβικό ουσιαστικό trn που μεταφράζεται ως αγκάθι.
Εγράφη (και) πρόσφατα η άποψη, προς αντίκρουσιν του αναφερόμενου σλαβικού ετύμου, ότι το χωριό Τουρνίκι Βεντζίων ετυμολογείται από την «εγκατάσταση» της «αρμενικής» οικογένειας Τορνικίων στην περιοχή τον 10ο αιώνα (Καρανάσιος 2003:36). Επειδή όμως μια οικογένεια αστών, όπως οι Τορνίκιοι (The Oxford Dictionary 1991:3/2096), φαίνεται απίθανο να είχε προτιμήσει προς διαμονή μια τόσο άσημη περιοχή της μετέπειτα «Ρούμελης», θα ερευνηθεί εξαντλητικά η αξιοπιστία της πληροφορίας αυτής, για να αποδειχθεί το άτοπόν της. Αναφέρονται λοιπόν στον Καρανάσιο τρεις πηγές: ο (μη επαγγελματίας) ερευνητής Απόστολος Παπαδημητρίου, ο καθηγητής Διονύσιος Ζακυθηνός κι ο γλωσσολόγος Δημήτριος Γεωργακάς. Η προφορική «παρατήρηση» του πρώτου στον Καρανάσιο ότι το Τουρνίκι Γρεβενών σχετίζεται με τους Τορνίκιους δεν είναι δυνατόν να ελεγχθεί, αφού δεν έχει γραφεί. Ο Παπαδημητρίου επίσης σε πρόσφατο καλογραμμένο έργο του (2002:106-8,168,254) αναφέρει ότι οι Τορνίκιοι διέθεταν κτήματα στα Βέντζια με κέντρο τον οικισμό «Παλιοτού(ρνι)κο», τον οποίο θεωρεί διαφορετικό από το «Μικρό Τορνίκι» -για τις αναφερόμενες αποκτήσεις και κτήσεις των Τορνικίων δεν παραθέτει καμιά πηγή.
Ο Ζακυθηνός (1944:490), που προφανώς αγνοεί την ύπαρξη του Τουρνικιού της Αργολίδας και του Παλιουτούρκου των Βεντζίων, ετυμολογεί το Τουρνίκι (Παναγιά) των Γρεβενών από το όνομα της γνωστής βυζαντινής οικογένειας παραπέμποντας στον Georgakas (1941:377). Ο τελευταίος επιχειρώντας να ερμηνεύσει το έτυμο του Τουρνικίου (των Γρεβενών ίσως) παραπέμπει με τη σειρά του σε τρεις πηγές: στον αυτοδίδακτο ιστοριοδίφη Κωνσταντίνο Σάθα, στον Γερμανό ερευνητή G. Stadtmüller και στον Ζακυθηνό. Ο Sathas (1883:4/XLVI), που έχει υποστεί αξιοσημείωτες κριτικές για λανθασμένα σχόλια κι ερμηνείες (Π. 1992:53/28), αναφερόμενος στο «Τουρνίκη» της Αργολίδας, αγνοούσε φαίνεται ότι υπάρχουν κι άλλα Τουρνίκια, γράφει απλώς ότι το ελληνικό όνομα του χωριού οφείλεται σε «Έλληνες και Αλβανούς φεουδάρχες» (feudataires grecs et albanais στο πρωτότυπο, μετάφραση Στράτου Δορδανά). Ο Stadtmüller (1934:356), σημειώνει μόνο ότι το «Τουρνίκι(ον)» (ποιο από όλα δεν καθορίζει) ετυμολογείται από τους Τορνίκιους χωρίς άλλη εξήγηση. Ο Ζακυθηνός (1929:48) τέλος «εικάζει» ότι η τοποθεσία της Κεφαλονιάς «Αρνικάτα» ή «Ρνικάτα», όπου υπήρχε ερειπωμένη εκκλησία, σχετίζεται με τους Τορνίκιους συμπληρώνοντας όμως ότι παρόλο που το επώνυμο αυτό δεν συναντιόνταν τότε στο νησί, δεν ήταν «δύσκολο να υπήρξε».
Αναμένονταν φυσιολογικά ότι οι αποδείξεις για την ονοματοδοσία του Τουρνικίου θα είχαν ως βάση σχετικά έγγραφα του 10ου αιώνα, αλλά αντί γι αυτό προβάλλονται εικασίες και απλοϊκές ρομαντικές παραθέσεις. Τέτοιες αναπόδεικτες αναγραφές σύμφωνα με τις οποίες βυζαντινοί μεγαλοαστοί (διπλωμάτες, πολιτικοί και στρατιωτικοί) είχαν «εγκατασταθεί» τον 10ο αιώνα στα άσημα Βέντζια (και ειδικότερα στην ημιορεινή απομόνωση του Παλιουτούρκου), ιδρύοντας ολιγομελείς γεωργοκτηνοτροφικούς οικισμούς δεν είναι δυνατόν να εκληφθούν ως παραδεκτές από την επιστήμη της Ιστορίας. Ερμηνεύονται ως εργώδεις προσπάθειες ερευνητών κι επιστημόνων της προπολεμικής περιόδου και της Κατοχής κυρίως να αποδείξουν την αμόλυντη συνέχεια της ελληνικής φυλής από τα αρχαία χρόνια ως σήμερα, έστω και μέσω του πολυσυλλεκτικού Βυζαντίου -ο πρόγονος των Τορνικίων δεν ήταν ελληνικής καταγωγής (The Oxford Dictionary 1991:3/2096). Δεν είναι παράδοξο βέβαια που στον 21ο αιώνα ερευνητές κι επιστήμονες διαδίδουν και θέλγονται από τον αμάρτυρο αυτό ρομαντισμό: ενάντιοι των Ελλήνων, κατά την κοσμοθεωρία των πρώτων, τότε ήταν οι Βούλγαροι, σήμερα οι Αμερικανοί.
Αν όμως το έτυμο της Κάλιανης και του Τουρνικίου είναι σλαβικό, όπως και ορισμένες λέξεις που συνηθίζονται στους κύκλους των ηλικιωμένων ή ορισμένα μικρά τοπωνύμια, αρκετοί γενάρχες των σημερινών κατοίκων των δύο χωριών και του γειτονικού τους περίγυρου είχαν προσέλθει από την αλλόφωνη ή ελληνόφωνη Ήπειρο (Κολιόπουλος 2003:102-3, 2003α, Παπαδημητρίου 2002:271) -κι από άλλα βέβαια μέρη της Ελλάδας-, γεγονός που στηρίζεται σε αξιόπιστες οικογενειακές παραδόσεις ή στην Ετυμολογία των ονομάτων –άλλωστε με την Ήπειρο υπάρχει μεγάλη γλωσσική, μουσική και γενικά πολιτισμική συγγένεια.
ΚΟΖΑΝΗ -ΓΡΕΒΕΝΑ
Αύρα: παραλίμνιο σημερινό χωριό του Τσιαρτσιαμπά, Δ των Ιμέρων, παλαιότερα Κομουσλάρ. Εγράφη λανθασμένα ως Κουμπισλάρι (ΓΥΣ 1926), κι επίσης ως Πρασινάδα σε τοπικό (Σκερκέμης >1951) αλλά και σε εκτενέστερο χάρτη (Μορφολογικός χάρτης >1975). Ο Κούντουρας (2001:17,20) λησμονεί το παλαιό όνομα της Αύρας και θεωρεί ότι ο οικισμός Κομουσλάρ, που όμως δεν τον συσχετίζει με την Αύρα, εγκαταλείφτηκε προπολεμικά. Ο ίδιος (2001:22-4) ονοματίζει την Πρασινάδα ως Κεμεσλέρ, χωρίς όμως να την ταυτίζει ούτε με το Κομουσλάρ ούτε με την Αύρα -είναι φανερό ότι δε θυμάται καλά την αναφερόμενη περιοχή, αφού συγχέει το μαχαλά των Λευκάρων Εκμεκσιούζ (αλλιώς Εκμεκσίζ ή Εκμεκίζ) με τη Νεράιδα ή Νέα Ηράκλεια και την τελευταία με τα Ίμερα ή Ιμπελί.
Ο Κουρκούτας ερμηνεύοντας τους οικισμούς των Ιμέρων γράφει: «Οικισμοί Αύρα, τουρκ. memeler= μαστοφόρα μάλλον ζώα», διατύπωση δυσνόητη: εννοεί ότι η Αύρα ονομάζονταν παλαιότερα Memeler ή ότι το τελευταίο ήταν χωριστός οικισμός; Βαδίζοντας πάντως να πάρουν το «καράβι» Αύρας –Βελβεντού αιχμαλωτίστηκαν έξω από το τουρκόφωνο τότε αυτό χωριό τον Απρίλη του 1943 από φυλάκιο της τοπικής αντικομουνιστικής οργάνωσης ΕΚΑ 3 στελέχη του ΚΚΕ και 4 αντάρτες –σύνδεσμοί τους, που εκτελέστηκαν μετά και οι εφτά στην υπερκείμενη Ζαρκαδόπετρα.
Βάρτσα: χωριό των Βεντζίων, σήμερα Βάρη, ανάμεσα στα όρη Κίσαβος και Μπούρινος, για το οποίο εγράφη η ενδιαφέρουσα πληροφορία ότι το έτυμό του είναι αλβανικό (Παπαδημητρίου 2002:271). Το χωριό αυτό, που οι ηλικιωμένοι συνήθως κάτοικοί του αποκαλούν με τη δισύλλαβη λέξη Βάρσια, υπέστη μια μακρά κι επίπονη ονοματική περιπέτεια. Πρώτος ο αντιγραφέας του κώδικα της Ζάμπουρντας το κατέγραψε ως Βάρεσια, Βαρησήα ή Βάρισα, (Χατζηιωάννου 2000:249). Την επόμενη ή μεθεπόμενη εκατονταετία ο Αραβαντινός (1856:346) το παραδίδει ως Μπόρισσα ή Βορισσό, ενώ λίγο μετά ο κατάσκοπος -γεωγράφος Σχινάς (1886Α:51,70) το ανέγραψε ως Βαριώτα ή Βάρεσι. Σε ελληνική απογραφή του 1905 δίδεται ως Βαρεσιά (Αδάμου 1994:232,246). Ύστερα από τέσσερις δεκαετίες, το 1918, η Βάρσια αναγνωρίστηκε επίσημα ως συνοικισμός του κοντινού χωριού Έξαρχος (ΦΕΚ στη Γιώτα 1996:70, Στοιχεία 1961/26:172) με το απρόσεκτο φωνολογικό παρώνυμο Βάρτσα, ονομασία που γράφουν (κι αποδέχονται;) μία προπολεμική εφημερίδα της Κοζάνης (ΑΔΒΚ, Ηχώ 20.3.27/1), ο Vasmer (Καρανάσιος 2003:41) και η Χατζηιωάννου (2000:249) -η τελευταία ταυτίζει ανακριβώς τη Βάρτσα με το χωριό Έξαρχος, ενώ σε άλλο μέρος (σ. 76) του ιδίου έργου της διαχωρίζει τα δύο χωριά.
Η ονομασία Βάρτσα κράτησε μόνο μια δεκαετία, διότι το 1927 έγινε Βάρις (Στοιχεία 1961/26:172, ΓΕΣ Κοζάνη 1926). Στην απογραφή όμως του 1940 το χωριό άλλαξε ξαφνικά φύλο και το θηλυκό Βάρις μεταμορφώθηκε στο αρσενικό Βάρης (Στοιχεία 1961/26:172). Έκτοτε ως Βάρης επαναλαμβάνεται σε εμπιστευτικούς χάρτες του Στρατού (ΓΥΣ Κνίδη; 1970;), σε σχολικούς (Μορφολογικός χάρτης >1975), σε επίσημους οδικούς που εγγράφονται σε τοπική ιστοσελίδα (www.grevenanet.gr/dhmos/xnomos.htm), σε διάφορους κατασκευασμένους στην Αθήνα (INFOTE 2002:Π25,29 και 2003:Π17,21) και σε άλλα έντυπα (Κούντουρας 2002:67). Όμως χάρτες τυπωμένοι στην Κοζάνη (ΑΝΚΟ 1999) ή στη Θεσσαλονίκη (Καραγιάννης χ.χ.), άλλοι σχεδιασμένοι από τοπικούς γραφίστες (www.grevena.gr/George/Diadromi4.htm) και διάφοροι ερευνητές (Καρανάσιος 2003:41) ονομάζουν το χωριό (η) Βάρη. Ωστόσο οι κάτοικοι, οι ορειβάτες και οι τοπικοί κυνηγοί το εκφωνούν (ακόμα) με το παλαιό του όνομα (η) Βάρσια.
Βέρβερη: παλαιός οικισμός της «χώρας Κάλιανης» (Αιανής), κοντά στη βόρεια όχθη του Αλιάκμονα, μόνο το νεκροταφείο της είναι σήμερα άμεσα ορατό. Η Χατζηιωάννου (2000:78,249) παραδόξως, ενώ τη γνωρίζει στο σώμα του κειμένου, τη θεωρεί αταύτιστη στο ευρετήριο. Ο Κούντουρας (2001:18) γνωρίζει μάλλον την ακριβή θέση της αλλά δεν τη μνημονεύει. Η άποψη ότι δημιουργήθηκε τον 16ο αιώνα (Σιαμπανόπουλος 1974:300,318) είναι αμάρτυρη. Οι κάτοικοι τον εκφωνούν Βέρβιρ(η). Βιρβιρίτσα αποκαλείται στο τοπικό ιδίωμα ο σκίουρος.
Γοστίμι: χωριό των Βεντζίων, όπου υπήρχε παλαιότερα «καράβι» για το πέρασμα του Αλιάκμονα, σήμερα Πόρος. Ο Καρανάσιος (2003:43) το ταυτίζει ορθά αλλά διστακτικά. Παραδίδεται ως Γκοστόμι ή Φιλόξενον (Αραβαντινός 1856:346), Γκουστάμ (ΦΕΚ στη Γιώτα 1996:70, ΑΔΒΚ, Ηχώ 20.3.27/1) και Gostom, Gostum, Gustam, Gostum (Λιθοξόου 1998:194). Οι κάτοικοι το αποκαλούν Γκουστόμ(ι).
Zabъrdo: παλαιός οικισμός Β του μοναστηριού της Ζάμπουρντας (Σιγάλας 1991:10) πίσω από ένα γήλοφο, αν ιδωθεί από τη Μονή (Καλλιανιώτης 2000:7, 2000α:7), ο οποίος αναγράφεται πιο μακριά (www.e-grevena.gr/o_nomos/istoria/byzantio.htm) από ότι είναι στην πραγματικότητα. Αναφέρεται παλαιότερα ως Ζάπουρδα χωρίον (κώδικας στη Χατζηιωάννου 2000:105) και ζάμπουρδα (Σιγάλας 1991:34), ενώ ο Παπαδημητρίου (2002:253-5) λησμονεί να το αντιγράψει σε σχετικό συγκριτικό πίνακα. Ο Vasmer (1941:182) βασισμένος σε Βούλγαρο ερευνητή του 1900, πηγή που δεν βρέθηκε να ελεγχθεί, πληροφορεί ότι το Zabъrdo είχε «griechish-muhammedanischer» κατοίκους.
Ο Καρανάσιος (2003:45) μεταφράζει τον προσδιορισμό ως «ελληνομουσουλμάνοι», ενώ η Χατζηιωάννου ως «ελληνικός και μουσουλμανικός πληθυσμός» – καταλληλότερη ίσως είναι η (ελεύθερη) μετάφραση «ελληνόφωνοι Μουσουλμάνοι» με την οποία δηλώνονται και οι υπόλοιποι «Βαλαάδες» της περιοχής. Κατά τον Βούλγαρο ερευνητή λοιπόν το Zabъrdo κατοικούνταν από Βαλαάδες κι αν γίνει αποδεκτή η πληροφορία, οδηγεί στην υπόθεση ότι οι Έλληνες κάτοικοι του Zabъrdo, που παλαιότερα εστήριζαν οικονομικά τη μονή, εξισλαμίστηκαν μετά το 1700, υπόθεση απίθανη διότι ο οικισμός βρίσκεται πολύ κοντά στο μοναστήρι, ώστε να γίνει από αυτό ανεκτή μια τέτοιας λογής σοβαρή μεταστροφή, η οποία εκθεμελίωνε την (τουλάχιστον) ιδεολογική ύπαρξη του τελευταίου –παρόμοια υπόθεση για αρχικό εξισλαμισμό του γειτονικού στο Zabъrdo χωριό Παλιουτούρκου αναφέρεται στον Παπαδημητρίου (2002:254,297), στηριγμένη όμως σε προφορικές παραδόσεις εκατονταετιών.
Η αναφορά ότι το χωριό διαλύθηκε εξ αιτίας των «δυσβάστακτων οφειλών» προς τους αγάδες της περιοχής (Σιγάλας 1991:10) είναι αμάρτυρη. Σήμερα τα δυσδιάκριτα ερείπια του οικισμού καλούνται από τους φιλίστορες περιοίκους, ιδιαίτερα τους κυνηγούς, Παλιουζάμπουρντα.
Κοντιβώ: παλαιός ορεινός οικισμός μεταξύ Χρωμίου –Ζάμπουρντας οικοδομημένος στην ανατολική πλαγιά του υψώματος Αρκούδα. Αν και σε ενθύμηση του 1741 (κώδικας στη Χατζηιωάννου 2000:224) αναγράφεται αυτό ως Κωνιβόν, η τελευταία (2000:255) το αναγράφει μόνο ως Κοντιβό και δεν τον ταυτίζει, ενώ ο Κούντουρας (2001:20) γνωρίζει προφανώς την ακριβή θέση του αλλά δεν τη μνημονεύει. Ως δάσος Κουνιβός παραδίδεται το μέρος σε τοπική προπολεμική εφημερίδα (ΑΔΒΚ, Ηχώ 19.6.27/4), ενώ υπάρχει και η γραφή Κουνιουβό (Παπαδημητρίου 2002:254). Ο έμπορος (παππούς μου) Αργύρης Καλλιανιώτης ή Σουλάκς ή Τσιαρίδας νοίκιαζε προπολεμικά βοσκήσιμο χώρο για μουλάρια στο Κουνιβό, όπως το αποκαλούν οι κάτοικοι, αλλά εγκατέλειψε το μέρος μετά από την αιματηρή εμφάνιση του ληστή Θωμά Γκαντάρα και της συμμορίας του στην περιοχή.
Κτενάς: προσφυγικός οικισμός των Καραγιαννίων, παλαιότερα Ταρακτσιλάρ. Είναι λανθασμένη η άποψη ότι αναφέρεται στον κώδικα της Ζάμπουρντας ως Χθένη (Κούντουρας 2001:21), διότι παλαιόθεν ως το 1924 το Ταρακτσιλάρ ήταν τουρκοχώρι, οπότε οι χριστιανοί μοναχοί δεν είχαν καμιά σχέση πνευματική ή ζητείας με αυτό.
Κύρασα: χωριό του Τσιαρτσιαμπά, σήμερα Κερασέα. Η Χατζηιωάννου (2000:256) το αντιγράφει Κύρασα και το θεωρεί αταύτιστο. Ο Κούντουρας (2001:20) το γνωρίζει αλλά το παραδίδει κι ως Κιρασία, λέξη όμως που δεν υπάρχει στον κώδικα. Οι κάτοικοι το αποκαλούν Κιρασιά (Καλλιανιώτης 2003:«Ιστορία»).
Μαγούλα: παλαιός πεδινός οικισμός ΒΑ της Άνω Κώμης. Παραδίδεται ότι είχε 20 ή 50 οικογένειες κολίγες σε «χριστιανό» αγά (Σχινάς 1886:Α108,147). Ο Κούντουρας (2001:21) δε σημειώνει που βρίσκονταν, ενώ μάλλον γνωρίζει. Η Χατζηιωάννου (2000:257) ταυτίζει τον οικισμό, ίσως επειδή αυτός αναφέρεται εντύπως στα Στοιχεία (1961/26:380 ή το Δημόπουλο (1994:526). Ο τελευταίος παραθέτει φωτό του μοναδικού υπάρχοντος στη θέση του σημερινού οικισμού κτίσματος, μιας νεότερης εκκλησίας.
Στη Μαγούλα θάφτηκε στα μέσα του 19ου αιώνα ο δολοφονημένος από ληστές ιερέας Κώστας Παπακάλας από την Κάλιανη (Αιανή), θείος του «ευεργέτη» Χρήστου Μανώλη (Παπακάλας 1997), του οποίου η προτομή ορθώνεται σήμερα στην πλατεία της Αιανής –μια διάφορη περιγραφή του ιδίου μάλλον συμβάντος παραδίδει ο Σιαμπανόπουλος (1974:315-7).
Μπλέντσκον: παλαιός οικισμός βορείως του χωριού Παναγιά Βεντζίων. Παραδίδεται ως Μελενισκό, Μιλιαντζκό, Μηλενσκώ (κώδικας στη Χατζηιωάννου 2000:258), Μπλέντζκον (Αραβαντινός 1856:346), Μελεντσικό (Σχινάς 1886:Α77, ΑΔΒΚ, Ηχώ 20.3.27/1), Μιλένσκο (ΧΑΣ χ.χ.), Μπλέντσκον (Vasmer στον Καρανάσιο 2003:48) και Μιλιάνκα (ΔΕΗ 2002). Μετονομάστηκε το 1927 σε Μελανή (Στοιχεία 1961/26:233), ίσως από το όνομα της παλαιάς μοναχής Μελάνης (κώδικας στη Χατζηιωάννου 2000:95). Η Χατζηιωάννου και ο Καρανάσιος δεν καθορίζουν την ακριβή του θέση, ενώ ο Κούντουρας (2002:72) ίσως τη γνωρίζει αλλά δεν τη γράφει. Οι ντόπιοι το εκφωνούν Μιλιαντσκό, ονομασία που κατέχει άριστα ο τοπικός ερευνητής Καβούκας (1999:27), που θεωρεί ότι παλαιότερα ο οικισμός ονομάζονταν Μολισκός.
Μουναστήρι Μπουνάσια: πανέμορφη ορεινή μονή Α της Παλιουργιάς Γρεβενών σκαρφαλωμένη στις δυτικές κλιτύες του όρους Βουνάσιας, Μπονάσσας, Βουνάσσης (Μπνάσια εκφωνείται από τους ντόπιους). Η Χατζηιωάννου (2000:50,259) παραδόξως, ενώ τη γνωρίζει ως «Παναγία η Ευαγγελίστρια ή Αγιβαγγιλίστρα» στο σώμα του κειμένου, τη θεωρεί αταύτιστη στο ευρετήριο. Ο χάρτης του ΟΤΕ (2003:Π25) δεν την καταγράφει. Παραδίδεται επίσης ως Αγία Ευαγγελίστρια ή απλώς Ευαγγελίστρα (www.homepages.pathfinder.gr/paliria/14.html?). Οι κάτοικοι της Παναγιάς την αποκαλούν Βαγγιλίστρα.
Μπούρινος: παλαιός κτηνοτροφικός καταυλισμός στην ανατολική πλευρά του όρους Μπούρινος, ΒΒΔ του χωριού Χρώμιο, στη θέση Άγιος Νικόλαος (ΓΥΣ Γρεβενά 1927) ή Αϊ Νικόλας. Παραδίδεται και η γραφή «Πούρινος» (Παπαδημητρίου 2002:265). Η άποψη ότι δημιουργήθηκε τον 16ο αιώνα (Σιαμπανόπουλος 1974:300,318) είναι αμάρτυρη, καθώς προσκομίζεται ως απόδειξη είτε η (ανασφαλής) προφορική παράδοση τριών εκατονταετιών είτε ο κώδικας της Ζάμπουρντας, ο οποίος όμως δεν τον μνημονεύει. Ο Σιαμπανόπουλος (1974:320-33) αναφέρει ότι στη θέση Παλιομανάστηρο υπήρχε μοναστήρι που το έκαψαν μαζί με το χωριό [Μπούρινο] οι Αρβανίτες του Αλή Πασά. Επίσης ότι το 1859 χτίστηκαν στο χώρο εννέα σπίτια κι εκεί έλαβε χώραν η «επανάστασις του 1878» και τελειώνει γράφοντας ότι το χωριό ληστεύτηκε και (ξανα)κάηκε από Έλληνες «σταυραϊτούς» το 1879, οπότε οι κάτοικοί του μετά διασκορπίστηκαν.
Ωστόσο σε σημερινό χάρτη της περιοχής (Μελέτη 1994, χάρτης 3) ως Παλιομονάστηρο καταγράφεται ένα σκληρό ύψωμα των 1470 μ., πάνω στο οποίο φαίνεται απίθανη η ύπαρξη μοναστηριού. Ο Αραβαντινός (1856:346), που προφανώς δεν πέρασε ποτέ από εκεί, αναφέρει ότι ο οικισμός Μπούρονα ή Μπούρονον είχε 7 οικήματα, οπότε αυτή είναι η πρώτη καταγραφή του οικισμού. Ο Σχινάς (1886Α:51,70) που (ίσως) έφτασε στα Βέντζια λίγο μετά την επανάστασιν του 1878 γράφει ότι το χωριό «Μπούρινον» είχε 45 κατοίκους –δεν γνωρίζει όμως την ακριβή θέση του, αφού το μνημονεύει μεν σε κατάλογο χωριών της περιοχής, αλλά, όταν «περνά» από κοντά, λησμονεί την ύπαρξή του, οπότε συνάγεται ότι οι κάτοικοί του καταυλισμού δεν είχαν τότε φύγει από τα χωριό, εξ αιτίας της βίας των «ληστανταρτών» αλλά αργότερα και φυσιολογικά με την πάροδο του χρόνου. Ακόμα, ο καταυλισμός αναφέρεται σε τοπικά άσματα ως «Μπούρινου Ράχη ή Μπούρινου κορυφή» (Σιαμπανόπουλος 1974:322,326), όχι όμως ως χωριό. Μυστικό δε έγγραφο της διορισμένης Κυβέρνησης Ελίμειας του 1878 έχει ως τόπο σύνταξής του το «Βούρινο», δεν είναι όμως βέβαιο αν εννοείται ο καταυλισμός ή το βουνό, διότι πιθανολογείται ότι το έγγραφο αυτό συντάχθηκε (και υπογράφτηκε) εκτός της περιοχής.
Παραδίδεται βέβαια στην προφορική παράδοση και βεβαιώνεται από το έτυμο του ενός επιθέτου ότι οι γενάρχες των οικογενειών Γκουλιάφα και Μπουρνιώτη, των οποίων οι απόγονοι μένουν σήμερα στην Αιανή, ήρθαν από το «Μπούρινο». Όμως ο «Μπουρινιώτης Βασίλειος» και οι αδερφοί «Κωνσταντίνος» και «Νικόλαος Γκλιάφα» γεννήθηκαν αποδεδειγμένα στην Κάλιανη το 1860, 1872 και 1879 αντίστοιχα (ΑΔΒΚ, Φ.64/71,160,161) κι όχι στο Μπούρινο. Οπότε συνάγεται ότι ο «Μπούρινος» ήταν θερινός κτηνοτροφικός καταυλισμός με υποτυπώδη οικήματα, παρά οικισμός με την κλασική του έννοια. Πάντως πριν από τρεις δεκαετίες στον ξερότοπο αυτόν υπήρχε μόνο η λιθόκτιστη μικρή εκκλησία του Αϊ Νικόλα, ενώ σήμερα το τοπίο μεταμορφώθηκε σε εκδρομική όαση, αποτέλεσμα μοναδικής ανθρώπινης επιμονής.
Νιζισκός: ορεινό χωριό των Καμβουνίων, σήμερα Φρούριο, ενώ παλαιότερα λεγόταν επίσης και Παλιάλουνα. Ο Καρανάσιος (2003:49-51) δεν το ταυτίζει με σιγουριά, όπως επίσης δεν είναι απόλυτα βέβαιος για τα χωριά Ραδοβίστι (Ροδοχώρι) του Βοϊου, Ραδοβίτσι (Ροδιά) και Σνίχοβο (Δεσπότης) των Γρεβενών. Στην Κατοχή ήταν έδρα της ΠΕ του ΚΚΕ Σερβίων και τόπος εκτέλεσης αντικομουνιστών του Βελβεντού και των περιχώρων.
Ρουμπάρι: παλαιός οικισμός των Χασίων. Παραδίδεται ως Ρουμπάρι (Αραβαντινός 1856:344, Σχινάς 1886:Α50, Vasmer στον Καρανάσιο 2003:51, Georgakas 1941:372), Ρηπάρι (Χατζηιωάννου 2000:263, Κούντουρας 2001:75), Ριμπάρι και Αρμπάρι (Παπαδημητρίου 2002:261) –μόνο ο τελευταίος γνωρίζει τη θέση του. Το χωριό Αμπάρ καταστράφηκε από ληστές μας πληροφορεί τοπικό προπολεμικό έγγραφο (ΚΕΜΙΤ Φ.Αλβανικό Ζήτημα). Μερικά χρόνια αργότερα αξιωματούχος της Χωροφυλακής αναφερόμενος σε επιτόπιο αποκεφαλισμό ληστή από τον ποιμένα Γεώργιο Ράμμο το αναγράφει ως Αρμπάρι (ΚΕΜΙΤ Φ. Ληστεία). Το Αρμπάρ(ι), όπως καλείται προφορικά, έστεκε 3 χμ. ΒΑ του νεόδμητου σημερινού οικισμού Άγιοι Θεόδωροι (ΓΥΣ χ.χ., ΧΑΣ χ.χ.).
Τούχλη: παλαιός οικισμός Β της μονής Ιλαρίωνος, στο δρόμο προς την Αιανή, όπου σήμερα φαίνονται αδρά θεμέλια σπιτιών. Αταύτιστος από την Χατζηιωάννου (2000:264), ενώ ο Κούντουρας (2001:25) δεν μνημονεύει την ακριβή θέση του. Η άποψη ότι δημιουργήθηκε τον 16ο αιώνα (Σιαμπανόπουλος 1974:300,318) είναι αμάρτυρη. Στο ΒΑ Γράμμο υπάρχει το ομώνυμο κατσιαούνικο χωριό Τούχουλη, σήμερα Πεύκο και στους ανατολικούς πρόποδες του Ολύμπου η Τούχληστα, σήμερα Δολίχη (Χατζηιωάννου (2000:252). Ο παλαιός πάντως δορυφορικός οικισμός της Αιανής καλείται σήμερα από τους περίοικους Τούχλ(η).
Φθελιά: παλαιός παραλάκκιος οικισμός μεταξύ Αιανής και Κάτω Κώμης. Η Χατζηιωάννου (2000:265) και ο Κούντουρας 2001:26) την ταυτίζουν ανακριβώς με το προσφυγικό χωριό του Τσιαρτσιαμπά Πτελέα, παλαιότερα Σαρμουσαλάρ, διότι η Πτελέα ως το 1924 ήταν τουρκοχώρι. Ο τοπικός ερευνητής Σιαμπανόπουλος (1974:300,318) γνωρίζει προφανώς την ακριβή θέση του οικισμού και προσθέτει την ονομασία Πηγαδίτσια. Ο Δημόπουλος (1994:627) έχει επισκεφτεί το χώρο, αλλά δεν αναφέρει τοπωνύμιο. Οι κάτοικοι της Κάτω Κώμης εκφωνούν το μέρος ως (τα) Φτιλιά.
ΦΛΩΡΙΝΑ -ΚΑΣΤΟΡΙΑ
Βαμπέλι: ορεινός οικισμός Δ της Κρυσταλλοπηγής, αργότερα Μοσχοχώρι, που ερειπώθηκε μεταπολεμικά (Λιθοξόου στον Κούφη 1994:58, Καρατζάς στον Κούφη 1996:120). Αναφέρεται ως Βάμπελ (Κωστόπουλος 2002:403), Vämbelä (Λιθοξόου 1998:245) και Β΄μπελ (Εγκέισκα 1971:60). Οι κάτοικοι τον αποκαλούσαν Vämmpel (Κούφης 1996:120).
Βερνίκι: παλαιό χωριό δυτικά του Μοσχοχωρίου με Έλληνες κατοίκους το 1905 σύμφωνα με (Έλληνα) ερευνητή του αγγλικού Πανεπιστημίου Kings College (www.kcl.ac.uk/humanities/cch/mmkm/content/db, στο εξής www.kcl.ac.uk), που σήμερα ανήκει στην Αλβανία (ΓΥΣ 1951). Αναφέρεται ως Värnikä (Λιθοξόου 1998:245) και Βερμίκι (Σχινάς 1886Β:245). Σε παγκόσμιο γεωγραφικό λεξικό συναντώνται οι ονομασίες Verniku και Vërnik (www.calle.com/world/albania, στο εξής www.calle.com), εκ των οποίων η τελευταία δηλώνει τη σημερινή αλβανική. Ήταν τόπος καταγωγής του οπλαρχηγού της μακεδονικής διαμάχης (Νικο)Λάκη Νταηλάκη που δολοφονήθηκε σπίτι του στην Κορομηλιά Καστοριάς το Φθινόπωρο του 1941 (ΑΔΑΓ/ΛΚ 3/1941) από Σλαβομακεδόνες εκδικητές.
Βιδόβα: παλαιό χωριό με Τούρκους κατοίκους το 1905 (www.kcl.ac.uk) δυτικά της Διποταμιάς (ΓΥΣ 1951). Παραδίδεται ως Βιβόδα (Σχινάς 1886Β:222), Βίδοβον (ΚΕΜΙΤ Φ.Εκτοπισμοί), Vidova (ΓΥΣ Νεστράμι 1927;, www.rastko.org.yu/rastko-al/zbornik1990/mpesevska-makedonci_l.php, στο εξής www.rastko.org.yu) και Vidëhova (ΓΕΣ 1951, www.calle.com).
Βίνενι: προσφυγικό χωριό στη δυτική όχθη της μικρής Πρέσπας, αργότερα Πύλη (Πελαγίδης 1994:75). Αναγράφεται κι ως Βίβενη και Βίνανη (Στοιχεία 1961/46:15). Δυτικά του χωριού βρίσκεται σαν αξιοθέατο η «σπηλιά του Ζαχαριάδη». Εδώ έδραζε το 1948-49 το τυπογραφείο και το Γενικό Αρχηγείο του ΔΣΕ.
Γιαννοβαίνη: ορεινό χωριό του ΒΑ Γράμμου, μεταξύ των υψωμάτων Αλεβίτσα και Ψωριάρικα, κοντά στον Αλιάκμονα, σήμερα Γιαννοχώρι. Παραδίδεται κι ως Janovene (http://geneamac.dhs.org/reference/VillageNames.php3, στο εξής geneamac.dhs.org). Τον 19ο αιώνα υπέφερε από επιδρομές Ελλήνων «σταυραϊτών» (Κωστόπουλος 1998:277), κοινότατων κατά τα άλλα ληστών. Ο χάρτης του ΟΤΕ (2003:Π25), τυπωμένος στην Αθήνα, δεν το καταγράφει, παρόλο που ανοικοδομείται συνεχώς (Τα χωριά 1987/4), ενώ αντίστοιχος αγγλικός (www.kcl.ac.uk) το αναγράφει λανθασμένα δίπλα στο Νεστόριο.
Γκολμποτσάνη: χωριό της Αλβανίας στη δυτική όχθη της μεγάλης Πρέσπας. Αναφέρεται ως Γκλομπότσι (Μοναστήριον χ.χ.), Glambočane (www.rastko.org.yu), Glomboc (Λιθοξόου 1998:245), Gollomboç (Gizimap <2002, Route Planner 1998) και Gllomboci ή Klombos (www.calle.com).
Γκορίτσα Άνω: χωριό της Αλβανίας κοντά στη δυτική όχθη της μεγάλης Πρέσπας (Μοναστήριον χ.χ.). Αναγράφεται ως Γκόριτσα Γκόρνι (ΓΕΣ Κορυτσά 1927), Gorna Gorica, (www.rastko.org.yu, Λιθοξόου 1998:245), Γκόριτσα ε –Μάδε (Καραμήτρου 1999:χάρτης 1), Gorica e Madhe (Gizimap <2002), Goritse e Madhe (Route Planner 1998) και Goricë e Madhe (www.calle.com). Η τελευταία είναι προφανώς η αλβανική ονομασία.
Γκορίτσα Κάτω: χωριό της Αλβανίας εφαπτόμενο στη δυτική όχθη της μεγάλης Πρέσπας, ΝΝΑ του προηγούμενου χωριού (Μοναστήριον χ.χ.). Αναγράφεται ως Γκόριτσα Ντόλνι (ΓΕΣ Κορυτσά 1927) Dolna Gorica (www.rastko.org.yu, Λιθοξόου 1998:245) και Goricë e Vogël (www.calle.com).
Έζερετς: χωριό στους ΒΑ πρόποδες του όρους Όντρια, σήμερα Πετροπουλάκι. Το 1906 Έλληνες ένοπλοι εκτέλεσαν εννέα κατοίκους του ως «φανατικούς σχισματικούς» (ΓΕΣ 1979:215, Γιώσης 1998:34,324). Το 1945 -46 γύρω από αυτό κρύβονταν ΝΟΦίτες κι άλλοι πρώην ελασίτες (Γεννάδειος, ΑΦΔ Φ.69./2/102) που είχαν αρνηθεί να καταθέσουν τα όπλα τους με τη συμφωνία της Βάρκιζας.
Ζαγραδέτσι: χωριό της Αλβανίας στη νότια όχθη της μικρής Πρέσπας (ΓΥΣ 1951). Αναφέρεται ως Zagradec (www.rastko.org.yu, Λιθοξόου 1998:245) και Zagradec ή Zagradeci (www.calle.com).
Ζαμπύρδενι: προσφυγικό χωριό Α του Νεστορίου, σήμερα Μελάνθιο. Παραδίδεται ως Ζαμπουρδένι (Σχινάς 1886Β:224), Ζαμπέρδενι (Πελαγίδης 1994:76) και Zäbärdenä (Λιθοξόου 1998:245) –ο τελευταίος το θεωρεί ανακριβώς «μακεδόνικο» χωριό. O Καρανάσιος (2003:55) το αναγράφει Μελάνθι, εκ παραδρομής μάλλον. Έχει άμεση ετυμολογική σχέση με τη Ζάμπουρντα, αφού νότια του χωριού δεσπόζει λόφος, τον οποίο εκμεταλλεύτηκε κατάλληλα ο ΕΛΑΣ τον Απρίλη του 1943, για να αιχμαλωτίσει το αντίπαλο εθνικιστικό αντάρτικο τμήμα των Ζήση –Κιουρτσιδάκη (ΓΑΚΦ, Φ.15/2/28).
Ζαρόσκα: χωριό της Αλβανίας στη νότια όχθη της μεγάλης Πρέσπας (Μοναστήριον χ.χ.). Σε παλαιό στρατιωτικό χάρτη (ΓΥΣ Κορυτσά 1927) αναφέρεται (λανθασμένα μάλλον) ως Τσρνόβσκα. Παραδίδεται επίσης ως Zaročko (www.rastko.org.yu), Zärnovsko (Λιθοξόου 1998:245) και Zaroshkë (www.calle.com).
Καλέβιστα: χωριό του ΒΑ Γράμμου, Β του υψώματος Αλεβίτσα, σήμερα Καλή Βρύση. Αναγράφτηκε ανακριβώς κι ως Καλίβιστα (ΦΕΚ στη Γιώτα 1996:87) και Kalevishcha (geneamac.dhs.org). Ο ανημέρωτος χάρτης του ΟΤΕ (2003:Π25) δεν το σημειώνει, παρόλο που έχει σχεδόν ανοικοδομηθεί. Εκεί άρχισε η αντίστροφη μέτρηση των ατάκτων του Άρη Βελουχιώτη, αφού ηττήθηκαν από περίπολο Εθνοφυλακής και Γκούρκας τον Απρίλη του 1945 (PRO, FO371/48269/R7953/26 και Τζένας 1999).
Καπέστιτσα: χωριό της Αλβανίας με Τούρκους και (λίγους) Έλληνες κατοίκους το 1905 (www.kcl.ac.uk), δυτικά της Κρυσταλλοπηγής (ΓΥΣ 1951, Λιθοξόου 1998:245, www.calle.com). Αναφέρεται ως Καπεσίτσα (Σχινάς 1886Β:237), Kapešnica (www.rastko.org.yu), Kapeštica και Καπτίτσα (Καραμήτρου 1999:χάρτης 1).
Κλέστινα Άνω: πεδινό χωριό στους ανατολικούς πρόποδες του Βαρνούντα (Πελίστερ), σήμερα Άνω Κλεινές. Παραδίδεται ως Gorno Klestino (geneamac.dhs.org) και προφανώς λανθασμένα ως Γκόρνι Κλέστινα (Λιθοξόου (1998:245, Κούφης 1994:59,60).
Κλέστινα Κάτω: πεδινό χωριό Α του προηγούμενου, σήμερα Κάτω Κλεινές. Παραδίδεται ως Dolno Klestino (geneamac.dhs.org) και λανθασμένα ως Ντόλνο Κλέστινα Λιθοξόου (1998:245, Κούφης 1994:59,60). Έξω από αυτό έπεσε καταδιωκόμενος το Μάρτη του 1944 από τους Γερμανούς ο περιβόητος ΟΠΛΑτζής της Φλώρινας Πέτρος Κορίνας ή Καμό, 25άρης φοιτητής από το Αμύνταιο (ΑΔΑ/ΛΚ15/1945).
Κόρτσιστα: μικτό ορεινό χωριό στο ΝΔ Μάλι Μάδι, σήμερα Πολυάνεμο (www.kcl.ac.uk). Αναγράφεται κι ως Κίρτσιστα (Λιθοξόου στον Κούφη 1994:60, Μοναστήριον χ.χ.), Κορτσίρκη (ΑΔΒΚ, Ηχώ 26.1.27/1), Κύρτσιστα (Πελαγίδης 1994:77), Kartsišta (Εγκέισκα 1971:60) και Kärcišta (Λιθοξόου 1998:245). Η τελευταία ονομασία συμφωνεί με τους κατοίκους του (Κούφης 1996:100). Στην Κατοχή το Πολυάνεμο ήταν έδρα του ΣΝΟΦ (Εγκέισκα 1971:61), άτακτου παρακλαδιού του ΕΑΜ/ΚΚΕ.
Κόττορι Άνω: ημιορεινό χωριό στο ΒΑ Βίτσι, σήμερα Άνω Υδρούσα. Παραδίδεται ως Gorni Kotor (geneamac.dhs.org).
Κόττορι Κάτω: πεδινό χωριό βόρεια του προηγούμενου, σήμερα Κάτω Υδρούσα. Παραδίδεται ως Dolno Kotori (geneamac.dhs.org). Επί Εαμοκρατίας λειτούργησε εντός του για ελάχιστες ημέρες σλαβομακεδονικό σχολείο (Κούφης 1996:26, ΔΒΘ: Ελληνικός Βορράς 28.3.45/1, Κωστόπουλος 2002:197).
Κωνομπλάτη: πεδινό χωριό στην καρδιά των Κορεστίων, σήμερα Μακροχώρι. Αναφέρεται κι ως Konomladi ή Κονομπλάτι (Λιθοξόου 1998:245) και Konomlati (Εγκέισκα 1971:46). Στο χάρτη του Kings College (www.kcl.ac.uk) συγχέεται μερικώς με το χωριό Σταυροπόταμος της λεκάνης Καστοριάς. Οι κάτοικοι το ονομάζουν Κονόμλαντι (Κούφης :1996:124). Στην Κατοχή οι κάτοικοί του αντιπραγματεύονταν αρμονικά με Ηπειρώτες επισκέπτες ή μαυραγορίτες (ΔΒΚ, Σκύβαλος 1970: 9-11).
Κωστενέτσι: ορεινό χωριό στο δυτικό Μάλι Μάδι, μετωνομασθέν Ιεροπηγή (Κωστόπουλος 2002:146,402). Αναφέρεται ως Κοσινέτσι (Σχινάς 1886Β:237), Κόσινετς, Kosinec, Kostenec, Kosinecä (Λιθοξόου 1998:70,245). Οι κάτοικοι το αποκαλούν Κόσινετς (Κούφης 1996:94, Εγκέισκα 1971:60). Για να δειχθεί η σκληρότητα της Δικτατορίας Μεταξά παραδίδεται ότι ο παντοπώλης του χωριού Λάμπρος Εμμανουήλ εξορίστηκε το 1936, διότι ανέγραφε στην πινακίδα του καταστήματός του το τοπωνύμιο «Κωστενέτσι» (Κωστόπουλος 2002:146), Κατά πολύ όμως σκληρότερη αποδείχτηκε η αντιμετώπιση του ιδίου παντοπώλη από τους «κομμουνιστάς» της περιοχής, αφού εκτελέστηκε το 1943 στο χωριό του από αυτούς ως θιασώτης της βουλγαρικής πολιτικής (ΑΔΒΚ, Λυτά 1945/13).
Λαμπανίτσα: ορεινός οικισμός στο δυτικό Μάλι Μάδι, αργότερα Άγιος Δημήτριος (ΓΥΣ 1951), εγκαταλειμμένος σήμερα (Λιθοξόου στον Κούφη 1994:57). Ο χάρτης του ΟΤΕ (2003:Π25) δεν τον σημειώνει, ενώ αναγράφει π.χ. τον επίσης εγκαταλειμμένο Άνω Κρανιώνα των Κορεστίων.
Λέσκα: χωριό της Αλβανίας. Σύμφωνα με παλαιό ελληνικό χάρτη (Μοναστήριον χ.χ.) η Λέσκα ή Λάιθιτσα κείται στη ΝΔ όχθη της μεγάλης Πρέσπας. Η ίδια αναφέρεται ως Λέζιτσα (ΓΥΣ Κορυτσά 1927) ή Lajsica (Λιθοξόου 1998:245), ενώ σε πρόσφατο χάρτη το ίδιο χωριό εγγράφεται ως Ligenas (Route Planner 1998). Ως χωριό Leska αναγράφεται και σε αμερικανικό χάρτη (www.calle.com), όμως στη βάση της «χερσονήσου» Σουαγόρα (Σουαγκόρα ή Άφρικα) των Πρεσπών, δηλαδή μερικά χιλιόμετρα νότια του αναφερόμενου. Η Leska της σερβικής ιστοσελίδας (www.rastko.org.yu) δεν είναι τοποθετημένη σε χάρτη, ώστε να ταυτιστεί. Ο Vasmer (Καρανάσιος 2003:60) αναγράφει και το χωριό «Πρεσπών Λέσκα», οπότε ή πρόκειται για δύο ομώνυμα διαφορετικά χωριά ή για το ίδιο που αναγράφηκε δύο φορές κι επιπλέον έχει τοποθετηθεί λανθασμένα σε έναν από τους χάρτες. Πάντως το χωριό της Αλβανίας Leskijë, ΝΔ της λίμνης Αχρίδας (www.calle.com) είναι κάπως μακρύτερα, για να ταυτιστεί με την αναφερόμενη Λέσκα.
Λέσκοβετς: πεδινός οικισμός ΝΑ της Φλώρινας, σήμερα Λεπτοκαρυές, που ο Καρανάσιος (2003:58) τον ταυτίζει διστακτικά. Ο) τον Λιθοξόου (Κούφης 1994:58, 1998:245) τον αναγράφει ως Λέσκοβιτς και Lëskovec. Υπάρχει και η γραφή Lescovetz (geneamac.dhs.org).
Μπέσφινα: παλαιό ορεινό χωριό στο ύψωμα Βάρμπα, μεταξύ Κορεστίων και μικρής Πρέσπας, μετέπειτα Σφήκα, εγκαταλειμμένο μεταπολεμικά. Γράφεται κι ως Besvina (geneamac.dhs.org). Η αρχή του άσματος των καλάντων που άδονταν εκεί «Κόλενντα λένντα» (Κούφης 1996:148) έχει κοινά ηχητικά στοιχεία με το αντίστοιχο της Αιανής «Κόλιαντα κι μέλιαντα», αποτέλεσμα όσμωσης των εθίμων.
Νεβόλιανη Άνω: πεδινό χωριό κοντά στη Φλώρινα, αργότερα Σκοπιά. Ο Λιθοξόου (1998:245) το χαρτογραφεί ως Nevoliani, ενώ σε προηγούμενη έκδοσή του (Κούφης 1994:59) το παραδίδει ως Γκόρνι Νεβόλιανι. Παραδίδεται και η γραφή Gorno Nevoljani (geneamac.dhs.org). Εδώ σκοτώθηκε το 1946 από τοπικό δασοφύλακα ο ζωηρός αντάρτης Χρήστος Αποστολίδης ή Κεραυνός από την περιοχή Φλώρινας που το Νοέμβρη του 1944 συμμετείχε ως διοικητής λόχου στην άλωση και τις εκτελέσεις του χωριού Πετρανά Κοζάνης.
Νεβόλιανη Κάτω: χωριό δίπλα στη λίμνη Χειμαδίτιδα, αργότερα Βαλτόνερα. Ο Λιθοξόου (1998:245, Κούφης 1994:59) το χαρτογραφεί ως Nevoliani και Ντόλνο Νεβόλιανι. Η τελευταία ονομασία αναφέρεται κι αλλού (geneamac.dhs.org).
Νοβοσέλι: παλαιός οικισμός μεταξύ Πολυάνεμου –Κομνηνάδων, αργότερα Κορφούλα (ΓΥΣ 1951), εγκαταλειμμένος μεταπολεμικά. Παραδίδεται ως Νόβο Σέλο (Μοναστήριον χ.χ., Λιθοξόου στον Κούφη 1994:59), αλλά ο τελευταίος (1998:245) το γράφει κι ως Novoseljani. Αναφέρεται ακόμα ως Novoseleni (Εγκέιτσκα 1971:60) και Novoseljany (geneamac.dhs.org) και οι τελευταίοι ισχυρίζονται ότι μετονομάστηκε σε Νέα Κώμη.
Όμοτσκον: χωριό του ΒΑ Γράμμου, ΝΔ του υψώματος Αμμούδα, αργότερα Λιβαδότοπος ή Λειβαδοτόπι. Ο Σχινάς (1886Β:121) το ονομάζει και Κομοσκόν, ενώ παραδίδεται και η γραφή Omotzko (geneamac.dhs.org). Οι κάτοικοι το αποκαλούν Όμοτσκο. Παρόλο που ανοικοδομείται σταθερά (Τα χωριά 1987/4), ο χάρτης του ΟΤΕ (2003:Π25) δεν το αναγράφει.
Ορέχοβον: παλαιό χωριό στην «χερσόνησο» Άφρικα της Πρέσπας, αργότερα Πυξός. Παραδίδεται ως Ρέχοβα (Μοναστήριον χ.χ., αυστριακός χάρτης του 1912 στον Κούφη 1994:64, Λιθοξόου 1998:245), Orehovo (Λιθοξόου στον Κούφη 1994:58) και στο χάρτη της Ανάβασης (Πρέσπα 2000) καλείται Όροβο. Όροβον ή Ράχοβα ονομάζεται από Κοζανίτη υποψήφιο διδάκτορα της Θεολογίας (Μπέλος 2003:30). Σήμερα σώζεται μόνο η κεντρική εκκλησία του.
Πούστετς: χωριό της Αλβανίας στη ΝΔ όχθη της μεγάλης Πρέσπας (www.rastko.org.yu). Αναγράφεται ως Πόστετς (Μοναστήριον (χ.χ.), Pustecä (Λιθοξόου 1998:245) και Pushteci (www.calle.com).
Πρεσπών Λέσκα: βλ. Λέσκα
Ρακίτσα: αλβανικό χωριό της «χερσονήσου» Άφρικα των Πρεσπών. Αναγράφεται ως Ρακίτσκα (Μοναστήριον χ.χ., ΓΥΣ 1951, Λιθοξόου 1998:245, www.rastko.org.yu) και Rakickë (Route Planner 1998).
Σλήμνιτσα: Ο Καρανάσιος (2003:60), βασιζόμενος προφανώς στο ευρετήριο της σχετικής κρατικής έκδοσης (Στοιχεία 1961/22:159) το ταυτίζει με το πεδινό χωριό Μηλίτσα Καστοριάς, διστακτικά ωστόσο, διότι στο έργο αυτό το προς ταύτισιν χωριό αναγράφεται ως Σλήμιστα. Ανοίγοντας τα Στοιχεία (1961/22:20-1) και την εφημερίδα Ηχώ της Μακεδονίας (ΑΔΒΚ, Ηχώ 26.1.27/1) διαπιστώνεται ότι ο συνοικισμός Σλήμιστα μετονομάστηκε Μηλίτσα το 1926. Η Μηλίτσα αναγράφεται ως Σλήμιστα (αυστριακός χάρτης στον Κούφη 1994:65, www.kcl.ac.uk, Σαμσάρης 1989:163), Σλίμιστα (κώδικας στη Χατζηιωάννου 2000:181, ΧΑΣ χ.χ., ΓΥΣ Γρεβενά 1927), Σλήμνιστα (Λιθοξόου 1998:196), Σλήμνιτσα (Σχινάς 1886Α:κε΄,127 και Λιθοξόου 1998:196) και Shlimnishcha (geneamac.dhs.org).
Όμως στο όρος Γράμμος, ΒΔ του υψώματος Ψωριάρικα, υπάρχει το χωριό Σλήμνιτσα, σήμερα Τρίλοφο ή Τρίλοφος, το οποίο αγνοεί τόσο ο Καρανάσιος όσο και ο Λιθοξόου. Ο τελευταίος (1998:,196,245) δεν αναγράφει τη Σλήμνιτσα (Τρίλοφο) σε ένθετο χάρτη της περιοχής, συνημμένο στο βιβλίο του, και συγχέει το ορεινό Τρίλοφο με την πεδινή Μηλίτσα, αφού τον αριθμό και τη σύνθεση των κατοίκων του «μικτού» Τριλόφου ή Σλήμνιτσας την αναγράφει στη θέση της ελληνόφωνης Μηλίτσας ή Σλήμιστας (www.kcl.ac.uk), οπότε δεν θεωρείται ακριβής η γραφή του –πιθανώς δεν το αναφέρει, διότι αυτό δεν αναγράφεται σε σχετική προπαγανδιστική ιστοσελίδα (geneamac.dhs.org). Ανακριβής ελέγχεται και η γραφή της Μηλίτσας ως Σλήμνιτσας από το Σχινά, διότι αναγράφει τους Αμπελόκηπους ως Σδράλοι, ενώ είναι γνωστό το χωριό ως Σδράλτσι, φαινόμενο που σημαίνει ότι τα παραδιδόμενα στο έργο του τοπωνύμια πρέπει να ελέγχονται πριν γίνουν αποδεκτά. Ταυτίζεται λοιπόν το Τρίλοφο του Γράμμου με τη Σλήμνιτσα του Vasmer, την οποία ο χάρτης της INFΟΤΕ (2003:Π27) δεν αναγράφει, παρόλο που ανοικοδομείται με ταχύ ρυθμό ως εξοχική κατοικία. Επί Εαμοκρατίας (Σεπτ. 1944 -Μάρτη 1945) λειτουργούσε στον Τρίλοφο στρατόπεδο κράτησης αντικομμουνιστών (Καλλιανιώτης 2002).
Σουαγόρα: η ορεινή «χερσόνησος» των Πρεσπών που παραδίδεται κι ως Σουαγκόρα (Μοναστήριον χ.χ.), ενώ οι αντάρτες του ΔΣΕ την αποκαλούσαν Άφρικα, αλβανική προφανώς λέξη. Ο Vasmer δέχεται ότι η Σουαγόρα, που τη μεταφράζει ως ξερότοπο, σχετίζεται με το όμοιο όρος Βαρνούς. Η άποψη αυτή είναι ασταθής καθώς το όρος Βαρνούς ή Πελίστερ είναι από τα ΒΔ κατάφυτο.
Στέντσκο: εγκαταλειμμένος ορεινός οικισμός ΒΔ του Νεστορίου, σήμερα Στενά. Αναγράφεται κι ως Στένσκο (Σχινάς 1886Β:223, ΧΑΣ Χ,Χ,, Εγκέισκα 1971:153, Λιθοξόου 1998:245), ονομασία σταθερή, αφού τη δέχονται διάφορες πηγές.
Στύρκοβα: πεδινό χωριό των Πρεσπών, σήμερα Πλατύ, που ο Καρανάσιος (2003:61) διστάζει να το ταυτίσει. Αναφέρεται ως Štärkovo (Λιθοξόου 1998:245), Στέρκοβον (Μοναστήριον χ.χ.) και Στάρκουβο (Πρέσπα 2000). Η δεισιδαιμονία των παλαιών κατοίκων του (Μέλλιος 1976:35) ήταν χαρακτηριστική.
Τέρνοβο: χωριό των Κορεστίων, σήμερα Πράσινο, που ο Καρανάσιος (2003:61) το ταυτίζει χωρίς βεβαιότητα. Αναφέρεται (ορθά) ως Τärnovo (Λιθοξόου 1998:245), ενώ ο ενδιαφέρων χάρτης της Ανάβασης (Πρέσπα 2000) το γράφει λανθασμένα ως Όστιμα.
Τέρστενικ: χωριό της Αλβανίας Β του Πολυάνεμου. Αναφέρεται ως Τρέστενικ (Μοναστήριον χ.χ., ΓΥΣ 1951, www.calle.com, Route Planner 1998). Η (διστακτική) ονομασία του Καρανάσιου «Θηριόπετρα» είναι ανεξήγητη.
Τούμινετς: χωριό της Αλβανίας Δ της Κορυτσάς. Αναφέρεται ως Tumanec (www.rastko.org.yu) και Damjanec (ΓΕΣ 1997:σχεδ.13, www.calle.com).
Χίντσκο: παλαιός οικισμός στη ΒΔ όχθη της λίμνης Χειμαδίτιδας, δυσθεώρητος σήμερα. Παραδίδεται ως Ίντσκο (Μοναστήριον χ.χ., Κούφης 1994:65, Λιθοξόου 1998:245). Παλαιός χάρτης της ΓΥΣ (Φλώρινα χ.χ.) αναγράφει τον κτηνοτροφικό οικισμό «Χειμάδι (Βράψιν)» και έναν άλλο οικισμό ως «Χειμάδι», αλλά όχι το Ίντσκο. Αρκετά νεότερος χάρτης της ίδιας υπηρεσίας (ΓΥΣ 1970) αναγράφει διάφορα χειμαδιά στην όχθη της ίδιας λίμνης, αλλά όχι το ζητούμενο. Παραδόξως ο τοπικός ερευνητής Οικονόμου (1976:308) δεν το μνημονεύει, ενώ μάλλον το γνωρίζει.
Ψέλτσκο: εξαιρετικής ομορφιάς χωριό του Γράμμου, Β από το Επταχώρι, σήμερα (η) Κυψέλη. Ο Καρανάσιος (2003:62) το παραδίδει ως (το) Κυψέλι, ίσως εκ παραδρομής. Αναφέρεται ως Ψέλσκον (ΧΑΣ χ.χ., geneamac.dhs.org), Τέλτσικον (ΑΔΒΚ, Ηχώ 26.1.27/1) και Ψέλτκο (ΓΕΣ Νεστράμι 1927;). Οι κάτοικοι το εκφωνούν Ψέλτσκο. Βομβαρδίστηκε από τους Ιταλούς το 1940.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΑΡΧΕΙΑ
ΑΔΑΜΟΥ ΓΙΑΝΝΗΣ (1994), επιμ, «Η Κοζάνη μέσα από τα ανέκδοτα αρχεία του ελληνικού προξενείου Ελασσόνος 1882 –1912», Δυτικομακεδονικά Γράμματα, Κοζάνη: ΣΓΚΤΝΚ
ΑΔΑΤ/ΛΚ (Αρχείο Δήμου Αγίας Τριάδας/ Ληξιαρχείο Κορομηλιάς), ληξ. πράξη 3/1941 (φόνος Ν. Νταηλάκη)
ΑΔΑ/ΛΑ (Αρχείο Δήμου Αμυνταίου/ Ληξιαρχείο Αμυνταίου), ληξ. πράξη 15/1945 (φόνος Π. Κορίνα)
ΑΔΒΘ (Αρχείο Δημοτικής Βιβλιοθήκης Θεσσαλονίκης), Ελληνικός Βορράς (28.3.45) 1
ΑΔΒΚ (Αρχείο Δημοτικής Βιβλιοθήκης Κοζάνης), Φ. 64, Εκλογικός κατάλογος Καλλιανής, 10 Αυγούστου 1908
ΑΔΒΚ, ΗΧΩ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ, Δισεβδομαδιαία εφημερίς εν Κοζάνη, ιδιοκτ: Μιλτιάδης Τζώνης, 1916 -1928 Κοζάνη
ΑΔΒΚ, Λυτά έγγραφα: κατάστασις φονευθέντων νομού Καστορίας, Καστορία 1945, αρ.13
ΑΡΑΒΑΝΤΙΝΟΣ Π. (1856), Χρονογραφία της Ηπείρου των τε ομόρων ελληνικών και ιλλυρικών χωρών, Αθήναι: Βλαστός, τ. Α΄, (Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης)
ΓΕΝΝΑΔΕΙΟΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ, ΑΦΔ (Αρχείο Φίλιππου Δραγούμη,), Φ.69/2, βορειοελλαδικά και μακεδονικά 1945 -46, Νέα Αλήθεια Θεσσαλονίκης (18.9.45), άρθρο του φαρμακοποιού Αριστοτέλη Λιάκου
ΓΑΚΑ (Γενικά Αρχεία Κράτους, Αθήνα), ΓΥΣ (1983), Γεωγραφικό λεξικό ελληνικών τοπωνυμίων, Αθήνα
ΓΑΚΦ (ΓΑΚ, Φλώρινα), Φ.15/2, Αυτοβιογραφία Γιώργου Δαβίδη
ΓΕΣ (1979) Γενικόν Επιτελείον Στρατού, Ο μακεδονικός αγών και τα εις Θράκην γεγονότα, Αθήνα: ΔΙΣ
ΓΕΣ (1997), Ο βορειοηπειρωτικός αγώνας, Αθήνα: ΔΙΣ (προσφορά Ιωάννη Κολιόπουλου)
ΓΙΩΤΑ ΜΑΡΙΑ (1996) Διοικητική οργάνωση της Ελλάδος (1913 -1921, μεταπτυχιακή εργασία στο τμήμα ιστορίας του ΑΠΘ, ανέκδοτη (τμηματική προσφορά από τη συγγράφισσα)
ΕΓΚΕΙΣΚΑ ΜΑΚΕΝΤΟΝΙΑ ΒΟ ΝΟΜΠ 1944 -1945 (1971), τ. 1, Σκόπια: Αρχίβ να Μακεντόνια
ΚΕΜΙΤ (Κέντρο Έρευνας Μακεδονικής Ιστορίας και Τεκμηρίωσης), Φ. Αλβανικό Ζήτημα, Πρωτόκολλον καταλήψεως εγκαταλελειμένου κτήματος, α.π. 8/8.3.18
ΚΕΜΙΤ, Φ. Εκτοπισμοί 1917 -1920, ΓΔΚΦ προς ΔΧ Κοζάνης, α.π.5986/14.8.19
ΚΕΜΙΤ, Φ. Ληστεία, Δ.Χ. Κοζάνης προς ΑΔΧΜ, α.π.135811/264, 13.5.30
ΠΕΛΑΓΙΔΗΣ ΣΤΑΘΗΣ (1994), Η αποκατάσταση των προσφύγων στη Δυτική Μακεδονία (1923 –1930), Θεσσαλονίκη: Κυριακίδης
PRO/ FO (Public Records Office/Foreign Office) 371/48269/R7953/26, War Cabinet Distribution from Salonica to Athens, cipher No 202/4.5.45
ΣΙΓΑΛΑΣ ΣΕΡΓΙΟΣ (1991), Ιερά Μονή Οσίου Νικάνορος και το κειμηλιοφυλάκιον αυτής, Γρεβενά (Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης)
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΥΣΤΑΣΕΩΣ και εξελίξεως των δήμων και κοινοτήτων, νομός Φλωρίνης, αρ. 46, (1961) Αθήναι: ΚΕΔΚΕ (ΓΑΚ Φλώρινας)
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΥΣΤΑΣΕΩΣ και εξελίξεως των δήμων και κοινοτήτων, νομός Κοζάνης, αρ. 26, (1961) Αθήναι: ΚΕΔΚΕ
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΥΣΤΑΣΕΩΣ και εξελίξεως των δήμων και κοινοτήτων, νομός Καστοριάς, αρ. 22, (1962) Αθήναι: ΚΕΔΚΕ (ΓΑΚ Κστοριάς)
ΒΙΒΛΙΑ ΚΑΙ ΑΡΘΡΑ
ΓΙΩΣΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ (1998) Ο Βράχος και τα Όντρια, λαογραφικά, Αθήνα
ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ (1994) Τα παρά τον Αλιάκμονα εκκλησιαστικά, Θεσσαλονίκη (προσφορά Στέφανου Γκριτζέλη)
ΖΑΚΥΘΗΝΟΣ Δ. (1929), «Κεφαλληνίας ιστορικά και τοπωνυμικά», Επετηρίς Βυζαντινών Σπουδών 6/183-202, Αθήναι (Σπουδαστήριο Βυζαντινής Ιστορίας ΑΠΘ)
GEORGAKAS D. (1941), «Beitrage zur Deutung als slavisch erklaerter Ortsnamen», Byzantinische Zeitschrift 41/351-81, Leipzig und Berlin: Teubner (Σπουδαστήριο Βυζαντινής Ιστορίας ΑΠΘ)
ΚΑΒΟΥΚΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (1999) «Το Μολισκό», Σερβιώτικα νέα 2/27
ΚΑΛΛΙΑΝΙΩΤΗΣ ΘΑΝΑΣΗΣ (2000), «Ζάμπουρντα κι Αιανή: η σχέση του μοναστηριού με το χωριό» Γραμμή (14.1.00) 7
ΚΑΛΛΙΑΝΙΩΤΗΣ ΘΑΝΑΣΗΣ (2000α), «Με τα πόδια για τη γνώση», Γραμμή (27.1.00)
ΚΑΛΛΙΑΝΙΩΤΗΣ ΘΑΝΑΣΗΣ (2002), Οι κρατούμενοι των ανταρτών στη Δυτική Μακεδονία 1941 -49, (ανακοίνωση στην 8η πανελλήνια συνάντηση μεταπτυχιακών –υπ. διδακτόρων στη Φιλοσοφική Σχολή Ρεθύμνου την 24.7.02, ανέκδοτη)
ΚΑΛΛΙΑΝΙΩΤΗΣ ΘΑΝΑΣΗΣ (2003) «Ιστορία της Κερασιάς Κοζάνης 1760- 1900», http://www.kozani.org/apopseis/kallianiotis/kerasia-26-5-03.htm
ΚΑΡΑΝΑΣΙΟΣ ΧΑΡΙΤΩΝ (2003), «Σλαβικά τοπωνύμια Δυτικής Μακεδονίας κατά τον Max Basmer», Ελιμειακά 50/34-62 (προσφορά Ιωάννας Στεργιοπούλου)
ΚΟΛΙΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ (2003) Η «πέραν» Ελλάς και οι «άλλοι» Έλληνες: το σύγχρονο ελληνικό έθνος και οι ετερόγλωσσοι σύνοικοι χριστιανοί (1800 -1912), Θεσσαλονίκη: Βάνιας (προσφορά του συγγραφέα)
ΚΟΥΦΗΣ ΠΑΥΛΟΣ (1994) Λαογραφικά, Άλωνα –Άρμενσκο Φλώρινας, Αθήνα
ΚΟΥΝΤΟΥΡΑΣ ΑΡΓΥΡΙΟΣ (2001) «Ονομασίες των χωριών και πόλεων του νομού Κοζάνης», Ελιμειακά 46/3-26 (προσφορά Βασίλη Καραγιάννη)
ΚΟΥΝΤΟΥΡΑΣ ΑΡΓΥΡΙΟΣ (2002) «Παλιές και νέες ονομασίες πόλεων και χωριών νομού Γρεβενών», Ελιμειακά 48/66-76 (προσφορά Βασίλη Καραγιάννη)
ΚΟΥΦΗΣ ΠΑΥΛΟΣ (1996) Λαογραφικά Φλώρινας –Καστοριάς, Αθήνα (προσφορά του συγγραφέα)
ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ ΜΙΧΑΗΛ (1998) Γνωριμία με το Νεστόριο Καστοριάς (Ανθρωπογεωγραφική μελέτη), Καστοριά (προσφορά Λευκής Παπατζήμα)
ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ ΤΑΣΟΣ (2002) Η απαγορευμένη γλώσσα: κρατική καταστολή των σλαβικών διαλέκτων στην ελληνική Μακεδονία, Αθήνα: Μαύρη Λίστα
ΛΙΘΟΞΟΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗΣ (1988) Ελληνικός Αντιμακεδονικός Αγώνας, Α.΄, Από το Ίλιντεν στη Ζαγκορίτσανη 1903 –1905, Αθήνα: Μεγάλη Πορεία (προσφορά Μαρίας Χατζηιωάννου)
ΜΕΛΕΤΗ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ … ΣΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΜΕΣΙΑΝΟΥ ΝΕΡΟΥ …, Σιάτιστα: Δήμος Σιάτιστας -εκπόνηση: Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης (Δημοτική Βιβλιοθήκη Σιάτιστας)
ΜΕΛΛΙΟΣ Α. ΛΑΖΑΡΟΣ (1976), Λαογραφικά Φλωρίνης: θρύλλοι –παραδόσεις –ιστορία Πρέσπας, Φλώρινα (Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης)
ΜΠΕΛΟΣ ΖΗΣΗΣ (2003), «Οι ενορίες της επαρχίας Πρεσπών κι Αχριδών», Ημερολόγιον Κοζάνης 2004, 25- 32, Κοζάνη, ιδιοκτ: Μπέλος Αναστάσιος (Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης)
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΠΑΝΤΕΛΗΣ (1976), Το Λέχοβο στην ιστορική του πορεία, Θεσσαλονίκη
Π. (1992) «Σάθας Κωνσταντίνος», Πάπυρος –Λαρούς –Μπριτάννικα, τ. 53, Αθήνα: Πάπυρος (Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης)
ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (2002), Σελίδες ιστορίας των Γρεβενών, Γρεβενά: Ν.Α. και Αναπτυξιακή Γρεβενών ΑΕ, τ.Α΄(Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης)
ΣΑΜΣΑΡΗΣ (1989), Ιστορική γεωγραφία της ρωμαϊκής επαρχίας Μακεδονίας, το τμήμα της σημερινής Δυτικής Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη: Εταιρία Μακεδονικών Σπουδών (παροδική προσφορά Κ. Μ.)
SATHAS K. (1883), Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας, Documents inedits relatifs a l` Histoire de la Grece, Paris: v. 4 (Κεντρική Βιβλιοθήκη ΑΠΘ)
ΣΙΑΜΠΑΝΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ (1974), Αιανή, ιστορία –τοπογραφία –αρχαιολογία, Θεσσαλονίκη
ΣΚΥΒΑΛΟΣ ΧΡΙΣΤ. (1970) «Το …σφάξιμο του χοίρου», Αριστοτέλης 84/ 9-11 (Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης)
STADTMÜLLER G. (1934), «Zur Geschichte der Familie Kamateros», Byzantinische Zeitschrift 34/352-8, Leipzig und Berlin: Teubner (Σπουδαστήριο Βυζαντινής Ιστορίας ΑΠΘ)
ΤΑ ΧΩΡΙΑ ΤΗΣ ΑΛΕΒΙΤΣΑΣ (1987), Έντυπη περιοδική εφημερίδα των χωριών και συλλόγων …, αρ.12, διευθ: Αχ. Παπαϊωάννου (προσφορά Αχιλλέα Παπαϊωάννου)
THE OXFORD DICTIONARY OF BYZANTIUM (1991), UK: Oxford University Press (Αθήναι (Σπουδαστήριο Βυζαντινής Ιστορίας ΑΠΘ)
VASMER MAX (1941), Die Slaven in Griechenland, Berlin: Akademie der Wissenschaften (Σπουδαστήριο Βυζαντινής Ιστορίας ΑΠΘ)
ΧΑΤΖΗΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΙΣΤΙΝΑ –ΜΑΡΙΑ (2000), Η ιστορική εξέλιξη των οικισμών του Αλιάκμονα κατά την Τουρκοκρατία: ο κώδικας αρ. 201 της Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Ζάβορδας, Αθήνα: ΚΝΕ/ΕΙΕ (προσφορά Βασίλη Καραγιάννη)
ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ
WWW.CALLE.COM, Παγκόσμιο [ηλεκτρονικό] γεωγραφικό λεξικό, Falling Rain Genomics, Inc., USA
GENEAMAC.DHS.ORG , Genealogy Macedonia, by Lena Jankovski and Alex Bakratcheff
WWW.GREVENA.GR, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Γρεβενών
WWW.GREVENANET.GR/DHMOS, Δήμος Γρεβενών, σελίδα φιλοξενούμενη στη Grevena Chamber Net, Γρεβενά
WWW.E-GREVENA.GR, σελίδα των Γρεβενών
WWW.HOMEPAGES.PATHFINDER.GR, σελίδα φιλοξενούμενη στην Phaistos Networks S.A, θυγατρική της DOL Digital S.A. Company, Aθήνα
WWW.KCL.AK.UK, Πανεπιστήμιο του Λονδίνου
WWW.RASTKO.ORG.YU, Ηλεκτρονική βιβλιοθήκη σερβικής κουλτούρας, Βελιγράδι
WWW.1UPINFO.COM, Ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια της Κολούμπια, Columbia University Press, USA
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
ΚΟΛΙΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ (2003α) καθηγητής νεότερης ιστορίας ΑΠΘ, συζήτηση στη Θεσσαλονίκη την 23.9.03
ΠΑΠΑΚΑΛΑΣ ΧΑΡΙΣΙΟΣ (1997) (Κρόκος 1909 -2000;), αγρότης, συγγενής οικογένειας Μανώλη, συνέντευξη στον Κρόκο την 1.8.97
ΤΖΕΝΑΣ ΝΙΚΟΣ (1999) (Κηπουργιό 1921 –Θεσσαλονίκη 2002), διμοιρίτης αποσπάσματος Βελουχιώτη, συνέντευξη στη Θεσσαλονίκη την 6.6.99
ΧΑΡΤΕΣ
ΓΥΣ (χ.χ.) Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού, Καλαμπάκα, κλίμαξ 1:100.000, λεπτομέρεια χάρτη (φωτοτυπημένη προσφορά Αθανασίου Πουλακάκη)
ΓΥΣ (χ.χ.) Φλώρινα, προσωρινή έκδοση, κλίμαξ 1:100.000, Αθήναι (Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης)
ΓΥΣ (1926), Κοζάνη, προσωρινή έκδοση, επιτελικός χάρτης της Ελλάδος, κλίμαξ 1:100.000, Αθήναι (Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης)
ΓΥΣ (1927), Γρεβενά, επιτελικός χάρτης της Ελλάδος, κλίμαξ 1:50.000, Αθήναι (Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης)
ΓΥΣ (1927;), Νεστράμι, προσωρινή έκδοση, επιτελικός χάρτης της Ελλάδος, κλίμαξ 1:50.000, Αθήναι (Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης)
ΓΥΣ (1927), Κορυτσά –Πρέσπα, κλίμαξ 1:100.000, Αθήναι (Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης)
ΓΥΣ (1951), Επιχείρησις Πυρσός, κλίμαξ 1:75.000, χάρτης αρ. 4, συνημμένος στο ΓΕΣ (1993), Οι μάχες του Βίτσι και του Γράμμου, Αθήνα: ελεύθερη σκέψις (ανατύπωση από έκδοση του 1951)
ΓΥΣ (1970;), Κνίδη;, κλίμαξ 1:50.000, Αθήναι (λεπτομέρεια χάρτη, φωτοτυπημένη προσφορά Κ. Μ.)
ΔΕΗ (2002), Χάρτης αποκατάστασης οδικών δικτύων, επικοινωνιών, Αθήνα: Τυποτεχνική ΕΠΕ (καφενείο Παναγιάς Γρεβενών)
GIZIMAP (<2002), Republic of Macedonia, geographical and tourist map, 1:260.000, Hungary
INFOTE (2002), Χρυσός οδηγός και τηλεφωνικός κατάλογος Δυτικής Μακεδονίας, Ιούλιος 2002 –Ιούνιος 2003, Αθήνα
INFOTE (2003), Χρυσός οδηγός και τηλεφωνικός κατάλογος Δυτικής Μακεδονίας, Ιούλιος 2003 –Ιούνιος 2004, Αθήνα
ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ Δ. ΚAI YIOI (χ.χ.), Χάρτης του νομού Γρεβενών, γεωφυσικός και πολιτικός, Θεσσαλονίκη
ΚΑΡΑΜΗΤΡΟΥ –ΜΕΝΤΕΣΙΔΗ ΓΕΩΡΓΙΑ (1999), Βόιον –Νότια Ορεστίς: αρχαιολογική έρευνα και ιστορική τοπογραφία, Θεσσαλονίκη (συνημμένος χάρτης στο Β΄ τόμο με τίτλο Αρ. 1 χάρτης Άνω Μακεδονίας) (παροδική προσφορά Κ. Μ.)
ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΟΝ (χ.χ.), κλίμαξ 1:200.000, Αθήναι: Κοντογόνης, χάρτης συνημμένος στο έργο του Ιωάννου Καραβίτη (1994), Ο μακεδονικός αγών, απομνημονεύματα, επιμ: Γ. Πετσίβας, τ. Α΄ (προσφορά Άνθιμου Τόρτοκα)
ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ (>1975), κλίμαξ 1:360.000, Αθήναι: Λουκόπουλος
ΠΡΕΣΠΑ, οδηγός και χάρτης 1:50.000 (2000) Αθήνα: Ανάβαση
ROUTE PLANNER EUROPE (1998), Windows version, SONYMAP, UK: AND Technology LTD
ΣΚΕΡΚΕΜΗΣ ΛΑΜΠΡΟΣ (>1951), «Η Δυτική Μακεδονία», κλίμαξ 1:250.000, Κοζάνη: Γκαβανάς (προσφορά Λάζαρου Οκουζίδη)
ΧΑΣ (χ.χ.) Χαρτογραφική Υπηρεσία Στρατού, Ιωάννινα, κλίμαξ 1:200.000, Αθήναι, χάρτης συνημμένος στο έργο του Ιωάννου Καραβίτη (1994), Ο μακεδονικός αγών, απομνημονεύματα, επιμ: Γ. Πετσίβας, τ. Α΄ (προσφορά Άνθιμου Τόρτοκα)
[Θανάσης Καλλιανιώτης, Ελιμειακά τ. 51 (Ιούνιος 2004) σσ. 12-34
[…] […]