Δρόμοι δεν υπήρχαν παλιότερα στο χωριό, μόνο μονοπάτια και στράτες. Στράτα έλεγαν το ευρύχωρο μονοπάτι ή τους χωμάτινους δρόμους μέσα στο χωριό. Η Κάλιανη (Αιανή) συνδέονταν με μονοπάτια με τον έξω κόσμο: προς Κερασιά, Χτένι και Ρύμνιο περνούσαν απ΄ το ίδιο μέρος, απ΄ όπου διαβαίνει η άσφαλτος σήμερα. Για να ταξιδέψει κανείς ως τον όμορο οικισμό Σφίλτς(ι) (Χρώμιο) βάδιζε τη στράτα ως τη θέση Σταυρός, από κει ανηφόριζε προς το ύψωμα Κουτρούλι(ι), άγγιζε μια κρυμμένη ασβεστολιθική καταβόθρα ονόματι Βαζούρα και κατηφόριζε μαλακά το νότιο πλάι του εξάρματος καλουμένου Βλάχους ώσπου να συναντήσει το σημερινό δρόμο. Ήταν ένας βασικός δρόμος που εξυπηρετούσε το υψίπεδο των Βεντζίων και τα Γρεβενά. Το μονοπάτι προς την Καισαρειά άρχιζε από το λόφο Αϊ-Πρόδρομους, κατέβαινε προς τη θέση Τ΄ Χαμζά του γιουφύρι όπου διαπερνούσε το νερόλακκο του Χάντακα, ανηφόριζε περνώντας από το σημερινό σκουπιδότοπο της Καισαρειάς και μετά από ένα πέρασμα του νερόλακκου Μπαξιώτκου του λάκκου έφτανε στο ειρημένο χωριό.
H στράτα προς την Κόζιανη (Κοζάνη) ήταν διαφορετική από τη σημερινή. Από τη θέση Γιαννούκα τη Βρύσ(η) περνούσε έναν νερόλακκο, διέσχιζε τη βόρεια πλευρά της θέσης Λιβάδ(ι), άφηνε δεξιά το χωριό Φτιλιά κι από κει αφήνοντας πάλι δεξιά τις Βάντσις (Άνω και Κάτω Κώμες), έφτανε στη Γκόμπλιτσα (Κρόκος). Η απόσταση καλύπτονταν σε τρεις ώρες με ζώα ή χωρίς. Λιγότερο από μια ισχυρίζεται ότι την έτρεξε στις 14 Απρίλη του 1941 ο 20χρονος τότε πατέρας μου Γρηγόρης Καλλιανιώτης: η οικογένειά του είχε καταφύγει βιαστικά την προηγούμενη μέρα στην Αιανή λόγω του βομβαρδισμού της Κοζάνης κι ο νεαρός γύρισε σπίτι του στην πόλη για να πάρει μερικά μετζίτια (τουρκικά χρυσά νομίσματα) πριν γίνουν βορά κατακτητών και κατακτημένων. Τα βρήκε κι ερχόταν στο χωριό. Έξω από το ναό του Αγίου Κωνσταντίνου της πόλης τον σταμάτησαν οι Γερμανοί χωρίς να τον ερευνήσουν. Μόλις τον άφησαν, έβαλε φτερά στα πόδια του.[1]
Η στράτα του αλατιού περνούσε από τον πόρο της Καισαρειάς, τη δίοδο του Σαρανταπόρου, άφηνε αριστερά το Λιβάδι Ελασσόνας κι απ΄ τα στενά του Αϊ Δημήτρη Πιερίας κατέληγε στις αλυκές της Τούζλας (Κίτρους), απ΄ όπου οι κτηνοτρόφοι της Κάλιανης αγόραζαν αυθεντικό, χοντρό θαλασσινό αλάτι.
Οι στράτες του χωριού δεν είχαν πέτρινα γεφύρια, αν εξαιρέσουμε την τοποθεσία Τ΄ Χαμζά του γιουφύρ(ι) όπου προφανώς ο Τούρκος Χαμζά το είχε κατασκευάσει ή επισκευάσει. Εκεί μέχρι το 1940 ένα πλατάνι γεφύρωνε τον ήρεμο νερόλακκο ενώ άλλα δέντρα συνέδεαν τις όχθες των υπόλοιπων λάκκων. Το παλαιό γεφύρι, αν ήταν πέτρινο, μάλλον λιθολογήθηκε εντελώς σε παλαιότερους χρόνους.
Από την Αιανή δεν περνούσε κανείς σημαντικός δρόμος[2] ως το 1936, έτος σταθμός στην κοινωνία και τη συγκοινωνία της Αιανής, καθώς εντατικοποιήθηκε η εξόρυξη χρωμίου στη Ροδιανή, το Χρώμιο και τα Βέντζια.[3] Στην αρχή η μεταφορά του προϊόντος γινόταν όπως και επί Τουρκοκρατίας με ζώα. Μετά με φορτηγά αυτοκίνητα, τα οποία ταξίδευαν προς Κοζάνη μέσω Κερασιάς-Λευκοπηγής (όπως σήμερα), προφανώς για να υπάρχει ανταπόκριση με τα αντίστοιχα μεταλλεία της Ροδιανής αφού, βέβαια, διευρύνθηκε στρώθηκε το μονοπάτι Αιανής-Κερασιάς κι ανοίχτηκε νέα οδός από τη θέση της Αιανής Ημιράδια προς το Χρώμιο.
Τότε μπήκε στο λεξιλόγιο του χωριού ο δρόμους και στην οδό Κοζάνης-Παλιοχωρίου Βεντζίων δρομολογήθηκε το πρώτο λεωφορείο της γραμμής με σοφέρ Κοζανίτη επονομαζόμενο Γκάργκα. Ο δρόμος αυτός, η κάτοικοι τον αποκαλούσαν και δημόσιου χρησιμοποιήθηκε από τους Αιανιώτες μόνο μετά τον Εμφύλιο, γιατί η παλιά στράτα προς Κοζάνη, μέσω της θέσης Λιβάδι θεωρούνταν και ήταν χιλιομετρικά συντομότερη. Την άπλα του δρόμου συναγωνίζονταν σε διαφορετικό όμως επίπεδο τα δύο και μοναδικά τουρκογενή γκαλντερίμνια του χωριού, το ένα κατηφόριζε από το ναό του Αγίου Γεωργίου προς την πλατεία και το άλλο ανηφόριζε σχεδόν αντιδιαμετρικά προς το μαχαλά ονόματι Πουδαρκά.[4]
Το δρόμο του χρωμίου διάνοιξαν καλύτερα και μεθοδικότερα οι Γερμανοί στα τέλη του 1942 μέσω της αυστριακής εταιρείας Via Nova[5] προσλαμβάνοντας εργάτες από την Αιανή και τα γύρω χωριά. Σ΄ αυτό το δρόμο έσπαζε κι έστρωνε χαλίκια ο εργάτης Κωνσταντίνος Τσιτούρας από την Αιανή ώσπου να βγει αντάρτης τον Φλεβάρη του 1943 με την θεσσαλική ομάδα του ΕΛΑΣ κι αρχηγό τον Λαρισαίο οδηγό με το ψευδώνυμο Μπαρμπασαράντης. Πριν φύγει από την περιοχή ο συγχωριανός εμφανίστηκε οπλισμένος στους Γερμανούς πρώην εργοδότες του απειλώντας τους να προσέχουν.
Τον ίδιο μήνα ομάδα του ΕΛΑΣ με ηγέτη τον Μάρκο Τσιούκρα σταμάτησε στη θέση Αϊ Νάστασ(η) αυτοκίνητο της Via Nova και πήρε τα τρόφιμα και τα τσιγάρα των επιβαινόντων. Λίγες μέρες αργότερα οι ίδιοι αφόπλισαν τους Γερμανούς τεχνικούς των μεταλλείων στο Χρώμιο ξαναδίνοντάς τους μόνο τα πιστόλια.[6] Ο δρόμος του χρωμίου είχε γίνει πια επικίνδυνος για τους Γερμανούς είτε από νάρκες είτε από χτυπήματα ανταρτών όπως ένα του Απριλίου του 1943 όπου σκοτώθηκε ο νεαρός ελασίτης Γιάννης Ντρογούτης από το Μοσχοχώρι Σερβίων.
Ό,τι μπορούσε να βαδίσει κανείς (δρόμο ή μονοπάτι) έγινε εξαιρετικά επικίνδυνο κατά τον Εμφύλιο καθώς οι σαμποταριστές του τοπικού Κέντρου Πληροφοριών του ΔΣΕ ναρκοθετούσαν από βραδύς. Στη θέση Βαλανίδα π.χ. ανατινάχτηκε καλοκαίρι του ΄48 με τρία θύματα κι αρκετούς τραυματίες το 3ο ιδιωτικό φορτηγό στρατιωτικής φάλαγγας,[7] στη δε Λευκοπηγή παρόμοιο. Το λεωφορείο του εξ αγχιστείας θείου μου Κοζανίτη Νικολάου Δελιαλή, γνωστότερου ως Μποέμ,[8] ήταν τυχερό τις φορές που έφθανε ως το χωριό.
Η μεταπολεμική χαλικόστρωση των οδών άλλαξε κάπως το παραδοσιακό τοπίο. Τότε ανοίχτηκαν από τη στρατιωτική ΜΟΜΑ σχεδόν όλοι οι σημερινοί χωματόδρομοι. Εργάτες και φαντάροι επιμελήθηκαν με ιδιαίτερη φροντίδα δρόμους που σκαρφάλωναν στις πλαγιές των βουνών, με τους οποίους πίστευαν ότι θα αντιμετώπιζαν καλύτερα μια νέα επανάσταση παρόμοια μ’ αυτή του ΔΣΕ. Αυτοί οι δρόμοι ωφέλησαν περισσότερο τους λαθροϋλοτόμους και τους λαθροκυνηγούς που εξορμούσαν τις γιορτές ή τις νύχτες παρά τους χωρίτες.
Στο μέσο της δεκαετίας του 1970 συνέβη μια μεγάλη αλλαγή: ασφαλτοστρώθηκε ο κεντρικός δρόμος της Αιανής για να εξυπηρετήσει την κατασκευή της γέφυρας Ρυμνίου. Επρόκειτο μια όαση πολυτέλειας ανάμεσα στις καλοκαιρινές σκόνες και τις χειμωνιάτικες λάσπες των μαργωδών χωματόδρομων. Έπειτα, προς μίμησιν της ασφάλτου άρχισαν, φειδωλά, να στρώνονται και οι υπόλοιποι δρόμοι του χωριού με τσιμέντο που μετά από πάροδο λίγων ετών φθείρονταν, επιτρέποντας τις κροκάλες του μίγματος να προεξέχουν θαρρετά. Συγχρόνως διαμορφώθηκαν και πεζοδρόμια αφήνοντας όμως το μεγαλύτερο μέρος της δημοσιάς στα οχήματα και την άκρη της μόνο για τους ανθρώπους. Τα πεζοδρόμια, στα οποία εργάστηκε κι ο γράφων για ένα διάστημα, κατασκευάστηκαν το 1983 τόσο στενόχωρα ώστε ήταν αδύνατο να πορευτεί κανείς με άνεση επάνω τους. Οι άνθρωποι αισθάνονταν μικροί μπροστά στη μεγαλοσύνη των αυτοκινήτων.
Η προπέρσινη αναπεζοδρόμηση των δυο παλιών γκαλντεριμιών του χωριού και το καλίγωμά τους με τσιμεντένιες πλάκες γέννησε βάσιμες ελπίδες ότι θα άλλαζαν τον τόπο βάδισης. Ως σήμερα (1995) πάντως αν θελήσει κανείς να αποφύγει τα αυτοκίνητα που διασχίζουν το χωριό δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει τα πεζοδρόμια είτε γιατί δεν υπάρχουν είτε διότι διακόπτονται από φυτεμένα στη μέση δέντρα. Ένα δε περιπλεγμένο τσιμεντένιο μονοπάτι με συνολικό μήκος γύρω στα 200 μέτρα δεσπόζει μέσα στο χόρτο της προέκτασης της πλατείας -τα μικρά του παιδικού σταθμού βγαίνοντας για παιγνίδι σκοντάφτουν και πέφτουν επάνω του. Δίπλα του και μια τεράστια τσιμεντένια -γεμάτη σκουπίδια- άδεια δεξαμενή.
Οι δρόμοι της Αιανής πήραν όνομα κατά τη διάρκεια του καθεστώτος των συνταγματαρχών. Όλοι οι ήρωες της Παλαιάς Ελλάδος του 1821 παρήλαυναν στις πινακίδες, ενώ η αντίστοιχη της κεντρικής οδού επονομάστηκε οδός 21ης Απριλίου. Συγχρόνως καρφώθηκαν και αριθμοί σε κάθε οίκημα. Το αστείο ήταν ότι οι αριθμοί των σπιτιών ξεκινούσαν από το 1 και κατέληγαν γύρω στο 600. Έτσι ο γράφων έμενε στην οδό 21ης Απριλίου 221, ενώ άλλος κατοικούσε στην Γράμμου-Βίτσι 600! Η κατάσταση αυτή υφίσταται ως σήμερα (1995).
Η 21ης Απριλίου ήταν ένας από τους τρεις μόνον δρόμους που άλλαξαν το όνομά τους κι έγιναν η πρώτη Αιανού, ενώ οι υπόλοιποι Μελίνας Μερκούρη και Χρήστου Μανόλη, ονόματα με τα οποία τίμησαν τη μυθολογία, την πολιτική κι έναν από τους ευεργέτες του χωριού. Συνεχίζεται παράλληλα η ύπαρξη των παλαιών ονομάτων, ενώ μπορούσαν να τιμηθούν πρόσωπα και πράγματα της Αιανής: οδός Λάζου Τσιτούρα π.χ. προς τιμή του ομώνυμου αντάρτη του ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ ή Κωνσταντίνου Σιαμπανόπουλου προς χάριν του αρχαιόφιλου δάσκαλου ή Ζήση Ντιντίνου προς τιμή της άδολης καπνεργατικής ιδεολογίας ή Αλιάκμονος, Μουσείου κττ.
Ο νέος αυτοκινητόδρομος Λάρισας-Κοζάνης που άρχισε για να σταματήσει ως συνήθως κατόπιν, όταν κι αν συνεχιστεί, θα επιφέρει αρκετές αλλαγές στην κοινωνία του χωριού, παρ΄ όλο που περνά αρκετά μακριά. Τότε οι Βεντζιώτες και οι Καμβούνιοι θα περνούν έξω από το χωριό, ενώ η σημερινή διαδρομή προς Κοζάνη θα εγκαταλειφθεί και θα πραγματοποιείται μέσω του νέου αυτοκινητόδρομου. Η κυκλοφορία του χωριού θα αραιώσει και οι ευκαιριακοί πελάτες των μαγαζιών δεν θα είναι τόσο συχνοί. Τότε ο κόσμος του χωριού θα βρει τη χαμένη ησυχία του και οι δεσμοί μεταξύ τους θα πυκνώσουν. Τότε ίσως πεζοδρομηθεί κι ο κεντρικός δρόμος που εγγίζει την πλατεία.
Δημοσιεύτηκε πρώτη φορά έντυπα στην εφημερίδα της Κοζάνης Πρωινός Λόγος (28.7.99) 5. Εδώ σε μια προσπάθεια να μη χαθεί το αρχικό χρώμα του βλέπει το ψηφιακό φως βαθιά ανακτενισμένο και με άλλη συνοδευτική εικόνα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Αρβανίτης Ελευθέριος, Ο κόσμος της εργασίας στην Κοζάνη του Μεσοπολέμου, μεταπτυχιακή εργασία στο Τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 2018, http://ikee.lib.auth.gr/record/302600/files/GRI-2019-23510.pdf
- Γούλας Κωνσταντίνος, έμπορος, συνέντευξη στην Αιανή το 1998
- Ιγγλέσης, Ν., Οδηγός της Ελλάδος του έτους 1930, Πυρσός, Αθήναι 1930
- Ιδιωτική Συλλογή Αθανασίου Καλλιανιώτη
- Καλλιανιώτης Αθανάσιος,Οι Πρόσφυγες στη Δυτική Μακεδονία κατά την περίοδο 1941 -1946, διδακτορική διατριβή στο Τμήμα Ιστορίας ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 2007, https://phdtheses.ekt.gr/eadd/handle/10442/19183
- Καλλιανιώτης Γρηγόρης, λογιστής, συνέντευξη στην Αιανή το 1998
- Καραβάς Γεώργιος, λογιστής, συνέντευξη στην Κοζάνη το 1996
- Καραγιάννης Ευάγγελος, Χωροφύλακας, συνέντευξη στη Ροδιανή το 1996
- Τσιούκρας Μάρκος, διοικητής λόχου 1/27 ΕΛΑΣ, συνέντευξη στην Κοζάνη το 1994
- Φτάκα Φανή, Στη Λαριού και στη Ζάμπορδα 60 χρόνια πριν, https://xronos-kozanis.gr/sti-larioy-kai-sti-zamporda-60-chronia-prin-tis-fanis-ftaka/
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Καλλιανιώτης Γρηγόρης, λογιστής, συνέντευξη στην Αιανή το 1998
[2] Αρβανίτης Ελευθέριος, Ο κόσμος της εργασίας στην Κοζάνη του Μεσοπολέμου, μεταπτυχιακή εργασία στο Τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 2018, σ. 41-42
[3] Καλλιανιώτης Αθανάσιος, Οι Πρόσφυγες στη Δυτική Μακεδονία κατά την περίοδο 1941 -1946, διδακτορική διατριβή στο Τμήμα Ιστορίας ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 2007, σ. 31
[4] Γούλας Κωνσταντίνος, έμπορος, συνέντευξη στην Αιανή το 1998
[5] Καραβάς Γεώργιος, λογιστής, συνέντευξη στην Κοζάνη το 1996
[6] Τσιούκρας Μάρκος, διοικητής λόχου 1/27 ΕΛΑΣ, συνέντευξη στην Κοζάνη το 1994
[7] Καραγιάννης Ευάγγελος, Χωροφύλακας, συνέντευξη στη Ροδιανή το 1996
[8] Φτάκα Φανή, Στη Λαριού και στη Ζάμπορδα 60 χρόνια πριν, https://xronos-kozanis.gr/sti-larioy-kai-sti-zamporda-60-chronia-prin-tis-fanis-ftaka/