Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Together, τ. 15, Μάιος 2016, σ. 24
Θερμαίνεται στις μέρες μας η επιστροφή στο πρόσφατο παρελθόν, στα πολεμικά αντίποινα, ιδιαίτερα των αρχών Κατοχής, τα οποία υπέστησαν οι κάτοικοι της χώρας μας την δεκαετία 1940 -1950. Βασανισμένα χωριά, μέχρι πρότινος κρυμμένα στην λήθη της Ιστορίας, όπως η Ερμακιά Κοζάνης, βγαίνουν στο προσκήνιο ζητώντας δικαίωση, ηθική και υλική, για όσα υπέστησαν από ενόπλους, που προς χάριν του πολέμου πατούσαν με ευκολία τη σκανδάλη των όπλων τους, έσπερναν με άνεση φωτιές στο δρόμο τους ή απαλλοτρίωναν ξένα αγαθά χωρίς διστακτική σκέψη.
Μάλλον οι περισσότεροι αγνοούν ότι εναντίον των Ελλήνων είχαν στραφεί, εκτός από τους Γερμανούς, και οι Ιταλοί και οι Βούλγαροι. Ακόμη πως αρκετά ανθρώπινα θύματα και υλικές ζημίες άφησε πίσω του ο σκληρός εμφύλιος πόλεμος κατά τη διάρκεια της Κατοχής, τον οποίο δεν θέλει κανείς να θυμάται, στην περίπτωση, βέβαια, που τον γνωρίζει στις πραγματικές του διαστάσεις.
Νεκροί και τραυματίες
Γύρω στους 5.000 άνδρες, γυναίκες και παιδιά, για την ακρίβεια 4.981, έχασαν τη ζωή τους την περίοδο 1941 -1944 στη Δυτική Μακεδονία από σφαίρα, μαχαίρια, ξυλοδαρμό ή πυρπολήσεις. Αν σ΄ αυτούς προσθέσουμε τους 956 στρατιώτες του ελληνοϊταλικού κι ελληνογερμανικού πολέμου 1940 -1941, στους οποίους δεν συμπεριλαμβάνονται οι εξαφανισθέντες, ο αριθμός των θυμάτων αυξάνεται σε 5.937. Στην περίπτωση δε που μετρήσουμε, δυστυχώς ακόμα δεν έχει κατορθωθεί, όσους εκδήμησαν από ατυχήματα, συνήθως παιδιά, με εγκαταλειμμένα πολεμικά υλικά (χειροβομβίδες κττ), θα εγγίζαμε τους 8.000 θανόντες λόγω του πολέμου και των απότοκών του.
Προσμετρήθηκαν μόνον αυτοί που κατάγονταν ή ζούσαν στη Δυτική Μακεδονία κι όχι οι ξένοι από άλλες περιοχές. Οπότε όσοι έχυσαν το αίμα τους στην γη μας, δηλαδή και ξενοτοπίτες χωροφύλακες, υπάλληλοι, επισκέπτες ή παροδικοί πρόσφυγες, είναι περισσότεροι. Κατά μια προσέγγιση φθάνουν ίσως τους 10.000. Πρόκειται για ένα ποσοστό νεκρών γύρω στο 3,5%, αφού οι κάτοικοι της περιοχής τότε λογαριάζονταν περίπου στις 300.000.
Δεν καταμετρήθηκαν επίσης οι τραυματίες των πολέμων, κάτι εξαιρετικά απαιτητικό και δυσπέλαστο. Λογικά σκεπτόμενοι, θα μπορούσαμε να τους αναβιβάσουμε σε 25.000, τριπλασιάζοντας απλώς τον αριθμό των νεκρών. Τότε ομιλούμε για ένα πληγέν ποσοστό 8,4, ένας στους δέκα περίπου, οι περισσότεροι άμαχοι.
Στον πίνακα καταριθμούνται οι θύτες κι ο αριθμός των θυμάτων τους από το 1941 έως το 1946. Δεν συμπεριλαμβάνονται οι 956 νεκροί στρατιώτες του πολέμου 1940 -1941. Η ΕΚΑ (Ένωση Κοινωνικής Αμύνης) ήταν εθνικιστική οργάνωση, όπως κι ο ΕΕΣ (Εθνικός Ελληνικός Στρατός). Το ΣΝΟΦ (Σλαβομακεδονικό ΕΑΜ) ήταν δημιούργημα του ΚΚΕ στη Φλώρινα και την Καστοριά, ενώ το ΝΟΦ (Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο) τέκνο της νότιας Γιουγκοσλαβίας. Η Οχράνα, οργάνωση βουλγαρικής υφής, έδρασε στο πλευρό των Γερμανών. Τα 71 θύματα χρεώνονται στους Βρετανούς, αποτέλεσμα βομβαρδιστικών τους αεροπλάνων.
Οικίες και περιουσίες
Αν ένας στους δέκα κατοίκους επλήγη από τα πολεμικά γεγονότα το 1940 -1944, οι υλικές ζημίες είναι τεράστιες. Δεν υπάρχει πόλη ή χωριό που να μην γνώρισε δηώσεις και καταστροφές είτε από το Στρατό Κατοχής (Γερμανοί, Ιταλοί, Βούλγαροι) είτε από τους αντάρτες είτε, λιγότερο, από τους αντικομουνιστές οπλίτες. Μια μελέτη των υπαρχόντων δηλώσεων ζημιών της περιόδου, υπερβολικές ως έναν βαθμό, είναι αναγκαία όσο ποτέ. Σχετικά συγκεντρωτικά βιβλία, που εκδόθηκαν μεταπολεμικά, χρειάζονται σοβαρές διορθώσεις και φυσικά πάμπολλες προσθήκες, αφού δεν συμπεριλαμβάνουν οικίες ανταρτών που κατέστρεψαν ατομικά οι κατακτητές σε πεδινά χωριά όπως π.χ. στην Αιανή Κοζάνης.
Στις πυρπολήσεις ανά πόλη ή χωριό πρωταθλητές αναδεικνύονται από νωρίς οι Ιταλοί: στα Σέρβια έκαψαν 761 οικίες. Ακολουθούν οι Γερμανοί, αχτύπητοι στο γενικό σύνολο, με 468 οικίες στο Καταφύγι Πιερίων, 365 στους Πύργους Εορδαίας και χιλιάδες άλλες στο νομό Κοζάνης και την ευρύτερη περιοχή. Σ΄ αυτό το τρομακτικό παιχνίδι της φωτιάς έλαβαν μέρος και Βούλγαροι ή βουλγαρόφρονες Έλληνες, όταν εκστρατεύοντας στο πλευρό των Γερμανών, πυρπόλησαν οικήματα στο Βόιο, όπως, περισσότερες, στην Καστοριά και τη Φλώρινα. Μια καταμέτρηση των φλεγόμενων σπιτιών σε ολόκληρη τη Δυτική Μακεδονία μάλλον θα δείξει εκφανώς ότι τουλάχιστον το ένα τρίτο των κατοικήσεων επλήγη ολοσχερώς από τους κατακτητές.
Οι οικίες αντικομουνιστών οπλιτών ή απλώς αντίθετων, που έχουν καταστραφεί από αντάρτες του ΕΛΑΣ, δεν έχουν καταμετρηθεί. Όποιος ερευνητής καταπιαστεί, σίγουρα θα εκπλαγεί, όταν διαπιστώσει ότι οι αριθμός τους μετριέται σε εκατοντάδες.
Πόσα ζώα και υλικά αγαθά απαλλοτριώθηκαν από τους ενόπλους της περιόδου δεν θα ευρεθούν μάλλον ποτέ. Πώς να ξέρει κανείς προσωπικές ιστορίες, π.χ., ότι ένοπλοι του ΕΕΣ προτείνοντας τα όπλα τους πήραν από τον παππού μου Νάτσιου στην Αιανή το στρατιωτικό του αδιάβροχο κι από τη γιαγιά Πανάιου ένα κιούπι με λίγδα; Πόσοι ακόμη γνωρίζουν πως οι αντάρτες του ΕΛΑΣ πήραν σημαντικές ποσότητες εδωδίμων κι αποικιακών από καταστήματα, που διατηρούσε η οικογένειά μας στο Χρώμιο και την Αιανή;
Άνθρωπος και χρήμα
Ένας από τους μύθους, που πρέπει να αποδομηθούν, είναι ότι τις σκληρότατες δηώσεις προκάλεσαν αποκλειστικά σιδηρόφρονες ναζιστές, SS κι άλλες ειδικές δυνάμεις. Τα θύματα λ.χ. στο Μεσόβουνο Εορδαίας χρεώνονται αποκλειστικά στη Βέρμαχτ. Από το άλλο μέρος βλέπουμε ότι και οι, ήπιοι κατά γενικήν ομολογίαν, Ιταλοί δεν υστέρησαν σε εκτελέσεις αμάχων και καταστροφές χωριών και πόλεων. Υπολείπονταν των Γερμανών, προφανώς διότι άλλαξαν στρατόπεδο νωρίς, το Σεπτέμβρη του 1943. Αν έμεναν περισσότερο στο πεδίο, ο αριθμός των θυμάτων τους θα αυξανόταν αλματωδώς όσο πίεζαν οι αντάρτες.
Οι Βούλγαροι πέρασαν αιματηρά για λίγο καιρό από τη Δυτική Μακεδονία είτε ως αυθεντικός στρατός είτε ως Οχράνα στο πλευρό των Γερμανών. Πιθανότατα η περιοχή μας είναι τυχερή, αφού δεν έμειναν περισσότερο χρόνο. Αν το έκαναν, θα εξήγειραν προφανώς ανεπίστρεπτα τους Έλληνες της περιοχής λόγω του προαιώνιου μίσους, αλλά οι Γερμανοί δεν ήταν τόσο ανύποπτοι για να το επιτρέψουν να συμβεί.
Αγνοεί ο γράφων πόσες αποζημιώσεις έδωσαν οι τρεις κατακτητές στους δηωθέντας Έλληνες. Αλλά και να υπήρχαν αριθμητικές καταγραφές, ποιος θα τις πίστευε, όταν τις κυβεύουν επαγγελματίες πολιτικοί, μελετητές ή και ιστορικοί; Πώς να βεβαιωθούμε ότι αριθμοί και ποσότητες, αναφερόμενοι σε έγγραφα, κατασκευασμένα σε άνετα γραφεία της Γερμανίας, έφθασαν μεταφρασμένοι ως χρήμα στα ροζιασμένα χέρια Ελλήνων αγροτών και ποιμένων, χωρίς να κοσκινιστούν, ελαφρώς τουλάχιστον, από διορισμένους ή εθελοντές διανεμητές κατά τη διάρκεια του μακρινού τους ταξιδιού;
Πως εξηγούνται άραγε οι αθρόες εκτελέσεις, πυρπολήσεις και δηώσεις, στις οποίες προέβησαν και οι τρεις κατακτητές; Επειδή οι Γερμανοί είχαν 97 περίπου νεκρούς (αφαιρούνται 53 που φονεύτηκαν από Νεοζηλανδούς κι Αυστραλούς το 1941), ενώ οι Ιταλοί μόνον 32; Αδιάφορο αν ήταν αποτέλεσμα φόβου ή έξαψης. Κύριο ερώτημα είναι η υποτίμηση της ανθρώπινης ζωής. Με ποιο δικαίωμα εισέβαλες σε ξένο τόπο και γιατί φόνευσες τόσους πολλούς, όχι εν μέσω διαδορατισμών, κάτι εξηγήσιμο, αλλά σχεδόν όλους αμάχους; Ολίγον μετέπειτα, πώς μέτρησες σε χρήμα την ανθρώπινη ζωή και την οιμωγή που έσπειρες στους επιζώντες;
Ο παρήκων χρόνος δεν έσβησε ακόμη τίποτα…