Σκίτσο του Μίκη Ματσάκη

Εις σε προστρέχω τέχνη της ποίησης …

Ανήλιαγες  μίζερες αίθουσες που πριν από μας “φιλοξένησαν” μαθητές για να τους μυήσουν – ανάμεσα στα άλλα και στην ποίηση. Οι τοίχοι και τα ταβάνια, γεμάτα μούχλα, πέφτουν σε ξέφτια, στις πόρτες η σκουριά παραμονεύει κάτω από ένα βιαστικό βάψιμο. Τα παράθυρα ανοίγουν δύσκολα σκεβρωμένα από την υγρασία. Το φως, νεκροτομείου, βουλιάζει στους μουντούς τοίχους.

Τα γραπτά ατελείωτα, αναμασούν – πετυχημένα κάποτε -τα κατεβατά, δικά μας και των φροντιστηρίων, με τα οποία τους γεμίσαμε το κεφάλι. Και το θέμα: ο πανικός της φθοράς  ενός γηράσκοντος εστέτ για τον οποίο η ομορφιά υπήρξε νόημα ζωής, δοσμένο με αξιοπρέπεια και καλαισθησία. Και οι μαθητές, νέοι έφηβοι με το αίμα τους να βράζει τι σχέση έχουν με αυτή την “προχωρημένη ώρα”;

Κάπου ένα γελάκι, η αδεξιότητα του μαθητή που δεν έχει καταλάβει τίποτε και γράφει ότι κουρέλια ερμηνείας μπορεί να ανασύρει από τη στομωμένη του μνήμη συρράπτοντάς τα σε ένα υπερρεαλιστικό συνοθύλευμα.

Φέρε τα φάρμακά σου τέχνη της ποίησης, για να αντέξω τη ματαίωση χαραγμένη σε κάθε γραπτό που σηκώνω. Να ξέρω ότι και την άλλη χρονιά θα προσπαθήσω να περάσω την ανατριχίλα του ποιητικού λόγου μέσα από της συμπληγάδες “της ύλης των πανελληνίων”. Να δώσω στα παιδιά το μαγικό υγρό της Αλίκης για να περάσουν το μικρό πορτάκι και να μπούν στο χώρο της Φαντασίας, να ακολουθήσουν τις διαδρομές του Λόγου πάνω στο χαρτί, να ανοίγουν καινούργια μονοπάτια.

Νάρκης του άλγους: κάποτε – σπάνια- καθώς ένα ακόμα τετράδιο ανοίγεται μπροστά σου, ένα αεράκι δροσιάς. Ο λόγος καθαρός, δύο κρύσταλλα που ακουμπούν, κυλάει, χορεύει, ανασκαλεύοντας σαν άλλη θάλασσα τα βότσαλα. Και η ποίηση είναι ξαφνικά εκεί, άγουρη, ζωντανή, κυλάει στις φλέβες.

Για αυτό το γραπτό άλλη μια χρονιά στον ωκεανό της μιζέριας και της άρνησης.

Επάγγελμά μου: το ακατόρθωτο

Αφήστε μια απάντηση

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων