Πάσχα = Σταυρός και Ανάσταση

ΣΤΑΥΡΟΣ

Η ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ

Είναι η εβδομάδα των παθών του Χριστού και ονομάζεται μεγάλη όχι επειδή έχει περισσότερες ώρες ή μέρες από τις άλλες εβδομάδες του έτους αλλά, σύμφωνα με τον άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο, επειδή «μεγάλες και απερίγραπτες υπήρξαν οι ωφέλειες που πήραμε κατ’ αυτήν την εβδομάδα. Κατ’ αυτήν την εβδομάδα τελείωσε ο πολυχρόνιος πόλεμος του ανθρώπου με το Θεό, καταργήθηκε ο θάνατος, εξαφανίσθηκε η κατάρα, διαλύθηκε η τυραννική εξουσία του Διαβόλου, τα υπάρχοντά του λεηλατήθηκαν, έγινε η συμφιλίωση του Θεού με τον άνθρωπο…
Γι’ αυτό, λοιπόν, ονομάζουμε Μεγάλη την εβδομάδα αυτή, επειδή τόσες πολλές και μεγάλες δωρεές μας χάρισε κατ’ αυτήν ο Κύριος».
(Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ομιλία  Λ΄ εις την Γένεσιν).

Κυριακή των Βαΐων
Εορτάζουμε την είσοδο του Ιησού στα Ιεροσόλυμα. «Ἐρχόμενος ὁ Κύριος πρὸς τὸ ἐκούσιον πάθος» έστειλε δυο εκ των μαθητών του και έφεραν προς αυτόν ένα μικρό γαϊδουράκι και αφού κάθισε πάνω σ’ αυτό, εισήλθε στην πόλη. Το πλήθος του λαού όταν άκουσε ότι έρχεται ο Ιησούς, πήρε στα χέρια βαΐα φοινίκων και βγήκε να τον προϋπαντήσει. Και άλλοι μεν με  τα ρούχα τους, άλλοι δε με κλαδιά από τα δένδρα, έστρωναν το δρόμο από τον οποίο θα περνούσε ο Χριστός. Και όλοι μαζί, ακόμα κι αυτά τα νήπια, φώναζαν: «Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ο βασιλεύς του Ισραήλ».

Μεγάλη Δευτέρα
Θυμόμαστε: 1) Τον πάγκαλο Ιωσήφ που ήταν ο ενδέκατος υιός του Ιακώβ. Φθονήθηκε από τους αδελφούς του οι οποίοι πρώτα τον έριξαν σ’ ένα λάκκο και κατόπιν τον πούλησαν σκλάβο σε αλλόφυλους και από εκείνους  πάλι πουλήθηκε σκλάβος στην Αίγυπτο. Για τη σωφροσύνη του συκοφαντήθηκε και καταδικάσθηκε στη φυλακή. Έπειτα βγήκε με δόξα πολλή και τιμήθηκε από το Φαραώ σαν βασιλιάς. Έγινε άρχοντας όλης της Αιγύπτου. Στον καιρό της πείνας έγινε σιτοδότης όλου του λαού αλλά και των αδελφών του τους οποίους συγχώρησε και τους κάλεσε να μείνουν κοντά του. Για όλα αυτά ο Ιωσήφ θεωρείται τύπος του Χριστού  γιατί κι ο Ιησούς  έπαθε από τους ομοφύλους του Ιουδαίους  αλλά κατόπιν δοξάσθηκε με την ανάστασή Του. 2) Την άκαρπη συκιά  που καταράστηκε ο Χριστός και ξεράθηκε. Η συκιά αυτή συμβολίζει τόσο τη Συναγωγή των Εβραίων που δεν είχε πνευματικούς καρπούς, όσο και κάθε άνθρωπο που στερείται από πνευματικούς καρπούς, δηλαδή αρετές. Η εκκλησία φέρνει μπροστά μας το παράδειγμα της καταραμένης συκιάς για να μας παρακινήσει σε αγώνες πνευματικούς ώστε ν’ αποκτήσουμε αρετές και να αγιασθούμε.

Μεγάλη Τρίτη
Θυμόμαστε: 1) Την παραβολή των δέκα παρθένων και 2) Την παραβολή των ταλάντων. Με την πρώτη παραβολή η εκκλησία μας καλεί να είμαστε έτοιμοι να υποδεχθούμε, κρατώντας τις λαμπάδες των αρετών μας, τον ουράνιο Νυμφίο, τον Κύριο Ιησού, ο οποίος θα έλθει ξαφνικά, είτε ειδικά την ώρα του θανάτου μας, είτε γενικά κατά την Δεύτερη Παρουσία Του. Με τη δεύτερη παραβολή μας καλεί να αυξήσουμε τα χαρίσματα που μας έδωσε ο Θεός.

Μεγάλη Τετάρτη
Θυμόμαστε:
1) Τη μετανοημένη πόρνη γυναίκα που άλειψε με πολύτιμο μύρο τα πόδια του Ιησού ζητώντας έτσι συγχώρηση για τις αμαρτίες της. 2) Το συνέδριο του ανώτατου δικαστηρίου των Ιουδαίων με το οποίο αποφάσισαν να καταδικάσουν τον Ιησού και  3) Τα σχέδια του Ιούδα για να προδώσει τον Κύριο.

Μεγάλη Πέμπτη
Θυμόμαστε:
1) Το Χριστό που έπλυνε τα πόδια των μαθητών του για να τους διδάξει να είναι ταπεινοί. 2) Το Μυστικό Δείπνο δηλαδή την παράδοση του μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας. 3) Τη θαυμαστή προσευχή του Χριστού προς τον πατέρα Του και 4) Την προδοσία του Κυρίου από τον Ιούδα τον Ισκαριώτη.

Μεγάλη Παρασκευή
Θυμόμαστε: 1) Τα άχραντα Πάθη του Κυρίου, δηλαδή «τους εμπτυσμούς, τα ραπίσματα, τα κολαφίσματα, τας ύβρεις, τους γέλωτας, την πορφυράν χλαίναν, τον κάλαμον, τον σπόγγον, το όξος, τους ήλους, την λόγχην. και προ πάντων τον σταυρόν και τον θάνατον» και 2) Τη σωτήρια ομολογία του ληστού που σταυρώθηκε μαζί με το Χριστό.

Μεγάλο Σάββατο
Θυμόμαστε:
1) Την ταφή του Ιησού από τον Ιωσήφ και το Νικόδημο και 2) Την κάθοδο του Χριστού στον Άδη.

Όταν ο Χριστός πέθανε πάνω στο σταυρό, σαν άνθρωπος, και χωρίστηκε η Ψυχή από το Σώμα Του, τότε το μεν Σώμα Του, από το οποίο δεν χωρίστηκε η Θεότητα του Κυρίου, μπήκε στον τάφο η δε Ψυχή Του ενωμένη και αυτή με την παντοδύναμη Θεότητά Του, κατέβηκε στον Άδη, τον νίκησε και ελευθέρωσε τις ψυχές των ανθρώπων που κρατούνταν εκεί. Κατά την τρίτη ημέρα ενώθηκε πάλι η Ψυχή με το Σώμα και το Σώμα αναστήθηκε εκ νεκρών. Έτσι νικήθηκε ο Άδης και ο θάνατος. Τον Άδη νίκησε η Ψυχή του Κυρίου, το δε θάνατο το Σώμα Του, διότι και τα δυο δεν ήταν μόνα τους, αλλά ενωμένα με τη Θεότητα. Η Ψυχή αυτή και το Σώμα αυτό δεν ήταν ψυχή και σώμα ενός κοινού θνητού, αλλά Ψυχή και Σώμα του ενανθρωπίσαντος Θεού. Γι’ αυτό ούτε ο Άδης μπόρεσε να κρατήσει δέσμια την Ψυχή αυτή ούτε ο θάνατος μπόρεσε να κρατήσει και να παραδώσει στη φθορά το Σώμα αυτό.

Κυριακή του Πάσχα
Το Πάσχα είναι η «εορτή των εορτών και η πανήγυρις των πανηγύρεων». Εορτάζουμε την ανάσταση του Χριστού εκ νεκρών. Τη διάβαση από την ενοχή της αμαρτίας στη δικαίωση, από τα έργα του σκότους στην αρετή, από την κατάρα στην ευλογία, από τη φθορά στην αφθαρσία, από το θάνατο στη ζωή, από τη γη στον ουρανό.

ΤΑ ΠΑΘΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ

Η ΣΤΑΥΡΩΣΗ

Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου, ὁ ἐν ὕδασι τὴν γῆν κρεμάσας, Στέφανον ἐξ ἀκανθῶν περιτίθεται, ὁ τῶν Ἀγγέλων Βασιλεύς.Ψευδῆ πορφύραν περιβάλλεται, ὁ περιβάλλων τὸν οὐρανὸν ἐν νεφέλαις. Ῥάπισμα κατεδέξατο, ὁ ἐν Ἰορδάνῃ ἐλευθερώσας τὸν Ἀδάμ.Ἥλοις προσηλώθη, ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας. Λόγχῃ ἐκεντήθη, ὁ Υἱὸς τῆς Παρθένου. Προσκυνοῦμέν σου τὰ Πάθη Χριστέ. Δεῖξον ἡμῖν, καὶ τὴν ἔνδοξόν σου Ἀνάστασιν…

Ερμηνεία:
Σήμερα κρεμιέται πάνω σε ξύλο, ο Αυτός που κρέμασε την γη στα νερά. Στέφανι από αγκάθια φοράει ο Βασιλιάς των Αγγέλων.  Ψεύτικη πορφύρα ντύνεται, Αυτός που ντύνει τον ουρανό με σύννεφα.  Ράπισμα κατεδέχθη, Αυτός που ελευθέρωσε τον Αδάμ στον Ιορδάνη. Με καρφιά καρφώθηκε ο Νυμφίος της Εκκλησίας.  Με Λόγχη τρυπήθηκε ο Υιός της Παρθένου. Προσκυνούμε τα Πάθη Σου Χριστέ.  Δείξε μας και την ένδοξή Σου Ανάσταση.

Στιχηρό ιδιόμελο των Αίνων, (όρθρος Μ. Παρασκευής)

Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός, ἀτιμίαν δι’ ἡμᾶς ὑπέμεινε, τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή, ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα, αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα, τὸ στόμα τὴν ἐν ὄξει κερασθεῖσαν χολὴν τῇ γεύσει, τὰ ὦτα τὰς δυσσεβεῖς βλασφημίας. Ὁ νῶτος τὴν φραγγέλωσιν, καὶ ἡ χεὶρ τὸν κάλαμον, αἱ τοῦ ὅλου σώματος ἐκτάσεις ἐν τῷ σταυρῷ, τὰ ἄρθρα τοὺς ἥλους, καὶ ἡ πλευρὰ τὴν λόγχην. Ὁ παθὼν ὑπὲρ ἡμῶν, καὶ παθῶν ἐλευθερώσας ἡμᾶς. Ὁ συγκαταβὰς ἡμῖν φιλανθρωπίᾳ, καὶ ἀνυψώσας ἡμᾶς, παντοδύναμε Σωτήρ, ἐλέησον ἡμᾶς.

Ερμηνεία:
Κάθε μέλος του Αγίου Σου Σώματος, προσβολή υπέμεινε για εμάς, τα αγκάθια το κεφάλι,  το πρόσωπο τα φτυσίματα, τα σαγόνια τα ραπίσματα, το στόμα την με ξύδι κερασμένη χολή στην γεύση, τα αυτιά τις δυσσεβείς βλασφημίες. Η πλάτη την φραγγέλωση και το χέρι το καλάμι, Όλες οι εκτάσεις του Σώματος στον Σταυρό, τα άρθρα τα καρφιά, και η πλευρά την λόγχη. (Εσύ Κύριε) που έπαθες για εμάς και μας ελευθέρωσες από τα πάθη (μας) (Εσύ Κύριε) που συγκαταβαίνεις από φιλανθρωπία και μας ανυψώνεις, Παντοδύναμε Σωτήρα ελέησέ μας.

ΕΓΚΩΜΙΑ ΕΠΙΤΑΦΙΟΥ

ΠΡΩΤΗ ΣΤΑΣΗ

Κλικ εδώ για ν’ακούσετε τα εγκώμια της πρώτης στάσης.

Ἡ ζωὴ ἐν τάφῳ, κατετέθης Χριστέ, καὶ Ἀγγέλων στρατιαὶ ἐξεπλήττοντο, συγκατάβασιν δοξάζουσαι τὴν σήν.
Ἐσύ, Χριστέ, ποὺ εἶσαι ἡ ζωὴ τῶν πάντων, κατατέθηκες σὲ τάφο, καὶ οἱ ἐπουράνιες δυνάμεις γέμιζαν ἀπὸ ἔκπληξη, δοξάζουσαι τὴν ἄφατη ταπείνωση καὶ συγκατάβασή σου.

Ἡ ζωὴ πῶς θνήσκεις; πῶς καὶ τάφῳ οἰκεῖς; τοῦ θανάτου τὸ βασίλειον λύεις δέ, καὶ τοῦ ᾍδου τοὺς νεκροὺς ἐξανιστᾷς.
Ἐσὺ ἡ ζωοπάροχη ἀρχὴ τοῦ κόσμου, μὲ ποιό τρόπο πεθαίνεις; Πῶς κατοικεῖς σ᾿ ἕνα μικρὸ τάφο; Μὲ τὴν ἄπειρή σου δύναμη ἀφανίζεις τὸ βασίλειο τοῦ θανάτου καὶ ἀνασταίνεις τοὺς νεκροὺς ποὺ κρατοῦνταν δέσμιοι στὸν ᾅδη.

Μεγαλύνομέν σε, Ἰησοῦ Βασιλεῦ, καὶ τιμῶμεν τὴν Ταφὴν καὶ τὰ Πάθη σου· δι᾿ ὧν ἔσωσας ἡμᾶς ἐκ τῆς φθορᾶς.
Σὲ δοξάζουμε, Ἰησοῦ βασιλέα, καὶ τιμοῦμε τὴν ταφὴ καὶ τὰ ἅγια πάθη σου, γιατὶ μ᾿ αὐτὰ μᾶς λύτρωσες ἀπὸ τὴν τυραννία τῆς φθορᾶς.

ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΤΑΣΗ

Κλικ εδώ για ν’ακούσετε τα εγκώμια της δεύτερης στάσης.

Ἄξιόν ἐστι, μεγαλύνειν σε τὸν Ζωοδότην, τὸν ἐν τῷ Σταυρῷ τὰς χεῖρας ἐκτείναντα, καὶ συντρίψαντα τὸ κράτος τοῦ ἐχθροῦ.
Εἶναι ἄξιο νὰ δοξάζουμε ἐσένα, ποὺ ἅπλωσες τὰ χέρια σου ἐπάνω στὸ σταυρὸ καὶ συνέτριψες τὸ κράτος τοῦ ἐχθροῦ.

Ἄξιόν ἐστι, μεγαλύνειν σε τὸν πάντων Κτίστην· τοῖς σοῖς γὰρ παθήμασιν ἔχομεν, τὴν ἀπάθειαν ῥυσθέντες τῆς φθορᾶς.
Εἶναι ἄξιο νὰ δοξάζουμε ἐσένα ποὺ εἶσαι τῶν ὅλων Κτίστης, διότι διὰ τῶν παθημάτων σου πετύχαμε τὴν ἀπάθεια, λυτρωθέντες ἀπὸ τὴ φθορά.

Ἔφριξεν ἡ γῆ, καὶ ὁ ἥλιος Σῶτερ ἐκρύβη, σοῦ τοῦ ἀνεσπέρου φέγγους Χριστέ, δύναντος ἐν τάφῳ σωματικῶς.
Ἔφριξε ἡ γῆ, Σωτήρ μου, ἀπὸ φόβο, καὶ ὁ ἥλιος ἔκρυψε τὶς ἀκτίνες του, ὅταν ἐσύ, Χριστέ, τὸ ἄδυτο φῶς, εἰσῆλθες στὸν τάφο σωματικῶς.

Ἄνω σε Σωτήρ, ἀχωρίστως τῷ Πατρὶ συνόντα, κάτω δὲ νεκρὸν ἡπλωμένον γῇ, φρίττουσιν ὁρῶντα τὰ Σεραφίμ.
Τὰ Σεραφεὶμ συγκλονίζονται ἀπὸ τρόμο, βλέποντάς σε, Σωτήρα μου, νὰ εἶσαι ἄνω ἀχώριστα ἑνωμένος μὲ τὸν Πατέρα καὶ κάτω νεκρὸ ξαπλωμένο στὴ γῆ.

Ῥήγνυται ναοῦ, καταπέτασμα τῇ σῇ σταυρώσει, κρύπτουσι φωστῆρες Λόγε τὸ φῶς, σοῦ κρυβέντος Ἥλιε ὑπὸ γῆν.
Σχίζεται τοῦ ναοῦ τὸ καταπέτασμα, Λόγε, μὲ τὴ σταύρωσή σου, καὶ οἱ ἀστέρες κρύβουν τὸ φῶς τους, ὅταν ἐσύ, ὁ φωτεινὸς Ἥλιος, κρύφτηκες κάτω ἀπὸ τὴ γῆ.

Γῆς ὁ καταρχάς, μόνῳ νεύματι πήξας τὸν γύρον, ἄπνους ὡς βροτὸς καθυπέδυ γῆν· τῷ θεάματι δε φρίξον Οὐρανέ.
Ἐκεῖνος, ποὺ στὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας μὲ ἕνα μόνο νεῦμα του (μὲ μιὰ του προσταγὴ) στερέωσε τὴν περίμετρο τῆς γῆς, τώρα σὰν ἄνθρωπος χωρὶς πνοὴ βυθίστηκε κάτω ἀπὸ τὴ γῆ· φρίξε, οὐρανέ, γιὰ τὸ θέαμα αὐτὸ τὸ φοβερό.

ΤΡΙΤΗ ΣΤΑΣΗ

Κλικ εδώ για ν’ ακούσε τα εγκώμια της τρίτης στάσης.

Αἱ γενεαί πᾶσαι, ὕμνον τῇ Ταφῇ σου, προσφέρουσι Χριστέ μου.
Ὅλες οἱ γενιὲς (τῶν ἀνθρώπων) προσφέρουν, Χριστέ μου, ὕμνο στὴν ταφὴ σου.

Μυροφόρες ἦλθαν, φέρουσες μὲ χαρὰ μύρα γιὰ σένα, Χριστέ μου.
Καθελὼν τοῦ ξύλου, ὁ Ἀριμαθαίας, ἐν τάφῳ σε κηδεύει.

Μυροφόροι ἦλθον, μύρα σοι Χριστέ μου, κομίζουσαι προφρόνως.
Ἀφοῦ σὲ κατέβασε ἀπὸ τὸ ξύλο ὁ Ἰωσήφ, ὁ ἀπὸ Ἀριμαθαίας, σὲ τάφο σὲ κηδεύει.

Ἔῤῥαναν τὸν τάφον, αἱ Μυροφόροι μύρα, λίαν πρωῒ ἐλθοῦσαι. (Τρίς)
Ράντισαν τὸν τάφο οἱ μυροφόρες μύρα, πολὺ πρωὶ ἐλθοῦσαι. (τρὶς)

Ὢ Τριὰς Θεέ μου, Πατὴρ Υἱὸς καὶ Πνεῦμα, ἐλέησον τὸν Κόσμον.
Ὤ Τριάδα ἁγία, Θεέ μου, ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Πνεῦμα, ἐλέησε τὸν κόσμο.

Κλικ εδώ για ν’ ακούσετε τα τροπάρια που ψάλλουν οι μυροφόρες στην Αποκαθήλωση (Ὅτε ἐκ τοῦ ξύλου σε νεκρόν…)

Ο ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΘΡΗΝΟΣ

Στην Αποκαθήλωση:

Σὲ τὸν ἀναβαλλόμενον, τὸ φῶς ὥσπερ ἱμάτιον, καθελὼν Ἰωσὴφ ἀπὸ τοῦ ξύλου, σὺν Νικοδήμῳ, καὶ θεωρήσας νεκρὸν γυμνὸν ἄταφον, εὐσυμπάθητον θρῆνον ἀναλαβών, ὀδυρόμενος ἔλεγεν· Οἴμοι, γλυκύτατε Ἰησοῦ! ὃν πρὸ μικροῦ ὁ ἥλιος ἐν Σταυρῷ κρεμάμενον θεασάμενος, ζόφον περιεβάλλετο, καὶ ἡ γῆ τῷ φόβῳ ἐκυμαίνετο, καὶ διερρήγνυτο ναοῦ τὸ καταπέτασμα· ἀλλ’ ἰδοὺ νῦν βλέπω σε, δι’ ἐμὲ ἑκουσίως ὑπελθόντα θάνατον· πῶς σε κηδεύσω Θεέ μου; ἢ πῶς σινδόσιν εἱλήσω; ποίαις χερσὶ δὲ προσψαύσω, τὸ σὸν ἀκήρατον σῶμα; ἢ ποῖα ᾄσματα μέλψω, τῇ σῇ ἐξόδῳ οἰκτίρμον; Μεγαλύνω τὰ πάθη σου, ὑμνολογῶ καὶ τὴν ταφήν σου, σὺν τῇ Ἀναστάσει, κραυγάζων· Κύριε δόξα σοι.

Ερμηνεία:
Εσένα, που το φως φοράς σαν ιμάτιο, όταν κατέβασε από τον Σταυρό ο Ιωσήφ μαζί με τον Νικόδημο και (σε) αντίκρισε νεκρό, γυμνό, άταφο, άρχισε ευσυμπάθητο θρήνο και έλεγε οδυρόμενος: Αλίμονο γλυκύτατε Ιησού, που, πριν λίγο, επειδή (σε) είδε ο ήλιος να κρέμεσαι στον Σταυρό, τυλίχθηκε με σκοτάδι και η γη από τον φόβο εσείετο και σκιζόταν το καταπέτασμα του ναού. Αλλά, να, τώρα σε βλέπω για μένα να έχεις υποστεί με την θέλησή σου θάνατο. Πώς θα σε κηδεύσω Θεέ μου; και πώς θα σε τυλίξω με σεντόνια; Με ποια χέρια θα πιάσω το πάναγνό σου σώμα; και ποια τραγούδια θα ψάλλω στην κηδεία σου Οικτίρμονα; Δοξάζω τα πάθη σου, υμνολογώ και την ταφή σου μαζί με την ανάσταση και κραυγάζω: Κύριε δόξα σοι.

Στο τέλος του όρθρου της Μ. Παρασκευής, λίγο πριν την περιφορά του επιταφίου στην πόλη ψάλλεται το επόμενο τροπάριο:

Τὸν ἥλιον κρύψαντα τὰς ἰδίας ἀκτίνας, καὶ τὸ καταπέτασμα τοῦ ναοῦ διαρραγέν, τῷ τοῦ Σωτῆρος θανάτῳ, ὁ Ἰωσὴφ θεασάμενος, προσῆλθε τῷ Πιλάτῳ καὶ καθικετεύει λέγων· δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, τὸν ἐκ βρέφους ὡς ξένον ξενωθέντα ἐν κόσμῳ· δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὃν ὁμόφυλοι μισοῦντες θανατοῦσιν ὡς ξένον· δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὃν ξενίζομαι βλέπειν τοῦ θανάτου τὸ ξένον· δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὅστις οἶδεν ξενίζειν τοὺς πτωχούς τε καὶ ξένους· δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὃν Ἑβραῖοι τῷ φθόνῳ ἀπεξένωσαν κόσμῳ·δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ἵνα κρύψω ἐν τάφῳ, ὃς ὡς ξένος οὐκ ἔχει τὴν κεφαλὴν ποῦ κλῖναι· δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὃν ἡ Μήτηρ καθορῶσα νεκρωθέντα ἐβόα· Ὦ Υἱὲ καὶ Θεέ μου, εἰ καὶ τὰ σπλάγχνα τιτρώσκομαι, καὶ καρδίαν σπαράττομαι, νεκρόν σε καθορῶσα, ἀλλὰ τῇ σῇ ἀναστάσει θαρροῦσα μεγαλύνω. Καὶ τούτοις τοίνυν τοῖς λόγοις δυσωπῶν τὸν Πιλᾶτον ὁ εὐσχήμων λαμβάνει τοῦ Σωτῆρος τὸ σῶμα, ὃ καὶ φόβῳ ἐν σινδόνι ἐνειλήσας καὶ σμύρνῃ, κατέθετο ἐν τάφῳ τὸν παρέχοντα πᾶσι ζωὴν αἰώνιον καὶ τὸ μέγα ἔλεος.

Ερμηνεία:
Τον ήλιο που έκρυψε τις ίδιες του τις ακτίνες και το καταπέτασμα του ναού που διερράγη, λόγω του θανάτου του Σωτήρος, ο Ιωσήφ όταν (τα) είδε, προσήλθε στον Πιλάτο και θερμά ικετεύει λέγοντας:
Δώσε μου τούτο τον ξένο, που από βρέφος σαν ξένος φιλοξενήθηκε στον κόσμο.
Δώσε μου τούτο τον ξένο, που οι ομόφυλοι από μίσος τον θανατώνουν σαν ξένο.
Δώσε μου τούτο τον ξένο, που
παραξενεύομαι να βλέπω του θανάτου το (παρά)ξενο.
Δώσε μου τούτο τον ξένο, που ήξερε να φιλοξενεί τους πτωχούς και τους ξένους.
Δώσε μου τούτο τον ξένο, που οι Εβραίοι από φθόνο τον απεξένωσαν από τον κόσμο.
Δώσε μου τούτο τον ξένο, για να κρύψω σε τάφο, που σαν ξένος δεν είχε που να γείρει το κεφάλι.
Δώσε μου τούτο τον ξένο, που βλέποντάς τον νεκρό η Μητέρα φώναζε:
Ω, Υιέ μου και Θεέ μου, αν και στα σπλάχνα πληγώνομαι και στην καρδιά σπαράζω που σε βλέπω νεκρό, αλλά αναθαρρώντας από την ανάστασή σου, δοξάζω. Και με τούτα τα λόγια ικετεύοντας τον Πιλάτο ο άρχοντας λαμβάνει του Σωτήρος το σώμα, που και με φόβο το τύλιξε σε σεντόνι και σε σμύρνα και το έβαλε σε τάφο, αυτόν που παρέχει σε όλους ζωή αιώνια και το μεγάλο έλεος.

………

ΑΝΑΣΤΑΣΗ

ΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου

9ad74ebcc3d83e86bcc0098026ed5e9f XLΗ πλάνη πάντα αυτοκαταστρέφεται και, παρόλο που δεν το θέλει, στηρίζει σε όλα την αλήθεια. Πρόσεξε: Έπρεπε ν’ αποδειχθεί ότι ο Χριστός πέθανε και τάφηκε και αναστήθηκε. Έ, λοιπόν όλα αυτά τα κατοχυρώνουν οι ίδιοι οι εχθροί! Εφ’ όσον έφραξαν με τον βράχο και σφράγισαν και φρούρησαν τον τάφο, δεν ήταν δυνατό να γίνει καμιά κλοπή. Αφού όμως δεν έγινε κλοπή και εν τούτοις ο τάφος βρέθηκε άδειος, είναι ολοφάνερο και αναντίρρητο ότι αναστήθηκε. Είδες πώς και μη θέλοντας στηρίζουν την αλήθεια;

Αλλά και πότε θα τον έκλεβαν οι μαθητές; Το Σάββατο; Μα αφού δεν επιτρεπόταν από τον νόμο να κυκλοφορήσουν. Κι αν υποθέσουμε ότι θα παραβίαζαν τον νόμο του Θεού, πώς θα τολμούσαν αυτοί οι τόσο δειλοί να βγουν έξω απ’ το σπίτι; Και με ποιο θάρρος θα ριψοκινδύνευαν για ένα νεκρό; Προσμένοντας ποιάν ανταπόδοση; Ποιάν αμοιβή;

Και στ’ αλήθεια, πού στηρίζονταν; Στη δεινότητα του λόγου τους; Αλλά ήταν απ’ όλους αμαθέστεροι. Στα πολλά τους πλούτη; Αλλά δεν είχαν ούτε ραβδί ούτε υποδήματα. Μήπως στην ένδοξη καταγωγή τους; Αλλά ήταν οι ασημότεροι του κόσμου. Μήπως στο πλήθος τους; Αλλά δεν ξεπερνούσαν τους ένδεκα, που κι αυτοί σκόρπισαν.

Αν ο κορυφαίος τους (ο Πέτρος) φοβήθηκε τον λόγο μιας γυναίκας θυρωρού κι όλοι οι άλλοι, όταν είδαν τον Διδάσκαλό τους δεμένο, σκόρπισαν και διαλύθηκαν, πώς θα τους περνούσε καν απ’ τον νου να τρέξουν στα πέρατα της οικουμένης και να φυτέψουν πλαστό κήρυγμα αναστάσεως; Αφού φοβήθηκαν τη γυναικεία απειλή και τη θέα μόνο των δεσμών, πώς θα μπορούσαν να τα βάλουν με βασιλείς και άρχοντες και λαούς, όπου ξίφη και τηγάνια και καμίνια και μύριοι θάνατοι κάθε μέρα, αν δεν είχαν απολαύσει και οικειοποιηθεί τη δύναμη και την έλξη του Αναστάντος;

Αλλά γι’ αυτά πρέπει να επανέλθουμε. Ας ξαναρωτήσουμε όμως τώρα τους Εβραίους: Πώς έκλεψαν το σώμα του Χριστού οι μαθητές, ω ανόητοι; Επειδή η αλήθεια είναι λαμπρή και ολοφάνερη, το ιουδαϊκό ψέμα δεν μπορεί ούτε σαν σκιά να σταθεί. Πώς θα το έκλεβαν, πες μου; Μήπως δεν ήταν σφραγισμένος ο τάφος; Δεν τον έζωναν τόσοι φρουροί και στρατιώτες και Ιουδαίοι, που είχαν την υποψία και αγρυπνούσαν και πρόσεχαν;

Μα και για ποιο λόγο θα το έκλεβαν; Για να πλάσουν το δόγμα της Αναστάσεως; Και πώς τους ήρθε να πλάσουν κάτι τέτοιο αυτοί οι δειλοί; Και πώς κύλησαν τον ασφαλισμένο βράχο; Πώς ξέφυγαν από τόσους άγρυπνους και άγριους φρουρούς;

Πρόσεξε όμως πως με όσα κάνουν οι Εβραίοι πιάνονται πάντα στα ίδια τους τα δίχτυα. Να, αν δεν πήγαιναν στον Πιλάτο κι αν δεν ζητούσαν την κουστωδία, πιο εύκολα θα μπορούσαν να λένε τέτοια ψεύδη οι αδιάντροποι. Μα τώρα όχι. (Υπήρχε η κουστωδία. Κανείς δεν μπορούσε να γλυτώσει απ’ την άγρυπνη προσοχή της κι απ’ τα ξίφη της). Κι έπειτα γιατί να μην κλέψουν το σώμα νωρίτερα; Ασφαλώς αν είχαν σκοπό να κάνουν κάτι τέτοιο, θα το έκαναν όταν δεν εφρουρείτο ο τάφος, τότε που ήταν και ακίνδυνο και σίγουρο, δηλαδή την πρώτη νύχτα γιατί το Σάββατο πήγαν οι Εβραίοι στον Πιλάτο και ζήτησαν την κουστωδία και φρούρησαν τον τάφο, ενώ την πρώτη νύχτα δεν ήταν κανένας εκεί.

Και τι γυρεύουν στο έδαφος τα σουδάρια τα ποτισμένα με τη σμύρνα, που βρήκαν, τυλιγμένα μάλιστα, ο Πέτρος και οι άλλοι απόστολοι; Είχε πάει πρώτη η Μαγδαληνή Μαρία. Κι όταν γύρισε και ανήγγειλε τα θαυμαστά συμβάντα στους αποστόλους, εκείνοι χωρίς καθυστέρηση τρέχουν αμέσως στο μνημείο και βλέπουν κάτω τα οθόνια. Αυτό ήταν σημείο Αναστάσεως. Γιατί αν ήθελαν κάποιοι να τον κλέψουν, δεν θα τον έκλεβαν βέβαια γυμνό. Αυτό θα ήταν όχι μόνο ατιμωτικό αλλά και ανόητο. Δεν θα κοίταζαν να ξεκολλήσουν τα σουδάρια, να τα τυλίξουν με επιμέλεια και να τα βάλουν τακτοποιημένα σ’ ένα μέρος. Αλλά τι θα έκαναν; Θ’ άρπαζαν όπως – όπως το σώμα και θα ‘φευγαν γρήγορα.

Γι’ αυτό άλλωστε προηγουμένως ο Ευαγγελιστής Ιωάννης είπε ότι τον έθαψαν με πολλή σμύρνα που κολλάει τα οθόνια πάνω στο σώμα, όπως το μολύβι τα μέταλλα, και δεν ήταν καθόλου εύκολο να ξεκολλήσουν˙ ώστε όταν ακούσεις ότι τα σουδάρια βρέθηκαν μόνα τους, να μην ανεχθείς εκείνους που λένε ότι εκλάπη. Θα πρέπει να ήταν βέβαια πολύ ηλίθιος ο κλέφτης, ώστε να σπαταλήσει για ένα περιττό πράγμα τόση προσπάθεια. Για ποιο σκοπό θ’ άφηνε τα σουδάρια; Και πώς ήταν δυνατό να ξεφύγει την ώρα που θα έκανε αυτή τη δουλειά; Γιατί ασφαλώς θα δαπανούσε πολύ χρόνο και ήταν φυσικό καθυστερώντας να συλληφθεί επ’ αυτοφώρω.

Αλλά και τα οθόνια γιατί κείτονται χωριστά και χωριστά το σουδάριο, τυλιγμένο μάλιστα; Για να βεβαιωθείς ότι δεν ήταν έργο βιαστικών ούτε ανήσυχων κλεφτών το να τοποθετήσουν χωριστά εκείνα και χωριστά τούτο τυλιγμένο. Κι από εδώ λοιπόν αποδεικνύεται απίθανη η κλοπή. Άλλωστε και οι ίδιοι οι Εβραίοι τα σκέφτηκαν όλα αυτά και γι’ αυτό έδωσαν χρήματα στους φρουρούς λέγοντας: « Πείτε σεις πως τον έκλεψαν, κι εμείς θα τα κανονίσουμε με τον ηγεμόνα ».

Υποστηρίζοντας ότι οι μαθητές τον έκλεψαν επικυρώνουν και μ’ αυτό πάλι την Ανάσταση, γιατί έτσι ομολογούν πάντως ότι το σώμα δεν ήταν εκεί. Όταν όμως αυτοί οι ίδιοι βεβαιώνουν ότι το σώμα δεν ήταν εκεί, ενώ από την άλλη μεριά η κλοπή αποδεικνύεται ψευδής και απίθανη από τη σχολαστική φρούρηση και τις σφραγίδες του τάφου και τα οθόνια και το σουδάριο και τη δειλία των μαθητών, αναμφισβήτητα προβάλλει και από τα δικά τους λόγια η απόδειξη της Αναστάσεως.

Ρωτάνε όμως πολλοί: Γιατί μόλις αναστήθηκε να μη φανερωθεί αμέσως στους Ιουδαίους; Αυτός ο λόγος είναι περιττός. Αν υπήρχε ελπίδα να τους ελκύσει στην πίστη, δεν θ’ αμελούσε να φανερωθεί σε όλους. Αλλά ότι δεν υπήρχε τέτοια ελπίδα το απέδειξε η ανάσταση του Λαζάρου : Αν και ήταν ήδη τέσσερις μέρες νεκρός και είχε αρχίσει να μυρίζει και να σαπίζει, τον ανέστησε μπροστά στα μάτια όλων. Παρά ταύτα, όχι μόνο δεν ελκύσθηκαν στην πίστη, αλλά και εξαγριώθηκαν εναντίον του Χριστού, ώστε ήθελαν να σκοτώσουν κι Αυτόν και τον Λάζαρο.

Αφού λοιπόν άλλον ανέστησε και όχι μόνο δεν πίστεψαν, αλλά και εξαγριώθηκαν εναντίον του, αν ο ίδιος μετά την Ανάστασή του τους φανερωνόταν, δεν θα εξαγριώνονταν πολύ περισσότερο τυφλωμένοι από το μίσος και την απιστία τους;

Αλλά για ν’ αφοπλίσει τον άπιστο από κάθε αμφιβολία, όχι μόνο σαράντα ολόκληρες ημέρες εμφανιζόταν στους μαθητές του και έτρωγε μάλιστα μαζί τους, αλλά παρουσιάσθηκε και σε πάνω από πεντακόσιους αδελφούς, δηλ. σε πλήθος ολόκληρο. Στο Θωμά μάλιστα που δυσπιστούσε, έδειξε τα σημάδια απ’ τα καρφιά και το τραύμα απ’ τη λόγχη.

Και γιατί, λένε, να μην κάνει μετά την Ανάστασή του μεγάλα και εντυπωσιακά θαύματα, αλλά μόνο έφαγε και ήπιε; Γιατί αυτή καθ’ εαυτήν η Ανάσταση ήταν το μέγιστο θαύμα και η πιο ισχυρή απόδειξη της Αναστάσεως ήταν ότι έφαγε και ήπιε.

Μα, για σκέψου, αν οι απόστολοι δεν έβλεπαν τον Χριστό Αναστάντα, πώς τους ήρθε να φαντασθούν ότι θα κυριέψουν την οικουμένη; Μήπως τρελάθηκαν ώστε να νομίζουν ότι θα κατόρθωναν κάτι τέτοιο;

Αν όμως ήταν στα λογικά τους, όπως έδειξαν και τα πράγματα, πώς, χωρίς αξιόπιστα εχέγγυα από τους ουρανούς και χωρίς θεία δύναμη, πώς, πες μου, θ’ αποφάσιζαν να βγουν σε τόσους πολέμους, να τα βάλουν με στεριές και θάλασσες και, δώδεκα όλοι κι όλοι, ν’ αγωνισθούν με τόση γενναιότητα για να μεταβάλουν όλης της οικουμένης τα έθνη που ήταν επί τόσα χρόνια νεκρά απ’ την αμαρτία;

Και αν ακόμη ήταν ένδοξοι και πλούσιοι και δυνατοί και μορφωμένοι, ούτε τότε θα ήταν λογικό να ξεσηκωθούν για τόσο μεγαλεπήβολα σχέδια. Αλλά επί τέλους θα είχε κάποιο λόγο η προσδοκία τους. Αυτοί όμως είχαν περάσει τη ζωή τους άλλοι στις λίμνες, άλλοι κατασκευάζοντας σκηνές κι άλλοι στα τελωνεία. Απ’ αυτά τα επαγγέλματα δεν υπάρχει σχεδόν τίποτε πιο άχρηστο και για τη φιλοσοφία και για να πείσεις κάποιον να σκέπτεται ανώτερα, όταν μάλιστα δεν έχεις να του επιδείξεις ανάλογο προηγούμενο. Πόσο μάλλον που οι απόστολοι, όχι μόνο δεν είχαν ανάλογα παραδείγματα απ’ το παρελθόν, ότι θα επικρατήσουν, αλλά αντίθετα είχαν παραδείγματα, και μάλιστα πρόσφατα, ότι δεν θα επικρατήσουν.

Είχαν επιχειρήσει πολλοί να εισαγάγουν καινούριες διδασκαλίες, αλλά απέτυχαν. Και όχι με δώδεκα ανθρώπους, μα με πολύ πλήθος. Ο Θευδάς κι ο Ιούδας ο Γαλιλαίος1 π.χ. έχοντας ολόκληρες μάζες ανθρώπων χάθηκαν μαζί με τους οπαδούς των .

Ο φόβος εκείνος θα ήταν αρκετός να τους διδάξει. Αλλά ας υποθέσουμε ότι περίμεναν να κυριαρχήσουν. Με ποιες ελπίδες θα έμπαιναν σε τέτοιους κινδύνους, αν δεν έβλεπαν στα μέλλοντα αγαθά; Τι κέρδος προσδοκούσαν με το να οδηγήσουν όλους στον μη αναστάντα, καθώς ισχυρίζονται οι εχθροί; Αν τώρα άνθρωποι που πίστεψαν στη βασιλεία των ουρανών και στα αμέτρητα αγαθά δύσκολα δέχονται να κινδυνέψουν, πώς εκείνοι θα υπέμεναν τα πάνδεινα ματαίως ή μάλλον για κακό τους; Γιατί αν δεν έγινε η Ανάσταση, που έγινε, κι ο Χριστός δεν ανέβηκε στον ουρανό, τότε προσπαθώντας να τα πλάσουν όλα αυτά και να πείσουν τους άλλους, έμελλαν οπωσδήποτε να προκαλέσουν την οργή του Θεού και να περιμένουν μύριους κεραυνούς απ’ τον ουρανό.

Άλλωστε κι αν ακόμη είχαν μεγάλη προθυμία όταν ζούσε ο Χριστός, θα έσβηνε μόλις πέθανε. Αν δεν τον έβλεπαν Αναστημένο, τι θα ήταν ικανό να τους βγάλει σ’ εκείνο τον πόλεμο; Αν δεν είχε αναστηθεί, όχι μόνο δε θα ριψοκινδύνευαν γι’ αυτόν, μα θα τον θεωρούσαν απατεώνα: Τους είχε πει: «Μετά τρεις ημέρες θ’ αναστηθώ» και τους υποσχέθηκε τη βασιλεία των ουρανών. Τους είπε ότι αφού λάβουν το Άγιο Πνεύμα θα κυριαρχήσουν στην οικουμένη κι ακόμη τόσα άλλα υπερφυσικά και ουράνια. Αν τίποτε απ’ αυτά δεν γινόταν, όσο κι αν τον πίστευαν ζωντανό, πεθαμένο δεν θα τον υπάκουαν φυσικά, αν δεν τον έβλεπαν Αναστάντα.

Και με το δίκιο τους, γιατί θα  έλεγαν: «Μετά τρεις ημέρες», μας είπε, «θ’ αναστηθώ», και δεν αναστήθηκε. Υποσχέθηκε να μας στείλει Πνεύμα Άγιο, και δεν το έστειλε. Πώς λοιπόν να τον πιστέψουμε για τα μέλλοντα, αφού διαψεύδονται τα παρόντα;

Αλλά για πες μου, σε παρακαλώ, για ποιο λόγο, χωρίς ν’ αναστηθεί, κήρυτταν ότι αναστήθηκε; Γιατί, λέει, τον αγαπούσαν. Μα το λογικό θα ήταν να τον μισούν τώρα, επειδή τους εξαπάτησε και τους πρόδωσε. Ενώ τους ξεμυάλισε με χίλιες δυο ελπίδες και τους χώρισε απ’ τα σπίτια τους και απ’ τους γονείς τους κι απ’ όλα και ξεσήκωσε κι ολόκληρο το ιουδαϊκό έθνος εναντίον τους, ύστερα τους πρόδωσε. Και αν μεν ήταν από αδυναμία, θα τον συγχωρούσαν. Τώρα όμως ήταν σωστό κακούργημα. Έπρεπε να τους είχε πει την αλήθεια και όχι να τους υποσχεθεί τον ουρανό, αφού ήταν θνητός.

Ώστε λοιπόν ήταν φυσικό να κάνουν το εντελώς αντίθετο: Να κηρύττουν την απάτη και να τον λένε απατεώνα και μάγο. Έτσι θα γλίτωναν και από τους κινδύνους και από τους πολέμους των αντιπάλων. Όλοι ξέρουν ότι οι Ιουδαίοι αναγκάστηκαν να δωροδοκήσουν τους στρατιώτες, για να πουν ότι έκλεψαν το σώμα. αν λοιπόν πήγαιναν οι ίδιοι οι μαθητές κι έλεγαν, «εμείς το κλέψαμε, δεν αναστήθηκε», πόσες τιμές δεν θα απολάμβαναν; Ώστε ήταν στο χέρι τους και να τιμηθούν και να στεφανωθούν! Ε, λοιπόν δεν αναρωτιέσαι γιατί ν’ ανταλλάξουν όλα αυτά με τις ατιμίες και τους κινδύνους, αν δεν ήταν μια θεία δύναμη που τους βεβαίωνε, δυνατότερη απ’ όλα αυτά τα γήινα αγαθά;

Κι αν με όλα αυτά δεν σε πείσαμε, σκέψου και τούτο: Έστω ότι δεν είχε γίνει η Ανάσταση. Κι αν ακόμη οι απόστολοι ήταν αποφασισμένοι να διδάξουν τον κόσμο, για κανένα λόγο δε θα κήρυτταν στο όνομά του. Γιατί είναι γνωστό, πως όλοι μας δεν θέλουμε ούτε τα ονόματα ν’ ακούσουμε, όσων μας εξαπάτησαν. Άλλωστε γιατί θα διατυμπάνιζαν το όνομά του; Ελπίζοντας να επικρατήσουν μ’ αυτό; Μα θα έπρεπε να περιμένουν το αντίθετο, γιατί κι αν έμελλαν να κυριαρχήσουν θα χάνονταν φέρνοντας στη μέση το όνομα ενός απατεώνα.

Ας θυμηθούμε εξ άλλου ότι η αγάπη των μαθητών προς το διδάσκαλο, ενώ ζούσε ακόμη, μαραίνονταν σιγά-σιγά απ’ το φόβο του επικειμένου μαρτυρίου. Όταν τους προανάγγειλε τα δεινά που θ’ ακολουθούσαν και το σταυρό, πάγωσαν απ’ το φόβο τους κι έσβησαν τελείως. Ένας μάλιστα (ο Απόστολος Θωμάς, Ιω. Κεφ. 11ο, στ. 16) δεν ήθελε ούτε καν να τον ακολουθήσει στη Ιουδαία, επειδή άκουσε για κινδύνους και για θανάτους. Αν μαζί με το Χριστό φοβόταν το θάνατο, χωρίς αυτόν και τους άλλους μαθητές, μόνος δηλαδή, πώς θ’ αποτολμούσε;

Επί πλέον: Πίστευαν ότι θα πεθάνει μεν, αλλά θ’ αναστηθεί κι όμως υπέφεραν τόσο. Αν δεν τον έβλεπαν Αναστημένο, πώς δεν θα εξαφανίζονταν και δε θα ζητούσαν ν’ ανοίξει η γη να τους καταπιεί απ’ την απελπισία τους για την απάτη κι απ’ τη φρίκη για τα επερχόμενα; Θ’ αντιμετώπιζαν τώρα την κατακραυγή για την αδιαντροπιά τους. Τι θα είχαν να πουν; Το πάθος το ήξερε όλος ο κόσμος: Τον κρέμασαν σε ψηλό ικρίωμα, ήταν μέρα μεσημέρι, μέσα στην πρωτεύουσα και στην πιο μεγάλη γιορτή που κανένας δεν ήταν δυνατόν ν’ απουσιάζει.

Την Ανάσταση όμως δεν την είδε κανείς απ’ τους άλλους. Κι αυτό δεν ήταν μικρό εμπόδιο για να τους πείσουν. Πώς λοιπόν θα μπορούσαν να βεβαιώσουν στεριά και θάλασσα για την Ανάσταση; Και γιατί, πες μου, αφού σώνει και καλά ήθελαν να το κάνουν αυτό, δεν εγκατέλειπαν την Ιουδαία αμέσως να πάνε στις ξένες χώρες; Αλλά δεν θαυμάζεις ότι έπεισαν πολλούς και μέσα στην Ιουδαία;

Είχαν την τόλμη να παρουσιάσουν τα τεκμήρια της Αναστάσεως στους ίδιους τους φονείς, σ’ εκείνους που τον σταύρωσαν και τον έθαψαν, στην ίδια την πόλη όπου αποτολμήθηκε το φοβερό κακούργημα. Ώστε και όλοι οι έξω ν’ αποστομωθούν. Γιατί οι «σταυρώσανες» γίνονται «πιστεύσαντες», τότε και η παρανομία της σταυρώσεως βεβαιώνεται και λάμπει η απόδειξη της αναστάσεως.

Για να ελκύονται όμως τα πλήθη σημαίνει πως οι μαθητές έκαναν θαύματα. Αν όμως δεν αναστήθηκε και μένει νεκρός, πώς οι απόστολοί του θαυματουργούσαν στο όνομά του; Πώς πάλι, αν δεν έκαναν θαύματα, έπειθαν; Κι αν μεν έκαναν – και βεβαίως έκαναν – είχαν Θεού δύναμη. Αν όμως δεν έκαναν και εν τούτοις κυριαρχούσαν παντού, θα ήταν ακόμη πιο αξιοθαύμαστο. Θα ήταν το μέγιστο θαύμα, αν χωρίς θαύματα διέσχιζαν και κυρίευαν την οικουμένη δώδεκα φτωχοί και αγράμματοι άνθρωποι.

Ασφαλώς ούτε με τα πλούτη ούτε με τη σοφία τους επικράτησαν οι ψαράδες. Ώστε και χωρίς να θέλουν κηρύττουν ότι μέσα τους ενεργούσε η θεία δύναμη της Αναστάσεως. Γιατί είναι τελείως αδύνατο ανθρώπινη δύναμη να κατορθώσει ποτέ τέτοια εκπληκτικά πράγματα.

Προσέξτε με πολύ εδώ, γιατί αυτά είναι αναμφισβήτητες αποδείξεις της Αναστάσεως. Γι’ αυτό και θα επαναλάβω πάλι: Αν δεν αναστήθηκε, πώς έγιναν αργότερα στο όνομά του μεγαλύτερα θαύματα; Κανείς βέβαια δεν κάνει μετά το θάνατό του μεγαλύτερα θαύματα απ’ όσα όταν ζούσε. Ενώ εδώ μετά το θάνατο του Χριστού γίνονται θαύματα μεγαλύτερα και κατά τον τρόπο και κατά τη φύση: Κατά τη φύση ήταν μεγαλύτερα, γιατί ποτέ η σκιά του Χριστού δε θαυματούργησε. Ενώ οι σκιές των αποστόλων έκαναν πολλά θαύματα. Κατά τον τρόπο πάλι ήταν μεγαλύτερα, επειδή τότε μεν ό ίδιος ο Κύριος πρόσταζε και θαυματουργούσε. Μετά τη Σταύρωση όμως και την Ανάστασή του οι δούλοι του επικαλούμενοι απλώς το σεβάσμιο και άγιο όνομά του μεγαλύτερα και εκπληκτικότερα επιτελούσαν. Έτσι δοξάζονταν κι ακτινοβολούσε πιο πολύ η δύναμή του.

Γι’ αυτό οι άγιοι Πατέρες όρισαν να διαβάζονται αμέσως μετά το σταυρό και την Ανάστασή του, οι «Πράξεις των Αποστόλων» που περιγράφουν τα θαύματα των αποστόλων και κατ’ εξοχήν επικυρώνουν την Ανάσταση, για να έχουμε σαφή και αναμφισβήτητη της Αναστάσεως την απόδειξη: Δεν τον είδες Αναστάντα με τα μάτια του σώματος; Αλλά τον βλέπεις με τα μάτια της πίστεως. Δεν τον είδες με τα «όμματα» τούτα; Θα τον δεις με τα θαύματα εκείνα. Των θαυμάτων η επίδειξη σε χειραγωγεί στης Αναστάσεως την απόδειξη.

Θέλεις όμως να δεις και τώρα θαύματα; Θα σου δείξω. Και μάλιστα πιο μεγάλα απ’ τα προηγούμενα: Όχι ένα νεκρό ν’ ανασταίνεται, όχι ένα τυφλό να ξαναβλέπει, αλλά τη γη ολόκληρη να εγκαταλείπει το σκοτάδι της πλάνης.

Μέγιστη απόδειξη της Αναστάσεως είναι ότι ο Εσφαγμένος Χριστός έδειξε μετά το θάνατο τόση δύναμη, ώστε έπεισε τους ζωντανούς να περιφρονήσουν και πατρίδα και σπίτι και φίλους και συγγενείς και την ίδια τη ζωή τους για χάρη του και να προτιμήσουν μαστιγώσεις και κινδύνους και θάνατο. Αυτά δεν είναι κατορθώματα νεκρού κλεισμένου στον τάφο, αλλά αναστημένου και ζωντανού.

Πρόσεξε παρακαλώ. Οι απόστολοι, όταν μεν ζούσε ο Διδάσκαλος από το φόβο τους τον πρόδωσαν κι εξαφανίσθηκαν όλοι. Ο Πέτρος μάλιστα τον αρνήθηκε με όρκο τρεις φορές. Όταν όμως πέθανε ο Χριστός, αυτός που τον αρνήθηκε τρεις φορές και πανικοβλήθηκε μπροστά σε μιαν υπηρετριούλα, τόσο απότομα άλλαξε, ώστε ν’ αψηφήσει ολόκληρο λαό και μεσ’ στη μέση του ιουδαϊκού όχλου να διακηρύξει ότι ο σταυρωθείς και ταφείς αναστήθηκε εκ νεκρών την Τρίτη ημέρα και ότι ανέβηκε στα ουράνια. Και τα κήρυξε όλα αυτά χωρίς να υπολογίσει τη φοβερή μανία των εχθρών και τις συνέπειες.

Πού βρήκε αυτό το θάρρος; Πού αλλού παρά στην Ανάσταση. Τον είδε και συνομίλησε μαζί του και άκουσε για τα μέλλοντα αγαθά, κι έτσι έλαβε δύναμη να πεθάνει γι’ Αυτόν και να σταυρωθεί με την κεφαλή προς τα κάτω.

Το εξόχως σπουδαίο είναι ότι όχι μόνο ο Πέτρος και ο Παύλος και οι λοιποί απόστολοι, αλλά και ο Ιγνάτιος, που ούτε καν τον είδε ούτε απόλαυσε τη συντροφιά του, έδειξε τόση προθυμία για χάρη του, ώστε γι’ Αυτόν πρόσφερε θυσία τη ζωή του.

Και μόνο ο Ιγνάτιος και οι απόστολοι; Και γυναίκες καταφρονούν το θάνατο, που, πριν αναστηθεί ο Χριστός, ήταν φοβερός και φρικώδης ακόμη και σε άνδρες και μάλιστα αγίους.

Ποιος τους έπεισε όλους αυτούς να περιφρονήσουν την παρούσα ζωή; Φυσικά δεν είναι κατόρθωμα ανθρώπινης δυνάμεως να πεισθούν τόσες μυριάδες, όχι μόνο ανδρών, αλλά και γυναικών και παρθένων και μικρών παιδιών, να πεισθούν να θυσιάσουν την παρούσα ζωή, να τα βάλουν με θηρία, να περιγελάσουν τη φωτιά, να καταπατήσουν κάθε είδος τιμωρίας και να σπεύσουν προς τη μέλλουσα ζωή!

Και ποιος, παρακαλώ, τα κατόρθωσε όλα αυτά; Ο νεκρός; Αλλά τόσοι νεκροί υπήρξαν και κανένας δεν έκανε τέτοια πράγματα. Μήπως ήταν μάγος και αγύρτης; Πλήθος μάγοι και αγύρτες και πλάνοι πέρασαν, αλλά ξεχάστηκαν όλοι, χωρίς ν’ αφήσουν το παραμικρό ίχνος. Μαζί με τη ζωή τους έσβησαν κι οι μαγγανείες τους. Η φήμη όμως και η δόξα κι οι πιστοί του Χριστού κάθε μέρα αυξάνουν κι απλώνονται σ’ όλη την οικουμένη. Οι άπιστοι φρίττουν κι οι πιστοί διακηρύττουν:
kampana_0028ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ! ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ!


Πηγή: « Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ », Εκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός 1989

1 Τις σχετικές πληροφορίες αντλούμε από τον περίφημο Ιουδαίο νομοδιδάσκαλο Γαμαλιήλ που ανέφερε τα εξής στο Μ. Συνέδριο του Ισραήλ: «Τον τελευταίο καιρό εμφανίστηκε ο Θευδάς που ισχυριζόταν ότι είναι κάποιος μεγάλος και του προσκολλήθηκαν περίπου τετρακόσιοι άνδρες. Αλλά φονεύθηκε εκείνος και όλοι οι οπαδοί του διαλύθηκαν και εξαφανίστηκαν. Μετά από αυτόν παρουσιάσθηκε ο Ιούδας ο Γαλιλαίος… και παρέσυρε αρκετό λαό πίσω του. Χάθηκε κι εκείνος, και όσοι τον πίστευαν διασκορπίσθηκαν» (Πράξεις των Αποστόλων, Κεφ. Ε΄, στ. 36-37)

ΑΓΙΟΥ ΕΠΙΦΑΝΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ

ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΓΙΑΝ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΝ

Τώρα το πένθος των νεκρών φυγαδεύτηκε και το φέγγος της αναστάσεως έχει έλθει. Επειδή αυτό είναι απόδειξη αγάπης, ότι τον θάνατο τον οποίο όφειλε ο άνθρωπος, τούτον έλυσε ο Χριστός επειδή απέθανε, δίνοντας λύτρο σώμα αντί σώματος και ψυχήν αντί ψυχής, ολόκληρο άνθρωπο αντί ανθρώπου και θάνατον υπέρ θανάτου.
Ποιός ποτέ πέθανε, ενώ ήταν δίκαιος, υπέρ αδίκου; Ποιός πατέρας υπέρ τέκνου; Ποιός γιος υπέρ πατέρα πέθανε; Αυτό (δηλαδή) που έκανε ο Κύριός μας, επειδή όχι μόνο μας έπλασε με το χέρι (Του) στον Αδάμ, αλλά και μας αναγέννησε δια του (Αγίου) Πνεύματος κατά το πάθος Του.
Και ο ασεβής λαός των Ιουδαίων εφόνευσαν τον ευεργέτη τους, αποδίδοντας σε αυτόν πονηρά αντί αγαθών, και θλίψη αντί χαράς και θάνατο αντί ζωής. Επειδή αυτόν που ανέστησε τους νεκρούς τους, και θεράπευσε τους αναπήρους και έδωσε φως στους τυφλούς, τούτον εφόνευσαν με το να τον κρεμάσουν πάνω στο ξύλο (του Σταυρού).
Δείτε άνθρωποι, δείτε όλες οι γενιές τα πρωτοφανή τολμήματα. Κρέμασαν αυτόν που κρέμασε την γη, στερέωσαν με καρφιά στο ξύλο αυτόν που στερέωσε τον κόσμο και μέτρησαν αυτόν που μέτρησε τους ουρανούς, κι έδεσαν αυτόν που έλυσε τους αμαρτωλούς, και πότισαν με ξύδι αυτόν που πότισε με δικαίωση (σωτηρία), κι έθρεψαν με χολή αυτόν που έθρεψε με ζωή, και χάλασαν τα πόδια και τα χέρια αυτού που τους θεράπευσε τα χέρια και τα πόδια κι έκαναν να κλείσει τα μάτια αυτόν που τους έκανε να αναβλέψουν, κι έθαψαν αυτόν που ανέστησε τους νεκρούς τους.
Καινούριο μυστήριο και παράδοξο θαύμα: (κατ)εκρίθη ο Κριτής, και δέθηκε αυτός που λύνει τους φυλακισμένους, και στερεώθηκε με καρφιά αυτός που στερέωσε την γη, και κρεμάστηκε αυτός που κρέμασε τον κόσμο, και εμετρήθη αυτός που μέτρησε τους ουρανούς, κι ετράφη με χολή αυτός που έθρεψε με ζωή, και πέθανε αυτός που ζωογονεί τα πάντα, και ετάφη αυτός που ανασταίνει τους νεκρούς.
Επειδή όταν ο Κύριος κρεμόταν στο ξύλο (του Σταυρού), εράγησαν οι τάφοι, ο άδης άνοιξε, κι ανέστησαν οι νεκροί, και εξέρχονταν ψυχές και εμφανίστηκαν πολλοί από τους αναστημένους μέσα στον Ισραήλ, όταν επιτελείτο το μυστήριο του Χριστού. Επειδή πάνω στον Σταυρό ύψωσε την σάρκα, για να φανεί η σάρκα υψουμένη κι ο θάνατος πεσμένος κάτω από τα πόδια της σάρκας.
Τότε οι άγγελοι παραξενεύθηκαν και οι δυνάμεις των ουρανών εξεπλάγησαν λόγω του πάθους του Χριστού, εξεπλάγη η κτίση, παραξενεύθηκε και έλεγε: άραγε τι είναι τούτο το καινούριο μυστήριο; Ο Κριτής (κατα)κρίνεται και σιωπά, ο Αόρατος γίνεται ορατός και δεν ντρέπεται, ο Ακράτητος κρατείται (συλλαμβάνεται) και δεν αγανακτεί, ο Αμέτρητος μετριέται και δεν αντιτάσσεται, ο Απαθής πάσχει και δεν ανταποδίδει, ο Αθάνατος πεθαίνει και καρτερεί, ο Επουράνιος θάπτεται και υπομένει, (για)τι είναι τούτο το καινούριο μυστήριο παρά (όμως είναι) οπωσδήποτε για τον άνθρωπο;
Αλλά ο Κύριος που με την θέλησή Του έπαθε, ανέστη από τους νεκρούς και καταπάτησε τον θάνατο κι έδεσε τον ισχυρό (τον διάβολο)” (Μτ ιβ, 29 κ Μρ γ, 27) και έλυσε τον άνθρωπο. Κι ο θάνατος με αλλοιωμένα χαρακτηριστικά (από τον φόβο) έπεσε κάτω από τα πόδια του Χριστού, κι ο άδης εσύρθη αιχμάλωτος και ταπεινωμένος στον θρίαμβο του Χριστού, και όλες οι δυνάμεις του ταράχτηκαν επειδή άκουσαν την φωνή του Χριστού, όπως λέει η Γραφή: “Την μορφή του δεν την είδαμε, αλλά την φωνή του την ακούσαμε”. Επειδή ο άδης δεν είδε την μορφή του Κυρίου, αλλά την φωνή Του άκουσε, ο οποίος έλεγε: “Εξέλθετε ψυχές φυλακισμένες και καθισμένες στο σκοτάδι του θανάτου. Σας φέρνω χαρμόσυνο νέο της Ζωής. Εγώ είμαι ο Χριστός, η Ζωή σας”.
Τότε ο άδης, όταν άκουσε, κατελύθη, και οι πύλες του οι χάλκινες συνετρίβησαν, και οι μοχλοί του οι σιδερένιοι έσπασαν, κι εξέρχονταν οι ψυχές των αγίων που ακολουθούσαν τα ίχνη του Χριστού. Τότε εκπληρώθηκε το γραμμένο (στην Γραφή): “Εκεί συνέτριψε πύλες χάλκινες και μοχλούς σιδερένιους έσπασε” (Ψ. ρστ, 16 κ Ησ. με, 2).
Εβόησε και η γη λέγοντας: “Δέσποτα λυπήσου με (και γλύτωσέ με) από τα κακά, ανακούφισέ με από την οργή, απάλλαξέ με από την κατάρα, εξ αιτίας των οποίων δέχτηκα αίματα και ανθρώπων σώματα, ακόμα και το δικό Σου σώμα. Δέσποτα πάρε τον Αδάμ (το πλάσμα) Σου.
Ανέστη, λοιπόν, ο Κύριος σε τρεις ημέρες για να μας διδάξει Τριάδα (προσώπων) εν μονάδι (σε μια Ουσία) να προσκυνούμε. Όλες οι γενιές των ανθρώπων εσώθηκαν από τον Χριστό. Επειδή ένας (κατ)εκρίθη και μυριάδες εσώθηκαν. Επειδή ο Κύριος πέθανε υπέρ πάντων.

Αυτός ομοίως ενδυσάμενος (ντυμένος) όλον τον άνθρωπο ανήλθε στα ύψη των ουρανών για να προσφέρει δώρο στον Πατέρα, ούτε χρυσάφι, ούτε ασήμι, ούτε πολύτιμο λίθο, αλλά τον άνθρωπο τον οποίο έπλασε “κατ’ εικόνα και ομοίωσή” Του.

Τούτον ο Πατέρας τον ύψωσε στα δεξιά Του, “σε θρόνο υψηλό” (Ησ. στ, 1) Τον εκάθισε, «μέχρι να τεθούν οι εχθροί Του κάτω από τα πόδια Του» (Ψ. ρθ, 1). Επειδή πρόκειται να έρθει κριτής ζωντανών και νεκρών, “του οποίου της βασιλείας δεν θα υπάρξει τέλος” (Λκ. α, 33). Επειδή η δόξα είναι στον Πατέρα και στον Υιό και στο άγιο Πνεύμα και τώρα και πάντοτε και σε όλους τους αιώνες. Αμήν.

ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ
(Ο Διάλογος του Πιλάτου με τον Ιησού)

Δραματοποίηση

ΠΙΛΑΤΟΣ: Είσαι ο βασιλιάς των Ιουδαίων;
ΙΗΣΟΥΣ:
Συ λέγεις.
ΠΙΛΑΤΟΣ:
Δεν ξέρεις πόσα σου καταμαρτυρούν;
ΙΗΣΟΥΣ:
…….
ΑΦΗΓΗΤΗΣ:
Κάπως ανήσυχος ο Πιλάτος ρωτάει πιο έντονα:
ΠΙΛΑΤΟΣ:
Είσαι ο βασιλιάς των Ιουδαίων;
ΙΗΣΟΥΣ:
Δική σου είναι η ερώτηση ή άλλοι σου την υπέβαλαν;
ΑΦΗΓΗΤΗΣ:
Ο Πιλάτος δυσανασχετεί λίγο.
ΠΙΛΑΤΟΣ:
Μήπως είμαι Ιουδαίος; Οι συμπατριώτες σου σε παρέδωσαν σ’ εμένα. Τι έχεις κάνει;
ΙΗΣΟΥΣ:
Η βασιλεία μου δεν έχει σχέση με τις βασιλείες αυτού του κόσμου. Αν είχε, τότε οι ακόλουθοί μου θα είχαν αγωνιστεί για να μη με συλλάβουν οι Ιουδαίοι. Ουσία της βασιλείας μου δεν είναι η εξουσία. Εσύ είπες ότι είμαι βασιλιάς, αλλά εγώ γεννήθηκα και ήρθα στον κόσμο αυτόν για να φανερώσω την αλήθεια.
ΠΙΛΑΤΟΣ:
Τι είναι αλήθεια;
ΙΗΣΟΥΣ:
…….
ΑΦΗΓΗΤΗΣ:
Απάντηση δε δίνει ο Ιησούς. Τίποτα δεν αλλάζει στην έκφρασή του ούτε στη στάση του. Στέκεται όρθιος, ακίνητος, με το χρυσοκίτρινο καλάμι στο χέρι. Ο Πιλάτος περιμένει απάντηση. Απάντηση είναι αυτός, ο Ιησούς. Αλήθεια είναι ο ίδιος, το πρόσωπο αυτό που δεν εκφράζει καμιά λύπη, αλλά απόλυτη ηρεμία. Απάντηση είναι η καλοσύνη. Την ακτινοβολεί αυτός ο απλός Γαλιλαίος.

(Από το βιβλίο των Θρησκευτικών της ΣΤ΄ τάξης)

Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΑΝΑΣΤΗΜΕΝΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΕ ΔΥΟ ΜΑΘΗΤΕΣ ΣΤΟΥΣ ΕΜΜΑΟΥΣ

Δραματοποίηση

ΑΦΗΓΗΤΗΣ : Και να, δυο από τους μαθητές του Ιησού πήγαιναν την ίδια μέρα (την πρώτη μέρα μετά το Σάββατο) σε κάποιο χωριό που απείχε από την Ιερουσαλήμ περίπου έντεκα χιλιόμετρα και ονομαζόταν Εμμαούς. Και αυτοί μιλούσαν μεταξύ τους για όλα αυτά που είχαν συμβεί, δηλαδή τα πάθη του Χριστού , το θάνατο, την ταφή καθώς και για όσα ανήγγειλαν στους μαθητές οι μυροφόρες. Και συνέβη, ενώ αυτοί μιλούσαν και συζητούσαν, αυτός ο ίδιος ο Ιησούς πλησίασε και πήγαινε μαζί τους. Και είτε διότι η μορφή του αναστάντος Κυρίου είχε αλλάξει, είτε διότι από υπερφυσική δύναμη εμποδίζονταν οι αισθήσεις τους, ήταν κρατημένα τα μάτια τους για να μην τον αναγνωρίσουν. Και ο Ιησούς τους είπε:
ΙΗΣΟΥΣ :
Ποια είναι τα ζητήματα που συζητάτε μεταξύ σας, ενώ περπατάτε, και είσαστε σκυθρωποί;
ΚΛΕΟΠΑΣ :
Συ μόνος από τους ξένους που ήρθαν να προσκυνήσουν το Πάσχα, μένεις στην Ιερουσαλήμ και δεν έμαθες όσα έγιναν σ’ αυτή αυτές τις ημέρες;
ΙΗΣΟΥΣ :
Ποια;
ΛΟΥΚΑΣ :
Αυτά που έγιναν με τον Ιησού το Ναζωραίο, ο οποίος υπήρξε προφήτης και  αποδείχτηκε μπροστά στο Θεό και σ’ όλο το λαό  δυνατός με υπερφυσικά θαύματα και θεόπνευστη διδασκαλία.
ΚΛΕΟΠΑΣ :
Δεν έμαθες ακόμη και με ποιο τρόπο τον παρέδωσαν οι αρχιερείς και οι άρχοντές μας σε καταδίκη θανάτου και τον σταύρωσαν;
ΛΟΥΚΑΣ:
Εμείς ελπίζαμε, ότι αυτός είναι ο Μεσσίας, που πρόκειται να ελευθερώσει τον Ισραήλ και να αποκαταστήσει το βασίλειό του. Αλλά η ελπίδα μας αυτή κλονίστηκε γιατί  εκτός από τη σταύρωσή του και από όλα τα άλλα που έγιναν, είναι η τρίτη μέρα σήμερα, αφ’ ότου συνέβησαν αυτά και δεν είδαμε ακόμη τίποτε, που να στηρίξει τις ελπίδες μας.
ΚΛΕΟΠΑΣ :
Αλλά και κάτι άλλο που εν τω μεταξύ συνέβη, αύξησε την απορία μας. Μερικές γυναίκες από τον κύκλο των πιστών μαθητών του μας εξέπληξαν διότι πήγαν πολύ πρωί στο μνημείο  και αφού δεν βρήκαν εκεί το σώμα του, ήλθαν και είπαν, ότι είδαν οπτασία αγγέλων, οι οποίοι λένε, ότι ο Ιησούς ζει. Και πήγαν στο μνημείο μερικοί από τους δικούς μας (τους μαθητές) και βρήκαν τα πράγματα έτσι καθώς τα είπαν οι γυναίκες. Δηλαδή βρήκαν ανοιχτό το μνημείο , αυτόν όμως τον Ιησού δεν τον είδαν.
ΙΗΣΟΥΣ :
Ω άνθρωποι, που δεν έχετε φωτισμένο νου για να κατανοείτε τις γραφές, και που έχετε καρδιά βραδυκίνητη και δύσκολη στο να πιστεύετε σε όλα, όσα προείπαν οι προφήτες. Όλα αυτά δεν έπρεπε να τα πάθει ο Χριστός (όπως ακριβώς είχαν προφητεύσει οι προφήτες) και μέσα από τα παθήματα  αυτά να εισέλθει στη δόξα του, η οποία άρχισε με την ανάστασή του και θα ολοκληρωθεί με την ανάληψή του;
ΑΦΗΓΗΤΗΣ:
Και αφού άρχισε από τις προφητείες και από τις προεικονίσεις, που περιέχονται  στα συγγράμματα του Μωϋσή και πήρε στη συνέχεια από όλους τους προφήτες τα χωρία που αναφέρονται στο Μεσσία, εξηγούσε συνέχεια σ’ αυτούς τις προφητείες, που αναφέρονταν στον εαυτό του. Και πλησίασαν στο χωριό , που πήγαιναν οι δυο μαθητές. Και ο Ιησούς προσποιήθηκε ότι θα προχωρούσε μακρύτερα αλλ’ αυτοί τον παρακάλεσαν να μείνει μαζί τους λέγοντας : Μείνε μαζί μας γιατί σε λίγο θα βραδιάσει. Και μπήκε στο σπίτι για να μείνει μαζί τους. Και τότε συνέβη τούτο: Όταν κάθισαν μαζί στο τραπέζι για να φάνε, αφού πήρε στα χέρια του τον άρτο, ευλόγησε ευχαριστώντας το Θεό, όπως συνήθιζαν να κάνουν προ του φαγητού, και αφού τον έκοψε σε τεμάχια, έδινε σε αυτούς. Όταν δε είδαν την ευλογία και τον τεμαχισμό του άρτου να γίνεται κατά τον τρόπο, που συνήθιζε ο δάσκαλός τους (ο Χριστός), τότε με θεία ενέργεια «άνοιξαν» τα μάτια τους και αναγνώρισαν καλά αυτόν. Αλλά την ίδια στιγμή και αυτός έγινε άφαντος από μπροστά τους. Και είπαν μεταξύ τους ο ένας προς τον άλλο:
ΛΟΥΚΑΣ :
Η καρδιά μας δεν αισθανόταν μέσα μας την πνευματική φλόγα του θείου ζήλου και της αγάπης προς το Χριστό και δε ζεσταινόταν από τη θερμότητα του φωτός και της θείας αλήθειας, όταν μας μιλούσε στο δρόμο και μας εξηγούσε τις γραφές;
ΚΛΕΟΠΑΣ :
Πώς εμποδιστήκαμε λοιπόν από του να τον αναγνωρίσουμε αμέσως;
ΑΦΗΓΗΤΗΣ :
Και σηκώθηκαν αμέσως και επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ και βρήκαν μαζεμένους τους έντεκα αποστόλους και τους άλλους που ήταν μαζί τους, όλοι δε αυτοί έλεγαν ότι  πραγματικά αναστήθηκε ο Κύριος και εμφανίστηκε στο Σίμωνα. Και ο Λουκάς με τον Κλεόπα διηγούνταν  τα όσα τους συνέβησαν στο δρόμο και πώς αναγνωρίστηκε από αυτούς, όταν έκοβε σε τεμάχια τον άρτο.

ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
(Πράξεις των αποστόλων Ε΄ 12 – 16)

12 Από τα χέρια των Αποστόλων γίνονταν συνεχώς πολλά θαύματα, που έδειχναν την αλήθεια της διδασκαλίας των και λόγω του εξαιρετικού χαρακτήρα τους προκαλούσαν κατάπληξη μεταξύ του λαού. Και μαζεύονταν όλοι μαζί και με μια καρδιά στη στοά του Σολομώντος.
13
Από τους υπόλοιπους δε, που δεν είχαν πιστέψει, κανείς δεν είχε  την τόλμη να ανακατευτεί με αυτούς και να αστειευτεί μαζί των και να τους συμπεριφερθεί σαν σε συνηθισμένους ανθρώπους του δρόμου, αλλά ο πολύς λαός τους τιμούσε και τους εγκωμίαζε.
14
Ολοένα δε και περισσότερο προσελκύονταν πλήθη ανδρών και γυναικών, οι οποίοι  επροστίθεντο στον αριθμό των πιστών.
15
Τόσο πολύ σεβόταν αυτούς ο λαός, ώστε έβγαζαν από τα σπίτια των στις πλατείες τους ασθενείς και τους έβαζανπάνω σε πολυτελή κρεβάτια οι πλουσιότεροι και σε φτωχικά και πρόχειρα φορεία οι φτωχότεροι, με σκοπό, όταν θα περνούσε από το πλήθος εκείνο ο Πέτρος, να πέσει έστω και η σκιά του  σε κάποιον από τους ασθενείς αυτούς για να τον θεραπεύσει.
16
Μαζευόταν δε στην Ιερουσαλήμ και το πλήθος των κατοίκων των γειτονικών πόλεων και έφερναν κάθε είδους ασθενείς, καθώς και ανθρώπους, που ενοχλούνταν από πνεύματα ακάθαρτα, οι οποίοι θεραπεύονταν όλοι.

Απαντώ με τις κατάλληλες λέξεις:

Γίνονταν πολλά από τα χέρια των Αποστόλων:   ——-
Αυτά που έκαναν οι απόστολοι προκαλούσαν στο λαό…:   ———
Εκεί μαζεύονταν όσοι πίστευαν στο Χριστό:…—-  ———-
Αυτό έκανε ο πολύς λαός για τους αποστόλους:…——- &———
Πίστευαν στο Χριστό όλο και περισσότεροι…:   ——&——–
Τους θεράπευαν όλους οι απόστολοι:   ——–
Έκανε θαύματα ακόμη και η … του Πέτρου:…—-
Και από αυτές έρχονταν κάτοικοι για να θεραπευτούν:…———-  ——
Όσοι  πήγαιναν στους αποστόλους θεραπεύονταν…:…—-

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

1η Ποιος έδινε τη δύναμη στους Αποστόλους να κάνουν τέτοια θαύματα;
2η Γιατί οι απόστολοι δε φοβόντουσαν τώρα τους Γραμματείς και Φαρισαίους μήπως τους πιάσουν και τους κάνουν τα ίδια που έκαναν και στο Χριστό;

Ο ΠΕΤΡΟΣ ΘΕΡΑΠΕΥΕΙ ΤΟ ΧΩΛΟ
(Πράξεις των Αποστόλων Κεφ. Γ΄ στ. 1-11)

1 Μια από τις μέρες αυτές (μετά την ανάσταση του Χριστού) ανέβαιναν μαζί στο ιερό ο Πέτρος και ο Ιωάννης κατά την ενάτη ώρα της προσευχής (δηλαδή κατά τις τρεις το μεσημέρι).
2
Τη στιγμή εκείνη έφεραν στα χέρια κάποιον άνθρωπο, που ήταν Κουτσός από την κοιλιά της μητέρας του (δηλ. είχε γεννηθεί κουτσός) και τον οποίο έβαζαν κάθε μέρα στην πόρτα του ιερού περιβόλου του ναού, η οποία ονομαζόταν Ωραία, για να ζητά ελεημοσύνη από εκείνους, που έμπαιναν στο ιερό.
3
Αυτός δε, όταν είδε τον Πέτρο και τον Ιωάννη, που επρόκειτο να μπουν στο ιερό, ζητούσε να πάρει και από αυτούς ελεημοσύνη.
4
Τότε ο Πέτρος και ο Ιωάννης τον κοίταξαν και ο Πέτρος είπε: Κοίταξέ μας προσεκτικά.
5
Ο Κουτσός τους κοίταξε με ενδιαφέρον περιμένοντας να πάρει κάποια ελεημοσύνη από αυτούς.
6
Και ο Πέτρος του είπε: «Ούτε αργυρά ούτε χρυσά νομίσματα έχω. Εκείνο που έχω, αυτό και σου δίνω.  Στο όνομα του Ιησού Χριστού του Ναζωραίου, σήκω όρθιος και περπάτα».
7
Και αφού τον έπιασε από το δεξί χέρι τον σήκωσε όρθιο. Αμέσως τότε στερεώθηκαν τα πόδια του και οι αστράγαλοί του.
8
Και γεμάτος χαρά ο πρώην κουτσός σηκώθηκε από τη θέση του με πηδήματα και στάθηκε όρθιος και βάδιζε ελεύθερα. Και μπήκε μαζί με τους αποστόλους στο ιερό περπατώντας ελεύθερα και πηδώντας και δοξάζοντας το Θεό , που τον θεράπευσε.
9
Και όλος ο λαός, που ήταν εκεί, τον είδε  να περπατάει και να υμνεί το Θεό.
10
Και τον εξέταζαν με περιέργεια και πείθονταν , ότι ήταν πράγματι αυτός, που καθόταν πλησίον της ωραίας πύλης του ιερού και ζητούσε κάθε μέρα ελεημοσύνη. Και θαμπώνονταν από τον υπερβολικό θαυμασμό τους και έμεναν εκστατικοί από αυτό που έγινε.
11
Ενώ δε ο θεραπευμένος χωλός δεν αποχωριζόταν τον Πέτρο και τον Ιωάννη, αλλά γεμάτος από ευγνωμοσύνη ακολουθούσε αυτούς,  έτρεξε μαζί προς αυτούς όλος ο λαός, που είχε έλθει τη στιγμή εκείνη για να προσευχηθεί και μαζεύτηκε στην κάμαρα του ιερού που ονομαζόταν στοά του Σολομώντος, γεμάτος από θαυμασμό και κατάπληξη.

Απαντώ με τις κατάλληλες λέξεις:

Οι δύο απόστολοι:   —— &   ——-
Εκεί πήγαιναν οι δύο απόστολοι:   —-
Ο λόγος που πήγαιναν:   ——–
Έτσι λεγόταν η ώρα τρεις το μεσημέρι:   —–
Ήταν ο άνθρωπος που συνάντησαν στην είσοδο:   —–
Τη ζητούσε ο άνθρωπος αυτός από τους περαστικούς:   ———-
Τέτοια  νομίσματα δεν είχε ο Πέτρος:   —— &   —–
Έδωσε ο Πέτρος αντί για ελεημοσύνη:   ——–
Ήταν αυτό που έκανε ο Πέτρος:   —–
Το όνομα με τη δύναμη του οποίου θεραπεύτηκε ο κουτσός:   ——  ——-
Έτσι στάθηκε ο κουτσός μόλις έγινε καλά:   ——
Αυτό έκανε ο κουτσός μόλις έγινε καλά:   ——  —  —
Ο λαός που είδε το θαύμα ένιωθε…:   ——–& ———

Πριν την ανάσταση του Χριστού είδαμε τον Πέτρο να είναι πολύ φοβισμένος και να αρνείται τρεις φορές το Χριστό λέγοντας ότι δεν τον γνωρίζει καθόλου. Στο παραπάνω γεγονός, που συνέβη μετά την ανάσταση του Ιησού, τον βλέπουμε να περπατά με θάρρος στο ναό μπροστά στους Ιουδαίους και μάλιστα να κάνει ένα θαύμα στο όνομα του Ιησού χωρίς να φοβάται καθόλου μήπως τον πιάσουν οι Ιουδαίοι (πράγμα που στη συνέχεια έγινε).

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

1. Πώς εξηγείς το θάρρος και την αφοβία  του Πέτρου;
2. Γιατί ο Ιησούς Χριστός έδωσε τη δύναμη στον Πέτρο να κάνει ένα τέτοιο μεγάλο θαύμα ενώ αυτός τον είχε αρνηθεί;
3. Η αλλαγή στη συμπεριφορά του Πέτρου αλλά και η θαυματουργική δύναμη που έχει τι επιβεβαιώνουν για το Χριστό;

ΕΡΓΑΣΙΑ: Μάθε και διηγήσου με λίγα λόγια το παραπάνω θαύμα.

Ο ΠΕΤΡΟΣ ΑΝΑΣΤΑΙΝΕΙ ΤΗΝ ΤΑΒΙΘΑ
(Πράξεις των αποστόλων Κεφ. Θ΄, στ. 36-43)

36 Στην Ιόππη υπήρχε κάποια μαθήτρια του Κυρίου, που λεγόταν Ταβιθά. Το όνομα δε αυτό μεταφράζεται στην ελληνική Δορκάς. Αυτή ήταν γεμάτη από αγαθοεργίες και ελεημοσύνες,    που έκανε συνεχώς.
37
Συνέβη δε κατά τις μέρες εκείνες να ασθενήσει αυτή και να πεθάνει. Αφού δε την έλουσαν και την ετοίμασαν, την έβαλαν στο επάνω διαμέρισμα της οικίας.
38
Εφ’ όσον δε η πόλη Λύδδα ήταν κοντά στην Ιόππη, σαν άκουσαν οι μαθητές ότι ο Πέτρος είναι στην πόλη αυτή του έστειλαν δυο άνδρες και τον παρακαλούσαν να μην αργήσει να έλθει σ’ αυτούς.
39
Πραγματικά ο Πέτρος σηκώθηκε και πήγε μαζί με τους δυο αυτούς απεσταλμένους. Όταν έφθασε στην Ιόππη, τον ανέβασαν στο πάνω μέρος του σπιτιού. Κι εκεί παρουσιάστηκαν σ’ αυτόν όλες οι χήρες κλαίγοντας για το θάνατο της Ταβιθά και δείχνοντας τα πουκάμισα     και τα πανωφόρια, όσα τους έφτιαχνε, όταν ήταν μαζί τους ζωντανή η Δορκάς.
40
Αφού δε ο Πέτρος τους έβγαλε όλους έξω από το δωμάτιο που ήταν η νεκρή, γονάτισε και προσευχήθηκε. Και κατόπιν στράφηκε προς το νεκρό σώμα και είπε: «Ταβιθά, ανάστηθι» (δηλ. Ταβιθά, σήκω επάνω). Αυτή δε άνοιξε τα μάτια της και όταν είδε τον Πέτρο από ξαπλωμένη, που ήταν, ανασηκώθηκε καθιστή στο κρεβάτι της.
41
Της έδωσε ο Πέτρος το χέρι και την σήκωσε όρθια. Μετά φώναξε τους χριστιανούς και ιδιαιτέρως τις χήρες και τους την παρουσίασε ζωντανή.
42
Έγινε δε γνωστό  το θαύμα αυτό σε όλη την πόλη της Ιόππης και πολλοί πίστεψαν στο Χριστό.

Απαντώ με τις κατάλληλες λέξεις:

Η πόλη στην οποία έγινε το θαύμα:   —–
Έτσι λεγόταν η μαθήτρια του Χριστού που πέθανε:   ——
Το όνομα της μαθήτριας αυτής στην ελληνική γλώσσα:   ——
Τα έργα που έκανε η Ταβιθά:   ———–, ———–
Η Ταβιθά αρρώστησε και…:   ——
Η πόλη που βρισκόταν ο Πέτρος τις μέρες εκείνες:   —–
Αυτοί πήγαν για να ειδοποιήσουν τον Πέτρο:   — ——
Παρουσιάστηκαν στον Πέτρο κλαίγοντας:   —–
Έδειχναν στον Πέτρο αυτά που τους έφτιαχνε η Ταβιθά:   ———,———
Αυτό έκανε ο Πέτρος μόλις έβγαλε όλο τον κόσμο από το δωμάτιο:   ——– και ————
Η φράση που είπε για να αναστήσει εκ νεκρών την Ταβιθά:   ——  ——–
Όταν το θαύμα έγινε γνωστό πολλοί πίστεψαν στο…:   ——
Με την ανάσταση της Ταβιθά ο Χριστός νίκησε και πάλι το…:   ——

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

1η Γιατί ο κόσμος αγαπούσε τόσο πολύ την Ταβιθά;
2η Γιατί κάλεσαν τον Πέτρο; Τι πίστευαν ότι μπορούσε να κάνει αφού η Ταβιθά είχε πια πεθάνει;
3η Ποιο πρόσφατο μεγάλο θαύμα του Χριστού έκανε τους χριστιανούς να πιστεύουν ότι η Ταβιθά μπορούσε να αναστηθεί;
4. Ερ. Γιατί ο Πέτρος γονάτισε και προσευχήθηκε πριν αναστήσει την Ταβιθά;
5. Ερ. Ποια άλλα θαύματα του Χριστού γνωρίζεις που αφορούν ανάσταση νεκρών;

ΕΡΓΑΣΙΑ: Μάθε και διηγήσου με λίγα λόγια το παραπάνω θαύμα.

Άνοιξε το Τριώδιο

ΤΟ «ΤΡΙΩΔΙΟ»

ΤριώδιονΤο Τριώδιο είναι ένα από τα εκκλησιαστικά βιβλία που χρησιμοποιεί στις ιερές ακολουθίες της η ορθόδοξη χριστιανική εκκλησία μας. Ονομάζεται έτσι διότι οι κανόνες (ύμνοι)  που περιέχει έχουν μόνο τρεις ωδές (τρία + ωδή = Τριώδιο) σε αντίθεση με τους κανόνες του υπόλοιπου έτους που έχουν εννέα ωδές.

«ΑΝΟΙΞΕ ΤΟ ΤΡΙΩΔΙΟ»

Η φράση αυτή σημαίνει ότι αρχίζει να χρησιμοποιείται το βιβλίο αυτό στις ιερές ακολουθίες της εκκλησίας. Αυτό γίνεται από την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου μέχρι και το Μεγάλο Σάββατο. Η χρονική αυτή περίοδος διαρκεί 10 εβδομάδες και έχει σαν σκοπό της την προετοιμασία όλων των χριστιανών για την εορτή των εορτών, δηλαδή το Πάσχα, που εορτάζουμε την ανάσταση του Χριστού και τη νίκη της ζωής εναντίον του θανάτου. Οι τρεις πρώτες εβδομάδες είναι προπαρασκευαστικές για τη μεγάλη Τεσσαρακοστή που θα ακολουθήσει. Οι έξι επόμενες είναι η μεγάλη Τεσσαρακοστή που είναι μια περίοδος αυστηρής νηστείας (σωματικής και πνευματικής), συντριβής και μετάνοιας για κάθε χριστιανό. Η τελευταία είναι η Μεγάλη Εβδομάδα που εορτάζουμε τα πάθη, τη σταύρωση, την ταφή και την κάθοδο του Χριστού στον Άδη.

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΠΡΩΤΕΣ ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ ΤΟΥ ΤΡΙΩΔΙΟΥ (4 Κυριακές)

Οι τρεις πρώτες εβδομάδες του Τριωδίου περιλαμβάνουν τέσσερις Κυριακές και αποτελούν την εισαγωγή για τη μεγάλη Τεσσαρακοστή.

1) Η Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου
Τελώνης και ΦαρισαίοςΕίναι η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου. Στην εκκλησία διαβάζεται η παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου.
Η παραβολή με λίγα λόγια: Δυο άνθρωποι πήγαν στο ναό του Θεού να προσευχηθούν. Ο ένας ήταν Φαρισαίος κα ό άλλος τελώνης. Ο Φαρισαίος στάθηκε όρθιος για να φαίνεται καλά και είπε στην προσευχή του: «Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου, διότι δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους, που είναι άρπαγες, άδικοι, μοιχοί ή και σαν αυτόν τον τελώνη. Νηστεύω δυο φορές την εβδομάδα και δίνω το 1/10 από τα εισοδήματά μου». Ο τελώνης όμως στάθηκε στο πίσω μέρος του ναού σε κάποια άκρη. Δε σήκωνε ούτε τα μάτια του στον ουρανό αλλά χτυπούσε το στήθος του κι έλεγε: « Θεέ μου λυπήσου με και συγχώρησέ με τον αμαρτωλό». Σας βεβαιώνω, είπε στο τέλος ο Χριστός, ότι ο περιφρονημένος τελώνης γύρισε στο σπίτι του συγχωρημένος από το Θεό, παρά ο Φαρισαίος εκείνος. Κι αυτό γιατί όποιος υψώνει τον εαυτό του (υπερηφανεύεται), θα ταπεινωθεί και θα κατακριθεί ενώ εκείνος που ταπεινώνει τον εαυτό του (αναγνωρίζοντας τα λάθη του και ζητώντας συγχώρηση γι’ αυτά) θα υψωθεί και θα τιμηθεί από το Θεό.
Από την παραπάνω παραβολή μαθαίνουμε: 1) Ότι η προσευχή, η επικοινωνία μας δηλαδή με το Θεό, αποδοκιμάζεται και στην ουσία είναι άχρηστη και κατακριτέα όταν συνοδεύεται με κενοδοξία (μάταιη δόξα) και υπερηφάνεια (ο Φαρισαίος έλεγε στο Θεό με υπερηφάνεια ότι δε μοιάζει καθόλου με τους άλλους ανθρώπους που είναι αμαρτωλοί και ιδιαίτερα με τον αμαρτωλό Τελώνη που προσευχόταν λίγο πιο πίσω του), 2)  Ότι η ταπεινή προσευχή που γίνεται με συντριβή και μετάνοια (συναίσθηση δηλ. των αμαρτιών που έχει κάνει κάποιος και απόφαση να μην επαναλάβει τα ίδια) γίνεται αποδεκτή από το Θεό που συγχωρεί τις αμαρτίες και εξυψώνει το μετανοούντα αμαρτωλό και 3) Ότι έχοντας στο νου μας τη μεγάλη διαφορά των δυο αυτών αντίθετων χαρακτήρων που μας παρουσιάζει ο Χριστός στην παραβολή του, πρέπει να προσέχουμε πολύ να μη μοιάσουμε στο Φαρισαίο αλλά να προσευχόμαστε με ταπείνωση σαν τον τελώνη και να ζητάμε αυτό που θέλουμε.

2) Η Κυριακή του Ασώτου

άσωτος υιος

Τη δεύτερη Κυριακή διαβάζεται στην εκκλησία η συγκινητική παραβολή ευσπλαχνικού πατέρα και του ασώτου γιου.

Η Παραβολή με λίγα λόγια: Ένας πατέρας είχε δυο παιδιά. Κάποια μέρα, ο μικρότερος γιος, του ζήτησε το μερίδιό του από την πατρική περιουσία κι έφυγε σε μακρινή χώρα. Εκεί σπατάλησε όλη την περιουσία του ζώντας άσωτα. Στο τέλος κατάντησε να βόσκει χοίρους για να μπορεί να ζήσει και να μην πεθάνει της πείνας. Κάποια στιγμή όμως θυμήθηκε πόσο καλά περνούσε στο σπίτι του πατέρα του, απολαμβάνοντας την αγάπη και την προστασία του και μετάνιωσε για όλα αυτά που έκανε. Αποφάσισε τότε να γυρίσει πίσω και να πέσει στα πόδια του πατέρα του ζητώντας του να τον συγχωρήσει και να τον πάρει έστω και σαν δούλο του στη δούλεψή του γιατί ακόμη κι οι δούλοι του πατέρα του περνούσαν πολύ πιο καλά απ’ ό,τι αυτός τώρα. Επιστρέφει λοιπόν στο πατρικό του σπίτι κι ενώ ακόμη δεν είχε πλησιάσει κοντά, τον είδε ο πατέρας του και βγήκε να τον υποδεχτεί. Ο άσωτος γιος ζητάει συγχώρηση από τον πατέρα του λέγοντας: «Πατέρα αμάρτησα στον ουρανό (δηλ. στο Θεό) και σε σένα. Δεν είμαι άξιος να ονομάζομαι γιος σου. Κάνε με σαν έναν από τους μισθωτούς υπηρέτες σου». Ο πατέρας του όμως αντί να τον διώξει ή να τον μαλώσει ή έστω να τον κάνει σαν έναν από τους υπηρέτες του, για όλα αυτά που έκανε, τον αγκάλιασε, τον φίλησε και είπε στους υπηρέτες να του δώσουν να φορέσει λαμπρή στολή. Μάλιστα να σφάξουν το μοσχάρι που έτρεφαν ξεχωριστά για κάποια χαρμόσυνη κι εξαιρετική περίσταση και να χαρούν και να διασκεδάσουν διότι επέστρεψε ο χαμένος γιος του.
Η παραπάνω παραβολή είναι μια συγκλονιστική προτροπή για μετάνοια ενώ ταυτόχρονα μας δείχνει την απέραντη αγάπη του Θεού Πατέρα ο οποίος είναι πρόθυμος στη στιγμή να συγχωρήσει κάθε αμαρτωλό που μετανοεί ειλικρινά (όποιες κι αν είναι οι αμαρτίες του) και να τον δεχθεί και πάλι στην αγκαλιά του.

3) Η Κυριακή της Κρίσεως ή των Απόκρεω

16Θέμα της τρίτης Κυριακής του Τριωδίου είναι η ημέρα της Κρίσεως. Η ημέρα δηλαδή που ο Θεός θα κρίνει δίκαια τους ανθρώπους, κατατάσσοντάς τους στη θέση που τους αρμόζει, ανάλογα με τις πράξεις τους. Το μέτρο της κρίσης του Θεού είναι η αγάπη προς τους συνανθρώπους μας. Την Κυριακή αυτή κορυφώνεται η προτροπή της εκκλησίας προς όλους μας για μετάνοια, ζητώντας από μας έργα αγάπης προς το συνάνθρωπο, τα οποία θα είναι και το εισιτήριο για την αιώνια ζωή κοντά στο Θεό επισημαίνοντας όμως ότι τα αντίθετα έργα της κακίας θα είναι και η αιτία της αιώνιας καταδίκης μας.
Η Κυριακή αυτή λέγεται και Κυριακή των «Απόκρεω» γιατί από την επόμενη μέρα σταματάμε να τρώμε το κρέας καθώς σε λίγες μέρες φθάνει και η μεγάλη Τεσσαρακοστή. Την εβδομάδα που ακολουθεί τρώμε μόνο γάλα, τυρί, αυγά και ψάρι και την ονομάζουμε εβδομάδα της Τυρινής ή Τυροφάγου.

 

 

 

 

 

 

4) Η Κυριακή της Τυρινής ή Τυροφάγου

Έξοδος από τον παράδεισοΚύριο θέμα της τέταρτης Κυριακής του Τριωδίου είναι η ανάμνηση του χαμένου παραδείσου σε συνδυασμό με την αρχή της νηστείας. Η εκκλησία, μας θυμίζει την έξωση του Αδάμ από τον παράδεισο και την αποκοπή του από το Θεό, που είχε σαν συνέπεια τον πνευματικό και σωματικό του θάνατο επειδή δεν τήρησε την εντολή του Θεού, που στην πραγματικότητα ήταν εντολή νηστείας και είχε σαν σκοπό της την ηθική του τελειότητα. Μας καλεί λοιπόν με τη νηστεία, σωματική (αποχή από ορισμένα φαγητά) και πνευματική (νέκρωση των φθοροποιών παθών και αποχή από κακές πράξεις), να ξανακερδίσουμε το χαμένο παράδεισο καθώς μέσα από τη νηστεία και τον αγώνα της μεγάλης Τεσσαρακοστής θα αξιωθούμε το Πάσχα να ενωθούμε με τον αναστημένο Χριστό συμμετέχοντας στο μυστήριο της θείας ευχαριστίας.
Η επόμενη μέρα από την Κυριακή της Τυρινής είναι η «καθαρά Δευτέρα» και αρχίζει η αυστηρή νηστεία της μεγάλης Τεσσαρακοστής η οποία, όπως προαναφέραμε, είναι περίοδος πένθους και μετανοίας.

Πηγή: Κων/νος Αθανασόπουλος, «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ» Αλεξανδρούπολις 1975, σελ. 119-124


ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ «ΑΠΟΚΡΙΑ» ΚΑΙ «ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ»

Η λέξη «αποκριά» προέρχεται από τη λέξη απόκρεως = α (στερητικόν) + κρέως  (γενική ενικού του ουσιαστικού κρέας στην αρχ. αττική διάλεκτο). Σημαίνει την αποχή από την κρεοφαγία (σταματάμε δηλαδή να τρώμε κρέας).

Η λέξη «καρναβάλι» προέρχεται από την ιταλική carnevale < carnelevare που σημαίνει αφαιρώ, απομακρύνω το κρέας (δηλ. σταματάω να τρώω κρέας).

Πηγή: Λεξικό Μπαμπινιώτη σελ. 248 και 846

ΤΑ ΕΘΙΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΙΑΣ

α) Στην Ελλάδα
Τις μέρες αυτές γίνεται το έθιμο του γλεντιού, της ψυχαγωγίας και του «μασκαρέματος», της μεταμφίεσης, που έχει παραμείνει από παλιές «εθνικές» γιορτές της ρωμαϊκής εποχής, τις γιορτές αφιερωμένες στην έκπτωση του θεού Κρόνου (Saturn) από τον Ήλιο Δία: τα Κρόνια «Λουπερκάλια» και «Σατουρνάλια» και από τις αρχαιότερες «Διονυσιακές γιορτές» των αρχαίων Ελλήνων, όπου οι άνθρωποι μεταμφιέζονταν, χόρευαν, τραγουδούσαν πίνοντας κρασί και το κέφι έφτανε στο κατακόρυφο προς τιμήν του θεού Διονύσου.
Παλιότερα το καρναβάλι γινόταν παντού στην Ελλάδα με μασκαράτες ομαδικές, χορούς, γλέντια, σάτιρα και διάφορα έθιμα σε κάθε μέρος. Ήταν ευκαιρία για ξεφάντωμα, κρασί και χιλια δυο πειράγματα. Μεγαλύτερα κέντρα τέτοιου ξεφαντώματος ήταν, όπως και σήμερα, η Πάτρα με το περιβόητο πατρινό καρναβάλι, που έχει τις ρίζες του στις αρχές του 19ου αι., η Πλάκα των Αθηνών, η Θήβα με τον περίφημο «βλάχικο γάμο» της. Στη Θήβα γίνεται και σήμερα ο «βλάχικος γάμος» που αρχίζει από την Τσικνοπέμπτη και αποτελείται από το προξενιό, το γάμο δυο νέων και τελειώνει με την πορεία των προικιών της νύφης και το γλέντι των συμπεθέρων. Όλες αυτές οι διαδικασίες είναι γεμάτες από σατυρική αθυροστομία, κέφι, γλέντι και χορό. Στην Πάτρα γίνεται το μεγαλύτερο καρναβάλι της Ελλάδας με διάρκεια δυο εβδομάδων και την τελευταία Κυριακή της αποκριάς γίνεται παρέλαση αρμάτων με επικεφαλής το ομοίωμα του θεού της αποκριάς, του «Καρνάβαλου» και ακολουθία διαφόρων άλλων έξυπνων μασκαρεμάτων, με τη συμμετοχή σαράντα χιλιάδων καρναβαλιστών και πλήθους επισκεπτών ενώ το κέφι δίνει και παίρνει. Στην Κοζάνη γίνεται το έθιμο του Φανού, κατά το οποίο φωτιές και υπαίθρια γλέντια στήνονται σε διάφορες γειτονιές της πόλης. Στην Αθήνα, στην Πλάκα, καθώς και σ’ όλα γενικά τα μέρη, γυρνούν στους δρόμους οι άνθρωποι μεταμφιεσμένοι, μικροί και μεγάλοι, μπαίνουν στα κέντρα, πίνουν, χορεύουν, πειράζονται και γλεντούν. Τα τελευταία χρόνια το καρναβάλι του Μοσχάτου καταλαμβάνει την πρώτη θέση μεταξύ εκείνων των δήμων της Αττικής.
β) Στο εξωτερικό
Μόνο οι Καθολικοί και οι Ορθόδοξοι χριστιανοί γνωρίζουν τις αποκριές, ενώ στην προτεσταντική βόρεια Ευρώπη δεν υπάρχουν. Στην Κολωνία και άλλες πόλεις του Ρήνου στη Γερμανία το καρναβάλι είναι σημαντικό κομμάτι της τοπικής παράδοσης και της κριτικής εναντίον της πολιτικής. Σύλλογοι και οργανώσεις προετοιμάζονται όλο το χρόνο γι’ αυτές τις ημέρες. Επίσης σημαντικό Καρναβάλι παρουσιάζουν η Βενετία και η Νίκαια στη Γαλλία. Το καρναβάλι του Ρίο στη Βραζιλία θεωρείται το μεγαλύτερο του κόσμου και πολυπληθέστερο σε μια φαντασμαγορική κάθε φορά παρουσίαση όπου συνδυάζεται με παραδοσιακούς, ξέφρενους χορούς, όπως η Σάμπα.

Πηγή: Ελληνική ΒΙΚΙπαίδεια

ΤΟ ΤΡΙΩΔΙΟ ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΟΚΡΙΕΣ

Όπως είδαμε παραπάνω, το άνοιγμα του Τριωδίου για μας τους χριστιανούς σηματοδοτεί την αρχή μιας περιόδου μετανοίας, πένθους και εγκρατείας η οποία εκτυλίσσεται κατά τη διάρκεια της μεγάλης Τεσσαρακοστής, κορυφώνεται τη μεγάλη εβδομάδα και τελειώνει μόλις έλθει το Πάσχα που εορτάζουμε το χαρμόσυνο γεγονός της ανάστασης του Χριστού. Οι αποκριές έχουν ειδωλολατρική προέλευση από την αρχαία Ελλάδα (δωδεκάθεο) και τη ρωμαϊκή εποχή. Ο σκοπός τους (τιμή του θεού Διονύσου, υποδοχή της άνοιξης) δεν έχει καμιά σχέση με το χριστιανικό χαρακτήρα και το σκοπό του Τριωδίου και κατά συνέπεια δεν ταιριάζουν στους χριστιανούς τα μασκαρέματα, οι μεταμφιέσεις, οι χοροί, οι σάτιρες, τα πειράγματα, οι αθυροστομίες κλπ. που γίνονται τις απόκριες, σε μια χρονική περίοδο που η εκκλησία προβάλλει την προετοιμασία για εγκράτεια και μετάνοια από τις αμαρτίες και τα κάθε είδους πάθη (πλεονεξία, κακία, υπερηφάνεια, εγωισμός κλπ.).

Η ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ:
Μέγας Βασίλειος, Ιωάννης Χρυσόστομος, Γρηγόριος Θεολόγος

Στις 30 Ιανουαρίου τιμούμε τρία λαμπρά άστρα.
Τους τρεις Ιεράρχες:
Βασίλειο τον Μέγα, Γρηγόριο τον Θεολόγο και Ιωάννη τον Χρυσόστομο.
Η μέρα αυτή έχει καθιερωθεί σαν γιορτή της Ορθοδοξίας, της Παιδείας και των γραμμάτων, των δασκάλων και των μαθητών.

Υπήρξαν από τους πιο μορφωμένους ανθρώπους της εποχής τους. Κατάγονταν από εύπορες οικογένειες και σπούδασαν με ξακουστούς δασκάλους στις πιο φημισμένες σχολές του καιρού τους. Ήταν και οι τρεις σοφοί. Αγάπησαν τα γράμματα και τον πολιτισμό των αρχαίων Ελλήνων. Έγιναν μεγάλοι – πολύ μεγάλοι – δάσκαλοι, πραγματικοί φωστήρες (1). Αλλά και σπουδαίοι ρήτορες.

Όμως έζησαν απλή ζωή. Αφιέρωσαν τη ζωή τους 1) Στον Χριστό που για την αγάπη Του απαρνήθηκαν τιμές, δόξες και υλικές απολαύσεις και 2) Στους φτωχούς και δυστυχισμένους συνανθρώπους τους, μοιράζοντας τα πάντα σ’ αυτούς και φροντίζοντας πάντα γι’ αυτούς. Έτσι εφάρμοσαν άριστα την πρώτη και μεγάλη εντολή: « Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της διανοίας σου και εξ όλης της ισχύος σου» (Να αγαπήσεις το Θεό σου με όλη την καρδιά, την ψυχή, τη σκέψη και τη δύναμή σου) και τη δεύτερη που είναι όμοια με αυτή, σύμφωνα με τα λόγια του Χριστού(2), «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν» (Να αγαπήσεις το συνάνθρωπό σου σαν τον εαυτό σου).
Για τη σοφία τους και την καλοσύνη τους, ο λαός τους εκτιμούσε και τους αγαπούσε πολύ.

Έζησαν σε χρόνια δύσκολα για την εκκλησία, αντιμετωπίζοντας τη φοβερή αίρεση(3) του Αρείου, που έλεγε ότι ο Χριστός δεν είναι ομοούσιος με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα αλλά ένα κτίσμα του Θεού.

Το συγγραφικό τους έργο είναι τεράστιο. Ο Βασίλειος έγραψε έργα παιδαγωγικά, δογματικά και ασκητικά. Ο ίδιος έγραψε και τη λειτουργία που φέρει το όνομά του (Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου) και τελείται δέκα φορές το χρόνο. Ο Γρηγόριος έγραψε θεολογικούς λόγους για τη θεότητα του Ιησού Χριστού, καθώς επίσης, πολλές επιστολές και υπέροχα ποιήματα θεολογικού περιεχομένου. Ο Ιωάννης ονομάστηκε Χρυσόστομος για τη σπάνια ομορφιά των λόγων του και τη θερμή ευγλωττία του και από τα έργα του σώθηκαν 238 επιστολές, 1.000 ομιλίες θαυμάσιας ρητορικής τέχνης και λογής μελέτες.

Οι τρεις ιεράρχες έφυγαν σωματικά από τον κόσμο αλλά η ψυχή τους βρίσκεται στα πόδια του Θεού και Τον παρακαλεί πάντοτε για μας. Το φωτεινό παράδειγμα και τα υπέροχα έργα τους μας καθοδηγούν αλάνθαστα στο δρόμο της ορθής πίστης στον Ένα αληθινό Τριαδικό Θεό και της ειλικρινούς και άδολης αγάπης προς Αυτόν και τον πλησίον, που είναι κάθε συνάνθρωπός μας.

1. Φωστήρας : Μεγάλο, λαμπρό αστέρι. Εδώ, μεταφορικά, σημαίνει τον πολυμαθή και σοφό άνθρωπο.
2. Κατά Μάρκον ευαγγέλιο, Κεφ. ιβ΄ στ. 30-31.
3. Αίρεση = πλάνη, λαθεμένη πίστη.

Απολυτίκιο των Τριών Ιεραρχών (Απόδοση)

Αυτά τα τρία φωτεινά αστέρια που παίρνουν λάμψη απ’ το Θεό,
Αυτούς που φώτισαν την οικουμένη με τη θεϊκή διδασκαλία,
Αυτά τα ποτάμια της σοφίας,
που ξεδίψασαν όλη την πλάση με τη γνώση του Θεού.
Το Μέγα Βασίλειο, το Γρηγόριο το Θεολόγο
και τον ξακουστό Ιωάννη που τα λόγια του ήταν χρυσάφι.
Όλοι εμείς που θαυμάζουμε τη σοφία τους,
ας μαζευτούμε να τους τιμήσουμε με ύμνους,
γιατί αυτοί πάντοτε παρακαλούνε το Θεό για μας.

Λόγια των Τριών Ιεραρχών

«Όπως οι μέλισσες διαλέγουν το νέκταρ από τα λουλούδια, έτσι κι εσείς να διαλέγετε αυτά που διαβάζετε. Να κρατάτε τα καλά και ωφέλιμα».
Μέγας Βασίλειος

«Ένας και μόνο άνθρωπος με θεϊκή φωτιά στην καρδιά μπορεί να διορθώσει ολόκληρη πόλη». Ιωάννης Χρυσόστομος

«Πώς το καταλαβαίνετε, να έχετε εσείς περισσεύματα και ο άλλος να πεινά;»
«Κοίταζε εσύ μήπως πέσεις και μη γελάς αν δεις πώς ο άλλος έπεσε».
«Η γνώση είναι πολύ σπουδαίο καλό στη ζωή των ανθρώπων, αλλά για όσους δεν την χρησιμοποιούν σωστά, γίνεται αυτή κακό απ’ τα χειρότερα».
Γρηγόριος  Θεολόγος

…/…

Οι Τρεις Ιεράρχες ως παιδαγωγοί

του κ. Χρυσοστόμου Σύρκου, πρώην δημάρχου Μεγαρέων

Με νοσταλγικές αναμνήσεις των μαθητικών μου χρόνων από τον εορτασμό των τριών Ιεραρχών την 30η Ιανουαρίου, επιχειρώ μια φτωχή αναφορά στο παιδαγωγικό έργο των τριών φωστήρων της τριση-λίου Θεότητος Βασιλείου του Μεγάλου, Ιωάννου του Χρυσοστόμου και Γρηγορίου του Θεολόγου.
Στο παρελθόν, τότε, για μας, ως μαθητές, η εορτή των τριών Ιεραρχών αποτελούσε ένα σταθμό, μια καμπή, της μαθητικής μας πορείας, αφού η ημέρα αυτή ήταν το τέλος μιας εκπαιδευτικής περιόδου και η αφετηρία των γραπτών εξετάσεων που άρχιζαν την 1η Φεβρουαρίου.
Ναι, τότε οι μαθητές έδιναν γραπτές εξετάσεις και τον Φεβρουάριο εκάστου έτους. Το πρωί της 30ης Ιανουαρίου συντεταγμένοι, και υπό την συνοδεία δασκάλων μας, προσερχόμεθα άπαντες στους ιερούς Ναούς για τον υποχρεωτικό εκκλησιασμό μας.
Ακολούθως επανερχόμεθα στις σχολικές αίθουσες για να πληροφορηθούμε το πρόγραμμα των γραπτών εξετάσεων μας, σε όλα τα μαθήματα. Ημέρες νοσταλγικές γεμάτες αναμνήσεις. Οι τρεις ιεράρχες, οι τρεις μέγιστοι φωστήρες τρισηλίου Θεότητος, οι άξιοι μιμητές του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού προβάλλονταν και προβάλλονται ως πρότυπα βίου και έργου, εκσυγχρονιστές των προγενεστέρων και πρόδρομοι των μεταγενεστέρων.
Προικισμένοι εκ γενετής με πληθωρικά χαρίσματα θεωρούσαν την Αγία Γραφή πηγή γνώσεως, χωρίς να περιφρονούν και την ευρύτερη γνώση.
Γι’ αυτό και οι τρεις μελέτησαν και την «θύραθεν παιδείαν» και κυρίως την αρχαία ελληνική γραμματεία, που την θεωρούσαν «παιδαγωγὸν εἰς Χριστόν».
«Καθάπερ ἐκ ροδονιᾶς τοῦ ἄνθους δρεψάμενοι τὰς ἀκάνθας ἐκκλίνομεν, οὕτω καὶ τῶν τοιούτων λόγων – τῶν ἑλληνικῶν – ὅσον χρήσιμον καρπωσάμενοι, τὸ βλαβερὸν φυλαξώμεθα». Διακηρύσσει ο Μέγας Βασίλειος. Και σε νεοελληνική απόδοση: «Και όπως κόβοντας το τριαντάφυλλο, αποφεύγουμε τα αγκάθια της τριανταφυλλιάς, έτσι και από τα κείμενα αυτά θα πάρουμε ό,τι είναι χρήσιμον και θα φυλάξουμε τον εαυτό μας απ’ ό,τι είναι επιζήμιον».
«Σαφῶς ἐξ ἁπάντων συλλέγοντες τὸ χρήσιμον φεύγοντες δι’ ἑκάστου τὴν βλάβην» συμπληρώνει ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Ο δε Γρηγόριος ο Θεολόγος παρατηρεί και ελέγχει τους Χριστιανούς που περιφρονούν την αρχαία ελληνική γραμματεία, ως «ἐπίβουλον καὶ σφαλερὰν τῷ Θεῷ πόρρω βάλλουσαν κακῶς εἰδότες».
Υπό το πνεύμα αυτό και οι τρεις γράφουν παιδαγωγικά βιβλία, όπως τα πιο γνωστά:
α) «Πρὸς τοὺς νέους, ὅπως ἐξ ἑλληνικῶν ὠφελοίντο λόγων» του Μεγάλου Βασιλείου.
β) «Περὶ κενοδοξίας καὶ πῶς δεῖ ἀνατρέφειν τὰ τέκνα αὐτῶν» του Ιωάννου Χρυσοστόμου.
γ) «Ἐπιστολαί καὶ ἄλλα κείμενα ἀγωγῆς διὰ τὸν Νικόβουλον» του Γρηγορίου του Θεολόγου.
Βιώνοντας υπαρξιακά και οι τρεις τους την χριστιανική πίστη, κατόρθωσαν να συνυφάνουν τον ελληνισμό με τον Χριστιανισμό: με εκχριστιανισμό του ελληνισμού και τον εξελληνισμό, ιδίως γλωσ- σικώς και εκφραστικώς, του χριστιανισμού.
Το γεγονός αυτό είναι ύψιστης σημασίας, αφού το ελληνικό πνεύμα με τα νάματα του Χριστιανισμού, αναζωογονείται και γίνεται πάλι παράγοντας πολιτισμικός.
Ο δε Χριστιανισμός, με την ελληνική γλώσσα ως όργανο, προσφέρει την σωτήρια διδασκαλία του, ανετότερα στον άνθρωπο.
Εκεί όμως που οι μέγιστοι φωστήρες, οι τρεις Ιεράρχες είναι άφθαστοι και απλησίαστοι είναι στον τομέα της αγωγής, την οποία θεωρούν «τέχνη και επιστήμη».
«Τέχνη τεχνῶν καὶ ἐπιστήμην ἐπιστημῶν» χαρακτηρίζεται η αγωγή από τον Γρηγόριο τον Θεολόγο.
«Τῆς τέχνης ταύτης (τῆς ἀγωγῆς) οὐκ ἐστιν ἄλλη μείζων, τί γὰρ ἴσον τοῦ ρυθμίσαι τῶν ψυχῶν καὶ διαπλάσαι νέων διάνοιαν;» διερωτάται ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Γι’ αυτό κατά τον Μέγα Βασίλειο: «Τῆς παιδείας αἱ μὲν ρίζαι πικραί, ὁ δὲ καρπός γλυκύς». Διότι «παιδεία, φησίν, ἀγωγή τις ὠφέλιμος τῇ ψυχῇ ἐστίν, ἐπιμόνως πολλάκις τῶν ἀπὸ τῆς κακίας κηλίδων αὐτῶν ἀποκαθαίρουσαν».
Βαθύς γνώστης της αρχαίας ελληνικής γραμματείας ο Μέγας Βασίλειος αφιερώνει μεγάλο μέρος του συγγραφικού έργου στη θεμελίωση της ελληνοχριστιανικής παιδείας στον Πλάτωνα και τον απόστολο Παύλο.
Προτρέπει τους νέους να ενταχθούν στην κατηγορία εκείνων που επαινεί ο αρχαίος ποιητής Ησίοδος γράφοντας ότι ο άριστος άνθρωπος είναι όποιος μοναχός του ξεχωρίζει το σωστόν. Και καλός άνθρωπος όποιος συμμορφώνεται με τις σωστές υποδείξεις.
Συμβουλεύει τους νέους να διαβάζουν τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς και να παίρνουν ό,τι είναι χρήσιμο και να μη δίνουν προσοχή στα υπόλοιπα.
Αναφερόμενος στον σοφιστή Πρόδικον τον Κείον, προβάλλει την διήγηση του για τον Ηρακλή που επέλεξε τον δρόμο της αρετής από τον εύκολο δρόμο της κακίας. Εξυμνεί τα έργα του Ησιόδου. Αποφαίνεται ότι η ποίηση του Ομήρου είναι ένας ύμνος στην αρετή. Προβάλλει ως παραδείγματα πράξεις ανδρών της αρχαιότητας όπως: του Περικλή, του Ευκλείδη του Μεγαρέως, του Σωκράτη, του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του Κλεινία, του Θέογνι, του Διογένη, του Βία του Πριπνέα και σωρεία άλλων.
Ο Μέγας Βασίλειος στην πραγματεία του «Πρὸς τοὺς νέους ὅπως ἐξ ἑλληνικῶν ὠφελοίντο λόγων» γράφει: Ο Όμηρος γράφει για τον Οδυσσέα, που σώθηκε γυμνός από το ναυάγιο και στην αρχή, με μόνη την εμφάνιση του, προκάλεσε τον σεβασμό της βασιλοκόρης Ναυσικάς. Η γύμνια του δεν είναι ντροπή, διότι αντί για ρούχα ήταν ντυμένος με την αρετή. Και ύστερα προκάλεσε αγαθή εντύπωση και στους άλλους Φαίακες, σε σημείο που να παρατήσουν την τρυφηλή ζωή τους και να προσπαθούν, θαυμάζοντας τον, να τον μιμηθούν.
Και στο στόμα κάθε Φαίακος, τότε, άλλη ευχή δεν υπήρχε παρά να γίνει δεύτερος Οδυσσέας.
Ο Όμηρος, συνεχίζει ο Μέγας Βασίλειος, διδάσκει ξάστερα τα εξής: Άνθρωποι γυμνασθήτε στην αρετή, που κολυμπά μαζί σας στο ναυάγιο, και όταν πατήσετε στην στεριά γυμνοί, θα σας παραστήσει πιο τιμημένους από τους αμέριμνους Φαίακες.
Η μόνη αναφαίρετη ιδιοκτησία είναι η αρετή. Την έχει δική του ο καθένας και όσο ζει και όταν φύγει απ’ αυτόν εδώ τον κόσμο.
Γι’ αυτό ο Σόλων είπε στους πλουσίους: «Ἀλλ’ ἡμεῖς αὐτοῖς οὐ διαμειψόμεθα τῆς ἀρετῆς τὸν πλοῦτον˙ ἐπεί τὸ μὲν ἔμπεδον ἀεί, χρήματα δ’ ἀνθρώπων ἄλλοτε ἄλλος ἔχει».
Και σε νεοελληνική απόδοση: Δεν θα ανταλλάξουμε μαζί τους τον πλούτο με την αρετή. πάντα εκείνη μένει, ενώ το χρήμα συχνά απ’ τον έναν στον άλλο περνά.
Παρόμοια είναι και όσα λέγει ο Θέογνις. «ἐν οἶς φησί τὸν Θεόν, ὅντινα δὴ καὶ φησί, τοῖς ἀνθρώποις    τὸ τάλαντον ἐπιρρέπειν ἄλλοτε ἄλλως, ἄλλοτε μὲν πλουτεῖν, ἄλλοτε δὲ μηδὲν ἔχειν».
Και σε νεοελληνική απόδοση: Ο κάθε θεός γέρνει προς τους ανθρώπους το ζυγό με διαφορετικό πάντα τρόπο ώστε: άλλοτε να πλουτούν και άλλοτε να μην έχουν τίποτε.
Στο σημείο αυτό ας σταχυολογήσουμε ολίγα από την παιδαγωγική πραγματεία του ιερού Χρυσοστόμου με τίτλο «περὶ κενοδοξίας καὶ πῶς δεῖ ἀνατρέφειν τὰ τέκνα αὐτῶν».
Ο παιδαγωγός πρέπει να είναι επιστημονικά καταρτισμένος και ηθικά ακέραιος όχι μόνο, για να προσφέρει πλούσιες γνώσεις στον μαθητευόμενό του αλλά για να κάνει τον νέο εικόνα Θεού.
Η αγάπη του παιδαγωγού προς τους μαθητές του είναι ο πρωταρχικός και βασικός παράγοντας για την εκπαίδευση τους. Θεωρεί ότι ένας δάσκαλος πρέπει να κατέχει πολύ καλά το αντικείμενο της διδασκαλίας του και να είναι απολύτως βέβαιος για την ορθότητα των όσων λέγει.
Αναρωτιέται ο Άγιος, «ὅταν οὐν ἑαυτοὺς μὴ πείθομεν, πῶς ἑτέρους πείσωμεν;»
Όμως οι γνώσεις δεν είναι το μοναδικόν εφόδιον που πρέπει να έχει ένας καλός παιδαγωγός. Οφείλει να μεταχειρίζεται επιτυχώς την αυστηρότητα και την άκρατη πειθαρχία των μαθητών με την χαλαρότητα στο μάθημα και την δημιουργία ευχάριστης ατμόσφαιρας κατά την διδασκαλία του.
Σημαντικό επίσης είναι να θέτει διακριτά όρια ανάμεσα στην ανάγκη για συμβουλή και στην περίσταση για διαταγή.
Και οι τρεις Άγιοι πατέρες: Νουθετούν γονείς, διδασκάλους, μαθητές και καταλείπουν ιδέες παιδαγωγικές διαχρονικές.
Να τρέφετε τα παιδιά σας «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσία Κυρίου» προτρέπει τους γονείς ο Ιερός Χρυσόστομος.
«Οι πατέρες που αμελούν να σωφρονίζουν τα παιδιά τους είναι παιδοκτόνοι» τονίζει ο ίδιος.
«Πώς είναι δυνατό να νουθετούν οι γονείς και οι δάσκαλοι τα παιδιά τους και οι ίδιοι να ζουν βίον άτακτον;». Διερωτάται ο Μέγας Βασίλειος.
«Και οι δύο γονείς να ανατρέφουν προσεκτικά και συνεχώς τα παιδιά τους, όπως ο ζωγράφος και ο γλύπτης το έργον, αλλά και σαν μια νεοϊδρυμένη πόλη με νόμους και κανόνες» συνιστά ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Κατά τους τρεις Ιεράρχες «Ο δάσκαλος πρέπει να έχει πολλά προσόντα, για να μπορέσει να επιτελέσει το έργο του».
Ο Μέγας Βασίλειος σκιαγραφεί τον δάσκαλο ως εξής: «Θεῷ φίλος ὤν, φιλόπτωχος, ἀόργητος, ἀμνησίκακος, ἀκενόδοξος, μηδὲν τοῦ Θεοῦ προτιμών». Να είναι φρόνιμος και έμπειρος ως ηλικιω-μένος, και ζωηρός ως νέος, αλλά και με έξωθεν (καλή) μαρτυρία.
Κατά τον Γρηγόριον τον Θεολόγον. Ο δάσκαλος οφείλει να καλλιεργεί στον μαθητή και το αίσθημα της ντροπής, αρετή που προστατεύει από κάθε αισχήμονα πράξη.
Κατά τον Μέγα Βασίλειο. Ο μαθητής οφείλει να είναι πράος στο ήθος, να σέβεται, να προσέχει, να τιμά, να αγαπά τον δάσκαλο, ως πατέρα και να τον μιμείται. Ακόμη ο μαθητής οφείλει να είναι φιλομαθής και επιμελής.
Επίσης ο μαθητής πρέπει να κάνει καλή χρήση του λόγου, να ερωτά με απλότητα και να αποκρίνεται χωρίς να ζητά τον θαυμασμό. Να μην διακόπτει τον ομιλούντα συμμαθητή του, όταν λέγει κάτι χρήσιμον και να μην παρεμβάλλει τον δικό του λόγον επιδεικτικώς.
Να έχει μέτρο στο να λέγει, να ακούει, να μαθαίνει χωρίς να ντρέπεται και να μην προκαλεί τον φθόνο. Όταν ερωτούν οι μαθητές οφείλουν να γνωρίζουν ότι δεν είναι κριτές του διδασκάλου, αλλά μαθητές και συνεργάτες του προς ανεύρεση της αλήθειας.
Να ζητούν από το δάσκαλο αποδείξεις λογικές που να ελκύουν την διάνοια. Εκεί όμως που οι τρεις διδάσκαλοι της Οικουμένης γίνονται απαράμιλλοι είναι στο θέμα των αμοιβών και των ποινών στους μαθητές. Με κριτήριο πάντα την αγάπη, το μέτρον και την επιείκεια συνιστούν: να επιβάλλονται οι έλεγχοι και οι ποινές στους άτακτους και τους αμελείς.
Οι τρεις Ιεράρχες δίδαξαν αγωγή και παιδεία και μίλησαν για κοινωνική καταξίωση του ατόμου ως προσώπου.
Στην διδασκαλία τους συνυπάρχει η αρετή και η παιδεία με την ορθόδοξη πίστη καθώς και η θύραθεν φιλοσοφία με το Χριστιανισμό. Πλησίασαν τους νέους, έλαβαν υπόψη τους τις ιδιαιτερότητες της ηλικίας και πρότειναν μεθόδους για να διαμορφωθούν οι νέοι ως ελεύθερους προσωπικότητες με κοινωνική αξία και οντότητα.
Νουθετούν και προτρέπουν τους νέους να λαμβάνουν επιστημονική παιδεία και χριστιανική αγωγή ώστε να γίνουν ολοκληρωμένες προσωπικότητες για να αποτελούν την ελπίδα του μέλλοντος.
Οι διαπαιδαγωγικές νουθεσίες και παρεμβάσεις τους είναι τόσο διαχρονικές που και σήμερα είναι επίκαιρες.
Οι Άγιοι αυτοί πατέρες της Εκκλησίας μας σπούδασαν την ελληνική γλώσσα και φιλοσοφία και διακρίθηκαν για τα ελληνοπρεπή αισθήματα τους. Το έργον τους αποτελεί σταθμό για τα ελληνικά γράμματα και την ορθοδοξία. Μελετώντας τα ογκώδη συγγράμματα των τριών αγίων πατέρων, ο μελετητής μένει εκστατικός για την διαχρονικότητα των μηνυμάτων τους.
Ακόμη και για την περιβαλλοντική εκπαίδευση και για την μόλυνση γράφουν. Η ρητορική του Ιωάννου του Χρυσοστόμου ο ποιητικός οίστρος του Γρηγορίου του Θεολόγου και η συγγραφική δεινότητα του Μεγάλου Βασιλείου συνθέτουν ένα σύνολο θαυμαστό με προσφορά στα γράμματα και τις επιστήμες. Ας απολαύσουμε τη ρητορική δεινότητα του ιερού Χρυσόστομου σε ένα κείμενο του με τίτλο: «Ἐμοὶ τὸ ζῆν Χριστός, καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος»: «Πολλὰ τὰ κύματα καὶ χαλεπὸν τὸ κλυδώνιον˙ ἀλλ’ οὐ δεδοίκαμεν μὴ καταποντισθῶμεν˙ ἐπὶ γὰρ τῆς πέτρας ἐστήκαμεν. Μαινέσθω ἡ θάλασσα, πέτραν διαλύσαι οὐ δύναται˙ ἐγειρέσθω τὰ κύματα, τοῦ Ἰησοῦ τὸ πλοῖον καταποντίσαι οὐκ ἰσχύει. Τί δεδοίκαμεν, εἰπέ μοι; Τὸν θάνατον; “Ἐμοὶ τὸ ζῆν Χριστός, καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος”. Ἀλλ’ ἐξορίαν, εἰπέ μοι; “Τοῦ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς”. Ἀλλὰ χρημάτων δήμευσιν; “Οὐδὲν εἰσηνέγκαμεν εἰς τὸν κόσμον, δῆλον ὅτι οὐδὲν ἐξενεγκεῖν δυνάμεθα”. Καὶ τὰ φοβερά τοῦ κόσμου ἐμοὶ εὐκαταφρόνητα, καὶ τὰ χρηστὰ καταγέλαστα. Οὐ πενίαν δέδοικα, οὐ πλοῦτον ἐπιθυμῶ˙ οὐ θάνατον φοβούμαι, οὐ ζήσαι εὐχομαι ἤ μή διὰ τὴν ὑμετέραν προκοπήν. Διὸ καὶ τὰ νῦν ὑπομιμνήσκω, καὶ παρακαλῶ τὴν ὑμετέραν θαρρεῖν ἀγάπην. Οὐδείς γὰρ ἡμᾶς ἀποσπάσαι δυνήσεται, ὅ γὰρ ὁ Θεὸς συνέζευξεν ἄνθρωπος χωρίσαι οὐ δύναται».
Και σε νεοελληνική απόδοση: «Είναι πολλά τα κύματα και φοβερή η τρικυμία. Αλλά δεν φοβόμαστε μήπως καταποντιστούμε, γιατί στεκόμαστε πάνω στην πέτρα. Ας μαίνεται η θάλασσα, δεν μπορεί να διαλύσει την πέτρα. ας σηκώνονται τα κύματα, το πλοίον του Ιησού δεν μπορούν να το βυθίσουν.
Τι φοβόμαστε; Πες μου. Τον θάνατο; «Για μένα ζωή σημαίνει Χριστός και θάνατος σημαίνει κέρδος». Μήπως, πες μου, την εξορία; «Στον Κύριο ανήκει η γη και κάθε τι που την γεμίζει». Μήπως δήμευση περιουσίας; «Δεν φέραμε τίποτε στον κόσμο και είναι φανερόν ότι δεν μπορούμε τίποτε να πάρουμε μαζί μας». Και τα φοβερά του κόσμου μου είναι ευκαταφρόνητα και τα ευχάριστα καταγέλαστα. Δεν φοβούμαι την φτώχεια, δεν επιθυμώ τον πλούτο. Δε φοβούμαι, δεν εύχομαι να ζήσω παρά μόνο για τη δική σας προκοπή. Γι’ αυτό και τα τωρινά σας θυμίζω και παρακαλώ την αγάπη σας να έχει θάρρος. Λοιπόν κανείς δεν μπορεί να με αποχωρήσει από σας, γιατί εκείνο που ο Θεός ένωσε, ο άνθρωπος δεν μπορεί να το χωρίσει».
Και ένα ποίημα του Γρηγορίου του Θεολόγου σε ελεγειακό μέτρο: «Εἰκοσέτης πάσαν Εὐφήμιος, ὡς μίαν οὔτις Ἑλλάδα καὶ Αὐσονίαν μούσαν ἐφιπτάμενος, στράπτων ἀγλαΐη τε καὶ ἤθεσιν ἦλθ’ ὑπὸ γαίαν. Αἰαί, τῶν ἀγαθῶν ὡς μόρος ὠκύτερος»
Και σε νεοελληνική απόδοση: «Στα είκοσι του χρόνια ο Ευφήμιος στην Ελληνίδα και Ιταλίδα μούσσα είχε εντρυφήσει όσο κανένας άλλος. Και αστράπτοντας από ομορφιά και ήθος κάτω από την γην ήρθε. Αλοίμονον: είναι τόσο γοργή η θανή των αγαθών ανθρώπων».
Διαχρονικοί χαριτωμένοι, οι τρεις Ιεράρχες, με συγράμματα που πολλά έχουν να διδάξουν, να νουθε-τήσουν τους συγχρόνους ερευνητές των παιδαγωγικών συστημάτων.
Οι άριστοι παιδαγωγοί. Δικαίως, επομένως, τιμώνται ως προστάτες της Παιδείας και των Γραμμάτων.
Σοφά ο υμνωδός ψάλλει στο απολυτίκιό τους:
«Τοὺς τρεῖς μεγίστους φωστῆρας τῆς τρισηλίου Θεότητος, τοὺς τὴν οἰκουμένην ἀκτῖσι δογμάτων θείων πυρσεύσαντας, τοὺς μελιρρύτους ποταμοὺς τῆς σοφίας, τοὺς τὴν κτίσιν πᾶσαν, θεογνωσίας νάμασι καταρδεύσαντας, Βασίλειον τὸν μέγαν καὶ τὸν θεολόγον Γρηγόριον, σὺν τῷ κλεινῷ Ἰωάννῃ, τῷ τὴν γλῶτταν χρυσορρήμονι, πάντες οἱ τῶν λόγων αὐτῶν ἐρασταί, συνελθόντες ὕμνοις τιμήσωμεν˙ αὐτοὶ γὰρ τῇ Τριάδι ὑπὲρ ἡμῶν ἀεὶ πρεσβεύουσιν.
Και σε νεοελληνική απόδοση: Αυτά τα τρία φωτεινά αστέρια που παίρνουν λάμψη απ’ το Θεό, Αυτούς που φώτισαν την οικουμένη με τη θεϊκή διδασκαλία, Αυτά τα ποτάμια της σοφίας, που ξεδίψασαν όλη την πλάση με τη γνώση του Θεού. Τον Μέγα Βασίλειο, τον Γρηγόριο τον Θεολόγο και τον ξακουστό Ιωάννη που τα λόγια του ήταν χρυσάφι. Όλοι εμείς που θαυμάζουμε τη σοφία τους, ας μαζευτούμε να τους τιμήσουμε με ύμνους, γιατί αυτοί πάντοτε παρακαλούνε το Θεό για μας.

Σας ευχαριστώ.

Δάσκαλοι

Τραγουδάνε οι δάσκαλοι.
Να διδάσκεις παιδιά μη θαρρείς
που ’ναι να τραγουδάς ένα τραγούδι.
Είναι μια υπόθεση κάπως δύσκολη.
Των δασκάλων η καρδιά
είναι σαν μια πλατεία για γιορτές,
λαμποκοπάει,
μα η αίθουσα διδασκαλίας δεν είναι
μια πλατεία για γιορτές,
εκεί ’ναι προσπάθεια, σκέψη και στρατηγική,
οργάνωση, μεθοδικότητα.
Καρδιά, ψυχή, φωνή αναλώνουν τις δυνάμεις.
Αγάπη κι αυστηρότητα παίζουν με τέχνη στο παιχνίδι.
Πλήθος τα συναισθήματα, πασχίζουν για τους «στόχους».
Εκεί δεν είναι πάντα δεδομένη η επιτυχία,
πάντα η μάθηση εύκολη δεν είναι.
Να διδάσκεις παιδικές, άδολες, αγνές ψυχές μη θαρρείς
που ’ναι να τραγουδάς ένα τραγούδι,
μα είναι λεβέντες όλο υπομονή και πείσμα οι δάσκαλοι
κι οι μαθητές τους όλο προοδεύουν,
μ’ έφοδο τη γνώση κατακτούν
ψηλά και πιο ψηλά
ανεβαίνουν τις τάξεις του σχολείου.
Στην πρώτη κιόλας τάξη
έμαθαν να γράφουν να διαβάζουν,
τους αριθμούς μετράνε ως το εκατό,
μπορούν και λογαριάζουν.
Με θέληση ήδη γράψανε
τις πρώτες προτασούλες,
βιβλία ωραία διάβασαν,
με χρώματα ζωγράφισαν.
Χειροτεχνίες έφτιαξαν,
τρελές δημιουργίες.
Παιχνίδια νέα παίξανε,
τραγούδια τραγουδήσανε
και το σχολειό αγαπήσανε…

Δρομπόνης Σωτήριος
Μέγαρα Αττικής,

21 Φεβρουαρίου 2016

[Βασισμένο στη φόρμα του ποιήματος του Τούρκου ποιητή Ναζίμ Χικμέτ «Χτίστες»
(Βιβλίο Γλώσσας ΣΤ΄ Δημοτικού, Εν. 13η, «Τρόποι ζωής και επαγγέλματα»)]
 


Μουσικοδιδάσκαλοι

Τραγουδάνε οι μουσικοδιδάσκαλοι.
Να διδάσκεις όμως μουσική μη θαρρείς
που ’ναι να τραγουδάς απλά ένα τραγούδι.
Είναι μια υπόθεση κάπως δύσκολη.
Των μουσικοδιδασκάλων η καρδιά
είναι σαν μια πλατεία για γιορτές,
λαμποκοπάει,
μα η αίθουσα διδασκαλίας δεν είναι
μια πλατεία για γιορτές,
εκεί ’ναι προσπάθεια, σκέψη και στρατηγική,
οργάνωση, μεθοδικότητα.
Καρδιά, ψυχή, φωνή και όργανα
αναλώνουν τις δυνάμεις.
Αγάπη, αυστηρότητα, νότες, ακρίβεια, ρυθμός
παίζουν με τέχνη στο παιχνίδι.
Πλήθος τα συναισθήματα, πασχίζουν για τους «στόχους».
Εκεί δεν είναι πάντα δεδομένη η επιτυχία,
πάντα η μάθηση εύκολη δεν είναι.
Να διδάσκεις παιδικές, άδολες, αγνές ψυχές μη θαρρείς
που ’ναι να τραγουδάς απλά ένα τραγούδι,
μα είναι λεβέντες όλο υπομονή και πείσμα
οι μουσικοδιδάσκαλοι
κι οι μαθητές τους όλο προοδεύουν,
μ’ έφοδο τη μουσική κατακτούν
ψηλά και όλο πιο ψηλά
ανεβαίνουν τις τάξεις του Ωδείου.
Στην πρώτη κιόλας τάξη έμαθαν το Do, Re, Mi και Νη, Πα, Βου,
κλειδί του sol, πεντάγραμμο
χρόνο, ρυθμό μετράνε.
Σολφέζ με νότες τραγουδούν,
παραλλαγή διαβάζουν, μελετάνε.
Τη χορωδία πλαισίωσαν,
παίζουν και οργανάκι.
Στο άψε, σβήσε έφτιαξαν
μουσικο… συνολάκι.
Τραγούδια κι ύμνους τραγουδήσανε,
τη μουσική αγαπήσανε…

Δρομπόνης Σωτήριος
Μέγαρα Αττικής,

4 Φεβρουαρίου 2024

[Βασισμένο στη φόρμα του ποιήματος του Τούρκου ποιητή Ναζίμ Χικμέτ «Χτίστες»
(Βιβλίο Γλώσσας ΣΤ΄ Δημοτικού, Εν. 13η, «Τρόποι ζωής και επαγγέλματα»)]

Το ποίημα “Μουσικοδιδάσκαλοι” αφιερώνεται στον αείμνηστο Μουσικοδιδάσκαλό μου από το Ωδείο Αθηνών,
Λάζαρο Κουζηνόπουλο που εκοιμήθη εν Κυρίῳ πλήρης ημερών σε ηλικία 97 ετών στις 27/12/2023.

Τα μυστήρια των Μαθηματικών…

Παράξενος μαθηματικός υπολογισμός

Μπορώ να μάθω σε ένα λεπτό τι σκέφτεστε και τι ηλικία έχετε.
Μερικές απλές αριθμητικές πράξεις χρειάζονται και τελειώσαμε.
Λοιπόν, ξεκινάμε…
Βάλτε έναν αριθμό στο μυαλό σας (κατά προτίμηση μονοψήφιο).
Πολλαπλασιάστε τον  επί 2.
Προσθέστε άλλα 5.
Πολλαπλασιάστε επί  50.
Προσθέστε  1775 (αν έχουν περάσει τα γενέθλιά σας)  ή
1774 (αν δεν έχουν περάσει τα γενέθλιά σας).
Αφαιρέστε το έτος γέννησής σας.
Ωραία! Τώρα βρήκατε έναν αριθμό.
Πείτε μου τον αριθμό ή γράψτε τον εδώ: ………
Τα δυο τελευταία ψηφία του είναι η ηλικία σας. Σωστά;
Τα πρώτα ψηφία είναι ο αριθμός που είχατε βάλει στο μυαλό σας. Έτσι δεν είναι;

Είδατε τι αξία έχουν τα μαθηματικά φίλοι μου;
Μπορείτε να μάθετε τα μυστικά των άλλων.

Προσοχή! Όλα τα παραπάνω ισχύουν μόνο για το έτος 2025.
Θέλετε να το βρούμε και με αριθμητική παράσταση;

Προσέξτε:

[(?? Χ 2) + 5 ] Χ 50 + 1775 – ??? = ???   (Αν έχουν περάσει τα γενέθλιά σας)
[(?? Χ 2) + 5 ] Χ 50 + 1774 – ??? = ???   (Αν δεν έχουν περάσει τα γενέθλιά σας) 

Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και το computer-άκι σας.

Άλλο μυστήριο…

Κάντε τους παρακάτω πολλαπλασιασμούς:
1) Πολλαπλασιάστε: 13.837 X την ηλικία σας = ;;;
2) Πολλαπλασιάστε το γινόμενο του πρώτου πολλαπλασιασμού Χ 73 = ;;;
Ήρθε η ώρα να εκπλαγείτε από το αποτέλεσμα!

Μπορείτε και πάλι να χρησιμοποιήσετε και το computer-άκι σας.

 

Κι άλλο μυστήριο…  (Στο μυστήριο αυτό δε θα χρησιμοποιήσουμε το 0.)

Στο computer-άκι σας οι αριθμοί είναι γραμμένοι συνήθως με την παρακάτω σειρά:

7  8  9

4  5  6

1  2  3

Λοιπόν, κάνετε τυχαίες αφαιρέσεις χρησιμοποιώντας όμως πάντα τον ίδιο σχηματισμό αριθμών.

Π.χ.

963 – 852 =…                 (εδώ ο σχηματισμός αριθμών είναι ↓-↓ )       

852 – 741 =…

963 – 741 =…

963.852 – 852.741 =…

963.258 – 852.147 =…

969.363-858.252 =…

963.963.963 – 852.852.852 =…

93.658 – 82.547 = …

953 – 842 =…

9.536 – 8.425 =…

987 – 654 =…

987.456 – 654.123 =… 

9.764 – 6.431 =…

κλπ.      Τα αποτελέσματα θα σας εντυπωσιάσουν…

 

Η ΑΛΦΑΒΗΤΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

Α     Πήρα ένα Α και το έκαμα άστρο.

Β     Με το Β έγραψα Βηθλεέμ

Γ     και με το Γ τη γέννηση του Κυρίου.

Δ     Στο Δ βρήκα τη δόξα Του

Ε     και στο Ε την ελπίδα που μας έφερε στη γη.

Ζ     Με το Ζ θυμήθηκα τα ζώα που Τον ζέσταναν

Η     και με το Η τον Ηρώδη, τον κακό Βασιλιά.

Θ     Με το Θ είπα: «Θεέ μου».

Ι      Και με το Ι ψιθύρισα: Ιωσήφ.

Κ     Το Κ μου έφερε στο νου την καλοσύνη Του

Λ     και το Λ το λιβάνι και το Λυτρωμό.

Μ    Μέσα στο Μ είδα τους Μάγους

Ν     και στο Ν την άγια Νύχτα.

Ξ     Το Ξ σκόρπισε την ξαστεριά

Ο     και με το Ο γιόρτασε η Οικουμένη.

Π    Το Π γονάτισε μπροστά στην Παναγία.

Ρ     Το Ρ μου θύμισε τον Ραββί, το Δάσκαλο.

Σ     Μ’ ένα μεγάλο Σ ζωγράφισα το σπήλαιο,

Τ     μ’ ένα χαρούμενο Τ τραγούδησα τραγούδια,

Υ     το Υ ήταν για τους ύμνους

Φ     και το Φ για το φως που φώτισε την πλάση.

Χ     Ένα Χ είπε: Χριστέ μου!

Ψ    Οι άγγελοι έψελναν με το Ψ ψαλμούς

Ω     και το Ωσαννά, που αρχίζει από Ωμέγα.

                                                Αγγελική Βαρελά

ΝΑ ΤΑ ΠΟΥΜΕ; Κάλαντα των Φώτων

Να τα πούμε;

Καντέ κλικ εδώ για ν’ ακούσετε τα κάλαντα των Φώτων.

Χριστού

Σήμερα τα Φώτα κι ο φωτισμός
και χαρά μεγάλη κι ο αγιασμός!
Εις τον Ιορδάνη τον ποταμό
κάθεται η Κυρά μας η Παναγιά.
Όργανο βαστάει, κερί κρατεί
και τον Αϊ-Γιάννη παρακαλεί.
Αϊ-Γιάννη αφέντη και βαπτιστή
βάπτισε κι εμένα Θεού παιδί
ν’ ανεβώ επάνω στον ουρανό
να μαζέψω ρόδα και λίβανο.

Καλημέρα, καλημέρα,
καλή σου μέρα αφέντη με την κυρά.

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ!

ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ ΜΕ ΥΓΕΙΑ, ΑΓΑΠΗ, ΧΑΡΑ ΚΑΙ ΚΑΛΗ ΠΡΟΟΔΟ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ!