Επιστημονική μέθοδος, επιχειρηματικότητα και προγράμματα σπουδών

Διάβασα στις εφημερίδες ότι ο πρόεδρος του Σ.Ε.Β συναντήθηκε με την υπουργό Παιδείας και της παρουσίασε τις προτάσεις του κλάδου για το εκπαιδευτικό σύστημα. Μεταξύ άλλων πρότεινε την εισαγωγή του μαθήματος της επιχειρηματικότητας σε όλες της εκπαιδευτικές βαθμίδες (βέβαια αυτό ήδη γίνεται υπό τη μορφή προαιρετικών δραστηριοτήτων). Δεν είμαι απολογητής των βιομηχάνων, ούτε είμαι από αυτούς που πιστεύουν στη σύνδεση της εκπαίδευσης με την επιχειρηματική πρωτοβουλία. Όμως διαβάζοντας την είδηση, συνειρμικά μου δημιουργήθηκαν οι παρακάτω σκέψεις:

Ο επιχειρηματίας επιχειρεί, δηλαδή έχοντας στο μυαλό του ορισμένες ιδέες π.χ πως κινείται η αγορά, τι ανάγκες υπάρχουν κλπ. κάνει προβλέψεις. Με βάση αυτές τις προβλέψεις χαράζει το επιχειρηματικό του πλάνο και με βάση το πλάνο του, ξεκινά την υλοποίηση των σχεδίων του. Αν οι προβλέψεις του είναι πετυχημένες, τότε η επιχειρηματική του δραστηριότητα είναι κερδοφόρα και το επιχειρηματικό του μοντέλο θεωρείται πετυχημένο, οπότε δεν έχει λόγους να το αλλάξει. Αν αποτύχει ή αν μετά από κάμποσο καιρό η δραστηριότητά του δεν είναι κερδοφόρα, τότε, προσπαθεί να βρει που έκανε λάθος ή τι έχει αλλάξει, κάνει νέες προβλέψεις, χαράζει νέο πλάνο και αν έχει χρήματα, το υλοποιεί. Φυσικά, μπορεί να ακολουθήσει και την πεπατημένη οδό, να δει δηλαδή τί κάνουν οι άλλοι επιχειρηματίες και να κάνει και αυτός τα ίδια. Το τελευταίο βέβαια έχει μεγάλες πιθανότητες επιτυχίας σε περιόδους οικονομικής ευμάρειας.

Αυτός ο τρόπος σκέψης και ενέργειών του επιχειρηματία, μου φέρνει στο νου τον τρόπο εργασίας του επιστήμονα και την επιστημονική μέθοδο. Ο επιστήμονας βασιζόμενος σε ιδέες που έχει στο μυαλό του, κάνει υποθέσεις με σκοπό την ερμηνεία κάποιου φαινομένου. Για να διαπιστώσει την ισχύ των υποθέσεών του, σχεδιάζει πειράματα και τα εκτελεί και αν τα αποτελέσματα των πειραμάτων συμφωνούν με τις υποθέσεις του, τότε οι υποθέσεις του αποκτούν την ισχύ της θεωρίας. Αν αποτύχει ή υπάρξουν πειράματα που έρχονται σε αντίθεση με τις υποθέσεις του, προσπαθεί είτε να τις διορθώσει, είτε να τις απορρίψει εξ’ ολοκλήρου και να κάνει καινούργιες υποθέσεις. Και φυσικά μπορεί να ακολουθεί την πεπατημένη οδό σε περιόδους που δεν αμφισβητείται το κυρίαρχο επιστημονικό μοντέλο.

‘Ένα εκπαιδευτικό σύστημα οφείλει να προετοιμάζει μελλοντικούς πολίτες ικανούς να κάνουν προβλέψεις, να καταστρώνουν σχέδια ζωής και να τα εκτελούν. Επιπλέον να είναι ικανοί να αξιολογούν τα αποτελέσματα των ενεργειών τους, να δέχονται ανατροφοδότηση και να επανασχεδιάζουν τη ζωή τους. Από την καθημερινή μου εμπειρία στο σχολείο, έχω συμπεράνει ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα απέχει πολύ από αυτό το ρόλο. Οι μαθητές είναι από αδιάφοροι έως ανεπαρκείς σε διαδικασίες που απαιτούν κάτι περισσότερο από απομνημόνευση. Η πεπατημένη είναι το κυρίαρχο μοντέλο συμπεριφοράς. Η αναζήτηση του καινούργιου φαντάζει σαν κάτι εξωπραγματικό. Η αντίληψη της πεπατημένης έχει επιπτώσεις και στην συμπεριφορά τους όσο αφορά τις μελλοντικές τους επιδιώξεις. Οι καλοί μαθητές στοχοθετούν σχολές που φαίνεται ότι προσφέρουν σίγουρη και γρήγορη επαγγελματική αποκατάσταση, ανεξάρτητα από τις φυσικές κλίσεις τους και τις ικανότητες που απαιτούνται για μια πετυχημένη καριέρα(π.χ γιατροί που φοβούνται το αίμα και τα πτώματα και εκπαιδευτικοί που τρελαίνονται όταν μπαίνουν στην τάξη). Οι λιγότερο καλοί μαθητές βάζουν στόχο το απολυτήριο που θα τους προσφέρει μια θέση υπαλλήλου σε κάποια υπηρεσία ακολουθώντας τη γνωστή πεπατημένη οδό. Άλλοι βολεύονται με στρωμένη δουλειά από τους γονείς τους. Πολύ δύσκολα διακρίνει κάποιος την πρωτοτυπία και την καινοτομία στις μελλοντικές επιδιώξεις των νέων.

Στις φυσικές επιστήμες δεσπόζουσα θέση κατέχει η επιστημονική μέθοδος. Όμως η ενασχόληση των μαθητών με αυτή μέσα από τα αναλυτικά προγράμματα είναι απούσα. Είναι δε η ενασχόληση με αυτή τη μέθοδο που θα εκπαιδεύσει τους μαθητές στην κριτική σκέψη, στον έλεγχο των υποθέσεων, στη δοκιμή και το λάθος, στο σχεδιασμό και την αυτενέργεια. Είναι η ενασχόληση με αυτή τη μέθοδο που θα τους μάθει να στηρίζονται στα πόδια τους, να αμφισβητούν και να καινοτομούν. Και τελικά να συμβάλλουν στη δημιουργία καινούργιου πλούτου ή και στη δίκαιη αναδιανομή του υπάρχοντος. Η πρόταση του προέδρου του Σ.Ε.Β φαίνεται ότι ταράζει τα λιμνάζοντα νερά της εκπαιδευτικής μας πραγματικότητας με τη σπιρτάδα της έννοιας “επιχειρηματικότητα”. Προφανώς στο μυαλό του ο πρόεδρος του Σ.Ε.Β δεν έχει τη δημιουργία νέων επιχειρηματιών. Ποιος άλλωστε επιθυμεί τη δημιουργία ανταγωνιστών; Προφανώς στο μυαλό του έχει την διάδοση και κυριαρχία των ιδεών της οικονομίας της εκμετάλλευσης και του ατομικού κέρδους και μάλιστα εν μέσω οικονομικής κρίσης που θέτει σε δοκιμασία τις επικρατούσες απόψεις και πρακτικές. Τελικά η πρόταση του προέδρου του Σ.Ε.Β συσκοτίζει και συγκαλύπτει τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να μάθουν να σκέπτονται οι νέοι. Το εκπαιδευτικό μας σύστημα έχει η δυνατότητα να εκπαιδεύσει τους νέους σε ποιο γενικό τρόπο σκέψης και δράσης που μπορεί να εγγυηθεί μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας και εξόδου από την κρίση. Αρκεί να υπάρξει η κατάλληλη πολιτική βούληση για την αναθεώρηση των προγραμμάτων σπουδών και την εφαρμογή τους.

Λόγος περί μεθόδου (επιστημονικής)

«… Γι’ αυτό, μόλις έφτασα σε ηλικία που να μπορώ να φύγω από την επίβλεψη των παιδαγωγών μου, εγκατέλειψα τη μελέτη των συγγραμμάτων. Ύστερα, αποφασίζοντας να μην αναζητήσω πια άλλη επιστήμη εξόν από κείνη που θα μπορούσε να βρεθεί μέσα μου, ή ακόμα μέσα στο μεγάλο βιβλίο του κόσμου, χρησιμοποίησα τα υπόλοιπά μου νιάτα σε ταξίδια, στο να βλέπω αυλές και στρατούς, να συναναστρέφομαι ανθρώπους με διάφορες διαθέσεις και καταστάσεις, ν’ αποκτώ εμπειρίες, να δοκιμάζω τον ίδιο τον εαυτό μου στις τυχαίες συναντήσεις μου με άλλα πρόσωπα και πράγματα, καθώς και να στοχάζομαι πάνω σ’ αυτά, ώστε να βγαίνω ωφελημένος. Ναι, μου φαινόταν πως θα μπορούσα να βρω πιο πολλή αλήθεια στους συλλογισμούς του καθενός πάνω στις υποθέσεις που τον ενδιαφέρουν – και που τα γεγονότα θα τον τιμωρήσουν αν έσφαλε – παρά στους συλλογισμούς ενός γραμματισμένου, μεσ’ από το σπουδαστήριό του, πάνω σε θεωρητικές σκέψεις, που δεν φέρνουν αποτέλεσμα και που, γι’ αυτόν, δεν έχουν καμιά συνέπεια…»

«… Αν ορισμένα από τα θέματα, που γι’ αυτά μίλησα στην αρχή της Διοπτρικής και των Μετεώρων ενοχλούν, πρώτα γιατί τ’ αποκαλώ υποθέσεις και δεν είμαι διατεθειμένος να τ’ αποδείξω, ας κάνει υπομονή ο αναγνώστης ώστε να διαβάσει το σύνολο με προσοχή. Και ελπίζω να ικανοποιηθεί. Γιατί θαρρώ πως οι λόγοι αλληλοδιαδέχονται ο ένας τον άλλον έτσι, που, καθώς οι τελευταίοι αποδείχνονται απ´ τους πρώτους, που είναι οι αιτίες τους, και οι πρώτοι εξηγούνται αμοιβαία από τους τελευταίους, που είναι τ’ αποτελέσματά τους. Κι ας μη φανταστεί κανένας πως εδώ κάνω το λάθος που ονομάζουνε «φαύλο κύκλο», όσοι μελετούν τη λογική. Γιατί μια και το πείραμα καθιστά πολύ βέβαια τα περισσότερα απ’ τα αποτελέσματα αυτά, τα αίτια απ’ όπου τα συνάγω δεν χρησιμεύουν τόσο στο να τ’ αποδείξω όσο στο να τα εξηγώ. Και αντίθετα, τα αίτια είναι που αποδείχνονται από το αποτέλεσμα. Τα ονόμασα μάλιστα υποθέσεις, μόνο και μόνο για να ξέρει ο αναγνώστης πως πιστεύω ότι μπορώ να τα συνάγω απ’ τις πρώτες εκείνες αλήθειες που εξήγησα πιο πάνω…»
(Καρτέσιος, Λόγος περί μεθόδου, μετ. Janis Lo Skokko, εκδ. Αναγνωστίδη)

Αλήθεια πότε οι Έλληνες μαθητές θα μπορέσουν να ξεφύγουν από την  κυριαρχία των συγγραμμάτων; Πότε θα αντλήσουν εμπειρίες από το μεγάλο βιβλίο του κόσμου, πότε θα κάνουν υποθέσεις (με δικό τους κίνδυνο) για να δώσουν απαντήσεις στα προβλήματα, μικρά ή μεγάλα που θα συναντήσουν; Όταν ξεφύγουν από την επίβλεψη των παιδαγωγών τους, θα πέσουν στη μάχη της εύρεσης εργασίας και φυσικά η ώρα της μάχης δεν είναι κατάλληλη για προβληματισμούς και δοκιμές. Αν το αποτέλεσμα της μάχης είναι αίσιο, τότε θα πέσουν στην επίβλεψη των εργοδοτών τους ή στις ανάγκες και καθημερινές απαιτήσεις της ιδιωτικής εργασίας τους, όπου οι συνταγές είναι καθορισμένες.

Φαίνεται λοιπόν ότι άτομα απαλλαγμένα από βιοποριστικούς περιορισμούς (όπως ο Καρτέσιος) έχουν την τύχη να ασχοληθούν με δοκιμές και πειράματα, να ανατρέψουν κατεστημένες αντιλήψεις και να ανοίξουν νέους δρόμους στην ανθρώπινη σκέψη και πρακτική. Για εμάς τους υπόλοιπους…

Αφορμή για τις παραπάνω σκέψεις μου έδωσε το καλοκαιρινό ξεφύλλισμα των σχολικών εγχειριδίων και βοηθημάτων του καθηγητή των θετικών μαθημάτων. Ανακάλυψα ότι η καραμέλα της επιστημονικής μεθόδου χρησιμοποιείται κατά κόρο. Όμως πουθενά στα βιβλία (ακόμα και στα εργαστηριακά) δεν δίνεται η δυνατότητα στους μαθητές να εξασκηθούν σ’ αυτή. Περιγραφές, κείμενα, τύποι, αποστήθιση. Πουθενά η δοκιμή και το λάθος. Πουθενά οι βασικές παραδοχές, οι υποθέσεις και τα πειράματα. Και αυτά που αποκαλούμε «πειράματα» είναι στην πραγματικότητα εξοικείωση με τα εργαστηριακά όργανα (δεν λέω, απαραίτητη και αυτή) και απλές διαπιστώσεις του τύπου: «Σχηματίστηκε λευκό ίζημα».

Θα μου πείτε: «Πολλά ζητάς. Αυτά θα τα μάθουν, άμα μπούνε στο πανεπιστήμιο». Όμως και εγώ πέρασα από πανεπιστήμιο. Και δεν τα έμαθα. Γνώσεις αποστήθιζα και εκεί. Θα πουν κάποιοι άλλοι: «Μην το ψάχνεις πολύ. Η έρευνα ανήκει στον μεταπτυχιακό τομέα». Δεν ξέρω. Δεν έκανα μεταπτυχιακά. Όμως έχω γνωρίσει άτομα που έχουν κάνει μεταπτυχιακά και δεν γνωρίζουν βασική επιστήμη. Και αυτό με ψυλλιάζει.

Πάντως το κύριο μέλημά μου δεν είναι ούτε η επιστήμη, ούτε η επιστημονική μέθοδος. Σα γονιός και σαν εκπαιδευτικός βλέπω τα παιδιά (και τα δικά μου) χρόνο με το χρόνο να περιορίζεται το πνεύμα τους. Δεν τα τραβάει η αναζήτηση. Οι επιλογές τους αποβλέπουν στη σιγουριά. Οι δρόμοι τους είναι συγκεκριμένοι. Οι καλοί μαθητές αναζητούν σχολές που προσφέρουν επαγγελματική αποκατάσταση. Οι άλλοι προσπαθούν να τελειώσουν όπως  – όπως το Λύκειο και να διοριστούν σε κάποιο δήμο.

Θα μου πείτε: «Αυτό είναι απόλυτα λογικό. Προσπαθούν να εξασφαλίσουν το μέλλον τους. Υπάρχει κρίση, ανεργία. Εσύ σα γονιός, θα σπρώξεις το παιδί σου σε ένα αβέβαιο μέλλον, στο όνομα της αναζήτησης;»

Ακριβώς εδώ είναι το πρόβλημα. Στην κρίση και την ανεργία που αυτή συνεπάγεται. Στην οικονομική στενότητα που μας φοβίζει και μας κάνει συντηρητικούς. Όμως, λένε οι ειδικοί, για να βγούμε από αυτή την κρίση πρέπει να λειτουργήσουν οι παραγωγικές δυνάμεις, να δημιουργηθεί καινούργιος πλούτος για να μοιραστεί στον κόσμο. Όμως γι’ αυτό χρειάζεται καινοτομία και εφευρετικότητα. Χρειάζεται να δουλέψει το μυαλό. Χρειάζονται καινούριες υποθέσεις, δοκιμές, πειράματα. Και τα δικά μας παιδιά απέχουν πολύ από αυτά. Και αυτό είναι άσχημο…