Στα πλαίσια του ομίλου Αστρονομίας του ΠΓΕΣΣ, αποφασίσαμε να συμμετάσχουμε στον διαγωνισμό Moon Camp Challenge και να σχεδιάσουμε μια διαστημική βάση ερευνών σε κάποιον πλανήτη, δορυφόρο πλανήτη ή αστεροειδή του ηλιακού μας συστήματος. Επι δυο λοιπόν συναντήσεις τέθηκε το θέμα της επιλογής ιδανικής τοποθεσίας για να δημιουργήσουμε τη βάση.
Αρχικά λάβαμε υπόψη μας τα εμπόδια που θα συναντήσουμε στο ταξίδι έξω από την ατμόσφαιρα της Γης και στο διάστημα. Οι κύριοι παράγοντες που συζητήθηκαν από την ομάδα του ομίλου ήταν: 1) οι ακραίες θερμοκρασίες που επικρατούν στο διάστημα. Ως γνωστόν, στο διάστημα και στους πλανήτες του ηλιακού μας συστήματος, οι θερμοκρασίες κυμαίνονται από εκατοντάδες βαθμούς υπό το μηδέν ως εκατοντάδες βαθμούς Κελσίου. Αυτό λοιπόν ήταν ένα εξαιρετικής σημασίας εμπόδιο που η ανταλλαγή απόψεων περί της αντιμετώπισής του δεν μπορούσε να παραλειφθεί. 2) Οι υψηλής ενέργειας ακτινοβολίες. Η ακτινοβολία στο διάστημα αποτελεί απειλή για την ανθρώπινη εξερεύνηση, καθώς παίρνει τη μορφή υψηλής ταχύτητας υποατομικών σωματιδίων τα οποία καταστρέφουν τα μόρια του DNA, διαχωρίζοντας τα και καταστρέφοντας τη γενετική πληροφορία που είναι αποθηκευμένη σε αυτά. Επίσης μπορεί να προκαλέσει καρκίνο και άλλες ασθένειες, οπότε έπρεπε να είμαστε αρκετά προσεκτικοί όσον αφορά την προστασία. 3) Συντρίμμια και μικρομετεωρίτες. Αυτός κατά γενική ομολογία ήταν ο πιο σοβαρός και επικίνδυνος λόγος για τον οποίο θα ήταν πιθανό να προκύψει πρόβλημα στην αποστολή. Πριν μερικά χρόνια (2018), μικρομετεωρίτης προσέκρουσε στον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό και προκάλεσε τεράστια βλάβη, μόνο από μια μικρή τρύπα με διάμετρο μερικών εκατοστών. Οι αστροναύτες επεσήμαναν ότι αν δεν είχαν αντιληφθεί νωρίς την ύπαρξη της τρύπας, κινδύνευαν να μείνουν με απόθεμα οξυγόνου μόνο για 14 ημέρες χωρίς δυνατότητα ανανέωσης. 4) Κενό του διαστήματος: η πίεση στο κενό του διαστήματος είναι τόσο χαμηλή ώστε το σημείο βρασμού των υγρών στο σώμα, μειώνεται κάτω από την κανονική θερμοκρασία του σώματος (37 C), γεγονός που οδηγεί στο σχηματισμό φυσαλίδων αερίου στα υγρά του σώματος καθώς βράζουν. Το αποτέλεσμα θα είναι το σώμα να πρηστεί πολύ, έως και στο διπλάσιο μέγεθός του, αλλά δεν θα εκραγεί, αφού στην πραγματικότητα το δέρμα έχει τεράστια ελαστικότητα. Βεβαίως αυτή είναι μια τρομακτική προοπτική, οπότε σκεφτήκαμε ότι πρέπει να θέσουμε προστασία στη βάση και για αυτό.
Έπειτα έπρεπε να αποφασίσουμε ανάμεσα σε μια θα λέγαμε αρκετά μεγάλη λίστα με τοποθεσίες για να δημιουργήσουμε τη βάση. Μετά από συζήτηση βρεθήκαμε ανάμεσα σε δύο επιλογές, τον Τιτάνα, φεγγάρι του Κρόνου, και τον Γανυμήδη, φεγγάρι του Δία και το μεγαλύτερο φεγγάρι του Ηλιακού μας Συστήματος. Για να καταλήξουμε σε μια απόφαση, χρειάστηκε να πραγματοποιηθεί μια μικρή έρευνα όσον αφορά τα χαρακτηριστικά των δύο αυτών φεγγαριών. Ξεκινώντας με τον Τιτάνα, στην ατμόσφαιρά του κυριαρχεί το άζωτο καθώς και υδρογονάνθρακες, που του δίνουν μια θολή πορτοκαλί απόχρωση. Οι υδρογονάνθρακες είναι η βάση για τα αμινοξέα που είναι απαραίτητα για να δημιουργηθεί ζωή. Ο Τιτάνας όμως είναι πολύ μακριά από τον Ήλιο και οι πολύ χαμηλές θερμοκρασίες (-179 C) δεν επιτρέπουν την εμφάνιση κάποιας μορφής ζωής. Tέλος, η ακτινοβολία του είναι χαμηλή και δεν έχει μαγνητικό πεδίο.
Όσον αφορά το φεγγάρι του Δία, τον Γανυμήδη, αρχικά είναι το μεγαλύτερο φεγγάρι του Ηλιακού Συστήματος και είναι μεγαλύτερος σε μέγεθος από τον πλανήτη Ερμή. Η θερμοκρασίες που επικρατούν στην επιφάνεια του Γανυμήδη κυμαίνονται από -223 C ως -108 C. Η ατμόσφαιρά του είναι μια αμυδρή ατμόσφαιρα οξυγόνου. Τέλος, έχει υψηλή ακτινοβολία αλλά είναι και το μοναδικό φεγγάρι στο Ηλιακό Σύστημα που έχει μαγνητικό πεδίο.
Μετά από μεγάλης διάρκειας συζήτηση, καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι θα δημιουργήσουμε τη διαστημική βάση ερευνών στο φεγγάρι του Δία, τον Γανυμήδη. Έτσι λοιπόν θα δημιουργήσουμε μια κατάλληλα εξοπλισμένη βάση για να ανταπεξέλθει τόσο στις δυσμενείς συνθήκες του ταξιδιού της προς τον Γανυμήδη όσο και στο αφιλόξενο περιβάλλον του φεγγαριού αυτού.
Η ΟΜΑΔΑ ΤΟΥ ΟΜΙΛΟΥ ΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑΣ ΤΟΥ ΠΓΕΣΣ
– Σύνταξη Έκθεσης: Δήμητρα Μπουρούση Γ3