Είναι ένας μύθος παραπλήσιος με την ιστορία του Προμηθέα ο οποίος εξαιτίας της αγάπης του για το πλάσμα που δημιούργησε, τον άνθρωπο, έκλεψε τη φωτιά από το βασίλειο των θεών και την πρόσφερε στον άνθρωπο.
Οι δύο αυτές ιστορίες προσπαθούν να εξηγήσουν την ύπαρξη της φωτιάς στην κοινωνία των ανθρώπων. Ήταν πολύ σημαντικό να κατορθώσουν οι άνθρωποι να αποκτήσουν τη φωτιά αλλά και επίσης σημαντικό εκ μέρους των θεών να επέλθει η τιμωρία.
Λαϊκό παραμύθι από τη Σιβηρία.
Τα πολύ παλιά τα χρόνια οι άνθρωποι ζούσαν ακόμα σε σπηλιές. Επειδή το χειμώνα που χιόνιζε και φυσούσε οι άνθρωποι κρύωναν , τυλίγονταν με τα δέρματα των ζώων που σκότωναν για να φάνε. Οι άνθρωποι γνώριζαν την ύπαρξη της φωτιάς αλλά αυτή δεν την είχαν.
Τη φωτιά φύλαγε ο θεός Τένκγρι στο παλάτι του, που βρισκόταν στο πιο ψηλό σύννεφο του ουρανού. Ήταν ψηλός και άγριος. Είχε μακριά γενιάδα και κρατούσε ένα τεράστιο τσεκούρι. Οι άνθρωποι παρακαλούσαν με προσευχές να τους δώσει τη φωτιά για να μπορέσουν να ζεσταθούν αλλά αυτός μετά τις προσευχές τους την φύλαγε ακόμη πιο προσεκτικά.
Ήρθε το καλοκαίρι και οι άνθρωποι ζεστάθηκαν αλλά ο Σεπτέμβρης έφτασε γρήγορα και οι άνθρωποι βλέποντας τα χελιδόνια να μεταναστεύουν προς τα ζεστά κλίματα απελπίστηκαν. Κατάλαβαν πως ο χειμώνας και το κρύο είναι εδώ κοντά. Χωρίς ιδιαίτερη σκέψη σήκωσαν τα χέρια και άρχισαν να φωνάζουν τα χελιδόνια. “Ε!! χελιδόνια κατεβείτε θέλουμε κάτι να σας πούμε” Τα χελιδόνια παραξενεμένα πέταξαν κοντά στους ανθρώπους και τους άκουσαν να τα παρακαλούν, Πρέπει να πάτε στο παλάτι του θεού Τένκγρι να του κλέψετε τη φωτιά και να μας τη φέρετε.Δεν αντέχουμε να περάσουμε άλλον έναν χειμώνα υποφέροντας από το κρύο. Όσο κι αν τον παρακαλέσαμε δε μας τη δίνει.
Τα χελιδόνια, που αγαπούσαν πολύ τους ανθρώπους ξεκίνησαν για τον ουρανό. Πετούσαν ολόκληρη τη μέρα, όλη τη νύχτα και την επομένη έφτασαν στο παλάτι. Μόλις έφτασαν έκρυψαν κάτω από τα φτερά τους το κεφαλάκι τους.
Μέσα από τα πούπουλά ταους είδαν το θεό να τριγυρίζει γύρω από τη φωτιά.Για καλή τους τύχη όμως ο Τένγκρι αποκοιμήθηκε γιατί ήταν πολύ εξαντλημένος κουρασμένος μένοντας ξάγρυπνος για να φυλάει τη φωτιά.
Τα χελιδόνια τότε πλησίασαν αθόρυβα και το πιο μικρό πήρε τη φωτιά στα φτερά του και νυχοπατώντας απομακρύνθηκαν. Ο Τένγκρι όμως ένιωσε κάτι. Ανοίγει τα μάτια του και βλέπει να του κλέβουν τη φωτιά. Ξεχύνεται πίσω από τα χελιδόνια χτυπώντας τα δυνατά στην ουρά με το τσεκούρι του. Τα χελιδόνια όμως ήταν μικρά και ανάλαφρα ενώ ο Τένγκρι βαρύς και γέρος. Έτσι το μόνο που τους συνέβη ήταν ότι όταν ο Τένκγρι τα ακουμπούσε με το τσεκούρι του αυτά αποκτούσαν ψαλιδωτές ουρές. Κουράστηκε όμως πολύ γρήγορα και κάθισε για μια στιγμή να πάρει μιαν ανάσα. Τα χελιδόνια τότε βρήκαν την ευκαιρία να ξεφύγουν, κατέβηκαν στη γη και έδωσαν τη φωτιά στους ανθρώπους. Έτσι οι άνθρωποι απέκτησαν τη φωτιά και τα χελιδόνια την ψαλιδωτή ουρά.
Ο μύθος με τον Προμηθέα στο παρακάτω βίντεο
Ομοιότητες ανάμεσα στις δύο ιστορίες
Έντονο και στις δύο ιστορίες το συναίσθημα της αγάπης.
Στις δύο ιστορίες τη φωτιά την έχουν οι θεοί.
Τιμωρία για την αρπαγή της φωτιάς.
Διαφορές ανάμεσα στις δύο ιστορίες.
Στο παραμύθι από τη Σιβηρία ο λυτρωτής είναι κάποιο ζώο ενώ στην ελληνική εκδοχή λυτρωτής είναι ο Προμηθέας, ένας από τους θεούς αλλά και δημιουργός του ανθρώπινου είδους.
Η τιμωρία που επέλεξαν οι θεοί είναι διαφορετική για τους ήρωες των δύο ιστοριών: στο χελιδόνι είναι οριστική η αλλαγή που επήλθε από την τιμωρία του θεού. Στον Προμηθέα όμως η τιμωρία είναι συνεχής και επαλαμβανόμενη μέχρι την απελευθέρωσή του από τον Ηρακλή.
0΄00: Οι άνθρωποι στη γη τρέμουν από το κρύο, Τυλίγονται με χοντρά δέρματα και ρούχα.
0΄14 : τρέχουν στη σπηλιά τους
0΄21: κλείνουν την είσοδο της σπηλιάς με όποιον τρόπο μπορούν.
0΄23: Ο θεός Τένγκρι στον ουρανό φυλάει τη φωτιά του ενώ οι άνθρωποι στη γη είναι δυστυχισμένοι και κρυώνουν.
1΄03: Τα χελιδόνια ξεκινούν για το μεγάλο ταξίδι προς το νότο.
1΄20: Καθώς πετούν στον ουρανό οι άνθρωποι τα καλούν. Τους πλησιάζουν και οι άνθρωποι ζητάνε από τα χελιδόνια να κλέψουν τη φωτιά από το θεό Τένγκρι.
1΄35: Τα χελιδόνια πετάνε προς τον ουρανό
1΄49: Φτάνοντας στο σύννεφο που κατοικεί ο θεός κρύβουν το κεφάλι τους κάτω από τα φτερά τους. Ο θεός φυλάει ακόμη τη φωτιά αλλά επειδή είναι πολύ κουρασμένος σε λίγο σποκοιμιέται.
2΄06: Τα χελιδόνια σιγά – σιγά πλησιάζουν και παίρνουν τη φωτιά. Αποχωρούν πατώντας στις μύτες.
2΄25: Ο θεός ξυπνά και αρχίζει να τα κυνηγά. Κάθε φορά που πλησιάζει ένα χελιδόνι του σκίζει με το τσεκούρι την ουρά του. Συνεχίζει να τα κυνηγά αλλά γρήγορα λαχανιάζει. Τα χελιδόνια βρίσκουν την ευκαιρία και πετώντας πίσω στη γη δίνουν στους ανθρώπους τη φωτιά.
Μπορούμε να αλλάξουμε τις εντολές της ιστορίας με το θεό Τένγκρι και να παίξουμε με την ίδια ακριβώς μουσική και τον ελληνικό μύθο.
Μετά την αφήγηση του παραμυθιού ακούσαμε τη μουσική και τις εντολές καθώς έπαιζε η μουσική για να εξοικειωθούν τα παιδιά με τις εναλλαγές της μουσικής.
Στη συνέχεια παίξαμε όλοι μαζί την ιστορία. Ήμασταν όλοι χελιδόνι, άνθρωποι Τένγκρι.
Όταν ζήτησαν να το ξαναπαίξουμε ζήτησαν να το παίξουν λίγο διαφορετικά
– Πώς διαφορετικά;
-Να είμαστε ομάδες άλλοι να παίζουν το θεό άλλοι τα χελιδόνια και άλλοι τους ανθρώπους.
Ο τρόπος που πρότειναν τα παιδιά τα ενθουσίασε ακόμη περισσότερο και πρότειναν να αλλάζουν και ρόλους οι ομάδες.
Η μουσική που χρησιμοποιούμε είναι η πιο κάτω
Ο θεός Τένγκρι και τα χελιδόνια
Μία καταπληκτική δραστηριότητα που ενθουσίασε τα παιδιά “Ο δράκος Φαφλατούφλας”
Κάποτε ζούσε σε ένα πύργο ο δράκος Φαφλατούφλας ο πιο αστείος δράκος του κόσμου. Ήταν πολύ καλός αλλά λίγο χαζούλης. Οι άνθρωποι και τα παιδιά δεν το ήξεραν αυτό και τον απέφευγαν. Έμενε σε ένα πύργο που γύρω του είχε έναν κήπο με όλα τα καλά του κόσμου, ένα μικρό παράδεισο.
Σε αυτό το σημείο σταματούμε την ιστορία και ζητούμε από τα παιδιά να περιγράψουν το πως φαντάζονταν ότι ήταν αυτός ο κήπος.
Τα δικά μας παιδιά πρότειναν ο κήπος να έχει τα πιο κάτω:
- Να έχει δέντρα για να ξεκουράζονται στον ίσκιο τους.
- Να έχει δέντρα για να μπορούν να σκαρφαλώνουν.
- Να έχει δέντρα για να μπορούν φτιάξουν δεντρόσπιτο
- Κάτω από τα δέντρα να υπάρχει τραπεζαρία για να μπορούν να τρώνε στην εξοχή
- Να έχει λουλούδια για να είναι όμορφος
- Να έχει λουλούδια για να μυρίζει όμορφα
- Να έχει λουλούδια για να μπορούν να τα κόβουν και να φτιάχνουν ανθοδέσμες.
- Να έχει πολλά παιχνίδια για να μπορούν να παίζουν
- Να έχει πισίνα για να μπορούν να κολυμπούν και να ψαρεύουν
- Να έχει ποταμάκι για να μπορούν να ψαρεύουν
- Να έχει μικρό σπίτι για να μπορούν να ξεκουράζονται
- Να έχει άμμο για να κάνουν κατασκευές
- Να έχει ζώα
- Να έχει γκαζόν για να μπορούν ξαπλώνουν και να παίζουν πάνω σε αυτό αλλά και να δημιουργούν γιατί όπως μα είπε ένα παιδί η αδερφή του στο σπίτι με τα χορτάρια δημιουργεί τα σχήματα των φρούτων
Αυτός ήταν ο δικός τους μικρός παράδεισος
Στον κήπο λοιπόν αυτόν του δράκου τρύπωναν τα παιδιά για να παίξουν. Το έκαναν κρυφά γιατί φοβόντουσαν πάρα πολύ το δράκο. Ο καημένος ο δράκος αν και ήταν πολύ πολύ πλούσιος δεν περνούσε καλά.
Τα παιδιά είπαν πως δεν περνούσε καλά γιατί δεν είχε φίλους. Ήταν μόνος του γιατί όλοι τον φοβόντουσαν. Έτσι λοιπόν μια μέρα αποφάσισε να ντυθεί σαν άνθρωπος και να επισκεφθεί τον κόσμο των ανθρώπων και να παρατηρήσει το πως ζούσαν οι άνθρωποι. περιπλανήθηκε στον κόσμο των ανθρώπων και όταν πείνασε μπήκε σε ένα εστιατόριο και παρήγγειλε ένα φαγητό που δεν του άρεσε καθόλου.
Στο σημείο αυτό ρωτάμε τα παιδιά να μας πουν τι φαγητό ήταν αυτό που δεν του άρεσε και τα παιδιά λένε με τη σειρά τους φαγητά που δεν τους αρέσουν. Στη συνέχεια ζητάμε από τα παιδιά να σκεφτούν παράξενα φαγητά ενώνοντας 2 λέξεις
Τα παιδιά σκέφτηκαν πολλά πολλά παράξενα φαγητά:
- τουρτοσπανακόπιτα
- κατσαριδομακαρονάδα
- μελιτζανοκερασόπιτα
- φασολαδομακαρονάδα
- αρχνομουσακά
- πεταλουδόρυζο
- τρενόρυζο
- μυρμηγκοσαλάτα
- σκουληκοντολμαδάκια
- ρυζοτόστ
- ομελετομπλούζα
- φιογκόρυζο
- μελισσοφακόρυζο
Δίνουμε έτσι την ευκαιρία στα παιδιά να δημιουργήσουν νέες σύνθετες λέξεις υπαρκτές ή μη υπαρκτές.
Συνεχίζουμε την ιστορία μας. Ο δράκος στο εστιατόριο παρήγγειλε φαγητά αλλά και παρατηρούσε τα φαγητά που οι άνθρωποι έτρωγαν γύρω τους. Εντύπωση του έκαναν κάποιοι που έτρωγαν ένα καταπληκτικό φαγητό και έλεγαν το πόσο νόστιμο ήταν. Φώναζε το γκαρσόν αλλά επειδή δεν γνώριζε το όνομά του πάντα δεν έφτανε μπροστά του το πιάτο που επιθυμούσε. Με τα πολλά ρώτησε το γκαρσόν έμαθε πως το φαγητό λεγόταν παπουτσάκια. Έφαγε αρκετές μερίδες και γύρισε στο σπίτι του. Την επόμενη μέρα προσπάθησε μόνος του να μαγειρέψει παπουτσάκια αλλά δεν τα κατάφερε. Προσπάθεια στην προσπάθεια κατέστρεψε όλα του τα παπούτσια και πάλι δεν κατάφερε τίποτε. Αποφάσισε λοιπόν τότε να ρωτήσει τα παιδιά που κρυφά έπαιζαν στον κήπο του. Ξέχασα να σας πω πως ο δράκος έπαιζε σχεδόν κάθε μέρα μουσική γιατί του άρεσε πολύ και όταν συνέβαινε αυτό τα παιδιά μόνο τότε τρύπωναν στον κήπο του για να παίξουν. Όταν όμως η μουσική σταματούσε τότε τα παιδιά ήξεραν ότι ο δράκος βγήκε στο μπαλκόνι για να ξεκουραστεί και επειδή δεν προλάβαιναν να φύγουν έκαναν τα αγάλματα. Είπαμε πως ήταν χαζούλης αλλά όχι τόσο που να μην καταλαβαίνει ότι στον κήπο κάθε μέρα υπήρχαν και διαφορετικά αγάλματα. Έτσι λοιπόν αποφάσισε να ρωτήσει τα παιδιά για τα παπουτσάκια κι όχι μόνο τα ρωτούσε αλλά τα έστελνε και στην κουζίνα του να μαγειρέψουν.
Εδώ ξεκινάει το παιχνίδι
Τα παιδιά όσο ακούν τη μουσική κινούνται ελεύθερα στο χώρο και παίζουν όταν όμως σταματήσει τότε πρέπει να γίνουν αγάλματα. Ο δράκος θα κάνει τα πάντα για να κάνει τα παιδιά να κινηθούν ή να χαμογελάσουν κι όταν αυτό το επιτύχει τότε τα στέλνει στην κουζίνα του δίνοντας και την εντολή να του μαγειρέψουν κι ένα παράξενο φαγητό.
Το υλικό είναι από το βιβλίο του Βασίλη Αναγνώστου & Aεί παίδες “Όλα είναι ένα παιχνίδι”
Tον ευχαριστούμε διπλά γιατί μας επέτρεψε να αναπαράγουμε το υλικό του.