ΠΟΙΗΣΗ
Όμορφη και παράξενη πατρίδα. Οδ. Ελύτης
«Κέντρο της καλλιτεχνικής ενέργειας στην Ελλάδα, χιλιάδες χρόνια τώρα, κι από την εποχή της αυγής των πολιτισμών, υπήρξε το Αιγαίο. Εκεί, στη γαλάζια λεκάνη που ενώνει και χωρίζει συνάμα τις τρεις ιστορικές ηπείρους, συντελέστηκαν ανέκαθεν οι πιο τολμηρές κι οι πιο γόνιμες συναντήσεις του πνεύματος. Ο Ελληνισμός, παρών πάντοτε στα χείλη της λεκάνης αυτής (και τότε μονάχα όντας σε θέση να ολοκληρώνει το νόημα της αποστολής του μέσα στον κόσμο), γινόταν ο ενσυνείδητος λειτουργός μιας ακατάπαυστης αφομοιωτικής ενέργειας, που με υλικό παρμένο από την Ανατολή και τη Δύση εξακολουθητικά πλαστουργούσε πρότυπα πολιτισμού, διάφορα και στην ουσία και στη μορφή από κείνα που του είχαν χρησιμεύσει για πρώτη ύλη».
Τη γλώσσα μου έδωσαν Ελληνική
το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου
γράφει ο Οδυσσέας Ελύτης.
Οι αμμουδιές του Ομήρου είναι η πρώτη αρχή της γλώσσας. Οι άνθρωποι που έζησαν στα νησιά μας από την αρχαιότητα,μετέφεραν τη γλώσσα στους αιώνες, με τους αγώνες τους, με τις θυσίες και τις αξίες τους, με τις παραδόσεις τους, με όλα όσα αντιπροσωπεύουν το έθνος.
Οι πρόθυμοι και αδέξιοι φαφλατάδες,αντί να καταφεύγουν σε επικίνδυνους και ανιστόρητους παραλληλισμούς,παγίδα για τους άμυαλους, ας θυμηθούν τον Εθνικό μας ποιητή Δ, Σολωμό:
Μήγαρις έχω άλλο στο νου μου
πάρεξ ελευθερία και γλώσσα?
Για τα περήφανα ελληνικά νησιά του Αιγαίου η παρακάτω αφιέρωση:
Όμορφη και παράξενη πατρίδα – Γιώργος Νταλάρας
Ποίηση: Οδυσσέας Ελύτης
Μουσική: Δημήτρης Λάγιος
Από το δίσκο: Ο ήλιος ο ηλιάτορας.
Όμορφη και παράξενη πατρίδα
ωσάν αυτή που μου ‘λαχε δεν είδα.
Ρίχνει να πιάσει ψάρια, πιάνει φτερωτά
στήνει στη γη καράβι, κήπο στα νερά
κλαίει, φιλεί το χώμα, ξενιτεύεται
μένει στους πέντε δρόμους αντρειεύεται.
Όμορφη και παράξενη πατρίδα
ωσάν αυτή που μου ‘λαχε δεν είδα.
Κάνει να πάρει πέτρα την επαρατά
κάνει να τη σκαλίσει βγάνει θάματα
μπαίνει σ’ ένα βαρκάκι πιάνει ωκεανούς
ξεσηκωμούς γυρεύει, θέλει τύρρανους.
Όμορφη και παράξενη πατρίδα
ωσάν αυτή που μου ‘λαχε δεν είδα.
Κάτω από ΠΟΙΗΣΗ | 0 Σχόλια
Το Νόμπελ στον Οδ. Ελύτη: 10 Δεκεμβρίου 1979
Όπως γράψαμε στην ανάρτησή μας για το Νόμπελ Λογοτεχνίας στον Γ. Σεφέρη, το παγκόσμιο αυτό βραβείο απονεμήθηκε και στον Οδ. Ελύτη την ίδια ημερομηνία (10 Δεκεμβρίου) 16 χρόνια αργότερα(1979).
Πράγματι. Στις 18 Οκτωβρίου 1979 η Σουηδική Ακαδημία ανακοινώνει ότι θα απονεμηθεί στον Οδ. Ελύτη το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας «για την ποίησή του, που με βάθρο την ελληνική παράδοση περιγράφει με αισθητική δύναμη και υψηλή πνευματική διακριτικότητα, τον αγώνα του σύγχρονου ανθρώπου για την ελευθερία και τη δημιουργία». Στην ανακοίνωση της Σουηδικής Ακαδημίας επισημαίνεται ότι το Άξιον Εστί αποτελεί ένα από τα αριστουργήματα της ποίησης του 20ου αιώνα. Ο Ελύτης παρέστη στην καθιερωμένη τελετή απονομής στις 10 Δεκεμβρίου 1979 στη Στοκχόλμη, παραλαμβάνοντας το βραβείο από τον βασιλιά της Σουηδίας Κάρολο Γουσταύο και γνωρίζοντας παγκόσμια δημοσιότητα.
Παραθέτουμε την ομιλία του κατά την τελετή απονομής του βραβείου.
ΑΣ μου επιτραπεί, παρακαλώ, να μιλήσω στο όνομα της φωτεινότητας και της διαφάνειας.
Επειδή οι ιδιότητες αυτές είναι που καθορίσανε τον χώρο μέσα στον οποίο μου ετάχθη να μεγαλώσω και να ζήσω. Και αυτές είναι που ένιωσα, σιγά-σιγά, να ταυτίζονται μέσα μου με την ανάγκη να εκφρασθώ.
Είναι σωστό να προσκομίζει κανείς στην τέχνη αυτά που του υπαγορεύουν η προσωπική του εμπειρία και οι αρετές της γλώσσας του.
Πολύ περισσότερο όταν οι καιροί είναι σκοτεινοί και αυτό που του υπαγορεύουν είναι μια όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ορατότητα.
Δεν μιλώ για τη φυσική ικανότητα να συλλαμβάνει κανείς τ’ αντικείμενα σ’ όλες τους τις λεπτομέρειες αλλά για τη μεταφορική, να κρατά την ουσία τους και να τα οδηγεί σε μια καθαρότητα τέτοια που να υποδηλώνει συνάμα την μεταφυσική τους σημασιολογία.
Ο τρόπος με τον οποίο μεταχειρίστηκαν την ύλη οι γλύπτες της Κυκλαδικής περιόδου, που έφτασαν ίσια-ίσια να ξεπεράσουν την ύλη, το δείχνει καθαρά. Όπως επίσης, ο τρόπος που οι εικονογράφοι του Βυζαντίου επέτυχαν από το καθαρό χρώμα να υποβάλλουν το «θείο».
Μια τέτοια, διεισδυτική και συνάμα μεταμορφωτική, επέμβαση, μέσα στην πραγματικότητα επεχείρησε πιστεύω ανέκαθεν και κάθε υψηλή ποίηση.
Οχι ν’ αρκεστεί στο «νυν έχον» αλλά να επεκταθεί στο «δυνατόν γενέσθαι».
Κάτι που, είναι η αλήθεια, δεν εκτιμήθηκε πάντοτε. Ίσως γιατί οι ομαδικές νευρώσεις δεν το επέτρεψαν. Ίσως γιατί ο ωφελιμισμός δεν άφησε τα μάτια των ανθρώπων ανοιχτά όσο χρειάζεται. Η ομορφιά και το φως συνέβη να εκληφθούν άκαιρα ή ανώδυνα. Και όμως. Η διεργασία που απαιτείται για να φτάσει κανείς στο σχήμα του Αγγέλου είναι, πιστεύω πολύ πιο επώδυνη από την άλλη που εκμαιεύει όλων των λογιών τους Δαιμόνους.
Βέβαια υπάρχει το αίνιγμα. Βέβαια υπάρχει το μυστήριο.
Αλλά το μυστήριο δεν είναι μια σκηνοθεσία που επωφελείται από τα παιχνίδια της σκιάς και του σκότους για να μας εντυπωσιάσει απλώς. Είναι αυτό που εξακολουθεί να παραμένει μυστήριο και μέσα στο απόλυτο φως. Είναι τότε που προσλαμβάνει την αίγλη εκείνη που ελκύει και που την ονομάζουμε ομορφιά. Την ομορφιά που είναι μια οδός -η μόνη ίσως οδός- προς το άγνωστο μέρος του εαυτού μας, προς αυτό που μας υπερβαίνει. Επειδή αυτό είναι στο βάθος η ποίηση: η τέχνη να οδηγείσαι και να φτάνεις προς αυτό που σε υπερβαίνει.
Από τα μυριάδες μυστικά σήματα, που μ’ αυτά είναι διάσπαρτος ο κόσμος και που αποτελούν άλλες τόσες συλλαβές μιας άγνωστης γλώσσας, να συνθέσεις λέξεις και από τις λέξεις φράσεις που η αποκρυπτογράφησή τους να σε φέρνει πιο κοντά στην βαθύτερη αλήθεια.
Πού λοιπόν βρίσκεται σε έσχατη ανάλυση η αλήθεια; Στην φθορά και στον θάνατο που διαπιστώνουμε κάθε μέρα γύρω μας ή στη ροπή που μας ωθεί να πιστεύουμε ότι αυτός ο κόσμος είναι ακατάλυτος και αιώνιος; Είναι φρόνιμο ν’ αποφεύγουμε τις μεγαλεπήβολες εκφράσεις, το ξέρω. Οι κατά καιρούς κοσμολογικές θεωρίες τις χρησιμοποίησαν, ήρθαν σε σύγκρουση, ακμάσανε, πέρασαν. Η ουσία όμως έμεινε, μένει. Και η ποίηση, που εγείρεται στο σημείον όπου ο ορθολογισμός καταθέτει τα όπλα του για να τ’ αναλάβει εκείνη και να προχωρήσει μέσα στην απαγορευμένη ζώνη, ελέγχεται να είναι ίσια-ίσια εκείνη που προσβάλλεται λιγότερο από τη φθορά. Διασώζει σε καθαρή μορφή τα μόνιμα, τα βιώσιμα στοιχεία που καταντούν δυσδιάκριτα μέσα στο σκότος της συνείδησης όπως τα φύκια μέσα στους βυθούς των θαλασσών.
Να γιατί μας χρειάζεται η διαφάνεια. Για να διακρίνουμε τους κόμπους στο νήμα που μες από τους αιώνες τεντώνεται και μας βοηθεί να σταθούμε όρθιοι πάνω σ’ αυτή τη γη.
Από τον Ηράκλειτο έως τον Πλάτωνα και από τον Πλάτωνα έως τον Ιησού διακρίνουμε αυτό το «δέσιμο» που φτάνει κάτω από διάφορες μορφές ως τις ημέρες μας και που μας λέει περίπου το ίδιο: ότι εντός του κόσμου τούτου εμπεριέχεται και με τα στοιχεία του κόσμου τούτου ανασυντίθεται ο άλλος κόσμος, ο «πέραν» η δεύτερη πραγματικότητα η υπερτοποθετημένη επάνω σ’ αυτήν όπου παρά φύσιν ζούμε. Είναι μια πραγματικότητα που τη δικαιούμαστε και που από δική μας ανικανότητα δεν αξιωνόμαστε.
Δεν είναι διόλου τυχαίο ότι σε εποχές υγιείς το κάλλος ταυτίσθηκε με το αγαθόν και το αγαθόν με τον Ήλιο. Κατά το μέτρο που η συνείδηση καθαίρεται και πληρούται με φως, τα μελανά σημεία υποχωρούν και σβήνουν αφήνοντας κενά που -όπως ακριβώς στους φυσικούς νόμους- τα αντίθετά τους έρχονται να πληρώσουν τη θέση τους.
Κι αυτό, με τέτοιον τρόπο που τελικά το δημιουργημένο αποτέλεσμα να στηρίζεται και στις δύο πλευρές, θέλω να πω στο «εδώ» και στο «επέκεινα». Ο Ηράκλειτος δεν είχε ήδη μιλήσει για μιαν «εκ των διαφερόντων καλλίστην αρμονίην»; Εάν είναι ο Απόλλων ή η Αφροδίτη, ο Χριστός ή η Παναγία, που ενσαρκώνουν και προσωποποιούν την ανάγκη να δούμε υλοποιημένο εκείνο που σε ορισμένες στιγμές διαισθανόμαστε, δεν έχει σημασία. Σημασία έχει η αναπνοή της αθανασίας που μας επιτρέπουν. Η ποίηση οφείλει, κατά την ταπεινή μου γνώμη, πέραν από συγκεκριμένα δόγματα, να επιτρέπει αυτή την αναπνοή.
Πως να μην αναφερθώ εδώ πέρα στον Φρειδερίκο Χαίλντερλιν, τον μεγάλο ποιητή που με το ίδιο πνεύμα εστράφηκε προς τους Θεούς του Ολύμπου και προς τον Ιησού; Η σταθερότητα που έδωσε σ’ ένα είδος οράματος είναι ανεκτίμητη. Και η έκταση που μας αποκάλυψε μεγάλη. Θα έλεγα τρομακτική. Αυτή άλλωστε είναι που τον έκανε, όταν μόλις ακόμη άρχιζε το κακό που σήμερα μας πλήττει, ν’ ανακράξει: Wozu Dichter in durftiger Zeit!
Οι καιροί φευ εστάθηκαν ανέκαθεν για τον άνθρωπο durftiger. Αλλά και η ποίηση ανέκαθεν λειτουργούσε. Δύο φαινόμενα προορισμένα να συνοδεύουν την επίγεια μοίρα μας και που το ένα τους αντισταθμίζει το άλλο. Πως αλλιώς. Αφού και η νύχτα και τ’ άστρα εάν μας γίνονται αντιληπτά είναι χάρη στον ήλιο.
Με τη διαφορά ότι ο ήλιος, κατά τη ρήση του αρχαίου σοφού, εάν υπερβεί τα μέτρα καταντά «ύβρις». Χρειάζεται να βρισκόμαστε στη σωστή απόσταση από τον ηθικόν ήλιο, όπως ο πλανήτης μας από τον φυσικόν ήλιο, για να γίνεται η ζωή επιτρεπτή. Μας έφταιγε άλλοτε η αμάθεια. Σήμερα μας φταίει η μεγάλη γνώση. Δεν έρχομαι μ’ αυτά που λέω να προστεθώ στην μακρά σειρά των επικριτών του τεχνικού μας πολιτισμού. Μια σοφία παλαιή όσο και η χώρα που μ’ εξέθρεψε, μ’ εδίδαξε να δέχομαι την εξέλιξη, να χωνεύω την πρόοδο μαζί με όλα της τα παρεπόμενα, όσο δυσάρεστα και αν μπορεί να είναι αυτά.
Τότε όμως η ποίηση; Τί αντιπροσωπεύει μέσα σε μια τέτοια κοινωνία; Απαντώ: τον μόνο χώρο όπου η δύναμη του αριθμού δεν έχει πέραση. Και ακριβώς, η εφετινή απόφασή σας να τιμήσετε στο πρόσωπό μου την ποίηση μιας μικρής χώρας δείχνει σε πόσο αρμονική ανταπόκριση βρίσκεστε με την χαριστική αντίληψη της τέχνης, την αντίληψη ότι η τέχνη είναι η μόνη εναπομένουσα πολέμιος της ισχύος που κατήντησε να έχει στους καιρούς μας η ποσοτική αποτίμηση των αξιών.
Είναι, το ξέρω, άτοπο ν’ αναφέρεται κανείς σε προσωπικές περιπτώσεις. Και ακόμη πιο άτοπο να παινά το σπίτι του. Είναι όμως κάποτε απαραίτητο, στο βαθμό που αυτά βοηθούν να δούμε πιο καθαρά μιαν ορισμένη κατάσταση πραγμάτων. Και είναι σήμερα η περίπτωση. Μου εδόθηκε, αγαπητοί φίλοι, να γράφω σε μια γλώσσα που μιλιέται μόνον από μερικά εκατομμύρια ανθρώπων. Παρ’ όλ’ αυτά, μια γλώσσα που μιλιέται επί δυόμιση χιλιάδες χρόνια χωρίς διακοπή και μ’ ελάχιστες διαφορές. Η παράλογη αυτή, φαινομενικά, διάσταση, αντιστοιχεί και στην υλικο-πνευματική οντότητα της χώρας μου. Που είναι μικρή σε έκταση χώρου και απέραντη σε έκταση χρόνου. Και το αναφέρω όχι διόλου για να υπερηφανευθώ αλλά για να δείξω τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένας ποιητής όταν χρησιμοποιεί για τα πιο αγαπημένα πράγματα τις ίδιες λέξεις που χρησιμοποιούσαν μία Σαπφώ ή ένας Πίνδαρος π.χ. -χωρίς ωστόσο να έχει το αντίκρυσμα που είχαν εκείνοι επάνω στην έκταση της πολιτισμένης τότε ανθρωπότητας. Εάν η γλώσσα αποτελούσε απλώς ένα μέσον επικοινωνίας, πρόβλημα δεν θα υπήρχε. Συμβαίνει όμως ν’ αποτελεί και εργαλείο μαγείας και φορέα ηθικών αξιών. Προσκτάται η γλώσσα στο μάκρος των αιώνων ένα ορισμένο ήθος. Και το ήθος αυτό γεννά υποχρεώσεις. Χωρίς να λησμονεί κανείς ότι στο μάκρος εικοσιπέντε αιώνων δεν υπήρξε ούτε ένας, επαναλαμβάνω ούτε ένας, που να μην γράφτηκε ποίηση στην ελληνική γλώσσα. Να τι είναι το μεγάλο βάρος παράδοσης που το όργανο αυτό σηκώνει. Το παρουσιάζει ανάγλυφα η νέα ελληνική ποίηση.
Η σφαίρα που σχηματίζει η νέα ελληνική ποίηση έχει, θα μπορούσε να πει κανείς, όπως κάθε σφαίρα δύο πόλους: τον βόρειο και τον νότιο. Στον ένα τοποθετείται ο Διονύσιος Σολωμός που από την άποψη της εκφραστικής επέτυχε -προτού υπάρξει ο Mallarme στα ευρωπαϊκά γράμματα- να χαράξει με άκρα συνέπεια και αυστηρότητα την αντίληψη της καθαρής ποίησης με όλα της τα παρεπόμενα: να υποτάξει το αίσθημα στη διάνοια, να εξευγενίσει την έκφραση και να δραστηριοποιήσει όλες τις δυνατότητες του γλωσσικού οργάνου προς την κατεύθυνση του θαύματος. Στον άλλο πόλο, τοποθετείται ο Κ. Π. Καβάφης, αυτός που παράλληλα με τον T.S. Eliot έφτασε στην άκρα λιτότητα, στη μεγαλύτερη δυνατή εκφραστική ακρίβεια, εξουδετερώνοντας τον πληθωρισμό στη διατύπωση των προσωπικών του βιωμάτων.
Ανάμεσα στους δύο αυτούς πόλους κινήθηκαν οι μεγάλοι μας άλλοι ποιητές, ο Ανδρέας Κάλβος, ο Κωστής Παλαμάς, ο Αγγελος Σικελιανός, ο Νίκος Καζαντζάκης, ο Γιώργος Σεφέρης, άλλος λιγότερο άλλος περισσότερο προς το έν ή το άλλο από τα δύο άκρα. Αυτή είναι μια πρόχειρη και όσο γίνεται πιο σχηματική χαρτογράφηση του νεοελληνικού ποιητικού λόγου. Το πρόβλημα για μας που ακολουθήσαμε ήταν να επωμιστούμε τα υψηλά διδάγματα που μας κληροδότησαν και, ο καθένας με τον τρόπο του, να τ’ αρμόσουμε πάνω στη σύγχρονη ευαισθησία. Πέραν από τα όρια της τεχνικής, οφείλαμε να φτάσουμε σε μια σύνθεση που από το ένα μέρος ν’ αναχωνεύει τα στοιχεία της ελληνικής παράδοσης και από το άλλο να εκφράζει τα κοινωνικά και ψυχολογικά αιτήματα της εποχής μας. Με άλλα λόγια, να φτάσουμε να προβάλλουμε τον τύπο του «Ευρωπαίου-Ελληνα». Δεν μιλώ για επιτυχίες μιλώ για προσπάθειες. Οι κατευθύνσεις είναι που έχουν σημασία για τον μελετητή της λογοτεχνίας.
Πώς όμως ν’ αναπτυχθούν οι κατευθύνσεις αυτές ελεύθερα όταν οι συνθήκες της ζωής είναι στις ημέρες μας εξοντωτικές για τον δημιουργό; Και πως να διαμορφωθεί η πνευματική κοινότητα όταν οι φραγμοί των γλωσσών ορθώνονται αξεπέραστοι; Σας γνωρίζουμε και μας γνωρίζετε από το 20 ή έστω το 30% που απομένει ύστερα από την μεταγλώτισση. Ειδικά εμείς όλοι, όσοι κρατάμε από μια συγκεκριμένη παράδοση και αποβλέπουμε στα θαύματα του λόγου, στον σπινθήρα που τινάζουν εκάστοτε δύο λέξεις κατάλληλα τοποθετημένες, παραμένουμε βουβοί, αμετάδοτοι. Πάσχουμε από την έλλειψη μιας κοινής γλώσσας. Και ο αντίκτυπος απ’ αυτή την έλλειψη -αν ανεβούμε την κλίμακα- σημειώνεται ακόμη και στην πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα της κοινής μας πατρίδας, της Ευρώπης.
Λέμε, και το διαπιστώνουμε κάθε μέρα, ότι ζούμε σ’ ένα χάος ηθικό. Κι αυτό, τη στιγμή που ποτέ άλλοτε η κατανομή των στοιχείων της υλικής μας ύπαρξης δεν έγινε με τόσο σύστημα, τόση στρατιωτική θα έλεγα τάξη, τόσον αδυσώπητο έλεγχο. Η αντίφαση είναι διδακτική. Οταν σε δύο σκέλη το ένα υπερτροφεί, το άλλο ατροφεί. Μια αξιέπαινη ροπή να συνενωθούν σε ενιαία μονάδα οι λαοί της Ευρώπης, προσκόπτει σήμερα στην αδυναμία να συμπέσουν τα ατροφικά και τα υπερτροφικά σκέλη του πολιτισμού μας. Οι αξίες μας ούτε αυτές δεν αποτελούν μια γλώσσα κοινή.
Για τον ποιητη – μπορεί να φαίνεται παράξενο αλλά είναι αληθές -η μόνη κοινή γλώσσα που αισθάνεται να του απομένει είναι οι αισθήσεις. Εδώ και χιλιάδες χρόνια, ο τρόπος που αγγίζονται δύο σώματα δεν άλλαξε. Μήτε οδήγησε σε καμιά σύγκρουση όπως οι εικοσάδες των ιδεολογιών που αιματοκύλισαν τις κοινωνίες μας και μας άφησαν με αδειανά χέρια.
Ομως όταν μιλώ για αισθήσεις δεν εννοώ το προσιτό, πρώτο ή δεύτερο, επίπεδό τους. Εννοώ το απώτατο. Εννοώ τις «αναλογίες των αισθήσεων» στο πνεύμα. Ολες οι τέχνες μιλούν με ανάλογα. Μια οσμή μπορεί να είναι ο βούρκος ή η αγνότητα. Η ευθεία γραμμή ή η καμπύλη, ο οξύς ή ο βαθύς ήχος, αποτελούν μεταφράσεις κάποιας οπτικής ή ακουστικής επαφής. Ολοι μας γράφουμε καλά ή κακά ποιήματα κατά το μέτρο που ζούμε και διανοούμαστε με την καλή ή την κακή σημασία του όρου. Μια εικόνα πελάγους από τον Ομηρο φτάνει άθικτη ως τις ημέρες μας. Ο Rimbaud την αναφέρει σαν mer melee au soleil και την ταυτίζει με την αιωνιότητα. Ενα κορίτσι που κρατάει ένα κλώνο μυρτιάς από τον Αρχίλοχο επιβιοί σ’ έναν πίνακα του Matisse και μας καθιστά πιο απτή την αίσθηση, τη μεσογειακή, της καθαρότητας.
Εδώ αξίζει να σκεφτεί κανείς ότι ακόμη και μία παρθένος της βυζαντινής εικονογραφίας, δεν διαφέρει πολύ. Παρά ένα κάτι ελάχιστο, συχνά, το εγκώσμιο φως γίνεται υπερκόσμιο και τανάπαλιν. Μια αίσθηση που μας δόθηκε από τους αρχαίους και μια άλλη από τους μεσαιωνικούς έρχονται να γεννήσουν μια τρίτη που τους μοιάζει όπως το παιδί στους γεννήτορές του.
Μπορεί η ποίηση ν’ ακολουθήσει έναν τέτοιο δρόμο; Οι αισθήσεις μες απ’ τον αδιάκοπο καθαρμό τους να φτάσουν στην αγιότητα; Τότε η αναλογία τους θα επαναστραφεί επάνω στον υλικό κόσμο και θα τον επηρεάσει.
Δεν αρκεί να ονειροπολούμε με τους στίχους. Είναι λίγο. Δεν αρκεί να πολιτικολογούμε. Είναι πολύ. Κατά βάθος ο υλικός κόσμος είναι απλώς ένας σωρός από υλικά. Θα εξαρτηθεί από το αν είμαστε καλοί ή κακοί αρχιτέκτονες το τελικό αποτέλεσμα. Ο Παράδεισος ή η Κόλαση που θα χτίσουμε. Εάν η ποίηση παρέχει μια διαβεβαίωση και δη στους καιρούς τους durftiger είναι ακριβώς αυτή: ότι η μοίρα μας παρ’ όλ’ αυτά βρίσκεται στα χέρια μας.
Πηγή:www.sansimera.gr/
Και το δωράκι σας:
Ο έρωτας
Μουσική: Ηλίας Ανδριόπουλος
Ποίηση: Οδυσσέας Ελύτης
Ερμηνεία: Άλκηστις Πρωτοψάλτη
LP Προσανατολισμοί
Πρώτη έκδοση 28-3-1984
Ο έρωτας
Το αρχιπέλαγος
Κι η πρώρα των αφρών του
Κι οι γλάροι των ονείρων του
Στο πιο ψηλό κατάρτι του ο ναύτης ανεμίζει
Ένα τραγούδι.
Ο έρωτας
Το τραγούδι του
Κι οι ορίζοντες του ταξιδιού του
Κι η ηχώ της νοσταλγίας του
Στον πιο βρεμένο βράχο της η αρραβωνιαστικιά προσμένει
Ένα καράβι.
Ο έρωτας
Το καράβι του
Κι η αμεριμνησία των μελτεμιών του
Κι ο φλόκος της ελπίδας του
Στον πιο ελαφρό κυματισμό του ένα νησί λικνίζει
Τον ερχομό.
Κράτησα τη ζωή μου (Επιφάνια 1937) Γ. Σεφέρης
Διαλέγοντας έναν Έλληνα ποιητή για το βραβείο Νομπέλ, νομίζω πως η Σουηδική Ακαδημία θέλησε να εκδηλώσει την αλληλεγγύη της με τη ζωντανή πνευματική Ελλάδα. Εννοώ: αυτή την Ελλάδα για την οποία τόσες γενεές αγωνίστηκαν, προσπαθώντας να κρατήσουν ό,τι ζωντανό από τη μακριά παράδοση της. Νομίζω, ακόμη, ότι η Σουηδική Ακαδημία θέλησε να δείξει πως η σημερινή ανθρωπότητα χρειάζεται και την ποίηση – κάθε λαού – και το ελληνικό πνεύμα, δήλωνε ο Γ. Σεφέρης το μεσημέρι της 24ης Οκτωβρίου του 1963 όταν έφθασε στην Αθήνα η χαρμόσυνη είδηση της απονομής του Νόμπελ Λογοτεχνίας σ’αυτόν. Λόγος λιτός, περιεκτικός, ουσιαστικός ενός πεπαιδευμένου Έλληνα. Πόσο περήφανοι αισθανόμαστε ακόμα και σήμερα.Πόση θλίψη, κατ’αντιδιαστολή, μας γεννά η σημερινή πραγματικότητα που τόσοι απαίδευτοι γελαστοί καρποζοεισπράκτορες θέλουν να μας εκπροσωπούν.
Όμως θαρσείτε! Ας κρατήσουμε τη ζωή μας ψηλά. Με φόβο αλλά και ελπίδα. Να μας τρομάζει το πρόσωπο του γελαστού τέρατος για να μπορέσουμε να το πολεμήσουμε.Το τέρας φοβάται περισσότερο όταν καταλαβαίνει ότι δεν του μοιάζουμε. Όταν αντιλαμβάνεται ότι η μορφή του, έστω και γελαστή, είναι αποκρουστική, όπως θα έλεγε και ο Μ.Χατζηδάκης.
Γιώργος Σεφέρης, Επιφάνια, 1937
Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας
ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της
βροχής
σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς,
καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει.
Κράτησα τη ζωή μου˙ στ’ αριστερό σου χέρι μια γραμμή
μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν
στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα
να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω
γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή.
Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα
περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της.
Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος
κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε
ρωτούν
μήτε o καιρός κλειστός σε βουβά ερημοκλήσια μήτε
τα χέρια που απλώνονται για να γυρέψουν, κι’ οι
δρόμοι.
Κράτησα τη ζωή μου ψιθυριστά μέσα στην απέραντη
σιωπή
δεν ξέρω πια να μιλήσω μήτε να συλλογιστώ· ψίθυροι
σαν την ανάσα του κυπαρισσιού τη νύχτα εκείνη
σαν την ανθρώπινη φωνή της νυχτερινής θάλασσας στα
χαλίκια
σαν την ανάμνηση, της φωνής σου λέγοντας «ευτυχία».
Κλείνω τα μάτια γυρεύοντας το μυστικό συναπάντημα των
νερών
κάτω απ’ τον πάγο το χαμογέλιο της θάλασσας τα κλει-
στά πηγάδια
ψηλαφώντας με τις δικές μου φλέβες τις φλέβες εκείνες
πού μου ξεφεύγουν
εκεί πού τελειώνουν τα νερολούλουδα κι’ αυτός ό άνθρωπος
πού βηματίζει τυφλός πάνω στο χιόνι της σιωπής.
Κράτησα τη ζωή μου, μαζί του, γυρεύοντας το νερό πού
σ’ αγγίζει
στάλες βαρειές πάνω στα πράσινα φύλλα, στο πρόσωπο σου
μέσα στον άδειο κήπο, στάλες στην ακίνητη δεξαμενή
βρίσκοντας έναν κύκνο νεκρό μέσα στα κάτασπρα φτερά του,
δέντρα ζωντανά και τα μάτια σου προσηλωμένα.
Ό δρόμος αυτός δεν τελειώνει δεν έχει αλλαγή, όσο γυρεύεις
να θυμηθείς τα παιδικά σου χρόνια, εκείνους πού έφυγαν
εκείνους
πού χάθηκαν μέσα στον ύπνο τους πελαγίσιους τάφους,
όσο ζητάς τα σώματα πού αγάπησες να σκύψουν
κάτω από τα σκληρά κλωνάρια των πλατάνων εκεί
πού στάθηκε μια αχτίδα του ήλιου γυμνωμένη
και σκίρτησε ένας σκύλος και φτεροκόπησε ή καρδιά σου,
ό δρόμος δεν έχει αλλαγή˙ κράτησα τη ζωή μου.
Το χιόνι
και το νερό παγωμένο στα πατήματα των αλόγων.
Κάτω από ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ, ΠΟΙΗΣΗ | 0 ΣχόλιαΣτην Ευτυχία της κυρα-Σοφίας…
Ένα ακόμη σαββατοκύριακο έφτασε. Το πρώτο του χειμώνα.Ας το υποδεχθούμε με χρώματα, ποίηση και τραγούδι. Να ζεστάνουμε την ψυχή μας. Να οδηγήσουμε τη σκέψη μας σε αγαπημένα πρόσωπα.
Πηγή έμπνευσης αυτής της ανάρτησης
η ΕΦΗ της κυρά-Σοφίας…
η ΕΦΗ της εκπαίδευσης…
Οδυσσέα Ελύτη, «Το “Τετράδιον της Μαθητρίας”»
Κοιμάμαι κι ονειρεύομαι προβλήματα
όλα τα πυθαγόρεια θεωρήματα
Τα θαύματα της τριγωνομετρίας
μέσα στο μπλε «Τετράδιον της Μαθητρίας»
Απ’ την αρχή την Κάθοδο των Αχαιών
τις μάχες των Ελλήνων κατά των Περσών
Να μάθω για τον πόλεμο της Τροίας
μέσα στο μπλε «Τετράδιον της Μαθητρίας»
Των αγοριών τα κεφαλαία ονόματα
και τα γυμνά σχεδιασμένα σώματα
Παλιόλογα και λόγια της λατρείας
μέσα στο μπλε «Τετράδιον της Μαθητρίας».
Από τη συλλογή Τα ρω του έρωτα (1972)
[πηγή: Οδυσσέας Ελύτης, Ποίηση, Ίκαρος, Αθήνα 2002 (2η έκδ.), σ. 291]
… και του ΛΑΜΠΡΟΥΚΟΥ
Κ Α Λ Ο Σ Α Β Β Α Τ Ο Κ Υ Ρ Ι Α Κ Ο !!!
Κάτω από ΠΟΙΗΣΗ, ΨΥΧΑΓΩΓΙΑ | 0 ΣχόλιαΤο αίσθημα του καλού,του ωραίου, του αληθινού
“O άνθρωπος πρέπει κάθε μέρα ν᾽ακούει ένα γλυκό τραγούδι, να διαβάζει ένα ωραίο ποίημα, να βλέπει μια ωραία εικόνα και, αν είναι δυνατόν, να διατυπώνει μερικές ιδέες. Αλλιώτικα χάνει το αίσθημα του καλού και την τάση προς αυτό…”. Γκαίτε.
Καλό σαββατοκύριακο με ένα ποίημα:
Γ. Σαραντάρης, Μέρες
Κάτω από ΠΟΙΗΣΗ, ΨΥΧΑΓΩΓΙΑ | 0 Σχόλια
Τάσος Λειβαδίτης “Τα χειρόγραφα του φθινοπώρου”
Φυσάει Πολυτεχνείο
Η επιμέλεια του βίντεο είναι του Γυμνασίου Πάργας
-«Δεν είμαστε ποιητές σημαίνει φεύγουμε,
σημαίνει εγκαταλείπουμε τον αγώνα,
παρατάμε τη χαρά στους ανίδεους,
τις γυναίκες στα φιλιά του ανέμου
και στη σκόνη του καιρού.
Σημαίνει πως φοβόμαστε
και η ζωή μάς έγινε ξένη,
ο θάνατος βραχνάς.»
(Γιώργος Σαραντάρης)
Κάτω από ΓΙΟΡΤΕΣ, ΠΟΙΗΣΗ, ΣΗΜΕΡΑ | 0 ΣχόλιαΦθινοπωρινό Σαββατοκύριακο
Φθινόπωρο, η εποχή της συστολής, της εσωστρέφειας, της γλυκιάς μελαγχολίας. Η εποχή που μεταφέρει τα καλοκαιρινά μας βιώματα, σε χειμερινό πλάνο.
Ιδιαίτερα φθινοπωρινό ,λόγω καιρού, αυτό το σαββατοκύριακο.
Ας το απολαύσουμε, βλέποντας με τα μάτια του Κ. Καβάφη και ακούγοντας τη φωνή του Eric Clapton.
-Κ. Π. Καβάφης. «Πλησίον Παραθύρου Ανοικτού»
«Εν φθινοπωρινής νυκτός ευδία,
πλησίον παραθύρου ανοικτού,
εφ’ ώρας ολοκλήρους, εν τελεία,
ηδονική κάθημαι ησυχία.
Των φύλλων πίπτ’ η ελαφρά βροχή.
Ο στεναγμός του κόσμου του φθαρτού
εν τη φθαρτή μου φύσει αντηχεί,
αλλ’ είναι στεναγμός γλυκύς, υψούται ως ευχή.
Aνοίγει το παράθυρόν μου κόσμον
άγνωστον. Aναμνήσεων ευόσμων,
αρρήτων μοι προσφέρεται πηγή.
Επί του παραθύρου μου πτερά
κτυπώσι — φθινοπωρινά πνεύματα δροσερά
εισέρχονται και με περικυκλούσι
κ’ εν τη αγνή των γλώσση μοι λαλούσι.
Ελπίδας αορίστους και ευρείας
αισθάνομαι· κ’ εν τη σεπτή σιγή
της πλάσεως, τα ώτα μου ακούουν μελωδίας,
ακούουν κρυσταλλίνην, μυστικήν
εκ του χορού των άστρων μουσικήν.»
(Από τα Αποκηρυγμένα, Ίκαρος 1983)
Τάσος Λειβαδίτης:Κάποτε…
όλα όσα ονειρεύτηκες χωρίς να τα ζήσεις, τα γιασεμιά που σου γυρίσανε,
την καρδιά σου που την ποδοπατήσαν…
Τρόμος και αθλιότητα του Γ΄Ράιχ
Ξεκίνησαν οι προετοιμασίες για την σχολική γιορτή που θα γίνει την παραμονή τις 28 Οκτωβρίου.
Οι συνάδελφοι που ανέλαβαν την εκδήλωση (Αν. Μακρογιαννόπουλος και Κων/να Τσούτση) μας εξέπληξαν ευχάριστα καθώς σε συνεργασία με τους μαθητές και με τη βοήθεια του παλιού μαθητή μας Βαγγέλη Ανδρέου θα παρουσιάσουν μονόπραχτα του Μπέρτολντ Μπρεχτ με τίτλο Τρόμος και αθλιότητα του Γ΄Ράιχ.
Ελπίζουμε την εκδήλωσή μας να τιμήσουν με την παρουσία τους και γονείς των μαθητών μας.
Συγχαίρουμε τους συναδέλφους για την πρωτοβουλία ,τους μαθητές για την υπευθυνότητα και την συνεργασία, τον Βαγγέλη Ανδρέου για την πολύτιμη βοήθειά του.
Τους αφιερώνουμε το παρακάτω απόσπασμα από το ”Γερμανικό Εγχειρίδιο Πολέμου”(Ποιήματα του Σβέντμποργκ, 1939) του Μπέρτολντ Μπρεχτ.
Τούτος ο πόλεμος που έρχεται
Δεν είναι ο πρώτος
Πριν απ’ αυτόν γίνανε κι άλλοι πόλεμοι
Όταν ετέλειωσε ο τελευταίος
Υπήρχαν νικητές και νικημένοι
Στους νικημένους ο φτωχός λαός
Πέθαινε απ’ την πείνα
Στους νικητές ο φτωχός λαός
Πέθαινε το ίδιο
Σαν θα’ρθει η ώρα της πορείας
Πολλοί δεν ξέρουν
Πως επικεφαλής βαδίζει ο εχθρός τους
Η φωνή που διαταγές τους δίνει
Είναι του εχθρού τους η φωνή
Εκείνος που για τον εχθρό μιλάει
Είναι ο ίδιος τους ο εχθρός
Νύχτα
Τ’ανδρόγυνα ξαπλώνουν στο κρεβάτι τους
Οι νέες γυναίκες θα γεννήσουν ορφανά
Στρατηγέ το τανκς σου
Είναι δυνατό μηχάνημα
Θερίζει δάση ολόκληρα
Κι εκατοντάδες άνδρες αφανίζει
Μόνο που έχει ένα ελάττωμα
-χρειάζεται οδηγό
Στρατηγέ το βομβαρδιστικό
Είναι πολυδύναμο
Πετάει πιο γρήγορα απ’ τον άνεμο
Κι απ’ τον ελέφαντα σηκώνει βάρος πιο πολύ
Μόνο που έχει ένα ελάττωμα
-χρειάζεται πιλότο
Στρατηγέ ο άνθρωπος είναι χρήσιμος πολύ
Ξέρει να πετάει
Ξέρει και να σκοτώνει
Μόνο που έχει ένα ελάττωμα
-ξέρει να σκέφτεται