Ποιήματα για τα Χριστούγεννα (1)
Δεν νομίζουμε ότι υπάρχει καλύτερος τρόπος να γιορτάσει κανείς τα Χριστούγεννα από το να ανατρέξει στα κιτάπια της ποίησης, να εντοπίσει και να μοιραστεί μαζί σας μερικά από τα καλύτερα ποιήματα που γράφτηκαν στη γλώσσα μας για τη μεγάλη αυτή γιορτή της χριστιανοσύνης. Αυτό θα κάνουμε λοιπόν αρχίζοντας απο σήμερα.
Κ Α Λ ΕΣ Γ Ι Ο Ρ Τ Ε Σ
ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ,
“ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ”
Να ‘μουν του σταύλου έν’ άχυρο, ένα φτωχό κομμάτι
την ώρα π’ άνοιγ’ ο Χριστός στον ήλιο του το μάτι.
Να ιδώ την πρώτη του ματιά και το χαμόγελό του,
το στέμμα των ακτίνων του γύρω στο μέτωπό του.
Να λάμψω από τη λάμψη του κι’ εγώ σαν διαμαντάκι
κι’ από τη θεία του πνοή να γίνω λουλουδάκι.
Να μοσκοβοληθώ κι’ εγώ από την ευωδία,
που άναψε στα πόδια του των Μάγων η λατρεία.
Να ‘μουν του σταύλου ένα άχυρο ένα φτωχό κομμάτι
την ώρα π’ άνοιγ’ ο Χριστός στον ήλιο του το μάτι.
ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ,
“ΑΣΤΕΡΙ ΘΕΪΚΟ”
Τι φως και χρώμα κι ομορφιά να
σκόρπιζε το αστέρι
όπου στην κούνια του Χριστού
τους Μάγους έχει φέρει;
Ποιος άγγελος το διάλεξε για
τέτοιο ταχυδρόμο;
Τα άλλα τα αστέρια θάβλεπαν το
φωτεινό του δρόμο
κι από τη ζήλια
θάτρεμαν… Αστέρι, σε ποια χώρα του
απέραντου σου ουρανού να
λαμπυρίζεις τώρα;
Η παντοδύναμη φθορά μην
έσβησε το φως σου
ή μήπως είσ’ αθάνατο κι εσύ, σαν
το Χριστό σου;
Δεν κατεβαίνει η λάμψη σου εδώ
στα χώματα μας;
Για όλα τα άστρα αλίμονο! δεν
είναι η ματιά μας…
Τι φως και χρώμα κι ομορφιά να
σκορπίζει το αστέρι,
όπου την κούνια του Θεού τους
Μάγους έχει φέρει;
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ
Γ. ΣΟΥΡΗΣ
Το σπήλαιο, Χριστέ, κοιτώ
και γονατίζω και ρωτώ:
Γιατί και πριν στη φάτνη σου
να γεννηθείς ακόμα,
κι ανθρώπου λάβεις σώμα,
όσοι φανήκαν άνθρωποι
γεννήθηκαν σ’ αχούρια –
και σε παλάτια λαμπερά
τα ξέστρωτα γαϊδούρια;
Γιατί να κρύβεται, Χριστέ,
στου κόσμου τα φιλιά
φαρμακωμένος πόλεμος
και κιτρινιάρης φθόνος;
Γιατί και του προδρόμου σου
Σωκράτη τη σπηλιά
οι σήμερον σωκρατικοί
εκόπρισαν αφθόνως;
Γιατί, Χριστέ, στον κόσμο σου,
και πάντοτε και τώρα,
ίσα να μη μοιράζονται
των αγαθών τα δώρα,
κι άλλοι να τρώνε κάπονες
πεντέμισυ λιτρών,
κι άλλοι να βλέπουν χάσκοντες
εκείνους που τους τρων;
Κι άλλα πολλά ρωτήματα
ποθώ, Χριστέ, να κάνω,
μα κι εκ της γης καμιά φωνή,
αλλ’ ούτε κι από πάνω.
Και τραγουδώ μ’ ελιάς κλαδί,
στο βογγητό του πόνου:
Χριστούγεννα, πρωτούγεννα,
πρώτη γιορτή του χρόνου.
Εις των αλόγων άλλοτε
την φάτνην εγεννήθη
Μεσσίας λογικότατος,
τυφλά φωτίσας πλήθη,
στη φάτνη δε των λογικών,
που λέγεται Βουλή,
Μεσσίαι δίχως λογικά
γεννήθηκαν πολλοί…
Κάτω από ΓΙΟΡΤΕΣ, ΠΟΙΗΣΗ | 0 Σχόλια