Σύνδεσμοι

Διαχείριση

Έκτωρ Κακναβάτος ο ποιητής της ορμητικότητας

14 Νοέμβριος 2014

Paul Cezanne Η μάχη του έρωτα

Του έρωτα

… Εγώ είμαι της θύελλας
γι’ αυτό σ’ αγαπώ
είμαι της λαίλαπας
γι’ αυτό σ’ αγαπώ
είναι που εντός μου είσαι η δίνη
είναι που έσπασες τον άξονα
που κράταγε την τάξη
κι όλα γίναν ιαχές
νικηφόρα έξαλλα φωνήεντα
γι’ αυτό σ’ αγαπώ…
Ω αρπίστρια του νου μου
στις φλέβες μου άπιαστη σαΐτα
σαν με κοιτάζεις.
Τι βουητό βυθού
Τι έλξη στο λαβύρινθό μου
τ’ όνομά σου.
Στο κρυφό χώμα μου
τ’ άγιο τ’ απάτητο
τ’ αχνάρι που άφησες, η λάρνακά μου.
Λες τον έρωτα δεσμώτη
Λέω τον έρωτα λυόμενο
Ο ένας καταπάνω τ’ αλλουνού
για τράκο κίνησαν οι δυο κουρσάροι
Άμοιρη δεν τόξερες
που ήμουνα γυάλινος
Πως θα γινόμουν θρύψαλα
Πριν καν με αγγίσεις.

.

Ο Γεώργιος Κοντογιώργης, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1920 στον Πειραιά από κεφαλονίτες γονείς. Μετά την ολοκλήρωση των εγκύκλιων σπουδών του το 1937, ενεγράφη στο Μαθηματικό τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών, από το οποίο αποφοίτησε το 1941. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ.

Το 1943 δημοσιεύει το πρώτο του ποίημα στο περιοδικό Νέα Κατεύθυνση και τον ίδιο χρόνο εκδίδει την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Fuga. Με την ελλειπτική και ανορθόδοξη γραφή του και τις πολλές επιδράσεις από τον Εμπειρίκο, δείχνει μία εντελώς αδέσμευτη φαντασία. Στα ποιήματά του αυτά δεν υπάρχει απολύτως καμία αναφορά στις συνθήκες της εποχής του. Αντίθετα, οι τίτλοι τους παραπέμπουν στα δύο σταθερά ενδιαφέροντά του: τη μουσική και την επιστήμη.

Το 1947 εξορίζεται στην Ικαρία, λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεών του και το φθινόπωρο του ίδιου χρόνου μετάγεται στη Μακρόνησο. Απολύεται το 1949, με τη λήξη του Εμφυλίου Πολέμου. Το ενδιαφέρον στην περίπτωσή του είναι ότι παρέμεινε μακριά από κομματικές γραμμές και ιδεολογικούς δογματισμούς. Το 1951, συμμετέχει στην έκδοση του περιοδικού Στόχος, μαζί με τους Παπαδίτσα, Πολυδούρη, Δάλλα κ.ά.

Τα πολιτικά του φρονήματα του έφραξαν τον δρόμο προς το Δημόσιο κι έτσι αναγκάστηκε να δουλέψει στην ιδιωτική εκπαίδευση. Από το 1958 έως το 1962 εργάζεται στη Σύρο, όπου φτιάχνει δικό του φροντιστήριο. Το 1961, μετά από δέκα χρόνια σιωπής, επανεμφανίζεται στα γράμματα με την ποιητική συλλογή Διασπορά. Από τότε η παρουσία του στα ποιητικά πράγματα υπήρξε συνεχής.

Το 1963 μετακομίζει στην Αθήνα και διδάσκει σε φροντιστήρια υποψηφίων για τα ΑΕΙ, έως το 1973, οπότε προσλαμβάνεται στη Σχολή Μωραΐτη. Το 1979 διορίζεται για πρώτη φορά στο Δημόσιο, από το οποίο ήταν αποκλεισμένος λόγω πολιτικών φρονημάτων και συνταξιοδοτείται το 1986, έχοντας διατελέσει σύμβουλος στο Υπουργείο Παιδείας. Το 1983 τιμήθηκε με το Β’ Κρατικό Βραβείο ποίησης για τη συλλογή του In Perpetuum. Ήταν ιδρυτικό μέλος και στη διετία 1984-1986 αντιπρόεδρος της Εταιρείας Συγγραφέων.

Ο Έκτωρ Κακαναβάτος υπήρξε ένας από τους γνησιότερους και συνεπέστερους εκπροσώπους του υπερρεαλισμού στη χώρα μας, βαδίζοντας στα χνάρια του Εμπειρίκου, του Κάλας και του Εγγονόπουλου , μαζί τους Μάτση Χατζηλαζάρου, Μαντώ Αρβαντινού, Γιώργο Λίκο, Δημήτρη Παπαδίτσα, Μίλτο Σαχτούρη και Νάνο Βαλαωρίτη. Το ποιητικό του σύμπαν χτίστηκε ακόμη από τα ρητορικά και ενοραματικά υλικά του δημοτικού τραγουδιού, του Παλαμά, του Σικελιανού και του Ελύτη.

Έφτασε στα άκρα την αυτόματη γραφή, ζωντανεύοντάς τη με στοιχεία από την επιστήμη των μαθηματικών και τη θεωρία του χάους. Όντας καθηγητής μαθηματικών είναι προφανώς ο πρώτος έλληνας ποιητής που ασχολήθηκε με την κοσμολογία της μετα-αϊνστάνειας φυσικής και βέβαια ο πρώτος που σ’ ένα ποίημα του 1964 αναφέρεται σε μία τεχνητή γλώσσα των υπολογιστών (η σκέψη από την γενιά του αλγόλ, από τη συλλογή Η κλίμακα του λίθου).

«Τα ποιήματα του Κακναβάτου, αν και εκ πρώτης όψεως μοιάζουν µε εκθαμβωτικά λεκτικά πυροτεχνήματα, εντούτοις οργανώνουν ένα συνεκτικό, σθεναρό, αισιόδοξα προτρεπτικό λόγο, που αποσκοπεί να “ιδρύσει μια άλλη πραγματικότητα”, ικανή να συμφιλιώσει τον άνθρωπο µε τις “ακαταµάχητα αβέβαιες”, χαοτικές διαστάσεις του κόσµου» σημειώνει ο ομότεχνός του Χάρης Βλαβιανός.

Εκτός από το ποιητικό, ο Κακαναβάτος μας άφησε και αξιόλογο μεταφραστικό έργο. Πέθανε στην Αθήνα στις 9 Νοεμβρίου 2010, σε ηλικία 90 ετών.

Αφήστε μια απάντηση

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση