Λίγη ωρα πριν ακούσουμε αυτο το υπέροχο τροπάριο, της υμνογραφου Κασσιανης ανεβάζω καποιες πληροφορίες, την ερμηνεια του και μια ευχη !
Ας έρθουμε τώρα στο γνωστότερο ποιητική αριστούργημα της Κασσιανής, που ψάλλεται τη Μεγάλη Τρίτη το βράδυ και ανήκει στον όρθρο της Μεγάλης Τετάρτης, το «Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις». Αυτό το τροπάριο ψάλλεται στον πλάγιο δ’ ήχο, και είναι ποιητική, λυρική καθαρά επεξεργασία μιας Ευαγγελικής σκηνής, πολύ δραματικής: είναι η σκηνή, που ήρθε μια πόρνη κλαίουσα στο Χριστό, όταν Εκείνος βρισκόταν στο σπίτι του Φαρισαίου Σίμωνα, και άρχισε να περιχύνει με πολύτιμο μύρο και με καυτερά δάκρυα τα πόδια του, και ύστερα να σκουπίζει με τα ξέπλεκα μαλλιά της, που ως τότε ήταν δίχτυα, για να ψαρεύει τους νέους στην αμαρτία.
Πρέπει να μην έχει κανείς τη παραμικρή ιδέα και γνώση από Λογοτεχνία γενικά, και από ποίηση ειδικότερα, για να αποδώσει τα αμαρτήματα του προσώπου του ποιήματος στην ποιήτρια, και να ταυτίσει έτσι τη πόρνη του Ευαγγελίου, με την οσία μοναχή Κασσιανή, που έγραψε το περίφημο αυτό ποίημα.
Το ότι είναι καμωμένο για τη πόρνη του Ευαγγελίου το ποίημα, φαίνεται α) από εσωτερικές μαρτυρίες («οδυρομένη μύρα σοι προ του ενταφιασμού κομίζει»-«οίμοι λέγουσα» κ.λπ.), και β) από τις εξωτερικές μαρτυρίες, που μας τις δίνει η Παράδοση της Εκκλησίας, η οποία έχει βάλει το τροπάριο αυτό, να ψάλεται σ’ εκείνη την ημέρα της Μεγάλης Εβδομάδος, όπου γίνεται λόγος για τη μετάνοια και τη δημόσια εξομολόγηση «της αλειψάσης τον Κύριον μύρω πόρνης γυναικός».
Μακάρι να μπορούσαμε ν’ αποτινάξουμε όλοι, αυτές τις μέρες, τον οίστρο της ακολασίας και τον έρωτα της αμαρτίας, που μας κυβερνά, να πάρουμε να κάψουμε όλες τις αγάπες τις αμαρτωλές, και με τα μύρα των δακρύων μας να αλείψουμε τ’ άχραντα πόδια του Χριστού, που πορεύεται το δρόμο του μαρτυρίου, για χάρη μας.
Το τροπάριο σε νεοελληνική απόδοση :
Κύριε, η γυναίκα που ξεστράτισε απ’ το δρόμο σου κ’ έπεσε σε πολλές αμαρτίες, μόλις κατάλαβε πως βρίσκεται κοντά της η πραγματική αγάπη, ο Κύριος των πάντων, ο Θεός, τα πούλησε όλα για ν’ αγοράσει πολύτιμα μύρα, και σαν άλλη μυροφόρα, έρχεται με στεναγμούς και δάκρυα, και σου φέρνει λίγο πριν απ’ τον ενταφιασμό σου, τα μύρα της αγάπης της. Αλλοίμονό μου, στενάζει η αμαρτωλή, που έχω μέσα μου νύχτα ολοσκότεινη και το μόνο που αναδεύει μέσα στο πηχτό σκοτάδι μου, είναι ο οίστρος της ακολασίας και ο έρωτας της αμαρτίας ο παντοτινός, που κάνουν τη ζωή μου σαν μια ζοφερή νύχτα, δίχως φεγγάρι. Αλλά εσύ, Κύριε μου, δέξου τα δάκρυα που τρέχουν σα βρύσες απ’ τα μάτια μου,
Εσύ, που κάνεις το θαλασσινό νερό να γίνεται σύννεφο, και ύστερα πάλι απαλά στη γη να πέφτει. Σκύψε και άκουσε τους βαρυοστεναγμούς της πονεμένης μου καρδιάς, Εσύ που χαμήλωσες τους ουρανούς, με την ανέκφραστη Σου ενανθρώπηση. Άφησέ με να καταφιλήσω και να λούσω με τα δάκρυα μου τα άχραντα πόδια Σου, κ’ ύστερα να τα σφουγγίσω με τα μαλλιά της κεφαλής μου· να καταφιλήσω αυτά τα πόδια, που όταν, ένα δειλινό, η Εύα άκουσε τα βήματα τους στο Παράδεισο, έτρεξε να κρυφτεί από το φόβο της. Είμαι πολύ αμαρτωλή, Κύριε. Μα, όπως δεν μπορεί κανένας να μετρήσει τα πλήθη των αμαρτιών, που ως τώρα εγώ διέπραξα, έτσι δεν μπορεί κανένας να μετρήσει και τις αβύσσους της δικαιοκρισίας και της αγάπης Σου, με τις οποίες σώζεις τις ψυχές μας, Σωτήρα μου και Θεέ μου. Μην παραβλέψεις και περιφρονήσεις τώρα πια τη δούλη σου, που μετανόησε και σε παρακαλεί να τη σπλαχνιστείς, εσύ που είσαι η αμέτρητη και η άπειρη ευσπλαχνία.
Το Τροπάριο της Κασσιανής
Το Τροπάριο της Κασσιανής:
Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή,
την σήν αισθομένη Θεότητα μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν,
οδυρομένη μύρα σοι προ του ενταφιασμού κομίζει.
Οίμοι! λέγουσα, οτι νύξ μοι υπάρχει, οίστρος ακολασίας,
ζοφώδης τε και ασέληνος ερως της αμαρτίας.
Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων,
ο νεφέλαις διεξάγων της θαλάσσης το ύδωρ,
κάμφθητί μοι προς τους στεναγμούς της καρδίας,
ο κλίνας τους ουρανούς τη αφάτω σου κενώσει.
Καταφιλήσω τους αχράντους σου πόδας,
αποσμήξω τούτους δε πάλιν τοις της κεφαλής μου βοστρύχοις,
ων εν τω Παραδείσω Εύα το δειλινόν κρότον τοις ώσιν ηχηθείσα,
τω φόβω εκρύβη.
Αμαρτιών μου τα πλήθη
και κριμάτων σου αβύσσους τις εξιχνιάσει,
ψυχοσώστα Σωτήρ μου;
Μη με την σήν δούλην παρίδης,
Ο αμέτρητον έχων το έλεος.
########
Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες,
σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα και σε άλειψε με μυρουδικά
πριν από τον ενταφιασμό σου κι έλεγε οδυρόμενη:
Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη και δίχως φεγγάρι,
η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.
Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων,
εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας.
Λύγισε στ’ αναστενάγματα της καρδιάς μου,
εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.
Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου,
και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου·
αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό, τ’ άκουσε να περπατάνε,
από το φόβο της κρύφτηκε.
Των αμαρτιών μου τα πλήθη
και των κριμάτων σου την άβυσσο, ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση,
ψυχοσώστη Σωτήρα μου;
Μην καταφρονέσης τη δούλη σου,
εσύ που έχεις τ’ αμέτρητο έλεος.
(Μεταγραφή: Φώτη Κόντογλου)
Κάτω από : μνημη αναστασιμη, Χωρίς κατηγορία
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.