Της Δρ Ευτυχίας Νικολακοπούλου
Μεταπτυχιακής επιστήμονος του τμήματος Γαλλικού Πολιτισμού και Φιλολογίας του Πανεπιστημίου της Σορβόννης Παρίσι 4
Με την ευκαιρία της επιστροφής του θιάσου της Comédie-Française και του σκηνοθέτη Ivo van Hove στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου με την παράσταση «Ταρτούφος ή ο Υποκριτής» που ανασυστάθηκε χάρη στο έργο που πραγματοποίησε ο ιστορικός Θεάτρου Ζωρζ Φορεστιέ,
400 χρόνια από τη γέννηση του Μολιέρου:
Η ζωή και το έργο του σπουδαίου κωμωδιογράφου που άφησε εποχή
Στον «Ταρτούφο» ο Μολιέρος σατιρίζει με ιδιαίτερη λεπτότητα την υποκρισία, τον φαρισαϊσμό και την προκλητική εκμετάλλευση των πιστών από ορισμένους «ψευτο-ευσεβείς» που λυμαίνονταν τους εκκλησιαστικούς χώρους στη Γαλλία του 17ου αιώνα. Χωρίς να θίγει αυτή καθεαυτή τη θέση της θρησκείας, ο θεατρικός συγγραφέας βάζει το νυστέρι του πολύ βαθιά στις ανθρώπινες αδυναμίες των εκπροσώπων της θρησκείας. Την εποχή εκείνη οι θεατές έδιναν μεγάλη σημασία στον Ταρτούφο, είτε διότι έβλεπαν κάποιες αλήθειες που τις είχαν ήδη επισημάνει, είτε διότι ενοχλούνταν να βλέπουν πάνω στη σκηνή τον ίδιο τους τον εαυτό.
Η παράσταση του Ταρτούφου προκάλεσε πολλές και ποικίλες αντιδράσεις. Χαρακτηριστική είναι η απάντηση του Μεγάλου Κοντέ – γνωστού για τον ορθολογισμό και το ελεύθερο πνεύμα του- στον Λουδοβίκο 14ο, όταν, βγαίνοντας από την παράσταση ο «Σκαραμούς ο ερημίτης», ο βασιλιάς τον ερώτησε: «Θα ήθελα να γνωρίζω γιατί όλοι αυτοί που τόσο σκανδαλίζονται με την κωμωδία του Μολιέρου, δε λένε λέξη για την κωμωδία του Σκαραμούς!»[1] Και ο πρίγκιπας απάντησε: «O λόγος είναι ότι η χορωδία του Σκαραμούς περιπαίζει τον ουρανό και τη θρησκεία, για τα οποία καθόλου δεν νοιάζονται αυτοί οι κύριοι. Ενώ η κωμωδία του Μολιέρου περιπαίζει αυτούς τους ίδιους, και αυτό δεν το ανέχονται»[2].
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ
Όταν ο Μολιέρος έγραψε τις «Αρχές του Αρνόλφου» στο «Σχολείο των Γυναικών» ήταν το πρώτο βήμα του στη Μεγάλη κωμωδία και συγχρόνως στη μεγάλη πολιτική διαμάχη της εποχής του, για την ελευθερία της συνείδησης και την κατάργηση των μεσαιωνικών δεσμών του ολοκληρωτισμού, είχε προκαλέσει ήδη έναν καθ’ υπερβολή πόλεμο από την πλευρά των διανοουμένων. Έντονα προσβεβλημένος, απάντησε βίαια, σ’ αυτές τις επιθέσεις με την «Κριτική του Σχολείου των Γυναικών» και με το «Αυτοσχέδιο των Βερσαλλιών», όπου παρουσίαζε κάποιες γελοιογραφικές απομιμήσεις των «μεγάλων κωμωδών» του Οτέλ ντε Μπουργκόνι [3] και οι οποίες ενθουσίασαν το κοινό της πλατείας. Ο γιος του ηθοποιού Μονφλερύ, ανταπάντησε με το αυτοσχέδιο του Οτέλ ντε Κοντέ. Το Θέατρο του Μαραί, που δεν συμμετείχε στη διαμάχη, επωφελήθηκε από την επικαιρότητα για να θέσει τον Μολιέρο επί καινής με τους έρωτες του Καλοτέντου Σεβαλιέ. Έτσι ο απόηχος αυτής της διαμάχης έφτασε σε όλες τους αίθουσες του Παρισιού, όπου υπέρμαχοι και εχθροί του Μολιέρου συζητούσαν και διαπληκτίζονταν. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι ποτέ άλλοτε το γαλλικό θέατρο δεν είχε γνωρίσει αγώνες [4] με τόσο μεγάλη συμμετοχή του κοινού.
Ως απάντηση προς τους θεοσεβούμενους, οι οποίοι είχαν καταδικάσει δημόσια το «Σχολείο των Γυναικών», δυο χρόνια αργότερα, ο μεγάλος δραματουργός έγραψε τον «Ταρτούφο», ένα πλήρες θεατρικό έργο ενάντια στους υποκριτές ενάντια στις κρυφές ή ανοιχτές προσβολές καθοδηγούμενες από τις μυστικές καθολικές κοινωνίες . Πριν ακόμα δημοσιευτεί το έργο, η Σύνοδος της θείας Μετάληψης,[5] που καταδυνάστευε τον τόπο, που ήταν καλά πληροφορημένη για το περιεχόμενό του, προετοιμαζόταν να απαγορεύσει την παράσταση. Η κωμωδία, αν και ήταν μισοτελειωμένη παίχτηκε στους μεγάλους εορτασμούς των Βερσαλλιών την άνοιξη του 1664.[6] Ύστερα από αυτή την πρώτη και μοναδική παράσταση, ο βασιλιάς απαγόρευσε την παρουσίασή της ενώπιον του κοινού. Ο Μολιέρος πάλεψε με επιμονή, διάνθισε το έργο και το απλοποίησε ενίοτε δε πρόσθεσε σ’αυτό ένα εγκώμιο για το βασιλιά ή άλλαξε το κουστούμι και την εμφάνιση του υποκριτή. Τελικά μετά από πενταετή αγώνα και με την παρέμβαση του ίδιου του Λουδοβίκου 14ου, επετράπη το ανέβασμα του έργου στις 6 Φεβρουαρίου 1669. Έκτοτε ο «Ταρτούφος» παίχτηκε ελεύθερα το γαλλικό κοινό και παρέμεινε οριστικά ένα από τα κλασσικά έργα γαλλικού ρεπερτορίου. Η επιτυχία του ήταν από τις μεγαλύτερες που γνώρισε ποτέ το γαλλικό θέατρο. Παίχτηκε 77 φορές ενόσω ζούσε ο Μολιέρος, και από το θάνατο του έως και σήμερα έχει παιχτεί, εκτός από τα άλλα θέατρα 3193 φορές στην Κομεντί Φρανσαίζ!
O ΤΑΡΤΟΥΦΟΣ ΕΧΕΙ ΑΛΛΑΞΕΙ
Ο «Ταρτούφος» είναι ουσιαστικά το διασημότερο έργο του Mολιέρου γιατί βασικά είναι εκείνο που μας προβληματίζει περισσότερο πάνω στη ζωή και την αξία της. Ποιο είναι άραγε το ενδιαφέρον του ανεβάσματος του Ταρτούφου σήμερα; Βλέπουμε ότι το ηθικό πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο του Ταρτούφου, είναι μετατοπισμένο σε σχέση με την ιδεολογία των καιρών και έρχεται σε μερική διάσταση με την παράδοση. Φαίνεται λοιπόν δύσκολο να καταστεί επίκαιρο στις μέρες μας, το σκάνδαλο που προκάλεσε ο Ταρτούφος και που έφερε το βασιλιά τον ίδιο σε δύσκολη θέση, ώστε να απαγορεύσει αυτή την παράσταση προσπαθώντας να κρατήσει κάποιες ισορροπίες ανάμεσα στους αριστοκράτες και τους ευσεβείς..
Αν και ο Ταρτούφος έχει καθιερωθεί στη συνείδηση του διαχρονικού θεατή-αναγνώστη σαν ένα υπαρκτό πρόσωπο, δεν υπάρχει πια το αρχικό μολιερικό πρόσωπό του.[7] Συνεπώς είναι άτοπο και υπερβολικό θα το ταυτίζουμε με πρόσωπα της εποχής μας.[8] Αν ο σημερινός θεατής επιζητά να δει το πρόσωπο του ήρωα Ταρτούφου, επιμένει άστοχα διότι ρόλος του δεν μπορεί να είναι πλέον ο ίδιος. Στη σύγχρονη πραγματικότητα οι Ταρτούφοι δηλαδή οι υποκριτές, έχουν πολλαπλασιαστεί σε διάφορα επίπεδα όπως σε πολιτικό, θρησκευτικό κοινωνικό και οικογενειακό. Το κοινό χαρακτηριστικό τους είναι η υποκρισία και η απάτη. Έτσι, η διάδοσή του χρειάζεται προσοχή. Και συμβαίνει αυτό, διότι μια χαριτωμένη ή και γλαφυρή μεταφορά δεν θα ήταν αρκετή για να μεταφέρει στους σύγχρονους μας το κλίμα που είχε δημιουργηθεί με τη Σύνοδο της Θείας Μετάληψης και τις αδιάκοπες επικίνδυνες επανεμφανίσεις της μέσα στην πολιτική ιστορία της Γαλλίας.
Ο Ταρτούφος είναι μεν διαχρονικός, γενικά ως προς τις ιδιαιτερότητες του χαρακτήρα που ενσαρκώνει, αλλά δεν μπορεί να είναι τόσο σύγχρονος ο ρόλος του ούτε και ο τρόπος δράσης του. Αν διατηρεί ω τις μέρες μας αμείωτο το ενδιαφέρον του θεατή, είναι διότι έχει υποστεί διάφορες προσαρμογές. Αναθεωρήθηκε και διορθώθηκε έτσι ώστε να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της σύγχρονης πραγματικότητας. Επομένως χρειάζεται να διαβάσουμε το έργο σαν μία ωραία ζωντανή, εμπεριστατωμένη, παραδειγματική ακόμα και κωμική θα μπορούσε να πει κανείς, σελίδα της ιστορίας- αλλά που παραμένει πάντοτε μία σελίδα του παρελθόντος και που δεν αναπαριστάνει πια ευθέως κανένα πρόσωπο και καμία ραδιουργία, θρησκευτική η άλλη.
Η επικαιρότητα του έργου συνίσταται στο ότι και σήμερα ο Ταρτούφος φέρνει στην επιφάνεια ορισμένα διαχρονικά προβλήματα της σύγχρονης εποχής, όπως, τα αιρετικά κινήματα, την επιρροή της εκκλησίας στους αδύναμους, τα προσωπικά συμφέροντα και την αισχροκέρδεια που μπορεί να κρύβεται πίσω από τη μάσκα της ευσεβείας. Εξάλλου το θέατρο του Μολιέρου μπορεί και σήμερα να χρησιμεύει σαν μέσο διόρθωσης της συμπεριφοράς. Είναι ένα διασκεδαστικό, λαϊκό θέατρο μεταφέρει συγχρόνως ένα ηθικό δίδαγμα. Διότι, ας μην το ξεχνάμε, αυτό που σήμερα ενδιαφέρει το κοινό, δεν είναι οι λογοτεχνικές αρετές του Μολιέρου, αλλά το μήνυμα που μεταφέρει το έργο. Οι διάφοροι σκηνοθέτες και δραματουργοί μπορούν να κατασκευάσουν Ταρτούφους σύμφωνα με ορισμένα μόνο στοιχεία απ’ τον πραγματικό Ταρτούφο, να τον εντάξουν σε διαφορετικά περιβάλλοντα, όπως στην εκκλησία, στην πολιτική, στην οικογένεια. Σήμερα για να προσαρμόσουμε αυτό το έργο που γράφτηκε πριν τρεις αιώνες περίπου, θα πρέπει ίσως να απαντήσουμε σε δύο καυτά ερωτήματα. Καταρχάς, ποιες είναι οι αρχές του δυτικού κόσμου στην εποχή μας και έπειτα, εάν το πρόσωπο του Ταρτούφου-ρόλου είναι ουσιαστικά ο εκμεταλλευτής ενός μυστικισμού, ποιος μπορεί να είναι αυτός ο μυστικισμός στις μέρες μας;
Η αφθονία των απαντήσεων, μπορεί να μας αφήσουν άφωνους. Ο σκηνοθέτης Ζαν Πωλ Βενσάν έγραφε σχετικά: «Ο Ταρτούφος μπορούσε να μας πει: Ξέχασε αυτό που ξέρεις για μένα ή αυτό που νομίζεις ότι ξέρεις, αυτό που σου έμαθαν ή αυτό ή αυτό που έψαξες να μάθεις. Όλα είναι καινούργια. Κάθε φορά είμαι διαφορετικός. Για κάθε γενιά, θα υπάρξουν αμέτρητα ομοιώματά μου, χιλιάδες απεικονίσεις μου που θα είναι όλες ανόμοιες ως προς το πρόσωπό μου, το κοστούμι μου, τη φωνή μου.
Me τον Le Tartuffe ou l’Hypocrite ο Ivo van Hove μας οδηγεί να ανακαλύψουμε την αρχική εκδοχή, που απαγορεύτηκε μετά την πρώτη παράσταση το 1664.
Ανασυστάθηκε χάρη στο έργο της «θεατρικής γενετικής» που πραγματοποίησε ο ιστορικός Ζωρζ Φορεστιέ, ο οποίος διευκρινίζει ότι αυτός ο Ταρτούφ λογοκρίθηκε από τον Λουδοβίκο 14ο, ο οποίος δεν μπορούσε αφενός να είναι ο προάγγελος της καθολικής ορθοδοξίας και αφετέρου να επιτρέψει ο αγαπημένος του ηθοποιός-συγγραφέας να ερμηνεύει μια τέτοια σάτιρα του ευσεβούς στο παριζιάνικο θέατρό του. Το έργο που γνωρίζουμε έκτοτε, Le Tartuffe ou l’Imposteur, είναι μια έκδοση που τροποποιήθηκε το 1669, χαλαρώθηκε και επεκτάθηκε σε πέντε πράξεις, όταν η πρώτη περιελάμβανε μόνο τρεις πράξεις.
Αυτή η δημιουργία σηματοδοτεί την επανένωση του Ivo van Hove με τον Θίασο, τον οποίο σκηνοθέτησε στις Les Damnés και Électre/Oreste, αλλά και με τον Mολιέρο, του οποίου έχει ήδη ανεβάσει Le Misanthrope και L’Avare, αλλά τον οποίο ανεβάζει για το πρώτη φορά στη Γαλλία. Επιλέγει αυτή την ενεργητική, έως και έξαλλη εκδοχή, εστιασμένη στην κρίση που προκαλεί ο ερχομός του Ταρτούφου σε μια πλούσια, οικογένεια. Εστιάζεται στην παράφορη σχέση του Ταρτούφου με τη δεύτερη και νεαρή σύζυγο του πλούσιου Οργκόν, τη σύγκρουση μεταξύ πατέρα και γιου καθώς και την αντίθεση ανάμεσα σε ένα προοδευτικό και ελευθεριακό όραμα για τον κόσμο του Κλεάντ και τον συντηρητικό κόσμο του Οργκόν και της μητέρας του Μαντάμ Περνέλ.
Κωμωδία σε τρεις πράξεις και σε στίχους
Η απαγορευμένη έκδοση του 1664 αποκαταστάθηκε από τον Georges Forestier, με τη συνενοχή της Isabelle Grellet
Ημερομηνία και τόπος της δημιουργίας του έργου: 12 Μαΐου 1664 στο Παλάτι των Βερσαλλιών
Πρεμιέρα στην Comédie-Française
Ο Le Tartuffe ή l’Imposteur, σε 5 πράξεις που συνήθως παίζεται, δημιουργήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου 1669 στο Théâtre du Palais-Royal και παίχτηκε από την Comédie-Française από το 1680.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
[1] Ο Μολιέρος μοιράστηκε το θέατρο του Πετί-Μπουρμπόν με τους Ιταλούς, επικεφαλής των οποίων βρισκόταν ο Σκαραμούς.
[2] Ο μεγάλος δραματουργός κατακρίθηκε ότι συγχέει ευθαρσώς την ευσέβεια με την υποκρισία, πράγμα για το οποίο δεν είχε ίσως την παραμικρή υποψία, τη στιγμή που έγραφε το έργο του, ότι δηλαδή έθιγε τους πυλώνες τους πιο ισχυρούς της κοινωνίας της εποχής του, τον καθολικισμό.
[3] Το Οτέλ ντε Μπουργκόνι ήταν το θέατρο που στέγασε στο 17ο αιώνα τους ηθοποιούς του βασιλιά Κατασκευάστηκε το 1548 στην καρδιά του Παρισιού από μία αστική εταιρεία –τους Συντρόφους του πάθους – και κατείχε το μονοπώλιο των θεατρικών παραστάσεων.
[4] Βλέπε Ζώρζ Μονγκρεντιέν, Η Καθημερινή Ζωή των Ηθοποιών την εποχή του Μολιέρου, Εκδόσεις Δημ. Παπαδήμας, Αθήνα 1977, σελ. 44,45,46.
[5] Το 1627 ιδρύθηκε μία παραθρησκευτική εταιρεία που είχε την ονομασία Σύνοδος της θείας μετάληψης. Αυτή η οργάνωση συγκέντρωνε, σε όλες σχεδόν τις περιοχές της Γαλλίας, ανθρώπους από μεγάλα λαϊκά ή θρησκευτικά στρώματα. Με δήθεν φιλανθρωπικές και ηθικές πράξεις, η Σύνοδος κατάφερνε να κατευθύνει τη ζωή των οικογενειών, να διεισδύει μέσα στις περιουσίες να εξασκεί πίεση στο κράτος που θεωρούσε ανίσχυρο να διατηρήσει αυτό που εκείνη εννοούσε ως πραγματική τάξη. Ο Ρισελιέ, ο Μαζαρίνος, ο Λουδοβίκος 13ος και στη συνέχεια ο νεαρός Λουδοβίκος 14ος , έπρεπε να παλέψουν για να εμποδίσουν τη διάδοση της δράσης αυτής της αίρεσης. Εξάλλου, σοβαρά γεγονότα σημειώθηκαν σε πολλές πόλεις, όπως στην Ρουάν, στο Μπορντώ και στη Μασσαλία. Η Αν ντ’ Οτρίς, μητέρα του Λουδοβίκου 14ου, ήταν οπαδός της συνόδου και όπως είναι αυτονόητο το γεγονός αυτό εμπόδιζε το νέο βασιλιά, ό,τι και να σκεφτόταν ο ίδιος, να την κατάργηση. Παρόλα αυτά έψαχνε κάθε δυνατό τρόπο για να την καταπολεμήσει.
[6] Οι Ηδονές του μαγεμένου νησιού είναι η ονομασία μιας πολυτελούς Βασιλικής γιορτής που πραγματοποιήθηκε στην Αυλή του Λουδοβίκου 14ου, διήρκεσε 6 μέρες, από τις 7 έως τις 13 Μαΐου 1864, και ήταν αφιερωμένη στον εορτασμό της αποπεράτωσης σημαντικών εργασιών επέκτασης των Βερσαλλιών. Έλαβαν μέρος σε πιο διάσημοι καλλιτέχνες της εποχής εκείνης: O Μπενσεράντ, ο Λουλί, ο Ιταλός Βιγκαρίνι, διάσημος για τις κατασκευές του σε θεατρικά έργα με μηχανές, και ο Μολιέρος. Επιφορτισμένος να συλλάβει ένα θέμα επιδεκτικό, να εναρμονίσει τις διαφορές απολαύσεις, ο δούκας του Σαίντ Ενιάν, ο πρώτος ευγενής του παλατιού, δανείζεται από τον Αριστοτέλη και από τον Μανιώδη Ρολάνδο, την ιστορία της Μάγισσας Αλκίνας: αυτή κρατάει ως ομήρους στο παλάτι της τους ιππότες που την ξεγελούν, μεταξύ των άλλων, μέσω μιας κωμωδίας και ενός μπαλέτου. Ο βασιλιάς ο ίδιος, καθώς και σημαντικός αριθμός αυλικών, παίρνουν μέρος στο θέαμα. Η γιορτή διαρκεί τρεις ημέρες, αλλά οι διασκεδάσεις διαρκούν περισσότερο. Αυτή η γιορτή αντιστοιχεί με τη μεγαλύτερη στιγμή της Χάρης του Μολιέρου, του οποίου η ομάδα παίζει επ’ ευκαιρία και άλλα θεατρικά έργα, όπως την Πριγκίπισσα Ελίντα την 8η Μαΐου, τους Ενοχλητικούς την Κυριακή 10 Μαΐου, τον Ταρτούφο την 12η Μαΐου, μια παράσταση που δημιουργεί την Υπόθεση του Ταρτούφου αφού και το Γάμο με το στανιό την 13η του ίδιου μήνα.
[7] Και για αυτό έγινε μάλιστα ένας τύπος (τα λεξικά δηλαδή είναι υποχρεωμένα να βάζουν το όνομά του ουσιαστικά και στα κύρια ονόματα, ως λήμμα).
[8] Ανά τους αιώνες τα διάφορα θεατρικά έργα που γράφτηκαν με πρότυπο τον Ταρτούφο είχαν μεγάλη επιτυχία διότι δημιούργησαν πρόσωπα εντελώς διαφορετικά. Για παράδειγμα, στο Κόκκινο και Μαύρο του Σταντάλ, ο ήρωας Ζυλιέν Σορέλ δεν υπήρξε ποτέ ένας χυδαίος υποκριτής όπως ο Ταρτούφος. Υιοθέτησε την υποκρισία επειδή έβλεπε ότι αυτή καθοδηγεί τον κόσμο και γι αυτόν αποτελούσε ένα σύνηθες μέσο για τη σωτηρία. Εξάλλου, ο ήρωας Ζουλιέν σε αντίθεση με τον Ταρτούφο επιζητούσε περισσότερο τις αγωνιστικές ικανοποιήσεις από τα οικονομικά οφέλη.
Κάτω από : Χωρίς κατηγορία | Με ετικέτα: ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΜΟΛΙΕΡΟΥ