H ανάπτυξη που θα φέρει νέες θέσεις εργασίας προϋποθέτει νέες επενδύσεις, και επειδή χρειάζονται πολλές θέσεις εργασίας για να ορθοποδήσουμε –περί τις 500.000– αναζητούνται περί τα 100 δισ. σε βάθος 10ετίας, σύμφωνα με υπολογισμούς αξιόπιστων μελετητών. Η προσέλκυση αυτού του ύψους επενδύσεων και μάλιστα από το εξωτερικό φαίνεται, προς το παρόν, αρκετά δύσκολη και απαιτεί χρόνο. Μπορούμε να αναλάβουμε πρωτοβουλίες στα επόμενα 3 – 5 χρόνια μέχρι να αρχίσουν οι μεταρρυθμίσεις να αποδίδουν, να βελτιωθεί το οικονομικό κλίμα και να πεισθούν οι επενδυτές ότι έχουν να κάνουν με μια χώρα που αξίζει να τοποθετήσουν τα λεφτά τους; Ας επιχειρήσουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό, υπενθυμίζοντας κάποια γνωστά δεδομένα που τείνουμε να υποτιμούμε:
• Τα τελευταία 30 χρόνια έχουν επενδυθεί στη χώρα ευρωπαϊκοί και εθνικοί πόροι μόνο για υποδομές γύρω στα 90 δισ.
• Ο τουρισμός παραμένει μέχρι σήμερα ο κύριος τομέας που παρουσιάζει θετικά αποτελέσματα μέσα στην κρίση και συμβάλλει ουσιαστικά στο να στέκεται ακόμα όρθια η οικονομία της χώρας.
• Η ιδιωτική οικονομία της χώρας κυριαρχείται σε όλους τους τομείς από την οικογενειακή μικρομεσαία επιχείρηση που χαρακτηρίζεται από ευελιξία και προσαρμοστικότητα μεν, αλλά όπου κατά κανόνα υπάρχουν και μεγάλα περιθώρια βελτίωσης της αποδοτικότητας, μείωσης του κόστους, συμμόρφωσης με πρότυπα ποιότητας, καλύτερου μάρκετινγκ.
Πώς μας βοηθάνε οι παραπάνω διαπιστώσεις για να σχεδιαστούν ρεαλιστικές πολιτικές που θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας μέσα στα επόμενα 3 – 5 χρόνια; Ας επιχειρήσουμε κάποιες σκέψεις:
Το προσφερόμενο τουριστικό προϊόν θα μπορούσε να εμπλουτιστεί με το να συνδυάσει και να αξιοποιήσει και τα άλλα στοιχεία που υπάρχουν σε αφθονία στη χώρα, εκτός από τα κατά κόρον αξιοποιούμενα «Ήλιος-Θάλασσα», όπως:
• ιστορική κληρονομιά και μνημεία
• αξιοθέατα της φύσης
• ποιοτικά τρόφιμα και γαστρονομία
• σύγχρονο πολιτισμό και δημιουργία.
Οι βασικές επενδύσεις στα μεγάλα μουσεία και στους αρχαιολογικούς χώρους έχουν ολοκληρωθεί σε μεγάλο βαθμό, ενώ σε όλη την επικράτεια βρίσκονται διάσπαρτα πλήθος από μικρότερα αλλά εξαιρετικά ενδιαφέροντα νέα μουσεία, αναστηλωμένοι αρχαιολογικοί χώροι και μνημεία σε λιγότερο γνωστούς τουριστικούς προορισμούς. Μόνο στην περίοδο 2000-13 επενδύθηκαν περί το 1,2 δισ. ευρώ με περισσότερα από 400 έργα ανάδειξης αρχαιολογικών χώρων και μνημείων, καθώς και με περισσότερα από 90 έργα σε μουσεία της χώρας.
Θα μπορούσε άρα να αξιοποιηθεί τόσο το επιχειρηματικό δυναμικό όσο και οι υποδομές πολιτισμού που διαθέτουμε, ώστε σταδιακά από το 2017 κιόλας να προβάλλουμε μια νέα εικόνα του τουριστικού προορισμού «Ελλάδα» που θα ενσωματώνει σε τουριστικές διαδρομές ανακαινισμένους αρχαιολογικούς χώρους, μνημεία και μουσεία που αφηγούνται γλαφυρά την ιστορία των ανθρώπων που τα δημιούργησαν, ανεξερεύνητες περιοχές με αξιοθέατα της φύσης, γαστρονομικές εξερευνήσεις και πολιτιστικά δρώμενα. Και όλα αυτά θα συλλειτουργούν σε υποδομές μεταφορών, καταλύματα, εστιατόρια και λοιπές επιχειρήσεις που θα προσφέρουν ποιοτικές υπηρεσίες.
Προτείνεται δηλαδή να παρουσιαστεί στη διεθνή τουριστική αγορά ένα νέο ολοκληρωμένο τουριστικό προϊόν, οι «διαδρομές πολιτισμού», εμπλουτισμένο και ποιοτικά πιστοποιημένο που θα στοχεύει στη δημιουργία μιας ολοκληρωμένης βιωματικής εμπειρίας στον επισκέπτη ώστε να του μείνει αλησμόνητη.
Το νέο αυτό προϊόν θα επεκτείνει την τουριστική περίοδο & θα αυξήσει τη μέση δαπάνη ανά επισκέπτη αλλά και την εγχώρια προστιθέμενη αξία σε αυτήν, θα αφορά και τις 13 περιφέρειες της χώρας, ενώ μπορεί να συμπαρασύρει με ενεργό ζήτηση μια σειρά από τοπικά αλλά και και υπερτοπικά επαγγέλματα. Ολα τα ανωτέρω απαιτούν σχεδιασμό αλλά και συνέργειες μεταξύ των τοπικών συντελεστών του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα: Περιφέρεια, δήμοι, τοπικές ενώσεις επαγγελματιών, κοινωνία των πολιτών, μεμονωμένες επιχειρήσεις πρέπει να συνεργαστούν δημιουργικά και με φαντασία για την επιτυχία του εγχειρήματος. Μια παρόμοια στοχευμένη προσπάθεια μεταξύ των συντελεστών της οικονομίας κάθε περιφέρειας και με την ενεργό υποστήριξη κεντρικών φορέων, που θα μεταφραστεί σε επεξεργασμένο πρόγραμμα σε κάθε επίπεδο διοίκησης, μπορεί να συμβάλει στην επιδιωκόμενη αναπτυξιακή «ανάφλεξη» ήδη από την άνοιξη του 2017.
Μια τέτοια πρόταση είναι ρεαλιστική καθόσον και οι 13 περιφέρειες της χώρας έχουν θέσει ως στόχο για την περίοδο 2014-20 την ανάπτυξη του πολιτιστικού τουρισμού. Στον σχεδιασμό για τα 13 Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα (ΠΕΠ) του νέου ΕΣΠΑ 2014-20 υπάρχουν τα περιθώρια για επιλογές που θα στηρίξουν την ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου προγράμματος στον ποιοτικό τουρισμό με έμφαση στον πολιτισμό. Οι επενδύσεις που απαιτούνται για την υλοποίηση της παραπάνω πρότασης είναι μικρές, είναι επιλέξιμες και υπάρχουν τα διαθέσιμα κονδύλια από τα ΠΕΠ. Πού κρύβονται, όμως, οι δυσκολίες για κάτι φαινομενικά τόσο απλό;
• Στη μαγική λέξη «συνέργειες», που χρειάζονται για τη διατύπωση ενός κοινά αποδεκτού οράματος και την εξειδίκευσή του σε πρόγραμμα για κάθε περιφέρεια και για κάθε δήμο.
• Στη «μυρμηγκοδουλειά» που είναι απαραίτητη για να εντοπιστούν οι συγκεκριμένες ανάγκες κάθε επιχείρησης, κάθε μουσείου και μνημείου, κάθε πολιτιστικού δρώμενου και να συμφωνηθούν τρόποι γρήγορης κάλυψής τους με μικρές επενδύσεις και δράσεις που εξυπηρετούν το πρόγραμμα.
• Στον συντονισμό όλου αυτού του δυναμικού που υπάρχει διάσπαρτο σε κάθε περιφέρεια προκειμένου η προβολή και η προώθηση του νέου προϊόντος, που θα την αναλάβουν άξιοι επαγγελματίες, να διαθέτει εστίαση και συνοχή. Το νέο ΕΣΠΑ δίνει επίσης τη δυνατότητα να αξιοποιηθούν τρία διαχειριστικά εργαλεία που διευκολύνουν όσους επιθυμούν να συνεργαστούν για την υλοποίηση ολοκληρωμένων παρεμβάσεων όπως αυτές που προτείνονται: η Ολοκληρωμένη Χωρική Επένδυση (ΟΧΕ) που αφορά πρωτοβουλίες σε επίπεδο περιφέρειας, η Βιώσιμη Αστική Ανάπτυξη (ΒΑΑ) για μεγάλους δήμους και η Τοπική Ανάπτυξη με Πρωτοβουλία Τοπικών Κοινοτήτων (ΤΑΠΤΟΚ) για μικρότερες κοινότητες. Το ζητούμενο είναι να μπορέσουν οι περιφέρειες, οι δήμοι και οι τοπικές δυνάμεις κάθε περιοχής να πάρουν εκείνες τις πρωτοβουλίες προκειμένου να αξιοποιήσουν τις δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις που έχουν γίνει τις τελευταίες δεκαετίες και να αναδείξουν το τοπικό τους δυναμικό, δημιουργώντας άμεσα νέες πηγές εισοδήματος για τους πολίτες τους. Όλες οι προϋποθέσεις προς τούτο προσφέρονται.
Πηγή: “Η Καθημερινή” άρθρο του κ. Γιάννη Ζηρίνη, εμπειρογνώμονα σε θέματα ανάπτυξης στο σωματείο «Διάζωμα».