Εξουσία παραδομένη στη χλεύη

gimnos basileiasΗ εξουσία είναι μαγική. Όσο κι αν εκκοσμικευθεί, όσο κι αν απομαγευτεί –και η νεωτερικότητα φρόντισε να το διεκδικήσει αυτό μετ’ επιτάσεως– παραμένει μια υπόθεση που δεν αφορά κανονικούς ανθρώπους. Ή τουλάχιστον ποτέ δεν θα τους δει ως τέτοιους η κοινωνία. Γι’ αυτό και η τελευταία θα σπεύσει πάντα με πάθος να σφίξει το χέρι του ηγέτη, στις δημόσιες εμφανίσεις του, να ακουμπήσει δηλαδή το «σώμα της εξουσίας», όπως ακριβώς στον μεσαίωνα οι υπήκοοι στριμώχνονταν για να τους αγγίξει το χέρι του βασιλιά, το οποίο θεωρούνταν ότι είχε θεραπευτικές ιδιότητες. Και μπορεί φυσικά σήμερα το σώμα του βασιλιά αυτό καθαυτό να μην αποτελεί την ενσάρκωση του κράτους, μπορεί με άλλα λόγια το «l’ état c’est moi» να μην είναι πλέον κυριολεκτικό, και ο σύγχρονος πολιτικός ηγέτης να είναι ένας απλός «ενοικιαστής» της εξουσίας, αλλά η μαγεία δεν έχει πάψει να τον τυλίγει σαν ένα διαρκές φωτοστέφανο πάνω από το κεφάλι του.

Και κατά μία έννοια, δεν είναι εντελώς παράλογο. Καίτοι οι πολιτικοί, τις τελευταίες δεκαετίες, παλεύουν να μας πείσουν ότι είναι «απλοί άνθρωποι της διπλανής πόρτας», η δουλειά αυτή που κάνουν δεν είναι για κοινούς θνητούς, πόσο μάλλον σε καιρούς άγριους σαν τους δικούς μας. Πόσοι από εμάς θα ήταν άραγε ικανοί να λάβουν, χωρίς να καταρρεύσουν από ενοχές, αποφάσεις που θα είχαν σοβαρότατες αρνητικές συνέπειες για εκατομμύρια συνανθρώπους μας; «Είναι μια βρωμοδουλειά, αλλά κάποιος πρέπει να την κάνει», λένε δικαίως οι θυμόσοφοι στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Και πράγματι, συχνά δεν είναι αξιοζήλευτη η θέση των «ηγεμόνων» μας.

Το πιο μαγικό όμως από όλα βρίσκεται στον λόγο τους. Οπως θα έλεγε κι ένας παλιότερος φιλόσοφος, μπορούν να κάνουν πράγματα με τις λέξεις τους. Μιλούν, και, ως εκ θαύματος, κάτι συμβαίνει ως αποτέλεσμα της δήλωσής τους. Ετσι, αν φέρ’ ειπείν μάς πουν ότι μπορούν να περπατήσουν πάνω στη θάλασσα, πολλοί θα τους πιστέψουν, όχι αναγκαστικά οι πιο αφελείς και μόνο. Και θα τους πιστέψουν διότι αποδεχόμενοι τη μαγεία, έχουν συνάψει και μια σύμβαση με την εξουσία (στη σύγχρονη μορφή της). «Εγώ σου παραχωρώ τη νομιμοποίησή μου, κι εσύ φρόντισε να την διαχειριστείς επ’ ωφελεία μου. Αν λες ότι μπορείς να περπατήσεις στη θάλασσα, κάτι θα ξέρεις περισσότερο από εμένα. Περιμένω να σε δω». Δεν είναι όμως όλα ρόδινα για τον ηγεμόνα. Αν την ώρα που πάει να περπατήσει στη θάλασσα, βουλιάξει αύτανδρος, κινδυνεύει να γελοιοποιηθεί. Ο βασιλιάς εκτός από γυμνός, θα ‘ναι και μούσκεμα, δηλαδή πλήρως ταπεινωμένος. Θα ‘χει χάσει ως εκ τούτου τη γοητεία του, που όπως είπαμε, είναι απαραίτητο συνοδευτικό για την περίεργη αυτή δουλειά που κάνει.

Κάθε παρακμή έχει όμως τον δικό της πάτο. Και για την εξουσία αυτός είναι όταν o βασιλιάς όχι μόνο έχει πνιγεί στη θάλασσα, στην οποία υποτίθεται θα περπατούσε, αλλά την ίδια στιγμή επιμένει να ισχυρίζεται ότι όλα βαίνουν καλώς, όπως στο γνωστό ανέκδοτο, όταν αυτός που πέφτει από τον 10ο όροφο, λέει καθησυχαστικά, μόλις έχει φθάσει στον 1ο, «ώς εδώ είμαι μια χαρά». Σε αυτή την περίπτωση δεν είναι μόνο ότι μια εξουσία απέτυχε στους στόχους και στις υποσχέσεις της, κάτι, τέλος πάντων, αποδεκτό στο πλαίσιο του πολιτικού παιχνιδιού. Είναι ότι η εξουσία έχει διαρρήξει τον πιο βασικό δεσμό που τη συνδέει με την κοινωνία: την εμπιστοσύνη. Οι λέξεις, όχι μόνο πλέον δεν φτιάχνουν πράγματα, αλλά διαλύουν και όσα ήδη υπάρχουν. Ο Βασιλιάς δεν είναι μόνο γυμνός, έχει χάσει και κάθε αίσθηση σοβαρότητας. Μιλάει, και όλοι γελούν με χάχανα. Ιδού, λοιπόν, ο χειρότερος εχθρός της εξουσίας, η χλεύη. Η αίσθηση δηλαδή των πολιτών ότι αυτός που τους απευθύνεται είναι κάποιος πολύ χειρότερός τους, κάποιος του οποίου οι λέξεις είναι το προκάλυμμα μιας εξαπάτησης. Και τότε είναι που οι «υπήκοοι» θα γυρίσουν και θα του πουν στον ενικό αγενείας: «Μη μιλάς άλλο, το ψέμα σου δεν θα ζήσει να γεράσει»

Πηγή: Η Καθημερινή, άρθρο του κ. Δημήτρη Π. Σωτηρόπουλου αναπληρωτή καθηγητή Σύγχρονης Πολιτικής Ιστορίας, διευθυντής του ΠΜΣ «Διακυβέρνηση και Επιχειρηματικότητα», αρχισυντάκτη της «Νέας Εστίας».

 

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς