Γιατί πρέπει να αποτελεί είδηση ο πόνος μιας μάνας που έχασε το παιδί της; Γιατί πρέπει η κάμερα να καταγράψει, π.χ., τη μητέρα του Παναγιώτη Μαυρίκου σε στιγμές οδύνης, ενώ περιμένει στο ΚΑΤ για την αναγνώριση της σορού; Τι προσθέτει η εικόνα της στη συλλογική εμπειρία; Όμως αυτή είναι η τακτική των σκανδαλοποιών Μέσων. Ξεκλειδώνουν πόρτες όχι μόνο στα πιο νοσηρά, τα πιο παράξενα, αλλά και στον πιο αβάσταχτο από τους ανθρώπινους πόνους, στον μητρικό θρήνο, ο οποίος δεν μπορεί να θωρακιστεί, να απομονωθεί σε ένα αδιαπέραστο φρούριο.
Η «είδηση» μαγνητίζει, «καταβροχθίζεται». Λίγο γιατί αναβιώνει στιγμές που όλοι έχουν ζήσει, τον θάνατο οικείου προσώπου, η ταύτιση συγκινεί, λίγο από διάθεση νοερής συμπαράστασης στον πενθούντα, κυρίως όμως από μια ακατανίκητη αδιακρισία. Η ευχαρίστηση που αντλεί κάποιος από την παρακολούθηση των δύσκολων στιγμών των άλλων πάντα υπήρχε και θα υπάρχει, επειδή είναι η «κλειδαρότρυπα» και η χαιρεκακία την οποία προκαλεί η αποκάλυψη (αφειδώς από επαγγελματικές και μη κάμερες) της οδύνης του άλλου, ένα είδος ανακούφισης, μια μορφή λύτρωσης («ευτυχώς δεν συνέβη σε μένα, συνέβη σε αυτήν»).
Ο τεχνολογικός κόσμος, που είναι το αποτέλεσμα της θέλησης του ανθρώπου, της προμηθεϊκής προσπάθειας να κυριαρχήσει, έχει και τις παγίδες του.
Και πολυπλόκαμες προεκτάσεις. Την εποχή της αποθέωσης της επικοινωνίας, συνομιλούμε όλο και λιγότερο επί της ουσίας των πραγμάτων, εθιζόμαστε όλο και περισσότερο στη σκανδαλολογία, πέφτουμε θύματα της γοητείας του ακραίου ή ψευδο-ακραίου και του μοναδικού ντοκουμέντου. Παράλληλα όμως κι ενός ασύνειδου ολοκληρωτισμού, που ωθεί ενίοτε εκείνους που γίνονται αντικείμενο πανελλήνιας θέασης, στην απελπισία, στην ηθική εξόντωση, ακόμη και στην αυτοκτονία, και τους θεατές στον ιδιότυπο φασισμό της κυριαρχίας πάνω στον άλλο διά της «γνώσης» των μύχιων στιγμών του.
Θα έπρεπε κάπως να βρούμε τη δύναμη να αρνηθούμε τη βουτιά στα παπαρατσικά στιγμιότυπα, κυρίως όταν αυτά ξεπερνούν τα όρια του αυτοσεβασμού. Στην καθημερινότητά μας υπάρχει σίγουρα κάτι πιο ουσιαστικό, πιο αγνό, ένα εντεύθεν κι ένα πέραν της κακεντρεχούς ελαφρότητας, που να μας συνδέει με ορισμένα θεμέλια, με ένα βαθύτερο γίγνεσθαι, και να σκιαγραφεί ένα νόημα.
Πηγή: Η Καθημερινή, άρθρο της Τασούλας Καραϊσκάκη