Ολοήμερο:Γράψαμε τα δικά μας παραμύθια!
Στα πλαίσια του εορτασμού της Παγκόσμιας Μέρας Παιδικού Βιβλίου μιλήσαμε για τα βιβλία, τι μας προσφέρουν και γιατί τα γιορτάζουμε την 2η του Απρίλη! Μάλιστα, γράψαμε τα δικά μας παραμύθια. Ένα παραμύθι η Α και η Β τάξη και ένα άλλο οι υπόλοιπες. Η κυρία μάς έδωσε μόνο την πρώτη πρόταση και μετά το κάθε παιδί έλεγε τη δική του συνέχεια. Δεν έχουμε βάλει τίτλο σε κανένα από τα δύο, αλλά το κάθε παιδί εικονογράφησε το δικό του παραμύθι που πήρε στο σπίτι του! Σας το δίνουμε για να το διαβάσετε κι εσείς…
Α και Β τάξη:
Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένα κοριτσάκι που αγαπούσε πολύ τη μαμά του και τον μπαμπά του. Της άρεσε να παίζει έξω, στην αυλή του σπιτιού της. Έπαιζε με το γατάκι της που το έλεγαν Άννα κι ήταν άσπρο με μαύρες βούλες σ’ όλο του το σώμα.
Με τους γονείς της έμεινε σ’ ένα σπίτι μεγάλο, με κόκκινο χρώμα στους τοίχους και άσπρα παράθυρα. Η αυλή τους ήταν γεμάτη με λουλούδια και δέντρα που τα φρόντιζε όλα μόνη της! Της άρεσε πολύ να ασχολείται με τα φυτά. Μάλιστα, όταν θα μεγάλωνε, ήθελε να γίνει κηπουρός σ’ έναν τεράστιο κήπο.
Μια μέρα, καθώς πήγαινε έξω να παίξει με το γατάκι της είδε από το παράθυρο ότι έβρεχε. Δεν ήταν όμως μια απλή βροχή! Ήταν μια βροχή πινεζών. Γαλάζιες και γκρι πινέζες, αρκετά μυτερές, έπεφταν από τον ουρανό με δύναμη ως τη γη. Όμως , γίνονταν κάτι το συναρπαστικό. Όπως έπεφταν και άγγιζαν το χώμα, γίνονταν λουλούδια.
Και ξαφνικά, πάνω στα λουλούδια, έρχονταν μέλισσες και πεταλούδες. Πεταλούδες που μπορούσαν να πετάξουν στη βροχή χωρίς κανέναν κίνδυνο. Μάλιστα, κάποιες πινέζες της φάνηκαν ότι ήταν μπαλαρίνες που χόρευαν γύρω- γύρω και όταν έπεφταν στη γη γίνονταν ένα μαζί της.
Όταν βγήκε από το σπίτι της, η βροχή σταμάτησε τελείως και απότομα. Το κοριτσάκι είδε όλο της τον κήπο γεμάτο με χρωματιστά χρυσάνθεμα, πολύχρωμες μαργαρίτες και κατακόκκινες παπαρούνες. Τότε αναρωτήθηκε πώς έγινε αυτό!
Τότε κατάλαβε ότι είχε γίνει ένα θαύμα, μια μαγεία. Έμεινε έκπληκτη! Νόμισε για μια στιγμή ότι ένας παραδεισένιος κήπος έχει πέσει από τον ουρανό στην αυλή της. Τότε κατάλαβε ότι ήταν η αγάπη προς τα φυτά της εκείνη που έφερε τον κόσμο των ονείρων της στην αυλή της. Έτσι, κατάφερε να πραγματοποιήσει τα’ όνειρό της, να γίνει δηλαδή κηπουρός στον δικό της, κατάδικός της πανέμορφο κήπο.
Γ, Δ και Ε τάξη:
Όλα ήταν διαφορετικά έναν χρόνο πριν. Την ίδια μέρα πέρσι, είχε τα γενέθλιά του και θα τα γιόρταζε στο σπίτι του με την οικογένειά του και τους φίλους του. Θα είχε μια διώροφη τούρτα σοκολάτα και πολλά γλυκά για να κεράσει τους φίλους του. Και ποιον δεν είχε καλέσει σ’ αυτά τα γενέθλια!
Πριν όμως αρχίσει το πάρτι, ήρθε τρέχοντας ο πατέρας του από τη δουλειά και του είπε να ανοίξει το ραδιόφωνο: ¨Από σήμερα η χώρα μας βρίσκεται σε μεγάλο κίνδυνο. Η γειτονική χώρα μας κήρυξε τον πόλεμο και ξεκινούν άμεσα σφοδροί βομβαρδισμοί. Όλα τα γυναικόπαιδα να πάνε γρήγορα σε καταφύγια και οι άντρες να πάνε στο πιο κοντινό στρατόπεδο.»
Τότε όλοι άρχισαν να φοβούνται και να κοιτάζει ο ένας τον άλλον τρομαγμένα. Αμέσως οι γονείς του πήραν τηλέφωνο τους γείτονες για να φύγουν μαζί προς το καταφύγιο.
Το καταφύγιο βρίσκονταν σ’ ένα στενό δρομάκι στο κέντρο της πόλης. Σχεδόν απόκρημνο. Κρύο και γεμάτο υγρασία, μιας κι ήταν ένα ερειπωμένο υπόγειο σπίτι. Δεν είχε φτάσει ακόμα πολύς κόσμος, αλλά παρατήρησαν ότι δεν υπήρχε καθαρό νερό να βγαίνει από σωλήνες ύδρευσης και αντιλήφθηκαν ότι δεν είχαν πάρει αρκετά τρόφιμα μαζί τους απ’ τον φόβο τους σ’ αυτόν τον βιαστικό πόλεμο.
Ήδη οι πρώτοι στρατιώτες είχαν φτάσει από τη διπλανή χώρα έτοιμοι για πόλεμο. Το αγοράκι μας ήταν πολύ φοβισμένο κι ήταν γεμάτο αγωνία, όχι μόνο γιατί του χάλασαν το πάρτι, αλλά μην γίνει τίποτα σ’ αυτόν και την οικογένειά του. Δεν είχε ξαναζήσει σε συνθήκες πολέμου , αλλά είχε δει πολλές ταινίες πολέμου. Εκεί πέθαιναν πολλοί άνθρωποι, αλλά συνήθως έχουν ωραίο τέλος για να μην στενοχωρηθεί ο κόσμος όταν τις βλέπει. Στη ζωή όμως, είναι διαφορετικά τα πράγματα.
Εκεί στο καταφύγιο, έμεινε για πάρα πολλές μέρες να κρύβεται για να μην τον σκοτώσουν. Άκουγε τους ανθρώπους να κλαίνε και τις βόμβες να σκάνε σε διπλανά σχολεία και σπίτια. Σκέπτονταν συνέχεια τι μπορεί να είχε συμβεί τον μπαμπά του που πολεμούσε. Θυμόταν ταινίες που το παιδί είχε χάσει τον μπαμπά του στον πόλεμο και στενοχωριόταν. Θυμόταν ότι πριν λίγο καιρό ετοιμάζονταν να κάνει το πάρτι του , ενώ τώρα γίνεται ένας ολόκληρος πόλεμος.
Ένα χρόνο μετά, σήμερα, δεν του έχουν φύγει ακόμα αυτές οι σκέψεις. Βρίσκεται σ’ ένα ορφανοτροφείο γιατί οι γονείς του σκοτώθηκαν. Σκέφτεται τους γονείς του πώς ήταν όταν ήταν ζωντανοί και όταν βλέπει ή ακούει παιδιά με τους γονείς τους, στενοχωριέται που είναι μόνος του. Τώρα πια δεν ενδιαφέρεται για τα πάρτι και τις γιορτές. Τώρα τον ενδιαφέρει μόνο να ζει σε ειρήνη!