« Αρχαίοι καιροί »

0

Συγγραφέας: 5gymgala | Κατηγορία 6ο Τεύχος 2016-17 | , στις 12-05-2017

του μαθητή Κεχρή Δημήτρη (Γ2)

3ο Βραβείο στο παραμύθι

στα πλαίσια του Λογοτεχνικού Μαθητικού Διαγωνισμού που προκηρύχτηκε και φέτος από το φορέα « Δράση για την Κοινωνία, τον Πολιτισμό και την Ποιότητα ζωής»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

       Μια φορά και έναν καιρό, στην εποχή της θεοκρατορίας χιλιάδες χρόνια πριν, οι ουράνιοι θεοί κατέβηκαν στη γη, για να μοιραστούν τη σοφία και τη γνώση που διέθεταν με τους ανθρώπους. Αυτή η ειρηνική εποχή συνύπαρξης των ανθρώπων με τους ουράνιους θεούς ονομάστηκε «Χρυσή Εποχή της Ανθρωπότητας ». Όλοι ήταν χαρούμενοι και οι πόλεις ευημερούσαν. Πρώτη φορά στη γη θεοί και άνθρωποι εργάζονταν μαζί, δημιουργούσαν με τη δύναμη των χεριών και του μυαλού τους, χρησιμοποιώντας μόνο τα υλικά που τους έδινε η φύση. Δεν είχαν χρήματα ούτε στόχευαν στην απόκτησή τους.

       Δυστυχώς όμως δεν έμειναν τα πάντα τέλεια και ειρηνικά για πολύ καιρό. “Του κύκλου τα γυρίσματα που ανεβοκατεβαίνουν”, λέει ο ποιητής. Έκαναν την εμφάνισή τους δύο φυλές όντων, οι Κρόνιοι και οι Άτλαντες. Αντί για χαμόγελο στο άσχημο πρόσωπό τους χαράζονταν μόνιμα η οργή και ο θυμός. Η καρδιά τους χτυπούσε στους ρυθμούς όχι της αγάπης και της καλοσύνης αλλά στους τρομακτικούς ήχους του μίσους, της βίας και του πολέμου. Από τα χέρια τους δεν έβγαιναν έργα χαράς, ειρήνης και προσφοράς αλλά έργα αδικίας. Στόχος τους ήταν η δύναμη, η εξουσία …… Έτσι, ξεκίνησε ο πόλεμος.

     Σε αυτόν τον πόλεμο, οι ταπεινοί άνθρωποι και οι καλόκαρδοι θεοί αποδείχθηκαν ανίσχυροι. Όπλα αντάξια των αντιπάλων τους δεν είχαν .Ο σίδηρος, ο χαλκός και το διαμάντι ήταν υλικά που δεν χρησιμοποιούσαν και τα απέφευγαν. Ήταν πολύ σκληρά, πολύ παγωμένα για να τα δουλέψουν τα χέρια τους. Από τα χέρια τους έβγαιναν καρποί, λουλούδια, σπίτια και εργαλεία….Την τεχνολογία του πολέμου την είχαν θάψει βαθιά μέσα τους εδώ και πολύ καιρό .Όλα τα έργα των ανθρώπων μετατρέπονταν σε σκόνη ακαριαία. Όπως και οι πολιτείες που είχαν χτίσει σε συνεργασία με τους θεούς. Οι Κρόνιοι και οι Άτλαντες διέθεταν υπερφυσικές δυνατότητες, προκαλούσαν σεισμούς, παρήγαγαν ηλιακές καταιγίδες χρησιμοποιώντας μόνο το μυαλό τους και έβγαζαν φωτιά από τα χέρια τους.

…..Και τότε μέσα στον όλεθρο του πολέμου που φαινόταν ότι δε θα είχε σταματημό παρενέβη το ουράνιο πνεύμα, το οποίο είναι ουσιαστικά η ενέργεια και η δύναμη που διαμόρφωσε την αρμονία του σύμπαντος .Είναι η δύναμη του καλού και η προσωποποίηση του φωτός. Επενέβη κατεβαίνοντας από τον ουρανό με τη μορφή του θρυλικού πουλιού του κεραυνού και της φωτιάς. Κατέστρεψε τις στρατιές των Κρονίων και των Ατλάντων, οι οποίες απειλούσαν να καταλάβουν όλα τα βασίλεια της γης. Και ο πόλεμος πήρε τέλος.

    Στη συνέχεια εξόρισε τις φυλές των Κρονίων πίσω στο σκοτεινό χάσμα του ουρανού και τους Άτλαντες στο πύρινο εσωτερικό της γης, απ’ όπου είχαν προέλθει. Σφράγισε τις εισόδους με αμετακίνητες ογκώδης πυραμιδοειδείς δομές. Με αυτόν τον τρόπο, δε θα μπορούσε να ξαναβγεί στην επιφάνεια το κακό πνεύμα και να ξανασπείρει την καταστροφή, τον όλεθρο, το φόβο.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

      Ωστόσο ήταν ήδη αργά. Κατά τη διάρκεια αυτού του πολέμου αυτά τα απόκοσμα ανθρωπόμορφα όντα μετέδωσαν στους αγαθούς θεούς και ανθρώπους τα άγρια και βίαια ένστικτά τους, δίνοντας τους τεχνολογία και δυνατότητες που δεν γνώριζαν πριν. Συνήθισαν στην εξαπάτηση, το ψέμα, την αδικία καθώς και στα άγρια ένστικτα που είχαν θάψει βαθιά μέσα τους εδώ και πολύ καιρό, όπως το μίσος και η κακία. Αλλά το σημαντικότερο, έμαθαν την τέχνη του πολέμου. Οι άνθρωποι μετά από αυτά που πέρασαν ξέχασαν την ειρήνη, την προσφορά, το καλό.

       Επίσης, τότε ήταν που γεννήθηκε η έννοια της ιδιοκτησίας, όταν ένας άνθρωπος ή θεός πάταγε επάνω σε ένα κομμάτι γης και το αποκαλούσε ” δικό μου”. Έτσι, οι άνθρωποι μάθανε ότι το μυαλό ακόμα και των πιο σοφών διαφθείρεται με την απόκτηση εξουσίας. Το ίδιο έμαθαν και οι αγαθοί ουράνιοι θεοί, οι οποίοι αποφάσισαν να ιδρύσουν μια αυτοκρατορία και να κυβερνήσουν όλη τη γη χωρίς τους ανθρώπους. Τους τελευταίους τους καταδίωξαν μάλιστα μέχρι θανάτου. Τότε και οι άνθρωποι σκορπίστηκαν σε όλα τα μέρη της υφηλίου, κλείστηκαν βαθιά μέσα σε σπήλαια, σε πλαγιές βουνών, σε κοιλάδες και δάση. Χωρίστηκαν σε φυλές που πολεμούσαν η μια την άλλη. Έτσι, πέρασε μια περίοδος πολλών χρόνων. Οι άνθρωποι και οι θεοί άλλαξαν “φυσιογνωμία”. Έγιναν πιο επιθετικοί και πιο επικίνδυνοι………Καθώς περνούσε ο καιρός, οι άνθρωποι ξέχασαν τις ημέρες της δόξας τους, όταν έχτιζαν τις πόλεις τους με τους ουράνιους θεούς.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

       Εκείνη την περίοδο ακούστηκε ένας μύθος στα χείλη των λίγων που ακόμα είχαν σοφία στο μυαλό τους και ελπίδα στην καρδιά τους. Μιλούσαν για έναν μικρό μαχητή ημίθεο που θα εξελισσόταν στο μεγαλύτερο πολέμαρχο όλων των εποχών .Άκουγε στο όνομα  Ιωάννης ο Απευλευθερωτής , ο οποίος θα έβαζε ένα τέλος σε όλα αυτά.

       Και η ελπίδα πήρε σάρκα και οστά .Ο Ιωάννης από την πρώτη στιγμή που γεννήθηκε ήταν ένα πλάσμα αξιαγάπητο γεμάτο καλοσύνη μέσα του. Η μητέρα του ονομαζόταν Φιλανθρωπία και ανήκε στη φυλή των  ανθρώπων. Ο πατέρας του ονομαζόταν Ήλιος και ανήκε στους θεούς. Η οικογένειά του ζούσε μακριά από τις μεγάλες πόλεις των Ουράνιων θεών. Ζούσε κοντά στη φύση σε ένα μικρό χωριό στους πρόποδες δύο τεράστιων βουνών μέσα σε ένα δάσος .Ο Ιωάννης είχε μεγαλώσει μαθαίνοντας από τους γονείς του το δίκαιο , το καλό  και την ανταπόδοση της προσφοράς. Στην παιδική του ηλικία ασχολούνταν κυρίως με την εξερεύνηση άγνωστων τόπων. .Είχε το μοναδικό χάρισμα να δαμάζει τη φύση και να εξημερώνει όλο το ζωικό βασίλειο και να τον υπακούει. Επίσης, του άρεσε να καταγράφει διάφορα γεγονότα της ζωής του σε πινακίδες αργίλου. Ακόμα, του άρεσε να βοηθάει τους δικούς του στην καλλιέργεια της γης, στην κατασκευή σπιτιών και σε άλλα. Ήταν γεροδεμένος, ηλιοκαμένος, με διαμαντένια γαλάζια μάτια και μαύρα μαλλιά σαν τον έβενο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

       Ο Ιωάννης καθώς μεγάλωνε μάθαινε από τον πατέρα του την ιστορία και τις αρετές των ανθρώπων. Πρώτα έμαθε για την εσωτερική δύναμη. Μια μέρα πήγαινε τον καθημερινό του περίπατο προς το πέτρινο ιερό του σπηλαίου της Αναγέννησης. Στο δρόμο του συνάντησε μια τεράστια αρκούδα την οποία υπηρετούσαν μια στρατιά μυρμηγκιών. Εκείνη τον ρώτησε που πάει, και εκείνος αποκρίθηκε ότι πήγαινε να προσευχηθεί στο ιερό της Αναγέννησης. Στη συνέχεια η αρκούδα αναρωτήθηκε ποιο είναι το νόημα της κίνησης αυτής και τί πιστεύει ότι θα κερδίσει από αυτό. Τότε της εξήγησε ότι πολλά πράγματα στη ζωή δεν έχουν το ίδιο νόημα και σημασία για τον καθένα. Εκείνος αισθάνεται πιο δυνατός και ισχυρός όταν κάνει την προσευχή του και έτσι γίνεται πιο δημιουργικός μέσα στην ημέρα του. Άφησε πίσω του σκεπτική την αρκούδα και συνέχισε το δρόμο του.

     Στη συνέχεια, διδάχτηκε την αρετή της ειλικρίνειας. Το άλλο πρωί ο Ιωάννης πήγαινε να μαζέψει τις σοδειές των σιτηρών από την αποθήκη του πατέρα του. Τότε, βρήκε μπροστά του ένα μεγάλο κόκκινο φίδι με πράσινα σμαραγδένια μάτια και του είπε: “Αντί να τα μαζέψεις, γιατί δε γυρίζεις στο χωριό σου να πεις στον πατέρα σου ότι τα μάζεψες;». Ο Ιωάννης πήγε να παρασυρθεί, όμως την τελευταία στιγμή συγκρατήθηκε και απέρριψε τον πειρασμό του φιδιού, λέγοντάς του ότι ακόμα και τα πιο απλά πράγματα στη ζωή χρειάζονται προσωπική δουλειά και κόπο. Τα ψέματα δε  βγάζουν πουθενά.

      Τέλος, διδάχτηκε την αρετή του ήθους και της αξιοπρέπειας. Λίγο παρακάτω είδε μια μεγάλη πορτοκαλιά τίγρη με μακριά σπαθωτά δόντια να κλέβει το θήραμα μιας μικρότερης και πιο αδύναμης. Τότε ο Ιωάννης τη ρώτησε το λόγο που το έκανε αυτό και εκείνη του απάντησε ότι άμα είναι κάποιος επιθετικός και διεκδικητικός στη ζωή παίρνει ό,τι θέλει όποτε το θέλει. Έτσι, ο Ιωάννης απάντησε στην τίγρη, πως αν ο κάθε άνθρωπος , ζώο ή πλάσμα οποιουδήποτε μεγέθους στη γη έβαζε την ανάγκη των άλλων , την ευσπλαχνία, την προσφορά και την ειρήνη πάνω από το προσωπικό του συμφέρον, αυτός ο κόσμος θα ήταν πολύ καλύτερος. Η Τίγρη έμεινε δυσαρεστημένη που δεν έπεισε τον ήρωά μας να μιμηθεί το παράδειγμά της. Μετά από αυτή τη συνάντηση ο Ιωάννης γύρισε στο χωριό του.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ  ΠΕΜΠΤΟ

      Στα χρόνια που πέρασαν, ο Ιωάννης έχοντας μάθει ήδη πολλά από τις δοκιμασίες, ξεκίνησε να αφηγείται στα νεαρότερα μέλη του χωριού του τα διδάγματα που είχε πάρει από τη ζωή του. Τα μάθαινε να είναι τίμια, άξια και εργατικά και τα προειδοποίησε να φυλαχτούν από τα δόλια πνεύματα της τεμπελιάς, της εξαπάτησης και της αδικίας. Ο Ιωάννης κρίθηκε ως ο πιο κατάλληλος για να πολεμήσει και να υπερισχύσει του θεού της καταστροφής, ο οποίος είχε κυριεύσει τα βασίλεια που άλλοτε ανήκαν στους ανθρώπους. Εκείνος θα ήταν αυτός που μετά από όλη αυτήν την προετοιμασία και εξάσκηση, ψυχική και σωματική, θα ξεκινούσε το μεγάλο ταξίδι προς το Βουνό του ουράνιου Ήλιου προκειμένου να πολεμήσει τον θεό της καταστροφής, ώστε η ευημερία και η ειρήνη να ξαναβασιλεύσουν στη γη.

     Η μεγάλη μέρα έφτασε! Έπρεπε να αποχαιρετήσει τον πατέρα και τη μητέρα του. Η συμβουλή που του έδωσαν και έπρεπε να κρατήσει καλά φυλαγμένη στο μυαλό του ήταν ότι «ΟΠΟΙΑ ΔΥΣΚΟΛΙΑ ΚΑΙ ΑΝ ΣΥΝΑΝΤΟΥΣΕ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΝΑ ΜΗΝ ΠΑΡΑΙΤΗΘΕΙ ΠΟΤΕ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΝΑ ΜΗΝ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ ΝΑ ΑΓΩΝΙΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΘΕΩΡΕΙ ΣΩΣΤΟ». Έτσι, αποχαιρέτησε όλους τους συγχωριανούς του και ξεκίνησε παίρνοντας μαζί του τους πιο δυνατούς και γενναίους πολεμιστές της φυλής του μαζί με τα λόγια των γονιών του.

     Kατά τη διάρκεια του ταξιδιού του ο Ιωάννης και οι σύντροφοί του πέρασαν μέσα από πολλούς κινδύνους και περιπέτειες, κερδίζοντας όλο και περισσότερους συμμάχους μέχρι που στο τέλος συνάντησαν μια τεράστια στρατιά. Αρχηγός της ήταν ο Λεόντιος. Από αυτήν τη φυλή καταγόταν ένας πολύ καλός παιδικός φίλος του Ιωάννη, ο Ιάκωβος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ

      Τα νέα αυτά δεν άργησαν να φτάσουν στο θεό της καταστροφής και υπεύθυνο για όλες τις κακές συμπεριφορές των άλλοτε αγαθών ανθρώπων. Εξοργίστηκε πάρα πολύ. Ο σκοπός του ήταν να αποθαρρύνει τον Ιωάννη, από τον οποίο ουσιαστικά εξαρτιόταν η σωτηρία της ανθρωπότητας.

      Ένα βράδυ όπου το μεγάλο  στράτευμα είχε σταματήσει για να ξαποστάσει λίγο σε ένα δάσος, ο Ιωάννης έκανε έναν περίπατο  για να ανασυγκροτηθεί. Τότε οραματίστηκε κάτι το τρομερό……την ήττα του στρατεύματός του από το θεό της καταστροφής…Επίσης, είδε τους συνοδοιπόρους του να χάνουν τη μάχη…..Αφού είδε αυτό το όραμα, που περισσότερο αντανακλούσε τους φόβους του για την εξέλιξη της μάχης, ξαφνικά μια μεγάλη λάμψη κατέβηκε από τον ουρανό. Η νύχτα έγινε μέρα. Ο Ιωάννης ξαφνιάστηκε, αλλά γρήγορα διαπίστωσε ότι ήταν ο πατέρας του, ο Ήλιος. Ο ερχομός του ήταν σημαδιακός. Ήθελε να τον εμψυχώσει λέγοντάς του να μην ανησυχεί, γιατί θα ήταν στο πλάι του κατά τη διάρκεια της μάχης. Του θύμισε ότι κάθε φορά που τα πράγματα μοιάζουν ”χαμένα” να μην αποθαρρύνεται  και να μην χάνει την πίστη και την ελπίδα. Έχει μεγάλη ευθύνη. Δεν υπάρχει καιρός για αρνητικές σκέψεις! Αυτά είπε και εξαφανίστηκε μέσα στην υπέρλαμπρη μεγαλειότητά του.

       Το επόμενο πρωί ο Ιωάννης εμψυχωμένος από τα λόγια του πατέρα του και γεμάτος ελπίδα οδήγησε τη στρατιά του στην πεδιάδα του ουράνιου Ήλιου. Αυτό που αντίκρισαν εκεί τους ξάφνιασε. Μπροστά από την γιγαντιαία πόλη που βρισκότανε πάνω στο βουνό, είχε συγκεντρωθεί μια θηριώδης στρατιά η οποία αποτελούταν από τους ουράνιους θεούς (τους πρώην αγαθούς και συμμάχους των ανθρώπων ), τους Κρόνιους και τους Άτλαντες. Απελευθερωμένοι πλέον οι τελευταίοι από τους θεούς, τώρα ήταν σύμμαχοι. Ο Ήλιος, ο πατέρας του Ιωάννη, φανερώθηκε υπέρλαμπρος μπροστά τους, όπως είχε υποσχεθεί , για να τους βοηθήσει στη μάχη. Είχε και το δικό του στρατό.

      Δυστυχώς για τον Ιωάννη αυτή ήταν η στιγμή που θα αναγκαζόταν να αποχωριστεί τους φίλους του. Έτσι, φόρεσε την εντυπωσιακή χρυσή πανοπλία του και ετοιμάστηκε να πάει στην ιπτάμενη πολιτεία όπου τον περίμενε ο θεός της καταστροφής για την καθοριστική προσωπική τους αναμέτρηση. Τότε όλος ο  στρατός του Ιωάννη ξεκίνησε να παίζει με ρυθμό κάτι μεγάλα τύμπανα. Προς μεγάλη του εντύπωση κατάλαβε ότι ο ρυθμός των τυμπάνων τον ανέβαζε προς την ιπτάμενη πόλη πάνω από το πεδίο της μάχης. Η στρατιά των ουράνιων θεών, των Κρονίων και των Ατλάντων  με τη συνοδεία διαπεραστικών σαλπίγγων που ηχούσαν σε όλη την οικουμένη όρμησαν προς τη στρατιά του Ήλιου. Το ίδιο έκαναν και οι στρατιώτες του Ήλιου. Η σύγκρουση προβλεπόταν σφοδρή και καταστροφική.

         Στην ιπτάμενη ,όμως, πολιτεία επικρατούσε μια ασυνήθιστη ησυχία καθώς την έλουζε  το φως του ήλιου. Ο Ιωάννης συνέχισε να περπατάει προς το εσωτερικό της. Μόλις έφτασε στην είσοδο του ιερού, άκουσε μια βροντερή φωνή να λέει ” Ποιός τόλμησε να εισέλθει στο βασίλειό μου;”. Ο Ιωάννης φανερώθηκε και  αποκρίθηκε :” Ήρθα να διεκδικήσω πίσω την πόλη που μας ανήκει!”. Ο θεός της καταστροφής εμφανίστηκε μπροστά του μέσα σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια πετώντας με τα μαύρα τεράστια φτερά του κατεβαίνοντας από τον πύργο του ιερού .Είδε το βλέμμα του Ιωάννη και κατάλαβε πόσο εντυπωσιάστηκε από την εμφάνισή του. Προσπάθησε, λοιπόν, να τον κολακέψει λέγοντάς του ότι μαζί θα μπορούσαν να βασιλέψουν !! Αφού απέτυχε αυτή του η προσπάθεια, ο θεός της καταστροφής προσπάθησε να τον διχάσει λέγοντάς του ότι αν τον νικούσε, και πάλι οι αχάριστοι άνθρωποι θα ήθελαν να του κλέψουν την εξουσία και τη δόξα και θα  πρόδιδαν τον «ελευθερωτή» τους. Ο Ιωάννης προσπάθησε να φέρει στο μυαλό του τις συμβουλές του πατέρα του καθώς και τη φράση που του είχε πει: ΟΠΟΙΑ ΔΥΣΚΟΛΙΑ ΚΑΙ ΑΝ ΣΥΝΑΝΤΟΥΣΕ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΝΑ ΜΗΝ ΠΑΡΑΙΤΗΘΕΙ ΠΟΤΕ! ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΝΑ ΜΗΝ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ ΝΑ ΑΓΩΝΙΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΘΕΩΡΕΙ ΣΩΣΤΟ. Έτσι χρησιμοποιώντας τα διδάγματα από τις δοκιμασίες που είχε περάσει και τις αρετές που κατείχε, ξεκίνησε τη μάχη…

      Εν τω μεταξύ, τα στρατεύματα των ουράνιων θεών είχαν αποδυναμωθεί και είχαν υποχωρήσει πίσω από τα τείχη της κόκκινης πόλης. Ο ήλιος έδωσε εντολή να σαλπίσουν οι σάλπιγγες όλης της στρατιάς του…αυτή ήταν η καθοριστική κίνηση και τα τείχη της πόλης ”έπεσαν”. Έλιωσαν από τη δυνατή λάμψη που πάντα έχει ο Ήλιος της αλήθειας, της δικαιοσύνης, του καλού.

     Καθώς ο θεός της καταστροφής υπερτερούσε κατά πολύ σε δύναμη σε σχέση με τον Ιωάννη, ο Ιωάννης σκαρφίστηκε μια ιδέα……. να κάνει τον ηττημένο και την τελευταία στιγμή να ”ρίξει” κάτω τον αντίπαλό του! Έτσι και έγινε! Τότε έτρεξε με τις τελευταίες δυνάμεις που του είχαν απομείνει μέσα στο ιερό. Πέρασε τους ανάγλυφους τείχους και έφτασε μπροστά στην καρδιά της πόλης , η οποία ήταν μια ασημένια πλάκα πάνω σε ένα μαύρο βωμό. Τη στιγμή που πήγε να την καταστρέψει, ο θεός της καταστροφής του είπε ότι αν το κάνει, θα καταστραφεί και εκείνος, και ό,τι και να κάνει το κακό πάντα θα υπάρχει .Ο Ιωάννης του αποκρίθηκε ότι μπορεί να μην είναι πράγματι το τέλος του κακού στη γη, αλλά η κίνησή του αυτή, σίγουρα θα το περιόριζε. Η αποφασιστική κίνηση έγινε! Τόλμησε να τη χτυπήσει λοιπόν με το σπαθί του.

     Ξάφνου αντίκρισε μια κολοσσιαία έκρηξη και πίσω από αυτήν το φως του ήλιου να διαπερνά την κατεστραμμένη πια πόλη, ενώ μέσα από την έκρηξη αναδύθηκε ο Ιωάννης πετώντας με τη μαγική του πανοπλία που του είχε σώσει τη ζωή και όλη την ανθρωπότητα. Όσο για τους εναπομείναντες της στρατιάς των ουράνιων θεών εξορίστηκαν από τον Ήλιο στο πύρινο εσωτερικό της γης.

       Η νίκη αυτή γιορτάστηκε και τιμήθηκε από τους ήρωες της μάχης!!! Μετά από αυτό, το βουνό του ουράνιου ήλιου ανήκε και πάλι στη φυλή των ανθρώπων καθώς όλες οι πόλεις σε όλο το κόσμο ξανακατοικήθηκαν από τους ανθρώπους…..Κάπως έτσι ξεκίνησε μια περίοδος ειρήνης και ευημερίας που είχε λείψει από τον τόπο αυτό πολύ καιρό.  Ο Ιωάννης αποχαιρέτησε τους φίλους του και τους γονείς του, προκειμένου να συνεχίσει τα μακρινά του ταξίδια σε άλλους τόπους έχοντας πάντα στο μυαλό του ότι :

«Όποτε το σκοτάδι έχει καλύψει τα πάντα και το κακό θριαμβεύει, δεν πρέπει ποτέ να τα παρατάς και να απελπίζεσαι, γιατί η ελπίδα υπάρχει πάντα όταν δέχεσαι την ύπαρξή της με τη δύναμη της θέλησης και της πίστεως!»

Έτσι, έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα!

 

           ΤΕΛΟΣ

«κύριος Φανταστικός»

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση