« ΕΓΩ, Η ΕΛΕΝΗ…» : 1ο Βραβείο Διηγήματος Γυμνασίου της Α’Διεύθυνσης Β/θμιας Εκπ/σης Αθήνας

0

Συγγραφέας: ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΥΑΣ | Κατηγορία 4ο Τεύχος 2014-15, Αρθρα | , στις 30-03-2015

της μαθήτριας Αθανασέλλη Χριστίνας (Γ1)

Το παρακάτω διήγημα πήρε το 1ο Βραβείο Διηγήματος Γυμνασίου στον Διαγωνισμό που διοργάνωσε ο φορέας: “ΔΡΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ , ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ & ΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ” για τα Γυμνάσια και Λύκεια της Α’ Διεύθυνσης Β/θμιας Εκπ/σης  Αθήνας.

Συγχαρητήρια Χριστίνα!!

 

1.                                                  

– Σε πόσα;

– Δεκατέσσερα.

Δεκατέσσερα… Τα λεπτά περνούσαν αργά και βασανιστικά, όπως ακριβώς μιλούσε και η καθηγήτρια. Λίγο ακόμα και ο δρόμος προς την ελευθερία και το Σαββατοκύριακο θα άνοιγε και η Ελένη θα μπορούσε να τον διασχίσει. Αυτόν το γλυκό δρόμο προς την ξεκούραση. Το μυαλό της έτρεχε σε όλα αυτά τα οποία έχει να κάνει και έπαιρνε στροφές τόσο γρήγορα, που ευχόταν να ήταν έτσι και στα διαγωνίσματα, μήπως και κατάφερνε να βγάλει το πολυπόθητο 18 που τόσο πολύ λαχταρούσε η μητέρα της. Αλλά τι να κάνουμε; Μυαλό είναι αυτό, μπορεί κανείς να το διατάξει και να του βάλει κανόνες; Όχι, γι ‘αυτό και η Ελένη δεν παρ…-

– Ξύπνα! Ασκήσεις 2 και 3. Μετά εμένα θα πρήζεις «τι έχουμε και τι έχουμε!», τη σκούντηξε η Μαρία, πειραχτικά.

– …

Το κουδούνι χτύπησε. Επιτέλους! Μάζεψε τα βιβλία της, άφησε και κανά δυο από κάτω, μη τα κουβαλάει άδικα, αφού δε τα χρειαζόταν για τη Δευτέρα. Περίμενε την Αλεξάνδρα να πάει το απουσιολόγιο στο γραφείο. Βγήκαν από το σχολείο. Ένιωθε λες και μπροστά της είχε πέντε χρόνια πριν έρθει η Δευτέρα και ξανακλειστεί σε αυτό το κτήριο για άλλες 35 ώρες.

 

2.

 – Όπως τα κανονίσαμε, παιδιά, είπε η Ιωάννα. Αφού τελειώσω το φροντιστήριο, θα έρθω να σας βρω στην πλατεία.

– Αμάν πια αυτό το φροντιστήριό σου! της απάντησε η Μαρία μεταξύ σοβαρού και αστείου. Κάθε μέρα εκεί πας. Δεύτερο σπίτι σου έχει γίνει.

– Τρίτο δε λες καλύτερα; Δεύτερο είναι το σχολείο…, παρατήρησε η Αλεξάνδρα.

– Τι χαζομάρες λέτε ρε κορίτσια; Αν ήταν σπίτια μας το σχολείο και τα φροντιστήρια, θα είχαμε και τις μανάδες μας από δίπλα με πορτοκαλάδες και ζακέτες για να μην κρυώσουμε! τους είπε με σοβαρό ύφος η Σοφία.

Εκείνη τη στιγμή όλες φαντάστηκαν τις μανάδες τους να κρατάνε πορτοκαλάδες και ζακέτες και να τις κυνηγούν μία μία μέσα στο σχολείο. Ξέσπασαν σε γέλια. Γελούσαν με την ψυχή τους, όπως πάντα άλλωστε. Ήταν μέχρι να ξεκινήσουν και μετά δεν μπορούσαν να συγκρατηθούν. Αυτό ήταν που λάτρευε η Ελένη στην παρέα της. Μεταξύ τους ήταν πολύ διαφορετικές και ως προς την εμφάνιση αλλά και στα ενδιαφέροντά τους. Εκείνο που τις ένωνε πιο πολύ απ’ όλα τ’ άλλα ήταν το γέλιο. Ίσως, επειδή έλειπε από τις ζωές τους. Όλες τους είχαν παράξενες οικογένειες. Κάποιες φορές μισούσαν να είναι σπίτι τους τόσο πολύ, που το σχολείο και το φροντιστήριο φάνταζε καταφύγιο. Το πραγματικό καταφύγιο, όμως, ήταν η παρέα τους. Αυτή η μικρή παρέα, που όλοι, όταν τη βλέπουν, αναρωτιούνται πώς έγινε και ταίριαξαν όλες αυτές οι κοπέλες. Βέβαια, όπως λέει και η Σοφία, εκεί ήταν η πραγματική ουσία. Να καταφέρουν να συνυπάρξουν μεταξύ τους και να μάθουν η μια από την άλλη.

– Οπότε τα λέμε στις 7 ακριβώς, στην πλατεία., ανακεφαλαίωσε η Ελένη.

– Κι εγώ θα έρθω να σας βρω κατά τις 8, τους είπε η Ιωάννα.

– Εντάξει, τα λέμε!

Χαιρετήθηκαν και έφυγαν.

 

3.

    Η Ελένη γύρισε σπίτι της. Η μάνα της κοιμόταν. Κλασικά! Δεν είχε φαγητό, οπότε έψαξε στο ντουλάπι μήπως βρει κάτι να φάει. Τελικά, βρήκε κάτι μπισκότα με γέμιση σοκολάτα. Τα πήρε και κλείστηκε στο δωμάτιό της. Έβαλε κατευθείαν ραδιόφωνο. Δεν άντεχε την ησυχία του σπιτιού της. Αφού έφαγε λίγα μπισκότα, αποφάσισε να διαβάσει λίγο για το σχολείο. Ξεκίνησε με «Ελένη». Όχι την ίδια! Την «Ελένη» του Ευριπίδη. Είχε τελειώσει μέσα σε δέκα λεπτά και σκέφτηκε να κάνει και τη λογοτεχνία, αφού ξεκίνησε. Τι της είχε πει η Μαρία; Ασκήσεις 2 και 3. Αν και η λογοτεχνία ήταν από τα αγαπημένα της μαθήματα, με αυτήν την καθηγήτρια που είχαν φέτος, το μάθημα ήταν σα βασανιστήριο. Είχε έρθει η ώρα να πάει στο φροντιστήριο. Άδειασε την τσάντα του σχολείου και έβαλε μέσα τα βιβλία των Αγγλικών της. Άφησε ένα σημείωμα στη μητέρα της πριν φύγει, που έγραφε, ότι μετά το μάθημα θα βγει με τα κορίτσια και ότι θα έχει το κινητό μαζί της.

 

4.

    Όταν τελείωσε το φροντιστήριο, πήγε στην πλατεία. Σε λίγο θα ερχόταν και η Αλεξάνδρα. Έμενε πολύ κοντά, οπότε συνήθως ερχόταν νωρίτερα από τις υπόλοιπες. Καθώς περίμενε, συνάντησε ένα συμμαθητή της από το σχολείο. Χαιρετήθηκαν από μακριά. Τον έλεγαν Γιάννη και ήταν πολύ συμπαθητικό παιδί. Δεν έκαναν ιδιαίτερη παρέα, αλλά, αν τύχαινε καμιά φορά, συζητούσαν. Ο Γιάννης είχε καταγωγή από το Πακιστάν. Οι γονείς του είχαν έρθει στην Ελλάδα πολύ καιρό πριν γεννηθεί ο ίδιος.

Μετά από λίγο ήρθε και η Αλεξάνδρα. Η Ελένη σηκώθηκε από το παγκάκι που καθόταν και άρχισαν να περπατάνε από συνήθεια, χωρίς να έχουν κάποιο συγκεκριμένο προορισμό. Η Αλεξάνδρα ξεκίνησε να της λέει για ένα παιδί που της άρεσε από το σχολείο. Η Ελένη δεν τον ήξερε. Γενικότερα, δε μιλούσε σε πολλά άτομα από το σχολείο. Αφού της έδωσε μερικές συμβουλές σαν καλή φίλη, αποφάσισε να μιλήσει στην Αλεξάνδρα και να της πει ότι και εκείνης της άρεσε κάποιος. Ήθελε να της πει πόσο πολύ της άρεσαν οι άνθρωποι που, ακόμα και όταν όλα φαίνονταν να πηγαίνουν στραβά, αυτοί χαμογελούσαν και προσπαθούσαν να βρουν τη λεπτομέρεια σε κάθε τι άσχημο. Τη λεπτομέρεια που ομορφαίνει τη ζωή και κάνει τα γεγονότα πιο φωτεινά και αισιόδοξα. Ήθελε να της πει ότι βρήκε έναν άνθρωπο, ο οποίος μπορεί να μην ήταν ο πιο όμορφος από όλους τους άλλους, αλλά μάλλον σκεφτόταν πιο όμορφα από τους υπόλοιπους. Ήξερε ότι η Αλεξάνδρα θα την καταλάβαινε. Όταν πήγε να ανοίξει το στόμα της για να της μιλήσει, ένιωσε κάτι δίπλα της και σταμάτησε τρομαγμένη. Άπλωσε το χέρι της αντανακλαστικά και χτύπησε τη σκοτεινή μορφή που βρισκόταν δίπλα της, η οποία ξέσπασε σε γέλια. Η Ελένη μεμιάς κατάλαβε ότι ήταν η Σοφία.

– Μην το ξανακάνεις αυτό ρε Σοφία! Ξέρεις ότι τρομάζω!

Η Σoφία γελούσε και όπως πάντα δεν πήρε στα σοβαρά την Ελένη. Η Μαρία, η οποία είχε έρθει με τη Σοφία, μιλούσε με την Αλεξάνδρα και εκείνη τη στιγμή ήρθε και η Ιωάννα σχεδόν λαχανιασμένη. Αφού μαζεύτηκαν όλες, πήγαν στο περίπτερο να αγοράσουν τσίχλες και μετά κάθισαν σε ένα παγκάκι για να ξεκουραστούν. Άρχισαν να συζητούν περί ανέμων και υδάτων. Ξεκινούσαν πάντοτε από πιο απλά θέματα και κατέληγαν να μιλούν για τις κοσμοθεωρίες της καθεμιάς. Το μόνο ίσως θέμα για το οποίο απέφευγαν να συζητήσουν επίτηδες, ήταν η μουσική, κι αυτό, γιατί η καθεμιά τους άκουγε διαφορετικό είδος μουσικής. Η πρώτη -και η τελευταία- φορά που αντάλλαξαν απόψεις για τη μουσική αποδείχτηκε καταστροφική κι έτσι είχαν αποφασίσει να σεβαστεί η καθεμία τις απόψεις των υπολοίπων και να μην αναφέρονται σε αυτό ο θέμα.

Είχε πάει σχεδόν εννιά. Είχαν δεν είχαν μια ώρα μέχρι να χτυπήσουν τα κινητά τηλέφωνα από τις μανάδες για ανάκριση. Τα κορίτσια ήξεραν ότι, μόλις δεχτούν την πρώτη κλήση, θα πρέπει να γυρίσουν σπίτι τους.

 

5.

    Έξω, δεν υπήρχε ψυχή. Ίσως λόγω του κρύου, σκέφτηκε η Ελένη, ή ίσως επειδή ήταν Νοέμβρης και όλοι στην ηλικία τους είχαν να διαβάσουν για κάποιο διαγώνισμα και, προκειμένου να γράψουν καλά, θυσίαζαν το Σαββατοκύριακο τους… Ή μπορεί όλα αυτά να ήταν μια πρόφαση και στην πραγματικότητα να ”κολλούσαν” πάνω από μια οθόνη όλο το απόγευμα. Δεν ήξερε την αιτία, αλλά δεν την ένοιαζε και ιδιαίτερα, οπότε δεν ασχολήθηκε περισσότερο με το θέμα. Έτσι κι αλλιώς, προτιμούσε να μη συναντάει γνωστούς, όταν έβγαινε έξω με τις φίλες της. Ήξερε ότι οι άνθρωποι σχεδόν ποτέ δε χαίρονται με αυτές τις τυχαίες συναντήσεις και η τυπικότητα και η προσποίηση πάντα την κούραζαν.

Ξαφνικά, εκεί που περπατούσαν, η Μαρία τους έδειξε μια φιγούρα στο σκοτάδι… Στην αρχή, η Ελένη δεν κατάλαβε ούτε πού κοιτούσε η Ιωάννα ούτε ποιον ή τι. Αλλά μετά κατάλαβε. Πάγωσε στη θέση της. Η φιγούρα ήταν ένας άνθρωπος. Ένας άνθρωπος πεσμένος στο δρόμο, μάλλον αναίσθητος, ακινητοποιημένος. Τα κορίτσια πλησίασαν, όμως, η Ελένη έμεινε πιο πίσω. Δεν ήθελε να μάθει ποιος ήταν, όχι από αδιαφορία αλλά από θλίψη. Θλίψη για ό,τι έγινε σε αυτόν τον άνθρωπο και βρέθηκε σε αυτήν την κατάσταση. Οι υπόλοιπες κοπέλες, που ήταν πιο ψύχραιμες από εκείνη, είδαν ποιος ήταν. Η Σοφία και η Ιωάννα προσπάθησαν να τον συνεφέρουν, η Μαρία τηλεφωνούσε σε κάποιον και η Αλεξάνδρα την πλησίασε. Είχε ένα πολύ παράξενο βλέμμα και η Ελένη αμέσως κατάλαβε ότι αυτός ο άνθρωπος ήταν γνωστός τους.

– Ποιος είναι;

Η Αλεξάνδρα προσπάθησε να την καθησυχάσει. Της είπε να μην ανησυχεί και ότι όλα θα πάνε καλά. Η Ελένη εκνευριζόταν, όταν το έλεγε αυτό η φίλη της, ιδιαίτερα όταν τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά.

– Πες μου, ποιος είναι, Αλεξάνδρα, και άσε τις υπεκφυγές!

– Ο Γιάννης είναι.

– Ποιος Γιάννης; Από μέσα της ήξερε την απάντηση, αλλά δεν ήθελε να το πιστέψει. Η Αλεξάνδρα δεν απάντησε και η Ελένη απελπισμένη την ξαναρώτησε πιο δυνατά αυτήν τη φορά.

– Ποιος Γιάννης, Αλεξάνδρα;

– Από το σχολείο, απάντησε. Είναι τραυματισμένος στο κεφάλι, αλλά δε φαίνεται σοβαρό, συνέχισε. Η Μαρία τηλεφώνησε στο «Παίδων» και το ασθενοφόρο θα έρθει από λεπτό σε λεπτό.

 

6.

      Εκείνο το βράδυ η Ελένη γύρισε πολύ αργά στο σπίτι της. Δεν πήγε στο νοσοκομείο και ούτε πήγε να δει πώς ήταν ο Γιάννης. Δεν ήθελε να έχει αυτήν την εικόνα στο μυαλό της. Είχε λυπηθεί γι’ αυτό που συνέβη αλλά, κυρίως, για το λόγο που είχε συμβεί αυτό. Δε χρειαζόταν πολύ μυαλό για να καταλάβει κανείς ότι ο Γιάννης έπεσε θύμα ρατσιστικής επίθεσης.

Όλο αυτό τη γέμιζε οργή για την κοινωνία στην οποία ζούσε. Δεν ήθελε να φοβάται να βγει έξω, επειδή μπορεί κάποιος να τη χτυπούσε, δεν ήθελε να φοβάται να μιλήσει και να πει την άποψή της για οποιοδήποτε θέμα, επειδή κάποιος μπορεί να την ακολουθούσε για να της κάνει κακό, δεν ήθελε να βλέπει τη χώρα στην οποία μεγάλωσε να γκρεμίζει τα ιδανικά που τόσα χρόνια υποστήριζε. Ιδανικά και αξίες, όπως η δημοκρατία, η ελευθερία έκφρασης, η ισότητα των ανθρώπων που, όπως λένε, υπήρχαν και υπάρχουν ως θεμελιώδεις αρχές στον υπόλοιπο κόσμο. Δεν ήθελε να μείνει άλλο σ’ αυτήν τη χώρα που καταπιέζει τους πολίτες της και σκορπίζει φόβο για να επιβληθεί. Δεν ήθελε οι επόμενες γενιές να ζήσουν και να συνηθίσουν να ζουν σε μια κοινωνία που ο δυνατότερος κερδίζει. Δεν ήθελε να ζει σε μια χώρα σαν κι αυτήν και να δέχεται τους κανόνες ενός κράτους που μόνο το καλό των ανθρώπων δε φαίνεται να θέλει.

Ήθελε να τα αλλάξει όλα αυτά. Αλλά όποτε μοιραζόταν τα όνειρά και τις ανησυχίες της για ένα καλύτερο μέλλον σε μεγαλύτερους, όπως γονείς, καθηγητές ή στο Σύλλογο του σχολείου της, άκουγε σχόλια όπως: «Και τι ξέρεις εσύ και οι φίλοι σου από αυτά; Ένα μάτσο έφηβοι είστε που το μόνο που σας νοιάζει είναι να βρείτε τρόπους να χάσετε μια μέρα μαθήματος και να χαζολογάτε καπνίζοντας, πίνοντας και δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο κάνετε, στα στενά της γειτονιάς».

Με αυτές τις σκέψεις, λοιπόν, την πήρε ο ύπνος.

 

7.

      Για άλλη μια φορά έφτασε σπίτι της μετά από το φροντιστήριο. Το φροντιστήριο. Αναγκαίο στην Ελλάδα και μάλιστα τώρα, ήταν πιο αναγκαίο από ποτέ. Η Ελένη -και βασικά όλοι που βιώνουν και θα βιώσουν το «Νέο Λύκειο»- καταριέται το νέο σύστημα εκπαίδευσης. Έχει πολύ άγχος για το Λύκειο και οι καθηγητές δε θα μπορούσαν να συμβάλλουν σε αυτό περισσότερο. Βαθιά μέσα της καταλάβαινε πως οι καθηγητές ήθελαν το καλό τους και κατανοούσαν πως η νέα διαμόρφωση του εκπαιδευτικού συστήματος ήταν εξαιρετικά απαιτητική για τους μαθητές, παρόλο που κατά την πλειοψηφία δεν έδειχναν τη δυσαρέσκειά τους έντονα απέναντι σε ένα σύστημα του οποίου ήταν και οι ίδιοι «πιόνια». Επίσης, ήξερε πως και οι καθηγητές έβλεπαν ότι τα αποτελέσματα αυτών των αλλαγών δε θα ήταν καλά. Γνώριζαν ότι σε λίγα χρόνια στην Ελλάδα οι περισσότεροι άνθρωποι θα είναι αμόρφωτοι, επειδή δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στο ”Νέο Λύκειο”.

Η Ελένη άρχισε να συνειδητοποιεί σιγά σιγά ότι όλα τα χρόνια του Λυκείου θα τα περάσει σε ένα φροντιστήριο. Φροντιστήριο το μεσημέρι, το απόγευμα, το βράδυ. Δε θα υπάρξουν διακοπές Χριστουγέννων, Πάσχα, καλοκαιριού. Όλα θα αντικατασταθούν από το φροντιστήριο για να καλυφθούν τα κενά, για να καλυφθούν όσο περισσότερα κεφάλαια γίνεται, για να καλυφθεί όλη η ύλη, για να καλυφθούν όλες οι ασκήσεις, για να καλυφθούν οι μαθητές οι ίδιοι και να γίνουν ζωντανοί νεκροί, ρομπότ. Σε λίγο καιρό, δε θα υπάρχουν άνθρωποι αλλά φροντιστήρια. Τα φροντιστήρια θα διοικούν τη Γη, τον κόσμο όλο. Ούτε κυβερνήσεις ούτε βασιλιάδες. Τα φροντιστήρια.

Και όλο αυτό γιατί; Για να μεγαλώσουν, να πάρουν το πτυχίο τους και να ψάχνουν άδικα να βρουν δουλειά σε μια χώρα γεμάτη από άλλους τόσους ανθρώπους που θέλουν να σου πάρουν τη θέση, και θα έκαναν ό,τι χρειαστεί για να το καταφέρουν. Στο τέλος, η μόνη διέξοδος θα είναι να πάνε στο εξωτερικό, και αν ήταν τυχεροί, θα έβρισκαν δουλειά. Αλλιώς…

 

8.

      Η Ιωάννα έβγαλε τον αναπτήρα από τη τσάντα της και άναψε το τσιγάρο που είχε ανάμεσα στα δόντια της.

– Δεν αντέχω άλλη μια μέρα αυτήν την κόλαση, ανακοίνωσε φυσώντας τον καπνό. Νιώθω ότι, αν πάω άλλη μια φορά στο φροντιστήριο, θα πεθάνω. Ξέρετε ότι έχω να δω τη μάνα μου σχεδόν μία εβδομάδα; Όταν γυρίζω το μεσημέρι από το σχολείο, εκείνη είναι στη δουλειά και, όταν επιστρέφω από το φροντιστήριο στις 11, κοιμάται. Οι μόνοι άνθρωποι που μιλάω πια είστε εσείς και οι συμμαθητές μου στο φροντιστήριο.

– Μην απογοητεύεσαι ρε ‘συ. Θα δεις ότι τα πράγματα θα φτιάξουν. Ήδη έχεις βελτιώσει πολύ τους βαθμούς σου και έχεις καλύψει πολλά κενά! προσπάθησε να την καθησυχάσει η Μαρία.

Η αλήθεια ήταν ότι το Σεπτέμβρη η Ιωάννα άρχισε να κάνει φροντιστήριο σε όλα τα μαθήματα για να βελτιωθεί. Όντως, η Ιωάννα από μαθήτρια του 15, μέσα σε 7 μήνες, κατάφερε να βγάλει μέσο όρο 17. Ήταν μεγάλη πρόοδος και αυτό τής το είχαν αναγνωρίσει όλοι. Ωστόσο, η Ιωάννα είχε θυσιάσει πάρα πολλά και αυτό την έπνιγε. Προσπαθώντας να ξεφύγει από όλο αυτό το άγχος, ξεκίνησε να καπνίζει. Οι γονείς της δεν είχαν ιδέα για το πώς αισθανόταν η κόρη τους και ούτε είχαν χρόνο να δείξουν λίγο ενδιαφέρον και να ρωτήσουν. Το γεγονός ότι η Ιωάννα κάπνιζε, στεναχωρούσε όλη την παρέα, αλλά δεν μπορούσαν να το αλλάξουν. Προσπάθησαν να την κάνουν να σταματήσει, αλλά, όταν είδαν ότι αυτό δεν είχε αποτέλεσμα, έμειναν στο να της υπενθυμίζουν απλά να μην ξεπερνάει τα όρια.

– Την Παρασκευή έχω γενέθλια και σκέφτομαι να σας καλέσω σπίτι μου το απόγευμα. Οι γονείς μου θα είναι στη δουλειά και ο αδερφός μου θα βγει με τους φίλους του -το έχω κανονίσει. Σκέφτηκα ότι είναι ευκαιρία να ξεσκάσουμε λίγο. Έτσι κι αλλιώς τελειώσαμε και τα διαγωνίσματα, τους είπε η Σοφία, με την ελπίδα η Ιωάννα να μην έχει φροντιστήριο μέχρι αργά.

– Εγώ μπορώ! συμφώνησε η Αλεξάνδρα.

– Κι εγώ, υποθέτω. Δεν έχω να κάνω τίποτα την Παρασκευή, της απάντησε και η Ελένη. Μαρία, θες να έρθω να σε πάρω από το σπίτι σου και να πάμε μαζί;

Στην πραγματικότητα είχαν κανονίσει να πάρουν μια τούρτα στη Σοφία για τα γενέθλιά της, οπότε θα την έφερναν η Μαρία με την Ελένη.

– Ναι, μωρέ, γιατί όχι; της είπε η Μαρία.

Μίλησε τόσο χαλαρά, που αν δεν ήξερε ότι έχουν κανονίσει να πάρουν την τούρτα από το ζαχαροπλαστείο, η Ελένη δε θα φανταζόταν καν ότι κάτι ετοίμαζαν.

– Εγώ έχω φροντιστήριο μέχρι τις 9 παρά 10, ανακοίνωσε η Ιωάννα σκεφτική. Αλλά ξέρεις κάτι; Δε θα πάω για μια φορά. Δεν έγινε και κάτι! αποφάσισε στο τέλος. Ούτως ή άλλως, μια φορά γίνεται 15 το Σοφάκι μας!

Η Ελένη χάρηκε που θα μαζευόταν όλη η παρέα. Είχαν υπερβολικά πολύ καιρό να βγουν έξω. Πλέον μιλούσαν μόνο στο σχολείο. «Μου λείπουν τόσο πολύ τα χρόνια του Δημοτικού…», αναλογίστηκε από μέσα της. «Τότε δεν τα εκτιμούσα ιδιαίτερα. Δεν καταλάβαινα πόσο ωραία ήταν και δεν εκμεταλλευόμουν εκείνες τις μέρες ελευθερίας και ξεγνοιασιάς. Και τι δε θα έδινα για να γυρίσω το χρόνο πίσω…»

Και χτύπησε το κουδούνι. Μπήκαν μέσα στο σχολείο.

– Τι έχουμε πρώτη ώρα, αναρωτήθηκε φωναχτά.

– Αρχαίαα…., βόγκηξε η Μαρία. Μισούσε τα αρχαία.

– Λέτε να μας βάλει τεστ; ρώτησε η Σοφία.

– Τι;! Μη μου λέτε τέτοια ρε κορίτσια! Τεστ πρωί πρωί! Η Μαρία είχε γουρλώσει τα μάτια.

– Ηρεμήστε ρε ‘σεις! Την προηγούμενη βδομάδα γράψαμε. Δεν υπάρχει περίπτωση να μας βάλει απροειδοποίητο. Θα βαριέται να διορθώνει, τις καθησύχασε η Αλεξάνδρα και τελικά είχε δίκιο.

 

9.

      Είχαν μαζευτεί όλες στο σπίτι της Σοφίας εκτός από την Ιωάννα. Τα κορίτσια έκατσαν στο σαλόνι και την περίμεναν. Η Αλεξάνδρα έπαιζε παιχνίδια στο κινητό της, η Μαρία ήταν στο facebook από τον υπολογιστή της Σοφίας και η Σοφία έβλεπε ένα παιδικό στην τηλεόραση.

Η Ελένη δεν έκανε κάτι το συγκεκριμένο, για ακόμη μια φορά ήταν χαμένη στις σκέψεις της. Σκέψεις σχετικά με το ότι βρίσκονταν τέσσερις κοπέλες μέσα σε ένα σπίτι και αντί να κάνουν κάτι όλες μαζί, είχαν κολλήσει σε μια οθόνη. Η επανάσταση της τεχνολογίας είχε συμβεί καιρό πριν, αλλά οι περισσότερες επιπτώσεις αφορούσαν στη δική της γενιά. Μια γενιά, απ’ ό,τι φαίνεται… «ναρκωμένη» μπροστά από μια οθόνη, χωρίς άμεση επικοινωνία, αυθόρμητη κουβέντα, με αυτοματοποιημένες κινήσεις, με μηχανικές σκέψεις, με «αποστειρωμένο» βλέμμα.

Ανυπομονούσε να κόψουν την τούρτα που είχαν φέρει στη Σοφία. Η Μαρία με την Ελένη κατάφεραν να τη βάλουν στο ψυγείο χωρίς να καταλάβει τίποτα η Σοφία, με τη βοήθεια φυσικά της Αλεξάνδρας που την καθυστέρησε επίτηδες να πάει στην κουζίνα.

Μετά, άρχισε να σκέφτεται εκείνο το παιδί για το οποίο της είχε μιλήσει η Αλεξάνδρα. Δεν είχαν αναφερθεί ξανά σε αυτό και η Ελένη αναρωτιόταν τι έγινε τελικά. Σημείωσε νοερά στο μυαλό της να τη ρωτήσει.

Ο ήχος του κινητού της διέκοψε όλον αυτόν το χείμαρρο σκέψεων. Το σήκωσε και άκουσε την Ιωάννα. Της φάνηκε ότι έκλαιγε, αλλά δεν ήταν σίγουρη.

– Ελένη; Άκουσε τη φωνή να τραυλίζει το όνομά της.

– Ιωάννα; Πού είσαι; Γιατί έχεις αργήσει;

– Είμαι στο νοσοκομείο…, είπε η Ιωάννα. Η γιαγιά μου έπαθε ένα ατύχημα…Οι γιατροί δε μας έχουν πει κουβέντα από την ώρα που ήρθαμε…

– Μα πώς; Τι συνέβη; τη ρώτησε η Ελένη

Οι υπόλοιπες κοπέλες κατάλαβαν ότι κάτι τρέχει και ρωτούσαν την Ελένη ποιος ήταν στο τηλέφωνο.

– Δεν ξέρω. Μας τηλεφώνησαν από το νοσοκομείο και απλώς μας είπαν να πάμε αμέσως εκεί. Μετά, μας είπαν ότι τη χτύπησε αυτοκίνητο.

– Σε ποιο νοσοκομείο είστε; Να έρθουμε και εμείς! της είπε γρήγορα η Ελένη. Μην είσαι μόνη σου!

– Δε χρειάζεται, την έκοψε. Είναι εδώ η μητέρα μου. Απλά σας ενημερώνω για να μη με περιμένετε. Ζήτα συγγνώμη από τη Σοφία…Θα τα πούμε. Γεια, της είπε η Ιωάννα και της έκλεισε το τηλέφωνο.

Τα υπόλοιπα κορίτσια, που είχαν ακούσει τη συνομιλία, κοιτάχτηκαν μεταξύ τους απορημένες. Τους πήρε λίγα δευτερόλεπτα να συλλάβουν τι ακριβώς είχε συμβεί και να ερμηνεύσουν την παράξενη στάση της Ιωάννας. Τελικά, τα κορίτσια έκοψαν την τούρτα με μισή καρδιά και έβγαλαν δυο-τρεις φωτογραφίες ενδεικτικά για να θυμούνται τη μέρα. Ειρωνεία, αφού αυτή τη μέρα ήθελαν να την ξεχάσουν πιο πολύ από κάθε άλλη.

 

10.

    Από τότε που πέθανε η γιαγιά της, η Ιωάννα δεν ήταν ποτέ η ίδια. Άρχισε να απομακρύνεται από την παρέα, μέχρι που ξέκοψε τελείως. Ήξεραν ότι αγαπούσε πολύ τη γιαγιά της, αλλά δεν περίμεναν να γίνει όλο αυτό. Φήμες έλεγαν ότι η Ιωάννα έπινε και γενικότερα ”είχε μπλέξει”. Δεν είχαν ιδέα αν ήταν αλήθεια ή όχι, απλά ήλπιζαν η φίλη τους να είναι καλά.

Είχαν προσπαθήσει να μιλήσουν στην Ιωάννα αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Στο τέλος, αποφάσισαν να την αφήσουν και να μην την πιέσουν άλλο με την ελπίδα ότι η Ιωάννα θα καταλάβαινε και θα ξαναερχόταν στην παρέα τους από μόνη της.

Δυστυχώς, οι γονείς της είχαν τα δικά τους προβλήματα και δεν είχαν χρόνο για αυτά της κόρης τους. Μετά το θάνατο της μητέρας της, η κ .Στεφανία ήταν μονίμως στενοχωρημένη, δε μιλούσε πολύ πια, δεν ήταν η ευδιάθετη μητέρα που προσπαθούσε να περάσει όσο περισσότερο χρόνο γινόταν με τα παιδιά της. Είχε χάσει το χαμόγελό της.

 

11.

    Ήταν ένα ζεστό Κυριακάτικο πρωινό στα μέσα του Ιουλίου και η Ελένη είχε βγει με την Αλεξάνδρα. Η Ελένη εκτιμούσε πολύ την παρέα της Αλεξάνδρας. Ήταν ανοιχτόμυαλη και έδινε πάντα τις καλύτερες συμβουλές. Η Ελένη αποφάσισε να της μιλήσει για τα αισθήματά της, τα αισθήματα που κουβαλούσε τόσους μήνες. Δεν ήταν ότι ήθελε να της ζητήσει συμβουλή, απλώς ήθελε να μιλήσει σε κάποιον και να το βγάλει από μέσα της.

– Αλεξάνδρα, θα σου πω κάτι, αλλά δε θέλω να φρικάρεις. Να αντιδράσεις ψύχραιμα., σε παρακαλώ, ξεκίνησε. Θέλω να σου μιλήσω για κάτι που το θεωρώ πολύ σημαντικό, γι’ αυτό μην το πεις πουθενά.

– Εεμ εντάξει…Μην ανησυχείς.

– Λοιπόν, μου αρέσει μια κοπέλα, ξεφούρνισε.

Η Αλεξάνδρα είχε γουρλώσει τα μάτια και την κοιτούσε καλά καλά.

– Δεν είσαι εσύ! της φώναξε. Σου είπα να μη φρικάρεις!

Η Αλεξάνδρα ξεφύσηξε ανακουφισμένη.

– Συγγνώμη…Απλά μου ήρθε λίγο απότομο.

– Δεν πειράζει. Τέλος πάντων…Μου αρέσει, λοιπόν, μια κοπέλα, όπως σου είπα και πριν, συνέχισε η Ελένη. Αυτό ήθελα να σου πω.

– Μάλιστα… αποκρίθηκε η Αλεξάνδρα και την κοίταξε κάπως έντονα.

– Γιατί με κοιτάς έτσι;

– Αναρωτιέμαι…Αυτή η μυστηριώδης κοπέλα είναι η Σοφία;

Η Ελένη ένιωσε έτοιμη να λιποθυμήσει. Κάτι τέτοιο δεν το περίμενε.

– Πώς… πώς το κατάλαβες; Δεν μπορούσε να το χωρέσει το μυαλό της.

– Αυτό είναι υπέροχο!! φώναξε η Αλεξάνδρα και χαμογέλασε.

– Πού το βρίσκεις το υπέροχο;

Η Ελένη στενοχωρήθηκε κατά κάποιο τρόπο που η φίλη της κατάλαβε για τη Σοφία. Δεν ήθελε να μαθευτεί.

– Μα καλά, δεν καταλαβαίνεις; τη ρώτησε η Αλεξάνδρα λες και όλα ήταν προφανή.

– Όχι; Αν δε μου εξηγήσεις, πώς θα καταλάβω; της απάντησε η Ελένη και της ξέφυγε μια δόση ειρωνείας, κάτι που η Αλεξάνδρα απλώς το αγνόησε.

– Η Σοφία μου έχει πει ότι της αρέσεις κι εσύ!, της αποκάλυψε επιτέλους.

– Τι είναι αυτά που λες; Η Ελένη δεν το πίστευε.

– Αλήθεια;

Η Αλεξάνδρα κούνησε καταφατικά το κεφάλι της δυο φορές.

Η Ελένη δεν μπορούσε να το πιστέψει. Ήταν χαρούμενη. Ξέχασε και Ιωάννες και στενοχώριες και όλα! Ξαφνικά, σα να της φάνηκε ότι η μέρα ήταν λίγο, ή μάλλον, πολύ πιο φωτεινή από ό,τι πριν…!

 

“Προκαταλήψεις”

0

Συγγραφέας: ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΥΑΣ | Κατηγορία 4ο Τεύχος 2014-15 | , στις 17-03-2015

 της μαθήτριας Σεφερίδη Ελισάβετ (Γ4)

Σ’ ένα μάθημα μας στη Γλώσσα αναφερθήκαμε στις προκαταλήψεις. Μπορεί να μη θυμάμαι όλα όσα είπαμε εκείνη την ημέρα, αλλά θυμάμαι χαρακτηριστικά τη φράση,       ” Όλοι είμαστε ίδιοι, αλλά και διαφορετικοί “. Ναι το ξέρω….. Ακούγεται λίγο περίεργη, αλλά κατά βάθος (κατά πολύ βάθος για εμάς) έχει κάποιο νόημα. Μπορεί να άργησα να το καταλάβω, αλλά το κατάλαβα με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Δυστυχώς, συνειδητοποίησα, ότι εμείς οι Έλληνες (αλλά και πολλοί άλλοι λαοί πλέον) θεωρούμε τους εαυτούς μας τέλειους, ενώ τους άλλους τους θεωρούμε βάρβαρους. Αυτό συνέβαινε από την αρχαιότητα. Ή τουλάχιστον έτσι νόμιζα, μέχρι να μπούμε στο Γ’ Επεισόδιο στην, γνωστή για τα παιδιά της Τρίτης Γυμνασίου, ”Ελένη”. Εκεί διαβάσαμε ένα σχετικό κείμενο, το οποίο μας απόδειξε, ότι οι Έλληνες δεν θεωρούσαν βάρβαρους όσους είχαν διαφορετικό χρώμα δέρματος από το δικό τους, αλλά όσους είχαν διαφορετική παιδεία από αυτούς, πράγμα που τους έκανε απολίτιστους στα μάτια των Ελλήνων. Οπότε φαντάζομαι ότι οι σημερινοί Έλληνες αλλά και πολλοί άλλοι λαοί έχουν υιοθετήσει την αντίληψη των αρχαίων Ελλήνων λανθασμένα. Αλλά ας μιλήσω λίγο πιο συγκεκριμένα.

Σχεδόν κάθε μέρα (και το ποιά θα είναι αυτή η μέρα εξαρτάται από τα διαγωνίσματα) κάνω μία βόλτα στη Βεϊκου για να πάρω καθαρό αέρα και να ξεφύγω από τα αρνητικά στοιχεία της ρουτίνας μου. Η τελευταία φορά, όμως, με στιγμάτισε πραγματικά. Όπως περπατούσα ανέμελη είδα έναν  “μαύρο”, όπως τους αποκαλούμε, να περνά. Όχι δε με πείραξε η παρουσία αυτού του ανθρώπου, αλλά η συμπεριφορά, που έδειξαν τρία αγόρια απέναντί του. Με το που τον είδαν απομακρύνθηκαν και άρχισαν να τον χλευάζουν ενώ βρισκόταν μπροστά και τους άκουγε. Εκείνος, όμως, δεν είπε τίποτα, τους αγνόησε κι έφυγε γελώντας, μάλλον ειρωνικά. Η ερώτηση, όμως, είναι γιατί το έκαναν αυτό, από τη στιγμή, που εκείνος δε τους άγγιξε καν; Η μοναδική απάντηση είναι προκατάληψη. Προκατάληψη είναι μια γνώμη ή άποψη η οποία έχει σχηματιστεί κατά έναν μη αντικειμενικό/επιστημονικό τρόπο. Συχνά σχηματίζεται όταν δεν πληροφορούμαστε σωστά ή και καθόλου. Προκαταλήψεις είναι για παράδειγμα διάφορες στέρεες πεποιθήσεις που έχει ο άνθρωπος, όχι μέσα από τη γνώση (δηλαδή από την αλήθεια), αλλά από διάφορες κατά καιρούς δεισιδαιμονίες, θρησκοληψίες, ρατσισμούς, εθνικισμούς, κ.λ.π. Με άλλα λόγια η προκατάληψη είναι καθετί άλλο παρά θετικό.

Οι προκαταλήψεις είναι πολλών ειδών. Πρώτη απ’ όλες, στη σημερινή εποχή, είναι η φυλετική προκατάληψη / ρατσισμός, δηλαδή το να μη θες να κάτσεις δίπλα σ’έναν Αφρικανό στο μετρό. Υπάρχουν, επίσης, σ’ άλλες χώρες οι προκαταλήψεις ανάμεσα στα δύο φύλα, εις βάρος πάντα των γυναικών, όπως ο λιθοβολισμός στις γυναίκες ( Αφρική, Συρία, κ.λ.π.) όταν αποκτήσουν παιδί χωρίς να έχουν παντρευτεί Επίσης, λόγω της σημερινής οικονομικής κρίσης εμφανίζονται και προκαταλήψεις σε βάρος των φτωχών και των ανέργων από τους “ευκατάστατους”, όπως θεωρούνται, οι οποίοι βλέπουν τους φτωχούς ως αγράμματους, βάρβαρους και άχρηστους. Παρόλα αυτά αυτό δεν είναι το χειρότερο φαινόμενο ρατσισμού. Το βραβείο παίρνουν οι προκαταλήψεις εις βάρος των ανάπηρων στους οποίους έχουν δοθεί οι ονομασίες καθυστερημένοι, προβληματικοί και συνεπώς, άχρηστοι σε κάθε τομέα. Αυτό το γεγονός με έχει δυσαρεστήσει περισσότερο από όλα όσα προανέφερα και σήμερα έχει αναπτυχθεί αρκετά, αφού έχουν αναπτυχθεί και τα φαινόμενα αναπηρίας

Κατά τη γνώμη μου, είναι απαράδεχτη μια τέτοια συμπεριφορά σε άτομα που υποφέρουν από σωματικές και διανοητικές αναπηρίες. Έχουμε άραγε σκεφτεί πως θα νιώθαμε εμείς στη θέση τους αν μας κορόιδευαν για την αναπηρία μας; Πως θα αισθανόμασταν άραγε αν ξέραμε ότι πρέπει να διαγράψουμε την παλιά καλή μας ζωή και να ξεκινήσουμε μια νέα με δυσκολίες και απορρίψεις; Γιατί πρέπει, λοιπόν, όλα αυτά να τα περνάει ένας ανάπηρος, μας έχει κάνει κάτι; Μήπως φταίει που το σπίτι του καλύφτηκε από τις φλόγες και προσπαθώντας να σώσει τη μικρή αδερφή του έπαθε σοβαρά εγκαύματα; Ή μήπως φταίει που ένας απρόσεκτος οδηγός τον χτύπησε με το αυτοκίνητό του και δε μπορούσε πια να περπατήσει και τώρα κυκλοφορεί με αμαξίδιο; Ας σκεφτούμε σε τι κατάσταση θα ήμασταν εμείς στη θέση του. Θα μπορούσαμε άραγε να ήμαστε όλη την ώρα σ’ ένα αναπηρικό καροτσάκι, μακριά από όλους κι από όλα;

Ωστόσο, υπάρχουν ακόμα άνθρωποι, οι οποίοι προσπαθούν να σβήσουν από το χάρτη των καταστροφών, κάθε είδος προκατάληψης και ταυτόχρονα ρατσισμού. Για παράδειγμα, υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι, που δίνουν στην εκκλησία κάποια τρόφιμα ή χρήματα για τους φτωχούς ανθρώπους. Επίσης κάποιοι, οι οποίοι είναι ελάχιστοι, ξεχνάνε τη φυλετική διάκριση και βοηθούν συναισθηματικά τους μετανάστες και τους πρόσφυγες που έρχονται στη χώρα μας και γιατροί από όλο τον κόσμο, οι γνωστοί Γιατροί Χωρίς Σύνορα, βοηθούν σωματικά ανθρώπους στην άλλη άκρη του κόσμου, οι οποίοι πάσχουν από σοβαρές ασθένειες, ή υποφέρουν από φυσικές καταστροφές. Πιστεύω ότι αξίζει σ΄ αυτούς τους ανθρώπους ένα μεγάλο μπράβο, για την υπομονή, το θάρρος, την αλληλεγγύη και την αυταπάρνησή τους. Αλλά, μήπως είναι καιρός να σταματήσουμε μόνο να επαινούμε και να κάνουμε κι εμείς κάτι για να βοηθήσουμε στην μείωση των προκαταλήψεων και του ρατσισμού; Γιατί όλοι μαζί… ΜΠΟΡΟΥΜΕ!

 

 

 

 

“Συμβουλές για μια επιτυχημένη Τριήμερη”

0

Συγγραφέας: ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΥΑΣ | Κατηγορία 4ο Τεύχος 2014-15 | , στις 17-03-2015

της μαθήτριας Σεφερίδη Ελισάβετ (Γ4)

Τι δεν πρέπει να κάνετε σε μία τριήμερη:

  1. Μην καταναλώνεται μεγάλες δόσεις αλκοόλ, γιατί αν μεθύσετε…… άντε να σας συνεφέρουμε.
  2. Μην καπνίζετε, γιατί το κάπνισμα κάνει κακό στην υγεία και αν το μάθουν οι γονείς… έχετε γεια βρυσούλες.
  3. Μην ενοχλείτε τον κόσμο, γιατί κι αυτοί έχουν έρθει για να κάνουν διακοπές. Μην τους χαλάσουμε τη διάθεση, για να περάσουμε εμείς καλά.
  4. Τα αγόρια, κυρίως, παρακαλούνται να μην ενοχλούν ΔΙΑΡΚΩΣ τα κορίτσια.
  5. Μην προκαλείτε τους καθηγητές με τη συμπεριφορά σας, γιατί θα την πληρώσετε ακριβά τη νύφη.
  6. Κυρίως εσείς τ’ αγόρια, να μην τρώτε με αηδιαστικό τρόπο, γιατί οι υπόλοιποι που θέλουν να φάνε, δε φταίνε σε κάτι
  7. Μην λερώνετε όπου πηγαίνετε και αν το λερώσετε μετά να τα μαζέψετε.
  8. Μην είστε όλη την ημέρα μέσα στο ξενοδοχείο, γιτί η τριήμερη είναι για να κάνετε βόλτες, όχι για να κλείνεστε μέσα σε τέσσερις τοίχους, όπως κάνατε στο σπίτι σας. Αν και δε νομίζω να συμβεί κάτι τέτοιο.
  9. Μην ονειρεύεστε μόνο τη στιγμή που θα πάτε στο club, δείτε και την επίσκεψη στους αρχαιολογικούς χώρους με καλό μάτι.
  10. Αν γίνεται να μην έχετε μωρουδίστικη συμπεριφορά και γίνουμε ρεζίλι…

Τι θα πρέπει να κάνετε:

  1. Θα πρέπει να βγαίνετε συνέχεια έξω… Να κάνετε βόλτες, να βγάλετε selfies κ.λ.π.
  2. Θα πρέπει καθ’ όλη τη διάρκεια της τριήμερης να χαμογελάτε, γιατί πάμε τριήμερη για να περάσουμε καλά.
  3. Θα πρέπει να τρώτε όλα τα γεύματα της ημέρας για να έχετε δυνάμεις να χορέψετε, ή να σταθείτε όρθιοι για πολύ ώρα (αρχαιολογικοί χώροι, βόλτες, κ.λ.π.)
  4. Οι ψυχές της παρέας να κάνουν και κάποιες βλακιούλες για να περάσει η ώρα.
  5. Να χορεύετε πολύ και γενικότερα….

 ΝΑ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΕΤΕ!!!

“Ο παππούς μου”

0

Συγγραφέας: ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΥΑΣ | Κατηγορία 4ο Τεύχος 2014-15, Αρθρα | , στις 17-03-2015

της μαθήτριας Καπελλάκη Ελεάνας (Α2)

Σε ένα χωριό του Ταϋγέτου κοντά στη Σπάρτη ζει ο πολυαγαπημένος μου παππούς Σάββας. Ζει μαζί με τη γιαγιά μου και είναι 81 χρονών. Ενώ η οικογένειά του, οι γονείς του και τα δύο αδέρφια του, ήρθαν από τον Πόντο της Μικράς Ασίας, ο παππούς μου γεννήθηκε σε αυτό το χωριό της Σπάρτης.

pappus1

Είναι ένας ψήλος άνδρας, ευθυτενής, με φαρδιές πλάτες. Έχει πολλά κατάλευκα μαλλιά και μουστάκι. Έχει δύο πράσινα, καλοσυνάτα μάτια και γλυκό χαμόγελο. Το πιο εντυπωσιακό όμως είναι τα χέρια του, με λεπτά μακριά δάκτυλα , πραγματικά χέρια πιανίστα.

Ο παππούς μου είναι πολύ κοινωνικός και φιλόξενος άνθρωπος. Φιλοξενεί ανθρώπους ακόμα κι αν δεν τους γνωρίζει καλά. Διατηρεί φιλίες από τα νιάτα του, ακόμα και από το στρατό. Είναι γλυκός και καλοσυνάτος και πάντα ήρεμος. Αν καμιά φορά θυμώσει, η όψη του γίνεται τρομακτική γιατί σμίγει τα μεγάλα φρύδια του και γουρλώνει τα μάτια του. Η μεγάλη του αγάπη είναι η φύση που ζει αρμονικά μαζί της και μπορεί και την ερμηνεύει. Ανεβαίνει στην κορφή του Ταϋγέτου να μαζέψει τσάι, περπατάει στον κάμπο του Ευρώτα και μαζεύει βολβούς και κάνει περιπάτους στα κτήματα παρακολουθώντας τις ελιές και τις πορτοκαλιές. Ξέρει τα ονόματα όλων των πουλιών και τις συνήθειές τους, τα ονόματα όλων των δέντρων, τη διαφορετικότητα των χωμάτων, τις αλλαγές του καιρού.

pappus2

Ο παππούς μου για να ζήσει την οικογένειά του έκανε πολλά επαγγέλματα και τα κατάφερνε σε όλα πολύ καλά. Η γιαγιά μου έλεγε με περηφάνια ότι είχε χρυσά χέρια. Τα τελευταία χρόνια, επειδή τον πονούν τα πόδια του περπατάει με μπαστούνι. Αναγκαστικά τώρα, θα σταματήσει να οδηγεί.

Έτσι είναι ο πολυαγαπημένος μου παππούς. Μου λείπει πολύ αλλά είναι πολύ δύσκολο να τον επισκέπτομαι. Κάθε φορά όμως που βρίσκομαι κοντά του απολαμβάνω τις βόλτες μας και όλες εκείνες τις στιγμές που με κάνει να παρατηρώ τη φύση με τα δικά του μάτια.

“Αυτά που πραγματικά αξίζουν”

0

Συγγραφέας: 5gymgala | Κατηγορία Αρθρα | , στις 13-03-2015

 της μαθήτριας Πυτιλάκη Φλώρας (Γ4)

       Εγωιστής δεν είναι μόνο αυτός που δεν εκτιμά το καθετί που του δίνεται, αλλά είναι και αυτός που νομίζει ότι τα προβλήματά του είναι τα σημαντικότερα.

     Προσωπικά από την Κυριακή και μετά, πραγματικά κατάλαβα πόσο εγωιστές είμαστε εμείς οι άνθρωποι και , ειδικά, εγώ. Θεωρούσα ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι οι οικονομικές δυσκολίες. Θεωρούσα πρόβλημα το γεγονός ότι λόγω του διαβάσματος δεν έχω ελεύθερο χρόνο, αλλά κάτι με έκανε να αλλάξω γνώμη.

     Την Κυριακή, λοιπόν, πήγα στο νοσοκομείο (όχι για μένα). Πραγματικά, με αυτά που γίνονταν εκεί μέσα, ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί! Αισθάνθηκα τόσο ανόητη! Παράλυτοι άνθρωποι, άνθρωποι με καρκίνο, άνθρωποι που χρειάζονταν μεταμοσχεύσεις…

     Και εγώ θεωρούσα σημαντικό ότι είχα πολύ διάβασμα! Ένιωσα ξαφνικά σα να ήθελα να τους βοηθήσω όλους με ένα μαγικό τρόπο, αλλά δυστυχώς δεν μπορούσα. Κατάλαβα, όμως, κάτι πολύ σημαντικό: ό,τι πραγματικά αξίζει είναι να έχουμε την υγεία μας. Όλα τα άλλα είναι απλώς πολυτέλειες. Είμαι σίγουρη μετά από αυτή τη διαπίστωση πως θα προσπαθήσω να μην ξαναφερθώ εγωιστικά.

“Γενιές που μεγαλώνουν με τρόπο ζωής, τη ΒΙΑ”

0

Συγγραφέας: ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΥΑΣ | Κατηγορία 4ο Τεύχος 2014-15, Αρθρα | , στις 06-03-2015

των μαθητριών Αγγελικής Σκουφούλα ,Μαριάννας Φοίτου & Σίλιας Πολυχρονίου (Γ4)

bia

Καθημερινά παρακολουθούμε σε δελτία ειδήσεων ανθρώπους που «πέφτουν» θύματα βίας. Πιο συγκεκριμένα, σε χώρες του τρίτου κόσμου, όπου η παιδεία είναι ελλιπής και υπάρχει ηθική εξαθλίωση, οι άνθρωποι ακολουθούν τα μονοπάτια της βίας, διότι μέσα από αυτά βρίσκουν ένα τρόπο να επιβληθούν. Αυτή η συμπεριφορά γίνεται τρόπος ζωής και υιοθετείται από κάποιες κοινωνικές ομάδες, όπως οι τζιχαντιστές, των οποίων η εγκληματική δράση είναι και ένα ιδιαίτερα επίκαιρο θέμα. Έτσι, οι επόμενες γενιές, δηλαδή τα παιδιά, τα οποία είναι πνευματικά ευάλωτα στις βίαιες πράξεις του κοινωνικού περίγυρου, διαπλάθουν την προσωπικότητά τους έχοντας ως πρότυπο τη βία. Εφόσον λοιπόν η βία θεωρείται «αξία» και συνεχίζει να επιβιώνει, τα άσχημα αυτά φαινόμενα θα εξακολουθούν να επικρατούν. Συνεπώς, στο μέλλον θα βρεθούμε αντιμέτωποι με μία κατάσταση από την οποία θα απουσιάζουν η ομόνοια, η αλληλεγγύη, ο αλληλοσεβασμός και η αξιοπρέπεια. Παρ’ όλα αυτά, όλοι μπορούμε να συμβάλλουμε στην αντιμετώπιση πράξεων που παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα!

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση