Πρώτος ο Πυθαγόρας ο Σάμιος ονόμασε “Κόσμο” το Σύμπαν.
Κατά τον Αναξαγόρα, ο “Κόσμος” τέθηκε σε τάξη και “διακοσμήθηκε” από τον Νου. Γιατί ο “Kόσμος” προέρχεται, βέβαια, από το κοσμώ, στολίζω.
Πάντα μου άρεσε αυτή η εξαιρετική λέξη για όλα αυτά που μας περιβάλλουν… Εξ άλλου “περιβάλλω” θα πει περικυλώνω, περιτριγυρίζω, αγκαλιάζω.
Το «περιβάλλον», (με βάση το αρχαιοελληνικό λεξικό του Liddel – Scott, αλλά και τον Δημητράτο που σίγουρα έχει εμπνευστεί από αυτό), είναι ο περιβάλλων χώρος, το σύνολο των γεωγραφικών, φυσικών και κοινωνικών συνθηκών εν τω μέσω των οποίων γεννάται και διαπλάσσεταί τι!
Ο άνθρωπος, από την εμφάνισή του στη γη, βρίσκεται σε συνεχή αλληλεπίδραση με το περιβάλλον. Το περιβάλλον του ανθρώπου, είτε φυσικό είτε τεχνητό, καθορίζει τις συνθήκες μέσα στις οποίες ο ίδιος ζει και αναπαράγεται, ταυτόχρονα όμως διαμορφώνεται από αυτόν, με τρόπο ώστε να ανταποκρίνεται περισσότερο στις ανάγκες του.
Φυσικά όλοι θεωρούμε αυτονόητο το γεγονός ότι και το παιδί ζει μέσα στον περιβάλλοντα χώρο, στο περιβάλλον. Συνδιαλέγεται με το χώρο που ανακαλύπτει, χειρίζεται, μεταβάλλει, τον νιώθει σαν “φιλικό” ή “εχθρικό”. Όπως και όλοι οι υπόλοιποι….
Εννοείται πως αυτός ο χώρος “περιέχει” και τις ανθρώπινες σχέσεις. Σχέσεις με παιδιά αλλά και με μεγάλους… Γίνεται πηγή και ευκαιρία ανταλλαγών και επικοινωνίας. (σχόλιο: συχνά μιλάμε για το παιδί που προσεγγίζει τον κόσμο και αναφερόμαστε μόνο στα άψυχα. Δεν ισχύει, βέβαια. Το παιδί, με τα ίδια νοητικά σχήματα αντιμετωπίζει και τα έμψυχα). Ανταλλαγών με το έμψυχο (και εδώ δεν πρέπει να ξεχάσουμε τα ζώα) αλλά και το άψυχο περιεχόμενο του περιβάλλοντος.
Ο Michel Perraudeau τονίζει, με κάθε ευκαιρία είναι η αλήθεια, πως η γνώση δομείται μέσα από τη σχέση του υποκειμένου με το περιβάλλον. Το σχολείο, λέει, και εννοεί όλες τις βαθμίδες, είναι λιγότερο χώρος πρόσληψης γνώσεων και περισσότερο χώρος όπου αποκτάται η ικανότητα να μαθαίνουμε, ικανότητα που επιτρέπει μια καλύτερη ενωμάτωση των νέων σε μια κοινωνία που αλλάζει συνεχώς….
Πριν από αυτόν, βέβαια, ο Πιαζέ διατυμπάνιζε : Η γνώση που αποκτά το παιδί για τον κόσμο γύρω του δεν βασίζεται μόνο στη διδασκαλία αλλά κυρίως σε κάθε είδους ανακαλύψεις που κάνει το ίδιο δρώντας πάνω στα πράγματα (αλλά και στα πρόσωπα…) κάνοντας συνδυασμούς, δομώντας τα διαφορετικά, μεταμορφώνοντάς τα, συγκρίνοντάς τα, ονομάζοντάς τα, απαριθμώντας τα κ.λπ. Οι δραστηριότητες (και με τη λέξη αυτή δεν εννοούμε τις υποχρεωτικές δράσεις που επιβάλλουν οι παιδαγωγοί στα παιδιά αλλά ό,τιδήποτε αναλαμβάνει να κάνει το παιδί με δική του πρωτοβουλία στον χώρο που του προτείνεται) επιτρέπουν αφ’ ενός να ανακαλύψει τις ιδιότητες των αντικειμένων αλλά και των ζώντων (ανθρώπων, ζώων) σε σχέση με τη δράση που ασκεί απάνω τους αφ’ ετέρου εμπλουτίζονται συνεχώς με νέες καταστάσεις που προκύπτουν από αυτή τη δραστηριότητα του ατόμου.
Τo σχολείο απευθύνεται στην πραγματική δραστηριότητα, την αυθόρμητη δουλειά, βασισμένη στην ανάγκη και το προσωπικό ενδιαφέρον. Αυτό δεν σημαίνει πως τα παιδιά κάνουν ό,τι θέλουν. Όπως λέει και ο Claparède «θέλουν αυτό που κάνουν». Δρουν και δεν τους αναγκάζουν να δράσουν. Η ανάγκη, το ενδιαφέρον που απορρέει από αυτή την ανάγκη, είναι ο παράγοντας που θα μετατρέψει μια απλή αντίδραση σε πραγματική δράση. Και, φυσικά, όλα αυτά με πλήρες συναίσθημα ασφάλειας και σιγουριάς.
Είναι γνωστές από τους πιο πολλούς οι έρευνες που έχουν γίνει με ποντικούς που ζουν σε φτωχό ή «εμπλουτισμένο» περιβάλλον. Εξετάζοντας τους εγκεφάλους, διαπιστώνεται ότι οι δενδριτικοί κλώνοι είναι μεγαλύτεροι και βαρύτεροι και τα νευρικά κύτταρα επικοινωνούν καλύτερα μεταξύ τους στις περιπτώσεις που ο ποντικός έχει ζήσει σε εμπλουτισμένο περιβάλλον.
Το περιβάλλον λοιπόν παίζει σαφή ρόλο στη διαμόρφωση της δομής του εγκεφάλου. Όσο τα νευρικά κύτταρα δέχονται πληροφόρηση, βγάζουν δενδριτικούς κλώνους. Ο εγκεφαλικός φλοιός αλλάζει συνεχώς. Το περιβάλλον διαμορφώνει τον εγκέφαλο.
«Ακόμη και το «εμπλουτισμένο» περιβάλλον ωστόσο, (λέει η Jane Healy στα Μυαλά που κινδυνεύουν) είναι λιγότερο διεγερτικό από εκείνο της φύσης, όπου οι ποντικοί είναι έκθετοι στις πραγματικές προκλήσεις της ζωής, σε ένα ελεύθερο «φυσιολογικό» περιβάλλον…. Τα ζώα που μεγαλώνουν ελεύθερα στους λόφους του Μπέρκλεϋ (εκεί όπου έγινε η έρευνα) έχουν την τάση να έχουν μεγαλύτερο και βαρύτερο εγκεφαλικό φλοιό από εκείνα που μεγαλώνουν στα κλουβιά……..
Τι μπορούμε να μάθουμε από την έρευνα στα ζώα για το πώς να διεγείρουμε κατάλληλα τον εγκέφαλο των παιδιών;
Πολλές μελέτες υποστηρίζουν την ιδέα ότι ο εγκέφαλος – και οι οργανισμοί οι προσκολλημένοι σε αυτόν – έχουν την τάση να έλκονται από το είδος ερεθίσματος που χρειάζονται στα διαφορετικά στάδια της ανάπτυξης. “Αν ενθαρρύνουμε λοιπόν τα παιδιά να διαλέξουν από μια επιλεγμένη ποικιλία πρόσφορων προκλήσεων, τόσο περιβαλλοντικών όσο και πνευματικών, αναμφίβολα ακολουθούμε τη σοφότερη οδό.”(Μυαλά που κινδυνεύουν. Jane Healy).
«Αναγνωρίζουμε λοιπόν, ότι η βασική γενετική δομή του εγκεφάλου μας, βρίσκεται στον πυρήνα όλης της μάθησης και ακόμη σε πολλή από τη συναισθηματική μας συμπεριφορά. Όταν αυτά τα κληρονομημένα πρότυπα αλληλεπιδρούν με το περιβάλλον, η πλαστικότητα του εγκεφάλου εγγυάται έναν απεριόριστο αριθμό από ενδιαφέρουσες παραλλαγές.» (Μυαλά που κινδυνεύουν. Jane Healy).
Συνεπώς, ένα ενθαρρυντικό περιβάλλον, κυρίως στις μικρές ηλικίες αλλά όχι μόνο, μαζί με το αίσθημα ασφάλειας, μπορεί να είναι κρίσιμης σημασίας για την υγιή ανάπτυξη του εγκεφάλου, καθώς και για την ποιότητα των δεξιοτήτων και των προοπτικών της ζωής του ατόμου στην ενήλικη πορεία του.
Όλα αυτά μας οδηγούν, με επιστημονική πια ακρίβεια, στο γεγονός ότι η σωστή οργάνωση του χώρου στα Κέντρα Προσχολικής Αγωγής (και όχι μόνο) είναι μιά βασική προϋπόθεση για να εξασφαλιστεί η ποιοτική υποδοχή των μικρών παιδιών….
Για να εξασφαλιστεί όμως αυτή η ποιότητα, η οργάνωση πρέπει να υπακούει σε βασικούς κανόνες. Όπως ότι:
- Ο χώρος και η οργάνωσή του πρέπει να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των μικρών παιδιών: ανάγκες συναισθηματικές (κυρίως ασφάλεια –αποδοχή, αγάπη, σεβασμός της προσωπικότητας μα και του σώματος του παιδιού π.χ. δεν το πάνε «στα μικρά» «για να μάθει», δεν το εκθέτουν στα συνομήλικα και σιγουριά), ανάγκες κοινωνικές (κυρίως κοινωνικοποίηση), βιολογικές, γνωστικές (κινητική εξερεύνηση, μάθηση, λύση προβλημάτων).
(σχόλιο: οι ανάγκες εκφράζονται από τα παιδιά και τις αντιλαμβάνονται οι παιδαγωγοί. Δεν τις ξέρουν από πριν οι παιδαγωγοί…).
Βέβαια ένας χώρος που βασίζεται αρχικά σε σχέδια (αρχιτεκτονικά εννοώ) που λαμβάνουν υπ’ όψη αυτές τις ανάγκες είναι πιο εύκολο να οργανωθεί αργότερα σαν τέτοιος από τους παιδαγωγούς. Οφείλω να ομολογήσω όμως ότι αν η παιδαγωγός δε θέλει, και το σωστότερο αρχιτεκτονικά κτίριο μπορεί να αποδειχθεί ανίκανο να βοηθήσει. Αντίθετα, ένα λιγότερο «σωστό» κτίριο (δεν μιλώ για «απαράδεκτο») μπορεί να μετατραπεί σε «παράδεισο» για τα παιδιά από παιδαγωγούς που το επιθυμούν…
- Φυσικά δεν μένει σταθερός. Εξελίσσεται, μεταβάλλεται καθώς οι μήνες περνούν… Χωρίς μεγάλες απότομες αλλαγές, ειδικά για τα μικρότερα παιδιά, προσφέρει νέες προκλήσεις. Και γιατί ο παιδαγωγός παρατηρεί πως έχουν εξαντληθεί οι παλιές αλλά και γιατί, ειδικά στις ηλικίες που συχνάζουν στους βρεφονηπιακούς σταθμούς, τα παιδιά είναι “διαφορετικά”, μεγαλώνουν και αλλάζουν από μήνα σε μήνα. Οι παιδαγωγοί παρατηρούν λοιπόν συνεχώς τη συμπεριφορά των παιδιών απέναντι στον χώρο, συνομιλούν μαζί τους, καταγράφουν τις επιθυμίες τους. Και επεμβαίνουν ανάλογα. Στόχος είναι να δίνεται η ευκαιρία στο παιδί να είναι ένας μόνιμος εξερευνητής του περιβάλλοντος εφ’ όσον έχει τι να εξερευνήσει αφού ο χώρος προκαλεί συνεχώς την περιέργειά του.
- Ο παιδαγωγός οργανώνει, ανανεώνει, αλλάζει λοιπόν τον χώρο, λαμβάνοντας υπ’ όψη του ότι: όλοι οι χώροι του σταθμού πρέπει να προσφέρουν δυνατότητες για εμπειρίες κινητικές και αισθητηριακές, να προκαλούν το συναίσθημα, να ενισχύουν τις ανταλλαγές μεταξύ παιδιών αλλά και μεταξύ παιδιών και ενηλίκων. Να γεννούν συνεχώς απορίες και θαυμασμό! Και επιθυμία για αναζήτηση, για λύση προβλημάτων που ακριβώς δημιουργούνται από την εξερεύνηση και είναι διαφορετικά για κάθε παιδί κάθε φορά. Να εγγυώνται σε κάθε παιδί ότι θα μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον που ακονίζει την περιέργειά του και το οδηγεί στην κατάκτηση γνώσεων και δεξιοτήτων που ανανεώνονται συνεχώς, με απόλυτη ασφάλεια, περιτριγυρισμένο από το λόγο, προφορικό και γραπτό.
(σχόλιο: δεν υπάρχει λόγος να κλεινόμαστε στις τάξεις και να μένουν άπειρα τετραγωνικά ανεκμετάλλευτα. Το σύστημα των ανοιχτών τάξεων μπορεί να καλύψει πιο άνετα τις ανάγκες των παιδιών)
- Ωστόσο κάθε χώρος είναι μοναδικός. Και γιατί πρακτικά δεν είναι ίδιος με κάποιον άλλον (εκτός και χτιστούν ολόιδιοι ΠΣ με βάση το ίδιο αρχιτεκτονικό σχέδιο) αλλά, κυρίως, γιατί απεικονίζει την παιδαγωγική ιδεολογία, τους στόχους, τις επιλογές και τις επιθυμίες που εκφράζουν οι παιδαγωγοί που τον διαμορφώνουν, βασιζόμενοι εκτός από την ιδεολογία τους (σχόλιο: δασκαλοκεντρική – παιδοκεντρική – ανθρωποκεντρική παιδαγωγική και χώρος) και στην ηλικιακή και όχι μόνο σύνθεση τής ή τών ομάδων των παιδιών που φοιτούν εκεί. Γιατί, φυσικά, άλλο είναι να υπάρχουν σε ένα χώρο παιδιά 3 – 10 μηνών, άλλο 3 – 18. Ή για τα μεγαλύτερα, αν οι ηλικίες είναι μεικτές ή όχι, αν δηλαδή στα τμήματα θα υπάρχουν μόνο παιδιά 23 ετών ή παιδιά 2 ½ – 5 ½ .
Εδώ θα ήθελα να ανοίξω μια μικρή παρένθεση με μια παρατήρηση: σε καμιά άλλη στιγμή της ζωής του ο άνθρωπος δεν βρίσκεται τόσο απομονωμένος με άλλους ανθρώπους της ίδιας ηλικίας, όσο στα σχολεία γενικότερα. Για κάποιους λόγους, εδώ και κάποιους αιώνες, οι ενήλικες θεωρούσαν πιο εύκολο να έχουν μαζεμένα σε ένα χώρο παιδιά των ίδιων ηλικιών. Το έκαναν γιατί νόμιζαν πως ίδια ηλικία σημαίνει και ίδιες ικανότητες κατανόησης και κατάκτησης της γνώσης, άρα ίδια διδασκαλία. Αυτό συμβαίνει και σήμερα. Σήμερα όμως που ξέρουμε και ότι δεν είναι έτσι (αφού οι ατομικές διαφορές είναι τεράστιες) αλλά και ότι δεν υπάρχει μια διδασκαλία αλλά οι «μαθητές» (με την πλατιά έννοια) έχουν το δικαίωμα να αποφασίζουν, κυρίως στις μικρές ηλικίες, πώς και πότε θα μάθουν κάτι και πως, ακόμη, στην «κανονική» μας ζωή οι ανταλλαγές μεταξύ ατόμων διαφορετικών φύλων, φυλών, ηλικιών κ.λπ. έχει σαν αποτέλεσμα περισσότερες ιδέες, λύσεις, πρόοδο, κοινωνικοποίηση (ας σκεφτούμε τα παιδιά στις αλάνες παλιότερα ή στα χωριά τώρα: ποτέ δεν ξεχωρίζουν ηλικιακά…), αυτή η ιδέα των ίδιων ηλικιών σε κάθε τάξη πρέπει να επανεξεταστεί. Να δούμε τα υπέρ αλλά και τις τυχόν δυσκολίες και ανάγκες που προκύπτουν και να σχεδιάσουμε (όλοι οι ειδικοί μαζί) τους χώρους έτσι, ώστε να μπορούν να δεχτούν παιδιά διαφόρων ηλικιών…. Όχι βέβαια βρέφη με πεντάχρονα, αλλά, ας πούμε, 6 μηνών – 2 χρονών περίπου και τα μεγαλύτερα μαζί…….
Λέμε, ωστόσο, πως οι χώροι πρέπει να είναι φτιαγμένοι για τα παιδιά.
Έτσι τα βρέφη που δεν κινούνται, πρέπει, μέσα στο χώρο της «τάξης», να έχουν ένα κομματάκι διαμορφωμένο γι’αυτά. Με στρωματάκια και παιχνίδια κατάλληλα και ανάλογα. Και τα μεγαλύτερα παιδιά, να έχουν, διάσπαρτα στον χώρο, παιχνίδια που θα συναντούν καθώς θα κινούνται. Ποικιλία παιχνιδιών και βιβλίων. Όχι μόνο ένα είδος, όπως συχνά συνηθίζεται εκ μέρους των ενηλίκων για λόγους που δεν έχουν καμιά ψυχοπαιδαγωγική λογική… Σαν ένα μεγάλο πάρκο. Και δε χρειάζεται να υπάρχουν άπειρα τραπεζάκια. Ακόμη και αν τα παιδιά τρώνε στον χώρο. Ειδικά αν, όπως ενδείκνυται σε αυτές τις ηλικίες, δεν τρώνε και τα 12 παιδιά μαζί, αλλά σε μικρές ομάδες ανάλογα με τους ατομικούς ρυθμούς και τα ωράριά τους….
Για τα μεγαλύτερα παιδιά, είναι πια κατοχυρωμένο, οργανώνουμε τις τάξεις σε χώρους εξερεύνησης, αναζήτησης και μάθησης. Αποφεύγω να χρησιμοποιήσω τις λέξεις «γωνιές» και «εργαστήρια» γιατί πια, είναι πολύ παρεξηγημένες και δεν ταιριάζουν καθόλου στις σύγχρονες αρχές της παιδαγωγικής. Γιατί επικρατεί, ακόμη και σήμερα δυστυχώς, η άποψη ότι οι γωνιές είναι «για να περνούν την ώρα τους» και τα εργαστήρια για να «δουλεύουν» αυτά που η παιδαγωγός αποφασίζει να δουλέψουν και/ή να μάθουν…. Δεν ξεχνάμε ωστόσο ότι, και με βάση όσα έχουμε πει πιο πάνω, η δράση προέρχεται από τα παιδιά και όχι από την παιδαγωγό. Και ότι, αν συμβαίνει αυτό σε μια τάξη, αποκλείεται να υπάρχουν 25 ίδιοι χιονάνθρωποι τη σημερινή εποχή που τα περισσότερα παιδιά αυτής της πόλης δεν έχουν δει και δεν ξέρουν τι είναι το χιόνι. Αντίθετα, θα υπάρχουν χίλιες δυο διαφορετικές ιδέες που προτείνονται από παιδιά και παιδαγωγούς, που οι παιδαγωγοί θα πρέπει να παρατηρούν, να καταγράφουν, να ερμηνεύουν, να μάθουν να αναγνωρίζουν την αξία τους και να συνειδητοποιούν τι μαθαίνει το κάθε παιδί μέσα από αυτές, πάντα με το δικό του ρυθμό και τη δική του μέθοδο….
Ας πούμε λοιπόν πως έχουμε χώρους εξερεύνησης, αναζήτησης και μάθησης.
Σίγουρα ανάμεσα σε αυτούς θα υπάρχουν χώροι που θα καλούν το παιδί να παίξει συμβολικό παιχνίδι (όπου ο πλούτος του υλικού θα το οδηγήσει και στην εξέλιξη της λογικομαθηματικής σκέψης και στην εξέλιξη του λόγου, γραπτού και προφορικού, αλλά και της ανάγνωσης και στην κατάκτηση των εννοιών του χώρου και του χρόνου και σε χίλια δυο άλλα), να ασχοληθεί με τις Τέχνες, γνωρίζοντάς τες αλλά και πειραματιζόμενο με διάφορα υλικά, να κινηθεί πιο ελεύθερο, να ηρεμήσει και να γαληνέψει, ίσως και με ένα βιβλίο στο χέρι, να ακούσει μουσική ή μια ιστορία από ένα cd ή στον υπολογιστή, να κάνει ένα πείραμα με ή χωρίς τη βοήθεια του παιδαγωγού, να παίξει ένα επιτραπέζιο ή ένα επιδαπέδιο παιχνίδι με ένα φίλο του ή και με τη βοήθεια του παιδαγωγού, να πειραματιστεί με τη γραφή (με διάφορα εργαλεία και προτεινόμενες ιδέες) όπως εκείνο νομίζει (σχόλιο: και όχι να βάζουν οι παιδαγωγοί τα τρίχρονα να γράφουν υποχρεωτικά γιατί έτσι πιστεύουν πως τα βοηθούν, ενώ είναι αιτία μαθησιακών δυσκολιών στη συνέχεια), να περνά όσες ώρες επιθυμεί στο χώρο της βιβλιοθήκης (σχόλιο: και όχι να πηγαίνει εκεί για να κάτσει στην, περιβόητη και απαράδεκτη «σκεφτούλα»), μόνο, με φίλους ή και με κάποια παιδαγωγό, όπου θα μελετά τα βιβλία που το ενδιαφέρουν (και θα τα συζητά με άλλους μικρούς ή θα του τα διαβάζει κάποιος μεγάλος), να ασχολείται με προγράμματα στο κομπιούτερ, να παρατηρεί, να φυτεύει, με βάση τις οδηγίες, στο χώρο των φυτών, να παρατηρεί και να καταγράφει τον καιρό και χίλια δυο άλλα….
Εδώ, βεβαίως ίσως τεθούν δύο θέματα:
1. Το ένα έχει σχέση με τις ιδέες. Υπάρχουν παιδαγωγοί που έχουν περισσότερες και άλλοι λιγότερες ιδέες. Φυσικά. Είπαμε. Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι ίδιοι. Όμως, τώρα πια, αρκεί να θελήσεις να περιηγηθείς στο διαδίκτυο και οι ιδέες θα εμφανιστούν με τη … σέσουλα. Πώς μπορώ άραγε να εμπλουτίσω αυτό το χώρο; Τι ιδέες προγραφής μπορώ να βρω; Παραμύθια; Ποιήματα; Μουσικές; Κι αν ξέρεις και λίγο μια ξένη γλώσσα οι ιδέες εκατονταπλασιάζονται. Χώρια οι ιδέες που κυκλοφορούν στο fb.
Ύστερα, η παιδαγωγική ομάδα, μια και είναι σύνολο περισσότερων ατόμων, ανταλλάσσει και προτείνει, βοηθώντας έτσι να οργανωθεί καλύτερα ο χώρος. Κάποιος σκέφτεται καλύτερα ιδέες που αφορούν στο ένα, κάποιος στο άλλο…
Τέλος, ας μην το επαναλαμβάνω, υπάρχουν και οι προτάσεις των εδικών στον χώρο που θα τον βελτιώσουν ίσως ριζικότερα και θα προσφέρουν στην ανανέωση….
2. Το άλλο έχει σχέση με το υλικό. “Δεν έχουμε λεφτά για υλικό, δεν μας φέρνουν υλικό”… Και εδώ υπάρχουν εκατομμύρια προτάσεις. Και αν ψάξετε και μπείτε στις σωστές διευθύνσεις, ακόμα και στο fb, δεν θα προλαβαίνετε να βρίσκετε ιδέες που δεν κοστίζουν και αποτελούν εξαιρετικό υλικό για εξερεύνηση, παιχνίδι, μάθηση. Χρειάζονται υλικά … “αγοραστά”, δε λέω. Κυρίως βιβλία (ιστοριούλες και βιβλία γνώσεων), υλικά και εργαλεία που έχουν σχέση με τις τέχνες (διαφόρων ειδών χρώματα, πινέλα, πηλός, γιατί όχι κάποια εργαλεία επεξεργασίας του πηλού για τα μεγαλύτερα παιδιά, κλπ) ίσως κάποια υλικά συμβολικού παιχνιδιού όπως κούκλες, αν και παλιά τις φτιάχναμε από πανιά και ήταν όμορφες, ζεστές και τρυφερές, αλλά σίγουρα κουζινικά κρεβατάκια κλπ. Μια ζυγαριά, μαγνήτες, ένα χρονόμετρο, κιάλια αληθινά, φακούς μεγεθυντικούς. Ίσως και κάποια επιτραπέζια παιχνίδια για τα μεγαλύτερα. Όμως πολλά από τα υπόλοιπα μπορούν να γίνουν με “άχρηστο” υλικό. Είναι η τάση παντού στον κόσμο, και οι ιδέες που διακινούνται άπειρες. Όσο έχουμε λεφτά λοιπόν, προσπαθούμε να αποκτήσουμε τα “αναντικατάστατα”. Με αισθητική, μεράκι και όραμα. Στη συνέχεια εμπλουτίζουμε με ιδέες και με τη βοήθεια των γονιών (όλοι ξέρουμε πως μπορούν να είναι πηγή “τροφοδοσίας” σε υλικό) αλλά και άλλων (πχ μια γειτονική τράπεζα που ανανεώνει τα κομπιούτερ της και μας κάνει δωρεά κάποια από τα παλιά)…….
Ένας χώρος που υπάρχει σε αρκετούς σταθμούς του εξωτερικού και μοιάζει πολύ ενδιαφέρον και “ανθρώπινος” είναι αυτός που είναι αφιερωμένος στη … “μετάβαση”. Από το σπίτι και το γονιό, στο σχολείο και τον παιδαγωγό. Χώρος υποδοχής, πληροφόρησης, με ταμπλό όπου θα ανακοινώνονται όσα θα επιθυμεί ο σταθμός να κοινωποιήσει στους γονείς, με φωτογραφίες από τη ζωή του χώρου ή από εκδρομές κλπ, όπου ίσως θα τακτοποιούνται τα πράγματα του παιδιού, αλλά κυρίως, ένας χώρος ανταλλαγών μεταξύ των εμπλεκομένων.
Η επίπλωση θα είναι τέτοια που θα επιτρέπει στον καθένα να κάθεται, να περιμένει, να συζητά, να παρατηρεί. Και, ίσως, χώρος όπου οι γονείς θα περιμένουν, ειδικά στην περίοδο της προσαρμογής, θα έχουν την ευκαιρία να συζητήσουν με τον παιδαγωγό πιο άνετα, πιο φιλόξενα (ίσως και με ένα καφέ), έξω από τα “αυτιά” και τα μάτια των άλλων και των παιδιών. Και, γιατί όχι, χώρος όπου θα υπάρχει και μια μικρή βιβλιοθήκη όπου μπορούν να συμβουλευτούν ή και να δανειστούν κάποια βιβλία….
Δεν μίλησα για τους εξωτερικούς χώρους των σταθμών. Δεν χρειάζεται όμως φιλοσοφία. Πρέπει και αυτοί να είναι “εμπλουτισμένοι”. Κι εκεί έχει, φυσικά, λόγο ο παιδαγωγός. Πρώτα για να βγάζει τα παιδιά στην αυλή ή σε όποιον εξωτερικό χώρο διατίθεται και να μη βρίσκει διάφορες αφορμές για να το αποφύγει. Και δεύτερον για να προσθέσει τις δικές του ιδέες σε υλικά και σε δράσεις….
Κλείνοντας θέλω να επανέλθω στην αρχή. Τις προάλλες στην τάξη μια φοιτήτρια μου είπε: Κυρία, κάποιος μας είπε ότι δεν υπάρχει παιδοκεντρική παιδαγωγική. Ο παιδαγωγός τα κάνει όλα….
Φυσικά και δεν είναι αλήθεια.
Όπως τον Κόσμο στον οποίο κληθήκαμε να ζήσουμε ο ΝΟΥΣ του Αναξαγόρα τον έθεσε σε τάξη και τον “διακόσμησε”, όμως ο άνθρωπος έχει την ελευθερία να ζει και να δρα μέσα σε αυτόν, κάπως έτσι η παιδαγωγός οργανώνει το χώρο της αγωγής αλλά τα παιδιά είναι ελεύθερα να ζουν και να δρουν σε αυτόν, ώστε να “διαπλάθονται”. Με κίνδυνο, ίσως, κάποιες φορές, να τον καταστρέψουν. Εμείς εξ άλλου δεν κάνουμε το ίδιο;