Μια σύντομη εισαγωγή
Ο ύπνος και η ψυχική υγεία είναι άρρηκτα συνδεδεμένα. Τα χρόνια προβλήματα ύπνου φαίνεται να επηρεάζουν το 50% έως 80% σε ενήλικες ασθενείς με ψυχιατρικά νοσήματα στις Η.Π.Α., όπως για παράδειγμα ασθενείς με αγχώδεις διαταραχή, διπολική διαταραχή και κατάθλιψη.
Ωστόσο, οι μελέτες τόσο σε ενήλικες όσο και σε παιδιά υποδηλώνουν ότι τα προβλήματα ύπνου ενδέχεται να αυξήσουν τον κίνδυνο ακόμη και να συμβάλουν άμεσα στην ανάπτυξη ψυχικών διαταραχών.
Επομένως ένας καλός και ποιοτικός ύπνος διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην καλή λειτουργία του νευρικού και ανοσοποιητικού συστήματος, ευνοεί την ανάπτυξη των γνωστικών λειτουργιών (π.χ. της μνήμης, της μάθησης, της συγκέντρωσης), βοηθά σημαντικά στη λήψη αποφάσεων όπως και στη δημιουργικότητα και τέλος βελτιώνει σημαντικά τη συναισθηματική διάθεση του ατόμου.
Ποιες είναι οι πιο συχνές διαταραχές ύπνου;
- Αϋπνία: Το άτομο δυσκολεύεται να κοιμηθεί, παρότι μπορεί να είναι κουρασμένο, ή κοιμάται αλλά ο ύπνος του δεν είναι συνεχόμενος, ή κοιμάται αλλά ξυπνά πολύ πρωί από μόνο του.
- Υπερυπνία:Το άτομο αδυνατεί να σηκωθεί από το κρεβάτι, καθώς συνεχίζει να νιώθει κούραση και εξάντληση. Επιπλέον, επεισόδια υπνηλίας μπορεί να υπάρχουν κατά τη διάρκεια της ημέρας. Είναι συνήθως το αποτέλεσμα ασταθούς προγράμματος ύπνου ή έλλειψης ύπνου.
- Παραϋπνία: Το άτομο εμφανίζει παράξενες συμπεριφορές κατά τη διάρκεια του ύπνου του (π.χ. να υπνοβατεί, να εμφανίζει ενύπνιο τρόμο ή εφιάλτες).
- Τα αίτια των διαταραχών ύπνου:Οι διαταραχές ύπνου μπορεί να οφείλονται σε κάποιον ή σε συνδυασμό παραγόντων, όπως η προδιάθεση, η κληρονομικότητα, οι σωματικές και ψυχικές ασθένειες και το ψυχοκοινωνικό στρες. Τα βρέφη και τα νήπια με σοβαρά προβλήματα ύπνου έχουν αυξημένες πιθανότητες να παρουσιάζουν ανάλογες δυσκολίες κατά την προσχολική και πρώτη σχολική ηλικία (Zuckerman et al., 1987).
Ποιες είναι οι προτεινόμενες ώρες ύπνου για κάθε ηλικιακή ομάδα;
Οι συνιστώμενες ώρες ύπνου βάσει των νέων οδηγιών που πρόκειται να δημοσιευτούν στην επιθεώρηση Journal of Clinical Sleep Medicine έχουν ως εξής:
– βρέφη 4 έως 12 μηνών: 12-16 ώρες ημερησίως (συμπεριλαμβανομένου του μεσημεριανού ύπνου)
– παιδιά 1 έως 2 ετών: 11-14 ώρες ημερησίως (συμπεριλαμβανομένου του μεσημεριανού ύπνου)
– παιδιά 3 έως 5 ετών: 10-13 ώρες ημερησίως (συμπεριλαμβανομένου του μεσημεριανού ύπνου)
– παιδιά 6 έως 12 ετών: 9-12 ώρες
– έφηβοι 13-18 ωρών: 8-10 ώρες
Η πραγματικότητα όμως είναι ότι αρκετά παιδιά και έφηβοι εκδηλώνουν διαταραχές ύπνου με αποτέλεσμα τη χαμηλή σχολική επίδοση, την εμφάνιση διαταραχών άγχους και διάθεσης (π.χ. γενικευμένη αγχώδης διαταραχή, κατάθλιψη, αυτοκτονικό ιδεασμό) και σε επίπεδο σωματικής υγείας στον αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση καρδιολογικών προβλημάτων.
Τι μπορούν να κάνουν οι γονείς για να εξασφαλίσουν στα παιδιά τους μια καλή ρουτίνα ύπνου;
- Τα παιδιά μαθαίνουν να έχουν καλές ρουτίνες ύπνου από τους γονείς τους.
- Όταν οι γονείς έχουν άγχος για τον ύπνο θα το μεταδώσουν στα παιδιά τους.
- Τήρηση συγκεκριμένης σταθερής ρουτίνας ύπνου που να συμπίπτει με την ώρα που τα παιδιά προσχολικής ηλικίας φυσιολογικά πάνε για ύπνο (περίπου 8:00-8:30). Η ρουτίνα πρέπει να ξεκινάει 20-45 λεπτά πριν από την επιθυμητή ώρα κατάκλισης του παιδιού και να περιλαμβάνει για παράδειγμα το μπάνιο, το άλλαγμα των ρούχων, την αφήγηση του αγαπημένου του παραμυθιού, ίσως και το μεταβατικό του αντικείμενο (π.χ. ένα σεντονάκι ή μια κουβερτούλα).
- Καλό θα ήταν οι γονείς να στέλνουν το παιδί στο κρεβάτι όταν είναι ακόμη ξύπνιο και να αποφεύγουν να το κοιμίζουν στο δικό τους κρεβάτι και να το μεταφέρουν κοιμισμένο στο δωμάτιό του. Όταν το παιδί μάθει να κοιμάται μόνο του στο δικό του κρεβάτι, ελαχιστοποιούνται οι πιθανότητες να ξυπνήσει κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Κλείνοντας, η μείωση των αγχογόνων παραγόντων ιδιαίτερα στο ευρύτερο οικογενειακό περιβάλλον, η ενίσχυση του συναισθήματος της ασφάλειας στο παιδί, η τήρηση ενός σταθερού προγράμματος ύπνου φαίνεται να είναι θετικοί προγνωστικοί δείκτες στην εξασφάλιση επαρκούς και ήσυχου ύπνου.
Στις περιπτώσεις εκείνες που οι διαταραχές του ύπνου εκδηλώνονται με μεγάλη ένταση και αυξημένη συχνότητα, η συμβουλευτική της οικογένειας και οι παρεμβάσεις συμπεριφορικού τύπου από ειδικό ψυχικής υγείας ενδείκνυνται για την αντιμετώπισή τους.
Ιωάννης Κυργιόπουλος
Ψυχολόγος (Msc Σχολικής Ψυχολογίας)
πηγή: https://www.elniplex.com/%cf%84%ce%b1-%ce%bf%cf%86%ce%ad%ce%bb%ce%b7-%cf%84%ce%bf%cf%85-%cf%8d%cf%80%ce%bd%ce%bf%cf%85-%cf%83%cf%84%ce%b7-%cf%88%cf%85%cf%87%ce%b9%ce%ba%ce%ae-%cf%85%ce%b3%ce%b5%ce%af%ce%b1-%cf%84%cf%89%ce%bd/