www.eilia.gr
Διαδραστική ιστοσελίδα για τη διδακτική της λογοτεχνίας, τη δημιουργική γραφή και τη φιλαναγνωσία από τη δρα Ελένη Α. Ηλία
www.eilia.gr
Διαδραστική ιστοσελίδα για τη διδακτική της λογοτεχνίας, τη δημιουργική γραφή και τη φιλαναγνωσία από τη δρα Ελένη Α. Ηλία
Ηλία Ελένη, ΟΤΑΝ ΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΤΟΥ ΕΝΕΡΓΟΥ ΠΟΛΙΤΗ ΑΝΤΙΚΑΘΙΣΤΑ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ ΣΕ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΘΕΑΤΡΙΚΟ ΕΡΓΟ ΝΗΠΙΩΝ,
Πολίτης, Εκπαίδευση και Πολιτική Συμμετοχή. Διαμορφώνοντας ενεργούς πολίτες στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης,
Ηλία Ελένη, Δρ. Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Ε.Κ.Π.Α.
Περίληψη
Η εισήγηση εστιάζει σε έντυπη έκδοση του 2007 με τίτλο «Μια φορά κι έναν καιρό…», η οποία αναφέρεται σε θεατρική παράσταση που πραγματοποιήθηκε σε δημόσιο νηπιαγωγείο της Αττικής. Το συγκεκριμένο θεατρικό έργο συμπεριλάμβανε ατομικά κείμενα νηπίων, που παράχθηκαν με βάση την διδακτική αρχή της φθίνουσας καθοδήγησης, στο πλαίσιο εκπαιδευτικού προγράμματος δημιουργικής γραφής μακράς διάρκειας, με ερέθισμα μεμονωμένους στίχους δημοτικών τραγουδιών. Σύμφωνα με την αφηγηματική υπόθεση του έργου, ο βασιλιάς και η βασίλισσα διεξήγαγαν διαγωνισμό, ώστε να οριστεί ο αξιότερος διάδοχός τους. Ο διαγωνισμός στον οποίο συμμετείχαν όλοι και όλες οι νέοι ως υποψήφιοι για την διαδοχή, περιλάμβανε την ανάπτυξη μιας ιστορίας από τον καθένα, με επίκεντρο έναν διαφορετικό στίχο δημοτικού τραγουδιού. Ο διαγωνισμός δεν είχε νικητή, καθώς διαπιστώθηκε ότι όλοι οι νέοι του τόπου ήταν εξίσου καλοί και έξυπνοι, άρα ικανοί να φροντίσουν οι ίδιοι συλλογικά για την επωφελή διακυβέρνηση του τόπου στο μέλλον.
Λέξεις κλειδιά: Δημιουργική γραφή, νήπια, εκπαιδευτικό πρόγραμμα.
1. Εισαγωγή
Στην παρούσα εισήγηση αναφερόμαστε σε ανοιχτή θεατρική παράσταση μονοθέσιου νηπιαγωγείου της Αττικής και σε αντίστοιχη έντυπη έκδοση, που αναδεικνύουν τις ευφάνταστες, πρωτότυπες ιστορίες των μαθητών του. Πρόκειται για ιστορίες που παράχθηκαν στο πλαίσιο εκπαιδευτικού προγράμματος δημιουργικής γραφής, με ερέθισμα αποκλειστικά στίχους δημοτικών τραγουδιών, καθώς το δημοτικό τραγούδι έχει καταξιωθεί διαχρονικά από την παγκόσμια πνευματική κοινότητα (Πολίτης, 1985). Ο ανώνυμος, αναλφάβητος δημιουργός του, ο οποίος κατοικεί στην ύπαιθρο, εμπνέεται από το φυσικό περιβάλλον και εκφράζει αυθεντικά και εύστοχα την υπαρξιακή αγωνία του, την αγάπη του για τη ζωή, την οδύνη για τον θάνατο (Vitti, 1987). Η προσωπική του συγκίνηση αποδίδεται μέσα από τον λυρισμό, τον μελαγχολικό τόνο, την υπερβολή, την επανάληψη (Μιχαήλ-Δέδε, 1994) και την εμπλοκή του προσωποποιημένου φυσικού κόσμου στα περιστατικά της ζωής και στον ψυχισμό του.
Στην εισήγηση παρουσιάζεται επίσης η διαδικασία μέσα από την οποία οι ατομικές ιστορίες των νηπίων εντάχθηκαν σε ενιαίο κείμενο. Σε αυτό δόθηκε ο τίτλος «Μια φορά κι έναν καιρό…», που συμπίπτει με την στερεοτυπική φράση με την οποία ξεκινούν όλα τα λαϊκά παραμύθια. Το βασικό χαρακτηριστικό των συγκεκριμένων παραμυθιών είναι πως ο κύριος ήρωάς τους κατορθώνει να ευτυχήσει ύστερα από πολλές περιπέτειες, μόνο με την βοήθεια του μαγικού στοιχείου, των εξωτερικών υπερφυσικών δυνάμεων που αναγνωρίζουν τις αρετές του και τον ανταμείβουν για αυτές (Μερακλής, 1986). Ο δε βασιλιάς του παραμυθιού έχει την απόλυτη και αδιαμφισβήτητη εξουσία, αποφασίζει μόνος για όλα στο τεράστιο βασίλειό του (Ζαν, 1996). Στο έργο των νηπίων ωστόσο, οι αφηγηματικοί ήρωες στηρίζονται αποκλειστικά στις δικές τους δυνάμεις και με την αξία τους επιτυγχάνουν την αντικατάσταση του βασιλιά από έναν τύπο διακυβέρνησης όπου συμμετέχουν συλλογικά.
2. Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα δημιουργικής γραφής «Οι Άταχτοι Στίχοι»
2.1. Μεθοδολογία διδακτικής παρέμβασης
Στην συγκεκριμένη παιδαγωγική παρέμβαση απομονώνουμε έναν ή δύο στίχους από δημοτικά τραγούδια της αγάπης, της ξενιτιάς, μοιρολόγια, νανουρίσματα, γνωμικά και κάλαντα, που εμπεριέχονται στην συλλογή του Νικολάου Γ. Πολίτη, Εκλογαί από τα τραγούδια του Ελληνικού Λαού, καθώς είναι η ευρύτερα διαδεδομένη. Προκειμένου οι μεμονωμένοι στίχοι να λειτουργήσουν ως ερέθισμα της φαντασίας των νηπίων, επιλέχθηκαν με κριτήριο την νοηματική αυτοτέλεια και την εικονοπλαστική δύναμη (Μπενέκος, 1981), καθώς ο ρόλος των εικόνων θεωρείται καθοριστικός στην ποίηση και ειδικότερα όταν οι αναγνώστες είναι παιδιά (Καλλέργης, 1995).
Οι στίχοι που αξιοποιούνται στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα, αποκαλούνται «άταχτοι», καθώς έχουν φύγει από τη θέση τους στο δημοτικό τραγούδι (Ηλία, 2008). Με την επιλογή αυτού του επιθετικού προσδιορισμού εξασφαλίζεται το ενδιαφέρον των νηπίων, εφόσον χρησιμοποιούν πολύ συχνά στον λόγο την προσωποποίηση, τα προσελκύει η ροπή προς την σκανταλιά και διακατέχονται από παιγνιώδη διάθεση (Χουιζίνγκα, 1989).
Αφού ο εκπαιδευτικός κάνει την πρώτη απαγγελία των στίχων, τα νήπια τους επαναλαμβάνουν αρκετές φορές ομαδικά με την συνοδεία κρουστών οργάνων, ώστε να εξοικειωθούν με το ιαμβικό μέτρο και να διευκολυνθούν στην αφομοίωσή τους. Στην συνέχεια, παράγουν διαφορετικές, πρωτότυπες ατομικές ιστορίες (Huck, Hepler, & Hickman, 1979) σε σχέση με τους επιλεγμένους στίχους, σύμφωνα με την διδακτική αρχή της φθίνουσας καθοδήγησης, που εφαρμόζεται στα κειμενοκεντρικά μοντέλα διδασκαλίας (Ματσαγγούρας, 2001). Αναλυτικότερα, ο εκπαιδευτικός θέτει αρχικά γενικές ερωτήσεις και στην συνέχεια, όποτε χρειάζεται, προχωρά σε ειδικότερες, διευκρινιστικές (Pascucci & Rossi, 2002), προκειμένου να κατευθύνει το νήπιο στην δόμηση του κειμένου του. Ο αριθμός των ερωτήσεων περιορίζεται με την πάροδο του χρόνου, καθώς αυξάνεται η αφηγηματική ικανότητα του ερωτώμενου νηπίου.
Αν και οι μαθητές στο νηπιαγωγείο δεν είναι κατά κανόνα σε θέση να γράφουν οι ίδιοι, γίνεται λόγος για εκπαιδευτικά προγράμματα δημιουργικής γραφής, καθώς τις ιστορίες που παράγουν, τις καταγράφει ο εκπαιδευτικός. Μετά, δε, την ολοκλήρωση της καταγραφής, ο εκπαιδευτικός διαβάζει στα νήπια τα ατομικά κείμενα που προκύπτουν, για την τελική έγκρισή τους. Τα νήπια γνωρίζουν εκ των προτέρων ότι η ακριβής καταγραφή των κειμένων τους εξυπηρετεί την μελλοντική αξιοποίησή τους σε ανοιχτές θεατρικές παραστάσεις και σε αντίστοιχες εκδόσεις, όπως αυτές που ήδη υπάρχουν στην βιβλιοθήκη της τάξης από ανάλογες δραστηριότητες προηγούμενων ετών (Ηλία 2005, 2006).
Σε μερικές περιπτώσεις όταν οι άταχτοι στίχοι προέρχονται από κάλαντα ή από κλέφτικα τραγούδια, μετά από την αξιοποίησή τους για την παραγωγή των αφηγηματικών κειμένων των νηπίων, παρουσιάζεται ολόκληρο το ποίημα όπου αυτοί περιλαμβάνονται, προκειμένου να συνδυαστεί με την επικαιρότητα, τις γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς ή την επέτειο της 25ης Μαρτίου αντίστοιχα.
2.2. Αποτελέσματα από την διεξαγωγή του προγράμματος
Ενδεικτικά παρατίθενται τέσσερα αφηγηματικά κείμενα διαφορετικών νηπίων, τα οποία ακολουθούν στην εισήγηση τους στίχους από τους οποίους προέκυψαν.
«Το καρτεράει ο δάσκαλος με μια χρυσή βεργούλα,/το καρτεράει η δασκάλισσα με δυο κλωνάρια μόσκο»: Ο δάσκαλος και η δασκάλα ειδοποιούν τον Μικρό Πρίγκιπα (τον ήρωα του βιβλίου του Εξυπερύ), για να πάει στο σχολείο τους. Θέλουν να τον μάθουν να διαβάζει και να γράφει.
«Ακούω τον άνεμο και ηχά με τα βουνά μαλώνει»: Βλέπω απ’ το τζάμι ένα βουνό κι ακούω τον άνεμο. Ο άνεμος λέει στο βουνό: «Κάνε στην άκρη». Το βουνό προσπαθεί γιατί είναι φίλος με τον άνεμο αλλά δεν μπορεί. Συνέχεια ο άνεμος λέει το ίδιο, συνέχεια και το βουνό προσπαθεί, δεν μπορεί όμως με τίποτα. Ο άνεμος θέλει να παραμερίσει το βουνό, για να δει τι υπάρχει από πίσω του. Υπάρχει μια πόλη, που ο άνεμος δεν θα την δει ποτέ. Όμως οι άνθρωποι αυτής της πόλης ανεβαίνουμε στο βουνό, για να παίξουμε με το χιόνι κι εκεί μας βλέπει ο άνεμος. Εγώ έχω πάρει μαζί μου στο βουνό ένα καρότο και δυο κουμπιά, για να τα βάλω για μύτη και μάτια στον χιονάνθρωπο που θα φτιάξουμε με τ’ αδέρφια μου.
«Ποτάμι για λιγόστεψε, ποτάμι γύρνα πίσω»: Το ποτάμι είναι θυμωμένο. Το έχει θυμώσει ο άνεμος, επειδή φυσάει. Κι είναι πολύ ορμητικό. Εκεί κοντά είναι ένα κοριτσάκι που γυρίζει απ’ το σχολείο. Το κοριτσάκι δεν ξέρει από τι έχει θυμώσει το ποτάμι. Προσπαθεί να το ηρεμήσει, τραγουδώντας του χαρούμενα τραγουδάκια. Όταν το κοριτσάκι πηγαίνει στη μαμά του, της λέει: «Πού να στα λέω. Ηρέμησα ένα ποτάμι». Το άλλο μεσημέρι, που γυρίζει απ’ το σχολείο, ρωτάει το ποτάμι αν θέλει να γίνουν φίλοι κι εκείνο απαντάει «ναι». Το κοριτσάκι τού πετά μια μπάλα και το ποτάμι την στέλνει πίσω. Έτσι παίζουν μαζί κάθε μέρα μετά το σχολείο.
«Και στάζουνε τα μάτια μου και τρέχουν μαύρα δάκρυα»: Ο Θεός είναι στην εκκλησία. Είναι πολύς κόσμος εκεί, γιατί κάποιος έχει πεθάνει και γίνεται η κηδεία του. Ο Θεούλης κλαίει για τον πεθαμένο. Οι άνθρωποι που τον βλέπουν, νομίζουν ότι κλαίει, γιατί δεν πήγαν να τον φιλήσουν. Κι έτσι όλοι πηγαίνουν και τον φιλάνε. Μετά την κηδεία ο Θεός πηγαίνει στο σπίτι μιας γιαγιάς, για να μείνει μαζί της. Του αρέσει καλύτερα από την εκκλησία, επειδή βρίσκει φαγητό.
3. Η εξέλιξη του εκπαιδευτικού προγράμματος σε θεατρικό έργο
Τα εκπαιδευτικά προγράμματα δημιουργικής γραφής μακράς διάρκειας που συστηματικά σχεδιάζονται και υλοποιούνται στο νηπιαγωγείο κάθε σχολική χρονιά, είναι πάγια τακτική μετά την ολοκλήρωσή τους να παρουσιάζονται από τα νήπια με τη μορφή ανοιχτών θεατρικών παραστάσεων στη χριστουγεννιάτικη εκδήλωση, καθώς και σε αυτήν κατά τη λήξη του σχολικού έτους. Οι δύο αυτές παραστάσεις που προκύπτουν από την εκπαιδευτική καθημερινότητα και είναι εξ ολοκλήρου δημιούργημα των ίδιων των νηπίων που συμμετέχουν στα αντίστοιχα προγράμματα, συμβάλλουν σημαντικά στο άνοιγμα του σχολείου στην κοινωνία (Γραμματάς, 2014). Επίσης, αποτελούν εξαιρετικά ισχυρό κίνητρο για την ενασχόληση των νηπίων με την δημιουργική γραφή και στις επόμενες σχολικές τάξεις (Ηλία & Ματσαγγούρας, 2006), καθώς καλλιεργούν την δημιουργικότητά τους, τονώνουν την αυτοπεποίθησή τους και προϋποθέτουν την μεταξύ τους συνεργασία. Μέσα από τα κείμενα των νηπίων αναδεικνύονται οι επιδόσεις τους αλλά και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, οι προσδοκίες, οι επιθυμίες και οι εμπειρίες τους.
Στην συνέχεια, αναφέρονται η διαδικασία και τα στάδια από τα οποία προέκυψε η συγκεκριμένη θεατρική παράσταση, με την αξιοποίηση των ιστοριών των νηπίων. Η συμβολή τού «τυχαίου» (Ελύτης, 2009) υπήρξε καθοριστική σε αυτήν την διαδικασία, γεγονός ιδιαίτερα αξιοσημείωτο, εάν ληφθεί υπόψη η σύνθετη φύση των θεατρικών παραστάσεων και η πολλαπλότητα των στόχων που επιδιώκουν (Γραμματάς, 2012).
3.1. Το χαρακτηριστικό αντικείμενο της μεταμφίεσης για τον ρόλο του βασιλιά
Στην δραματοποίηση των παραμυθιών χρησιμοποιούνται συστηματικά διάφορα αντικείμενα μεταμφίεσης, που παραπέμπουν σε συγκεκριμένα αφηγηματικά πρόσωπα (Ηλία, 2003). Κάθε νήπιο επιλέγει κατά την διαδικασία της δραματοποίησης ένα από τα χαρακτηριστικά αντικείμενα, εκφράζοντας έτσι ουσιαστικά την ταύτισή του με τον αντίστοιχο ήρωα (Booth, 1987). Όταν το νήπιο μεταμφιέζεται, φορώντας ή κρατώντας το χαρακτηριστικό αντικείμενο, μιλά σε πρώτο πρόσωπο, ως ο ήρωας δηλαδή που υποδύεται.
Μετά την κατασκευή των αποκριάτικων μασκών από χαρτόνι οντουλέ, έγινε αντιληπτό ότι τα κομμάτια που περίσσεψαν, εάν συρράπτονταν, σχημάτιζαν κορώνες. Οι κορώνες αυτές τοποθετήθηκαν σε ένα κουτί στο μέρος με τα υλικά του θεατρικού παιχνιδιού, για να χρησιμοποιηθούν ως χαρακτηριστικό αντικείμενο για τον ρόλο του βασιλιά κατά την δραματοποίηση των παραμυθιών.
Μέσα από την παρατήρηση των νηπίων κατά την διάρκεια της ελεύθερης απασχόλησης, διαπιστώθηκε ότι οι κορώνες έγιναν αμέσως εξαιρετικά δημοφιλές στοιχείο μεταμφίεσης. Τα νήπια άλλωστε είναι ιδιαίτερα εξοικειωμένα με τον ρόλο του βασιλιά στα παραδοσιακά παραμύθια αλλά και σε ομαδικά παραδοσιακά παιδικά παιχνίδια, όπως “Βασιλιά, βασιλιά με τα 12 σπαθιά! Τι δουλειά;”. Η προτίμηση στις κορώνες από το σύνολο της σχολικής τάξης οδήγησε τον εκπαιδευτικό στην αναζήτηση περισσότερων τρόπων αξιοποίησής τους κατά τις προγραμματισμένες εκπαιδευτικές δραστηριότητες.
3. 2. Ο ρόλος του βασιλιά σε ομαδικό θεατρικό παιχνίδι αξιολόγησης
Ένα πεδίο όπου οι κορώνες ως αντικείμενο μεταμφίεσης χρησιμοποιήθηκαν συστηματικά, ήταν αυτό της αξιολόγησης των μαθητικών επιδόσεων. Προκειμένου δηλαδή να παρατηρηθεί η μαθησιακή πορεία κάθε νηπίου στα διάφορα γνωστικά αντικείμενα (Κασσωτάκης, 2013), επινοήθηκε ένα ομαδικό θεατρικό παιχνίδι έντασης (Μαρούδας, 2017), με κεντρικό πρόσωπο τον βασιλιά.
Σύμφωνα με αυτό, η αξιολόγηση της επίδοσης των νηπίων πραγματοποιείται με την ενεργό συμμετοχή ολόκληρου του τμήματος και χωρίς εμφανή εμπλοκή του εκπαιδευτικού. Έτσι τα νήπια δεν αντιλαμβάνονται ότι εξυπηρετείται ο εκπαιδευτικός στόχος της αξιολόγησης. Συμμετέχοντας καθολικά, με υπέρμετρο ενθουσιασμό και απόλυτη προσήλωση στην διεξαγωγή του θεατρικού παιχνιδιού (Λενακάκης, 2014), προσδοκούν και βιώνουν την απόλαυση που αυτό το παιχνίδι προσφέρει. Καθώς διεκδικούν τον πρωταγωνιστικό ρόλο του βασιλιά και τον υποδύονται διαδοχικά, αυτοαξιολογούνται και ετεροαξιολογούνται αναφορικά με την γλώσσα, τα μαθηματικά και όλα τα υπόλοιπα γνωστικά αντικείμενα (Ντολιοπούλου & Γουργιώτου, 2008). Συνειδητοποιούν ότι προκειμένου να μεταμφιεστούν φορώντας την κορώνα, προϋπόθεση συνιστά η ενεργοποίηση της σκέψης, η χρησιμοποίηση των γνώσεων και των εμπειριών τους. Περιμένοντας την σειρά τους καθισμένα κυκλικά, παρακολουθούν και ελέγχουν την έκβαση τής διαδικασίας.
Αναλυτικότερα, η τύχη καθορίζει ποιο νήπιο θα μεταμφιεστεί πρώτο σε βασιλιά, φορώντας την κορώνα. Στην συνέχεια, το συγκεκριμένο νήπιο που υποδύεται τον βασιλιά, υποβάλλει τον συμμαθητή του που θα επιλέξει, σε μια δοκιμασία που περιλαμβάνει καρτέλες, όπου αναγράφονται αριθμοί ή λέξεις. Για παράδειγμα, ο βασιλιάς μπορεί να δείξει την καρτέλα με τον αριθμό «9» και να ζητήσει να του προσκομίσουν τόσα άγρια ζώα ή κόκκινα τρίγωνα ή καλοκαιρινά φρούτα. Ο συμμαθητής φροντίζει να εκπληρώσει την επιθυμία τού βασιλιά, προσκομίζοντας τα αντίστοιχα αντικείμενα από τις γωνιές του ελεύθερου παιχνιδιού, προκειμένου στη συνέχεια να φορέσει εκείνος την κορώνα, που ο βασιλιάς θα του παραδώσει. Το νήπιο που έχει μόλις παραδώσει την κορώνα, αφού επιστρέψει στην θέση τους τα αντικείμενα που χρησιμοποίησε ο συμμαθητής του, συνεχίζει να παρακολουθεί ενεργά το παιχνίδι μέχρι την ολοκλήρωσή του όταν όλα τα νήπια του τμήματος θα έχουν υποδυθεί τον ρόλο του βασιλιά. Εάν κάποιο νήπιο δυσκολεύεται είτε από την θέση του βασιλιά να ελέγξει κατά πόσο ο συμμαθητής του επέτυχε στην δοκιμασία που τον υπέβαλε, είτε από την θέση του υποβαλλόμενου στην δοκιμασία συμμαθητή να ανταποκριθεί σωστά, η ίδια η ομάδα των συμμαθητών είναι που το κατευθύνει, προκειμένου η διαδικασία να προχωρήσει ομαλά.
3.3. Ο ρόλος του βασιλιά στο θεατρικό έργο
Οι ιστορίες που είχαν παραχθεί από τα νήπια στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα των άταχτων στίχων, συμπεριλήφθηκαν για την μέγιστη αξιοποίησή τους σε ένα παραμύθι, σύμφωνα με την αφηγηματική υπόθεση του οποίου ο βασιλιάς και η βασίλισσα κάποιου τόπου αναζητούσαν τον καταλληλότερο διάδοχό τους. Τα δύο νήπια που στην αντίστοιχη θεατρική παράσταση υποδύονταν τους ρόλους του βασιλιά και της βασίλισσας, εμφανίστηκαν να διαφωνούν μεταξύ τους για το αν η σωματική δύναμη ή η ομορφιά θα έπρεπε να αποτελέσει το κριτήριο για την επιλογή διαδόχου. Συγκάλεσαν τότε το συμβούλιο των σοφών, που απαρτιζόταν από πέντε άλλα νήπια, για να τους δώσουν την λύση. Εκείνοι υπέδειξαν το είδος της δοκιμασίας για την αναζήτηση του διαδόχου. Οι σοφοί θα απάγγελαν στίχους και τα δεκαέξι νήπια που υποδύονταν τους υποψήφιους νέους για την διαδοχή, θα ανέπτυσσαν διαδοχικά τις σχετικές ιστορίες τους. Οι σοφοί αιτιολόγησαν μάλιστα την πρόταση για χρησιμοποίηση αποκλειστικά στίχων δημοτικών τραγουδιών, αναφέροντας πως ο λαός που δημιούργησε αυτούς τους στίχους είναι σοφότερος από τους ίδιους και οι στίχοι του είναι σπουδαίοι.
Μέσα από τις ιστορίες που ανέπτυξαν οι νεαροί υποψήφιοι, προέκυψαν ωστόσο ως κοινά χαρακτηριστικά τους η καλοσύνη και η ευφυία. Εφόσον οι σοφοί οδηγήθηκαν στο συμπέρασμα ότι οι υποψήφιοι είναι όλοι ισάξιοι και κατά συνέπεια κατάλληλοι να κυβερνήσουν, δεν ορίστηκε κάποιος διάδοχος, γιατί το μέλλον του τόπου θεωρήθηκε εξασφαλισμένο στην περίπτωση που οι πολίτες θα έπαιρναν συλλογικές αποφάσεις. Στο τέλος γιόρτασαν όλοι μαζί το νέο μοντέλο διακυβέρνησης του τόπου τους.
4. Η έντυπη έκδοση με τίτλο «Μια φορά κι έναν καιρό…»
Ολόκληρο το θεατρικό έργο περιλαμβάνεται σε χαρτόδετη έκδοση είκοσι οχτώ σελίδων. Ο τίτλος «Μια φορά κι έναν καιρό…» (Ηλία, 2007), που αναγράφεται στο εικονογραφημένο εξώφυλλο, δηλώνει ότι πρόκειται για παραμύθι. Στην έντυπη έκδοση προηγείται πρόλογος και ακολουθεί εισαγωγή που απευθύνεται σε ενήλικους αναγνώστες, εκπαιδευτικούς, γονείς και φοιτητές. Εδώ παρουσιάζεται το εκπαιδευτικό πρόγραμμα από το οποίο προέκυψαν οι ιστορίες των νηπίων, καθώς και τα πλήρη ονόματά τους. Στην συνέχεια περιλαμβάνεται ένα ακόμη σύντομο εισαγωγικό κείμενο, που απευθύνεται στο παιδικό αναγνωστικό κοινό, για το οποίο προορίζεται κυρίως η συγκεκριμένη έκδοση. Το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου αυτού επαναλαμβάνεται στο οπισθόφυλλο. Μετά από κάθε στίχο τον οποίο οι σοφοί απαγγέλλουν, προκειμένου να ακολουθήσει η σχετική ιστορία από τους υποψηφίους, αναφέρεται η σελίδα που αυτός μπορεί να εντοπιστεί στο βιβλίο του Νικολάου Γ. Πολίτη (1998). Επίσης, η κάθε ιστορία ακολουθείται από τα αρχικά τού νηπίου-δημιουργού της.
Η έκδοση με ISBN 978-960-88684-4-1 έγινε το 2007, χρονιά κατά την οποία ολοκληρώθηκε το εκπαιδευτικό πρόγραμμα και παρουσιάστηκε η αντίστοιχη θεατρική παράσταση. Εκδότης είναι το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου στον οποίο βρίσκεται το νηπιαγωγείο, όπου το πρόγραμμα και η παράσταση πραγματοποιήθηκαν. Η έκδοση είναι εικονογραφημένη με εφτά έγχρωμες φωτογραφίες. Στις τέσσερεις από αυτές απεικονίζονται τα νήπια, φορώντας όλα κορώνες. Στις υπόλοιπες τρεις φωτογραφίες το σύνολο των νηπίων κρατούν πλακάτ, στο καθένα από τα οποία αναγράφονται διαφορετικοί στίχοι δημοτικών τραγουδιών, που αποτέλεσαν το ερέθισμα για τις ιστορίες που παράχθηκαν.
Η έκδοση διανεμήθηκε δωρεάν στους μαθητές των Δημοτικών Σχολείων του συγκεκριμένου δήμου.
5. Συζήτηση
Η κορώνα συνιστά ένα εξαιρετικά εύγλωττο και λειτουργικό σύμβολο κατά την εκπαιδευτική διαδικασία. Η ποικιλότροπη αξιοποίησή της προσφέρει ιδιαίτερη ικανοποίηση στους μαθητές, που αναζητούν ευκαιρίες να παίξουν με αυτήν. Στο ομαδικό θεατρικό παιχνίδι τα νήπια την φορούν διαδοχικά, για να υποδυθούν τον ρόλο του βασιλιά, ο οποίος εδώ είναι εφήμερος.
Κατά τη διεξαγωγή του εκπαιδευτικού προγράμματος των άταχτων στίχων κάθε νήπιο που έχει ολοκληρώσει την αφήγησή του ως υποψήφιος, φορά την κορώνα καθώς παρακολουθεί τις επόμενες αφηγήσεις των συμμαθητών του. Πρόκειται για μία επιβράβευση για την συμμετοχή στην δραστηριότητα, ωστόσο παράλληλα η κορώνα εδώ βοηθά να εντοπίζονται ποιοι έχουν ήδη παρουσιάσει τις ιστορίες τους και ποιοι θα ακολουθήσουν.
Στην θεατρική παράσταση ενώ αρχικά φορούν την κορώνα το κορίτσι και το αγόρι που υποδύονται το βασιλικό ζευγάρι, στο τέλος την φορούν ταυτόχρονα όλοι οι υποψήφιοι που διαγωνίστηκαν για την διαδοχή. Στην περίπτωση αυτή η κορώνα συμβολίζει τους ενεργούς πολίτες, που αποφασίζουν συλλογικά για την διακυβέρνηση του τόπου και έχουν όλοι εξίσου την προοπτική να την αναλάβουν οι ίδιοι. Οπότε, στην έντυπη έκδοση όλα τα νήπια φορούν επίσης κορώνες στις ομαδικές φωτογραφίες.
6. Συμπεράσματα
Ο ενεργός μαθητής που αρχικά αφηγήθηκε μια ιστορία στην τάξη του σύμφωνα με την αφηγηματική υπόθεση του συλλογικού θεατρικού έργου, υποδύθηκε τον ενεργό πολίτη, που με αυτήν την ιστορία που δημιούργησε, διεκδικούσε έναν σημαντικό ρόλο στο πολιτικό γίγνεσθαι. Η μετάβαση στον νέο τύπο διακυβέρνησης όπου ενεργοί πολίτες θα αναλάμβαναν συλλογικά την ευθύνη για το μέλλον του τόπου τους, αποτέλεσε ένα ισχυρό βίωμα για τους συμμετέχοντες στην παράσταση μαθητές. Επιπλέον, τόσο η παράσταση όσο και η έκδοση, συνέβαλαν στην διάχυση στην μαθητική κοινότητα του συγκεκριμένου μοντέλου του ενεργού πολίτη.
Μέσα από αυτό το θεατρικό έργο δεν πραγματοποιήθηκε μόνο η αποδόμηση του βασιλιά του παραμυθιού, με την αντικατάστασή του από τους ενεργούς πολίτες. Ταυτόχρονα συνέβη και η αποδόμηση του συμβουλίου των σοφών που καθοδηγούσε το βασιλιά να κυβερνά, όταν οι ίδιοι οι σοφοί δήλωσαν πως ο λαός είναι σοφότερος από αυτούς, όπως προκύπτει από τα δημοτικά τραγούδια που έχει δημιουργήσει. Οπότε εδώ γίνεται αβίαστα αντιληπτή η συμβολή του συνόλου των ανώνυμων μέσων ανθρώπων στην κοινωνική, πολιτική και πολιτιστική εξέλιξη.
Η προσέγγιση του σχολείου με το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον κατά την πραγματοποίηση της παράστασης, καθώς αποσκοπούσε ειδικότερα στην ανάδειξη της δημιουργικής σκέψης των μαθητών, διευκόλυνε την επικοινωνία μεταξύ των διαφορετικών γενεών, παρέχοντας σε όλους αισιοδοξία και ασφάλεια.
Ιδιαίτερη μνεία θα άξιζε να γίνει στην υπευθυνότητα που εμφάνισαν τα νήπια κατά την συμμετοχή τους στις διάφορες φάσεις της εκπαιδευτικής δραστηριότητας. Συγκεκριμένα, φρόντιζαν για την πιστή απόδοση της σκέψης τους και ενδιαφέρονταν για την ακριβή καταγραφή της. Η δε συνεργασία τους στις πρόβες για την ανοιχτή θεατρική παράσταση ήταν άψογη και ο ενθουσιασμός και η απόλαυσή τους κατά την πραγματοποίησή της, καταφανής.
Η συμμετοχή των νηπίων στην διεξαγωγή του εκπαιδευτικού προγράμματος δημιουργικής γραφής ήταν καθολική και παρέμεινε ενθουσιώδης σε όλη την διάρκειά του. Ως προς την αποτελεσματικότητα των στίχων των δημοτικών τραγουδιών να διεγείρουν την φαντασία των νηπίων, είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι επέμεναν όλα τα νήπια να παράγουν ατομικές ιστορίες για κάθε διαφορετικό στίχο που παρουσιαζόταν, με συνέπεια την χρονική παράταση του προγράμματος πολύ πέραν του αρχικού σχεδιασμού. Τόσο η ανταπόκρισή τους όσο και η ποιότητα των παραγόμενων ιστοριών τους επιβεβαιώνουν ασφαλώς την διαχρονική αξία των στίχων αυτών.
Τα παραγόμενα από τους μαθητές αφηγηματικά κείμενα αξιοποιήθηκαν πλήρως τόσο κατά την θεατρική παράσταση όσο και στην αντίστοιχη αυτοτελή έκδοση, που αποτέλεσαν τα πλαίσια παρουσίασής τους. Πρόκειται για εκπαιδευτική επιλογή που πρόσφερε στα νήπια απόλαυση και αυτοπεποίθηση. Η εμπειρία της συμμετοχής τους στην παραπάνω συλλογική δραστηριότητα θέτει τα θεμέλια για την από μέρους τους συνεχή εκδήλωση της δημιουργικότητάς τους.
Η διδακτική παρέμβαση που παρουσιάστηκε, αποδείχθηκε ιδιαίτερα αποτελεσματική ως προς το να συνειδητοποιήσουν τα νήπια ότι ο γραπτός λόγος αναπαριστά πιστά τον προφορικό και ότι παρέχει την δυνατότητα να καταγράφουν τις σκέψεις τους και να επικοινωνούν με περισσότερους ανθρώπους. Επίσης, συνέβαλε ουσιαστικά στην βελτίωση της γλωσσικής έκφρασης των νηπίων, ακριβέστερα, στην ανάπτυξη της ικανότητάς τους να παράγουν ευφάνταστες ιστορίες με συνεκτικό νόημα.
Βιβλιογραφία (Βιβλιογραφικές αναφορές)
Ελληνόγλωσση
Γραμματάς, Θ. (2012) Η σχολική θεατρική παράσταση. Οδηγός για εκπαιδευτικούς (Πρωτοβάθμια εκπαίδευση). Αθήνα: Διάδραση.
Γραμματάς, Θ. (2014). Το θέατρο στην εκπαίδευση. Καλλιτεχνική έκφραση και παιδαγωγία. Αθήνα: Διάδραση.
Ελύτης, Ο. (2009). Ανοιχτά Χαρτιά, Αθήνα: Ίκαρος.
Ζαν, Ζ. (1996). Η δύναμη των παραμυθιών, μτφρ. Μ. Τζαφεροπούλου. Αθήνα: Καστανιώτης.
Ηλία, Ε. και Ματσαγγούρας Η. (2006). Από το παιχνίδι στο λόγο: Παραγωγή παιδικών κειμένων μέσα από παιγνιώδεις δραστηριότητες. Στο Π. Παπούλια-Τζελέπη, Α. Φτερνιάτη, Κ. Θηβαίος (επιμ.), Έρευνα και Πρακτική του Γραμματισμού στην Ελληνική Κοινωνία. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, σ.σ. 307-317.
Ηλία, Ε. (2007). Μια φορά κι έναν καιρό… Πνευματικό Κέντρο Δήμου Ασπροπύργου.
Ηλία, Ε. (2008). Παίζοντας με τους άταχτους στίχους. Η συμβολή ενός εφαρμοσμένου προγράμματος δημοτικής ποίησης στη γλωσσική ανάπτυξη, Διαδρομές, 91, σ.σ. 28-52.
Ηλία, Ε. (2006). Παιχνίδια με τον Μικρό Πρίγκιπα του Εξυπερύ. Πνευματικό Κέντρο Δήμου Ασπροπύργου.
Ηλία, Ε. (2005). Ταξίδια στον Ωκεανό της Φαντασίας με μύθους και παραμύθια. Πνευματικό Κέντρο Δήμου Ασπροπύργου.
Καλλέργης, H. (1995). Προσεγγίσεις στην Παιδική Λογοτεχνία. Αθήνα: Καστανιώτης.
Κασσωτάκης, Μ. (2013). Η αξιολόγηση της επιδόσεως των μαθητών. Θεωρητικές προσεγγίσεις και πρακτικές εφαρμογές. Αθήνα: Γρηγόρης.
Λενακάκης, Α. (2014). Ο θεατροπαιδαγωγός: Το προφίλ ενός καινοτόμου εκπαιδευτικού. Στο Θ. Γραμματάς, Το θέατρο στην εκπαίδευση: Καλλιτεχνική έκφραση και παιδαγωγία. Αθήνα: Διάδραση, σ.σ. 172-215.
Μαρούδας, Η. (2017). Το θεατρικό παιχνίδι ως εργαλείο βελτίωσης των σχέσεων μεταξύ των μαθητών. Βόλος: Κοντύλι.
Ματσαγγούρας, Η. (2001). Η Σχολική Τάξη. Κειμενοκεντρική Προσέγγιση του γραπτού λόγου. Β΄ Αθήνα.
Μερακλής, Μ. (1986), Το παραμύθι και το παιδαγωγικό του περιεχόμενο, Διαδρομές, 2, σ.σ. 88-90.
Μιχαήλ-Δέδε, Μ. (1994). Το Αποτροπιαστικό Α-λογικό στο Ελληνικό Δημοτικό Τραγούδι. Ιωάννινα: Ηπειρωτική Εστία.
Μπενέκος, Α. (1981). Ζαχαρίας Παπαντωνίου: Ένας σταθμός στην Παιδική Λογοτεχνία. Αθήνα: Δίπτυχο.
Ντολιοπούλου Ε. και Γουργιώτου Ε. (2008). Η αξιολόγηση στην εκπαίδευση. Αθήνα: Gutenberg.
Pascucci, M. και Rossi, F. (2002). Όχι μόνο γραφέας, Γέφυρες, 6, σ.σ. 16-23.
Πολίτης, Λ. (1985). Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης.
Πολίτης, Ν. (1998). Δημοτικά Τραγούδια. Εκλογαί από τα τραγούδια του Ελληνικού Λαού. Αθήνα.
Χουιζίνγκα, Γ. (1989). Ο άνθρωπος και το παιχνίδι, μτφρ. Σ. Ροζάκης – Γ. Λυκιαρδόπουλος. Αθήνα: Γνώση.
Vitti, Μ. (1987). Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Αθήνα: Οδυσσέας.
Ξενόγλωσση
Booth, W. (1987). The Rhetoric of Fiction. Middlesex: Penguin Books.
Huck, C., Hepler, S. and Hickman, J. (1979). Children’s Literature in the Elementary School. Austin: Holt, Rinehart, and Winston.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ…
(Σκηνή 1η)
Βασίλισσα: Τι σου συμβαίνει; Τον τελευταίο καιρό σε βλέπω λυπημένο.
Βασιλιάς: Είμαι σκεφτικός. Ξέρεις πόσο αγαπάω τον τόπο μας.
Βασίλισσα: Μα πάντα κάνουμε το καλύτερο γι’ αυτόν.
Βασιλιάς: Όμως τι θα γίνει αν αρρωστήσουμε; Αρχίσαμε να γερνάμε. Ποιος θα κυβερνήσει τότε;
Βασίλισσα: Εγώ λέω να βρούμε ένα πανέμορφο κορίτσι. Θυμάσαι πώς ήμουνα εγώ όταν ανεβήκαμε στο θρόνο; Όλοι με θαύμαζαν για την ομορφιά μου και γι’ αυτό με αγαπούσαν και με υπάκουαν.
Βασιλιάς: Εγώ πάλι σκέφτομαι να διαλέξουμε το πιο δυνατό αγόρι. Όλοι θα τον φοβούνται και θα τον ακολουθούν, όπως γίνεται και με μένα.
Βασίλισσα: Ένα όμορφο κορίτσι αξίζει περισσότερο.
Βασιλιάς Όχι ! Ένα δυνατό αγόρι είναι ό, τι χρειάζεται για το θρόνο.
Βασίλισσα: Αντί να μαλώνουμε μεταξύ μας, ας ρωτήσουμε τους σοφούς.
Βασιλιάς: Πάντα το συμβούλιο των σοφών δίνει την καλύτερη λύση.
(Σκηνή 2η)
Σοφοσ 1 : Πέστε μας πώς μπορούμε να βοηθήσουμε αυτή τη φορά;
Βασιλιάς: Θέλουμε να μάθουμε ποιος είναι πιο άξιος να κυβερνήσει
τον τόπο μετά από μας. Το πιο δυνατό αγόρι;
Βασίλισσα: Ή το πιο όμορφο κορίτσι;
Σοφοσ 2: Κι εσείς είστε όμορφοι και δυνατοί, αλλά ρωτάτε εμάς για ν’
αποφασίσετε.
Βασίλισσα: Τι πρέπει να γίνει λοιπόν;
Σοφοο 3: Για να προοδεύει ο τόπος, χρειάζεται να τον κυβερνάμε με
καλοσύνη και εξυπνάδα.
Βασίλισσα: Κι η ομορφιά δεν χρειάζεται;
Σοφοσ 1: Η καλοσύνη είναι η πιο λαμπερή, η πιο αληθινή ομορφιά. Φωτίζει τα μάτια και κάνει τα πρόσωπα χαμογελαστά. Κι ούτε χάνεται με τα χρόνια. Ψάξτε για την ομορφιά της ψυχής και θα έχετε κάνει τη σωστότερη εκλογή.
Βασιλιάς: Ούτε η δύναμη χρειάζεται;
Σοφοσ 2: Η μεγαλύτερη δύναμη είναι η δύναμη του μυαλού. Αυτή καταφέρνει όσα δεν μπορούν τα πιο δυνατά χέρια και τα πιο δυνατά πόδια όλου του κόσμου. Αν θέλετε λοιπόν έναν αρχηγό πραγματικά δυνατό, πρέπει να διαλέξετε έναν πολύ έξυπνο άνθρωπο.
Βασιλιάς: Πώς όμως θα βρούμε κάποιον να είναι και καλός και έξυπνος;
Σοφοσ 3: Και σε αυτό υπάρχει απάντηση. Θα καλέσουμε να διαγωνιστούν όλους τους νέους που νομίζουν ότι μπορούν ν’ αναλάβουν την αρχηγία.
Βασίλισσα: Και σε τι θα διαγωνιστούν;
Σοφοσ 3: Θα διαγωνιστούν στις ιστορίες. Θα απαγγείλουμε τους ομορφότερους στίχους από τα τραγούδια του λαού, γιατί ο λαός είναι σοφότερος από μας και τα τραγούδια του είναι σπουδαία.
Σοφοσ 1: Μ’ αυτούς τους στίχους θα ξυπνάμε τη φαντασία των νέων, για να φτιάξουν μια σχετική ιστορία.
Σοφοσ 2: Μετά εμείς όλοι μαζί θα κρίνουμε την ψυχή και το μυαλό που κρύβεται μέσα στην ιστορία.
Σοφοσ 3: Ας ετοιμαστούμε για να δεχθούμε τους υποψήφιους.
(Σκηνή 3η)
Προσέρχονται οι υποψήφιοι.
Σοφός 1: Σας καλωσορίζουμε και σας ευχόμαστε καλή επιτυχία.
Σοφός 2: Προσπαθήστε να αφηγηθείτε μια πρωτότυπη ιστορία για τους στίχους που ακούτε.
Σοφός 3: «Η στράτα ρόδα γέμισε κι η εκκλησιά το μόσκο κι από το μόσκο τον πολύ οι τοίχοι ραγιστήκαν» (σ.199).
Υποφήφιος 1: Ένα κοριτσάκι μυρίζει τα λουλουδάκια που έχουν βάλει στην εικόνα του Χριστούλη και κάνει μια ευχή. Να ζωντανέψει ο Χριστούλης, για να τα μυρίσει κι αυτός.
Σοφός 1:«Το καρτεράει ο δάσκαλος με μια χρυσή βεργούλα, το καρτεράει η δασκάλισσα με δυο κλωνάρια μόσκο» (σ.193).
Υποψήφιος 2: Ο δάσκαλος και η δασκάλα ειδοποιούν το Μικρό Πρίγκιπα (τον ήρωα του βιβλίου του Εξυπερύ), για να πάει στο σχολείο τους. Θέλουν να τον μάθουν να διαβάζει και να γράφει.
Σοφός 2: «Φύσα βοριά, φύσα θρακιά, για ν’ αγριέψει η λίμνη» (σ.10).
Υποψήφιος 3: Σ‘ ένα σχολείο διαβάζουν τα παιδιά το μάθημα τους. Στην ώρα του φαγητού έφαγαν όλα τα παιδιά εκτός απ‘ το Μιχάλη. Το μεσημέρι πήγε η μαμά του να τον πάρει. Τον πήγε στο σπίτι, που ήταν δίπλα σε μια λίμνη πολύ αγριεμένη, επειδή φυσούσε αέρας. Κι η μαμά του είπε να κάνουν μια βόλτα με βαρκούλα στη λίμνη. Δεν φοβήθηκαν το κύμα, γιατί ήξεραν πολύ καλά να του ξεφεύγουν. Του Μιχάλη του άρεσε πολύ και είπε στη μαμά να ξαναπάνε κάποια μέρα που δεν θα έχει σχολείο. Κι όταν γύρισαν στο σπίτι, ο Μιχάλης είχε πεινάσει και άδειασε όλο του το πιάτο.
Σοφός 3: «Ακούω τον άνεμο και ηχά με τα βουνά μαλώνει» (σ.67).
Υποψήφιος 4: Βλέπω απ‘ το τζάμι ένα βουνό κι ακούω τον άνεμο. Ο άνεμος λέει στο βουνό: «Κάνε στην άκρη». Ενώ το βουνό προσπαθεί γιατί είναι φίλος με τον άνεμο, δεν μπορεί να μετακινηθεί. Συνέχεια ο άνεμος λέει το ίδιο, συνέχεια και το βουνό προσπαθεί αλλά δεν μπορεί με τίποτα. Ο άνεμος θέλει να παραμερίσει το βουνό, για να δει τι υπάρχει από πίσω του. Υπάρχει μια πόλη, που ο άνεμος δεν θα την δει ποτέ. Όμως οι άνθρωποι αυτής της πόλης ανεβαίνουμε στο βουνό, για να παίξουμε με το χιόνι κι εκεί μας βλέπει ο άνεμος. Κι εγώ έχω πάρει μαζί μου στο βουνό ένα καρότο και δυο κουμπιά, για να τα βάλω για μύτη και μάτια στο χιονάνθρωπο που θα φτιάξουμε με τ‘ αδέρφια μου.
Σοφός 1: «Να ‘χα τα βράχια αδέρφια μου τα δέντρα συγγενάδια, να με κοιμάν οι πέρδικες να με ξυπνάν τ‘ αηδόνια» (σ.31).
Υποψήφιος 5 : Σ‘ ένα σπίτι στο βουνό ζουν κάποιοι ληστές. Είχαν κλέψει κάτι από έναν καλό άνθρωπο κι αυτός ακολούθησε τα ίχνη τους και τους ανακάλυψε πού βρίσκονται. Οι ληστές τότε τον σκότωσαν, για να μην τους προδώσει. Και το παιδάκι του αργούσε πολύ να πάει σχολείο, γιατί πήγαινε στον τάφο του μπαμπά του κι άναβε το καντήλι. Κι εκεί είδε ένα αηδόνι που του είπε: «Μην ανησυχείς, ο μπαμπάς σου θα ξαναγυρίσει».
Σοφός 2: «Κι ακούω μιας πέρδικας λαλιά, μιας αηδονολαλούσας» (σ.68).
Υποψήφιος 6: Βλέπω μια πέρδικα που είναι μόνη της στο δάσος και κοιμάται, γιατί έχει νυχτώσει κι είναι κουρασμένη. Είχε πετάξει για πολλή ώρα κι είχε πάει πολύ μακριά. Είχε πάει στο σπίτι ενός κοριτσιού και κελαηδούσε πολύ ωραία αλλά το κοριτσάκι δεν την άκουσε, γιατί είχε πάει στο δάσος της πέρδικας, για να την βρει. Κι όταν γύρισε η πέρδικα στο δάσος, άκουσε τη φωνή του κοριτσιού, που τη φώναζε. Συναντήθηκαν και κανόνισαν να βρεθούν και το άλλο πρωί στο σπίτι του κοριτσιού. Και μετά η πέρδικα κοιμήθηκε στη φωλιά της και το κοριτσάκι στο κρεβάτι του.
Σοφός 3: «Ποτάμι για λιγόστεψε, ποτάμι γύρνα πίσω» (σ.52).
Υποψήφιος 7 : Βλέπω το ποτάμι που είναι θυμωμένο. Το έχει θυμώσει ο άνεμος, επειδή φυσάει. Κι είναι πολύ ορμητικό. Εκεί κοντά είναι ένα κοριτσάκι που γυρίζει απ‘ το σχολείο. Το κοριτσάκι δεν ξέρει από τι έχει θυμώσει το ποτάμι κι αναρωτιέται. Προσπάθησε να το ηρεμήσει, τραγουδώντας του χαρούμενα τραγουδάκια. Το ποτάμι ηρέμησε. Κι όταν πήγε στη μαμά του, της είπε: «Πού να στα λέω. Ηρέμησα ένα ποτάμι». Το άλλο μεσημέρι, που γύριζε απ‘ το σχολείο, ρώτησε το ποτάμι αν θέλει να γίνουν φίλοι κι εκείνο είπε «ναι». Το κοριτσάκι του πετούσε μια μπάλα και το ποτάμι την έστελνε πίσω. Έτσι έπαιζαν μαζί κάθε μέρα μετά το σχολείο.
Σοφός 1: «Πέφτουν τα βόλια σαν βροχή και τα βουνά βογγάνε» (σ.55).
Υποψήφιος 8: Πέφτουν σφαίρες σ’ ένα σπίτι που μένει μια γριούλα. Πυροβολείένας κακός, που θέλει να τη σκοτώσει, γιατί δεν αγαπά τους ανθρώπους. Αποφασίζει ποιο σπίτι θα χτυπήσει, σύμφωνα με τους αριθμούς. Χτυπάει δυο σπίτια κάθε μέρα. Κάποτε τον έπιασαν οι αστυνόμοι, αφού όμως είχε σκοτώσει τη γριούλα. Τον έβαλαν φυλακή αλλά δραπέτευσε. Είχε λέιζερ στα μάτια και έκοψε τα σίδερα. Σκότωσε τους αστυνόμους, άνοιξε τα φτερά του και πέταξε για μια μακρινή ήπειρο. Δεν έχει καταφέρει ποτέ να τον νικήσει κανείς. Αυτός είναι ρομπότ, που το έχει προγραμματίσει μια κακιά γυναίκα. Κάποτε όμως ένας οδηγός που δεν έβλεπε καλά, πάτησε με το φορτηγό του και τη γυναίκα και το ρομπότ. Και η αστυνομία του είπε: «Καλά έκανες».
Σοφός 2: «Κι ακούω τα δέντρα και βογγούν και τις οξιές και τρίζουν» (σ. 50).
Υποψήφιος 9 : Ένα κοριτσάκι το παίρνει ο αέρας και το πηγαίνει στο δάσος. Εκεί όλα τα δέντρα έχουν βγάλει φρούτα. Το κοριτσάκι σκαρφαλώνει σ’ ένα δέντρο. Έρχεται μια πεταλούδα και το κοριτσάκι θέλει να την πιάσει. Όταν όμως πάει να την πιάσει, αυτή χάνεται. Μετά κατεβαίνει από το δέντρο και τριγυρνά στο δάσος. Βρίσκει στο δρόμο του μια κακιά μάγισσα. Το κοριτσάκι νομίζει ότι είναι η καλή νεράιδα και πηγαίνει κοντά της. Αυτή το παίρνει και το πηγαίνει στο σπίτι της. Κι όπου περνούν, τα δέντρα βογγούν, γιατί τα μαγεύει η μάγισσα. Όμως το κοριτσάκι δεν μπορεί να τ‘ ακούσει. Όταν φτάνει στο σπίτι της μάγισσας, το κοριτσάκι καταλαβαίνει ποια είναι, γιατί βλέπει τα μαγικά της. Κάθε βράδυ η μάγισσα μεταμορφώνεται κι όλα τα ζώα τρέχουν να ξεφύγουν. Κι όταν η μάγισσα αποκοιμιέται, το κοριτσάκι ακολουθεί τα ίχνη που είχαν αφήσει πηγαίνοντας. Μόλις βγαίνει απ‘ το δάσος, ο αέρας το πηγαίνει πίσω στο σπίτι του.
Σοφός 3: «Κοιμούνται στα δασά κλαριά
και στους παχιούς τους ίσκιους» (σ.39).
Υποψήφιος 10 : Βλέπω ένα σπίτι που δίπλα του υπάρχει ένα δέντρο. Οι άνθρωποι που μένουν εκεί, αποφασίζουν να πάνε στην παραλία αλλά όταν μπαίνουν στο αμάξι, ξεχνάνε πού ήθελαν να πάνε και πηγαίνουν κάπου αλλού. Ανοίγουν τις ομπρέλες για τον ήλιο, αλλά όταν φεύγουν, τις ξεχνάνε εκεί. Τις βρίσκει κάποιος και τις βγάζει απ’ την άμμο, για να τις πάρει ο αέρας. Κι ο αέρας τις πηγαίνει μέσα στη θάλασσα και τις χαλάνε τα ψάρια. Μόλις αυτοί που έχουν τις ομπρέλες κατάλαβαν ότι τις έχουν ξεχάσει, πηγαίνουν να τις βρουν και δεν βρίσκουν καμιά. Φεύγουν και δεν ξαναπηγαίνουν ποτέ πια στη θάλασσα. Όταν γυρίζουν στο σπίτι, λείπουν όλα τους τα πράγματα, έχουν μπει κλέφτες με σακούλες και το έχουν αδειάσει. Ψάχνουν, αλλά δεν βρίσκουν ποτέ τα πράγματα τους.
Σοφός 1: «Και στάζουνε τα μάτια μου και τρέχουν μαύρα δάκρυα» (σ.20).
Υποψήφιος 11: Ο Θεός είναι στην εκκλησία. Είναι πολύς κόσμος εκεί, γιατί κάποιος έχει πεθάνει και γίνεται η κηδεία του. Ο Θεούλης κλαίει για τον πεθαμένο. Οι άνθρωποι που τον βλέπουν, νομίζουν ότι κλαίει, γιατί δεν πήγαν να τον φιλήσουν. Κι έτσι όλοι πηγαίνουν και τον φιλάνε. Μετά την κηδεία ο Θεός πηγαίνει στο σπίτι μιας γιαγιάς, για να μείνει μαζί της. Του αρέσει καλύτερα από την εκκλησία, επειδή βρίσκει φαγητό να τρώει.
Σοφός 2: «Ο κούκος φέτος δε λαλεί ούτε και θα λαλήσει» (σ.22).
Υποψήφιος 12: Βλέπω μια γυναίκα που έχει μια καλύβα στη θάλασσα και κοιτάζει τα πουλιά. Είναι κι ένας κούκος μαζί τους, που του αρέσει καλύτερα εκεί απ‘ το βουνό. Και ξαφνικά, μια φορά σταμάτησε να κελαηδάει, γιατί ήρθαν κάποιοι αετοί. Τρόμαξε κι έφυγε πετώντας. Κι οι αετοί τον κυνήγησαν, αλλά τον βοήθησε μια πάπια να σωθεί, που ήταν αόρατη. Όταν ο κούκος κάθισε πάνω της, έγινε κι αυτός αόρατος. Κι η γυναίκα που ήταν εκεί, είδε τον κούκο και την πάπια, που ξαναφάνηκαν όταν οι αετοί είχαν φύγει μακριά.
Σοφός 3: «Ζεστό ψωμί δεν έφαγα, δεν πλάγιασα σε στρώμα, τον ύπνο δεν εχόρτασα, του ύπνου τη γλυκάδα» (σ.41),
Υποψήφιος 13: Βλέπω ένα βασίλειο. Ο βασιλιάς κάλεσε ένα πολύ φτωχό άνθρωπο, που δεν είχε καθόλου ψωμί να φάει, να πάει στο παλάτι του, για να φάει τα πάντα. Γιατί ο βασιλιάς ήταν πάρα πολύ καλός. Κι όταν ο άνθρωπος έφαγε, ο βασιλιάς διέθεσε τους φρουρούς του, για να δείξουν στο φτωχό το δωμάτιο που θα τον φιλοξενούσαν στο παλάτι, γιατί αυτός ο φτωχός δεν είχε σπίτι, δεν είχε τίποτα εκτός απ’ τα ρούχα του, που ήταν παλιά. Το πρωί ο βασιλιάς του χάρισε μια στολή ιππότη, σαν αυτήν που φορούσε κι ο ίδιος. Κι ο φτωχός ιππότης, αφού τους ευχαρίστησε, έφυγε απ το παλάτι και πήγε σ’ άλλο βασίλειο, για να τον βοηθήσουν. Σ‘ ένα δάσος θα βρει μια γυναίκα όμορφη και θα παντρευτούν. Και θα γίνει ξυλοκόπος. Θα φτιάξει μόνος του την καλύβα τους και θ‘ ανάβουν φωτιά να ζεσταίνονται.
Σοφός 1: «Βρύσες να δεις και ποταμούς, χώρες, χωριά και δάση» (σ.233).
Υποψήφιος 14 : Βλέπω ένα ποτάμι όπου κολυμπά ένα κοριτσάκι. Στην όχθη έχει υπέροχα αρωματικά λουλούδια και μέσα στο ποτάμι έχει κέρματα, που τα πετάνε οι άνθρωποι και κάνουν ευχές. Το κοριτσάκι ευχήθηκε να γίνει η πριγκίπισσα του ποταμού κι έγινε. Φορούσε ένα μακρύ φόρεμα με κόκκινα λουλούδια κι ένα στέμμα με διαμάντια και καθόταν σ ένα ξύλινο θρόνο. Έτσι μπορούσε να κάνει πολλές ευχές για τον εαυτό της και για τους άλλους: να ‘χει ένα ραδιόφωνο για ν‘ ακούει μουσική, να ‘χει ένα πύραυλο ν‘ ανεβαίνει στον ουρανό, για να βλέπει το Θεό, και να ‘χει κηρομπογιές, για να τον ζωγραφίζει.
Σοφός 2: «Το λεν τ‘ αηδόνια στα κλαριά, κι οι πέρδικες στα πλάγια,
το λεν οι κούκοι στα ψηλά, ψηλά στα καταρράχια» (σ.239).
Υποψήφιος 15 : Βλέπω μια πέρδικα στο βουνό που μιλά με τις άλλες πέρδικες, τις φίλες της, για ένα πλοίο, που περνάει στη θάλασσα και μπαίνει στο λιμάνι. Λένε ότι ο καπετάνιος του πλοίου είναι πολύ κακός. Γι’ αυτό, το καράβι του έχει γίνει μαύρο από τη βρωμιά, μέσα κι έξω. Και κανένας άνθρωπος δεν ταξιδεύει μ‘ αυτό το σκουριασμένο πλοίο, γιατί φοβούνται τον καπετάνιο, που είναι κι αυτός μαύρος και τρομαχτικός. Φεύγει απ‘ το λιμάνι χωρίς κανέναν επιβάτη και θα πηγαίνει σ’ ένα τρομαχτικό νησί που ζουν οι φίλοι του καπετάνιου. Και θα μπουν όλοι στο πλοίο, για να γλεντήσουν μαζί. Και μόνο οι πέρδικες θα τους βλέπουν από το βουνό, επειδή είναι πολύ ψηλό.
Σοφός 3: «βγαίνουν κυράδες την τηρούν από τα παραθύρια» (σ.78).
Υποψήφιος 16 : Βλέπω ένα αστέρι πολύ λαμπερό. Κι από ένα σπίτι τοκοιτάζουν οι άνθρωποι, γιατί τους αρέσει πολύ. Θα ήθελαν να το πιάσουν με μια σκάλα, για να του δώσουν νερό να πιει, γιατί νομίζουν ότι διψάει. Επειδή δεν μπορούν να φτάσουν τo αστέρι, θα ανέβουν στη σκάλα, και θα κρεμάσουν ένα κουβά νερό στα κλαδιά ενός δέντρου, για να το πιει το αστεράκι. Το αστεράκι θα πέσει μέσα στον κουβά και θα πιει το νερό. Ύστερα θα ξανανέβει στον ουρανό. Κι από τότε το αστέρι, θα πηγαίνει να πίνει νερό κάθε βράδυ, απ‘ τον ίδιο κουβά, που θα τον γεμίζουν και θα τον αφήνουν στην ίδια θέση οι άνθρωποι.
Σοφός 1: Εγώ δεν μπορώ να ξεχωρίσω καμιά ιστορία. Όλες μου
φαίνονται υπέροχες.
Σοφός 2: Το ίδιο συμβαίνει και με μένα. Όλοι οι νέοι του τόπου μας
είναι καλοί και έξυπνοι. Όλοι μπορούν να τον κυβερνήσουν.
Βασιλιάς: Και τώρα, τι θα κάνουμε;
Σοφός 3: Τώρα δεν έχουμε κανένα λόγο να ανησυχούμε για το μέλλον.
Ένας τόπος με τόσο έξυπνους και καλούς ανθρώπους, δεν κινδυνεύει.
Σοφός 1: Όποιος κι αν γίνει αρχηγός, έχει όλα τα προσόντα που
χρειάζονται.
Σοφός 2: Ας τον επιλέξουν οι υπόλοιποι. Σίγουρα θα πάρουν τη
σωστότερη απόφαση, αφού είναι όλοι και έξυπνοι και καλοί.
Σοφός 3: Ας κάνουμε ένα μεγάλο πανηγύρι, για να το γιορτάσουμε.
Μουσική και Χορός
ΤΕΛΟΣ
Ελένη Ηλία
Δρ. Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, ΕΚΠΑ
Ο ρόλος του αναγνώστη στη λογοτεχνία είναι κατεξοχήν δημιουργικός (Iser, 1990). Κάθε λογοτεχνική ανάγνωση είναι μοναδική και ανεπανάληπτη, εφόσον οι αναγνώστες διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τις εμπειρίες, αναγνωστικές και μη, τα χαρακτηριστικά, τις επιθυμίες, τη φιλολογική ικανότητα (Culler, 1988). Αλλά και ο ίδιος αναγνώστης προσεγγίζει με διαφορετική διάθεση ένα συγκεκριμένο έργο άλλη χρονική στιγμή (Τζιόβας, 1987). Ο αναγνώστης ως συνδημιουργός του λογοτεχνήματος συμβάλλει στην ανεξάντλητη φύση του και στη διαχρονικότητά του. Η επαφή του με το λογοτεχνικό έργο έχει παράλληλα για τον ίδιο το χαρακτήρα βιώματος, οπότε συντελεί στην αυτογνωσία του. Ο τρόπος που επιλέγεται για τη διδασκαλία της λογοτεχνίας, είναι κατά συνέπεια εξαιρετικά σημαντικό να συμβαδίζει με την ιδιαιτερότητά της, να υπαγορεύεται από τη φύση της, να παρέχει ευκαιρίες, δυνατότητες και κίνητρα στον εκπαιδευόμενο αναγνώστη, ώστε αυτός να διαδραματίσει και να συνειδητοποιήσει το δημιουργικό ρόλο του.
Στο πλαίσιο αυτό η παρούσα εργασία επικεντρώνεται στην αξιοποίηση της δημιουργικής γραφής από μαθητές και εκπαιδευτικούς, ειδικότερα κατά τη διδασκαλία της ποίησης. Όταν η παραγωγή πρωτότυπου αφηγηματικού λόγου με την αξιοποίηση θεωριών από το χώρο της αφηγηματολογίας και της κειμενογλωσσολογίας συνδυάζεται με την ποιητική διδασκαλία, προκύπτουν αβίαστα η αποτελεσματικότητα και η απόλαυσή της.
Η δυνατότητα των εκπαιδευτικών να βιώσουν προσωπικά την εμπειρία της δημιουργικής γραφής με επίκεντρο ποιητικά έργα, πριν ασκήσουν τον εμψυχωτικό ρόλο τους στην εξέλιξη των εκπαιδευτικών προγραμμάτων που απευθύνονται στους μαθητές τους, είναι πολύτιμη για την επιτυχή διδασκαλία της ποίησης (Πενάκ, 1996).
Τα εκπαιδευτικά προγράμματα όπου οι εκπαιδευτικοί, νηπιαγωγοί και δάσκαλοι, συμμετείχαν, παράγοντας κείμενα δημιουργικής γραφής με ερέθισμα κάποιο ποιητικό έργο, ήταν ημερήσιας διάρκειας. Σε δύο περιπτώσεις τα προγράμματα εκτυλίχθηκαν στο πλαίσιο επιμορφωτικών ημερίδων, που διοργανώθηκαν από συμβούλους εκπαίδευσης. Το πρώτο πραγματοποιήθηκε στο Αιγάλεω, με τη συμμετοχή διακοσίων σαράντα νηπιαγωγών της Αττικής. Το δεύτερο πραγματοποιήθηκε στο Ναύπλιο και το παρακολούθησαν όλοι οι εκπαιδευτικοί Δημοτικής Εκπαίδευσης του νομού Αργολίδας. Το τρίτο πρόγραμμα υλοποιήθηκε με νεοδιόριστους νηπιαγωγούς στο 3ο Π.Ε.Κ. Αθήνας, κατά τη Β’ φάση της εισαγωγικής επιμόρφωσης το 2004.
Τα παιδικά κείμενα αντίθετα, παράχθηκαν στο πλαίσιο εκπαιδευτικών προγραμμάτων μακράς διάρκειας από μαθητές τριών δημοσίων νηπιαγωγείων της Αττικής στο περιβάλλον της σχολικής τάξης.
Η συνειδητοποίηση από μέρους των εκπαιδευομένων της ιδιότητας του ποιητικού λόγου να κινητοποιεί την ανθρώπινη φαντασία. Επίσης η βίωση της απόλαυσης που προσφέρει η δημιουργικότητα του αναγνωστικού ρόλου.
Η καλλιέργεια της δημιουργικής σκέψης, η γλωσσική ανάπτυξη και ειδικότερα η καλλιέργεια της αφηγηματικής ικανότητας.
Η κατανόηση ειδικότερα από τα νήπια της σύνδεσης ανάμεσα στον προφορικό και το γραπτό λόγο, της ιδιότητας του γραπτού λόγου να αναπαριστά τον προφορικό. Επίσης η ανάπτυξη της ικανότητας των νηπίων να συνεργάζονται και να επικοινωνούν, μέσα από την έκφραση των χαρακτηριστικών, των εμπειριών και των επιθυμιών τους, με επίκεντρο το ποίημα.
Η ποίηση περιλαμβάνει πλήθος εικόνων (Μπενέκος, 1981). Οι εικόνες συνιστούν ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά του ποιήματος και το πλέον ισχυρό επικοινωνιακό εργαλείο για τον ποιητή. Η χρησιμοποίησή τους βοηθά στην ερμηνεία των μεταφορών του ποιητικού λόγου. Η οπτική σκέψη και αντίληψη συμβάλλει στην κατανόηση εννοιών, που ίσως να παρέμεναν ασαφείς (Anderson, 2006). Η εικονοπλαστική ιδιότητα της ποίησης επιπλέον συμβαδίζει απόλυτα με το γεγονός ότι τα παιδιά σκέφτονται μέσα από εικόνες (Καλλέργης, 1995).
Η συγκεκριμένη παιδαγωγική παρέμβαση για τη διδασκαλία της ποίησης επικεντρώνεται κατά συνέπεια στην εικονοπλαστική ιδιότητά της. Χρησιμοποιώντας τα κειμενοκεντρικά διδακτικά μοντέλα, οι μαθητές καθίστανται σταδιακά ικανότεροι στην παραγωγή αφηγηματικών κειμένων. Στη δημιουργική γραφή με επίκεντρο το ποίημα, οι εκπαιδευόμενοι αναφέρονται στις εικόνες του έχοντας τη δυνατότητα της δημιουργικής μίμησης, της τροποποίησης ή της ανατροπής τους (Ματσαγγούρας, 2001).
Η διδασκαλία των ποιημάτων παρουσιάζεται ως ένα παιχνίδι, που αποκαλείται οι μαγικές εικόνες. Οι εικόνες που σχηματίζονται στην αντίληψη των αναγνωστών κατά την ακρόαση ή την ανάγνωση των στίχων, χαρακτηρίζονται μαγικές, ακριβώς επειδή δεν είναι κοινές για όλους αλλά διαφοροποιούνται καθοριστικά από τη φαντασία του καθενός.
Προκειμένου το σύνολο των εκπαιδευομένων να διακρίνει καλύτερα τις εικόνες που αποτυπώνονται στο ποίημα, συνιστάται κατά την πρώτη παρουσίασή του, να γίνεται απαγγελία του είτε από τον εκπαιδευτικό είτε από κάποιον από τους εκπαιδευόμενους που έχει προετοιμαστεί σχετικά. Επίσης, θα ήταν προτιμότερο οι μαθητές να ακούν την απαγγελία με κλειστά μάτια, ώστε να μην αποσπάται η προσοχή τους από διάφορα οπτικά ερεθίσματα.
Εναλλακτικά, αν κατά την ακρόαση του ποιήματος οι μαθητές φορούν τα γυαλιά της Φαντασίας, παροτρύνονται να βλέπουν διαφορετικά ο καθένας τις ποιητικές εικόνες (Ηλία, 2003). Προς την ίδια κατεύθυνση συμβάλλει σημαντικά και η διαμόρφωση ολόκληρης της σχολικής αίθουσας ή κάποιου μέρους της σε ωκεανό ή ουρανό της φαντασίας (Ηλία & Ματσαγγούρας, 2006). Στα εκπαιδευτικά προγράμματα μακράς διάρκειας, η μετατροπή της αίθουσας συμβαίνει την πρώτη φορά όταν οι μαθητές απουσιάζουν, οπότε προκαλείται έκπληξη και απορία. Τις επόμενες φορές, στη διαδικασία της διαμόρφωσης του σχολικού χώρου σε ωκεανό ή ουρανό της Φαντασίας, συμμετέχουν οι ίδιοι οι μαθητές με τις ιδέες και τις δράσεις τους. Η διαμόρφωση μπορεί πλέον να γίνεται όχι μόνο προγραμματισμένα αλλά και έκτακτα, εφόσον οι μαθητές εκφράζουν έντονη επιθυμία.
Τέλος, ένας ακόμη τρόπος για να γίνει αντιληπτό από τους μαθητές πόσο διαφορετικές είναι για τον καθένα τους οι εικόνες που αποδίδονται στο ποίημα, θα ήταν να τις ζωγραφίσουν όπως τις φαντάζονται, και στη συνέχεια αυτές να τοποθετηθούν μαζί. Κάθε ένας από τους συμμαθητές θα επιλέγει κάποια από τις αντίστοιχες ζωγραφιές, εκτός από τη δική του, για να την περιγράψει. Εφόσον οι εικόνες που δημιουργούνται στη σκέψη των εκπαιδευομένων κατά την ακρόαση του ποιήματος οπτικοποιούνται και περιγράφονται από τους συμμαθητές/συναδέρφους, διευρύνεται ο συλλογικός διάλογος με το συγκεκριμένο ποίημα. Ταυτόχρονα, προσδίδεται στη ζωγραφική έκφραση των συμμετεχόντων ιδιαίτερη βαρύτητα, εφόσον αυτή ουσιαστικά συνιστά μια ποιητική ανάγνωση.
Τα ποιήματα που επιλέχτηκαν να παρουσιαστούν στα νήπια, έχουν μέτρο και ομοιοκαταληξία, οπότε είναι περισσότερο προσιτά σε αυτή την ηλικία, σύμφωνα με τον ποιητή Τσουκόφσκι (Κουλουμπή-Παπαπετροπούλου, 1988).
Το ποίημα «Αρχιτέκτων», του Γεωργίου Βιζυηνού, απευθύνεται συνειδητά από το δημιουργό του στο παιδικό αναγνωστικό κοινό. Πρόκειται για ποίημα υψηλής αισθητικής ποιότητας, χωρίς διδακτισμό, οπότε ο σύγχρονος εκπαιδευτικός άνετα θα μπορούσε να το συμπεριλάβει στη διδασκαλία του. Σε αυτό παρουσιάζεται ένα μικρό παιδί να περιγράφει μ’ ενθουσιασμό το παιχνίδι του, ακριβέστερα τις κατασκευές του με παιδαγωγικό υλικό. Ο χιουμοριστικός τίτλος του ποιήματος, καθώς κατά την ανάγνωσή του διαπιστώνεται ότι με τη λέξη «αρχιτέκτων» χαρακτηρίζεται ένα μικρό παιδί που κάνει εφήμερες κατασκευές στο παιχνίδι του, συμβάλλει επίσης στη διαχρονικότητά του. Από τους στίχους προκύπτει τόσο ο πρωταρχικός ρόλος της παιδικής φαντασίας όσο και η βασική ιδιότητα του παιχνιδιού να προκαλεί ευχαρίστηση (Ηλία, 2004). Παρατίθεται σχετικά η τελευταία στροφή του ποιήματος: Κι επειδή αργός να μείνω/ δεν το έχω σε καλό,/ όπως μόνος μου τα στήνω,/ έτσι μόνος τα χαλώ!
Ως συνέπεια της διαχρονικής θεματολογίας του που αναφέρεται στην ανθρώπινη ανάγκη για παιχνίδι (Χουιζίνγκα, 1989), αν και το συγκεκριμένο ποίημα γράφτηκε κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, ανταποκρίνεται πλήρως στα ενδιαφέροντα, τις εμπειρίες και τις ανάγκες των σύγχρονων παιδιών-αναγνωστών. Με αυτό προφανώς το σκεπτικό ο «Αρχιτέκτων» έχει περιληφθεί στο βιβλίο «Γεώργιος Βιζυηνός. Ποιήματα για παιδιά», που κυκλοφόρησε το 1996 από το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, με επιμέλεια της συγγραφέα Μάρως Δούκα.
Το ποίημα «Τα καημένα τα πουλάκια» του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη χαρακτηρίζεται για τον απαισιόδοξο τόνο του, που κορυφώνεται με το θλιβερό τέλος των μικρών πουλιών εξαιτίας του ψύχους και της πείνας. Εδώ κυριαρχεί η επανάληψη σχεδόν σε κάθε στίχο των λέξεων του τίτλου. Επίσης χρησιμοποιείται η τεχνική της αντίθεσης ανάμεσα στην αδιαφορία των ανθρώπων για τα παγωμένα πουλάκια και στη φροντίδα που οι ίδιοι επιδεικνύουν για τα μικρά παιδιά τους.
Ακολουθεί αυτούσιο το ποίημα: Κρύο βαρύ, χειμώνας έξω,/ τρέμουν οι φωτιές στα τζάκια,/ τώρα ποιος τα συλλογιέται/ τα καημένα τα πουλάκια!// Τα πουλάκια είναι στα δένδρα,/ τα πουλάκια είναι στα δάση,/ τα πουλάκια θα τα πάρει/ ο βοριάς που θα περάσει,// η βροχή και το χαλάζι/ κι ο βοριάς που θα περάσει,/ και το χιόνι που το παίρνουν/ στις αυλὲς με το φαράσι…// Κι αν η νύχτα είναι μεγάλη,/ κι έρχεται γιομάτη τρόμους,/ κι αν ο θάνατος απόψε,/ φέρνει γύρα μες στους δρόμους,// κι αν η παγωνιά θερίζει/ κι είναι δίχως ρουχαλάκια,/ δε βαριέσαι, ποιος θυμάται/ τα καημένα τα πουλάκια…// Τα πουλάκια είναι στα δένδρα,/ τα πουλάκια είναι στα δάση,/ τα πουλάκια θα τα πάρει/ ο βοριάς που θα περάσει.// Στα παιδάκια είναι τα χάδια,/ στα παιδάκια τα φιλάκια,/ τώρα ποιος τα συλλογιέται/ τα καημένα τα πουλάκια!// Κι όταν γίνει, πάλι, βράδυ/ κι όλοι πάνε να πλαγιάσουν,/ να χωθούν μες στα κρεβάτια,/ μη τυχὸν και ξεπαγιάσουν,// τα πουλάκια τα καημένα,/ τα πουλάκια, τώρα, πέρα/ θα χαθούν χωρίς ελπίδα/ να φανούν την άλλη μέρα…
Από τη συλλογή του Οδυσσέα Ελύτη με γενικό τίτλο Τα Ρω του Έρωτα, παρουσιάζεται εδώ η αναγνωστική ανταπόκριση νηπίων και εκπαιδευτικών για τα ποιήματα Το Βεγγαλικό, από την ενότητα Τ’ Αφανέρωτα και Τα τζιτζίκια, από την ενότητα Το θαλασσινό τριφύλλι. Τα ποιήματα της συλλογής ο Ελύτης τα έγραψε το 1972 στην πλήρη ποιητική ωριμότητά του, με βασικό στόχο να μελοποιηθούν, οπότε στην εισαγωγή του τα αποκαλεί τραγούδια. Είναι πλήρως αντιπροσωπευτικά του ποιητικού έργου του, όπου κυριαρχεί η ταύτιση του εσωτερικού με τον εξωτερικό κόσμο, η έκφραση των ψυχικών του καταστάσεων μέσα από τις περιγραφές των τοπίων, η ανακάλυψη της δικής του ταυτότητας μέσα από την αποκρυπτογράφηση της ίδιας της φύσης (Πρωίμου-Ερηνάκη, 1997).
Στο ποίημα Το Βεγγαλικό δημιουργούνται διαδοχικές εικόνες με κλιμακούμενη φωτεινότητα, που κορυφώνονται με τη λάμψη του βεγγαλικού. Οι εικόνες αυτές βασίζονται στο σύνολό τους στην πλήρη ανατροπή των φυσικών νόμων, καθώς στο ποίημα ανθρώπινα πρόσωπα και στοιχεία του σύμπαντος έρχονται σε άμεση επαφή και αλληλοεπιδρούν με τεράστια οικειότητα, γεγονός που αν και αποβαίνει καταστροφικό τελικά για τους ανθρώπους, είναι ταυτόχρονα ιδιαίτερα θεαματικό και συναρπαστικό (Ηλία, 2011).
Παρατίθενται οι στίχοι του ποιήματος: Νυχτώθηκα όπως πάντα/ στη σκοτεινή βεράντα/ και διάλεξα έν’ αστέρι/ το κράτησα στο χέρι/ σε λίγο του ‘πα «φύγε»/ το φύσηξα και πήγε/ στο αντικρινό μπαλκόνι/ όπου καθόταν μόνη/ μελαχρινή κοπέλα/ με κάτασπρη κορδέλα.// Το πήρε στην ποδιά της/ το ‘βαλε στα μαλλιά της/ το φόρεσε βραχιόλι/ και λαμποκόπησε όλη./ Έπειτα ήρθε ο μπάτης/ πήρε το κάθισμά της/ τη φύσηξε απ’ το πλάι/ μες στη βραδιά του Μάη/ κι άξαφνα μες στον ουρανό/ κάηκε σαν βεγγαλικό.
Στο δε ποίημα Τα τζιτζίκια, τα νησιά των Κυκλάδων παρουσιάζονται ως παιδιά, που τα κρατά στην αγκαλιά της η Παναγία. Μέσα στο θαλασσινό καλοκαιρινό τοπίο εκτυλίσσεται ένας διάλογος, με πρότυπο αυτόν στο θρύλο της Γοργόνας, όπου στην ερώτησή της για τον Μεγαλέξανδρο, οι ναυτικοί τής απαντούν ότι «ζει και βασιλεύει». Εδώ ο ποιητής θεωρεί τον επαναλαμβανόμενο ήχο που προέρχεται από τα τζιτζίκια, ως απόκρισή τους στην ερώτησή του εάν ζει ο Ήλιος.
Οι στίχοι του ποιήματος έχουν ως εξής: Η Παναγιά τα πέλαγα/ κρατούσε στην ποδιά της./ Την Σίκινο, την Αμοργό/ και τ’ άλλα τα παιδιά της.// Από την άκρη του καιρού/ και πίσω απ’ τους χειμώνες/ άκουγα σφύριζε η μπουρού/ κι έβγαιναν οι Γοργόνες.// Κι εγώ μέσα στους αχινούς/ στις γούβες στ’ αρμυρίκια/ σαν τους παλιούς θαλασσινούς/ ρωτούσα τα τζιτζίκια:// Ε σεις τζιτζίκια μου άγγελοι/ γεια σας κι η ώρα η καλή./ Ο βασιλιάς ο Ήλιος ζει;/ Κι όλ’ αποκρίνονται μαζί.// Ζει, ζει, ζε, ζει ζει ζει, ζει, ζει.
Στα τρία ποιήματα του Ρίτσου που ακολουθούν, κυριαρχεί ο υπερρεαλισμός. Πρόκειται για τα ποιήματα στα οποία αναφέρονται τα κείμενα των εκπαιδευτικών. Τα δύο πρώτα ποιήματα περιλαμβάνονται στη συλλογή Παιχνίδια τ’ ουρανού και του νερού, που έχει εκδοθεί από τον Κέδρο.
Ποίημα XVIII: Μες στο δάσος, μες στη νύχτα/ μια τρυπίτσα είναι τ’ αστέρι,/ τρέχει από κει μέσα, τρέχει,/ τρέχει ρυάκι το φλουρί,/ ρυάκι το μαργαριτάρι,/ γέμισα τις τσέπες μου,/ γέμισα τα χέρια μου-/ δεν μπορώ να περπατήσω./ Πάρτε τα μου ή πάρτε με./ Με τα χέρια λεύτερα,/ τον Απρίλη να μπατσίσω.
Ποίημα XXV: Βρε παιδιά μου αφήστε με –/ μην τραβάτε το σακάκι μου/ και τα χέρια μου,/ δε γυρνάω εγώ στο σπίτι.// Μια νεράιδα στα καλάμια,/ μια λάμια,/ κόβει το φεγγάρι/ πάνω στ’ άσπρο γόνα της/ να δειπνήσουμε.// Κάτου απ’ τα ψηλά πλατάνια,/ με των άστρων το λαρδί/ τηγανίζει λουλουδάκια./ Άλλο σπίτι εγώ δεν έχω,/ απ’ τον κόσμο τον φαρδύ.// Αφήστε με.
Η ενότητα ολοκληρώνεται με τους στίχους του ποιήματος II από Τα Τραγουδάκια του Φωτούλη: Σύννεφο τριαντάφυλλο, σύννεφο αμαξόπουλο./ Οι φραγκοσυκιές με κατατρύπησαν./ Κάθουμαι και τρώω χρυσά φραγκόσυκα./ Το κοτσύφι μ’ είδε και με ζήλεψε./ Του ‘δωσα φραγκόσυκα. Τα φτερά του μου ‘δωσε./ Τώρα κείνο κάθεται και μασάει στην πέτρα μου./ Κι εγώ από δω πάνου, από το σύννεφο/ σας πετώ φλουριά κι αμυγδαλόψυχες.
6.1. Τα κείμενα των νηπίων
Στην περίπτωση των μαθητών νηπιακής ηλικίας, που δεν έχουν άνεση στη γραφή, ο εκπαιδευτικός κατέγραφε χειρόγραφα ή στην οθόνη του ηλεκτρονικού υπολογιστή τα κείμενα που εκείνοι παρήγαγαν είτε ατομικά είτε ομαδικά (Huck, Hepler & Hickman, 1987). Η διαδικασία παραγωγής των κειμένων ξεκινούσε από γενικές και συνεχιζόταν με διαδοχικές, διευκρινιστικές ερωτήσεις, που απεύθυνε ο εκπαιδευτικός, ως πολύ προσεκτικός συνομιλητής (Pascucci & Rossi, 2002), προκειμένου να αποδοθεί η σκέψη των μαθητών χωρίς κενά και ασάφειες. Με την πάροδο του χρόνου, με βάση τη διδακτική αρχή της φθίνουσας καθοδήγησης (Ματσαγγούρας, 2001), οι συμπληρωματικές ερωτήσεις που ο εκπαιδευτικός χρειαζόταν να απευθύνει, σταδιακά μειώνονταν, καθώς οι αποκρίσεις των μικρών μαθητών γίνονταν σαφέστερες και πληρέστερες. Τα καταγραμμένα από τον εκπαιδευτικό κείμενα διαβάζονταν αμέσως μετά από τον ίδιο, ώστε ολόκληρη η σχολική τάξη να έχει τη δυνατότητα να διαπιστώσει την ιδιότητα του γραπτού λόγου να αναπαριστά πιστά τον προφορικό.
Ακολούθησε ποικιλότροπη αξιοποίηση των παραγομένων από τα νήπια κειμένων, αρχικά με ανάρτηση άρθρων στα σχολικά ιστολόγια και στη συνέχεια με τη μορφή έντυπων δημοσιευμάτων. Οι εν λόγω τρόποι ανάδειξης της δημιουργικής γραφής των μαθητών χρησιμοποιήθηκαν προκειμένου να λειτουργήσουν στο μέλλον ως επιπλέον κίνητρο συμμετοχής τους σε σχετικές εκπαιδευτικές δραστηριότητες δημιουργικής γραφής (Ηλία & Ματσαγγούρας, 2006).
Παρατίθενται στη συνέχεια τα τρία κείμενα που αφηγήθηκαν τα νήπια, κατά σειρά για τα ποιήματα Αρχιτέκτων, Τα καημένα τα πουλάκια και Το Βεγγαλικό:
Ο Θεούλης πηγαίνει να μείνει στον πύργο που έχουμε φτιάξει με πολύχρωμα τουβλάκια στο δάσος μαζί με τους φίλους μου. Εμείς περιμένουμε κρυμμένοι στα χορτάρια κι όταν ο Θεός αποκοιμιέται, μπαίνουμε στον πύργο, για να τον δούμε από κοντά (ατομικό κείμενο).
Τα παιδιά φέρνουν όσα πουλάκια οι φωλιές τους καταστρέφονται από το δυνατό αέρα και το χιόνι, σ’ έναν τόπο όπου δεν χειμωνιάζει ποτέ. Για να μην παγώνουν τα πουλάκια, τα παιδιά τα κρατούν σφιχτά πάνω στα μάλλινα πουλόβερ τους και τα ταΐζουν ψίχουλα και σπόρους σε όλο το ταξίδι. Τα πουλάκια που ζουν στο μέρος που είναι πάντα Άνοιξη, μοιράζονται τις φωλιές τους με τα καινούρια πουλάκια, που έρχονται για να μείνουν εκεί (ομαδικό κείμενο).
Το αστεράκι κατέβηκε στη γη, για να βρεθεί μ’ ένα παιδάκι, που ήταν φίλος του. Με το παιδάκι αυτό το αστεράκι πήγαινε άλλοτε μαζί σχολείο, γιατί κι αυτό ήταν παιδί, ώσπου το μάγεψε μια νεράιδα κι έγινε αστέρι. Σαν αστέρι νιώθει τέλεια, κατεβαίνει όμως πού και πού στη γη, για να παίζει με τους φίλους του. Όσοι το βλέπουν, λένε: Αυτό το αστέρι είναι μαγικό. Μπορεί να εξαφανίζει πράγματα, όπως τις αρρώστιες των ανθρώπων. Και μπορεί να βλέπει το Θεό και το Χριστούλη, αφού βρίσκεται στον ουρανό. Όταν βγαίνει ο ήλιος σ’ ένα μέρος, φεύγει από εκεί και πηγαίνει αλλού, που είναι βράδυ. Ποτέ δεν κοιμάται, γιατί δεν χρειάζεται ύπνο. Του αρέσει όμως να βλέπει τα παιδιά που κοιμούνται στα σπίτια τους (ομαδικό κείμενο).
6.2. Τα κείμενα των εκπαιδευτικών
Ως προς τα κείμενα των εκπαιδευτικών που περιλαμβάνονται εδώ, παράχθηκαν με τρεις διαφορετικούς τρόπους. Στις περιπτώσεις των επιμορφωτικών ημερίδων, αφού παρουσιάστηκε σε πολυπληθή ακροατήρια εκπαιδευτικών θεωρητική εισήγηση, επακολούθησε εργαστήριο δημιουργικής γραφής, όπου οι εκπαιδευτικοί συμμετείχαν προαιρετικά. Έγραψαν ατομικά ή σε υποομάδες τα κείμενά τους για ποιήματα που οι ίδιοι επέλεξαν, και τα παρέδωσαν υπογράφοντάς τα κανονικά ή χρησιμοποιώντας ψευδώνυμο, προκειμένου να αναγνωστούν στους συναδέρφους τους.
Παρατίθενται τα σχετικά κείμενα, το πρώτο από τα οποία αναφέρεται στο ποίημα ΙΙ από Τα τραγουδάκια του Φωτούλη ενώ το δεύτερο αναφέρεται στο ποίημα ΧVΙΙΙ της συλλογής Παιχνίδια τ’ ουρανού και του νερού.
Το σύννεφο ρίχνει χρυσά φλουριά στον κότσυφα. Εκείνος όμως παραμένει αδιάφορος και συνεχίζει να τσιμπάει φραγκόσυκα. Ο κότσυφας απομακρύνεται απότομα όταν ακούει τους έντονους ήχους που προέρχονται από διπλανό εργοτάξιο. Ύστερα ο άνεμος δίνει μορφή κότσυφα στο σύννεφο. Τότε εκείνο αρχίζει να ψάχνει στον ουρανό για φραγκόσυκα (ομαδικό κείμενο δασκάλων της Αργολίδας).
Ένα αστέρι που το φωνάζουν Τρυπίτσα, γιατί του αρέσει να τρυπώνει παντού, κυρίως όμως στο δάσος, θέλησε να κάνει ένα αστείο. Ο ήχος του ρυακιού του έδωσε την ιδέα. Είπε λοιπόν στον Απρίλη να βρει τρόπο να ειδοποιήσει τους ανθρώπους πως το ρυάκι του δάσους έχει γεμίσει φλουριά και όλοι τους μπορούν να πάνε για να μαζέψουν. Ο Απρίλης ζήτησε αμέσως τη βοήθεια του ανέμου για να διαδώσει τη χαρμόσυνη είδηση και έτσι οι άνθρωποι κατέφτασαν τραγουδώντας. Όταν όμως βούτηξαν μέσα, δεν βρήκαν κανένα φλουρί και σκέφτηκαν ότι κάποιοι άλλοι θα τους είχαν προλάβει. Τότε ακούστηκε σ’ όλο το δάσος ένα παράξενο χαχανητό. ΄Ηταν το αστέρι με το όνομα Τρυπίτσα, που τους θύμισε πως ήταν πρωταπριλιά. Κανείς όμως δεν θύμωσε μαζί του. Αντίθετα, είπαν ευχαριστώ, γιατί ανακάλυψαν ότι ο μεγαλύτερος πλούτος είναι πως βρέθηκαν εκεί, όπου γεύτηκαν τα χρώματα και τις μυρωδιές της Άνοιξης, που τα είχαν ξεχάσει. Έστησαν τρελό χορό μαζί με τα ζώα του δάσους, που κράτησε μέχρι το ξημέρωμα (ατομικό κείμενο νηπιαγωγού της Αττικής).
Στην περίπτωση της εισαγωγικής επιμόρφωσης στο ΠΕΚ, τα κείμενα παράχθηκαν σε ολιγομελή τμήματα, που λειτούργησαν ως εικονική τάξη. Εδώ η διαδικασία εκτυλίχθηκε όπως ακριβώς με τους μικρούς μαθητές. Οι νηπιαγωγοί περιέγραψαν προφορικά, χωρισμένες σε υποομάδες, εικόνες από το ποίημα ΧΧV της Συλλογής Παιχνίδια τ’ ουρανού και του νερού του Γιάννη Ρίτσου και οι αφηγήσεις τους καταγράφηκαν από την εισηγήτρια.
Παρατίθεται ενδεικτικά ένα από τα σχετικά κείμενά τους: Βλέπω ένα μικρό παιδάκι, που το τραβολογούν οι φίλοι του, για να τους ακολουθήσει. Φοβούνται ότι αν μείνει έξω μόνο του θα κινδυνέψει, καθώς έχει αρχίσει να σουρουπώνει. Εκείνο τους λέει ότι δεν θέλει να γυρίσει σπίτι του, για να μην φάει τα ρεβίθια που έχει μαγειρέψει η μαμά του, επειδή δεν του αρέσουν. Η αλήθεια όμως είναι ότι το αγόρι παρακολουθεί μια νεράιδα που μαγειρεύει καθισμένη πάνω σ’ ένα κομμάτι απ’ το φεγγάρι. Τα άλλα παιδιά δεν μπορούν να την δουν. Αυτή η νεράιδα επιλέγει μερικούς ανθρώπους και τους πλανεύει. Η δύναμή της είναι ακατανίκητη. Έτσι το παιδί μένει για πάντα κοντά της και γνωρίζει ένα νέο τρόπο ζωής.
Στην τελευταία περίπτωση, το κείμενο για το ποίημα του Ελύτη Τα τζιτζίκια, που ακολουθεί, παράχθηκε αβίαστα στη σχολική τάξη με πρωτοβουλία των μαθητών μου στο 1ο νηπιαγωγείο Ασπροπύργου. Συγκεκριμένα, μετά την ολοκλήρωση των δικών τους ατομικών κειμένων αναφορικά με το ποίημα στο πλαίσιο εκπαιδευτικού προγράμματος, οι ρόλοι αντιστράφηκαν. Καθώς κλήθηκα να απαντήσω στις ερωτήσεις τους, προέκυψε το παρακάτω κείμενο:
Η θάλασσα έχει τρικυμία. Το κύμα δεν είναι μπλε ούτε γαλάζιο, είναι γκρι σκούρο. Σ’ αυτήν τη θάλασσα πλέει μια μικρή ξύλινη βαρκούλα, κόκκινη και κίτρινη. Η βάρκα έχει μέσα έναν ψαρά, που ζει μόνος του σε μια καλύβα στην αμμουδιά. Ο ψαράς ακούει από ένα μικρό ραδιοφωνάκι κάποιο τραγούδι που μιλάει για τη θάλασσα. Έχει μαζί του δίχτυα αλλά δεν τα έχει ρίξει, γιατί δεν τον αφήνει το κύμα. Φοράει ένα μαύρο αδιάβροχο με κουκούλα. Βλέπει από τη βάρκα του σ’ ένα σημείο το νερό πολύχρωμο, κίτρινο, πορτοκαλί, γαλάζιο και πράσινο φωτεινό. Καταλαβαίνει ότι εκεί περιμένει μια Γοργόνα ν’ αναδυθεί. Ο ψαράς κάνει τα χέρια του χωνί και της φωνάζει: Ε, Κυρά της θάλασσας, βγες λίγο να μου κάνεις συντροφιά! Την φωνάζει πολλές φορές μέχρι που βλέπει το κεφάλι της να προβάλλει αργά-αργά. Τα μαλλιά της είναι κατάξανθα κι η ουρά της γαλάζια. Ζει σε μια θαλάσσια σπηλιά στο βυθό, παρέα με ψάρια, χταπόδια κι άλλα θαλασσινά. Εκεί που πρόβαλε η Γοργόνα, η θάλασσα γαλήνεψε, έμοιαζε σαν λίμνη. Η Γοργόνα χαμογέλασε στον ψαρά κι όταν εκείνος σήκωσε το χέρι του για να τη χαιρετήσει, αυτή άρχισε να χορεύει με τη μουσική απ’ το ραδιόφωνο. Είπε στον ψαρά πως την λένε Αγάπη και τον προσκάλεσε στη σπηλιά της. Ο ψαράς φόρεσε τη μάσκα του για τις καταδύσεις και την ακολούθησε στο βυθό.
Τα συγκεκριμένα εκπαιδευτικά, εμψυχωτικά προγράμματα που συνδέουν την ποίηση με τη δημιουργική γραφή, κατά την εφαρμογή τους πρόσφεραν σε μαθητές και εκπαιδευτικούς τη δυνατότητα να βιώσουν καθολικά εμπειρίες δημιουργικότητας, με αποτέλεσμα την απόλαυση, εφόσον εναρμονίζονται αφενός με τα χαρακτηριστικά και τις ιδιότητες της ποίησης και αφετέρου με την παιγνιώδη διάθεση που διακατέχει την ανθρώπινη ύπαρξη.
Τα κείμενα που παράχθηκαν ήταν στο σύνολό τους ιδιαίτερα ευφάνταστα και πρωτότυπα. Καθώς όλοι οι εκπαιδευόμενοι μοιράστηκαν με τους συμμαθητές και συναδέρφους τους τις διαφορετικές εικόνες που φαντάστηκαν, συνειδητοποίησαν τόσο την εικονοπλαστική ιδιότητα του ποιητικού λόγου όσο και την αξία της ανθρώπινης φαντασίας. Η ποικιλία των εικόνων που περιέγραψαν, είχε ως αποτέλεσμα τον καθολικό ενθουσιασμό τους, που διατηρήθηκε αμείωτος σε όλη τη διάρκεια των εκπαιδευτικών προγραμμάτων δημιουργικής γραφής.
Διατυπώνοντας όλοι οι συμμετέχοντες στα προγράμματα την ιδιαίτερη, πρωτότυπη, μοναδική αφηγηματική εκδοχή τους, συνειδητοποίησαν οι ίδιοι και γνωστοποίησαν στους γύρω τους τα προσωπικά τους χαρακτηριστικά, βιώματα και επιθυμίες, προάγοντας την κατανόηση, την αποδοχή της διαφορετικότητας και την επικοινωνία.
Η αξιοποίηση των κειμένων της δημιουργικής γραφής συνετέλεσε στην αυτοπεποίθηση των εκπαιδευόμενων. Το σύνολο των επιμέρους στόχων, της ικανότητας της ακρόασης και της επικοινωνίας, της καλλιέργειας της δημιουργικής σκέψης και της γλωσσικής έκφρασης, της κατανόησης της σύνδεσης ανάμεσα στον προφορικό και το γραπτό λόγο, επίσης επιτεύχθηκαν πλήρως. Η διαδικασία των ερωταποκρίσεων συνέβαλε ουσιαστικά στη σταδιακή δόμηση της παιδικής σκέψης.
Προκειμένου τα συγκεκριμένα εκπαιδευτικά προγράμματα να πραγματοποιηθούν στο Νηπιαγωγείο και σε όλες τις τάξεις του Δημοτικού και του Γυμνασίου με καθολική συμμετοχή των μαθητών, εξατομικεύονται ανάλογα. Όσοι δεν έχουν την απαιτούμενη άνεση στη γραφή, αναφέρονται προφορικά στο ποίημα και η αφήγησή τους καταγράφεται από τον εκπαιδευτικό και στη συνέχεια διαβάζεται στη σχολική τάξη. Στην περίπτωση των μεγαλύτερων μαθητών πρώτα γράφονται τα κείμενα από τους ίδιους και ακολουθεί η ανάγνωσή τους.
Βιβλιογραφικές αναφορές
Anderson, L. (2006). Creative Writing. A Workbook with Readings. London: Routledge Publications.
Culler, J. (1988). Literary competence. In J. P. Tompkins (Ed.), Reader-response criticism. From Formalism to Post-Structuralism (pp. 101-117). Baltimore and London: The Johns Hopkins University Press.
Huck, C., Hepler, S. και Hickman, J. (1987). Children’s Literature in the Elementary School. New York: Holt, Rinehart, and Winston.
Iser, W. (1990). The Implied Reader. Patterns of Communication in Prose Fiction from Bunyan to Beckett. Baltimore and London: The Johns Hopkins University Press.
Ηλία, Ε. και Ματσαγγούρας Η. (2006). Από το παιχνίδι στο λόγο: Παραγωγή παιδικών κειμένων μέσα από παιγνιώδεις δραστηριότητες. Στο Π. Παπούλια-Τζελέπη, Α. Φτερνιάτη, Κ. Θηβαίος (Επιμ.), Έρευνα και Πρακτική του Γραμματισμού στην Ελληνική Κοινωνία (σσ. 307-317). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Ηλία, Ε. (2011). Διαβάζοντας Ελύτη. Παιδικές ιστορίες για «Τα ρω του Έρωτα». Διαδρομές, 102, 20-32.
Ηλία, Ε. (2004). Η ανάγνωση-διδασκαλία της Λογοτεχνίας ως παιχνίδι φαντασίας και έκφραση της προσωπικότητας. Διαδρομές, 15, 167-178.
Ηλία, Ε. (2003). Η ανταπόκριση των μικρών παιδιών σε λογοτεχνικά κείμενα στο πλαίσιο εκπαιδευτικών παιγνιωδών δραστηριοτήτων. Στο Περιπλανήσεις στην Παιδική Λογοτεχνία. Μελετήματα (σσ. 81-104). Αθήνα: Ακρίτας.
Καλλέργης, Η. (1995). Προσεγγίσεις στην Παιδική Λογοτεχνία. Αθήνα: Καστανιώτης.
Κουλουμπή-Παπαπετροπούλου, Κ. (1988). Η Ποίηση στο Νηπιαγωγείο. Στο Η Παιδική Λογοτεχνία και το μικρό παιδί (σσ. 85-100). Αθήνα: Καστανιώτης.
Ματσαγγούρας, Η. (2001). Η Σχολική Τάξη. Β΄ Κειμενοκεντρική Προσέγγιση του γραπτού λόγου. Αθήνα.
Μπενέκος, Α. (1981). Ζαχαρίας Παπαντωνίου. Ένας σταθμός στην Παιδική Λογοτεχνία. Αθήνα.
Pascucci, M. και Rossi, F. (2002). Όχι μόνο γραφέας. Γέφυρες, 6, 16-23.
Πενάκ, Ν. (1996). Σαν ένα μυθιστόρημα. Αθήνα: Καστανιώτης.
Πρωίμου-Ερηνάκη Μ. (1997). Οδυσσέας Ελύτης. Η αθέατη πλευρά του κόσμου και η καθαρότητα του φωτός. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Τζιόβας, Δ. (1987). Μετά την αισθητική. Θεωρητικές δοκιμές κι ερμηνευτικές αναγνώσεις της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Αθήνα: Γνώση.
Χουιζίνγκα, Γ. (1989). Ο άνθρωπος και το παιχνίδι. Μτφρ. Σ. Ροζάκης – Γ. Λυκιαρδόπουλος. Αθήνα: Γνώση.
επιμ. Πανταζής Σπ. κ. ά.
Περίληψη
Η παιδαγωγική επίδραση της λογοτεχνίας είναι τεράστια, επειδή υποβάλλει έννοιες, ιδέες και αξίες χωρίς διδακτισμό. Η αποτελεσματικότητά της ως μέσου αγωγής βασίζεται στις αντιληπτικές διεργασίες που προβαίνει ο αναγνώστης, με αφετηρία τις αφηγηματικές και ποιητικές τεχνικές του κειμένου. Υπό αυτό το πρίσμα είναι ενδιαφέρουσα η προσέγγιση του ποιήματος του Αλέξανδρου Πάλλη, με τον τίτλο «Φουντούκο, ως πότε», που περιλαμβάνεται στις ποιητικές συλλογές του για παιδιά. Το ποίημα που διακρίνεται για το εξαιρετικό χιούμορ, την εικονοπλαστική δύναμη, τη γοργή δράση και την εκφραστική λιτότητα, αναφέρεται στο εκπαιδευτικό σύστημα της τότε εποχής που υπαγορεύεται από τα κοινωνικοπολιτικά χαρακτηριστικά της. Η ταύτιση των μαθητών-αναγνωστών με το σκυλάκι-μαθητή, τους επιτρέπει να διασκεδάσουν και να εκτονωθούν. Η διαχρονική αξία του ποιήματος για τους ενήλικους αναγνώστες του, που καθορίζουν, σχεδιάζουν και υλοποιούν την εκπαιδευτική διαδικασία, συνδέεται με τον προβληματισμό και την αυτοκριτική όπου οδηγούνται ως προς την ευστοχία και την αποτελεσματικότητα των εκπαιδευτικών επιλογών τους.
Λέξεις κλειδιά: Πάλλης, ποίημα, εκπαίδευση.
Η λογοτεχνική ανάγνωση είναι μια εξαιρετικά δημιουργική διαδικασία (Iser, 1990). Ως συνέπεια των αντιληπτικών διεργασιών που επιτελούνται στο πλαίσιο του αναγνωστικού ρόλου, αποκομίζουμε βιώματα από το λογοτεχνικό κείμενο. Σε αυτή την ιδιαιτερότητα της λογοτεχνίας οφείλεται η ανυπέρβλητη παιδαγωγική δύναμή της, η οποία αξιοποιείται συστηματικά από την αρχαιότητα για τη διαπαιδαγώγηση των πολιτών (Tompkins, 1988).
Η φύση του λογοτεχνικού έργου είναι ανεξάντλητη (Alter, 1985-Riffaterre, 1985), καθώς κάθε διαφορετικός αναγνώστης το προσεγγίζει με τρόπο μοναδικό (Τζιόβας, 1987). Αυτό αποδεικνύεται τόσο περισσότερο όσο το έργο εξακολουθεί να συνδιαλέγεται με διαφορετικές γενιές αναγνωστών στο πέρασμα του χρόνου. Εφόσον το λογοτέχνημα καταξιώνεται διαχρονικά, η ποιότητά του καθίσταται αδιαμφισβήτητη.
Μια τέτοια περίπτωση συνιστά το ποίημα του Αλέξανδρου Πάλλη «Φουντούκο, ως πότε», με το οποίο ασχολείται η παρούσα εισήγηση. Το συγκεκριμένο ποίημα επιλέχθηκε, επειδή αναφέρεται στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα της εποχής του ποιητή (Κριαράς, 1985), κατά τρόπο που προσφέρει σε όλους την ευκαιρία να προβληματιστούν για την εκπαίδευση και να συνειδητοποιήσουν τα χαρακτηριστικά και τις προϋποθέσεις που θα την καθιστούσαν τόσο απολαυστική όσο και αποτελεσματική για το σύνολο των συμμετεχόντων είτε ως εκπαιδευτών είτε ως εκπαιδευομένων.
Το ποίημα δημοσιεύτηκε αρχικά το 1889, ενταγμένο στη συλλογή «Τραγουδάκια για παιδιά». Αρκετά από αυτά τα πρώτα παιδικά ποιήματα του Πάλλη, συμπεριλαμβανομένου εκείνου για το Φουντούκο, αναδημοσιεύτηκαν το 1907 στη συλλογή του με τον ευρηματικό τίτλο Ταμπουράς και Κόπανος, που εξέδωσε η Εστία, αλλά και στην κατοπινή συλλογή του Κούφια Καρύδια, που εκδόθηκε το 1915 στο Λίβερπουλ. Η αναγνώριση της αξίας των εν λόγω ποιημάτων στην εποχή του ποιητή αποδεικνύεται τόσο από την επανέκδοση αυτούσιας της πρώτης συλλογής του από το Σύλλογο προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων δέκα χρόνια μετά την κυκλοφορία τους όσο και από τη δημοσίευση του Φουντούκου το 1890 και αργότερα τριών ακόμη παιδικών ποιημάτων του Πάλλη στο παιδικό περιοδικό Η Διάπλασις των Παίδων (Δελώνης, 1985).
Το πλέον βασικό χαρακτηριστικό του Πάλλη, για το οποίο είναι ευρύτερα γνωστός, είναι ασφαλώς η προσήλωση και η συνέπειά του στην επιλογή της δημοτικής γλώσσας. Ειδικότερα στα ποιήματα της συλλογής του «Τραγουδάκια για παιδιά», ο Πάλλης επιμένει συνειδητά στην πεποίθηση ότι η χρησιμοποίηση της Δημοτικής, ως ζωντανής γλώσσας, συνιστά τη μοναδική ευκαιρία για τους μικρούς αναγνώστες να τα κατανοήσουν, να τα αφομοιώσουν και να τα απολαύσουν (Δελώνης, 1985).
Στη βιβλιογραφία επισημαίνονται επίσης εξόχως οι ποιητικές τεχνικές που χρησιμοποιεί ο Πάλλης στα ποιήματά του για παιδιά. Η αφηγηματική μορφή τους, οι διάλογοι μεταξύ των προσώπων, η ανέλιξη του θεματικού πυρήνα μέσα από ερωταποκρίσεις, η επανάληψη στίχων. Επίσης, το λεξιλόγιό του, που συμβαδίζει με τις δυνατότητες των παιδιών, και οι απλές, καθημερινές, μέσα από τη ζωή των ίδιων των παιδιών εικόνες που χρησιμοποιεί, αφού αυτό που επιδιώκει, είναι να αναστήσει το μικρόκοσμό τους. Τέλος, η κυριολεξία στην εκφορά των νοημάτων, που συνυπάρχει στους στίχους του με την αφέλεια, τον αυθορμητισμό, την ξενοιασιά της παιδικής ηλικίας (Δελώνης, 1985).
Τονίζονται ιδιαίτερα επίσης οι παιδαγωγικές ιδέες, οι οποίες εμπεριέχονται στα ποιήματα που ο Πάλλης έγραψε, απευθυνόμενος σε αναγνώστες παιδικής ηλικίας. Με τα ποιήματά του για παιδιά, τα οποία εκτιμήθηκαν ιδιαίτερα, εξέφρασε την ανάγκη του να βοηθήσει την παιδική ηλικία, καθώς γνώριζε πόσο υστερούσε η παιδεία του λαού μας στα χρόνια του (Κριαράς, 1985). Το έργο του διαφοροποιεί ριζικά τα παιδικά γράμματα στο τέλος του 19ου αιώνα. Συνιστά την πρώτη βάση, όπου θα στηριχτεί η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1917 (Δελώνης, 1985). Συνδέει το παιδί με τη ζωή και την πραγματικότητα, σέβεται την προσωπικότητά του. Αποδίδει τις σχέσεις παιδιού-ενηλίκων μέσα από την οπτική των παιδιών. Καταφέρνοντας ο ίδιος να διατηρεί την άδολη παιδική διάθεση κι ένα παρθενικότερο κοίταγμα των πραγμάτων (Στεργιόπουλος, 1985), πραγματοποιεί μια γνήσια στροφή στον κόσμο του παιδιού μακριά από ηθοπλαστικές προθέσεις (Αναγνωστόπουλος, 1980). Ο Πάλλης ως αρχιτέκτονας και πρωτομάστορας της ελληνικής παιδικής λογοτεχνίας απελευθερώνει το παιδί από καλούπια συμπεριφοράς και σκέψης. Αυτό το επιτυγχάνει εισάγοντας ήρωες οικείους στους μικρούς αναγνώστες, παιδιά ή ζώα. Το ποίημα ο Φουντούκος, στο οποίο επικεντρώνεται η παρούσα εισήγηση, που θεωρείται από τα πιο γνωστά κι αγαπημένα των παιδιών, αναφέρεται ως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα (Δελώνης, 1985).
Σύμφωνα με τους μελετητές του Πάλλη, η παιδαγωγική επιστήμη και διαδικασία αντιμετωπίζεται και προσεγγίζεται στα ποιήματά του, σε σχέση με το ευρύτερο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο. Ο αναγνώστης του δεν αντιλαμβάνεται απλώς και μόνο τη σπουδαιότητα της παιδαγωγικής διαδικασίας αλλά και συνειδητοποιεί την αλληλεπίδρασή της με τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, τη μοναδική και αναντικατάστατη συνεισφορά της στην κοινωνική και εθνική εξέλιξη και πρόοδο. Ο Πάλλης επιδιώκει με τα ποιήματά του για παιδιά την επιστροφή στην ελληνική πραγματικότητα, το αίτημα να αποκτήσει ο ελληνισμός μια νέα προοδευτική, κοινωνική, παιδαγωγική κι αισθητική ταυτότητα (Δελώνης, 1985). Αποκαλύπτει στους στίχους του τη μορφή που θεωρεί ότι θα έπρεπε να πάρει ο νέος ελληνισμός (Μπενέκος, 1981).
Το ποίημα αποτελείται από τέσσερεις εξάστιχες στροφές, σε ιαμβικό μέτρο. Όλοι δε οι στίχοι του είναι ακατάληκτοι. Στους τέσσερεις πρώτους στίχους κάθε στροφής χρησιμοποιείται πλεκτή ομοιοκαταληξία. Ο πρώτος και ο τρίτος στίχος έχουν από οκτώ συλλαβές ενώ ο δεύτερος και ο τέταρτος από εφτά. Πρόκειται για εκείνα τα σημεία του ποιήματος, όπου το μικρό παιδί απευθύνεται σε ευθύ λόγο στο σκύλο του, τον οποίο εμφανίζεται να επιχειρεί να εκπαιδεύσει. Στους δύο τελευταίους στίχους κάθε στροφής, που αποτελούνται από εννέα συλλαβές ο καθένας, χρησιμοποιείται ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία. Στα συγκεκριμένα σημεία του ποιήματος ο αφηγητής ως παρατηρητής, χρησιμοποιώντας το τρίτο ενικό πρόσωπο, παρουσιάζει στον αναγνώστη τις αντιδράσεις του σκύλου Φουντούκου.
Αποτέλεσμα αυτών των ποιητικών επιλογών είναι η έντονη ρυθμικότητα των στίχων, που επιτρέπει την αβίαστη αποστήθισή τους. Ενδεικτική της ρυθμικότητας είναι η τρίτη στροφή, που μέρος της παρατίθεται σε αυτό το σημείο: «Στα γόνατά μου κάτσε εδώ/και στο βιβλίο κοίτα./Πι ήτα δέλτα ω: Πηδώ./Λέγε και συ πι ήτα…» Η στατικότητα της εικόνας αντιπαρατίθεται στην έντονη ρυθμικότητα των στίχων, που προκαλούν σε κινητικότητα. Το αποκορύφωμα της αντίθεσης εντοπίζεται ανάμεσα στις λέξεις «κάτσε» και «πηδώ».
Ο ιδιόμορφος διάλογος ανάμεσα στο μικρό παιδί και το σκύλο του έχει ως αποτέλεσμα το χιούμορ (Τζαφεροπούλου, 1995), καθώς υπάρχει πλήρης διάσταση στην οπτική των δύο συμμετεχόντων σε αυτόν. Στο ποίημα παρουσιάζονται οι απόπειρες του παιδιού να διδάξει το Φουντούκο, αντιμετωπίζοντας το ίδιο την εκπαίδευση όχι ως μια διαδικασία ωφέλιμη για τον εκπαιδευόμενο αλλά ως μια δραστηριότητα καταναγκαστική και αναπόφευκτη για όσους βρίσκονται σε παιδική ηλικία: «Φουντούκο, ως πότε πια θα τρως/και θα κοιμάσαι μόνο;/Ήρθε και για σχολειό καιρός/κι είσαι σκυλί δυο χρόνω». Η πρώτη αντίδραση του ανύποπτου σκύλου είναι ενθουσιώδης: «Κι αυτός να δείξει τη χαρά του/δος του και παίζει την ουρά του».
Καθώς όμως η ανάγνωση, η μουσική και η γυμναστική, σε συνδυασμό με την καλλιέργεια του εθνικού φρονήματος («Μα για το έθνος απαιτώ/να κάνεις τα καλά σου»), δεν έχουν καμία σχέση με τη φύση και τις πραγματικές ανάγκες του εκπαιδευόμενου Φουντούκου, οι εκπαιδευτικές απόπειρες του παιδιού προκαλούν αρνητικές αντιδράσεις στο μαθητή του. Συγκεκριμένα, στη δεύτερη στροφή η μη ανταπόκριση του Φουντούκου εκδηλώνεται με αδιαφορία («Κι αυτός απάντησε, αν δεν σφάλλω,/μ’ ένα χασμούρημα μεγάλο»), για να κορυφωθεί σταδιακά («Κι αυτός πετιέτ’ ευθύς επάνω/κι ούρλιασμ’ αρχίζει με το πιάνο») και να καταλήξει στην οριστική απομάκρυνση του πανικόβλητου ζώου από το μικρό δάσκαλό του («Κι αυτός στειλιάρι σαν ξανοίγει/τον βλέπεις κι όπου φύγει-φύγει»).
Τα γνωστικά αντικείμενα που δεν υπαγορεύονται από τις ανάγκες και τις επιθυμίες του Φουντούκου αλλά απορρέουν από τους κοινωνικοπολιτικούς και εθνικούς στόχους της τότε εποχής για την εκπαίδευση, αποδίδονται με αξιοθαύμαστη εκφραστική λιτότητα: «Τώρα στο πιάνο μια στιγμή,/να μη σε λεν χωριάτη» και «Το ξύλο πιάσε τωρ’ αυτό/και σα στρατιώτης στάσου».
Οι τόσο καίριες ποιητικές αναφορές για τους στόχους της τότε εκπαιδευτικής πολιτικής, έχουν εμφατικά επισημανθεί στη σχετική βιβλιογραφία. Το πιστεύω του Φουντούκου καταγράφεται ως μια πολιτική πράξη, που εκφράζεται πια από ειρηνιστικά κινήματα. Ο Πάλλης καυτηριάζοντας την εποχή του, δημιούργησε ένα ποίημα διαχρονικό (Δελώνης, 1985).
Στην παρούσα ενότητα αναφέρονται οι κοινοί στόχοι στη διδασκαλία όλων των ποιημάτων για παιδιά, καθώς και οι ειδικότεροι στόχοι της διδασκαλίας του συγκεκριμένου ποιήματος.
Ως πρώτιστος γενικός στόχος τίθεται η αξιοποίηση από μέρους των διδασκομένων της εικονοπλαστικής ιδιότητας του ποιητικού λόγου, για την κινητοποίηση της φαντασίας τους. Επίσης η απόλαυση της αναγνωστικής εμπειρίας του ποιήματος. Στους γενικούς στόχους περιλαμβάνονται ακόμη η γλωσσική ανάπτυξη και η κατανόηση της ιδιότητας του γραπτού λόγου να διασώζει και να αναπαριστά σκέψεις, ιδέες και συναισθήματα, προωθώντας την ανθρώπινη επικοινωνία και συνεργασία.
Ως προς τους ειδικότερους στόχους, αυτοί συνοψίζονται στον προβληματισμό αναφορικά με τα εκπαιδευτικά συστήματα, τη φιλοσοφία τους, την ιδεολογία που απηχούν, τις ανάγκες και τις σκοπιμότητες που εξυπηρετούν. Επίσης, τις δυνατότητες που προσφέρουν στους συμμετέχοντες σε αυτά, εκπαιδευτές και εκπαιδευόμενους, να προσαρμόσουν την εκπαιδευτική διαδικασία στις ιδιαιτερότητές τους και μέσα στο διδακτικό πλαίσιο να αναζητήσουν, να ανακαλύψουν και να εκφράσουν τα προσωπικά χαρακτηριστικά τους.
Ολοκληρώνουμε την παράθεση των στόχων του συγκεκριμένου ποιήματος με την ευαισθητοποίηση του αναγνώστη ως προς τα κριτήρια της επιτυχίας του εκπαιδευτικού συστήματος, καθώς ο ποιητής επιχειρεί τον ορισμό τους, όχι αναφέροντάς τα αλλά υπονοώντας τα, με τη χρησιμοποίηση του χιούμορ. Ως τέτοια στοιχεία υπονοεί την απόλαυση της μαθησιακής διαδικασίας, την παροχή κινήτρων για τη συμμετοχή σε αυτήν, το βασικό ρόλο που θα έπρεπε να διαδραματίζουν τα χαρακτηριστικά και οι ανάγκες της παιδικής φύσης, επιδιώκοντας την αποτελεσματικότητα της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Για να είναι αποτελεσματική η διδασκαλία του ποιήματος, θα συμβαδίζει αφενός με τη λογοτεχνική φύση του και αφετέρου με τα βασικά χαρακτηριστικά και τις αντιληπτικές δυνατότητες των αναγνωστών του. Η ανθρώπινη ανάγκη για παιχνίδι (Χουιζίνγκα, 1989) και οι ανεξάντλητες δυνατότητες των λογοτεχνημάτων να συνδεθούν με παιγνιώδεις δραστηριότητες (Ποσλανιέκ, 1992), δεν θα μπορούσαν συνεπώς να αγνοηθούν σε κάποια διδακτική παρέμβαση.
Το κύριο στοιχείο της ποίησης είναι η εικονοπλασία (Μπενέκος, 1981). Μέσα από τις εικόνες που σχηματίζονται κατά την ανάγνωση ή την ακρόαση των στίχων, γίνονται συγκεκριμένες οι έννοιες που ενδεχομένως θα παρέμεναν ασαφείς (Anderson, 2006). Ειδικότερα δε στην περίπτωση των παιδιών και μάλιστα των μικρότερων ηλικιών, αυτή η εικονοπλασία που εμπεριέχεται στην ποίηση, προσιδιάζει απόλυτα στη φύση τους (Καλλέργης, 1995). Τα παιδιά θα δυσκολεύονταν να αντιληφθούν αφηρημένες ιδέες και να κατανοήσουν τη μεταφορική χρήση της γλώσσας, χωρίς την οπτικοποίησή τους, που πραγματοποιείται στον ποιητικό λόγο.
Στις περιπτώσεις της αφηγηματικής ποίησης, χαρακτηριστικότατο παράδειγμα της οποίας συνιστά το εξεταζόμενο ποίημα του Πάλλη, περιλαμβάνονται τα δρώντα πρόσωπα, ο ρόλος του αφηγητή, η εξέλιξη της αφηγηματικής υπόθεσης, το χωροχρονικό πλαίσιο της δράσης. Τα συγκεκριμένα στοιχεία δραστηριοποιούν την αναγνωστική αντίληψη να δημιουργήσει προσδοκίες για την πλοκή, οι οποίες είτε επαληθεύονται είτε ματαιώνονται. Πρόκειται για μια συνεχιζόμενη διαδικασία, στην οποία οφείλεται κατά πολύ η διατήρηση και κορύφωση του αναγνωστικού ενδιαφέροντος (Iser, 1990).
Επιπλέον, τα αφηγηματικά κείμενα προκαλούν τον αναγνώστη να διαμορφώνει στάσεις απέναντι στους αφηγηματικούς ήρωες. Η θετική στάση προς ορισμένα αφηγηματικά πρόσωπα φτάνει έως τη διαδικασία της ταύτισης του αναγνώστη μαζί τους (Booth, 1987), στην οποία οφείλεται η βιωματική αναγνωστική σχέση με το λογοτεχνικό έργο.
Το συγκεκριμένο ποίημα διδάχθηκε κατά το σχολικό έτος 2015-2016 σε κλασικό τμήμα δημοσίου νηπιαγωγείου της Αττικής με δεκαοχτώ μαθητές. Αφορμή για τη διδασκαλία του αποτέλεσε ένα σκυλάκι-παιχνίδι, που προσφέρθηκε ως δώρο στους μαθητές. Αναφορικά με την πρώτη παρουσίαση του ποιήματος, έγινε ομαδική ακρόαση από τα νήπια της απαγγελίας που πραγματοποίησε ο εκπαιδευτικός της τάξης.
Προκειμένου οι εικόνες του συγκεκριμένου ποιήματος να γίνουν περισσότερο ορατές από τους μαθητές, επινοήθηκαν διάφορες διδακτικές μεθοδεύσεις. Με άλλα λόγια, η διαφορετικότητα των ποιητικών εικόνων, που είναι το αποτέλεσμα της μοναδικότητας κάθε αναγνώστη, των ξεχωριστών βιωμάτων και επιθυμιών του, αναδείχθηκε εντονότερα με την αξιοποίηση διαφόρων εμψυχωτικών δραστηριοτήτων. Πρόκειται για το παιχνίδι των μαγικών εικόνων, που φαίνονται καλύτερα όταν κατά την ακρόαση του ποιήματος οι μαθητές κρατούν τα μάτια τους κλειστά. Οι εικόνες χαρακτηρίζονται «μαγικές», εφόσον δεν είναι κοινές για όλους, αντίθετα καθορίζονται σε τεράστιο βαθμό από τη φαντασία του καθενός (Ηλία, 2003). Αυτό εναλλακτικά, διαπιστώθηκε άμεσα κατά την έκφραση των αναγνωστικών εντυπώσεων αναφορικά με το ποιητικό κείμενο μέσα από τις ζωγραφιές που τα ίδια τα νήπια-αναγνώστες δημιούργησαν και στη συνέχεια τοποθέτησαν τη μία δίπλα στην άλλη. Επίσης οι μαθητές φόρεσαν τα γυαλιά της φαντασίας (Ηλία, 2003), που θα τους επέτρεπαν να δουν στο σύνολό τους τις πλέον πρωτότυπες και συναρπαστικές εικόνες, με ερέθισμα τους στίχους του ποιήματος του Πάλλη.
Για να εκφραστεί η ταύτιση των μαθητών-αναγνωστών με κάποιο από τα δύο αφηγηματικά πρόσωπα του ποιήματος, αυτοί κλήθηκαν στο άγγιγμα του μαγικού ραβδιού, να «μεταμορφωθούν» στο πρόσωπο που επέλεξαν, χρησιμοποιώντας το χαρακτηριστικό αντικείμενο του αντίστοιχου προσώπου (Ηλία, 2003). Για το παιδί-δάσκαλο το σχετικό αντικείμενο ήταν ένα παλιό αναγνωστικό βιβλίο ενώ για το μαθητή Φουντούκο ήταν ένα μικρό πλαστικό μπαλάκι.
Επιπλέον, ο ωκεανός ή ο ουρανός της φαντασίας μέσα στον οποίο ταξίδεψαν οι μαθητές κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης/ακρόασης του ποιήματος (Ηλία & Ματσαγγούρας, 2006), συνέτεινε στην κινητοποίηση της δημιουργικής σκέψης τους κατά την επαφή τους με το ποίημα. Ως προς τη διαμόρφωση της σχολικής αίθουσας σε ωκεανό ή σε ουρανό της φαντασίας, την πρώτη φορά πραγματοποιήθηκε κατά την απουσία των μαθητών, προκειμένου να προκαλέσει έκπληξη και απορία. Τις επόμενες φορές, που η δραστηριότητα της διαμόρφωσης επαναλήφθηκε άλλοτε προγραμματισμένα και άλλοτε έκτακτα κατόπιν επιθυμίας των μαθητών, ήταν πρωταρχική η συμβολή των ίδιων σε αυτήν.
Στην καθολική θετική ανταπόκριση στο ποίημα και στην πληρέστερη βίωση του περιεχομένου του συνέβαλε σημαντικά η δραματοποίησή του. Κατά τη συγκεκριμένη διαδικασία, τα νήπια τοποθετημένα σε κλειστό κύκλο, στραμμένα προς το κέντρο του, απάγγελαν διαδοχικά το ποίημα. Αναλυτικότερα, με σειρά που καθόριζε η τύχη, ένα παιδί κάθε φορά κρατώντας στην αγκαλιά του το σκυλάκι, δραματοποιούσε το ρόλο του δασκάλου, εκφέροντας τους τέσσερεις πρώτους στίχους κάθε στροφής, απευθυνόμενο σε αυτό. Τα υπόλοιπα παιδιά, χτυπώντας ρυθμικά τα κρουστά όργανα του Orff, ώστε να απαγγέλουν συντονισμένα, επιτελούσαν το ρόλο του αφηγητή. Στη δεύτερη στροφή, στο άκουσμα της λέξης «πηδώ», τα παιδιά έκαναν συντονισμένα μια αναπήδηση. Στη δε τελευταία στροφή, μετά την ολοκλήρωση της ομαδικής απαγγελίας του δίστιχου που αναφέρεται στην απομάκρυνση του μαθητή Φουντούκου από το δάσκαλό του, τα νήπια έφευγαν από τον κύκλο, τρέχοντας προς διαφορετικές κατευθύνσεις, ενώ τα κρουστά όργανα που εξακολουθούσαν να κρατούν, προκαλούσαν οχλοβοή. Ο δε συμμαθητής τους που υποδυόταν το μικρό δάσκαλο του Φουντούκου, τους κυνηγούσε, προσπαθώντας μάταια να τους επαναφέρει σε τάξη. Πρόκειται για δραστηριότητα, που τα νήπια εκδήλωναν συχνά την επιθυμία να επαναλάβουν, επειδή κατά την πραγματοποίησή της διασκέδαζαν, εκτονώνονταν και αποφορτίζονταν από την ένταση των μαθημάτων. Ύστερα από πρόταση του εκπαιδευτικού, η οποία έτυχε θερμότατης υποδοχής από τα νήπια, η ανοιχτή σχολική εκδήλωση για το τέλος της χρονιάς (Γραμματάς, 2014) ολοκληρώθηκε με το συγκεκριμένο δρώμενο.
Τα σημερινά παιδιά συμμετέχουν βέβαια σε ένα εντελώς διαφορετικό εκπαιδευτικό σύστημα, που στηρίζεται στη διαθεματικότητα, όπου η γνώση δεν μεταδίδεται όπως στην περίπτωση του Φουντούκου, πολυκερματισμένη σε ανεξάρτητα διδακτικά αντικείμενα, αλλά προσεγγίζεται με επίκεντρο τα παιδικά ενδιαφέροντα και χαρακτηριστικά (Παρασκευά & Παπαγιάννη, 2008). Καθώς βιώνουν την ευνοϊκή για εκείνα εξέλιξη της εκπαίδευσης, κατά τη σύγκριση στην οποία αναπόφευκτα προβαίνουν (Αναγνωστόπουλος, 1987) με τα πρόσωπα του ποιήματος του Πάλλη, αισθάνονται ακόμη περισσότερο οικεία με το σύγχρονο σχολικό περιβάλλον και αυξάνεται η αυτοπεποίθησή τους ως προς την ασφαλή επιβίωσή τους στο συνεχώς εξελισσόμενο κόσμο, με τις έντονες πολυπολιτισμικές επιρροές.
Η σθεναρή υποστήριξη της επιλογής της Δημοτικής γλώσσας από τον Αλέξανδρο Πάλλη, συνετέλεσε καθοριστικά στη διαχρονική αναγνωστική ανταπόκριση των παιδιών αλλά και των ενηλίκων σε αυτό. Ταυτόχρονα βέβαια, καθοριστική για τη διαχρονικότητα του εν λόγω ποιήματος, που αποδείχτηκε περίτρανα κατά τη διδασκαλία του στο συγκεκριμένο τμήμα νηπίων, στάθηκε η λογοτεχνική αρτιότητά του. Η μετρική ακρίβεια, η επιτυχής ομοιοκαταληξία των στίχων, η εικονοπλαστική δύναμή τους, η ευκρίνεια των αφηγηματικών χαρακτήρων του, η αξιοπιστία του αφηγητή του, η κορύφωση της δράσης και κυρίως η χρησιμοποίηση της τεχνικής του χιούμορ. Ακριβώς επειδή ο Πάλλης επιλέγει να επισημάνει τα αρνητικά στοιχεία του εκπαιδευτικού συστήματος της εποχής του μέσα από το χιούμορ, αναδεικνύεται με τον καλύτερο τρόπο η αναποτελεσματικότητα της αγωγής, όταν βρίσκεται σε απόλυτη διάσταση με τα ενδιαφέροντα των ίδιων των παιδιών.
Ειδικότερα για τους μικρούς αναγνώστες του ποιήματος, το ότι στο διασκεδαστικό αυτό επεισόδιο πρωταγωνιστούν ένα παιδί με το σκυλάκι του, εξασφαλίζει εύκολα το ενδιαφέρον τους. Μέσα από την ταύτισή τους με το μαθητή Φουντούκο βρίσκουν απαντήσεις και διεξόδους για την όποια δυσαρέσκεια ενδεχομένως θα προκαλούσε και στα ίδια σε ορισμένες περιπτώσεις το σχολείο. Όσο δε για τους ενηλίκους, από τους οποίους εξαρτώνται τα εκπαιδευτικά συστήματα, προφανώς με τη συγκεκριμένη προσέγγιση του θέματος από τον ποιητή, οδηγούνται σε προβληματισμούς και αυτοκριτική.
Εν κατακλείδι, δεν θα ήταν υπερβολή να ισχυριστούμε ότι η ανάγνωση του ποιήματος συμβάλλει ώστε μικροί και μεγάλοι, εκπαιδευτικοί και εκπαιδευόμενοι να επικοινωνήσουν, να γεφυρώσουν τις διαφορές τους, να συνειδητοποιήσουν προβλήματα του εκπαιδευτικού συστήματος και να διεκδικήσουν αυτά που θα το καταστήσουν πιο ευχάριστο και ουσιαστικά ωφέλιμο.
Η δραματοποίηση του ποιήματος, σε συνδυασμό με τις εμψυχωτικές δραστηριότητες μέσα από τις οποίες αυτό παρουσιάστηκε, εξασφάλισαν την καθολική και ενθουσιώδη συμμετοχή των μαθητών στη διδασκαλία του και κατά συνέπεια τα μέγιστα οφέλη για εκείνους από την ανάγνωσή του. Οπότε, το ποίημα ενταγμένο στο σχετικό παιγνιώδες διδακτικό πλαίσιο, θα μπορούσε να διδαχτεί εκτός από το Νηπιαγωγείο και στις τρεις πρώτες τουλάχιστον τάξεις του Δημοτικού, καθώς και σε φοιτητές παιδαγωγικών πανεπιστημιακών τμημάτων.
Βιβλιογραφία (Βιβλιογραφικές αναφορές)
Ελληνόγλωσση
Alter, J. (1985). Προς τι η διδασκαλία της λογοτεχνίας; Στο Ι.Ν. Βασιλαράκης (Μτφρ.), Η Διδασκαλία της Λογοτεχνίας. Αθήνα: Επικαιρότητα, σ.σ. 63-74.
Αναγνωστόπουλος Β. (1980). Μεταπολεμική παιδική ποίηση. Καρδίτσα.
Αναγνωστόπουλος, Β. (1987). Τάσεις και Εξελίξεις της Παιδικής Λογοτεχνίας στη δεκαετία 1970-1980. Αθήνα: Οι Εκδόσεις των Φίλων.
Γραμματάς, Θ. (2014). Το θέατρο στην εκπαίδευση. Καλλιτεχνική έκφραση και παιδαγωγία. Αθήνα: Διάδραση.
Δελώνης, Α. (1985). Ο Αλέξανδρος Πάλλης και η ποίηση για παιδιά. Διαβάζω, 118, σ.σ. 44-50.
Ηλία, Ε. και Ματσαγγούρας Η. (2006). Από το παιχνίδι στο λόγο: Παραγωγή παιδικών κειμένων μέσα από παιγνιώδεις δραστηριότητες. Στο Π. Παπούλια-Τζελέπη, Α. Φτερνιάτη, Κ. Θηβαίος (Επιμ.), Έρευνα και Πρακτική του Γραμματισμού στην Ελληνική Κοινωνία. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, σ.σ. 307-317.
Ηλία, Ε. (2003). Η ανταπόκριση των μικρών παιδιών σε λογοτεχνικά κείμενα στο πλαίσιο εκπαιδευτικών παιγνιωδών δραστηριοτήτων. Στο Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά, Περιπλανήσεις στην Παιδική Λογοτεχνία. Μελετήματα. Αθήνα: Ακρίτας, σ.σ. 81-104.
Καλλέργης, Η. (1995). Προσεγγίσεις στην Παιδική Λογοτεχνία. Αθήνα: Καστανιώτης.
Κριαράς Ε. (1985). Αλέξανδρος Πάλλης, αγωνιστής και κήρυκας του δημοτικισμού, Διαβάζω, 118, σ.σ. 21-32.
Μπενέκος, Α. (1981). Ζαχαρίας Παπαντωνίου. Ένας σταθμός στην Παιδική Λογοτεχνία. Αθήνα.
Παρασκευά Φ. & Παπαγιάννη Α. (2008). Επιστημονικές και παιδαγωγικές δεξιότητες για τα στελέχη της Εκπαίδευσης. Αθήνα: Παιδαγωγικό Ινστιτούτο.
Riffaterre, Μ. (1985). Η εξήγηση των λογοτεχνικών φαινομένων. Στο Ι. Ν. Βασιλαράκης (Μτφρ), Η Διδασκαλία της Λογοτεχνίας. Αθήνα: Επικαιρότητα, σ.σ. 135-164.
Στεργιόπουλος, Κ. (1985). Ο Πάλλης sine ira et studio. Διαβάζω, 118, σ.σ. 33-38.
Τζιόβας, Δ. (1987). Μετά την αισθητική. Θεωρητικές δοκιμές κι ερμηνευτικές αναγνώσεις της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Αθήνα: Γνώση.
Ξενόγλωσση
Anderson, L. (2006). Creative Writing. A Workbook with Readings. London: Routledge Publications.
Booth, W. (1987). The Rhetoric of Fiction. Middlesex: Penguin Books.
Iser, W. (1990). The Implied Reader. Patterns of Communication in Prose Fiction from Bunyan to Beckett. Baltimore and London: The Johns Hopkins University Press.
Tompkins, J. (1988). The reader in history: The changing shape of literary-response. Στο J. Tompkins (Επιμ.), Reader-response criticism. From Formalism to Post-Structuralism. Baltimore and London: The Johns Hopkins University Press, p.p. 201-232.
Ο Αϊ-Βασίλης στη δημιουργική γραφή νηπίων του 21ου αιώνα
Ηλία Ελένη, δρ. Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Ε.Κ.Π.Α.
«Τα πρακτικά του 8ου Συνεδρίου: «ΝΕΟΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ». Αθήνα, 7 Μαΐου 2022
Επιμέλεια τόμου: Α. Μαστρογιάννης
http://users.sch.gr/synedrio/praktika.html
σσ. 530-537.
I.S.B.N.: 978 – 618 – 82301-7-0
Περίληψη
Τα νήπια στο πλαίσιο ποικίλων προγραμμάτων δημιουργικής γραφής παράγουν υψηλών προδιαγραφών αφηγηματικά κείμενα με τη διαδικασία της φθίνουσας καθοδήγησης από τον εκπαιδευτικό, σύμφωνα με τα κειμενοκεντρικά διδακτικά μοντέλα. Ο εκπαιδευτικός καταγράφει με τη μορφή ενιαίου κειμένου τις ατομικές ή ομαδικές αποκρίσεις των νηπίων στα ερωτήματα που τους απευθύνει, οπότε τα νήπια συνειδητοποιούν τη δυνατότητα της γραφής να αναπαριστά τον προφορικό λόγο. Καθώς εθίζονται στην αξιοποίησή της για τη διάσωση και τη μετάδοση της δημιουργικής σκέψης τους, αναπτύσσονται γλωσσικά και αισθητικά. Επίσης βελτιώνεται η ικανότητά τους στην ακρόαση και την επικοινωνία. Σε κείμενα που παράχθηκαν κατά την τελευταία εικοσαετία μέσα από τη συγκεκριμένη διαδικασία στο νηπιαγωγείο με διαφορετικά ερεθίσματα, διαπιστώθηκε η συχνή εμφάνιση του Αϊ-Βασίλη, ως ελεύθερη επιλογή των νηπίων. Εδώ επιχειρείται να διαφανεί ο αφηγηματικός ρόλος που επιτελεί ο Αϊ-Βασίλης στις παιδικές ιστορίες, τα χαρακτηριστικά που του αποδίδονται και η επίδρασή του στη διαμόρφωση σκέψεων, εμπειριών και συναισθημάτων των νηπίων.
Λέξεις-κλειδιά: Δημιουργική γραφή, νήπια, Αϊ-Βασίλης.
The figure of Santa Claus in the creative writing of toddlers of the 21st century
Ilia Eleni, Ph.D. in Modern Greek Literature, University of Athens
Abstract
Toddlers in a variety of creative writing programs produce high-quality narrative texts through the process of declining teacher guidance, according to text-centric teaching models. The teacher records in the form of a single text the individual or group answers of toddlers to the questions he addresses to them, so that toddlers realize the possibility of writing to represent the oral speech. As they become addicted to using it to rescue and transmit their creative thinking, they develop linguistically and aesthetically. It also improves their ability to listen and communicate. In texts produced during the last twenty years through this process in the Nursery School with different stimuli, it was found that Santa Claus often appears as a free choice of toddlers. Here, the narrative role that Santa Claus plays in children’s stories, the characteristics attributed to him and his influence on the formation of thoughts, experiences and feelings of toddlers are attempted.
Key-Words: Creative writing, toddlers, Santa Claus.
Εισαγωγή
Τα νήπια πιστεύουν ότι τα πρόσωπα που δημιουργεί η ανθρώπινη φαντασία, είναι πραγματικά (Harris et al., 1991). Για να θεωρήσουν ένα πρόσωπο υπαρκτό, τους αρκεί απλώς κάποια μαρτυρία (Harris & Koenig, 2006). Ειδικότερα για τον Αϊ-Βασίλη τρέφουν την πεποίθηση ότι είναι εκείνος που γνωρίζει τις μυστικές επιθυμίες τους και συστηματικά φροντίζει για την πραγματοποίησή τους (Subbotsky, 2010).
Η παιδαγωγική επίδραση του Αϊ-Βασίλη στα νήπια είναι γενικευμένη και τεράστια. Η επίδραση αυτή διαφαίνεται έντονα στη δημιουργική γραφή τους τόσο λόγω της ποσότητας των εμφανίσεών του όσο και λόγω των ποιοτικών χαρακτηριστικών που του προσδίδουν.
Η παρούσα εισήγηση επικεντρώνεται σε κείμενα νηπίων, στα οποία γίνονται αναφορές στο πρόσωπο του Αϊ-Βασίλη, αποκλειστικά με πρωτοβουλία των ίδιων. Πρόκειται για κείμενα τα οποία έχουν προκύψει από το σχολικό έτος 2000-2001 έως σήμερα, στο πλαίσιο ποικίλων εκπαιδευτικών προγραμμάτων δημιουργικής γραφής. Κοινό στοιχείο του συνόλου των εκπαιδευτικών προγραμμάτων συνιστά η εκδήλωση σε αυτά της δημιουργικότητας, ως βασικού χαρακτηριστικού της ανθρώπινης ύπαρξης (Fromm, 1971).
Σχετικά με τη διαδικασία παραγωγής των μαθητικών κειμένων, αξιοποιήθηκαν θεωρίες της αφηγηματολογίας και της κειμενογλωσσολογίας, σε συνδυασμό με τα δεδομένα της αναπτυξιακής ψυχολογίας, για τα χαρακτηριστικά της πρώιμης παιδικής ηλικίας. Το ερέθισμα ή το επίκεντρο κάθε εκπαιδευτικού προγράμματος ήταν διαφορετικό. Άλλοτε επρόκειτο για το πιο αγαπημένο βιβλίο κάθε νηπίου, άλλοτε για ποιητικά ή πεζά έργα που αποτέλεσαν αντικείμενο διδασκαλίας, άλλοτε για κάποιο αντικείμενο από το φυσικό ή το τεχνητό περιβάλλον κι άλλοτε για ζωγραφιές που δημιούργησαν τα ίδια τα νήπια.
Οι στόχοι για το σύνολο των προγραμμάτων είναι κοινοί. Περιλαμβάνουν την καλλιέργεια της δημιουργικής σκέψης και έκφρασης των νηπίων, τη γλωσσική και αισθητική ανάπτυξή τους, την καλλιέργεια της ικανότητας της ακρόασης και της συζήτησης. Επίσης, τα προγράμματα αποσκοπούν στο να αντιληφθούν τα νήπια τη δυνατότητα του γραπτού λόγου να αναπαριστά πιστά τον προφορικό.
Ο όρος δημιουργική γραφή επιλέγεται στον τίτλο της εργασίας, αν και τα νήπια εκφράζονται προφορικά, επειδή η δημιουργική σκέψη των νηπίων καταγράφεται με τη συμβολή του εκπαιδευτικού είτε χειρόγραφα είτε σε ηλεκτρονικό υπολογιστή. Τα γραπτά αυτά κείμενα, που αξιοποιούνται ποικιλότροπα, προσφέρουν στα νήπια τις πρώτες πολύτιμες εμπειρίες τους δημιουργικής γραφής, εξοικειώνοντάς τα με τη διαδικασία της γραφής ως μορφής προσωπικής έκφρασης και επικοινωνίας.
Μεθοδολογία διδακτικής παρέμβασης
Τα εκπαιδευτικά προγράμματα δημιουργικής γραφής κατά τα οποία παράχθηκαν τα κείμενα που αναφέρονται στο πρόσωπο του Αϊ-Βασίλη, αξιοποιούν την παιγνιώδη διάθεση που χαρακτηρίζει την παιδική ηλικία (Huizinga, 1989). Τα συγκεκριμένα προγράμματα συνδέονται με τα κειμενοκεντρικά μοντέλα διδασκαλίας, στα οποία χρησιμοποιούνται ποικίλες τεχνικές στήριξης των μαθητών στο προσυγγραφικό, το συγγραφικό και το μετασυγγραφικό στάδιο, σύμφωνα με τη διδακτική αρχή της φθίνουσας καθοδήγησης (Matsagouras, 2001). Έτσι, οι μαθητές σταδιακά καθίστανται ικανότεροι στη λεκτική επικοινωνία και στη δόμηση της σκέψης τους (Matsagouras & Kouloubaritsi, 1999).
Τα παραγόμενα κείμενα προκύπτουν μέσα από την ημιδομημένη στην αρχή και στη συνέχεια τη μη δομημένη συνέντευξη. Ο εκπαιδευτικός απευθύνει πρώτα γενικές ερωτήσεις και στη συνέχεια, ως πολύ προσεκτικός ακροατής (Pascucci & Rossi, 2002), συνεχίζει με συμπληρωματικές, διευκρινιστικές ερωτήσεις, σε σχέση με τις προηγούμενες απαντήσεις που έχει λάβει. Οι αφηγηματικές ιστορίες που τα νήπια παράγουν ατομικά ή ομαδικά (Huck, Hepler & Hickman, 1979), καταγράφονται με τη μορφή ενιαίου κειμένου και αμέσως μετά διαβάζονται από τον εκπαιδευτικό, ώστε τα νήπια να διαπιστώσουν και να επαληθεύουν την ακρίβεια της καταγραφής.
Τα λογοτεχνικά έργα οδηγούν στην αποκλίνουσα σκέψη (Alter, 1985), ως συνέπεια της πολυσημίας που τα διακρίνει (Riffaterre, 1985) και του πλήθους των νοημάτων που λανθάνουν σε αυτά (Iser, 1991). Έτσι, στα προγράμματα που η δημιουργικότητα των νηπίων εκδηλώνεται με τις λογοτεχνικές αναγνώσεις τους, παρατηρείται είτε η δημιουργική μίμηση του λογοτεχνικού προτύπου είτε η τροποποίηση είτε η ανατροπή του (Matsagouras, 2001). Τα συγκεκριμένα προγράμματα εκτυλίσσονται ως παιχνίδι (Poslaniek, 1992), προκειμένου να κινητοποιήσουν το σύνολο των νηπίων να συμμετέχουν σε αυτά με ενθουσιασμό.
Όταν αφετηρία των εκπαιδευτικών προγραμμάτων συνιστούν ποιήματα, στη δημιουργική γραφή των νηπίων αποτυπώνονται οι διαφορετικές εικόνες που σχηματίζονται στην αντίληψή τους, ως αποτέλεσμα της εικονοπλαστικής ιδιότητας του ποιητικού λόγου (Benekos, 1981 – Kallergis, 1995). Στις περιπτώσεις που τα προγράμματα αναφέρονται σε πεζά έργα, η δημιουργική γραφή εκφράζει την εμπλοκή των νηπίων στα αφηγηματικά δρώμενα, τις προσδοκίες τους για την εξέλιξη της υπόθεσης με βάση τις ενδείξεις που παρέχονται στο κείμενο (Iser, 1990), την ταύτισή τους με συγκεκριμένους λογοτεχνικούς ήρωες (Bοοth, 1987).
Παρουσίαση δραστηριοτήτων και αποτελεσμάτων
Ο Αϊ-Βασίλης ως ήρωας των αγαπημένων βιβλίων των νηπίων
Σε εκπαιδευτικό πρόγραμμα όπου συμμετείχαν είκοσι τρία νήπια, το κάθε ένα αφηγήθηκε στην τάξη μια ιστορία για να παρουσιάσει το πιο αγαπημένο του βιβλίο, προκειμένου να λειτουργήσει ως διαμεσολαβητής για την καλλιέργεια της φιλαναγνωσίας των συμμαθητών του. Παρατίθενται οι τρεις ιστορίες όπου εμφανίζεται ο Αϊ-Βασίλης.
Ο Αϊ-Βασίλης στη δημιουργική γραφή με ερέθισμα διδαχθέντα ποιήματα
Πρόκειται για ατομική αφήγηση, που αναφέρεται στο απόσπασμα του Β΄ μέρους του έργου «Χριστούγεννα» του Κωστή Παλαμά.
Το παραπάνω ατομικό κείμενο μαθήτριας αναφέρεται στο ποίημα Η Σακαράκα, της Ρένας Καρθαίου.
Ο Αϊ-Βασίλης στη δημιουργική γραφή με ερέθισμα διδαχθέντα πεζά έργα
Το κείμενο παράχθηκε όταν τα νήπια κλήθηκαν να γράψουν το Ημερολόγιο του Τρελαντώνη, του ήρωα του ομώνυμου βιβλίου της Πηνελόπης Δέλτα.
Το κείμενο αφηγήθηκε μαθήτρια, αναφερόμενη στο έβδομο κεφάλαιο του έργου του Εξυπερύ, Ο Μικρός Πρίγκιπας, το οποίο ολοκληρώνεται με τη φράση «είναι τόσο μυστήρια η χώρα των δακρύων».
Ο Αϊ-Βασίλης στη δημιουργική γραφή με ερέθισμα διάφορα αντικείμενα
Τα τέσσερα αντικείμενα που έδωσαν το ερέθισμα για την παραγωγή από νήπια των ισάριθμων κειμένων που παρατίθενται στη συνέχεια, είναι κατά σειρά ένα παλιό κλειδί, τα κίτρινα φθινοπωρινά φύλλα, μερικά χριστουγεννιάτικα στολίδια και μια ατομική ζωγραφιά με ελεύθερο θέμα.
Συζήτηση
Η επίδραση του Αϊ-Βασίλη στα νήπια διαφαίνεται συχνότατα στη συνύπαρξή τους στο σχολικό περιβάλλον. Είναι πλείστες οι περιπτώσεις που αναφέρονται σε αυτόν στη μεταξύ τους αυθόρμητη επικοινωνία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα συνιστά συνομιλία δύο αγοριών για τη διεκδίκηση κάποιου αντικειμένου, όπου το ύστατο επιχείρημα προς το συμμαθητή πως ο Αϊ-Βασίλης θα του φέρει κάρβουνα αντί για δώρο, αποδείχτηκε εξαιρετικά αποτελεσματικό.
Η ομαδική αφήγηση της προηγούμενης ενότητας για την παιδική ζωγραφιά, μετατράπηκε σε θεατρικό δρώμενο, που αξιοποιήθηκε στη χριστουγεννιάτικη εκδήλωση του νηπιαγωγείου. Στη συγκεκριμένη περίπτωση που η παράσταση προέκυψε από την εκπαιδευτική καθημερινότητα και ήταν εξ ολοκλήρου δημιούργημα των ίδιων των μικρών μαθητών, όχι μόνο θα μπορούσε η όλη διαδικασία να συμβάλει σημαντικά στο άνοιγμα του σχολείου στην κοινωνία (Grammatas, 2014), αλλά και να αποτελέσει εξαιρετικό κίνητρο για την ενασχόληση των νηπίων με τη δημιουργική γραφή και στις επόμενες σχολικές τάξεις (Ilia & Matsagouras, 2006).
Ενδεικτική της παγιωμένης και ακλόνητης εικόνας που έχουν τα νήπια για τον Αϊ-Βασίλη, είναι η έκφραση της αναγνωστικής ανταπόκρισής τους στο διήγημα του Φώτη Κόντογλου, «Το βλογημένο μαντρί». Σύμφωνα με την αφηγηματική υπόθεση, ο Αϊ-Βασίλης, προκειμένου να δοκιμάσει την πίστη των ανθρώπων, εμφανίζεται ως πάμπτωχος γέροντας. Όταν όλοι οι πλούσιοι την παραμονή της Πρωτοχρονιάς τού κλείνουν την πόρτα τους, θεωρώντας τον ενοχλητικό ζητιάνο, ένας νεαρός βοσκός και η σύζυγός του τον δέχονται στο καλύβι τους και προθυμοποιούνται να μοιραστούν μαζί του το λιγοστό φαγητό τους. Ως προς τα χαρακτηριστικά του Αϊ-Βασίλη στο έργο του Κόντογλου, τα νήπια τα συνέδεσαν ως εξής με την οικεία σε αυτά εικόνα του: «Αφού όταν ο Αϊ-Βασίλης εμφανιζόταν σαν ζητιάνος, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν του άνοιγαν την πόρτα τους, εκείνος αποφάσισε να επισκέπτεται τον κόσμο, φορώντας πάντα την καλή του στολή και κουβαλώντας δώρα για όλους, ώστε να τον δέχονται στα σπίτια τους».
Συμπεράσματα
Από τα αποτελέσματα που παρατίθενται στην παρούσα εργασία, διαφαίνεται ο ρόλος του Αϊ-Βασίλη και η συμβολή του στην εξέλιξη της εκάστοτε αφηγηματικής υπόθεσης. Προκύπτουν χαρακτηριστικά και ιδιότητες που του αποδίδονται από τα νήπια, καθώς και ο βαθμός της επίδρασής του σε αυτά. Εμπειρίες, επιθυμίες, προσδοκίες και συναισθήματά τους συνδέονται στις αφηγήσεις τους αναπόσπαστα με τον Αϊ-Βασίλη. Αναλυτικότερα, είτε το ερέθισμα της δημιουργικής γραφής των νηπίων είναι πεζογράφημα ή ποίημα είτε κάποιο φυσικό ή άλλο αντικείμενο, ο Αϊ- Βασίλης αναδεικνύεται σε ένα από τα συχνότερα εμφανιζόμενα πρόσωπα, διαχρονικό όσο και οικείο. Λειτουργεί ως ο «από μηχανής Θεός» που δίνει τη λύση σε κάθε κρίσιμη στιγμή για τους αφηγηματικούς ήρωες των παιδικών ιστοριών. Γίνεται ο δέκτης της έκφρασης των χαρακτηριστικών, των ενδιαφερόντων και των δραστηριοτήτων τους. Αποτελεί το πρόσωπο που προσφέρει ασφάλεια, αποδίδοντας τον έπαινο ή την τιμωρία, εφόσον η κρίση του θεωρείται πάντοτε δίκαιη και αδιαμφισβήτητη. Η εικόνα των νηπίων για εκείνον συνοψίζεται στη διάθεση για προσφορά, στην πρόθεση να ωφελεί τους ανθρώπους. Συμβολίζοντας την αγάπη, την καλοσύνη, εμπνέει αδιάκοπα στα νήπια την αισιοδοξία και την ευαισθησία.
Ταυτόχρονα όμως ο Αϊ-Βασίλης δεν εμφανίζεται ως πρόσωπο εξιδανικευμένο, εξωπραγματικό. Έχει ανθρώπινες αδυναμίες και αρκετά κοινά στοιχεία με τα παιδιά. Είναι παιχνιδιάρης, λαίμαργος, κάνει ζημιές, συνιστώντας έτσι μια ανεξάντλητη πηγή χαράς και ευφορίας για εκείνα. Οι αντιλήψεις των νηπίων για τον Αϊ-Βασίλη είναι συγκλίνουσες και πλήρως αφομοιωμένες, προφανώς ως αποτέλεσμα αναγνωστικών και άλλων προσωπικών κοινών εμπειριών τους.
Με τη συμμετοχή των νηπίων στα αντίστοιχα προγράμματα δημιουργικής γραφής, επιτυγχάνονται πλήρως οι στόχοι της καλλιέργειας της δημιουργικής σκέψης και έκφρασης, της γλωσσικής και αισθητικής ανάπτυξης και της ικανότητας της ακρόασης και της επικοινωνίας. Επίσης, τα νήπια αντιλαμβάνονται ειδικότερα τη δυνατότητα του γραπτού λόγου να αναπαριστά τον προφορικό και εξοικειώνονται με τη διαδικασία της γραφής ως μορφής προσωπικής έκφρασης.
Βιβλιογραφικές αναφορές
Alter, J. (1985). “What is the purpose of teaching literature?”, Teaching Literature (trans. I.N. Vasilarakis) Athens: Epikairotita, pp. 63-74.
Benekos, A. (1981). Zacharias Papantoniou. A station in Children’s Literature. Athens, pp. 109-166.
Booth, W.C. (1987). The Rhetoric of Fiction. Middlesex: Penguin Books.
Fromm, E. (1971). Escape from Freedom (trans. D. Theodorakatos), Athens: Boukoumanis.
Grammatas, T. (2014). Theatre in Education. Artistic expression and pedagogy. Athens: Diadrasi.
Harris, P., Brown, E., Marriot, C., Whittall, S., & Harmer, S. (1991). Monsters, ghosts, and witches: Testing the limits of the fantasy-reality distinction in young children. British Journal of Developmental Psychology. 9, 105–123.
Harris P., Koenig M. (2006). Trust in testimony: How children learn about science and religion. Child Development. 77, 505–524.
Huck, C., Hepler, S. and Hickman, J. (1979). Children’s Literature in the Elementary School. Austin: Holt, Rinehart and Winston.
Huizinga, J. (1989). Homo Ludens (trans. S. Rozakis – G. Lykiardopoulos), Athens: Gnosi.
Ilia, E. and Matsagouras, I. (2006). From Game to Speech: Production of children’s texts through playful activities. In P. Papoulia-Tzelepi, A. Fterniati, K. Thivaios (Edit.), Literature Research and Practice in Greek Society. Athens: Ellinika Grammata, 307-317.
Iser W. (1991). The Act of Reading, Baltimore and London: The Johns Hopkins University Press.
Iser, W. (1990). The Implied Reader. Patterns of Communication in Prose Fiction from Bunyan to Beckett. Baltimore and London: The Johns Hopkins University Press.
Kallergis, H. (1995). Approaches to Children’s Literature, Athens: Kastaniotis.
Matsagouras, I. and Kouloubaritsi, A. (1999). A Syllabus for Critical Thinking: Theoretical Principles and Applications in the Production of Written Speech, Psychology, 6(3), 299-396.
Matsagouras, I. (2001). The School Class: Text-centric approach to written speech, Vol. B’. Athens
Pascucci, M. and Rossi, F. (2002). Not just a scribe, Gefyres, Vol. 6, 16-23
Poslaniek, K. (1992). To give children the Appetite for Reading (trans. St. Athini), Athens: Kastaniotis
Riffaterre, M. (1985). “The explanation of literary phenomena”. Teaching Literature (trans. I.N. Vasilarakis) Athens: Epikairotita, pp. 135-164
Subbotsky, E. (2010). Magic and the mind. Mechanisms, functions, and development of magical thinking and behavior. Oxford, New York: Oxford University Press.
Η επιλογή του «happy end» στη δημιουργική γραφή των νηπίων
Ελένη Ηλία
Δρ. Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Ε.Κ.Π.Α.
6ο Πανελλήνιο Συνέδριο Εκπαίδευση και Πολιτισμός στον 21ο αιώνα (23-25 Απριλίου 2021)
https://ekedisy.gr/praktika-6oy-panellinioy-synedrioy-ekpaideysi-kai-politismos-ston-21o-aiona/
Πρακτικά Συνεδρίου, Τόμος Β΄
Επιμέλεια: Ευαγγελία Κανταρτζή
ISBN: 978-618-5458-34-8
ISBN SET: 978-618-5458-32-4
Αθήνα 2021, σσ. 102-109.
Περίληψη
Στη διδασκαλία λογοτεχνικών κειμένων στο νηπιαγωγείο δίνεται η δυνατότητα στους μαθητές μέσα από εμψυχωτικές δραστηριότητες να παρέμβουν στην αφηγηματική υπόθεση. Η ιδιότητα της λογοτεχνίας να καλλιεργεί την αποκλίνουσα σκέψη, ενισχύει τη φαντασία των νηπίων, που παράγουν εξαιρετικά πρωτότυπες και εντελώς διαφοροποιημένες ιστορίες. Σε αυτό το αποτέλεσμα συντελεί η διαδικασία της φθίνουσας καθοδήγησης, που εισηγούνται τα κειμενοκεντρικά διδακτικά μοντέλα. Τα κείμενα των νηπίων κινούνται σε τρεις βασικές κατευθύνσεις. Μιμούνται δημιουργικά το λογοτεχνικό πρότυπο ή το τροποποιούν σημαντικά ή το ανατρέπουν πλήρως. Ωστόσο, παρά την ποικιλία που τα χαρακτηρίζει, έχουν πάντοτε ένα κοινό στοιχείο, την αίσια έκβαση. Στην εργασία παρουσιάζονται τα συγκεκριμένα εκπαιδευτικά προγράμματα στο πλαίσιο των οποίων εκτυλίσσεται η υψηλών προδιαγραφών δημιουργική γραφή των νηπίων. Πρόκειται για προφορικές αφηγήσεις τους, που ο εκπαιδευτικός σχολαστικά καταγράφει, ώστε τα νήπια να συνειδητοποιήσουν τις δυνατότητες έκφρασης που παρέχει ο γραπτός λόγος και να εθιστούν στη χρησιμοποίησή του για την ακριβή διάσωση και τη διάδοση της σκέψης τους. Στα αποτελέσματα της παρούσας εργασίας παρατίθενται παιδικά κείμενα που αναφέρονται σε έργα με δυσάρεστη κατάληξη, όπως ο τραγικός αρχαιοελληνικός μύθος του Ίκαρου. Επίσης, ο μύθος του Λα Φοντέν με την αλεπού που κόπηκε η ουρά της και αντιμετώπισε το χλευασμό των άλλων αλεπούδων. Ακόμη, το διήγημα του Τέλλου Άγρα, Οι Μεγάλες Λύπες, όπου ο μικρός ήρωας αναζητά μάταια το αγαπημένο του αρνάκι, που το θυσίασαν σύμφωνα με το πασχαλινό έθιμο. Τέλος παραμύθια που οι ήρωές τους με τους οποίους τα νήπια ταυτίζονται, δοκιμάζονται πολύ σκληρά και δύσκολα επιβιώνουν. Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις οι αφηγηματικές παρεμβάσεις των νηπίων γίνονται εξαιρετικά εύγλωττοι μάρτυρες της αισιόδοξης φύσης τους αλλά και της ευαισθησίας που τα διακρίνει. Η δυστυχία και η αδικία δεν γίνονται ανεκτά από τα νήπια. Η καλοσύνη πάντοτε θριαμβεύει, διακατέχει τελικά τους πάντες, που απολαμβάνουν την ευτυχία ανεξάρτητα από το μέγεθός τους ή τη δύναμή τους.
Λέξεις-κλειδιά: Νήπια, δημιουργική γραφή, happy end.
Η λογοτεχνία προκαλεί βιώματα, καθώς ο αναγνώστης ταυτίζεται με τους λογοτεχνικούς ήρωες (Booth, 1987). Η αισθητική απόλαυση, η συγκινησιακή φόρτιση τα οποία προσφέρει στον αναγνώστη, την καθιστούν πολύτιμη για την κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη. Ο τρόπος διδασκαλίας της λογοτεχνίας υπαγορεύεται από την ίδια τη φύση της. Οι θεωρίες από το χώρο της αφηγηματολογίας και της κειμενογλωσσολογίας, σε συνδυασμό με τα χαρακτηριστικά της νηπιακής ηλικίας, τα οποία παρουσιάζει η αναπτυξιακή ψυχολογία, μετασχηματίζονται σε διδακτικές προσεγγίσεις παραγωγής πρωτότυπου αφηγηματικού λόγου από τα νήπια, με επίκεντρο τα λογοτεχνικά έργα. Δίνοντας στους μαθητές τη δυνατότητα να αναφερθούν στην αναγνωστική ανταπόκρισή τους, εκφράζονται προσωπικά στοιχεία τους, εμπειρίες, επιθυμίες και προσδοκίες, οπότε ξεκινά η πορεία τους προς την αυτογνωσία και επιτυγχάνεται η ουσιαστική επαφή και επικοινωνία τους με τους συμμαθητές τους. Ταυτόχρονα, αναδεικνύεται η πολυσημία των λογοτεχνικών έργων (Riffaterre, 1985) και ο δημιουργικός ρόλος των αναγνωστών (Iser, 1990), που τα καθιστούν ανεξάντλητα (Τζιόβας, 1987).
Στο πλαίσιο τέτοιων λογοτεχνικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων, τα νήπια μεταξύ άλλων καλούνται να παρέμβουν στη διαμόρφωση του τέλους κάποιων ιστοριών, καθώς το μη ευτυχισμένο τέλος κινητοποιεί την παιδική φαντασία, ώστε να αποκαταστήσει την αδικία και την τάξη στον κόσμο (Δίμιζα, 166-183). Επιλέγοντας τα νήπια ελεύθερα ανάμεσα στη δημιουργική μίμηση του λογοτεχνικού προτύπου, στην τροποποίηση ή στην ανατροπή του (Ματσαγγούρας, 2001), συλλέγουν πολύτιμες εμπειρίες δημιουργικότητας, που συμβάλλουν στην ευτυχία τους (Φρομ, 1971).
Στο σύνολο των κειμένων που παράγονται από τα νήπια, εμφανίζονται τεράστιες διαφοροποιήσεις και αλλεπάλληλες πρωτοτυπίες (Ηλία, 2006). Ωστόσο, όλα τα νηπιακά κείμενα συγκλίνουν απόλυτα, ως προς την αίσια έκβαση της αφηγηματικής υπόθεσης. Την τάση των νηπίων να βελτιώνουν σε κάθε περίπτωση το τέλος των ιστοριών, έχει επισημάνει εξόχως εμφατικά ο Καλλέργης, προλογίζοντας έντυπη έκδοση με παραμύθια και μύθους, τα οποία αναδιηγήθηκαν νήπια (Ηλία, 2005).
Τα εκπαιδευτικά προγράμματα δημιουργικής γραφής με επίκεντρο λογοτεχνικά έργα των οποίων το τέλος καλούνται να διαμορφώσουν τα νήπια σύμφωνα με την επιθυμία τους, πραγματοποιήθηκαν σε τρία δημόσια νηπιαγωγεία της Αττικής. Σε όλες τις περιπτώσεις τα προγράμματα υλοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του υποχρεωτικού διδακτικού ωραρίου, σε εικοσιπενταμελή τμήματα όπου φοιτούσαν νήπια και προνήπια.
Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε στα προγράμματα δημιουργικής γραφής κατά τα οποία τα συμμετέχοντα νήπια παρεμβαίνουν στις αφηγηματικές εξελίξεις και τις προσαρμόζουν στις επιθυμίες τους, βασίζεται στα κειμενοκεντρικά διδακτικά μοντέλα της γραπτής έκφρασης. Τα παραπάνω μοντέλα διδάσκουν στους μαθητές τούς υπερπροτασιακούς κανόνες και τις δομές που διακρίνουν τους διάφορους τύπους του λόγου κι έτσι αυτοί αποδεδειγμένα καθίστανται σταδιακά ικανότεροι στην παραγωγή αφηγηματικών κειμένων και στον τρόπο δόμησης της σκέψης (Ματσαγγούρας και Κουλουμπαρίτση, 1999).
Τα σχετικά εκπαιδευτικά, εμψυχωτικά προγράμματα εκτυλίσσονται ως παιχνίδι (Ποσλανιέκ, 1992), προκειμένου να εκφράζουν την ανάγκη των ανθρώπων γενικότερα και των νηπίων ειδικότερα να παίζουν (Χουιζίνγκα, 1989). Ο παιγνιώδης χαρακτήρας στα προγράμματα που ακολουθούν, ενισχύεται από τη χρήση διαφόρων μαγικών αντικειμένων, που αποσκοπούν στη δραστηριοποίηση κι απελευθέρωση της φαντασίας των νηπίων. Όταν η γνώριμη στο σύνολο των παιδιών απόλαυση του παιχνιδιού συνδυάζεται με την πρωτόγνωρη για τα περισσότερα απόλαυση της δημιουργικότητας που εκδηλώνεται κατά την επαφή με τη λογοτεχνία (Κωτόπουλος, 2012), προκύπτουν πρωτότυπα αφηγηματικά κείμενα, που εκφράζουν τους δημιουργούς τους.
Στην αρχή των προγραμμάτων για την παραγωγή των κειμένων χρησιμοποιείται η ημιδομημένη συνέντευξη. Ο εκπαιδευτικός θέτει στα νήπια ερωτήσεις για την τελική έκβαση της αφηγηματικής υπόθεσης, που εκείνα απαντούν ομαδικά ή ατομικά (Huck, Hepler, and Hickman, 1979). Σύμφωνα με τη διδακτική αρχή της φθίνουσας καθοδήγησης (Ματσαγγούρας, 2001), οι διευκρινιστικές, συμπληρωματικές ερωτήσεις που απευθύνει ο εκπαιδευτικός σε σχέση με τις προηγούμενες απαντήσεις που έχει λάβει, μειώνονται, στο βαθμό που οι απαντήσεις των νηπίων γίνονται πληρέστερες. Από τη στιγμή που οι γενικές ερωτήσεις που απευθύνονται στα νήπια, επαρκούν πλέον προκειμένου εκείνα να διατυπώνουν ολοκληρωμένες σκέψεις αναφορικά με τη δράση και τα συναισθήματα των λογοτεχνικών ηρώων, οι συνεντεύξεις που επιλέγονται είναι οι μη δομημένες.
Οι απαντήσεις των νηπίων καταγράφονται από τον εκπαιδευτικό (Pascucci και Rossi, 2002) ως ενιαία αφήγηση, είτε χειρόγραφα είτε στην οθόνη του υπολογιστή. Διαβάζονται δε αμέσως μετά από τον εκπαιδευτικό, ώστε τα νήπια να έχουν τη δυνατότητα και την ευκαιρία να επαληθεύσουν την ακρίβεια των λεγομένων τους.
Τα καταγραμμένα παιδικά κείμενα ακολούθως αξιοποιούνται ποικιλότροπα. Το περιεχόμενό τους εξελίσσεται συνήθως σε θεατρικό δρώμενο και παράλληλα δημοσιεύεται σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή. Αυτές οι διαδικασίες συνιστούν προϋποθέσεις που θα προσφέρουν στους μαθητές επιπλέον κίνητρο, για αβίαστη και ενθουσιώδη συμμετοχή τους σε σχετικά προγράμματα στο μέλλον (Ηλία και Ματσαγγούρας, 2006).
5.1. Τέλλος Άγρας, Οι μεγάλες λύπες
Το διήγημα Οι μεγάλες λύπες δημοσιεύτηκε αρχικά στο περιοδικό Η Διάπλασις των Παίδων, το 1936. Αναφέρεται σε ένα μικρό αγόρι που συνδέεται συναισθηματικά με ένα αρνάκι το οποίο φέρνουν οι γονείς του στο σπίτι την περίοδο της Σαρακοστής. Μέσα στη Μεγάλη Εβδομάδα το παιδί αντικρίζει το αγαπημένο του αρνάκι τεμαχισμένο στην κουζίνα, αλλά καθώς δεν αντιλαμβάνεται ότι πρόκειται για αυτό, το αναζητά μάταια παντού. Στο τέλος του διηγήματος ο ήρωας εμφανίζεται ενήλικος πλέον, να συμβουλεύει τον αναγνώστη, αν αγαπά ένα αρνάκι, να το προσέχει και να το προστατεύει πάντοτε, κλίνοντας προς την εκδοχή ότι το δικό του αρνί εγκατέλειψε το σπίτι, επειδή προτίμησε να ζήσει στην εξοχή.
Όταν ο μικρός ήρωας εκφράζει την αγωνία του για το αρνί του, χωρίς να συνδέει την εξαφάνισή του με ό, τι διαφορετικό και περίεργο παρατηρεί στο σπίτι, ο αναγνώστης είτε συμμερίζεται την αγωνία του για την τύχη του ζώου είτε αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα που ο ήρωας αγνοεί (Ηλία, 1995). Στη δεύτερη περίπτωση λειτουργεί η αφηγηματική τεχνική της τραγικής ειρωνείας (Booth, 1987), όπου το θύμα της τραγικής ειρωνείας είναι θύμα της άγνοιάς του (Βελουδής, 1983).
5.2. Ο Μύθος του Ίκαρου στην Ελληνική Μυθολογία
Σύμφωνα με τον αρχαιοελληνικό μύθο, ο αρχιτέκτονας και τεχνίτης Δαίδαλος, που βρισκόταν στην υπηρεσία του βασιλιά της Κρήτης Μίνωα, προσπάθησε να δραπετεύσει από την Κρήτη, πετώντας μαζί με το γιο του Ίκαρο, με φτερούγες που είχε φτιάξει ο ίδιος. Ο νεαρός Ίκαρος όμως, παρασυρόμενος από τον ενθουσιασμό του για την πτήση, δεν ακολούθησε τις συμβουλές του πατέρα του, με αποτέλεσμα οι φτερούγες του να ξεκολλήσουν και να πνιγεί στη θάλασσα, στο σημείο που ονομάζεται Ικάριο πέλαγος.
5.3. Ο μύθος του Λα Φοντέν για την αλεπού που κόπηκε η ουρά της
Στους κλασικούς ή αισώπειους μύθους τα ζώα χρησιμοποιούνται ως σύμβολα διαφόρων ανθρώπινων τύπων. Εδώ οι συμπεριφορές των ζώων διακωμωδούνται (Μερακλής, 1987), ώστε ο αναγνώστης να συμμορφώνεται με το δίδαγμα των μύθων, που βρίσκεται σε συνάρτηση με την επικρατούσα ιδεολογία της εκάστοτε εποχής. Με άλλα λόγια, ο παιδευτικός χαρακτήρας των μύθων, έγκειται στο κακό τέλος τους, στην τιμωρία των ηρώων τους (Γιαννικοπούλου, 2018).
Στο μύθο του Λα Φοντέν ειδικότερα, μια αλεπού με πολύ μακριά ουρά, που την θαύμαζαν όλα τα ζώα του δάσους, πιάνεται σε παγίδα. Όταν η ουρά της κόβεται, προκειμένου να μην ξεχωρίζει από τις υπόλοιπες αλεπούδες, προσπαθεί μάταια να τις πείσει να κόψουν κι εκείνες τις ουρές τους. Όλες όμως αντιλαμβάνονται την πονηριά της και όχι μόνο δεν ακολουθούν την προτροπή της αλλά και την εμπαίζουν για το ατύχημά της.
5.4. Το παραμύθι «Ο Κοντορεβιθούλης» των Αδερφών Γκριμ
Στα κλασικά λαϊκά παραμύθια οι αρχικές εκδοχές ήταν σκοτεινές, με δυσάρεστα επεισόδια και σκληρό τέλος. Ορισμένες από αυτές τις σκοτεινές εκδοχές καταγράφτηκαν, με παραλλαγές, στη συνέχεια από τον Περό και αργότερα από τους Αδελφούς Γκριμ, ωστόσο σε αυτές επιβλήθηκε εκ των υστέρων κάπως πιο αίσιο τέλος (Καρακίτσιος, 2018).
Αυτό ακριβώς ισχύει και στην περίπτωση του Κοντορεβιθούλη, που ο πατέρας του τον εγκαταλείπει στο δάσος μαζί με τα υπόλοιπα έξι παιδιά του, επειδή δεν έχει χρήματα για να τα μεγαλώσει. Τα αδέρφια όμως επιστρέφουν στο σπίτι τους, αφού ο Κοντορεβιθούλης, ακολουθώντας τις πέτρες που είχε σκορπίσει στη διαδρομή, βρίσκει το δρόμο της επιστροφής. Τότε οι γονείς τους αποπειρώνται ξανά να απαλλαγούν από τα παιδιά τους και αυτή τη φορά τα καταφέρνουν, διότι ο Κοντορεβιθούλης επαναλαμβάνει το ίδιο τέχνασμα, χρησιμοποιώντας όμως ψίχουλα αντί για πέτρες. Τα παιδιά στο δάσος αιχμαλωτίζονται από έναν ανθρωποφάγο γίγαντα. Ο Κοντορεβιθούλης όμως τον ξεγελά κι εκείνος τρώει κατά λάθος τις εφτά κόρες του. Μόλις ο ήρωας με τα αδέρφια του επιστρέφουν για δεύτερη φορά στο σπίτι τους, βρίσκουν τους γονείς τους μετανιωμένους για την επιλογή τους.
6.1. Παιδικά κείμενα με αφετηρία μια κόκκινη κορδέλα
Προκειμένου τα νήπια να διαμορφώσουν το τέλος της αφηγηματικής υπόθεσης κατά τη βούλησή τους στο διήγημα Οι Μεγάλες Λύπες του Άγρα, χρησιμοποιήθηκε το μαγικό εισιτήριο. Η σκοπιμότητα του μαγικού εισιτηρίου έγκειται στην ενθάρρυνση του συνόλου των μαθητών να ξεπεράσουν πιθανές αναστολές τους και να μοιραστούν την αφηγηματική εκδοχή τους με τους συμμαθητές τους, συμμετέχοντας έτσι στη συγκεκριμένη ομαδική διασκεδαστική εκπαιδευτική δραστηριότητα. Το αντικείμενο που συνιστά το μαγικό εισιτήριο, σχετίζεται με το περιεχόμενο του έργου και προσφέρεται διαδοχικά σε όλα τα νήπια, ώστε να εισέλθουν στον κόσμο της ιστορίας και να αποφασίσουν για την κατάληξή της.
Το μαγικό εισιτήριο για το διήγημα του Άγρα ήταν μια κόκκινη κορδέλα. Η συγκεκριμένη επιλογή συνδέεται με την πρώτη αφηγηματική ένδειξη που αναφέρεται στο αρνάκι που έφεραν οι γονείς του ήρωα στο σπίτι την περίοδο της Σαρακοστής. Η μητέρα τού μικρού ήρωα χρησιμοποιώντας μεταφορική γλώσσα, αναφέρει ότι το αρνάκι θα μείνει μαζί τους «ωσότου να του βάλουν την κόκκινη κορδέλα». Η παραπάνω ένδειξη ότι το ζώο θα θυσιαστεί κατά το έθιμο για το πασχαλινό τραπέζι, δεν αναγνωρίζεται από τον ήρωα, που αντιδρά με ενθουσιασμό: «Σκέφτηκα κι εγώ πως, αν είχε μια κόκκινη κορδέλα, θα ήτανε αλήθεια, τρέλα από την ομορφιά».
Τα νήπια στο σύνολό τους επίσης δεν αντιλήφθηκαν τη συγκεκριμένη ένδειξη. Αντίθετα, ορισμένα ανάμεσά τους αναγνώρισαν τις επόμενες και εμφανέστερες ενδείξεις της αφήγησης, οπότε ήταν σε θέση να γνωρίζουν τι συνέβη πραγματικά στο αρνάκι, και μοιράστηκαν τη συγκεκριμένη πληροφορία με τους υπόλοιπους συμμαθητές τους. Το γεγονός αυτό κορύφωσε τη συγκινησιακή φόρτιση του συνόλου των μαθητών για την τραγική κατάληξη του αγαπημένου ζώου του μικρού ήρωα. Στην περίπτωση που ο/η εκπαιδευτικός θα επέλεγε να αυξήσει τις πιθανότητες να αναγνωρίσουν τα νήπια την αρχική ένδειξη που αναφέρεται στην κόκκινη κορδέλα, θα μπορούσε να αξιοποιήσει το σύντομο κείμενο του Ζαχαρία Παπαντωνίου με τον τίτλο «Η κόκκινη κορδέλα», από το βιβλίο Πεζοί Ρυθμοί, που έχει εκδοθεί το 1980 από την Εστία, όπου ένα μικρό αρνάκι μεταφέρει με φρίκη στη μητέρα του πως ονειρεύτηκε τη σφαγή του.
Η χρησιμοποίηση της κόκκινης κορδέλας ως μαγικού εισιτηρίου, οδήγησε στη δημιουργική γραφή πολλών διαφορετικών κειμένων των νηπίων, που σε κάθε περίπτωση είχαν αίσιο τέλος. Ενδεικτικά και επιγραμματικά, στα κείμενα αυτά το αρνάκι δεν διέτρεχε κανένα κίνδυνο, εφόσον όλα τα μέλη της οικογένειας το αγαπούσαν εξίσου και το προστάτευαν, δεν το άφηναν χωρίς επίβλεψη στην αυλή, το έπαιρναν μαζί τους όταν έφευγαν για διακοπές κ.ο.κ. Σε ορισμένα από τα νηπιακά κείμενα, άλλα αρνάκια σφάχτηκαν σε διάφορα σπίτια, ωστόσο οι υπεύθυνοι για αυτό εξέφρασαν έμπρακτα τη μετάνοιά τους, φροντίζοντας να αντικαταστήσουν τα αρνάκια, με νέα. Μερικά νήπια επέλεξαν το αρνάκι να χάθηκε στην εξοχή, οπότε και διαβεβαίωσαν ότι αυτό κατόρθωσε να επιβιώσει.
Παρατίθεται στο σημείο αυτό αυτούσιο το κείμενο πεντάχρονης μαθήτριας, όπου το τέλος της ιστορίας παρουσιάζεται μέσα από την οπτική του ίδιου του αρνιού: «Τρέχω στον κήπο, γιατί το αγοράκι με τη μαμά του με κυνηγάνε για να μου φορέσουν μια κόκκινη κορδέλα. Η μαμά έχει κουραστεί αλλά συνεχίζει, επειδή δεν θέλει να χαλάσει χατίρι στο παιδάκι της. Όταν μετά από πολλή ώρα μπαίνει στο σπίτι, συνεχίζει το κυνηγητό μόνο του το αγόρι. Αφού καταλαβαίνω πως δεν θα με αφήσει ήσυχο, στέκομαι και μου περνάει την κόκκινη κορδέλα, για να με πάρει στην Ανάσταση στολισμένο. Δεν έχω τίποτα να φοβηθώ, αφού το μόνο που θέλει, είναι να με ομορφύνει».
6.2. Μύθοι και παραμύθια από τον ωκεανό της Φαντασίας
Στη σχολική αίθουσα διαμορφώνεται ο ωκεανός της φαντασίας, με τη συγκέντρωση πολύχρωμων υφασμάτων και άλλων ετερόκλητων αντικειμένων. Η διαμόρφωση γίνεται για πρώτη φορά κατά την απουσία των νηπίων, προκειμένου να προκαλέσει σε αυτά έκπληξη και απορία ενώ τις επόμενες φορές, τα ίδια τα νήπια συμβάλλουν στη διαμόρφωσή του. Βουτώντας τα νήπια στον ωκεανό, παρουσιάζουν την προσωπική τους εκδοχή για την κατάληξη του μύθου ή του παραμυθιού που αναγνώστηκε.
Αναφορικά με το μύθο του Δαίδαλου και του Ίκαρου, εστιάζουμε στο κείμενο μαθήτριας, που ανέτρεψε το τραγικό τέλος του, εμφανίζοντας το Δαίδαλο να προβλέπει και να προλαμβάνει τις πιθανές δυσάρεστες συνέπειες του νεανικού ενθουσιασμού και της επιπολαιότητας του γιου του: «Ο Δαίδαλος έφτιαξε τέσσερις φτερούγες με πούπουλα πουλιών που μάζεψε ο γιος του ο Ίκαρος. Τις φόρεσαν και πέταξαν ως την Αθήνα. Ο Δαίδαλος είχε μεγάλη αγωνία γι’ αυτό το ταξίδι, γιατί στις πρόβες ο Ίκαρος τον παράκουγε. Έτσι πετούσαν μόνο τη νύχτα, που ο ήλιος κοιμόταν. Αφού έφτασαν σπίτι τους, ο Ίκαρος δεν ξαναπέταξε μέχρι που μεγάλωσε. Τότε πρόσεχε περισσότερο».
Συνεχίζουμε με το μύθο του Λα Φοντέν, Η αλεπού που έχασε την ουρά της. Σύμφωνα με το τέλος που επέλεξε τετράχρονο αγόρι, η αλεπού τελικά πράγματι ωφελήθηκε από το ατύχημά της: «Η αλεπού κρυβόταν, γιατί ντρεπόταν για την κομμένη ουρά της. Ο λύκος πήγε τότε επίσκεψη στο σπίτι της και τής είπε ότι δεν του άρεσε η ουρά της όταν ήταν μακριά, γιατί λερωνόταν με σκόνη, λάσπες και ξερά χορτάρια. Έτσι η αλεπού άρχισε να ξαναβγαίνει και κατάλαβε ότι ο λύκος είχε δίκιο. Το κατάλαβαν και οι άλλες αλεπούδες, και έτσι έκοψαν όλες τις ουρές τους».
Για το παραμύθι του Κοντορεβιθούλη, τετράχρονος μαθητής διαμόρφωσε ως εξής το τέλος: «Όταν ο Κοντορεβιθούλης γύρισε με τη μαμά και το μπαμπά του από το ταξίδι τους στην Αγγλία, βρήκαν την πόρτα της καλύβας τους σπασμένη και τ’ αδερφάκια του έλειπαν. Ο Κοντορεβιθούλης κατάλαβε ότι θα τα είχε πάρει ο γίγαντας. Δεν τον είχε συναντήσει ποτέ αλλά ήξερε ότι υπάρχει, επειδή είχε δει τις πατημασιές του. Πήγε στο σπίτι του γίγαντα και ζήτησε κρυφά από τη γυναίκα του να τον βοηθήσει να σώσουν τα παιδιά. Εκείνη τα έριξε σε μια σακούλα και είπε στον άντρα της ότι πηγαίνει να πετάξει τα σκουπίδια. Έτσι τα παιδιά γύρισαν σπίτι τους και ζούσαν ευτυχισμένα. Μια μέρα ο γίγαντας πήγε στον πατέρα του Κοντορεβιθούλη και του έδωσε χρήματα, για να ζήσει την οικογένεια του. Έγινε καλός, επειδή του το ζήτησε η γυναίκα του, που την αγαπούσε».
Ο ενθουσιασμός των νηπίων για τη συμμετοχή τους στα εκπαιδευτικά προγράμματα δημιουργικής γραφής όπου καλούνται να καθορίσουν ελεύθερα το τέλος λογοτεχνικών έργων, με βάση προσωπικές επιλογές και προτιμήσεις τους, ήταν καθολικός και διατηρήθηκε αμείωτος σε ολόκληρη τη διάρκειά τους.
Η φαντασία των νηπίων αποδείχτηκε ανεξάντλητη. Στα κείμενα που παρήγαγαν, περιλαμβάνονται ευρύτατες αποκλίσεις ως προς τις αφηγηματικές εξελίξεις από το εκάστοτε λογοτεχνικό πρότυπο. Μεταξύ δε των δικών τους κειμένων, εντυπωσιάζουν η ποικιλία και η πρωτοτυπία στο τέλος της λογοτεχνικής ιστορίας που το καθένα διατυπώνει. Διαμορφώνοντας κάθε νήπιο τη δική του, ιδιαίτερη, μοναδική αφηγηματική εκδοχή, ανεπηρέαστο από εκείνες των συμμαθητών του που προηγήθηκαν, προκύπτει η ωριμότητα, η υπευθυνότητα και η αυτοπεποίθηση με τα οποία αντιμετώπισαν τη συγκεκριμένη εκπαιδευτική δραστηριότητα.
Κοινό στοιχείο σε όλες τις περιπτώσεις αναδεικνύεται η αισιόδοξη φύση των νηπίων, που εκφράζεται με την αίσια έκβαση κάθε λογοτεχνικής ιστορίας. Πάντοτε οι κύριοι ήρωες οδηγούνται στην ευτυχία, αφού τελικά απαλλάσσονται από κάθε φόβο και απειλή. Όλα τα εμπόδια παραμερίζονται, οι όποιοι κίνδυνοι αποφεύγονται. Αλλά πέρα από τους βασικούς ήρωες και οι υπόλοιποι εμφανίζονται καλοί στο σύνολό τους. Η όποια αρνητική συμπεριφορά ορισμένων ανάμεσά τους, είναι παροδική. Αργά ή γρήγορα θα μετανιώσουν για αυτήν, θα το αποδείξουν έμπρακτα και αυτό θα αναγνωριστεί από όλους και θα αξιοποιηθεί στο έπακρο. Τελικά όλοι αρνούνται την αντιπαλότητα και επενδύουν στη φιλία. Το καλό επικρατεί παντού και το κακό εξαφανίζεται, ώστε η ζωή να γίνεται ξένοιαστη και εύκολη και για τον πιο αδύναμο.
Μέσα από τη διεξαγωγή των προγραμμάτων, η σχέση μεταξύ όλων ανεξαιρέτως των νηπίων εξελίσσεται ποιοτικά, καθώς ανταλλάσσουν τις επιλογές τους για την τελική έκβαση των λογοτεχνικών έργων.
Η ικανότητα της ακρόασης και της επικοινωνίας αναπτύσσεται για το σύνολο των νηπίων στο έπακρο, όπως αποδεικνύεται από το διάλογό τους με τα λογοτεχνικά έργα και την ευστοχία της προσαρμογής τους στις επιθυμίες τους. Επίσης, στο πλαίσιο των συγκεκριμένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων επιτυγχάνεται η καλλιέργεια της δημιουργικής σκέψης, της φιλαναγνωσίας, η γλωσσική ανάπτυξη, η κατανόηση της σύνδεσης ανάμεσα στον προφορικό και το γραπτό λόγο, της ιδιότητας του γραπτού λόγου να αναπαριστά πιστά τον προφορικό. Τέλος, με την ανάδειξη και αξιοποίηση των παρεμβάσεων των νηπίων στα λογοτεχνικά έργα, επιτυγχάνεται το άνοιγμα του σχολείου στην ευρύτερη κοινωνία.
Τα συγκεκριμένα εκπαιδευτικά προγράμματα δημιουργικής γραφής στο πλαίσιο των οποίων οι μαθητές-αναγνώστες διαμορφώνουν ελεύθερα το τέλος της υπόθεσης του λογοτεχνικού έργου, μπορούν να πραγματοποιηθούν σε όλες τις τάξεις του Δημοτικού αλλά και του Γυμνασίου.
Βιβλιογραφικές αναφορές
Booth, W.C. (1987). The Rhetoric of Fiction. Middlesex: Penguin Books.
Huck, C., Hepler, S. και Hickman, J. (1979). Children’s Literature in the Elementary School: Holt, Rinehart and Winston.
Iser, W. (1990). The Implied Reader. Patterns of Communication in Prose Fiction from Bunyan to Beckett. Baltimore and London: The Johns Hopkins University Press.
Tompkins, J. P. (1988). The reader in history: The changing shape of literary-response. Στο J. P. Tompkins (Επιμ.), Reader-response criticism. From Formalism to Post-Structuralism (pp. 201-232). Baltimore and London: The Johns Hopkins University Press.
Alter, J. (1985). Προς τι η διδασκαλία της λογοτεχνίας; Στο Ι.Ν. Βασιλαράκης (Μτφρ.), Η Διδασκαλία της Λογοτεχνίας (σσ. 63-74). Αθήνα: Επικαιρότητα.
Βελουδής, Γ. (1983) Αναφορές. Έξι νεοελληνικές μελέτες. Αθήνα: Φιλιππότης.
Γιαννικοπούλου, Α. (2018). Οι ιστορίες με κακό τέλος λέγονται για το καλό σου! Εικονογραφημένοι αισώπειοι μύθοι. Στο Γ. Παπαδάτος (Επιμ.), Λογοτεχνία για παιδιά και εφήβους χωρίς ευτυχισμένο τέλος. Ερμηνευτικές προσεγγίσεις (σσ. 111-131). Αθήνα: Παπαδόπουλος.
Δίμιζα, Χ. (2018). Ιστορίες με κακό τέλος σε παιδιά. Μια αφορμή για δημιουργικότητα χωρίς τέλος από τα παιδιά. Στο Γ. Παπαδάτος (Επιμ.), Λογοτεχνία για παιδιά και εφήβους χωρίς ευτυχισμένο τέλος. Ερμηνευτικές προσεγγίσεις (σσ. 166-183). Αθήνα: Παπαδόπουλος.
Ηλία, Ε. και Ματσαγγούρας Η. (2006). Από το παιχνίδι στο λόγο: Παραγωγή παιδικών κειμένων μέσα από παιγνιώδεις δραστηριότητες (σσ. 307-317). Στο Π. Παπούλια-Τζελέπη, Α. Φτερνιάτη, Κ. Θηβαίος (Επιμ.), Έρευνα και Πρακτική του Γραμματισμού στην Ελληνική Κοινωνία. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Ηλία, Ε. (2006). Η δημιουργική αφήγηση/γραφή με ερέθισμα λογοτεχνικά κείμενα. Μια εξελικτική προσέγγιση. Διαδρομές, 82, 20-25.
Ηλία, Ε. (1995). Οι μεγάλες λύπες του Τέλλου Άγρα. Επιθεώρηση Παιδικής Λογοτεχνίας, 10, 58-60.
Ηλία, Ε. (2005). Ταξίδια στον ωκεανό της φαντασίας με… μύθους και παραμύθια. Αθήνα: Πνευματικό Κέντρο Δήμου Ασπροπύργου.
Καρακίτσιος, Α. (2018). “Happy end” στα λαϊκά και στα τσιγγάνικα παραμύθια: Τύποι και παραλλαγές. Στο Γ. Παπαδάτος (Επιμ.), Λογοτεχνία για παιδιά και εφήβους χωρίς ευτυχισμένο τέλος. Ερμηνευτικές προσεγγίσεις (σσ. 146–163). Αθήνα: Παπαδόπουλος.
Κωτόπουλος, Τ. (2012). Η «νομιμοποίηση» της δημιουργικής γραφής, ΚΕΙΜΕΝΑ 15, http://keimena.ece.uth.gr
Ματσαγγούρας, Η. και Κουλουμπαρίτση, Α. (1999). Ένα Πρόγραμμα Διδασκαλίας της Κριτικής Σκέψης: Θεωρητικές Αρχές και Εφαρμογές στην Παραγωγή του Γραπτού Λόγου, Ψυχολογία, 6(3), 299-396.
Ματσαγγούρας, Η. (2001). Η Σχολική Τάξη, Β΄: Κειμενοκεντρική Προσέγγιση του γραπτού λόγου. Αθήνα.
Μερακλής, Μ. (1987). Οι μύθοι του Αισώπου. Διαβάζω, 167, 23-29.
Pascucci, M. και Rossi, F. (2002). ΄Oχι μόνο γραφέας, Γέφυρες, 6, 16-23.
Riffaterre, Μ. (1985). Η εξήγηση των λογοτεχνικών φαινομένων. Στο Ι. Ν. Βασιλαράκης (Μτφρ), Η Διδασκαλία της Λογοτεχνίας (σσ. 135-164). Αθήνα: Επικαιρότητα.
Ποσλανιέκ, Κ. (1992). Να δώσουμε στα παιδιά την όρεξη για διάβασμα (Στ. Αθήνη, μτφρ.) Αθήνα: Καστανιώτης.
Τζιόβας, Δ. (1987). Μετά την αισθητική. Θεωρητικές δοκιμές κι ερμηνευτικές αναγνώσεις της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Αθήνα: Γνώση
Φρομ, Ε. (1971). Ο φόβος μπροστά στην ελευθερία (Δ. Θεοδωρακάτος, μτφρ.) Αθήνα: Μπουκουμάνης.
Χουιζίνγκα, Γ. (1989). Ο άνθρωπος και το παιχνίδι (Σ. Ροζάκης – Γ. Λυκιαρδόπουλος, μτφρ.) Αθήνα: Γνώση.
ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΑΚΙ ΤΟΥ ΚΗΠΟΥ. ΜΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΕΥΑΛΩΤΗ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΗΡΩΙΔΑ ΣΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΓΡΑΦΗ ΣΗΜΕΡΙΝΩΝ ΝΗΠΙΩΝ
Ηλία Ελένη, Διδάκτορας Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Ε.Κ.Π.Α.
Περίληψη
Επιδιώκοντας την κοινωνική ευαισθητοποίηση των νηπίων, αναγνώστηκε το έργο του Άντερσεν «Το κορίτσι με τα σπίρτα», καθώς όταν η λογοτεχνία αξιοποιείται για την εξυπηρέτηση παιδαγωγικών στόχων, εξασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα και η απόλαυση της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Ακολούθησε εκπαιδευτικό πρόγραμμα δημιουργικής γραφής, ώστε τα νήπια να εκφράσουν αναγνωστικές εντυπώσεις και συγκινησιακά βιώματα που αποκόμισαν από την επαφή τους με το δημοφιλές έργο. Στο πλαίσιο του προγράμματος, κατά το προσυγγραφικό στάδιο τα νήπια κλήθηκαν να αναλογιστούν σύγχρονες περιπτώσεις παιδιών, όπως η ηρωίδα του Άντερσεν, και να ορίσουν τα χαρακτηριστικά των κοινωνικά ευάλωτων παιδιών. Στη συνέχεια εξελίχθηκε η παραγωγή ομαδικών κειμένων από τα νήπια, με φθίνουσα καθοδήγηση, σύμφωνα με το κειμενοκεντρικό διδακτικό μοντέλο. Πρόκειται για πρωτότυπα αφηγηματικά επεισόδια, που κάποτε συνιστούν δημιουργική μίμηση, κάποτε τροποποίηση και κάποτε ανατροπή του λογοτεχνικού προτύπου του Άντερσεν. Βασική ηρωίδα τους είναι ένα κοριτσάκι νηπιακής ηλικίας, που αναφέρεται ως «το κοριτσάκι του κήπου», λόγω του μέρους όπου διαμένει.
Λέξεις κλειδιά: νήπια, εκπαιδευτικό πρόγραμμα, δημιουργική γραφή
Ο αναγνώστης του λογοτεχνικού κειμένου διαμορφώνει θετική ή αρνητική στάση για κάθε ένα από τα αφηγηματικά πρόσωπα (Iser, 1990) ενώ με τα βασικότερα από αυτά συχνότατα ταυτίζεται. Η αναγνωστική ταύτιση με τους ήρωες εξαρτάται πρωτίστως από τη λογοτεχνική δεξιοτεχνία του συγγραφέα (Booth, 1987). Η ταύτιση του αναγνώστη έχει ως συνέπεια να βιώνει προσωπικά τις καταστάσεις που οι λογοτεχνικοί ήρωες αντιμετωπίζουν, καθώς και τα συναισθήματα που τους προκαλούνται.
Ειδικότερα για τους μικρότερης ηλικίας αναγνώστες, οι οποίοι αδυνατούν να αντιληφθούν αφηρημένες έννοιες, η ταύτιση με τα λογοτεχνικά πρόσωπα συνιστά όχι απλώς ισχυρότατο αλλά ουσιαστικά αναντικατάστατο μέσο κοινωνικής και συναισθηματικής ανάπτυξης. Η λογοτεχνία άλλωστε, με τη μορφή της τραγωδίας, αποσκοπούσε από την αρχαιότητα αποκλειστικά στην αγωγή των πολιτών (Tompkins, 1988).
Tα αφηγηματικά πρόσωπα είναι φορείς ιδεών και αξιών, ανήκουν σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, αντιπροσωπεύουν ποικίλες πολιτισμικές κουλτούρες και επιτελούν διάφορους κοινωνικούς ρόλους. Το «κορίτσι με τα σπίρτα», που πρωταγωνιστεί στο ομώνυμο έργο (Άντερσεν, 2005), συνιστά μία από τις χαρακτηριστικότερες κοινωνικά ευάλωτες αφηγηματικές μορφές. Το συγκεκριμένο λογοτεχνικό πρόσωπο επιλέχθηκε προκειμένου να επιτευχθεί η κοινωνική ευαισθητοποίηση μαθητών νηπιακής ηλικίας. Το έργο αρχικά παρουσιάστηκε σε μαθητές δημοσίου νηπιαγωγείου της Αττικής, με αφήγηση από τον εκπαιδευτικό της τάξης. Στη συνέχεια, καθώς οι σχολικές θεατρικές παραστάσεις κατά κανόνα συμβάλλουν στο άνοιγμα του σχολείου στην ευρύτερη κοινωνία (Γραμματάς, 2014), τα νήπια παρουσίασαν το έργο με τη μορφή θεατρικού δρώμενου στην ανοιχτή χριστουγεννιάτικη εκδήλωση.
Κατά την επιστροφή από τις χριστουγεννιάτικες διακοπές, διαπιστώθηκε με τη μέθοδο της παρατήρησης στη διάρκεια των ελεύθερων δραστηριοτήτων, ότι η ηρωίδα του Άντερσεν εξακολουθούσε να ασκεί ισχυρή επίδραση στα νήπια. Αναλυτικότερα, τα νήπια επαναλάμβαναν καθημερινά σκηνές από το συγκεκριμένο θεατρικό δρώμενο. Επίσης, «το κορίτσι με τα σπίρτα» εμφανιζόταν συχνά σε ζωγραφιές των νηπίων με ελεύθερο θέμα. Έτσι κρίθηκε σκόπιμο να υλοποιηθεί εκπαιδευτικό πρόγραμμα δημιουργικής γραφής, που θα επέτρεπε στους μαθητές του νηπιαγωγείου να αναφερθούν εκτενέστερα στο προσφιλές τους αφηγηματικό πρόσωπο. Καθώς στο πλαίσιο του προγράμματος δίνεται η δυνατότητα στα νήπια να ανταλλάξουν μεταξύ τους τις εμπειρίες τους από την επαφή τους με το έργο του Άντερσεν, συνειδητοποιούν τη δημιουργικότητα του αναγνωστικού ρόλου γενικότερα (Iser, 1990). Αυτή η έγκαιρη συνειδητοποίηση θα συμβάλει ουσιαστικά στη φιλαναγνωσία των νηπίων και θα τα οδηγήσει σταδιακά στην αυτογνωσία.
Το πρόγραμμα δημιουργικής γραφής υλοποιήθηκε στο χρονικό διάστημα από τον Ιανουάριο έως τις πασχαλινές διακοπές. Από τα κείμενα που παρήγαγαν τα νήπια, προέκυψε ένα ακόμη θεατρικό δρώμενο, που παρουσιάστηκε κατά τη λήξη της σχολικής χρονιάς. Με την αξιοποίηση στο δεύτερο θεατρικό δρώμενο των παιδικών κειμένων, κατ’ αντιστοιχία με την αξιοποίηση του έργου του Άντερσεν στο πρώτο δρώμενο, τα νήπια εμπεδώνουν την ισότιμη συμμετοχή τους στο διαχρονικό διάλογο συγγραφέα-αναγνωστών. Έτσι, τους προσφέρεται επιπλέον κίνητρο (Ηλία και Ματσαγγούρας, 2006), για να εξακολουθήσουν στο πλαίσιο των εκπαιδευτικών προγραμμάτων δημιουργικής γραφής, να εκδηλώνουν τη δημιουργικότητά τους σε σχέση με τη λογοτεχνία (Κωτόπουλος, 2012), εκφράζοντας αναγνωστικές εντυπώσεις, προσδοκίες, χαρακτηριστικά, εμπειρίες και επιθυμίες και κατά τη φοίτησή τους στις επόμενες σχολικές τάξεις και βαθμίδες. Η δημιουργική συμμετοχή των νηπίων στο συγκεκριμένο πρόγραμμα, ενισχύει επίσης σημαντικά την αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμησή τους.
Στο σχετικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα παραγωγής πρωτότυπου αφηγηματικού λόγου από τα νήπια, ως βασικός στόχος τίθεται η κοινωνική ευαισθητοποίηση, ο προβληματισμός, το ενδιαφέρον, η διαμόρφωση θετικής στάσης από μέρους τους απέναντι σε άτομα που ανήκουν σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Ειδικότερα δε, ο σεβασμός των δικαιωμάτων επιβίωσης, προστασίας και ανάπτυξης των παιδιών.
Ωστόσο επιδιώκονται αρκετοί επιπλέον στόχοι, που είναι κοινοί σε όλα τα εκπαιδευτικά προγράμματα δημιουργικής γραφής, με επίκεντρο λογοτεχνικά κείμενα. Σε αυτούς περιλαμβάνονται η ανάπτυξη της δημιουργικής σκέψης των συμμετεχόντων μαθητών, η γλωσσική ανάπτυξη και κυρίως η καλλιέργεια της αφηγηματικής ικανότητάς τους, καθώς επίσης και η εξοικείωσή τους με το λογοτεχνικό φαινόμενο. Στους στόχους θα μπορούσε επίσης να προστεθεί η προώθηση της επαφής κι επικοινωνίας μεταξύ όλων των μαθητών, με συνέπεια τη δημιουργία ισχυρών δεσμών ανάμεσά τους.
Σε τέτοιου είδους εκπαιδευτικά προγράμματα, που αποτυπώνουν, αναδεικνύουν και αξιοποιούν τις σκέψεις, τις εμπειρίες, τις επιθυμίες και τις προσδοκίες των μαθητών, προστίθεται προφανώς ο στόχος του ανοίγματος του σχολείου στην ευρύτερη κοινωνία, ώστε να διασφαλιστεί η επικοινωνία και η κατανόηση ανάμεσα στις διαφορετικές γενιές, που θα προσφέρει σε όλους αισιοδοξία και ελπίδα. Επιπλέον, σε σχέση ειδικότερα με τα νήπια, σημαντικό στόχο συνιστά η κατανόηση της σύνδεσης ανάμεσα στον προφορικό και το γραπτό λόγο.
Οι θεωρίες από το χώρο της αφηγηματολογίας και της κειμενογλωσσολογίας, σε συνδυασμό με τα χαρακτηριστικά της πρώιμης παιδικής ηλικίας, τα οποία παρουσιάζει η αναπτυξιακή ψυχολογία, μετασχηματίζονται σε διδακτική παρέμβαση, που ενεργοποιεί τα νήπια, για να παράγουν αφηγηματικό λόγο υψηλών για την ηλικία τους προδιαγραφών. Η προτεινόμενη παρέμβαση κινείται στο πλαίσιο των κειμενοκεντρικών διδακτικών μοντέλων, σύμφωνα με τα οποία εφαρμόζεται η διδακτική αρχή της φθίνουσας καθοδήγησης, που περιλαμβάνει ποικίλες τεχνικές στήριξης των μαθητών κατά το προσυγγραφικό, το συγγραφικό και το μετασυγγραφικό στάδιο (Ματσαγγούρας, 2001).
Αναλυτικότερα, αρχικά η παραγωγή των κειμένων προκύπτει μέσα από τις ερωτήσεις που ο εκπαιδευτικός απευθύνει προς τους μαθητές. Εφόσον οι διαδοχικές απαντήσεις δίνονται από διαφορετικούς μαθητές, πρόκειται για παραγωγή ομαδικού κειμένου (Huck et al., 1979). Ο/Η εκπαιδευτικός, ως προσεκτικός ακροατής (Pascucci και Rossi, 2002), χρησιμοποιεί συμπληρωματικές ερωτήσεις, όποτε χρειάζεται, ώστε να μην υπάρχουν κενά ή ασάφειες στην τελική διατύπωση της παιδικής σκέψης. Καθώς η διαδικασία παραγωγής των κειμένων επαναλαμβάνεται, με την πάροδο του χρόνου ο εκπαιδευτικός περιορίζει τις ερωτήσεις του, εφόσον οι μαθητές σταδιακά γίνονται ικανότεροι στον τρόπο δόμησης της σκέψης (Ματσαγγούρας και Κουλουμπαρίτση, 1999), πληρέστεροι και ακριβέστεροι στην έκφρασή της.
Επειδή τα νήπια δεν είναι σε θέση να γράφουν τα ίδια τις ιστορίες που παράγουν, τις καταγράφει με ακρίβεια ο/η εκπαιδευτικός ως ενιαία κείμενα, χειρόγραφα ή στον υπολογιστή. Αμέσως μετά από την καταγραφή τού κάθε κειμένου, αυτό διαβάζεται στα νήπια, οπότε εκείνα εξοικειώνονται με τη διαδικασία της γραφής, ως μορφής προσωπικής έκφρασης κι επικοινωνίας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να προσπαθούν να κατακτήσουν συντομότερα και τα ίδια τη δεξιότητα της γραφής. Καθώς μάλιστα στη συνέχεια τα κείμενα των νηπίων δημοσιοποιούνται, ενισχύεται η επιθυμία και η διάθεσή τους να επιδιώκουν και στο μέλλον την απόλαυση που προσφέρει η δημιουργική γραφή, να την χρησιμοποιούν για την αποτύπωση και την ευρύτερη διάδοση και ανάδειξη της δημιουργικής σκέψης τους.
Η συγκεκριμένη παιδαγωγική παρέμβαση ενθαρρύνει την αποκλίνουσα σκέψη, η οποία υπαγορεύεται από την ίδια την πολυσημική και υποδηλωτική φύση της λογοτεχνίας (Iser, 1991). Τα νήπια-αναγνώστες προβαίνουν στην παραγωγή αφηγηματικών κειμένων, που άλλοτε συνιστούν δημιουργική μίμηση άλλοτε συνιστούν τροποποίηση και άλλοτε ανατροπή του λογοτεχνικού προτύπου (Ματσαγγούρας, 2001).
Στην υλοποίηση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων δημιουργικής γραφής επικρατεί παιγνιώδης διάθεση (Ποσλανιέκ, 1992), σε πλήρη αντιστοιχία με την ανάγκη της παιδικής ηλικίας για παιχνίδι (Χουιζίνγκα, 1989). Τα νήπια εκφράζοντας την ταύτισή τους με τα αφηγηματικά πρόσωπα και επικεντρώνοντας στην αφηγηματική σκηνή που τα έχει συναρπάσει, αφενός ανακαλύπτουν και μοιράζονται τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, τις εμπειρίες και τις επιθυμίες τους και αφετέρου συμβάλλουν ως αναγνώστες στην ανάδειξη νέων στοιχείων του λογοτεχνικού έργου, που είναι ανεξάντλητο (Τζιόβας, 1987).
Το έργο του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν «Το κορίτσι με τα σπίρτα» κυκλοφόρησε το 1845 και περιλαμβάνεται ακόμη σήμερα στα δημοφιλέστερα λογοτεχνήματα παγκοσμίως. Σύμφωνα με την αφηγηματική υπόθεσή του, ένα μικρό κορίτσι που μάταια προσπαθεί να πουλήσει σπίρτα το βράδυ της παραμονής της Πρωτοχρονιάς στους διαβάτες, στην απεγνωσμένη προσπάθειά του να ζεσταθεί, ανάβει ένα-ένα τα σπίρτα του και ονειροπολεί. Στη φαντασία του αποκτά και απολαμβάνει όλα όσα στερείται στην πραγματικότητα, την οικογενειακή θαλπωρή, το γιορταστικό δείπνο, το ασφαλές σπιτικό περιβάλλον.
Αν και το τέλος του έργου είναι τραγικό, ο συγγραφέας αποδίδει το θάνατο της ηρωίδας του ως λύτρωση από τη βασανισμένη ζωή της, από την οποία απουσιάζουν τα αγαπημένα πρόσωπα της οικογένειάς της, η φροντίδα τους και η προστασία τους. Το διαχρονικό αυτό έργο προσφέρει στα παιδιά-αναγνώστες τη δυνατότητα να φορτιστούν συγκινησιακά και να ευαισθητοποιηθούν για τους κοινωνικά ευάλωτους ανθρώπους και ειδικότερα εφόσον αυτοί βρίσκονται σε παιδική ηλικία.
Κατά το προσυγγραφικό στάδιο, όπου τα νήπια καλούνται, στο πλαίσιο μιας χαλαρής συζήτησης, να αναλογιστούν αν έχουν συναντήσει στην πραγματική τους ζωή ή σε άλλα βιβλία, περιπτώσεις παιδιών, παρεμφερείς με αυτήν της ηρωίδας του Άντερσεν, αναδύονται οι σχετικές εμπειρίες τους. Στις ομαδικές αφηγήσεις των νηπίων που ακολουθούν, εκτυλίσσονται διάφορες σύγχρονες, φανταστικές περιπέτειες της κοινωνικά ευάλωτης ηρωίδας τους.
Στις εφτά παρακάτω παραγράφους παρατίθενται αποσπάσματα από τα ισάριθμα αφηγηματικά επεισόδια που περιλαμβάνει η ιστορία των νηπίων «Το κοριτσάκι του κήπου»:
Ο άνθρωπος που ζούσε στο σπίτι δίπλα στον κήπο όπου έμενε το κοριτσάκι, είχε έναν ταύρο. Όποτε έβρισκε καιρό, πήγαινε τον ταύρο στο δάσος, για να βρίσκουν άλλα ζώα και να τα πολεμάει. Όταν ο άνθρωπος αυτός συνάντησε το κοριτσάκι για πρώτη φορά, αντί να το χαιρετήσει, το τρόμαξε. Μια μέρα ο ταύρος του μπήκε στον κήπο και χτύπησε το κοριτσάκι …
Το κοριτσάκι έβλεπε μια γιαγιά να περνάει κάθε μέρα από τον κήπο. Όταν έφτασε η Άνοιξη, κάποιο έντομο τσίμπησε μια φορά τη γιαγιά. Από τότε η γιαγιά έβαζε τη μάσκα της κι έριχνε σπρέι στα λουλούδια. Όταν έφευγε από τον κήπο, το κοριτσάκι έριχνε στα λουλούδια νερό και τα έκανε καλά. Τα λουλούδια ξαναγίνονταν όμορφα και το γιόρταζαν με το κοριτσάκι …
Ένας άντρας κάθε πρωί έβγαζε το σκυλάκι του βόλτα. Όποτε περνούσε από τον κήπο, έπαιρνε το κοριτσάκι από το χέρι και πήγαιναν να του αγοράσει γάλα. Ήταν τραγουδιστής και κέρδιζε πάρα πολλά χρήματα. Όταν γνωρίστηκε με το κοριτσάκι, του είπε ότι περισσότερο από όλα του άρεσε να πετάει χαρταετό και να κολυμπάει. Δεν μπορούσε όμως να πηγαίνει στην παραλία, επειδή οι άνθρωποι του ζητούσαν αυτόγραφα και τον ενοχλούσαν. Έτσι είχε φτιάξει μια πισίνα στο σπίτι του …
Όταν μια μέρα το κοριτσάκι γύρισε απ’ το σχολείο, μια κυρία τού είχε μαγειρέψει κοτόπουλο με πατάτες. Αυτή η κυρία κάθε πρωί έριχνε κολόνια, έβαζε κραγιόν και ξεκινούσε για τη δουλειά της. Εκείνη τη μέρα όταν έφτασε στη δουλειά, έβγαλε τα κλειδιά της κι άρχισε να τα δοκιμάζει. Αλλά είχε πάρα πολλά κλειδιά και δεν έβρισκε το σωστό. Η ώρα περνούσε και βαρέθηκε να συνεχίσει. Έτσι γύρισε στο σπίτι της. Πότισε τα λουλούδια, φρόντισε το βάτραχο κι έκανε πολλές άλλες δουλειές, όπως το φαγητό για το κοριτσάκι …
Ένα ζευγάρι κλάδεψαν τον κήπο κι έριξαν τα κλαδιά στο τζάκι τους. Ύστερα ο άντρας έφυγε ταξίδι. Όλο τον καιρό που ο άντρας έλειπε, στον κήπο μεγάλωνε ένα δέντρο με μήλα και πουλιά. Η γυναίκα ζήτησε από το κοριτσάκι να τη βοηθήσει να κόψουν τα μήλα. Όταν ο άντρας γύρισε από το ταξίδι, βρήκε τη γυναίκα του να δίνει φάρμακο στο κοριτσάκι. Το κοριτσάκι είχε αρρωστήσει από το κρύο όταν μάζευαν με τη γυναίκα τα μήλα …
Το κοριτσάκι του κήπου έλεγε σε ένα άλλο κορίτσι στη γειτονιά να παίξουν οι δυο τους. Το άλλο κορίτσι όμως δεν πήγαινε, γιατί προτιμούσε να βλέπει διαφημίσεις, για να αγοράζει συνέχεια καινούρια παιχνίδια. Είχε ζητήσει από τους γονείς του να του αγοράσουν ανεμόμυλους και κούκλες. Τα άφησε όμως έξω στη βεράντα, επειδή δεν χωρούσαν πουθενά στο σπίτι του, που ήταν γεμάτο παιχνίδια. Την άλλη μέρα μόλις ξεκίνησε να παίζει, τα παράτησε για να δει τις διαφημίσεις και να παραγγείλει καινούρια παιχνίδια. Όποτε έφταναν οι παραγγελίες και πήγαινε να ανοίξει τα κουτιά, τα παρατούσε, γιατί πάλι πήγαινε να δει διαφημίσεις. Έτσι το κοριτσάκι του κήπου έμενε μόνο του κι έκανε κούνια. Μια φορά που κουνιόταν πολύ δυνατά, έπεσε από την κούνια και χτύπησε. Το άλλο κορίτσι πήγε τότε να το βοηθήσει να σηκωθεί. Εκεί που το σήκωνε, είδαν ένα ροζ λουλούδι. Επειδή και τα δύο κορίτσια αγαπούσαν πάρα πολύ το ροζ χρώμα, άρχισαν να φροντίζουν μαζί το λουλούδι για να μεγαλώσει και να γεμίσει ροζ ανθάκια. Τα δύο κορίτσια συνήθισαν από τότε να παίζουν μαζί στον κήπο, για να είναι συνέχεια κοντά στο λουλούδι. Αλλά όποτε ο καιρός ήταν βροχερός και σκοτεινός, πήγαιναν μαζί στο σπίτι του άλλου κοριτσιού και έβλεπαν διαφημίσεις …
Μια μέρα δύο αδέρφια πήραν τα βιντεοπαιχνίδια τους και πήγαν στον κήπο που έμενε το κοριτσάκι. Επειδή κοιτούσαν τις οθόνες και δεν πρόσεχαν πού πατούσαν, το ένα αγόρι γλίστρησε και έπεσε. Βγήκε η κασέτα και η οθόνη σκοτείνιασε. Όπως το αγόρι έψαχνε για την κασέτα, πέρασε η μαμά του, που πήγαινε στη δουλειά της. Επειδή κοιτούσε κι αυτή στην οθόνη της, δεν το είδε που ήταν σκυμμένο, και σκόνταψε πάνω του. Όταν το κατάλαβε, του έγραψε στην οθόνη «Συγγνώμη». Όσο το αγόρι έψαχνε την κασέτα, το βοηθούσε το κοριτσάκι του κήπου. Έτσι το αγόρι την ερωτεύτηκε και σταμάτησε πια να παίζει παιχνίδια στην οθόνη. Τώρα μάζευε λουλούδια και τα χάριζε στο κοριτσάκι. Τα δύο παιδιά προτιμάνε να παίζουν μαζί κρεμάλα στο χαρτί και μια φορά πήγαν στο θέατρο …
Η κύρια ηρωίδα της ιστορίας που παρήγαγαν τα νήπια, είναι συνομήλική τους και δεν έχει οικογένεια. Στο κείμενο των νηπίων αναφέρεται ως «κοριτσάκι», χωρίς συγκεκριμένο όνομα, αντίστοιχα με ό, τι ισχύει στο έργο του Άντερσεν. Ο τίτλος «Το κοριτσάκι του κήπου», που επιλέγουν τα νήπια για την ιστορία τους, προσδιορίζει την ηρωίδα τους σε σχέση με το μέρος όπου ζει.
Το κοριτσάκι του κήπου συναναστρέφεται διαδοχικά διάφορους οικείους στους συγκεκριμένους μαθητές του νηπιαγωγείου λογοτεχνικούς ήρωες, παιδιά και ενήλικους, που προέρχονται από το βιβλίου Μετά τον Μικρό Πρίγκιπα (Ηλία, 2012). Το κοριτσάκι της ιστορίας των νηπίων, που είναι κοινωνικά ευάλωτο, έχει απολύτως την ανάγκη των υπολοίπων για να επιβιώσει. Πράγματι, μέσα από την επαφή του με τα γύρω του πρόσωπα, οι συνθήκες διαβίωσής του βελτιώνονται. Ταυτόχρονα όμως το κοριτσάκι ασκεί θετική επίδραση στον τρόπο ζωής και στην εξέλιξη του χαρακτήρα των άλλων προσώπων, τα προσανατολίζει προς ουσιαστικότερες αξίες. Όσοι συμπαραστέκονται στο κοριτσάκι και καλύπτουν ευκαιριακά έστω τις ανάγκες του, γίνονται τελικά οι ίδιοι καλύτεροι, ανακαλύπτοντας τη χαρά της προσφοράς. Στις περιπτώσεις της ευχάριστης και επωφελούς για τα διάφορα πρόσωπα συναναστροφής με το κοριτσάκι, περιλαμβάνεται, για παράδειγμα, το αγόρι που δεν διαθέτει πλέον αποκλειστικά το χρόνο του στις φορητές οθόνες του. Επίσης, περιλαμβάνεται εκείνο το κορίτσι που ενώ συνήθιζε να αποκτά συνέχεια καινούρια παιχνίδια χωρίς να προλαβαίνει να παίζει με αυτά, δίνει πλέον περισσότερη προσοχή και αξία στη φιλία και στη φύση.
Στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού προγράμματος δημιουργικής γραφής με αφετηρία το λογοτεχνικό κείμενο του Άντερσεν, τα νήπια προβληματίστηκαν και ευαισθητοποιήθηκαν σχετικά με τα άτομα που ανήκουν σε κοινωνικά ευάλωτες ομάδες, οπότε στο σύνολό τους εξελίχθηκαν κοινωνικά και συναισθηματικά. Αν και επέλεξαν η ηρωίδα τους να βρίσκεται σε νηπιακή ηλικία, στην ιστορία τους κυριάρχησε η ισότιμη και αρμονική συνύπαρξή της με τους υπόλοιπους ανθρώπους.
Το λογοτεχνικό πρότυπο πρόσφερε το κατάλληλο ερέθισμα στην παιδική φαντασία, αφού, έχοντας αφομοιωθεί θαυμάσια, λειτούργησε για τα νήπια ως εμπειρία, ως βίωμα, που οδήγησε στη συνειδητοποίηση την ευθύνης όλων προς τις κοινωνικά ευάλωτες ομάδες.
Η φαντασία των νηπίων αποδείχτηκε ανεξάντλητη. Κάθε αφήγησή τους ήταν διαφορετική, πρωτότυπη, ανεπανάληπτη. Όπως αποδεικνύεται από την ευστοχία των αφηγήσεων, από τη συνοχή και από την ποικιλία τους, η ικανότητα της ακρόασης και της επικοινωνίας, καθώς και της συνεργασίας, αναπτύχθηκε για το σύνολο των νηπίων στο έπακρο.
Ο ενθουσιασμός του συνόλου των νηπίων για τη συμμετοχή τους στο συγκεκριμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα, διατηρήθηκε αμείωτος σε ολόκληρη τη διάρκειά του. Μέσα από τη διεξαγωγή του προγράμματος η σχέση μεταξύ όλων ανεξαιρέτως των συμμαθητών εξελίχθηκε ποιοτικά.
Το συγκεκριμένο πρόγραμμα μπορεί να πραγματοποιηθεί εκτός από το νηπιαγωγείο και σε όλες τις τάξεις του Δημοτικού. Στην περίπτωση των μεγαλύτερων παιδιών, που έχουν αποκτήσει σχετική ευχέρεια στη γραπτή έκφραση, τα ίδια τα παιδιά γράφουν πρώτα τα ατομικά κείμενά τους με θέμα την αλληλεπίδραση με κοινωνικά ευάλωτα άτομα. Στη συνέχεια το κάθε κείμενο διαβάζεται στη σχολική τάξη από το μαθητή που το έγραψε ή από συμμαθητές του.
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Γραμματάς, Θ. (2014). Το θέατρο στην εκπαίδευση. Καλλιτεχνική έκφραση και παιδαγωγία. Αθήνα: Διάδραση.
Ηλία, Ε. και Ματσαγγούρας Η. (2006). Από το παιχνίδι στο λόγο. Παραγωγή παιδικών κειμένων μέσα από παιγνιώδεις δραστηριότητες. Στο Π. Παπούλια-Τζελέπη, Α. Φτερνιάτη, Κ. Θηβαίος (Επιμ.), Έρευνα και Πρακτική του Γραμματισμού στην Ελληνική Κοινωνία. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, 307-317.
Ηλία, Ε. Α. (2012). Μετά τον Μικρό Πρίγκιπα. Αθήνα: Ηριδανός.
Κωτόπουλος, Τ. (2012). Η «νομιμοποίηση» της δημιουργικής γραφής, ΚΕΙΜΕΝΑ, 15, http://keimena.ece.uth.gr
Ματσαγγούρας, Η. και Κουλουμπαρίτση, Α. (1999). Ένα Πρόγραμμα Διδασκαλίας της Κριτικής Σκέψης. Θεωρητικές Αρχές και Εφαρμογές στην Παραγωγή του Γραπτού Λόγου, Ψυχολογία, 6 (3), 299-396.
Ματσαγγούρας, Η. Γ. (2001). Η Σχολική Τάξη. Β΄, Κειμενοκεντρική Προσέγγιση του γραπτού λόγου. Αθήνα.
Pascucci, M. και Rossi, F. (2002). ΄Oχι μόνο γραφέας, Γέφυρες, 6, 16-23.
Ποσλανιέκ, Κ. (1992). Να δώσουμε στα παιδιά την όρεξη για διάβασμα (Στ. Αθήνη, μτφρ.) Αθήνα: Καστανιώτης.
Τζιόβας, Δ. (1987). Μετά την αισθητική. Θεωρητικές δοκιμές κι ερμηνευτικές αναγνώσεις της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Αθήνα: Γνώση
Χουιζίνγκα, Γ. (1989). Ο άνθρωπος και το παιχνίδι (Σ. Ροζάκης – Γ. Λυκιαρδόπουλος, μτφρ.) Αθήνα: Γνώση.
Ξενόγλωσση
Booth, W.C. (1987). The Rhetoric of Fiction. Middlesex: Penguin Books.
Huck, C., Hepler, S. and Hickman, J. (1979). Children’s Literature in the Elementary School. Austin: Holt, Rinehart and Winston.
Iser, W. (1990). The Implied Reader. Patterns of Communication in Prose Fiction from Bunyan to Beckett. Baltimore and London: The Johns Hopkins University Press.
Iser, W. (1991). The Act of Reading. A theory of Aesthetic Response. Baltimore and London: The Johns Hopkins University Press.
Tompkins, J. P. (1988). The reader in history: The changing shape of literary-response. Στο J. P. Tompkins (Επιμ.), Reader-response criticism. From Formalism to Post-Structuralism. Baltimore and London: The Johns Hopkins University Press, 201-232.
Εγώ και Ο Μικρός Πρίγκιπας. Όταν ο ήρωας του Εξυπερύ εμπνέει τη δημιουργική γραφή των νηπίων
Ελένη Ηλία, Δρ. Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, ΕΚΠΑ
5ο Πανελλήνιο Συνέδριο ΕΚΕΔΙΣΥ, 25-27 Σεπτεμβρίου 2020.
Τίτλος Συνεδρίου: «Εκπαίδευση στον 21ο αιώνα: Ανάπτυξη της κριτικής σκέψης, της δημιουργικότητας και της καινοτομίας»
Περίληψη
Ο Μικρός Πρίγκιπας, κύριος λογοτεχνικός ήρωας του ομώνυμου έργου του Εξυπερύ, συνιστά οικουμενικό και διαχρονικό σύμβολο της παιδικότητας. Καθώς ο συγγραφέας τον παρουσιάζει σε αντίθεση με ενήλικα αφηγηματικά πρόσωπα, των οποίων τα αρακτηριστικά διακωμωδούνται στο έργο, ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται την παιδικότητα ως εξιδανικευμένη κατάσταση. Ειδικότερα τα παιδιά-αναγνώστες, καθώς ταυτίζονται με το συγκεκριμένο λογοτεχνικό πρότυπο, αποκτούν αυτογνωσία και αυτοπεποίθηση. Η επίγνωση ότι η λογοτεχνία συνιστά το αποτελεσματικότερο και αναντικατάστατο μέσο διαπαιδαγώγησης, οδηγεί στο σχεδιασμό και την υλοποίηση ποικίλων εκπαιδευτικών προγραμμάτων με σημείο αναφοράς το Μικρό Πρίγκιπα, προκειμένου οι μαθητές από τη νηπιακή τους ακόμη ηλικία, να επωφεληθούν από την τεράστια παιδαγωγική αξία του έργου τού Εξυπερύ. Στο πρώτο από τα προγράμματα το μαγικό ραβδί αγγίζει διαδοχικά τους μαθητές, οπότε εκείνοι διαλέγουν ποιον ήρωα θα υποδυθούν. Αφού φορέσουν το χαρακτηριστικό αντικείμενο αυτού του ήρωα και πάρουν την ανάλογη θέση στη σκηνή, απαντώντας σε ερωτήσεις του εκπαιδευτικού, αναφέρονται σε πρώτο ενικό πρόσωπο στο έργο μέσα από τη δική του οπτική. Στο δεύτερο πρόγραμμα τα νήπια καλούνται να φανταστούν μια συνάντησή τους με τον Μικρό Πρίγκιπα, ώστε να καθησυχάσουν τον πιλότο-αφηγητή του έργου, που ζητά εναγωνίως να πληροφορηθεί από τους αναγνώστες αν ο Μικρός Πρίγκιπας επισκέφτηκε και πάλι τη γη. Στο τρίτο πρόγραμμα, όπως ο πιλότος συναντά στην έρημο τον παιδικό εαυτό του στο πρόσωπο του Μικρού Πρίγκιπα, έτσι και τα νήπια καλούνται σε μία συνάντηση με τον ενήλικο εαυτό τους, όπου προβάλλουν τις προσωπικές επιθυμίες τους, ονειρεύονται την εξέλιξή τους. Οι αφηγήσεις των νηπίων στα τρία προγράμματα που πραγματοποιήθηκαν σε διαφορετικά σχολικά έτη σε νηπιαγωγεία της Αττικής, μετατρέπονται σε γραπτά κείμενα, με τη συμβολή του εκπαιδευτικού που τις καταγράφει. Εφόσον τα νήπια αντιλαμβάνονται πως ο προφορικός λόγος τους αναπαρίσταται πιστά με τη γραφή, βιώνουν την εμπειρία της δημιουργικής γραφής, μυούνται στη διαδικασία καταγραφής της δημιουργικής σκέψη τους.
Λέξεις-κλειδιά: Εκπαίδευση νηπίων, Μικρός Πρίγκιπας, δημιουργική γραφή.
Η παρούσα εισήγηση έχει σκοπό να δείξει πώς τα νήπια αναπτύσσουν προσωπικό διάλογο με το έργο «Ο Μικρός Πρίγκιπας» (Εξυπερύ, 1968), πώς το οικειοποιούνται και το εμπλουτίζουν με τα προσωπικά χαρακτηριστικά τους, πώς το συνδέουν με τις εμπειρίες και τις επιθυμίες τους. Καθώς πρόκειται για έργο που ευαισθητοποιεί και υποβάλλει διαχρονικές και οικουμενικές πολιτισμικές αξίες (Κουλουμπή-Παπαπετροπούλου, 1993), ο διάλογός των νηπίων με αυτό καθίσταται πολύτιμος για την ανάπτυξη της δημιουργικότητας και της κριτικής σκέψης τους, συμβάλλει στην κοινωνική και συναισθηματική ωρίμασή τους.Ο αφηγητής του έργου «Ο Μικρός Πρίγκιπας» ανακαλύπτει τον αληθινό εαυτό του, τη χαμένη παιδικότητά του, όταν βρίσκεται σε συνθήκες κινδύνου, που ευνοούν την περισυλλογή και την αυτοσυγκέντρωση, μακριά από τις συμβάσεις και τους συμβιβασμούς που συνήθως επιβάλλει η ενήλικη ζωή. Τα χαρακτηριστικά του Μικρού Πρίγκιπα ως αφηγηματικού προσώπου αποτελούν τα σημεία επαφής του με τα παιδιά-αναγνώστες.
Ωστόσο, μέσα από την ανάγνωση του έργου από το οποίο προκύπτει η σπουδαιότητα της παιδικής ηλικίας, και οι ενήλικοι άνθρωποι φορτίζονται συγκινησιακά, οδηγούνται σε υπαρξιακούς προβληματισμούς, επιλέγουν την επιστροφή στην παιδικότητα ως συνειδητή στάση ζωής. Η αναζήτηση και διαφύλαξη του παιδικού εαυτού, όπως προτείνει ο Εξυπερύ μέσα από το έργο του «Ο Μικρός Πρίγκιπας» (Ηλία, 2012), συνιστά την ύψιστη δικαίωση της παιδικής ηλικίας και τον ασφαλέστερο δρόμο που οδηγεί στην προσωπική ευτυχία.
Το βιβλίο «Ο Μικρός Πρίγκιπας» συνιστά το σημείο αναφοράς τριών διαφορετικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Τα συμμετέχοντα στα προγράμματα νήπια εκφράζονται με πρωτοτυπία, παράγοντας υψηλών προδιαγραφών για την ηλικία τους αφηγηματικά κείμενα, μέσα από παιδαγωγικές παρεμβάσεις που στηρίζονται σε θεωρίες από το χώρο της αφηγηματολογίας και της κειμενογλωσσολογίας, σε συνδυασμό με τα χαρακτηριστικά της νηπιακής ηλικίας, τα οποία παρουσιάζει η αναπτυξιακή ψυχολογία. Η παραγωγή των κειμένων τους κινείται στο πλαίσιο των κειμενοκεντρικών μοντέλων διδασκαλίας της γραπτής έκφρασης. Τα συγκεκριμένα μοντέλα εκλαμβάνουν το κείμενο ως μονάδα διδακτικής προσέγγισης και διδάσκουν στους μαθητές τους υπερπροτασιακούς κανόνες και τις δομές που διακρίνουν τους διάφορους τύπους του εξειδικευμένου λόγου (Ματσαγγούρας, 2001). Έτσι οι μαθητές καθίστανται σταδιακά αποτελεσματικότεροι στην κατανόηση κειμένων και ικανότεροι στη λεκτική έκφραση και ειδικότερα στον τρόπο δόμησης της σκέψης (Ματσαγγούρας και Κουλουμπαρίτση, 1999).
Τα τρία εκπαιδευτικά προγράμματα πραγματοποιήθηκαν με τη σειρά που παρουσιάζονταιστην παρούσα εισήγηση κατά τα σχολικά έτη 2006-2007, 2016-2017 και 2015-2016, σε νηπιαγωγεία της Αττικής, είτε σε κλασικά είτε σε ολοήμερα τμήματα.
– Η εξοικείωση με το παγκόσμιο λογοτεχνικό πρόσωπο-σύμβολο του Μικρού Πρίγκιπα και η μύηση στις πολιτισμικές, ανθρωπιστικές αξίες που ενσαρκώνει. Γενικότερα δε η συνειδητοποίηση ότι τα λογοτεχνικά έργα και οι ήρωές τους συνιστούν διαχρονικά και οικουμενικά σημεία αναφοράς.
– Η καλλιέργεια της φιλαναγνωσίας, ως αποτέλεσμα της απόλαυσης που προκαλεί η ανάγνωση ως δημιουργική, βιωματική διαδικασία.
– Η προώθηση της επαφής και επικοινωνίας μεταξύ όλων των νηπίων, με τη διαδοχική τοποθέτησή τους στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος ολόκληρου του τμήματος. Επίσης η συνεργασία του συνόλου για την επίτευξη ενός κοινού, ομαδικά αποδεκτού σκοπού.
– Η λεκτική ανάπτυξη και ειδικότερα η καλλιέργεια της αφηγηματικής ικανότητας.
– Η καλλιέργεια της δημιουργικής σκέψης.
– Η κατανόηση της σύνδεσης ανάμεσα στον προφορικό και το γραπτό λόγο, της ιδιότητας του γραπτού λόγου να αναπαριστά πιστά τον προφορικό.
Οι λογοτεχνικές αναγνώσεις συντελούν στην ανάπτυξη της δημιουργικής σκέψης, στην αισθητική καλλιέργεια, στην επαφή με τις διαχρονικές, πολιτισμικές αξίες, στη γλωσσική ανάπτυξη, συμβάλλουν στην ψυχική και κοινωνική ωριμότητα του ατόμου και προάγουν τη φιλαναγνωσία. Κατά συνέπεια ο ρόλος τους στην εκπαιδευτική διαδικασία είναι αναντικατάστατος (Tompkins, 1988). Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η ανάγνωση κάθε λογοτεχνικού κειμένου είναι μια διαδικασία ιδιαίτερα δημιουργική. Γινόμαστε συνδημιουργοί του συγγραφέα, σχηματίζουμε προσδοκίες για την εξέλιξη της υπόθεσης (Iser, 1991), ταυτιζόμαστε με τους ήρωες (Booth, 1987). Ως αποτέλεσμα αυτής της δημιουργικής δραστηριότητας, αποκομίζουμε την αίσθηση ότι εμπλεκόμαστε άμεσα στα αφηγηματικά δρώμενα, ότι βιώνουμε προσωπικά καταστάσεις και συναισθήματα που αποδίδονται στο κείμενο (Iser, 1990). Εφόσον η επαφή μας με το λογοτεχνικό έργο έχει το χαρακτήρα του βιώματος, συντελεί καθοριστικά στην αυτογνωσία μας.
Οι τρόποι διδακτικής προσέγγισης των λογοτεχνικών έργων υπαγορεύονται από τη φύση της λογοτεχνίας. Στο Νηπιαγωγείο ειδικότερα, χρησιμοποιούνται ευφάνταστα, ελκυστικά εκπαιδευτικά προγράμματα με παιγνιώδη χαρακτήρα (Ποσλανιέκ, 1992), σε αντιστοιχία με την ανάγκη των νηπίων να παίζουν (Χουιζίνγκα, 1989). Δίνοντας στα νήπια τη δυνατότητα να εκφράσουν ελεύθερα είτε ατομικά είτε ομαδικά (Huck, Hepler & Hickman, 1979) την αναγνωστική ανταπόκρισή τους, να αξιοποιήσουν τα λογοτεχνήματα ως πηγή έμπνευσης και κινητήρια δύναμη της φαντασίας τους (Κωτόπουλος, 2012), παράγονται πρωτότυπα αφηγηματικά κείμενα. Τα παραγόμενα κείμενα συνιστούν δημιουργική μίμηση ή τροποποίηση ή ανατροπή του λογοτεχνικού προτύπου (Ματσαγγούρας, 2001).
Προκειμένου τα νήπια να εκφράσουν τις εντυπώσεις και τις εμπειρίες τους από την επαφή τους με το λογοτεχνικό έργο, χρησιμοποιείται η συνέντευξη, αρχικά η ημιδομημένη και στη συνέχεια η μη δομημένη. Ο εκπαιδευτικός, ως πολύ προσεκτικός ακροατής, διατυπώνει, όπου απαιτείται, διευκρινιστικές ερωτήσεις, σε σχέση με τις προηγούμενες απαντήσεις που έχει λάβει (Pascucci και Rossi, 2002). Οι ερωτήσεις αναφέρονται στη δράση των ηρώων, τον τόπο, το χρόνο και την εξέλιξή της, τα συναισθήματά τους, τις μεταξύ τους σχέσεις. Σύμφωνα με τη διδακτική αρχή της φθίνουσας καθοδήγησης, που περιλαμβάνει διαδικασίες στήριξης των μαθητών τόσο κατά το συγγραφικό, όσο και κατά το προσυγγραφικό και το μετασυγγραφικό στάδιο (Ματσαγγούρας 2001), σταδιακά οι απαντήσεις των νηπίων γίνονται πληρέστερες και σαφέστερες, οπότε οι ερωτήσεις του εκπαιδευτικού περιορίζονται σημαντικά. Τα παιδικά κείμενα αξιοποιούνται σε έντυπες εκδόσεις ή αναρτήσεις στο σχολικό ιστολόγιο και περιλαμβάνονται σε ανοιχτές σχολικές θεατρικές παραστάσεις (Γραμματάς, 2014), ως επιπλέον κίνητρο για ελεύθερη και δημιουργική έκφραση των νηπίων (Ηλία και Ματσαγγούρας, 2006).
Σύμφωνα με την αφηγηματική υπόθεση του έργου «Ο Μικρός Πρίγκιπας», ένας πιλότος αναγκάζεται λόγω βλάβης του αεροπλάνου του να προσγειωθεί στην αφρικανική έρημο, όπου προσπαθεί μόνος να το επιδιορθώσει. Εκεί τον πλησιάζει ένα παράξενο πλάσμα, που το ονομάζει Μικρό Πρίγκιπα. Σταδιακά ανακαλύπτει ότι έρχεται από άλλον πλανήτη. Το Μικρό Πρίγκιπα χαρακτηρίζουν η φαντασία, η ευαισθησία, η υπευθυνότητα, η αισιοδοξία και η σοφία. Εκτιμά και απολαμβάνει τις απλές χαρές της ζωής ενώ αρνείται να αποδεχθεί τον ανούσιο και ανιαρό τρόπο ζωής των ενηλίκων. Στο τέλος της αφήγησης οδηγείται στην αυτοθυσία για να βρεθεί ξανά κοντά στο τριαντάφυλλο που έχει αφήσει πίσω στον πλανήτη του, προσπαθώντας ταυτόχρονα με κάθε τρόπο να παρηγορήσει τον πιλότο για την επώδυνη αναχώρησή του από τη γη.
Τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του Μικρού Πρίγκιπα αντιπαρατίθενται σε αυτά των κατοίκων των άλλων πλανητών. Ο βασιλιάς, ο ματαιόδοξος, ο μπεκρής, ο επιχειρηματίας, ο γεωγράφος και ο φανοκόρος ενσαρκώνουν το πάθος για δύναμη, δόξα, χρήμα, εξουσία ή αντίθετα, την παραίτηση από τον αγώνα της ζωής και την αδυναμία προσαρμογής στις εξελίξεις. Πρόκειται για πρόσωπα που καθώς αγγίζουν τη γελοιότητα, μας υποβάλλουν τα αδιέξοδα, την τραγικότητα, τη μοναξιά τους (Ηλία, 2007).
6.1.Παιχνίδια με το Μικρό Πρίγκιπα
Στο πρώτο εκπαιδευτικό πρόγραμμα το άγγιγμα των νηπίων με το μαγικό ραβδί, τα μεταμορφώνει σε όποιο από τα λογοτεχνικά πρόσωπα του βιβλίου επιθυμούν. Έτσι εκφράζεται η ταύτισή τους με το πρόσωπο αυτό. Τα νήπια για να μεταμορφωθούν στον ήρωα που επιλέγουν, χρησιμοποιούν κάποιο από τα αντικείμενα μεταμφίεσης. Λόγου χάριν, φορούν το κασκόλ, εφόσον επιθυμούν να υποδυθούν το Μικρό Πρίγκιπα ή μπαίνουν μέσα σε κάποιο από τα στεφάνια του χουλα-χουπ, τα οποία αναπαριστούν τους διάφορους πλανήτες, προκειμένου να υποδυθούν τους κατοίκους τους. Καθώς η αφηγηματική υπόθεση αποδίδεται στο πλαίσιο του προγράμματος μέσα από την οπτική του ήρωα που το κάθε νήπιο έχει επιλέξει, οι απαντήσεις των νηπίων δίνονται σε πρώτο ενικό πρόσωπο.
Από τα τρία κείμενα νηπίων που παρατίθενται στη συνέχεια σχετικά με το συγκεκριμένο πρόγραμμα, το πρώτο αναφέρεται στο κεφάλαιο ΧΙΙΙ, όπου ο Μικρός Πρίγκιπας επισκέπτεται τον πλανήτη ενός επιχειρηματία, ο οποίος ακατάπαυστα υπολογίζει το πλήθος των αστεριών, επειδή τα θεωρεί ιδιοκτησία του: «Είμαι ο Μικρός Πρίγκιπας και μετράω τ’ αστέρια, για να πω στο Θεό πόσα είναι, επειδή εκείνος νομίζω πως θα βαριέται να τα μετρήσει. Όταν είναι μέρα και δεν φαίνονται τ’ αστέρια, μετράω τον ουρανό, για να πω στους ανθρώπους πόσο μεγάλος είναι. ΄Ολοι θα ήθελαν να ξέρουν, αλλά δεν τον μετράνε μόνοι τους, για να μην τους μαλώσει ο Θεός. Εμένα όμως ο Θεός είναι φίλος μου, γιατί του μετράω τ’ αστέρια».
Το δεύτερο κείμενο αναφέρεται στο κεφάλαιο ΧΙV, όπου ο Μικρός Πρίγκιπας συναντά ένα γεωγράφο, που του ζητά πληροφορίες για τον πλανήτη του, προκειμένου να τις καταγράψει στο βιβλίο του: «Είμαι γεωγράφος και ζητάω από το Μικρό Πρίγκιπα να μου δώσει στοιχεία, για να γράψω για τον πλανήτη του. Για το δικό μου πλανήτη δεν έχω γράψει ακόμη, γιατί μέχρι τώρα δεν έχω βρει καιρό να τον εξερευνήσω. Είχα να γράψω για τους άλλους πλανήτες, αφού έρχονταν συνέχεια διάφοροι εξερευνητές, ο ματαιόδοξος, ο επιχειρηματίας και άλλοι και μου έδιναν στοιχεία για τους πλανήτες τους. Μου έχει απομείνει μόνο μια τελευταία σελίδα στο βιβλίο μου, κι εκεί γράφω για τον πλανήτη του Μικρού Πρίγκιπα. Δεν έχω άλλο χαρτί. Όταν φύγει ο Μικρός Πρίγκιπας, θα ψάξω στα μαγαζιά, για να αγοράσω χαρτί. Εκεί θα γράψω για το δικό μου πλανήτη, που θα τον έχω εξερευνήσει, ψάχνοντας για χαρτί».
Το τρίτο κείμενο αναφέρεται στο κεφάλαιο XXVI, όπου ο Μικρός Πρίγκιπας, προκειμένου να επιστρέψει στον πλανήτη του για να φροντίσει το λουλούδι, επιλέγει να πεθάνει από δάγκωμα δηλητηριώδους φιδιού: «Είμαι ο πιλότος. Ο Μικρός Πρίγκιπας είναι ξαπλωμένος δίπλα μου και κοιμάται, γιατί είναι κουρασμένος. Περπατήσαμε πολύ, επειδή θέλαμε να φύγουμε από την έρημο. Δεν αρέσει καθόλου στο Μικρό Πρίγκιπα, γιατί η άμμος λερώνει τα ρούχα του».
6.2. Οι συναντήσεις μας με το Μικρό Πρίγκιπα
Το δεύτερο εκπαιδευτικό πρόγραμμα επικεντρώνεται στον επίλογο του βιβλίου «Ο Μικρός Πρίγκιπας», όπου ο πιλότος-αφηγητής απαρηγόρητος για τον επώδυνο τρόπο που ο Μικρός Πρίγκιπας επέλεξε να επιστρέψει στον πλανήτη του, απευθύνει στους αναγνώστες την ακόλουθη έκκληση: «Αν έρθει τότε κοντά σας ένα παιδί, και γελά, κι έχει χρυσά μαλλιά, και δεν αποκρίνεται όταν το ρωτούνε, θα μαντέψετε βέβαια ποιος είναι. Τότε, σας παρακαλώ, κάντε μου τη χάρη! Μη μ’ αφήσετε να μένω τόσο λυπημένος: γρήγορα γράψτε μου πως ξαναγύρισε…» Τα νήπια ανταποκρίνονται με ενθουσιασμό, παρουσιάζοντας φανταστικές συναντήσεις τους με τον Μικρό Πρίγκιπα, οπότε παράλληλα συμβάλλουν στην πραγματοποίηση της επιθυμίας του να γνωρίσει φίλους στη γη.
Από τα κείμενα που παρατίθενται ενδεικτικά, το πρώτο είναι ατομικό: «Με την αδερφή μου μυρίζουμε τα λουλούδια στο βάζο που έχουμε σπίτι μας. Ο Μικρός Πρίγκιπας περνά απέξω. Θέλει κι αυτός να μυρίσει τα λουλούδια μας, για να ξέρει τι άρωμα έχουν. Είναι περίεργος αν θα μυρίζουν σαν το δικό του λουλούδι που είναι κόκκινο, επειδή τα δικά μας είναι ροζ. Όταν τα μυρίζει, μας λέει ότι έχουν το ίδιο άρωμα με το λουλούδι του. Έτσι μένει εκεί, για να τα μυρίσει κι άλλο. Όταν του λέω ότι έχω ένα δικό μου ζωάκι, μού ζητάει να το δει. Βλέπει το περιστέρι μου αλλά ούτε τότε φεύγει. Του έχω πει πως η μαμά μου έχει μέσα στην κοιλιά της μωράκι. Θα περιμένει να το δει κι αυτό κι ύστερα θα φύγει».
Η αναφορά στο συγκεκριμένο πρόγραμμα συνεχίζεται με ένα ομαδικό κείμενο: «Στη συμμαθήτριά μας χάρισαν ένα διαστημόπλοιο. Στην αρχή δεν το χρησιμοποιούσε, επειδή δεν ήξερε. Όταν είδε στην τηλεόραση πώς το οδηγούν, έμαθε κι αυτή. Το πήρε και πήγε στον πλανήτη του Μικρού Πρίγκιπα. Το πάρκαρε στο πάρκινγκ που είχε χτίσει ο Μικρός Πρίγκιπας δίπλα στο σπίτι του για τα διαστημόπλοια των φίλων του, που πηγαίνουν να τον επισκεφτούν. Όταν η συμμαθήτριά μας έφτασε εκεί, βρήκε το Μικρό Πρίγκιπα να κάνει τούμπες. Ήταν πολύ χαρούμενος που θα γνώριζε μια καινούρια φίλη. Του είπε να σταματήσει τις τούμπες αλλά αυτός συνέχιζε μέχρι που χτύπησε. Τότε τον πήρε αγκαλιά, τον έβαλε στο διαστημόπλοιο και τον έφερε στο σπίτι της, για να τον φροντίσει η μαμά της».
6.3 Με πρότυπο τη συνάντηση πιλότου-Μικρού Πρίγκιπα
Στο τρίτο εκπαιδευτικό πρόγραμμα, με πρότυπο τη συνάντηση του πιλότου με τον Μικρό Πρίγκιπα στην έρημο, τα νήπια καλούνται να παράγουν κείμενα με αντίστοιχες συναντήσεις τους με τον ενήλικο εαυτό τους. Καθώς πρόκειται για συναντήσεις οι οποίες αναφέρονται στο μέλλον τους, κάθε νήπιο προβάλλει στο κείμενό του τις προσωπικές επιθυμίες του, ονειρεύεται την εξέλιξή του. Με το συγκεκριμένο πρόγραμμα επιδιώκεται η συνειδητοποίηση από τα νήπια του καθοριστικού ρόλου της παιδικής ηλικίας στη ζωή κάθε ανθρώπου.
Για να αντιληφθούν οι μικροί μαθητές ότι τα παιδικά βιώματα παραμένουν μέσα μας και συνιστούν αναπόσπαστο κομμάτι του ενήλικου εαυτού μας, διαβάζεται η αφιέρωση του Εξυπερύ προς το φίλο του, όπου περιλαμβάνεται η φράση «Όλοι οι μεγάλοι ήταν κάποτε παιδιά, λίγοι όμως το θυμούνται». Στη συνέχεια τα νήπια παρακολουθούν το απόσπασμα του κεφαλαίου ΙΙ, όπου ο πιλότος-αφηγητής εκφράζει την απορία του για την παρουσία του Μικρού Πρίγκιπα στην έρημο: «Φαντάζεστε λοιπόν την έκπληξή μου, τα χαράματα, όταν μία μικρή αλλόκοτη φωνή με ξύπνησε, λέγοντας: – Σας παρακαλώ… Ζωγράφισέ μου ένα αρνί! Κοίταζα λοιπόν αυτήν την οπτασία γουρλώνοντας τα μάτια από κατάπληξη. Δεν πρέπει να ξεχνάτε ότι βρισκόμουν χίλια μίλια μακριά από κάθε κατοικημένη περιοχή. Κι όμως ο μικρός μου ανθρωπάκος δε μου φαινόταν να ’χει χαθεί, μήτε πεθαμένος από την κούραση, μήτε πεθαμένος από την πείνα, μήτε πεθαμένος από τη δίψα, μήτε πεθαμένος από το φόβο. Δεν έδειχνε καθόλου σαν παιδί που χάθηκε μέσα στη μέση της ερήμου, χίλια μίλια μακριά από κάθε κατοικημένη περιοχή». Τέλος ακολουθεί η ανάγνωση αποσπάσματος από το ίδιο κεφάλαιο, όπου ο πιλότος διαπιστώνει έκπληκτος ότι ο Μικρός Πρίγκιπας καταλαβαίνει τις ζωγραφιές του, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους ανθρώπους. Όταν τα νήπια συνειδητοποιούν ότι ο Μικρός Πρίγκιπας είναι ο παιδικός εαυτός του πιλότου, ξεκινούν οι αντίστοιχες αφηγήσεις τους, που εμφανίζουν μεγάλη ποικιλία. Στις περισσότερες περιπτώσεις ο παιδικός εαυτός προσέρχεται στον ενήλικο, για να καλύψει κάποια δική του ανάγκη, για να αναζητήσει προστασία ή βοήθεια. Σε μερικές άλλες η συνάντηση γίνεται χωρίς ιδιαίτερο λόγο, ωστόσο την απολαμβάνουν εξίσου και ο παιδικός και ο ενήλικος εαυτός. Τέλος, σε ορισμένες αφηγήσεις αυτό που φέρνει τον παιδικό εαυτό κοντά στον ενήλικο, είναι το ενδιαφέρον ή ο θαυμασμός του πρώτου για τα επιτεύγματα του τελευταίου.
Από τα σχετικά κείμενα παρατίθεται αρχικά αυτό μιας μαθήτριας: «Είναι βράδυ και δουλεύω. Είμαι τραγουδίστρια. Στους ανθρώπους αρέσει το τραγούδι μου. Το καταλαβαίνω, επειδή χορεύουν. Εκεί στο χώρο που τραγουδάω, βλέπω μπροστά μου το κοριτσάκι που ήμουνα παλιά. Το αναγνωρίζω αμέσως, γιατί το θυμάμαι καλά. Έχει έρθει εκεί, επειδή του αρέσουν οι φιόγκοι μου. Αγοράζω φιόγκους από τη φίλη μου, που τους φτιάχνει μόνη της. Την τελευταία φορά αγόρασα αυτόν τον πολύ όμορφο μπλε φιόγκο που φοράω και τώρα. Χαρίζω στο κοριτσάκι ένα φιόγκο μου ροζ. Χάρηκα πολύ που το είδα αλλά δεν ξέρω αν θα το ξαναδώ. Τώρα μένω σε άλλο σπίτι. Ίσως όμως αν πάω κάποια μέρα επίσκεψη στο σπίτι που μεγάλωσα, να το βρω εκεί να με περιμένει. Ξέρω πως είναι ευτυχισμένο, αφού πάντα αυτό που ήθελε, ήταν να γίνει τραγουδίστρια. Το όνειρό του τώρα είναι πραγματικότητα».
Η παρουσίαση αυτού του προγράμματος ολοκληρώνεται με το κείμενο ενός ακόμη μαθητή: «Έχω έρθει με το αμάξι μου για ψάρεμα. Φοράω τη μπλε φόρμα μου κι έχω πάρει μαζί μου εννέα καλάμια. Τα ψάρια που πιάνω, τα πουλάω στο παζάρι. Κρατάω όμως μερικά, για να τα τρώμε μαζί με τη γυναίκα μου. Έτσι όπως είμαι εδώ στη θάλασσα, βλέπω μπροστά μου το μικρό εαυτό μου. Με ρωτάει τι θα φτιάξει η μαμά σήμερα να φάμε κι εγώ του δείχνω τα ψάρια που έπιασα, για να του φτιάξει ψαρόσουπα. Του ζητάω να έρχεται όποτε ψαρεύω να με βρίσκει στην παραλία, για να του δίνω ψάρια. Είναι πολύ ευτυχισμένος, επειδή έχω δικό μου αμάξι. Είναι μπλε, το αγαπημένο του χρώμα»
Όπως αποδεικνύεται από την παράθεση των αποτελεσμάτων των τριών προγραμμάτων, το σύνολο των κοινών στόχων επιτεύχθηκαν πλήρως. Αναλυτικότερα, τα νήπια εξοικειώθηκαν με το λογοτεχνικό πρόσωπο του Μικρού Πρίγκιπα ως φορέα οικουμενικών και διαχρονικών αξιών. Συνειδητοποιώντας τη σπουδαιότητα της παιδικής ηλικίας, τον καθοριστικό ρόλο της στη μετέπειτα ζωή, αποκτούν αυτοπεποίθηση και αρχίζουν να κατακτούν την αυτογνωσία.
Μέσα από την αναγνωστική απόλαυση του συγκεκριμένου έργου συνειδητοποίησαν τη δημιουργικότητα της αναγνωστικής διαδικασίας και ανέπτυξαν θετική στάση για τα λογοτεχνικά βιβλία γενικότερα. Η ποικιλία και η ευστοχία της αναγνωστικής ανταπόκρισης των νηπίων στο έργο του Εξυπερύ αποδεικνύει πόσο η λογοτεχνική ποιότητα συνιστά πολύτιμο ερέθισμα για την αποκλίνουσα σκέψη τους.
Τα νήπια συνεργάστηκαν πρόθυμα και επικοινώνησαν ουσιαστικά μεταξύ τους, με σημείο αναφοράς το έργο του Εξυπερύ. Επίσης καλλιεργήθηκε η ικανότητά τους να παράγουν πλήρη και σαφή αφηγηματικά κείμενα. Επιπλέον κατανόησαν τη δυνατότητα της γραφής να αναπαριστά πιστά τον προφορικό λόγο.
Το ενδιαφέρον για τα προγράμματα διατηρήθηκε αδιάπτωτο σε όλη τη διάρκειά τους. Όλα τα νήπια ανυπομονούσαν να παράγουν τα δικά τους κείμενα. Ως ακροατές παρακολουθούσαν με τεράστιο ενδιαφέρον τις αφηγήσεις των συμμαθητών τους. ΄Ολες δε οι αφηγηματικές εκδοχές των νηπίων ήταν ευφάνταστες και αισιόδοξες.
Τα συγκεκριμένα προγράμματα θα μπορούσαν εκτός από τα νηπιαγωγεία να υλοποιηθούν και στις τρεις πρώτες τάξεις του Δημοτικού.
Βιβλιογραφικές αναφορές
Booth, W. (1987). The Rhetoric of Fiction. Middlesex: Penguin Books.
Huck, C., Hepler, S. & Hickman, J. (1979). Children’s Literature in the Elementary School. Austin: Holt, Rinehart & Winston.
Iser, W. (1990). The Implied Reader. Patterns of Communication in Prose Fiction from Bunyan to Beckett. Baltimore and London: The Johns Hopkins University Press.
Iser W. (1991). The Act of Reading. A theory of Aesthetic Response. Baltimore and London: The Johns Hopkins University Press.
Tompkins, J. (1988). The reader in history: The changing shape of literary – response. Στο J. Tompkins (Επιμ.), Reader-response criticism. From Formalism to Post-Structuralism. Baltimore and London: The Johns Hopkins University Press, 201-232.
Γραμματάς, Θ. (2014). Το θέατρο στην εκπαίδευση. Καλλιτεχνική έκφραση και παιδαγωγία. Αθήνα: Διάδραση.
Exupery, A. (1968). Ο Μικρός Πρίγκιπας, μτφρ. Στρ. Τσίρκας. Αθήνα: Ηριδανός.
Ηλία, Ε. και Ματσαγγούρας Η. (2006). Από το παιχνίδι στο λόγο: Παραγωγή παιδικών κειμένων μέσα από παιγνιώδεις δραστηριότητες. Στο Π. Παπούλια-Τζελέπη, Α. Φτερνιάτη, Κ. Θηβαίος (Επιμ.), Έρευνα και Πρακτική του Γραμματισμού στην Ελληνική Κοινωνία. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, 307-317.
Ηλία, Ε. (2007). Μαθητές και δάσκαλοι από τη λογοτεχνική ανάγνωση στη δημιουργική αναδιήγηση. Διαδρομές 85, 20-26.
Ηλία, Ε. (2012). Μετά τον Μικρό Πρίγκιπα. Αθήνα: Ηριδανός.
Κουλουμπή-Παπαπετροπούλου, Κ. (1993). Ο Μικρός Πρίγκιπας ξαναγυρίζει κοντά μας, αναζητεί ανθρώπους. Επιθεώρηση Παιδικής Λογοτεχνίας 8, 81-85.
Κωτόπουλος, Τ. (2012). Η «νομιμοποίηση» της δημιουργικής γραφής, ΚΕΙΜΕΝΑ 15, http://keimena.ece.uth.gr
Ματσαγγούρας, Η. και Κουλουμπαρίτση, Α. (1999). Ένα Πρόγραμμα Διδασκαλίας της Κριτικής Σκέψης: Θεωρητικές Αρχές και Εφαρμογές στην Παραγωγή του Γραπτού Λόγου, Ψυχολογία 6(3), 299-396.
Ματσαγγούρας, Η. Γ. (2001). Η Σχολική Τάξη, τ. Β΄ : Κειμενοκεντρική Προσέγγιση του γραπτού λόγου. Αθήνα.
Pascucci, M. και Rossi, F. (2002). ΄Oχι μόνο γραφέας, Γέφυρες 6, 16-23.
Ποσλανιέκ, Κ. (1992). Να δώσουμε στα παιδιά την όρεξη για διάβασμα, μτφρ. Στ. Αθήνη. Αθήνα: Καστανιώτης.
Χουιζίνγκα, Γ. (1989). Ο άνθρωπος και το παιχνίδι, μτφρ. Σ. Ροζάκης – Γ. Λυκιαρδόπουλος. Αθήνα: Γνώση.
ΤΙ ΘΑ ΚΑΝΕΙΣ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΚΗΠΟΥΣ; Εκπαιδευτικό πρόγραμμα
Δρ. Ελένη Α. Ηλία
Για ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ βλέπε και στο iliaeleni’s blog
Το συγκεκριμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα περιλαμβάνεται στην εισήγηση της Ελένης Α. Ηλία, Διάλογοι νηπίων του 21ου αι. με παραδοσιακά παιχνιδοτράγουδα, που έχει δημοσιευτεί στα Πρακτικά του 6ου Συνεδρίου του Νέου Παιδαγωγού, το οποίο πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα, 11 & 12 Μαΐου 2019
(εφαρμογή με link) http://users.sch.gr/…/Praktika_Synedriou_06_Synedrio_Neos_P…
Επιμέλεια τόμου: Φ. Γούσιας
ISBN: 978-618-82301-5-6,
σσ. 93-100.
Εισαγωγή
Με βάση το γενικό σκοπό της εκπαίδευσης και ειδικότερα του Νηπιαγωγείου, αναπτύσσουμε διάφορα εκπαιδευτικά προγράμματα, τα οποία αποσκοπούν στη σωματική, συναισθηματική, νοητική και κοινωνική ανάπτυξη του εκπαιδευόμενου. Τα προγράμματα αυτά έχουν ορισμένα σταθερά χαρακτηριστικά, τα κυριότερα από τα οποία είναι η αλληλεπίδραση μεταξύ των παιδιών της σχολικής τάξης και η παιγνιώδης φύση τους. Επίσης, σε αυτά πρωταρχικός είναι ο ρόλος της γλώσσας, καθώς η γλωσσική ανάπτυξη θα επέλθει αβίαστα μέσα από την επαφή με τους συμμαθητές και τη χαρά του παιχνιδιού. Τέλος τα συγκεκριμένα προγράμματα εξασφαλίζουν με την ποικιλότροπη παρουσίαση των καθημερινών επιτευγμάτων των μαθητών στο πλαίσιο της διεξαγωγής τους, το άνοιγμα του σχολείου στην ευρύτερη κοινωνία. Το δε άνοιγμα του σχολείου συμβάλλει στην επικοινωνία και την κατανόηση ανάμεσα στις διαφορετικές γενιές και προσφέρει σε όλους αισιοδοξία και ελπίδα.
Καθώς στα εν λόγω εκπαιδευτικά προγράμματα κυριαρχούν η μαθητική πρωτοβουλία, η αυτενέργεια, η συλλογικότητα και η πρωτοτυπία, επιδιώκεται να διασφαλιστεί τελικά η μελλοντική ευτυχία και δημιουργικότητα των συμμετεχόντων μαθητών. Επιπλέον, μέσα από τα σχετικά εκπαιδευτικά προγράμματα επιτυγχάνεται η κοινωνική εξέλιξη και πρόοδος, αφού τα παιδιά μυούνται στις οικουμενικές, διαχρονικές κοινωνικές αξίες, οι οποίες υπαγορεύουν αντίστοιχες στάσεις ζωής.
Ο τίτλος του προγράμματος που σχεδιάσαμε για την τρέχουσα σχολική χρονιά 2014-2015 και υλοποιούμε στο 1ο νηπιαγωγείο Ασπροπύργου, στο κλασικό τμήμα, είναι «Τι θα κάνεις εις τους κήπους;» και επιδιώκει τα παιδιά να συμμετέχουν με ενθουσιασμό στις ποικίλες, ομαδικές μαθησιακές δραστηριότητες, ανακαλύπτοντας και εκδηλώνοντας τη δημιουργικότητά τους…
Στόχοι
Οι στόχοι που έχουμε θέσει, συνοψίζονται ακριβέστερα στα παρακάτω:
1. Μύηση των παιδιών στη λαογραφική παράδοση μέσα από την εξοικείωσή τους με τα στοιχεία των ομαδικών παιχνιδοτράγουδων, με τα οποία μεγάλωσαν οι γενιές των προγόνων τους.
2. Κοινωνικοσυναισθηματική ανάπτυξη μέσα από τη συμμετοχή σε ομαδικό, παραδοσιακό παιχνίδι και λοιπές δραστηριότητες που απαιτούν συνεργασία και επικοινωνία και προάγουν τη συντροφικότητα.
3. Περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση μέσα από αναγνωστικές κυρίως εμπειρίες που αναφέρονται σε κήπους.
4. Εξοικείωση με το λογοτεχνικό φαινόμενο και ευρύτερα με τη δημιουργική διάσταση της ανθρώπινης φύσης μέσα από την ανάγνωση λογοτεχνικών αποσπασμάτων, όπου συνυπάρχουν η δημιουργικότητα του συγγραφέα και του αναγνώστη.
5. Καλλιέργεια της δημιουργικής σκέψης και έκφρασης μέσα από την εικαστική έκφραση των αναγνωστικών εμπειριών και εντυπώσεων και την παραγωγή ομαδικών αφηγηματικών ιστοριών.
6. Γλωσσική ανάπτυξη μέσα από την ανάγνωση λογοτεχνικών έργων και τη δημιουργία από τα παιδιά πρωτότυπων αφηγηματικών κειμένων με ερέθισμα τις προηγηθείσες ζωγραφιές τους.
7. Αισθητική ανάπτυξη μέσα από την απόκτηση εμπειριών από την επαφή με τις διάφορες μορφές τέχνης και τη φύση.
8. Εξοικείωση με τα αριθμητικά σύμβολα και ειδικότερα τους τακτικούς αριθμούς μέσα από τον καθορισμό της σειράς με την οποία οι ζωγραφιές θα χρησιμοποιηθούν στις αφηγήσεις.
9. Μύηση στην αρχή της πλειοψηφίας ως βάσης του δημοκρατικού πολιτεύματος, μέσα από την ψηφοφορία για την έκφραση της επιλογής της πιο «ανορθόδοξης» ζωγραφιάς και του καταλληλότερου τίτλου της σχετικής με αυτήν ιστορίας.
Μεθόδευση
Ο τίτλος του εκπαιδευτικού μας προγράμματος προέρχεται από το παραδοσιακό παιχνιδοτράγουδο «Δεν περνάς κυρα-Μαρία». Χρησιμοποιώντας το συγκεκριμένο στίχο, μας δίνεται η ευκαιρία να έχουμε ως αφετηρία το ευρύτατα διαδεδομένο στο παρελθόν κινητικό, ομαδικό παιχνίδι, ώστε να το γνωρίσουν τα νήπια. Ειδικότερα στις μέρες μας τα παιδιά από τη νηπιακή τους ηλικία περνούν μεγάλο μέρος του χρόνου τους μπροστά σε υπολογιστές, απορροφημένα από τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, τα οποία είναι από τη φύση τους στατικά, μοναχικά και συχνότατα βίαια. Κατά συνέπεια γίνεται φανερή η πολυτιμότητα της συμμετοχής τους σε ένα παιχνίδι που να χαρακτηρίζεται από κινητικότητα, ομαδικότητα και επικοινωνία, καλύπτοντας έτσι τις πραγματικές ανάγκες της παιδικής φύσης.
Θυμίζουμε στο σημείο αυτό ότι στο συγκεκριμένο παιχνίδι μια ομάδα παιδιών σχηματίζει κλειστό κύκλο, εμποδίζοντας το παιδί που υποδύεται την κυρά Μαρία να εισέλθει στο εσωτερικό του κύκλου. Ανάμεσα στην κυρά Μαρία και όλα τα υπόλοιπα παιδιά αναπτύσσεται ένας διάλογος, ώστε να πειστούν να της επιτρέψουν να περάσει στους υποτιθέμενους κήπους, δηλαδή μέσα στον κύκλο. Στη διάρκεια του διαλόγου, κατά τον οποίο κινούνται κυκλικά τόσο τα παιδιά που σχηματίζουν τον κύκλο όσο και η κυρά Μαρία, ο κύκλος μικραίνει σταδιακά κι ένας-ένας όσοι φεύγουν από αυτόν, ακολουθούν σε ζευγάρια την κυρά Μαρία, που εξακολουθεί να κινείται κυκλικά.
Το εν λόγω παιχνίδι το αντιμετωπίζουμε ωστόσο στο πλαίσιο του προγράμματος κατά τρόπο που τα παιδιά να το αισθάνονται οικείο, το αξιοποιούμε για να τους δώσουμε μια επιπλέον δυνατότητα προσωπικής, δημιουργικής έκφρασης. Αναλυτικότερα, επικεντρωνόμαστε στο ερώτημα «Τι θα κάνεις εις τους κήπους» και ζητάμε από κάθε παιδί τη δική του διαφορετική απάντηση. Οι αποκρίσεις των νηπίων σε αυτό το ερώτημα, παρουσιάζονται στη συνέχεια, ξεκινώντας από τη λιγότερο προς την περισσότερο αποκλίνουσα από το παιχνιδοτράγουδο:
-Θα κόψω τριαντάφυλλα, για να τα βάλω στο ποτήρι να μυρίζει ωραία το σπίτι.
-Θα μαζέψω λουλούδια για τη μαμά και το μπαμπά.
-Θα κόψω μπανάνες/ φράουλες/ σταφύλια.
-Θα κόψω τα λουλούδια, για να μπορέσω να περάσω.
-Θα ποτίσω τα λουλούδια/ τα δέντρα.
-Θα κόψω τα χορτάρια, για να καθαρίσω τον κήπο.
-Θα φυτέψω λουλούδια.
-Θα σκαρφαλώσω στα δέντρα.
-Θα ζωγραφίσω στο δέντρο.
-Θα ζωγραφίσω τον κήπο.
-Θα ντύσω το σκυλάκι.
-Θα παίξω με τις γατούλες.
Μετά την προκαταρκτική φάση, η οποία διαρκεί για μία περίπου εβδομάδα, προχωράμε στο κυρίως πρόγραμμα. Στο πρώτο μέρος διαβάζουμε μικρά σε έκταση αποσπάσματα από το λογοτεχνικό κείμενο «Μετά τον Μικρό Πρίγκιπα» (συγγρ.: Ελένη Α. Ηλία, εικονογρ.: Λήδα Βαρβαρούση, εκδ.: Ηριδανός 2012), μεταξύ των οποίων ολόκληρο το κεφάλαιο «Ο κήπος των αισθήσεων», που παρουσιάζεται σε δεκατρείς συνέχειες. Στα αποσπάσματα αυτά ο κήπος αρχικά «τοποθετείται» στο γεωφυσικό χάρτη. Στη συνέχεια συνδέεται και με τις πέντε αισθήσεις της ηρωίδας. Επιπλέον, παρουσιάζονται οι εντυπώσεις και τα συναισθήματα που ο κήπος προκαλεί σε εκείνη, όταν είναι μικρό κοριτσάκι. Επίσης, περιγράφονται τα στοιχεία που συνθέτουν τον κήπο, τα φυτά και τα ζώα του.
Για να γίνει καλύτερα αντιληπτή η εικόνα του κήπου, καλούμε τα νήπια να την δραματοποιήσουν. Ορισμένα λοιπόν νήπια τοποθετούνται στο προαύλιο σε σταθερή θέση, αναπαριστώντας με το σχήμα του σώματός τους τα τριαντάφυλλα, τα μοσχομπίζελα, τις ακακίες και τη συκιά. Από τα υπόλοιπα νήπια ζητάμε να υποδυθούν τα κινούμενα πλάσματα του κήπου. Οι πασχαλίτσες, τα μυρμήγκια, τα σαλιγκάρια, οι πεταλούδες, οι μέλισσες κινούνται ανάμεσα στα λουλούδια και τα δέντρα ενώ τα τζιτζίκια αγκαλιάζουν τους κορμούς των δέντρων, επαναλαμβάνοντας ταυτόχρονα διαρκώς το χαρακτηριστικό τους ήχο.
Στα αποσπάσματα παρουσιάζονται επίσης οι δραστηριότητες μέσα στον κήπο, τόσο οι ατομικές όσο και οι ομαδικές. Η απόδοση της εικόνας του κήπου γίνεται μέσα από ζεύγη αντιθέσεων: τάξη-αταξία, σιωπή-ήχοι, ηρεμία-δράση, φως-σκοτάδι, ώστε αυτές να είναι περισσότερο ευδιάκριτες. Στην παρουσίαση του κήπου χρησιμοποιούνται συχνά μεταφορικές εκφράσεις. Για παράδειγμα, για τον ήχο των κασμάδων, που παρομοιάζεται με μελωδική καμπάνα, αναφέρεται ότι αναπαριστά τους χτύπους της καρδιάς του κήπου. Επίσης, η ξύλινη κούνια παρομοιάζεται με θρόνο στο βασίλειο του κήπου κ.λπ. Στη συνέχεια παρουσιάζεται ο αποχωρισμός του κήπου, η νοσταλγία που αισθάνεται η μικρή ηρωίδα όσο βρίσκεται μακριά του, η οποία εκφράζεται με νυχτερινά όνειρα για την επιστροφή. Τέλος, αποδίδεται η αναγέννηση του κατεστραμμένου πλέον κήπου, καθώς ο κήπος μετατρέπεται σε ιδέα, σύμβολο, ψυχική κατάσταση.
Η ανάγνωση των αποσπασμάτων ακολουθείται από την εικονογράφησή τους από τα παιδιά. Από αυτήν την εικονογράφηση, θα επιλεγούν οι ζωγραφιές, που θα αποτελέσουν το ερέθισμα για τη δημιουργία πρωτότυπων αφηγηματικών ιστοριών με κοινό τίτλο «Τι θα κάνεις εις τους κήπους;». Αναλυτικότερα, κάθε παιδί συγκεντρώνει όλες τις ζωγραφιές του που αναφέρονται στα ισάριθμα λογοτεχνικά αποσπάσματα για τον κήπο, σε ένα ατομικό φάκελο, κατά προτίμηση με λουλούδια.
Όταν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία της εικονογράφησης των αποσπασμάτων, κάθε μαθητής έχει τη δυνατότητα να επιλέξει κάποια από τις ζωγραφιές του, η οποία θα αποτελέσει το ερέθισμα για να εκτυλιχθεί μία ομαδική αφήγηση από τους συμμαθητές του, που να απαντά στο ίδιο πάντα ερώτημα: «Τι θα κάνεις εις τους κήπους;» Όταν συγκεντρωθούν οι επιλεγμένες ζωγραφιές, γίνεται κλήρωση, η οποία θα καθορίσει τη σειρά με την οποία αυτές θα χρησιμοποιηθούν στις αφηγήσεις. Αφού ετοιμάζουμε τόσα χαρτάκια με αριθμούς όσες και οι ζωγραφιές, κάθε παιδί τραβά έναν αριθμό, που αναγράφεται πάνω στη ζωγραφιά του. Έπειτα, οι ζωγραφιές τοποθετούνται με αύξοντα αριθμό, που χρησιμοποιείται και σαν αρίθμηση των σελίδων στο βιβλίο που θα ολοκληρωθεί, όταν πίσω από κάθε ζωγραφιά θα επικολληθεί η αντίστοιχη αφηγηματική ιστορία.
Προκειμένου δε να ενθαρρύνουμε τη διαδικασία της ομαδικής αφήγησης, θέτουμε αρχικά ορισμένες συγκεκριμένες, ειδικότερες ερωτήσεις, που βοηθούν τα παιδιά να οργανώσουν τη σκέψη τους και αποσκοπούν να βελτιώσουν σταδιακά την αφηγηματική τους ικανότητα. Για παράδειγμα, για να περιγράψουν τα παιδιά το πλαίσιο όπου εκτυλίσσεται η δράση της ιστορίας τους, τα ρωτάμε για την εποχή, τις καιρικές συνθήκες, την ώρα (μέρα, νύχτα κ.λπ.). Οι αφηγήσεις καταγράφονται από το δάσκαλο και, όπως προαναφέρθηκε, τοποθετούνται σε ζεύγη με τις αντίστοιχες ζωγραφιές, κατά τρόπο που να σχηματιστεί ένα βιβλίο που θα έχει τόσα φύλλα όσοι και οι μαθητές. Η μπροστινή αριθμημένη σελίδα κάθε φύλλου περιλαμβάνει τη ζωγραφιά-επίκεντρο της αφήγησης και η από πίσω τη σχετική αφήγηση. Στο εξώφυλλο του βιβλίου αυτού αναγράφεται ο τίτλος του «Τι θα κάνεις εις τους κήπους;» και το βιβλίο τοποθετείται στη σχολική βιβλιοθήκη, για να μπορούν ανά πάσα στιγμή όλοι οι μαθητές να το «διαβάζουν». Παράλληλα, φτιάχνουμε και το ηλεκτρονικό βιβλίο, μεταφέροντας τις ζωγραφιές και τα κείμενα στο ιστολόγιο του σχολείου στο Πανελλήνιο Σχολικό Δίκτυο, ώστε να έχουν όσο δυνατόν περισσότεροι άνθρωποι πρόσβαση σε αυτό. Δεν παραλείπουμε μάλιστα να προσδώσουμε στην τεχνολογικά προηγμένη επιλογή μας οικολογική και οικονομική διάσταση, προκειμένου να ευαισθητοποιήσουμε σχετικά τα παιδιά.
Παράλληλα, με τη διεξαγωγή του παραπάνω προγράμματος, συμμετέχουμε και στο πρόγραμμα «Βιβλία με ρόδες», στο πλαίσιο του οποίου λειτουργούμε δανειστική βιβλιοθήκη, με τίτλους που αναφέρονται στο σύνολό τους σε κήπους. Αυτό που προσδοκούμε με το δανεισμό των βιβλίων, είναι να αποκομίσουν τα νήπια ποικίλα αναγνωστικά ερεθίσματα και βιώματα, τα οποία θα έχουν τη δυνατότητα να τα αξιοποιήσουν στις ομαδικές αφηγήσεις. Η διαδικασία του δανεισμού ξεκινά την 1η Δεκεμβρίου και ολοκληρώνεται μετά το τέλος των διακοπών των Χριστουγέννων ενώ οι αφηγήσεις έχουν ξεκινήσει μερικές εβδομάδες νωρίτερα. Κατά συνέπεια, έχουμε τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε κατά πόσο η επαφή των μαθητών με τα σχετικά λογοτεχνικά έργα θα βελτιώνει την αφηγηματική ικανότητά τους, να διαπιστώσουμε εάν και κατά πόσο οι σχετικές με κήπους αναγνωστικές εμπειρίες θα αφομοιωθούν και θα αξιοποιηθούν δημιουργικά.
Στο τελευταίο μέρος του προγράμματος, τα νήπια καλούνται σε μια ακόμη δραστηριότητα, με ερέθισμα ένα απόσπασμα από το έργο “Μετά τον Μικρό Πρίγκιπα”, που αναφέρεται σε κάτι ασυνήθιστο, διαφορετικό, την τοποθέτηση δηλαδή μιας φωλιάς αλεπούς μέσα στον κήπο. Κάθε νήπιο φτιάχνει μία ακόμη ζωγραφιά, όπου εκείνο που επιδιώκεται είναι η πρωτοτυπία, η μοναδικότητα, η επιλογή τού μη αναμενόμενου, η ανατροπή και γιατί όχι το χιούμορ και την παρουσιάζει στην τάξη. Στη συνέχεια, τα νήπια ψηφίζουν ανάμεσα στις ζωγραφιές που παρουσιάστηκαν, όποια θεωρούν ότι αναπαριστά την πιο πρωτότυπη, την πιο ανατρεπτική επιλογή, την πιο «ανορθόδοξη» για έναν κήπο και προχωρούν σε σχέση με αυτήν στη δημιουργία μιας επίσης ομαδικής ιστορίας, για την οποία προτείνουν όλοι τίτλο και επιλέγουν με ψηφοφορία τον καταλληλότερο.
Ακριβώς επειδή πιστεύουμε ότι κάθε εκπαιδευτικό πρόγραμμα δεν μπορεί να θεωρηθεί ολοκληρωμένο, εάν δεν εφαρμοστεί, εάν δεν δοκιμαστεί και καταξιωθεί στη σχολική πράξη, κρίνουμε απαραίτητη στο σημείο αυτό και εξόχως ενδιαφέρουσα την παρουσίαση των αποτελεσμάτων του παραπάνω προγράμματος. Προς το παρόν θα παραθέσουμε τις τέσσερις ατομικές ζωγραφιές για τις οποίες έχουν δημιουργηθεί αντίστοιχα ομαδικά κείμενα από τα νήπια μέχρι τη στιγμή της δημοσίευσης.
«Τι θα κάνεις εις τους κήπους ;…»:
Οι ζωγραφιές και οι αφηγήσεις
(Το βιβλίο μας)
1.Ένα κοριτσάκι μπαίνει στον κήπο το πρωί μιας ηλιόλουστης μέρας, για να μαζέψει πευκοβελόνες και κουκουνάρια. Πηγαίνει στη Δευτέρα τάξη και θέλει με αυτά να φτιάξει μια εργασία για το σχολείο. Μαζεύει πρώτα όσα κουκουνάρια είναι κάτω αλλά χρειάζεται περισσότερα. Σκέφτεται τότε να ανέβει στα πεύκα και να κόψει κι άλλα κουκουνάρια. Πηγαίνει στην αποθήκη για να πάρει τη σκάλα. Τη σέρνει στο χώμα του κήπου και αποφεύγει τα λουλούδια, για να μην τα καταστρέψει, επειδή τα αγαπάει πολύ. Ακουμπάει τη σκάλα στο δέντρο που έχει τα περισσότερα κουκουνάρια και ανεβαίνει. Το κοριτσάκι έχει ένα καλαθάκι, περασμένο στο μπράτσο, για να βάζει τα κουκουνάρια. Όταν τελειώνει, δεν μπορεί να κατέβει, επειδή κουβαλά πολύ βάρος. Γλιστράει και πέφτει μαζί με τη σκάλα. Το γόνατό του τρέχει αίμα και φοβάται. Μπαίνει στο σπίτι, όπου είναι μόνο ο μπαμπάς. Πηγαίνει γρήγορα στο φαρμακείο και παίρνει ό, τι χρειάζεται, για να περιποιηθεί το τραύμα. Κλαίει σαν μωρό, γιατί πονάει πολύ. Τότε ο μπαμπάς παίζει θέατρο, ένα τρελό έργο, για να κάνει το κοριτσάκι του να γελάσει και έτσι να ξεχάσει την πληγή του. Όταν γυρίζει σπίτι η μαμά, ο μπαμπάς παίζει ακόμη θέατρο. Έτσι παίζει μαζί του και η μαμά. Ύστερα το κοριτσάκι τους εξηγεί πώς χτύπησε και βγαίνουν όλοι μαζί στον κήπο, για να πάρουν τα κουκουνάρια που έχει μαζέψει. Όμως τα κουκουνάρια δεν βρίσκονται εκεί. Μια οικογένεια σκίουρων, που έχουν τη φωλιά τους σ’ ένα πεύκο, τα πήραν όλα, ένα-ένα μέχρι το τελευταίο. Το κοριτσάκι φωνάζει στους σκίουρους ότι χρειάζεται τα κουκουνάρια για την εργασία του. Όμως εκείνοι δεν καταλαβαίνουν. Έτσι, οι γονείς του το βοηθάνε να μαζέψει άλλα κουκουνάρια, για να μην ξαναπέσει.
2. Το πρωί μιας καλοκαιρινής μέρας, ένα κοριτσάκι είναι κρυμμένο κάτω από το πιο μεγάλο λουλούδι του κήπου. Κρύβεται από τον ήλιο, που είναι καυτός. Ξαφνικά όμως στον ουρανό εμφανίζονται σύννεφα και ξεσπάει μια καλοκαιρινή μπόρα. Το κοριτσάκι μπαίνει μέσα στο σπίτι του, για να μην βραχεί. Αλλάζει πρώτα την μπλούζα του και παίζει με τα παιχνίδια που έχει στο δωμάτιό του μέχρι να σταματήσει η μπόρα. Όταν σταματάει, τρέχει αμέσως έξω. Προλαβαίνει τέσσερα σαλιγκάρια, που προχωρούν πάνω στο κοτσάνι και τα φύλλα του μεγάλου λουλουδιού. Το κοριτσάκι τα παίρνει στο χέρι του για να παίξει κι εκείνα δεν τρομάζουν καθόλου, γιατί το γνωρίζουν. Επειδή ο ήλιος είναι και πάλι καυτός, το κοριτσάκι σκύβει ξανά κάτω από το μεγάλο λουλούδι. Τότε ακούγεται απ’ το χορτάρι ένας θόρυβος. Το κοριτσάκι βλέπει ξαφνικά μπροστά του ένα φίδι χοντρό και μακρύ. Δεν έχει ξαναδεί από κοντά φίδι αλλά καταλαβαίνει αμέσως τι είναι. Με τα σαλιγκάρια στο χέρι τρέχει προς το σπίτι. Όταν μπαίνει στο δωμάτιό του, το φίδι το ακολουθεί, περνά μέσα από το ανοιχτό παράθυρο και τρυπώνει στη ντουλάπα. Το κοριτσάκι από το φόβο του δεν μπορεί να φωνάξει για βοήθεια. Ευτυχώς όμως ο μπαμπάς του μπαίνει τυχαία στο δωμάτιο, για να το ειδοποιήσει να φάνε. Με σιγανή φωνή το κοριτσάκι του λέει για το φίδι στη ντουλάπα. Ο μπαμπάς μένει ψύχραιμος. Παίρνει το σφυρί και στέλνει το κοριτσάκι στην κουζίνα. Το κοριτσάκι δεν φοβάται και πολύ όσο τον περιμένει, επειδή πιστεύει ότι ο μπαμπάς θα τα καταφέρει. Θυμάται ότι το χειμώνα που είχε πιάσει το σπίτι φωτιά απ’ το τζάκι, ο μπαμπάς την είχε σβήσει. Και πιο παλιά είχε πει ότι κάποτε πήγε σαφάρι και σκότωσε ένα λιοντάρι. Σε λίγο ο μπαμπάς έρχεται και παίρνει το κοριτσάκι, για να του δείξει το σκοτωμένο φίδι. Τότε γυρίζει στο σπίτι από τα ψώνια η μαμά και μαθαίνει όλα όσα έγιναν. Σκέφτεται τι κακό θα μπορούσαν να πάθουν και λέει: «μπράβο σας που τα καταφέρατε!»
3. Δύο παιδάκια έχουν πάει με το μπαμπά τους επίσκεψη στο σπίτι της νονάς. Είναι Σεπτέμβρης και βρέχει. Όταν η βροχή σταματάει, βγαίνουν στον κήπο, για να παίξουν κρυφτό και κυνηγητό. Εκεί βλέπουν το ουράνιο τόξο και σταματάνε το παιχνίδι τους για να το θαυμάσουν. Απ’ όλα του τα χρώματα στο κοριτσάκι αρέσει περισσότερο το κόκκινο και στο αγοράκι το μπλε. Τα δύο παιδιά αποφασίζουν να πάνε κοντά στο ουράνιο τόξο, για να το αγγίξουν. Χωρίς να ρωτήσουν κανέναν, παίρνουν το δρόμο με τα πεύκα και φτάνουν στο δάσος. Οι πρώτοι που συναντάνε εκεί, είναι οι νεράιδες και τα ξωτικά. Λένε στα παιδιά ότι δεν θα μπορέσουν να φτάσουν το ουράνιο τόξο όμως αυτά δεν σταματούν, γιατί ποτέ δεν τα παρατάνε. Σκέφτονται να φτιάξουν ένα αμάξι με ξύλα, για να φτάσουν πιο γρήγορα. Βάζουν καρπούζια για ρόδες και οι νεράιδες μεταμορφώνουν την κατασκευή τους σε κανονικό αμάξι. Στο δρόμο τους συναντούν ένα σκίουρο κι ύστερα ένα λύκο. Δεν φοβούνται όμως, γιατί μαζί τους έχουν πάρει τα ξωτικά και τραγουδάνε όλοι μαζί το «Φεγγαράκι μου λαμπρό». Αφού σκοτεινιάσει και το ουράνιο τόξο δεν φαίνεται πουθενά, αποφασίζουν να γυρίσουν πίσω. Όμως τα ξωτικά έχουν νυστάξει και πηγαίνουν στο κάστρο τους να κοιμηθούν. Τα δυο παιδιά απομένουν μόνα μέσα στο δάσος και χάνουν το δρόμο. Έχουν φοβηθεί πολύ και δεν ξέρουν τι να κάνουν. Ευτυχώς οι νεράιδες ξαγρυπνάνε, γιατί πρέπει να τα βοηθήσουν. Φέρνουν τη μέρα στο δάσος και στέλνουν στα παιδιά δύο πουλιά, που κρατάνε στο ράμφος τους το χάρτη του δάσους. Τα παιδιά ξέρουν να διαβάζουν τους χάρτες, γιατί πηγαίνουν στη Δευτέρα δημοτικού. Έτσι βρίσκουν γρήγορα το δρόμο να βγουν από το δάσος. Τότε συναντούν τη νονά και το μπαμπά τους, που έχουν βγει να τα ψάξουν. Αγκαλιάζονται και γυρίζουν όλοι στο σπίτι της νονάς, για να κοιμηθούν. Τα δύο παιδιά βλέπουν στο όνειρό τους ότι βγαίνουν στον κήπο και το ουράνιο τόξο έχει έρθει εκεί. Όταν το αγγίζουν είναι τρυφερό και απαλό σαν σύννεφο.
4. Ένα αγοράκι που πηγαίνει στον παιδικό σταθμό, παίζει στον κήπο μόνο του. Τα δίδυμα αδερφάκια του είναι μωρά. Καμιά φορά τα κρατά αγκαλιά αλλά δεν μπορούν να παίξουν μαζί του στον κήπο. Θα προτιμούσε να βρίσκεται στον παιδικό σταθμό, για να παίζει με τους φίλους του αλλά τώρα είναι Καλοκαίρι. Όπως παίζει με το αεροπλανάκι του, θυμάται που οι γονείς του έχουν πει ότι τα Χριστούγεννα θα πάνε στο Παρίσι, για να δουν τη γιαγιά, τον παππού, τη θεία και το θείο. Έτσι στο παιχνίδι του φαντάζεται ότι ταξιδεύει στο Παρίσι, για να γιορτάσει τα Χριστούγεννα. Φτάνει εκεί την παραμονή και τρώει χριστουγεννιάτικα μπισκοτάκια που τού έχει φτιάξει η γιαγιά. Τότε βλέπει απ’ το παράθυρο τον Αϊ-Βασίλη με τ’ άσπρα του γένια να πετάει με το έλκηθρό του πάνω από την πόλη. Ρίχνει τα δώρα των παιδιών από τις καμινάδες και ξαφνικά προσγειώνεται έξω από το παράθυρο. Το παιδάκι τού ανοίγει την πόρτα και ο Άγιος Βασίλης κάθεται σε μια πολυθρόνα και το παίρνει αγκαλιά. Το παιδάκι τον ρωτά πώς πετάει. Εκείνος του εξηγεί ότι ταϊζει τους τάρανδους μια μαγική σκόνη που έχει κόκκινο χρώμα και γεύση φράουλα κι έτσι γίνονται ιπτάμενοι. Προτείνει στο παιδάκι να γυρίσει να το πάρει όταν μοιράσει τα δώρα, για να το πάει με το έλκηθρο στο Βόρειο Πόλο. Του εξηγεί ότι διάλεξε αυτό ανάμεσα σε όλα τα παιδιά, γιατί είναι το πιο καλό παιδάκι του κόσμου. Ακούει τη μαμά του, κάνει ό, τι του λέει και τη βοηθάει για να μην κουράζεται. Κάνει μόνο του μπάνιο και ποτίζει τα λουλούδια. Τότε το παιδάκι φέρνει στον Αϊ-Βασίλη κουραμπιέ και νερό. Επειδή του αρέσουν πολύ, ζητάει κι άλλους. Το παιδάκι τού πηγαίνει όλους τους κουραμπιέδες που υπάρχουν στο σπίτι κι εκείνος τους τρώει. Όταν ο Άγιος Βασίλης μοιράζει τα δώρα, γυρίζει να πάρει το παιδάκι και πηγαίνουν στο Βόρειο Πόλο. Κάνει πάρα πολύ κρύο εκεί αλλά ευτυχώς φοράει μπουφάν με γούνα και δεν κρυώνει. Γνωρίζει τα ξωτικά, που έχουν αρχίσει τις προετοιμασίες για τα επόμενα Χριστούγεννα. Πλένουν τη μηχανή που φτιάχνει τα παιχνίδια και βάζουν καινούριες μπαταρίες για να δουλέψει. Το παιδάκι παίζει μαζί τους χιονοπόλεμο και η γιαγιά τους το κερνάει μπισκοτάκια πιο νόστιμα κι από της δικής του γιαγιάς. Το παιδάκι μένει εκεί μέχρι το Καλοκαίρι. Τότε τα ξωτικά του φτιάχνουν ένα ειδικό αυτοκίνητο, για να γυρίσει σπίτι του, να δει τ’ αδερφάκια του να μεγαλώνουν.
Για τη χριστουγεννιάτικη σχολική μας εκδήλωση, επιλέξαμε να μετατρέψουμε σε θεατρικά κείμενα δύο από τις ιστορίες των μαθητών μας (την 3 και την 4). Τα ίδια τα νήπια υποδύονται τους ήρωες των δικών τους ιστοριών στη χριστουγεννιάτικη θεατρική παράσταση με τίτλο “Ιστορίες με ξωτικά”.
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΕ ΞΩΤΙΚΑ
1. Ουράνιο τόξο
(Σκηνή 1η)
[Τα παιδιά με το μπαμπά φτάνουν στο σπίτι της νονάς.]
– Καλώς τους, περάστε! Πόσο χαίρομαι που σας βλέπω!
[Τα δύο παιδιά κοιτάζουν από το παράθυρο τη βροχή. Οι υπόλοιποι μαθητές χτυπούν τα χέρια τους για να αναπαραστήσουν τον ήχο της βροχής.]
– Αχ, πότε θα σταματήσει η βροχή, για να βγούμε στον κήπο να παίξουμε;
[Οι μαθητές σταματούν συντονισμένα το χειροκρότημα.]
– Επιτέλους, η βροχή σταμάτησε. Ώρα για κρυφτό!
[Τα δύο παιδιά βγαίνουν στον κήπο.]
– Παιδιά κοιτάξτε το ουράνιο τόξο! Δεν είναι υπέροχο;
– Είναι μαγικό. Ποιο από τα χρώματα σου αρέσει καλύτερα;
– Το κόκκινο. Εσένα;
– Το μπλε.
– Τι κρίμα να είναι μακριά μας. Θα ήθελα να φτάσω κοντά του και να το αγγίξω.
– Πάμε να το βρούμε;
– Καταπληκτική ιδέα. Φύγαμε.
Αφηγητής: Τα παιδιά παίρνουν το δρόμο με τα πεύκα και φτάνουν στο δάσος.
(Σκηνή 2η)
[Τα ξωτικά και οι νεράιδες του δάσους διασκεδάζουν. Παίζουν τη “Μικρή Ελένη”]
– Κοιτάξτε, δυο παιδάκια!
– ΄Εϊ, εσείς, για πού το βάλατε;
– Θέλουμε να βρούμε το ουράνιο τόξο.
[Οι νεράιδες χορεύουν, τραγουδώντας το δίστιχο: “Να ‘ναι το ουράνιο τόξο που δεν πιάνεται;/Όλο φαίνεται πως φτάνω κι όλο χάνεται” από το τραγούδι Ποιο το Χρώμα της Αγάπης, του Λουδοβίκου των Ανωγείων]
– Μα είναι πάρα-πάρα πολύ μακριά. Καλύτερα να γυρίσετε πίσω.
– Εμείς θα προσπαθήσουμε να το βρούμε. Ποτέ δεν τα παρατάμε!
– Αλλά αν είναι μακριά, θα χρειαστούμε αυτοκίνητο.
– Γιατί δεν φτιάχνετε ένα με ξύλα;
– Και τι ρόδες θα βάλουμε;
– Βλέπετε αυτά τα καρπούζια; Σας τα χαρίζουμε, για να γίνουν ρόδες.
– Θα χρειαστείτε τη βοήθειά μας.
– Ευτυχώς που δεν αποχωριζόμαστε ποτέ το μαγικό ραβδί μας.
– Το αυτοκίνητό σας είναι έτοιμο. Καλό δρόμο και καλή τύχη.
– Ας πάμε κι εμείς μαζί τους να σπάσουμε πλάκα.
– Φύγαμε!
[Τα παιδιά με τα ξωτικά ταξιδεύουν μαζί.]
– Αχ, τι όμορφο σκιουράκι!
[ Στη διαδρομή όλοι μαζί τραγουδούν: «Φεγγαράκι μου λαμπρό…»]]
– Ένας λύκος. Τι ήρεμος που φαίνεται…
– Έχει σουρουπώσει για τα καλά.
– Πώς χασμουριέσαι έτσι; Θα νυστάξουμε κι εμείς.
– Πάμε στο κάστρο μας για ύπνο.
– Καληνύχτα παιδιά, καλή τύχη!
[Τα ξωτικά φεύγουν τρέχοντας. Τα παιδιά απομένουν μόνα]
– Φοβάμαι τόσο πολύ.
– Κι εγώ το ίδιο. Αλλά πρέπει να είμαστε δυνατοί.
[Οι νεράιδες ξαγρυπνούν]
– Ας κάνουμε κάτι, για να βοηθήσουμε τα παιδιά. Δεν μπορούμε εμείς να κοιμηθούμε ενώ αυτά κινδυνεύουν.
– Νύχτα φύγε από το δάσος…
– Μέρα φώτισε το δάσος…
– Μαγικά πουλιά μας, πού είστε;
[Τα δυο πουλιά φτάνουν πετώντας.]
– Πάρτε αυτό το χάρτη, να τον πάτε στα παιδιά που ψάχνουν το ουράνιο τόξο.
– Ας κάνουμε γρήγορα, τα παιδάκια θα είναι τρομαγμένα.
– Πιστεύω να ξέρουν να διαβάσουν το χάρτη.
– Οπωσδήποτε. Αλλιώς δεν θα έστελναν χάρτη οι νεράιδες.
– Γεια σας παιδιά. Μην φοβάστε.
– Οι νεράιδες σας στέλνουν αυτό, για να βρείτε το δρόμο για το σπίτι σας.
– Ζήτω! Σωθήκαμε.
(Σκηνή 3η)
Αφηγητής: Ο μπαμπάς με τη νονά εδώ και πολλή ώρα ψάχνουν παντού. Είναι πολύ ταραγμένοι.
– Νονά!
– Μπαμπά μου!
– Παιδιά μου! Πού πήγατε;
– Είστε καλά; Τρομάξαμε τόσο πολύ!
– Θέλαμε να φτάσουμε το ουράνιο τόξο.
– Μα αυτό είναι αδύνατο. Γιατί δεν μας ρωτήσατε;
– Ελάτε τώρα να κοιμηθείτε. Θα είστε πολύ κουρασμένα.
– Και το πρωί θα μας τα πείτε όλα.
Αφηγητής: Αυτήν τη νύχτα τα δύο παιδιά είδαν το ίδιο όνειρο. Ένα πολύ όμορφο όνειρο. Ότι το ουράνιο τόξο μπήκε μέσα στον κήπο. Ίσως να το έστειλαν οι νεράιδες.
[Τα παιδιά σηκώνονται από τα κρεβάτια τους και αγγίζουν το ουράνιο τόξο.]
– Τι τρυφερό που είναι!
– Απαλό σαν σύννεφο.
Αφηγητής:: Τα παιδιά νιώθουν πολύ ευτυχισμένα. Τώρα που είδαν το ουράνιο τόξο από κοντά, που το άγγιξαν με τα χέρια τους, το αγάπησαν ακόμη περισσότερο. Εσείς φίλοι μου το αγαπάτε;
ΤΕΛΟΣ
(Πρόσωπα: Αφηγητής, Κοριτσάκι, Αγοράκι, Νονά, Μπαμπάς, Νεράιδα 1, Νεράιδα 2, Ξωτικό 1, Ξωτικό 2, Ξωτικό 3, Πουλί 1, Πουλί 2)
2. Στο Βόρειο Πόλο
Αφηγητής 1: Ένα αγοράκι παίζει στον κήπο μόνο του. Τα αδερφάκια του που είναι δίδυμα, είναι ακόμη μωρά. Καμιά φορά τα κρατά στην αγκαλιά του αλλά δεν μπορεί να παίξει μαζί τους στον κήπο. Θα προτιμούσε να βρίσκεται στον παιδικό σταθμό, για να παίζει με τους φίλους του. Τώρα όμως είναι Καλοκαίρι.
Αφηγητής 2: Όπως το αγόρι παίζει με το αεροπλανάκι του, θυμάται που οι γονείς του έχουν πει ότι τα Χριστούγεννα θα πάνε στο Παρίσι. Θα δουν τη γιαγιά, τον παππού, τη θεία και το θείο, που μένουν εκεί. Έτσι στο παιχνίδι του ταξιδεύει με τη φαντασία του στο Παρίσι, για να γιορτάσει τα Χριστούγεννα.
(Σκηνή 1η)
– Σου αρέσουν τα μπισκοτάκια που σου έφτιαξα;
– Γιαγιά μου είναι τα καλύτερα του κόσμου. Σε ευχαριστώ.
Αφηγητής 1: Τότε το αγόρι βλέπει απ’ το παράθυρο τον Αϊ-Βασίλη με τ’ άσπρα του γένια να πετάει με το έλκηθρό του πάνω από την πόλη.
Αφηγητής 2: Ρίχνει τα δώρα των παιδιών από τις καμινάδες και ξαφνικά προσγειώνεται έξω από το παράθυρο.
– Καλησπέρα μικρέ μου.
– Καλησπέρα Άγιε Βασίλη. Πέρασε να ξεκουραστείς.
– Έλα κάθισε στην αγκαλιά μου να τα πούμε.
– Άγιε Βασίλη, πώς καταφέρνεις και πετάς;
– Ταϊζω τους τάρανδους αυτή τη μαγική σκόνη. Έτσι γίνονται ιπτάμενοι.
– Τι ωραίο κόκκινο χρώμα! Τι γεύση έχει;
– Γεύση φράουλα.
– Να τη δοκιμάσω κι εγώ;
– Δεν χρειάζεται. Θα σε πάρω μαζί μου με το ιπτάμενο έλκηθρό μου, για να δεις το εργαστήρι μου στο Βόρειο Πόλο. Διάλεξα εσένα ανάμεσα σε όλα τα παιδιά, γιατί είσαι το πιο καλό παιδάκι του κόσμου. Σε βλέπω που μαζεύεις το δωμάτιό σου, για να μην κουράζεις τη μαμά σου.
– Κι έχω μάθει να κάνω μπάνιο μόνος μου. Και ποτίζω τα λουλούδια, για να τη βοηθήσω.
– Μόλις μοιράσω τα δώρα, θα γυρίσω να σε πάρω.
– Καλώς τον Άγιο Βασίλη. Δοκίμασε τους κουραμπιέδες μου.
– Μου αρέσουν πάρα πολύ. Γίνεται να τους φάω όλους;
– Βέβαια. Είναι όλοι δικοί σου. Για τον εγγονό μου θα φτιάξω άλλους.
– Ευχαριστώ. Καληνύχτα.
– Καληνύχτα, θα σε περιμένω.
Αφηγητής 1: Ο Άγιος Βασίλης μοιράζει τα δώρα στα παιδιά.
Αφηγητής 2: Αφού πηγαίνει σ’ όλες τις χώρες του κόσμου, γυρίζει να πάρει το παιδάκι.
– Μικρέ μου ξεκινάμε.
(Σκηνή 2η)
[Φτάνουν στο Βόρειο Πόλο, όπου τα ξωτικά παίζουν “Περνά-περνά η μέλισσα”]
– Τι κρύο είναι αυτό! Ευτυχώς που φοράω το μπουφάν με τη γούνα.
– Κοιτάξτε ένα αγοράκι.
– Έλα κοντά μας. Ετοιμάζουμε τη μηχανή που φτιάχνει τα παιχνίδια των παιδιών. Την πλένουμε και βάζουμε καινούριες μπαταρίες.
– Πάμε να παίξουμε χιονοπόλεμο. Να διασκεδάσουμε το μικρό μας φίλο.
– Να η γιαγιά μας.
– Απίστευτο, πώς μοιάζει με τη δική μου.
– Δοκίμασε τα μπισκοτάκια μου. Εσείς οι άνθρωποι φτιάχνετε τόσο νόστιμα;
– Είναι καλύτερα κι από της δικής μου γιαγιάς. Ευχαριστώ.
– Καλέ μας φίλε θα μείνεις για πάντα κοντά μας;
– Είναι πολύ ωραία εδώ, μα πρέπει πια να γυρίσω στο σπίτι μου, να δω τ’ αδερφάκια μου να μεγαλώνουν.
– Παιδιά, ας πιάσουμε δουλειά. Να φτιάξουμε ένα αυτοκίνητο, για το φίλοι μας.
– Με αυτό θα πας σπίτι σου σε τρεις μέρες.
– Πάρε αυτά τα μπισκοτάκια για το δρόμο.
– Καλό ταξίδι!
– Καλή αντάμωση!
ΤΕΛΟΣ
(Πρόσωπα: Αφηγητής 1, Αφηγητής 2, Παιδάκι, Γιαγιά, Άγιος Βασίλης, Ξωτικό 1, Ξωτικό 2, Ξωτικό 3, Ξωτικό 4, Ξωτικό 5, Γιαγιά ξωτικών)
Για ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ βλέπε και στο iliaeleni’s blog
Σε αυτό το άρθρο περιλαμβάνεται το μεγαλύτερο μέρος των Αποτελεσμάτων του εκπαιδευτικού προγράμματος με τίτλο «Τι θα κάνεις εις τους κήπους;», το οποίο παρουσιάζεται αναλυτικά στην προηγούμενη δημοσίευση, καθώς και τα Συμπεράσματα από την εφαρμογή του. Συγκεκριμένα παρατίθενται όσες από τις ομαδικές αφηγήσεις των νηπίων εκτυλίχθηκαν με ερέθισμα τις ατομικές ζωγραφιές τους κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2015. Η αρίθμηση των παιδικών κειμένων ξεκινά από το 5, καθώς τα τέσσερα πρώτα κείμενα έχουν ήδη περιληφθεί στο αμέσως προηγούμενο άρθρο μας. Κατά την παρουσίαση των αποτελεσμάτων προηγείται η ζωγραφιά και ακολουθεί η αντίστοιχη αφήγηση.
5. Στο χορτάρι του κήπου πέφτει χιόνι και τα σκεπάζει όλα. Το κοριτσάκι κοιτάζει το χιόνι από το παράθυρό του. Ντύνεται με μπουφάν, κασκόλ, γάντια, σκουφάκι και βγαίνει να παίξει χιονοπόλεμο με τον αδερφό του, που είναι πολύ πιο μεγάλος. Φτιάχνουν μαζί ένα χιονάνθρωπο. Σκάβουν το χιόνι και βρίσκουν πετρούλες. Βάζουν δυο για μάτια του χιονάνθρωπου. Του βάζουν κι ένα καρότο για μύτη. Κόβουν και δυο κλαράκια και τα κάνουν χέρια του χιονάνθρωπου, για να του φορέσουν τα κόκκινα μάλλινα γάντια της μαμάς. Του φοράνε και το πράσινο κασκόλ του μπαμπά και ένα μωβ καπέλο. Τις υπόλοιπες πετρούλες τις βάζουν για κουμπιά και για να φτιάξουν το στόμα του χιονάνθρωπου μαζί και με τα κουκούτσια από τις ελιές που τρώει ο μπαμπάς. Κι όταν ο χιονάνθρωπος είναι έτοιμος, τον αγκαλιάζουν, γιατί τον αγαπάνε μέχρι τον ουρανό. Όσες μέρες έχει χιόνι στον κήπο, φροντίζουν το χιονάνθρωπο να είναι καλά. Ύστερα όμως από πέντε μέρες λιώνει το χιόνι στον κήπο και λιώνει μαζί του και ο χιονάνθρωπος. Το κοριτσάκι νιώθει χάλια κι ο αδερφός του βγάζει στον κήπο έναν πλαστικό χιονάνθρωπο που τους είχε χαρίσει κάποτε ο Αϊ-Βασίλης. Αφήνουν κάθε μέρα αυτόν το χιονάνθρωπο έξω στο χορτάρι μέχρι το απόγευμα και τα βράδια τον παίρνουν μέσα και τον βάζουν δίπλα στο κρεβάτι του κοριτσιού, για να του κάνει συντροφιά. Ακόμη και τα καλοκαίρια που φεύγουν διακοπές, παίρνουν μαζί τους το χιονάνθρωπο. Περνάνε πολλά-πολλά χρόνια που δεν ρίχνει χιόνι κι όμως το κοριτσάκι μεγαλώνει συντροφιά με το χιονάνθρωπο.
6. Στον κήπο του κοριτσιού άρχισαν να ανθίζουν τα λουλούδια. Ο ήλιος είναι λαμπερός και τα σύννεφα λίγα. Έχει μπει η Άνοιξη. Το κοριτσάκι παίζει κρυφτό στον κήπο με το μεγαλύτερο αδερφό του. Έχει κρυφτεί πίσω από τα λουλούδια και ξαφνικά βλέπει δίπλα του μια μεγάλη σαύρα. Τρέχει τρομαγμένο στο αγόρι. Του δείχνει τη σαύρα που ήταν εκεί που την είχε αφήσει. Το αγόρι σκέφτηκε να πάρουν λίγο μαρουλάκι, για να δώσουν στη σαύρα να φάει. Εκεί που τραβάνε το μαρούλι, που είναι στον πάτο του ψυγείου, χύνονται τα φαγητά, που βρίσκονταν μπροστά, το παστίτσιο, οι φακές και το γάλα. Τα δυο παιδιά προσπαθούν να κάνουν την κουζίνα όπως ήταν πριν. Αυτό όμως είναι πάρα πολύ δύσκολο. Ευτυχώς που γυρίζει ο μπαμπάς από τη δουλειά και βοηθάει κι εκείνος. Η μαμά δεν έχει επιστρέψει. Μετά τη δουλειά της πήγε για ψώνια, επειδή περίμεναν επισκέπτες. Ο μπαμπάς με τα παιδιά πρώτα έβγαλαν το χαλί να το πλύνουν και ύστερα καθάριζαν το πάτωμα. Τότε έφτασε η μαμά. Όπως πάτησε κάπου που δεν είχε ακόμη καθαριστεί καλά, γλίστρησε με τα ψώνια και έπεσε. Χτύπησε το πόδι της και επειδή πονούσε πολύ, την πήγαν στο νοσοκομείο, για να βγάλει ακτινογραφία. Ο γιατρός είπε ότι πρέπει να γίνει εγχείρηση και η μαμά έμεινε στο νοσοκομείο. Το βράδυ το κοριτσάκι είδε όνειρο ότι έκαναν παρέα με τον αδερφό της σε μια σαύρα πάνω σ’ ένα κάστρο.
7. Έχει συννεφιάσει. Το κοριτσάκι παίζει στον κήπο κρυφτό με τον αδερφό του. Εδώ και μισή ώρα τον ψάχνει και δεν μπορεί να τον βρει. Είναι χωμένος μέσα στα χορτάρια, που έχουν μεγαλώσει πολύ. Το κοριτσάκι πηγαίνει προς το σπίτι, για να ξεκουραστεί για λίγο. Ο αδερφός του ανοίγει τα χορτάρια με τα χέρια του και το βλέπει. Φωνάζει στο κοριτσάκι να συνεχίσουν το παιχνίδι. Εκείνο του απαντάει ότι βαριέται όταν δεν τον βρίσκει. Τότε το αγόρι έχει την ιδέα να παίξουν με τη μπάλα. Όπως την κλωτσάνε, τα λουλούδια τρώνε συνέχεια δυνατές μπαλιές και πονάνε. Φωνάζουν βοήθεια όμως τα παιδιά δεν τα ακούν. Μια φορά, καθώς το κοριτσάκι τρέχει να πιάσει τη μπάλα, γλιστράει και πέφτει δίπλα σ’ ένα λουλούδι. Και τότε το ακούει να ζητάει βοήθεια. Το κοριτσάκι δεν το περίμενε αυτό. Τρέχει και το λέει πρώτα στον αδερφό του. Εκείνος δεν το πίστευε μέχρι που έσκυψε και το άκουσε και ο ίδιος. Τα δύο παιδιά καλούν την οικογένειά τους κι όλοι ακούν τα λουλούδια να ζητάνε βοήθεια. Έτσι καταλαβαίνουν ότι τα λουλούδια τους είναι μαγικά. Τότε το κοριτσάκι εντελώς στην τύχη λέει ένα μαγικό σύνθημα και αμέσως οι νεράιδες που είχαν μαγέψει τα λουλούδια, φτάνουν στον κήπο. Κρατούν ραβδιά, φορούν φτερά και κανονικά ρούχα. Η οικογένεια τις ευχαριστούν για τα μαγικά λουλούδια που τους χάρισαν κι εκείνες απαντάνε ότι θα μείνουν για πάντα στον κήπο.
8. Είναι Χειμώνας. Τα σύννεφα μαζεύονται για να διώξουν τον ήλιο. Ύστερα θα ρίξουν το χιόνι που έχουν μέσα τους. Το πεύκο στον κήπο έχει απομείνει μόνο του. Τα τρία αδέρφια θα ήθελαν να παίζουν κοντά του κυνηγητό και κρυφτό. Όμως το κρύο είναι δυνατό κι έτσι παίζουν μέσα στο σπίτι με τα παιχνίδια τους. Πίνουν ζεστό τσάι μαζί με τη μαμά και το μπαμπά που είναι γιατροί και συζητάνε για τη δουλειά τους. Το κοριτσάκι βήχει πάλι. Έχει βήχα εδώ και τρεις μέρες και πίνει φάρμακο. Πηγαίνει στην κουζίνα, για να φάει ένα μήλο. Όπως κόβει το μήλο, κόβει το χεράκι του με το μαχαίρι. Βάζει τα κλάματα γιατί πονάει και βλέπει το αίμα. Τότε μπαίνει στην κουζίνα η μαμά του που άκουσε το κλάμα και περιποιείται την πληγή. Είναι πολύ βαθιά. Ύστερα κόβει εκείνη το μήλο για να το φάει το κοριτσάκι, αφού το μαχαίρι είναι κοφτερό σαν τα δόντια του καρχαρία. Από εκείνη τη μέρα το κοριτσάκι δεν ξαναπιάνει ποτέ μαχαίρι, γιατί έχει τρομάξει πάρα πολύ. Όποτε πεινάει, του κόβουν τα φρούτα ο μπαμπάς ή η μαμά. Νομίζει πως αν πιάσει ξανά το μαχαίρι, θα ξανακοπεί. Μόνο όταν μεγαλώνει και γίνεται δεκαοχτώ χρονών, αποφασίζει να πάρει πάλι μαχαίρι και τότε καταφέρνει να κόψει χωρίς να κοπεί.
9. Σε ένα αεροπλάνο μπήκαν άνθρωποι από την Αγγλία με τα σκυλάκια τους και έφτασαν στην Ελλάδα, για να κάνουν διακοπές. Μόλις βγαίνουν από το αεροδρόμιο πηγαίνουν να ψωνίσουν γάλα, φράουλες, καρπούζι, κεράσια, μπανάνες, σταφύλια και άλλα φρούτα και γλυκά. Ύστερα μπαίνουν σε καράβι και φτάνουν σ’ ένα μικρό νησάκι, να κάνουν τα μπάνια τους. Μια μέρα όμως εμφανίζεται καρχαρίας και δαγκώνει ένα κορίτσι στο πόδι. Από την πληγή τρέχει αίμα. Βγάζουν έξω από τη θάλασσα το κορίτσι και σκοτώνουν τον καρχαρία με καμάκι. Έχουν μαζί τους ιατρικά εργαλεία για επείγουσα ανάγκη και φροντίζουν το κορίτσι. Όταν έρχεται ξανά στο νησάκι το καράβι, πηγαίνουν το κορίτσι στην Αθήνα στο νοσοκομείο. Για να γίνει καλά, θα περάσει πολύς καιρός. Έτσι, επειδή οι διακοπές τους χάλασαν, φεύγουν όλοι μαζί για την πατρίδα τους την Αγγλία. Εκεί το κορίτσι θα συνεχίσει να μένει στο νοσοκομείο. Όλο αυτόν τον καιρό σκέφτεται πότε θα ξαναπάει στην Ελλάδα διακοπές, σε κάποιο άλλο νησί. Αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που έκανε διακοπές στην Ελλάδα. Είχε πάει και άλλες φορές και δεν ήταν τόσο άσχημα. Της αρέσει να κολυμπάει και να ρίχνει καραβάκια στη θάλασσα, να φτιάχνει κάστρα στην άμμο και να κάνει βόλτες με καράβια και βαρκούλες. Της αρέσουν τα σπιτάκια στα χωριά με κήπο, που είναι δίπλα στη θάλασσα και η ελληνική σημαία, που είναι διαφορετική από την αγγλική. Οι γονείς της τής υπόσχονται ότι το επόμενο Καλοκαίρι, θα ταξιδέψουν πάλι στην Ελλάδα για τις διακοπές τους.
11. Ένα παιδάκι παίζει μόνο του στον κήπο, επειδή η αδερφή του παίζει μέσα στο σπίτι με τον υπολογιστή της. Είχε βγει κι εκείνη στον κήπο αλλά βαρέθηκε γρήγορα. Όταν παίζει με τον υπολογιστή της δεν βαριέται ποτέ. Παίζει μαγειρική, ένα παιχνίδι που πουλάει παγωτά, ένα παιχνίδι με ταύρο που πρέπει να τον αποφεύγει για να μην χάσει κι ένα παιχνίδι με ζόμπι που πρέπει να τα σκοτώσει όλα και να φτάσει όσο πιο μακριά μπορεί, για να αγοράσει πράγματα. Προσπαθεί να φτάσει στην τελευταία πίστα. Άμα την περάσει, θα πάει στο δεύτερο χάρτη. Το αγόρι βαριέται κι αυτό στον κήπο, επειδή είναι μόνο του και μπαίνει στο σπίτι, για να βοηθήσει την αδερφή του στο παιχνίδι. Έπαιζε ένα παιχνίδι που ήταν δικό του κι έτσι εκείνος το ήξερε καλύτερα. Στα αδέρφια αρέσει πιο πολύ να παίζουν στον υπολογιστή παρά στον κήπο. Στον υπολογιστή κατεβάζουν πάρα πολλά παιχνίδια κι έτσι όταν βαρεθούν κάποιο, παίζουν άλλο. Στον κήπο παίζουν μόνο κρυφτό, κυνηγητό και γύρω-γύρω όλοι. ΄Ετσι πηγαίνουν για παιχνίδι στον κήπο μόνο όταν ο μπαμπάς κλείσει τον υπολογιστή επειδή έχουν παίξει πολλή ώρα. Η μαμά κι ο μπαμπάς δεν χαίρονται που βλέπουν ότι τα παιδιά τους θέλουν να παίζουν συνέχεια στον υπολογιστή αλλά τα αφήνουν να παίζουν, γιατί τότε είναι χαρούμενα. Κάποτε ένα μπουμπουνητό έκοψε το ρεύμα και τότε τα παιδιά για πρώτη φορά έπαιξαν επιτραπέζιο. Πέρασαν όμορφα με αυτό το παιχνίδι αλλά μόλις ήρθε το ρεύμα, πήγαν πάλι στον υπολογιστή. Όταν μεγαλώσουν, το κορίτσι θέλει να δουλέψει σε μανικιούρ-πεντικιούρ και το αγόρι θέλει να γίνει αστυνόμος αλλά θα παίζουν παιχνίδια στον υπολογιστή για πάντα.
12. Το κοριτσάκι με την οικογένειά του φτάνουν στο δάσος, για να το εξερευνήσουν. Έχουν μαζί τους ένα χάρτη, που έχει φτιάξει ο μπαμπάς. Το ήξερε αυτό το δάσος από τότε που ήταν στρατιώτης. Είχε ανακαλύψει θησαυρό μέσα στη σπηλιά. Δεν μπορούσε όμως να τον πάρει, επειδή ήταν εμπόδιο οι παγίδες και οι δράκοι της σπηλιάς. Ήταν τεράστιοι δράκοι, με φτερά και κοφτερά δόντια κι έβγαζαν φωτιές από το στόμα τους. Ο μπαμπάς πήρε την οικογένειά του και ήρθαν πάλι τώρα στο δάσος, επειδή πιστεύει ότι οι δράκοι δεν υπάρχουν πια. Περιμένει ότι οι δράκοι θα έχουν πεθάνει, αφού θα τους καταράστηκε η μάγισσα που πριν αυτή η σπηλιά ήταν δική της. Όμως η μάγισσα δεν είχε καταραστεί τους δράκους. Τους είχε υπνωτίσει κι έτσι έκαναν ό, τι ήθελε εκείνη. Όταν φτάνει στο δάσος η οικογένεια, οι δράκοι ευτυχώς κοιμούνται. Η μάγισσα όμως είναι ξύπνια και μαγειρεύει ένα μαγικό φίλτρο για τα θύματά της. Όταν βλέπει η μάγισσα την οικογένεια, ξυπνά αμέσως τους δράκους, σκουντώντας τους με τη μαγική σκούπα της. Η μάγισσα υπνωτίζει και την οικογένεια, για να κάνουν ό, τι θέλει αυτή. Να την σερβίρουν, να της κουβαλάνε νερό από τη λίμνη, να μαγειρεύουν για τους δράκους. Ο μπαμπάς μια νύχτα που ξυπνάει, παρακολουθεί κρυφά τη μάγισσα που κάνει τα μαγικά της. Έτσι μια φορά παίρνει το μαγικό νερό της μάγισσας και ραντίζει και αυτήν και τους δράκους, που υπνωτίζονται. Τότε ο μπαμπάς βάζει τους δράκους και φορτώνουν ολόκληρο το θησαυρό στο αυτοκίνητο. Ο θησαυρός είναι πολύς. Όταν τον είχε η μάγισσα ήταν λίγος. Ύστερα όμως ανάγκαζε τους δράκους να της φέρνουν όλο και περισσότερους θησαυρούς από κάστρα βασιλιάδων και πειρατές. Η οικογένεια φεύγει τώρα με το αυτοκίνητο. Σκάβουν στον κήπο μια μεγάλη τρύπα και βάζουν μέσα το θησαυρό, για να τον χρησιμοποιήσουν σε ώρα ανάγκης.
13. Είναι Χειμώνας και στον κήπο έχει πάγο. Κάνει πολύ κρύο αλλά το κοριτσάκι είναι έξω. Έχει φορέσει τα πατίνια του, για να κάνει πατινάζ. Όμως γλιστράει και πέφτει. Ο μπαμπάς που παρακολουθεί από το παράθυρο, πηγαίνει αμέσως το κοριτσάκι στο νοσοκομείο. Ο γιατρός του κάνει μια τεράστια ένεση, γιατί πονάει πολύ το πόδι του κάτω. Πρέπει να μείνει στο νοσοκομείο για να το γιατρέψουν κι έτσι δεν πηγαίνει στο σχολείο. Μια συμμαθήτριά του που έμενε κοντά, έμαθε ότι έχει χτυπήσει στον πάγο και το είπε σε όλη την τάξη. Όταν μετά από μέρες το κοριτσάκι πηγαίνει ξανά στο σχολείο, όλοι οι φίλοι του μαζεύονται γύρω του. Έχουν να του πουν ένα μυστικό, ότι όταν έλειπε από το σχολείο πήγε μια νεράιδα πετώντας. Την είδαν μόνο τα παιδιά, όχι η κυρία τους. Η νεράιδα τους είπε ότι το κοριτσάκι πήγαινε καλύτερα και να μην ανησυχούν. Το κοριτσάκι είχε δει κι αυτό τη νεράιδα, γιατί εκείνη είχε περάσει πρώτα από το νοσοκομείο. Μόλις το κοριτσάκι την είδε, φώναξε στο μπαμπά του που ήταν μαζί του: «Μπαμπά κοίτα μια νεράιδα με φτερά!». Ο μπαμπάς όμως δεν την έβλεπε, επειδή η νεράιδα δεν του φανερώθηκε, έμεινε αόρατη. Αν την έβλεπαν οι μεγάλοι, θα το μάθαινε όλος ο κόσμος. Οι νεράιδες δεν θέλουν οι μεγάλοι να ξέρουν ότι υπάρχουν, επειδή κάποιοι άνθρωποι είναι κακοί και τους φοβούνται. Αν μια νεράιδα πάθει κακό, θα χάσουν όλες οι νεράιδες τις δυνάμεις τους κι η γη θα καταστραφεί.
14. Ένα βράδυ του Χειμώνα που κάνει κρύο, στο σπίτι έχουν ανάψει το τζάκι. Τα δύο παιδιά αρχίζουν να βήχουν. Ο μπαμπάς παίρνει από το κινητό του τηλέφωνο το γιατρό. Βάζουν τα δύο παιδιά στα κρεβάτια τους και τον περιμένουν. Ο γιατρός εξετάζει τα παιδιά και γράφει τη συνταγή για τα φάρμακα. Ο μπαμπάς βγαίνει για να πάει με το αυτοκίνητο στο φαρμακείο. Τότε όμως πηγαίνουν κοντά του πέντε άνθρωποι με ασπρόμαυρες μάσκες και τον δένουν στον κήπο. Θέλουν να πάρουν το έπαθλό του. Ο μπαμπάς είναι αθλητής. Είχε κερδίσει ένα χρυσό κύπελλο, που γυάλιζε. Αυτοί που τον έδεσαν, μπαίνουν στο σπίτι και παίρνουν το κύπελλο, για να το πάνε στην κρυψώνα τους. Η μαμά μαγείρευε σούπα και όπως τους είδε ξαφνικά, δεν κουνήθηκε καθόλου από το φόβο της. Τα δυο παιδιά είχαν αποκοιμηθεί. Μόλις οι κλέφτες φεύγουν, η μαμά βγαίνει στον κήπο. Λύνει το μπαμπά, για να πάει στο φαρμακείο. Μια μέρα φτάνει στο σπίτι ένα κουτί που έχει μέσα το κύπελλο, με ένα σημείωμα που έγραφε «Συγγνώμη». Ένας σοφός γέροντας είχε δει τους κλέφτες και τους ακολούθησε μέχρι το κρησφύγετό τους. Τους μίλησε και του υποσχέθηκαν ότι θα γυρίσουν το τρόπαιο πίσω.
15. Τα παιδιά είναι ντυμένα χελωνονιντζάκια, επειδή είναι Απόκριες. Ο καιρός είναι καλός κι έτσι έχουν βγει και παίζουν στην αυλή τους. Ο μπαμπάς τους έχει ντυθεί αρουραίος,, επειδή κάνει το δάσκαλο που τα μαθαίνει πολεμικές τέχνες. Η μαμά ετοιμάζει τα φαγητά, φασολάδα, ψαράκια και πατάτες. Όπως παίζει ο μπαμπάς, γλιστράει στο νερό που έχει μείνει στην αυλή, από το προηγούμενο βράδυ που έχει βρέξει. Πέφτει και κάνει στο κεφάλι του ένα τεράστιο καρούμπαλο. Η μαμά τού βάζει πάνω παγάκια. Επειδή ο μπαμπάς δεν μπορεί να παίξει άλλο, φοράει η μαμά τη στολή του και παίζει με τα παιδιά. Την τελευταία στιγμή θυμάται η μαμά να σβήσει το φαγητό πριν καεί. Αυτές τις Απόκριες τα παιδιά διασκεδάζουν πάρα πολύ. Όχι όμως και ο μπαμπάς με το καρούμπαλο. Μέχρι αυτό να φύγει, δεν βγαίνει από το σπίτι. Για ψώνια πηγαίνει η μαμά. Ο μπαμπάς δεν πηγαίνει ούτε στο κολυμβητήριο που δουλεύει, για να μην τον κοροϊδέψουν οι φίλοι του. Θα περάσει πολύς καιρός, για να ξεχάσει την περιπέτειά του. Τις επόμενες Απόκριες σκέφτεται να ντυθεί μίνιον.
16. Στο νησί βρίσκεται ένα σπίτι με τον κήπο του. Εκεί μένει ο ψαράς που κυνηγάει τ’ άγρια ζώα της θάλασσας με τη γυναίκα και τα δύο παιδιά τους. Τώρα ο ψαράς ψήνει στη φωτιά ένα μεγάλο καλαμάρι που έχει πιάσει. Επειδή μια φορά που έψηνε η μαμά κάηκαν τα δάχτυλά της, τα ψήνει πια όλα μόνο ο μπαμπάς. Τα δύο παιδιά παίζουν στο δωμάτιό τους με τα ηλεκτρονικά και τα αυτοκινητάκια τους μέχρι να ετοιμαστεί το φαγητό. Ο μπαμπάς πεινάει πιο πολύ απ’ όλους γιατί δεν έχει φάει τίποτα όλη μέρα. Μετά το φαγητό οι γονείς πέφτουν να κοιμηθούν. Τότε το κοριτσάκι έχει μια ιδέα. Να μασκαρευτούν για να τρομάξουν το μπαμπά και τη μαμά. Το κοριτσάκι φοράει το φουστάνι της μαμάς, τα τακούνια της, βάζει κραγιόν, μάσκαρα, βάφει τα μάγουλα και τα μάτια του. Το αγόρι φοράει την αποκριάτικη στολή ζόμπι που έχει. Ξυπνάνε τους γονείς τους κι αυτοί τους λένε: «μας τρομάξατε καλέ!». Ύστερα τα παιδιά ανεβαίνουν με το ασανσέρ στο σπίτι της γιαγιάς και του παππού, που είναι στον πάνω όροφο. Μπαίνουν μέσα σιγά-σιγά, φωνάζουν μπαμ και τους τρομάζουν. Ύστερα το κοριτσάκι παίρνει τηλέφωνο τους φίλους τους από το σχολείο, για να τους προσκαλέσουν σε μασκέ πάρτι. Μόλις φτάνουν οι φίλοι τους, βγαίνουν στον κήπο για να παίξουν κυνηγητό και κρυφτό. Στις εννέα όλοι πηγαίνουν για ύπνο, επειδή είναι πολύ κουρασμένοι. Την άλλη μέρα δεν έχουν σχολείο αλλά το αγόρι έχει χορευτικό και το κοριτσάκι μπαλέτο. Κι ύστερα έχουν να πάνε και οι δύο στο κολυμβητήριο.
17. Μια οικογένεια βρίσκει πεσμένο κάτω ένα χάρτη της πόλης. Έδειχνε το δρόμο για το θησαυρό. Τον ακολουθούν και φτάνουν στο σημείο που βρίσκεται. Είναι στο διαμέρισμα μιας πολυκατοικίας. Ένας φίλος του μπαμπά αγοράζει το διαμέρισμα για να μπορέσουν να μπουν μέσα να ψάξουν. Ψάχνει όλη η οικογένεια και το αγόρι βρίσκει τα νομίσματα. Όμως είναι σοκολατένια και όχι πραγματικός θησαυρός. Τα παιδιά νιώθουν πολύ όμορφα που ο θησαυρός είναι σοκολατένιος, οι γονείς τους όμως όχι που έκαναν τζάμπα κόπο για κάτι σοκολατάκια. Τρώνε σοκολατένια νομίσματα κάθε μέρα και σε δύο μήνες τα έχουν τελειώσει όλα. Από τη στιγμή που πήραν το χάρτη, τους παρακολουθεί ένας πειρατής. Είναι μασκαράς και όχι αληθινός. Αυτός έχει κρύψει τα σοκολατένια νομίσματα, αυτός έχει φτιάξει το χάρτη. Τα κάνει αυτά, γιατί του αρέσει να κοροϊδεύει τους ανθρώπους και να γελάει. Το έχει κάνει πολλές φορές και πάντα ξεγελάει τους άλλους. Μέχρι που την τελευταία φορά τον καταλαβαίνουν και του χαλάνε τα σχέδια. Εκείνη τη φορά μπαίνει σε ένα δωμάτιο για να κρύψει εκεί το χάρτη για έναν ακόμη ψεύτικο θησαυρό. Τότε έρχεται εντελώς ξαφνικά από την κουζίνα στο δωμάτιο το κορίτσι που μένει εκεί. Ο πειρατής μόλις την είδε, την αγάπησε αμέσως. Για να μην τρομάξει μαζί του, της είπε ότι όλα τα κάνει για να διασκεδάζει. Το κορίτσι του λέει να ζητήσει συγγνώμη από όλους τους ανθρώπους που έχει ξεγελάσει.
18. Ένας πειρατής βρίσκει στη θάλασσα μέσα σ’ ένα γυάλινο μπουκάλι το χάρτη που δείχνει το δρόμο για το θησαυρό. Φτάνει στο νησί με το θησαυρό, ακολουθεί το χάρτη και βρίσκει αυτό το μέρος. Σκάβει με τους υπηρέτες του πολύ βαθιά στη γη και ανεβάζουν το θησαυρό πάνω για να τον κουβαλήσουν στο καράβι. Όμως έχει φυσήξει αέρας που πήρε το χάρτη και τον έριξε στη θάλασσα. Εκεί μαλάκωνε και μαλάκωνε μέχρι που έγινε κομματάκια. Έτσι ο πειρατής και οι υπηρέτες του ψάχνουν συνέχεια να βρουν το δρόμο του γυρισμού αλλά δεν μπορούν. Έχουν μυρίσει αυτό το λουλούδι, που όποιος το μυρίζει, ξεχνάει. Κι όποιον δρόμο και να πάρουν έχει πέσει τόση ομίχλη, που δεν μπορούν να δουν το καράβι. Τον καιρό που μένουν στο νησί τρώνε μάνγκο κι απ’ όλο το θησαυρό μπορούν να χρησιμοποιήσουν μόνο ένα χρυσό πιάτο κι ένα χρυσό ποτήρι. Μετά από μέρες που ο καιρός καθαρίζει ψάχνουν γύρω-γύρω μέχρι που βρίσκουν το καράβι τους.
19. Ένα πεύκο βρίσκεται στον κήπο του σπιτιού που μένει μια οικογένεια με ένα κοριτσάκι και ένα αγοράκι. Βρίσκεται εκεί τριάντα χρόνια. Τα δυο παιδιά βγαίνουν στον κήπο για να παίξουν με τη μπάλα τους, κρυφτό ή κυνηγητό. Τα παλιότερα χρόνια τα παιδιά του σπιτιού έκαναν γύρω-γύρω όλοι στο πεύκο και το αγκάλιαζαν. Τώρα όμως αγαπούν πιο πολύ το ψηλό λουλούδι που είναι δίπλα του. Είναι πορτοκαλί κι έχει δυνατό άρωμα. Το έχει φυτέψει ο μπαμπάς. Ο μπαμπάς κατάλαβε ότι από τότε που φύτρωσε το λουλούδι τα παιδιά του δεν αγαπάνε πια το πεύκο, γιατί οι γονείς όλα τα καταλαβαίνουν. Έτσι παίρνει το αλυσοπρίονο για να κόψει το πεύκο. Τα παιδιά όμως δεν τον αφήνουν, του φωνάζουν «μην το κόψεις». Τότε καταλαβαίνουν πόσο το αγαπάνε. Το πεύκο είναι τώρα ευχαριστημένο, γιατί τα παιδιά το παίζουν και πάλι. Χωρίζονται σε ομάδες και παίζουν λουλουδοπεύκο. Τρέχουν μέχρι το σπίτι κι ύστερα γυρίζουν πίσω, το κοριτσάκι στο λουλούδι και το αγοράκι στο πεύκο. Μια μέρα ρίχνει χιόνι και το λουλούδι πέφτει. Τώρα τα παιδιά έχουν μόνο το πεύκο για να παίζουν. Αλλά το πεύκο θέλει να φυτρώσει ξανά το λουλούδι, γιατί αυτό θέλουν και τα παιδιά. Να παίζουν και με τα δύο.
20. Ένα αγοράκι παίρνει το δρόμο που πηγαίνει στο ουράνιο τόξο. Το δρόμο αυτό τού τον έχει δείξει η μαμά του. Θέλει να φτάσει στο ουράνιο τόξο, για να δει από κοντά τα χρώματά του και να τα μετρήσει, επειδή από μακριά φαίνονται θολά. Έτσι θα το ζωγραφίσει ωραία και θα δείξει τη ζωγραφιά του στη μαμά, στο μπαμπά και στην αδερφή του. Ο δρόμος για το ουράνιο τόξο είναι μικρός. Έχει λουλούδια, πεταλούδες, πασχαλίτσες, μέλισσες, γάτες, κουταβάκια και λαγουδάκια. Μόλις το αγόρι φτάνει στο ουράνιο τόξο, σκαρφαλώνει πάνω του και κάνει τσουλήθρα. Του βάζει κι ένα σκοινί, για να κάνει κούνια. Αφού παίζει για τέσσερις-πέντε ώρες, μετράει τα χρώματα και τα βρίσκει εφτά. Γυρίζει πίσω για να πει στους φίλους του και στην αδερφή του ότι το ουράνιο τόξο είναι πάντα εκεί και τους περιμένει. Έτσι την άλλη μέρα όταν τελειώνει το μασκέ πάρτι στο σχολείο, όλα τα παιδιά μαζί πάνε μασκαρεμένα να παίξουν με το ουράνιο τόξο. Κάνουν τσουλήθρα και κούνια, μονόζυγο και τραμπολίνο. Είναι τόσο όμορφα, που θα πηγαίνουν κάθε μέρα μετά τα μαθήματά τους κι έτσι το ουράνιο τόξο δεν θα είναι πια μόνο του.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
α) Όλα τα παιδιά επιδιώκουν ή ακριβέστερα διεκδικούν τη συμμετοχή τους στην ομαδική αφήγηση.
β) Η χαρά, η απόλαυση, ο ενθουσιασμός του νηπίου που ακούει τους συμμαθητές του να μετατρέπουν τη ζωγραφιά του σε ιστορία είναι εμφανέστατα.
γ) Η παρουσία του δημιουργού της ζωγραφιάς επαυξάνει τη διάθεση του συνόλου των μαθητών για συμμετοχή στην ομαδική αφήγηση. Ο συγκεκριμένος μαθητής αναδεικνύεται στον πλέον σημαντικό ακροατή. Με άλλα λόγια ο συμμαθητής τόσο μέσα από τη ζωγραφιά του όσο και με τη φυσική του παρουσία συμβάλλει καθοριστικά στη διαδικασία της λεκτικής ανάπτυξης των νηπίων. Φροντίζουμε κατά συνέπεια να είναι οπωσδήποτε παρών ο μαθητής την ημέρα εκείνη που για τη ζωγραφιά του εκτυλίσσεται η ομαδική αφήγηση.
δ) Η συνεργασία κατά την αφήγηση είναι εξαιρετικά αναπτυγμένη. Ο κάθε συμμετέχων λαμβάνει υπόψη του τα στοιχεία που έχουν παραθέσει οι προηγούμενοι, τα αξιοποιεί και τα επεκτείνει.
ε) Οι διαφορετικές απόψεις για τα πρόσωπα και για την εξέλιξη της δράσης τίθενται σε ψηφοφορία και καταγράφεται στο κείμενο εκείνη την οποία επιλέγουν τα περισσότερα νήπια. Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας γίνεται πάντα σεβαστό από όλους και η αφήγηση προχωρά με βάση αυτό.
στ) Εκείνο που επηρεάζει τις αφηγήσεις των νηπίων είναι πρωτίστως τα αναγνώσματα που αγαπούν, ανεξάρτητα από τη θεματολογία τους , καθώς και οι προσφιλείς τους ήρωες, κυρίως ξωτικά, νεράιδες και καθετί σχετικό με το μαγικό στοιχείο.
ζ) Στα παιδικά αφηγήματα περιλαμβάνονται επίσης συχνότατα καθημερινές συνήθειες των νηπίων και περιστατικά της οικογενειακής και της σχολικής τους ζωής.
η) Ο σημαντικότερος παράγοντας που καθορίζει την αφηγηματική έκβαση είναι η επικαιρότητα, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για προσφιλείς στα παιδιά ημέρες, όπως η Πρωτοχρονιά και οι Απόκριες.
θ) Τα λογοτεχνικά έργα με τα οποία τα νήπια ήρθαν σε επαφή στο πλαίσιο του προγράμματος δανεισμού με τίτλο «Βιβλία με ρόδες», αν και αναφέρονταν σε κήπους, δεν εντοπίσαμε να επέδρασαν στις αφηγήσεις των νηπίων.
Το συγκεκριμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα περιλαμβάνεται στην εισήγηση της Ελένης Α. Ηλία, με τίτλο “Παραμύθια για ζωγραφιές. Δημιουργικές αφηγήσεις από νήπια”, που παρουσιάστηκε στο 5ο Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο για την Προώθηση της Εκπαιδευτικής Καινοτομίας, το οποίο πραγματοποιήθηκε στη Λάρισα, 11 – 13 Οκτωβρίου 2019.
Η εισήγηση είναι δημοσιευμένη στα Πρακτικά εργασιών του Συνεδρίου https://drive.google.com/…/1FJgXC1X0L_N1v9QGOIUKX3HM1vbJSGCY , τ. Α΄, σελ. 288-294.
ISSN : 2529-1580
SET : 978-618-84206-5-6
ISBN τόμου Α΄: 978-618-84206-9-4
Ελένη Α. Ηλία
Εισαγωγή-Μεθόδευση: Θυμίζουμε ότι στο τελευταίο μέρος του προγράμματος με τον τίτλο «Τι θα κάνεις εις τους κήπους;» τα νήπια κλήθηκαν σε μια ακόμη δραστηριότητα, με επίκεντρο αυτή τη φορά τη φράση «Τότε λοιπόν στον κήπο να βάλουμε και μια φωλιά για την αλεπού…» από το βιβλίο Μετά τον Μικρό Πρίγκιπα (Συγγρ. Ελένη Α. Ηλία, Εικον.: Λήδα Βαρβαρούση, Εκδ. Ηριδανός, 2012, σελ 51). Ζητήσαμε λοιπόν από τους μαθητές μας να αντικαταστήσουν στη φράση τις λέξεις «μια φωλιά για την αλεπού» με κάποιο άλλο αντικείμενο, που επίσης θεωρούν ασυνήθιστο, διαφορετικό, απίθανο να τοποθετηθεί μέσα σε έναν κήπο. Έχοντας τα νήπια αντιληφθεί ότι εκείνο που επιδιώκεται είναι η πρωτοτυπία, η μοναδικότητα, η επιλογή τού πλέον μη αναμενόμενου, η ανατροπή και γιατί όχι το χιούμορ, παρουσιάζουν στην τάξη τις επιλογές τους, παραλλάζοντας τη φράση-πρότυπο. Στη συνέχεια, τα νήπια ψηφίζουν ανάμεσα σε αυτές τις παραλλαγμένες φράσεις, όποια θεωρούν ότι αναπαριστά την πιο πρωτότυπη, την πιο ανατρεπτική επιλογή, την πιο «ανορθόδοξη» για έναν κήπο και προχωρούν σε σχέση με αυτήν στη δημιουργία μιας ομαδικής ιστορίας.
Είναι αξιοσημείωτη η προθυμία με την οποία τα νήπια προτείνουν αντικείμενα, ζώα ή οτιδήποτε άλλο του οποίου την παρουσία στον κήπο θεωρούν απίθανη. Ακολουθεί ο κατάλογος των στοιχείων που παρέθεσαν. Ο συγκεκριμένος κατάλογος αναρτήθηκε στη σχολική αίθουσα, ώστε δίπλα από κάθε στοιχείο να αναγραφεί ο αριθμός των ψήφων. Το στοιχείο εκείνο που συγκέντρωσε τις περισσότερες ψήφους, καθώς θεωρήθηκε το πλέον παράξενο, θα αποτελούσε το θέμα της ομαδικής αφήγησης.
Κατάλογος προτεινόμενων στοιχείων:
Αϊ-Βασίλης, ταύρος, μαϊμού, σάκος Αϊ-Βασίλη, αστυνομικό αυτοκίνητο, φίδι, ουράνιο τόξο, ηφαίστειο, πύραυλος, βασιλιάς, λύκος, ήλιος, ξωτικό, νεράιδα, θάλασσα, τζάκι, κοχύλι, κουκλόσπιτο, λίμνη, βασίλισσα του χιονιού, πολική αρκούδα, παγετώνας, δράκος, δάσος, θησαυρός ((διαμάντια και χρυσάφι), αγριογούρουνο, τέρατα, καραγκιόζης, τυραννόσαυρος, βιντεοπαιχνίδια, μάγος-μάγισσα, γοργόνα, αλεπού, σπηλιές, βυθός, αστέρι, σύννεφο, πάγος, βροντή, χιονάνθρωπος, χελωνονιντζάκια, αποκριάτικες στολές, αποκριάτικες μάσκες, κλόουν.
Τροποποίηση μεθόδευσης – χρονοδιαγράμματος: Κατά τη διεξαγωγή του προγράμματος παρατηρήθηκε αφενός η παράθεση πλήθους στοιχείων από τα νήπια, καθώς τα περισσότερα δεν περιορίστηκαν σε ένα μόνο και αφετέρου η επίμονη υποστήριξη της υποψηφιότητας ορισμένων στοιχείων από επιμέρους ομάδες νηπίων. Τα παραπάνω σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η χρονική διάρκεια του προγράμματος, με βάση τον αρχικό σχεδιασμό του, ολοκληρωνόταν στις αρχές του Μαρτίου, επέτρεψαν την ακόλουθη διαφοροποίηση. Αντί να περιοριστούμε σε μία μόνο ομαδική ιστορία για το στοιχείο εκείνο που συγκέντρωσε τις περισσότερες ψήφους ως το πλέον απίθανο, καταρτίσαμε λίστα με τα δημοφιλέστερα απίθανα στοιχεία. Για το καθένα από αυτά, τα νήπια αφηγήθηκαν ομαδικές, αστείες, ανατρεπτικές ιστορίες, που στη συνέχεια εικονογράφησαν. Έτσι το πρόγραμμα ολοκληρώθηκε τελικά στις αρχές του Μάη.
Ως προς τη μεθόδευση αυτού του μέρους του προγράμματος, συμπληρώνουμε επίσης ότι τις λέξεις που απαρτίζουν τη λίστα των δημοφιλέστερων στοιχείων, τις αντιγράψαμε σε μικρά χαρτάκια, τα οποία τυλίξαμε κυλινδρικά και τα συγκεντρώσαμε σε ένα κουτάκι, προκειμένου τραβώντας τα διαδοχικά σαν κλήρους, να καθοριστεί η σειρά με την οποία θα τις χρησιμοποιούσαμε στις τρελές ιστορίες μας. Πρόκειται για μια διαδικασία που ενθουσίασε ιδιαίτερα τα νήπια σε όλη τη διάρκειά της.
Αποτελέσματα: Ορισμένες από τις «απίθανες» ομαδικές ιστορίες των νηπίων παρουσιάζονται ενδεικτικά εδώ, μαζί με τις ζωγραφιές οι οποίες συνιστούν την εικονογράφησή τους. Προηγείται η παραλλαγή της φράσης-πρότυπου, στην οποία βασίζεται η αντίστοιχη ιστορία.
Τότε λοιπόν στον κήπο να βάλουμε και μια βροντή…
Τα μαύρα σύννεφα κατέβηκαν στον κήπο κι έκαναν μια βροντή. Το κοριτσάκι κοιμόταν κι ο ξάδερφός του που ήταν πάρα πολύ μωρό, κοιμόταν κι αυτός σε κούνια. Το κοριτσάκι σηκώθηκε τρομαγμένο από τη βροντή και βλέπει να φτάνει ένας κλόουν με ομπρέλα. Ο κλόουν λέει στο κοριτσάκι ότι είναι εκεί για το πάρτι, για να παίξει μουσική για τους καλεσμένους, τους φίλους του κοριτσιού που θα έρθουν στο πάρτι για να διασκεδάσουν. Τότε αρχίζει ξαφνικά μια ολόκληρη βροχή από κλόουν. Οι κλόουν πέφτουν βροχή από τον ουρανό στο διπλανό τσίρκο, που φαίνεται από την πίσω αυλή. Το τσίρκο γεμίζει κλόουν και τα ζώα, ελέφαντες και λιοντάρια, τους βλέπουν και γελάνε. Την ώρα που το κοριτσάκι κοιτάζει τους κλόουν να κάνουν αστεία, η βροντή φεύγει για πάντα, σε άλλους κήπους της Άνοιξης.
Τότε λοιπόν στον κήπο να βάλουμε κι έναν ήλιο…
Ένας μάγος κατέβασε με το μαγικό ραβδί του τον ήλιο στον κήπο. Ο ήλιος ήταν ζεστός αλλά δεν έκαιγε, γιατί ήταν πέντε το απόγευμα. Ο μάγος έκρυψε τον ήλιο πίσω από ένα δέντρο, για να φέρει το σκοτάδι. Όταν τα παιδιά είδαν τον ήλιο στον κήπο τους, κατάλαβαν πώς βρέθηκε εκεί, αφού ήξεραν ότι ο γείτονάς τους είναι ο μάγος της νύχτας. Έτσι πήγαν και του ζήτησαν να βάλει τον ήλιο πάλι πίσω στη θέση του στον ουρανό. Εκείνος είπε όχι, αφού του άρεσε το σκοτάδι. Επειδή οι ακτίνες του ήλιου είναι αγκάθια, τα παιδιά δεν μπορούσαν να τον πιάσουν. Έτσι τον άφησαν στον κήπο τους μέχρι να σκεφτούν τον τρόπο για να γυρίσει ο ήλιος στον ουρανό. Όταν όμως πήγαν πάλι να τον δουν, ο ήλιος δεν ήταν εκεί που τον είχαν αφήσει. Για δέκα ολόκληρα χρόνια τα δύο παιδιά μαζί με όλους τους άλλους ανθρώπους έψαχναν τον ήλιο. Όλο αυτόν τον καιρό δεν ξημέρωνε, ήταν πάντα σκοτάδι και τα μωρά έκλαιγαν. Ώσπου κάποτε ένας άλλος μάγος, ο μάγος της μέρας που αγαπούσε το φως, μ’ ένα μαγικό ξόρκι υπνώτισε το μάγο της νύχτας κι έμαθε ότι ο ήλιος ήταν κλεισμένος στην αποθήκη ενός κάστρου στο δάσος. Τον απελευθέρωσε αμέσως και τον ανέβασε στον ουρανό. Τώρα ο μάγος της νύχτας ξυπνάει μόνο όταν είναι σκοτάδι και στον ουρανό βρίσκεται το φεγγάρι. Αλλά όταν βγαίνει ο ήλιος, κοιμάται αμέσως ξανά.
Τότε λοιπόν στον κήπο να βάλουμε κι έναν δράκο…
Στον κήπο βρέθηκε ένας άγριος δράκος. Έφυγε από τη σπηλιά του που ήταν στο βουνό, για να κατέβει στο χωριό. Όταν έφτασε εκεί, μύρισε κρέας κατσίκας. Έτσι μπήκε στον κήπο όπου είδε την κατσίκα να τρώει χορτάρια. Την πλησίασε σιγά-σιγά για να μην τον ακούσει και φύγει τρέχοντας. Ο δράκος την έφαγε και γύρισε στη σπηλιά του, που ήταν γεμάτη θησαυρούς και κόκαλα ιπποτών. Από το χωριό ξεκίνησαν τότε οι άνθρωποι, για να σκοτώσουν το δράκο, που ήταν κακός και τους απειλούσε. Οι άνθρωποι πήγαιναν όλοι μαζί αλλά ήταν ο ένας πίσω από τον άλλο, για να νομίζει ο δράκος ότι έχει να πολεμήσει μόνο με έναν. Όταν οι άνθρωποι είδαν το δράκο να κοιμάται, τον κάρφωσαν με τα σπαθιά τους και εκείνος πέθανε. Πήραν τους θησαυρούς και βγήκαν από τη σπηλιά. Ύστερα πήγαν σε μια άλλη σπηλιά. Το δράκο που έμενε στη δεύτερη σπηλιά τον είχαν σκοτώσει πιο παλιά αλλά τότε δεν είχαν ψάξει για θησαυρούς, δεν ήξεραν ότι υπήρχαν. Τώρα που το κατάλαβαν, πήγαν ξανά εκεί να ψάξουν. Βρήκαν εκατό σεντούκια γεμάτα χρυσάφι. Αυτά ήταν οι θησαυροί των ιπποτών, που οι δράκοι τους είχαν κλέψει. Οι δύο δράκοι είχαν σκάψει στη γη μέχρι το υπόγειο που φύλαγαν οι ιππότες τους θησαυρούς τους, και μοιράστηκαν τους θησαυρούς που βρήκαν. Όταν οι ιππότες είδαν τις πατημασιές των δράκων, τις ακολούθησαν κι έφτασαν στις δύο σπηλιές, για να πάρουν τους θησαυρούς τους πίσω. Απότυχαν όμως, γιατί οι δράκοι τους έκαψαν με τη φωτιά τους.
Τότε λοιπόν στον κήπο να βάλουμε και μια θάλασσα…
Ένα πάρα πολύ μεγάλο κύμα περνά μέσα στον κήπο, σπάει τα τζάμια του σπιτιού και το πλημμυρίζει. Αυτήν τη στιγμή ο μπαμπάς έψηνε κρέας και τα παιδιά έτρωγαν μπανάνες στον κήπο. Μόνο η μαμά έλειπε. Είχε πάει με το αμάξι να ψωνίσει στο σούπερ μάρκετ. Το κύμα παίρνει το μπαμπά με τα παιδιά και τους ρίχνει στη θάλασσα. Ο μπαμπάς που δεν ξέρει να κολυμπάει, βουλιάζει. Τα παιδιά τον πιάνουν από την κουκούλα και τον τραβάνε, για να τον σώσουν. Ένα καράβι που περνά στα βαθιά, τους πετάει τρία σωσίβια. Όταν η μαμά γυρίζει στο σπίτι, τα βρίσκει όλα χάλια. Στον κήπο βρίσκονται πολλά πράγματα του σπιτιού σπασμένα. Τα λουλούδια έχουν πέσει και τα κλαδιά έχουν σπάσει. Έχει σπάσει και ο σωλήνας του νερού και ο κήπος έχει πλημμυρίσει. Η φωτιά στην ψησταριά έχει σβήσει. Η μαμά μπαίνει στο σπίτι και το βρίσκει άνω-κάτω. Σπασμένα τζάμια, σπασμένα τα κρεβάτια και άλλα έπιπλα, παιχνίδια ανακατεμένα. Η μαμά φωνάζει και ψάχνει την οικογένειά της παντού. Δοκιμάζει το νερό που έχει κάνει λιμνούλες στο σπίτι και επειδή είναι αλμυρό, καταλαβαίνει ότι θα τους βρει στη θάλασσα. Όταν φτάνει εκεί, τους βλέπει που κολυμπάνε με τα σωσίβια προς την παραλία. Μπαίνει και η μαμά στο νερό, για να τούς βοηθήσει. Όταν βγαίνουν από τη θάλασσα, κοιμούνται στο αμάξι, γιατί είναι κουρασμένοι και το σπίτι τους έχει καταστραφεί.
Τότε λοιπόν στον κήπο να βάλουμε και σπηλιές…
Ένας δράκος πήρε από το δάσος σπηλιές και τις έφερε στον κήπο. Στο δάσος υπήρχαν πολλοί δράκοι που τον κορόιδευαν, επειδή ήταν ο πιο μικρός από όλους. Αισθανόταν πολύ άσχημα. Δεν μπορούσε πια να κάνει υπομονή. Είχε ήδη κάνει πάρα πολλή. Έτσι κουβάλησε τις σπηλιές στον κήπο, για να μείνει εκεί. Τις χρειαζόταν όλες, για να χωρέσουν όλα τα παιχνίδια του. Το κρεβάτι του μόνο έπιανε ολόκληρη σπηλιά. Διάλεξε αυτόν τον κήπο για να μείνει όταν έφυγε από το δάσος, επειδή ήταν πολύ όμορφος. Είχε μπόλικο χορτάρι, ωραία λουλούδια και δέντρα για να παίζει. Έκοβε φύλλα και κλαράκια κι έπαιζε με αυτά. Του άρεσε πολύ το παιχνίδι. Επειδή ήθελε παρέα, άρχισε να παίζει με τις γατούλες και τα σκυλάκια που έρχονταν στον κήπο. Ύστερα γνωρίστηκε με τους ανθρώπους που έμεναν στο σπίτι. Δεν είχαν πρόβλημα που ο δράκος έμενε στο σπίτι τους, γιατί δεν τους έκανε κακό. Είχαν τέλειες σχέσεις. Τους έλεγε το παράπονό του για τους άλλους δράκους που τον κορόιδευαν κι οι άνθρωποι του έλεγαν πως ήθελαν να μείνει κοντά τους για πάντα. Όμως η μαμά του η δρακουλίνα και τα αδέρφια του στενοχωριούνταν που είχε φύγει μακριά τους και τον έψαχναν παντού. Τον βρήκαν μια μέρα στον κήπο να μιλάει με το κοριτσάκι του σπιτιού. Η μαμά του τού λέει: «Γιατί χάθηκες αγοράκι μου;» Εκείνος της απαντάει ότι οι φίλοι του τον κοροϊδεύουν. Η μαμά του παίρνει τότε τηλέφωνο τις μαμάδες των άλλων δράκων κι εκείνες βάζουν τα παιδιά τους τιμωρία, για να μην το ξανακάνουν. Έτσι ο δράκος γυρίζει πίσω στο δάσος με την οικογένειά του. Αφήνει όμως στον κήπο μια σπηλιά, για να τον θυμούνται οι άνθρωποι. Στο δάσος δεν τον κοροϊδεύει πια κανένας. Όταν έρχεται η ώρα του δράκου να πεθάνει, γυρίζει στον κήπο, για να αποχαιρετήσει τους ανθρώπους που γνώρισε εκεί. Πεθαίνει κοντά τους και οι άνθρωποι στεναχωριούνται και κλαίνε. Θάβουν το δράκο στη σπηλιά του και σπρώχνουν μια μεγάλη πέτρα, για να κλείσουν την είσοδο. Κάθε χρόνο όποτε έρχεται ο μήνας που είχε πεθάνει ο δράκος, βάζουν απέξω από τη σπηλιά του λουλούδια και κεριά.
Τότε λοιπόν στον κήπο να βάλουμε κι έναν παγετώνα…
Μια μάγισσα έκανε τα μαγικά της κι έφτιαξε έναν παγετώνα μέσα στον κήπο. Όταν τα παιδιά βγήκαν από το σπίτι στον κήπο, ακούμπησαν το χέρι τους πάνω στον παγετώνα που η μάγισσα τον είχε καταραστεί. Έτσι μαγεύτηκαν αμέσως, έγιναν κακά κι έκαναν ζημιές, έσπαγαν τα έπιπλα και τα τζάμια.. Όταν τελείωσαν, είπαν στη μάγισσα: «Όλα εντάξει». Τότε η μάγισσα πάγωσε ολόκληρο το σπίτι κι έκανε τα παιδιά αγάλματα από πάγο. Μόλις γύρισαν οι γονείς τους που είχαν πάει να ψωνίσουν, η μάγισσα είχε γυρίσει στη σπηλιά της. Οι γονείς άναψαν φλόγες και μετά από ώρες οι πάγοι έλιωσαν. Οι γονείς δεν ήξεραν πώς είχαν γίνει όλα αυτά. Έτσι έβαλαν τιμωρία τα παιδιά τους, να κάνουν όλες τις δουλειές στο σπίτι και στον κήπο. Τα παιδιά δεν μπορούσαν να τους εξηγήσουν τι έγινε, γιατί η μάγισσα τους είχε πάρει τη φωνή. Όταν όμως τα δύο παιδιά άρχισαν να κάνουν τις δουλειές, ζεστάθηκαν κι έτσι μετά μπορούσαν να γράψουν όλα όσα έγιναν με τη μάγισσα. Οι γονείς τα διάβασαν κι άρχισαν να ψάχνουν τη μάγισσα, να της ζητήσουν πίσω τις φωνές των παιδιών τους. Δεν την έβρισκαν όμως πουθενά. Ώσπου μια μέρα η μαμά την είδε που πετούσε με τη σκούπα της. Όλες οι μάγισσες έχουν μαγικές σκούπες που πετάνε. Η μαμά της φώναξε «έλα εδώ» και η μάγισσα πήγε κοντά της. Της ζήτησε πίσω τις φωνές των παιδιών, αλλά η μάγισσα είπε όχι κι έφυγε με τη σκούπα της. Μια νεράιδα τα είχε δει όλα αυτά από ψηλά. Μπήκε λοιπόν αθόρυβα στη σπηλιά της μάγισσας όταν εκείνη κοιμόταν και πήρε το βαζάκι με τις φωνές των παιδιών. Το άλλο πρωί που τα παιδιά ξύπνησαν, προσπάθησαν να μιλήσουν, όπως έκαναν κάθε μέρα. Κι αυτήν τη φορά, τα κατάφεραν. Η μάγισσα που ξύπνησε και δεν βρήκε το βάζο με τις φωνές , ούρλιαξε: «Αααα… ποιος πήρε το βάζο;» Κι ύστερα έκλαψε. Προσπάθησε πολλές φορές να πάρει ξανά τις φωνές των παιδιών αλλά η νεράιδα φρόντιζε πάντα οι φωνές να γυρίζουν στα παιδιά. Έτσι η μάγισσα τα παράτησε πια.
Τότε λοιπόν στον κήπο να βάλουμε κι ένα ηφαίστειο…
Σ’ ένα νησί ζούσε μια οικογένεια δράκων. Μια μεγάλη σπηλιά πάνω σ’ ένα βουνό ήταν το σπίτι τους. Το βουνό αυτό ήταν ηφαίστειο όμως οι δράκοι δεν το ήξεραν. Το μπαμπά δράκο τότε που ήταν μωράκι, τον είχε βρει ένας παππούς στα χωράφια. Επειδή ο δράκος ήταν πάρα πολύ μικρός, ο παππούς τον πήγε στο εγγονάκι του για να παίξει. Όσο πήγαινε ο δράκος μεγάλωνε κι όταν έφτασε πια ένα μέτρο, δάγκωσε το παιδάκι και το πήγαν στο νοσοκομείο. Έτσι έδιωξαν το δράκο από το σπίτι. Αυτός τότε χτύπησε το κουδούνι σε ένα άλλο σπίτι αλλά η κυρία που του άνοιξε, τρόμαξε και τον έδιωξε. Νόμιζε πως ήταν ο άντρας της. Μετά ο δράκος έφυγε μακριά από τα σπίτια. Βρήκε αυτήν τη μεγάλη σπηλιά στο ηφαίστειο κι έμεινε εκεί κι έκανε οικογένεια. Μια μέρα έγινε έκρηξη όταν οι δράκοι ήταν στα χωράφια, για να βρουν τροφή. Επειδή έτρωγαν το κρέας, πήγαιναν όπου υπήρχε χορτάρι κι έπαιρναν τα αρνάκια που έβοσκαν. Οι δράκοι άκουσαν έναν ήχο σαν να μπουμπουνίζει. Ύστερα η γη έκανε σεισμό και ράγισε. Τότε οι δράκοι είδαν τη λάβα που χυνόταν κοντά στη σπηλιά τους. Πήραν τεράστιες πέτρες κι έκλεισαν την τρύπα, για να σταματήσουν την έκρηξη. Αφού τα κατάφεραν, οι άνθρωποι τους έδωσαν κρέας, για να τους ευχαριστήσουν, που σώθηκαν.
Τότε λοιπόν στον κήπο να βάλουμε κι ένα σύννεφο…
Ο άνεμος έφερε ένα σύννεφο πάνω από τον κήπο. Ξαφνικά όμως σταμάτησε να φυσάει και το σύννεφο έπεσε μέσα στον κήπο. Μπλέχτηκε στα δέντρα και στα λουλούδια και δεν μπορούσε να φύγει. Τότε τα παιδιά που έμεναν στο σπίτι, βγήκαν στον κήπο, για να ελευθερώσουν το σύννεφο. Αλλά επειδή ήταν μικρά, δεν μπορούσαν να φτάσουν τα κλαδιά των δέντρων. Κι οι γονείς τους είχαν πει να μην σηκώνουν βάρη. Έτσι τα παιδιά φώναξαν τους γονείς τους να τα βοηθήσουν. Πρώτα αγκάλιασαν όλοι μαζί το σύννεφο, για να του δείξουν την αγάπη τους. Ύστερα ο μπαμπάς έφερε τη σκάλα που είχε στο μαγαζί του, ανέβηκε ψηλά και σήκωσε το σύννεφο πάνω από τα δέντρα. Το σύννεφο όμως δεν ήθελε να φύγει μακριά, γιατί το είχαν αγάπησαν όλοι, και τα παιδιά και οι γονείς τους. Έτσι έγινε βροχή κι έπεσε πάνω τους. Έβρεξε τα ρούχα τους και πότισε τα λουλούδια και τα δέντρα του κήπου.
Συμπεράσματα: Η παράθεση των αποτελεσμάτων μαρτυρά το βαθμό στον οποίο το συγκεκριμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα επέτρεψε την εκδήλωση της ανεξάντλητης φαντασίας και της παιγνιώδους διάθεσης των νηπίων. Η ένταξη του “υπερρεαλιστικού” στοιχείου στο μέρος αυτό του προγράμματος με τις αλλεπάλληλες προκλήσεις που επιφυλάσσει, σε συνδυασμό με τον ομαδικό χαρακτήρα του, οδήγησε σε εκπλήξεις και συγκινήσεις και στην αίσθηση “απελευθέρωσης” των συμμετεχόντων. Αξίζει τέλος να επισημανθεί η πλήρης αντιστοιχία των ομαδικών κειμένων με τις ζωγραφιές που συνιστούν την εικονογράφησή τους. Η αντιστοιχία αυτή αποδεικνύει την ωριμότητα και τη συγκρότηση των νηπίων-δημιουργών τους.
Ευχαριστίες: Ολοκληρώνοντας με αυτό το άρθρο, τρίτο κατά σειρά, την παρουσίαση του προγράμματος “Τι θα κάνεις εις τους κήπους;”, αισθάνομαι την ανάγκη να ευχαριστήσω και δημόσια τους μαθητές μου της φετινής χρονιάς 2014-2015, νήπια και προνήπια, τα οποία αναφέρονται και ονομαστικά στο πρώτο από τα τρία σχετικά άρθρα. Η ενθουσιώδης ανταπόκρισή τους στο πρόγραμμα και οι επιδόσεις τους σε αυτό συνιστούν για μένα μια ακριβή, γεμάτη συγκινήσεις διδακτική εμπειρία. Τους συγχαίρω και τους εύχομαι καλή συνέχεια…