“Οι Περιπέτειες του μικρού Λάνσελ”

0

Συγγραφέας: ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΥΑΣ | Κατηγορία 4ο Τεύχος 2014-15 | , στις 21-04-2015

ένα παραμύθι των μαθητών Κύρου Δημήτρη & Κωστάλα Τάσου ( και οι δύο του Γ2)

Το παρακάτω παραμύθι πήρε το 3ο Βραβείο Παραμυθιού στον Διαγωνισμό που διοργάνωσε ο φορέας: “ΔΡΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ , ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ & ΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ” για τα Γυμνάσια και Λύκεια της Α’ Διεύθυνσης Β/θμιας Εκπ/σης  Αθήνας.

Συγχαρητήρια Δημήτρη & Τάσο!!

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

 ΜΙα φορά και έναν καιρό, ήταν ένας βασιλιάς που ζούσε στο βασίλειο του Ουαντεβούργου με την οικογένειά του. Διοικούσε ένα από τα μεγαλύτερα βασίλεια στον κόσμο και διέθετε τον μεγαλύτερο στρατό ιπποτών. Η μονάκριβη κόρη του, η πεντάμορφη πριγκίπισσα Ζανέ είχε το χάρισμα να προβλέπει τα μελλούμενα.

lansel1Μια βραδιά ο ουρανός άρχισε να αστράφτει και μια τεράστια σκιά απλώθηκε πάνω από το παλάτι. Ξαφνικά, τα τείχη του κάστρου κατέρρευσαν και ορμητικά εισέβαλλε ο στρατός των νεκρών του ανελέητου κόμη ΒανΝτόν και άρχισαν να σκοτώνουν τους υπερασπιστές του παλατιού έναν προς έναν. Η πριγκίπισσα Ζανέ είχε προβλέψει τη συμφορά που επρόκειτο να έρθει, αλλά κανείς δεν την είχε ακούσει εγκαίρως.

 Ένα μικρό αγόρι, ο γιός ενός απλού σιδερά, ο Λάνσελ, είχε ακούσει παραμύθια για έναν δράκο που ζούσε στοlansel2 σπήλαιο της Μόρια και πως όποιος έμπαινε εκεί, δεν ξαναέβγαινε ζωντανός. Το όνομα εκείνου του δράκου στα παραμύθια ήταν Μπάλρογκ. Στο παρελθόν, ο Μπάλρογκ ήταν ο μόνος που είχε μπορέσει να νικήσει τον ισχυρό στρατό του κόμη ΒανΝτόν, αλλά μετά τον τραυματισμό του στο δεξί του φτερό, δεν έχει βγει από τη σπηλιά και από τότε δεν τον είχε ξαναδεί κανείς. Ο θρύλος έλεγε ότι μετά το σοβαρό τραυματισμό του είχε πεθάνει αιμορραγώντας, ενώ άλλοι πίστευαν ότι κάποια μέρα θα ξαναεμφανιζόταν για να αφανίσει τον καταραμένο στρατό του ΒανΝτόν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Ο βασιλιάς είχε στην κατοχή του το ματωμένο ρουμπίνι των θεών που χάριζε στον κάτοχό του την αθανασία. Ο κόμης ΒανΝτόν σχεδίαζε την επίθεση στο κάστρο για δύο ολόκληρα χρόνια, θέλοντας να κλέψει το ρουμπίνι, για να γίνει αθάνατος και να κυριαρχήσει στον κόσμο των θνητών.

Καθώς το κάστρο ήταν σε κατάσταση πολιορκίας, ο Λάνσελ πίστευε ότι ο δράκος είναι ακόμα στη σπηλιά της Μόρια και έτσι ξεκίνησε το μεγάλο του ταξίδι για την αναζήτησή του, θέλοντας να σώσει έτσι την πόλη του. Πήρε μαζί του ό,τι χρειαζόταν για το ταξίδι, μαζί και το θρυλικό σπαθί που είχε κληρονομήσει από τον παππού του, τον θρυλικό ιππότη Ριχάρδο.

Ο δρόμος για τη Μόρια ήταν μακρύς και δύσκολος με πολλά εμπόδια. Μέσα σε αυτά ήταν το σκοτεινό δάσος των μαγισσών, καθώς και ο στοιχειωμένος πύργος του Ντολ Γκουλντούρ, όπου ζούσε ο Μόργκοθ, ένας σατανικός νεκρομάντης που είχε μάθει στον ΒανΝτόν να ζωντανεύει τους νεκρούς.

Όμως, το πιο δύσκολο εμπόδιο ήταν τα βουνά των Σκιών, όπου σύχναζε ο Βάλοξ ο καταστροφέας, ο οποίος είχε ορκιστεί αιώνιο μίσος για τους ανθρώπους, μιας και είχαν σκοτώσει τον αδερφό του, τον βασιλιά των Σκιών. Ο Λάνσελ ήξερε ότι θα τον περίμενε μια πολύ δύσκολη περιπέτεια, γι’ αυτό πήρε μαζί του και τον πιστό του φίλο, ένα μικρό γρύπα, τον Τσάκι.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

xarths

 Ενώ ο Λάνσελ βρισκόταν κιόλας μακριά, πίσω στο βασίλειο κυριαρχούσε το σκότος. Ο κόμης είχε σχεδόν καταλάβει το μισό κάστρο και ο στρατός των ιπποτών βρισκόταν σε αδιέξοδο χωρίς να μπορεί να σπάσει τον κλειό γύρω από τα γκρεμισμένα τείχη του παλατιού. Έτσι με μια ελπίδα προσπάθησαν να περάσουν με τα άλογά τους μέσα από τους εχθρούς και να διαφύγουν, για να σωθούν. Μερικοί τα κατάφεραν, όμως οι περισσότεροι σκοτώθηκαν από τα θανατηφόρα βέλη των νεκρών στρατιωτών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

 Ενώ ο ΒανΝτόν μπήκε μέσα στο παλάτι του βασιλιά, ο Μόργκοθ με την μαγική του σφαίρα τηλεμεταφοράς πήρε φυλακισμένους τον βασιλιά και την πριγκίπισσα Ζανέ στον σκοτεινό πύργο του Ντολ Γκουλντούρ. Είχε εξαπατήσει τον ΒανΝτόν και ήθελε το ρουμπίνι για τον εαυτό του.

Εν τω μεταξύ, ο Λάνσελ είχε φτάσει στα βουνά των Σκιών προσπαθώντας να κρυφτεί από τα φαντάσματα που τον κυνηγούσαν. Βρήκε καταφύγιο σε μια σκοτεινή σπηλιά, χωρίς να τον καταλάβουν οι σκιές. Όμως εκεί τον περίμενε μεγαλύτερος κίνδυνος, διότι εκεί κατοικούσε ο Βάλοξ. Διψασμένος για εκδίκηση όρμηξε εναντίον του αγοριού. Ο Λάνσελ τράβηξε το σπαθί του προσπαθώντας να σκοτώσει τα φαντάσματα, τα οποία έμπαιναν από την κορυφή της σπηλιάς για να πάρουν την ψυχή του. Η πριγκίπισσα Ζανέ όμως μίλαγε μέσα στο μυαλό του Λάνσελ, δίνοντάς του οδηγίες ώστε να μπορέσει να νικήσει τις σκιές. Χάρη στην πολύτιμη βοήθειά της και με τη βοήθεια του θρυλικού του σπαθιού, το αγόρι έδωσε άγρια μάχη με Βάλοξ, ενώ ο γρύπας του αντιμετώπιζε τους πιστούς ακόλουθους του.

Ο Βάλοξ κατάφερε να ξεφύγει μετά από μια σκληρή μάχη. Ο Λάνσελ ανέβηκε πάνω στον γρύπα και άρχισε να καταδιώκει τον Βάλοξ, χωρίς όμως επιτυχία. Στην προσπάθειά του να τον πιάσει, ο γρύπας τραυματίστηκε σοβαρά στο κεφάλι. Βρήκαν καταφύγιο για μερικές μέρες στη σπηλιά του Βάλοξ, μέχρι να δει στο χάρτη τα νούφαρα, τα οποία θα γιατρέψουν το κεφάλι του γρύπα.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

 Ο μικρός Λάνσελ με τις γνώσεις που είχε από το παραμύθι που του έλεγαν όταν ήταν μωρό, κατάφερε να βρει τη λίμνη και να κλέψει τα νούφαρα από τα ξωτικά που τα προστάτευαν ανιποψίαστα. Ο Λάνσελ γύρισε στον μικρό του φίλο και ακούμπησε τα νούφαρα πάνω στην πληγή του. Ο γρύπας έγινε αμέσως καλά, τον ανέβασε στη ράχη του και συνέχισαν το ταξίδι τους.

Ο Βαν Ντόν ήξερε για τα σχέδια του μικρού Λάνσελ από τον πληροφοριοδότη του στα βουνά των Σκιών που είχε παρακουλουθήσει την μάχη του Λάνσελ με τον Βάλοξ. Το ταξίδι μέχρι το Δάσος των Μαγισσών ήταν μακρύ και οι μάγισσες τον μύριζαν από μακρυά στηνοντάς του παγίδες, ώστε να τον σκοτώσουν και να πάρουν την αμοιβή που τους πρόσφερε ο ΒανΝτόν.

Φτάνοντας λοιπόν στο δάσος ο Λάνσελ προσπάθησε να το διασχίσει πετώντας, ώστε να αποφύγει τις κακές μάγισσες. Δυστυχώς γι’ αυτόν, οι μάγισσες τον ανακάλυψαν και με ένα ξόρκι έπιασαν αυτόν και τον μικρό του φίλο. Τον οδήγησαν στην φωλιά τους, όπου εκεί περίμεναν τον ΒανΝτόν για να πάρουν την αμοιβή τους. Όμως, ο ΒανΝτόν στον δρόμο του για το Δάσος, χωρίς να γνωρίζει ότι οι μάγισσες είχαν στήσει παγίδες για τον Λάνσελ, έπεσε σε μία από αυτές. Η πριγκίπισσα Ζανέ γνώριζε καλά το δάσος, διότι όταν ήταν μικρή,είχε διασχίσει το συγκεκριμένο δάσος, για να μαζέψει μανητάρια. Έδινε οδηγίες διαφυγής στον Λάνσελ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ

 Ο κόμης ΒανΝτόν προσπαθούσε να καλέσει τον Μόργκοθ, ώστε να του δώσει τη σφαίρα τηλεμεταφοράς, για να βγει από την παγίδα. Ο ΒανΝτόν δεν είχε σκοπό μετά από αυτό που του συνέβη να δώσει την αμοιβή στις μάγισσες και ψυθίριζε από μέσα του κατάρες γι’ αυτές και έλεγε ότι μόλις θα έβγαινε από την τρύπα θα τις σκότωνε μαζί και τον μικρό Λάνσελ. Ο Μόργκοθ δεν έδωσε σημασία στον ΒανΝτόν, διότι δεν ήθελε να βγει ποτέ από την παγίδα, γιατί άμα ανακάλυπτε ότι είχε το ρουμπίνι της αθανασίας θα τον σκότωνε.

Ο Λάνσελ, ακούγοντας τις οδηγίες της πριγκίπισσας, κατάφερε να δραπετεύσει από το καταφύγιο των μαγισσών και να βγάλει τον γρύπα από το κλουβί που τον είχαν βάλει οι μάγισσες. Όμως, ο ΒανΝτόν κατάφερε να βγει από την τρύπα με τη βοήθεια του Βάλοξ που δίψαγε για εκδίκηση. Μαζί έφτασαν στο καταφύγιο των μαγισσών ψάχνοντας τον μικρό Λάνσελ. Μόλις κατάλαβαν ότι έλειπε, σκοτώσανε τις μάγισσες και πήραν το βιβλίο με τα ξόρκια της αρχιμάγισσας, ώστε να εντοπίσουν τον Λάνσελ.

Ο Λάνσελ ξεκίνησε έτσι το ταξίδι του για τον πύργο του Μόργκοθ, ώστε να σώσει την πριγκίπισσα Ζανέ και τον βασιλιά του Ουαντεβούργου.

 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ

 Μόλις ο Λάνσελ έφτασε στον πύργο του Μόργκοθ, τον περίμενε μόνο ένα εμπόδιο, εφτά χιλιάδες σκαλιά, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να φτάσει στην κορυφή του πύργου πετώντας με τον Τσάκι και να φτάσει στο παράθυρο της φυλακής. Εκεί ο Μόργκοθ κράταγε φυλακισμένους την πριγκίπισσα Ζανέ και τον βασιλιά. Ο γρύπας μπορούσε να κρατήσει στη ράχη του μόνο δύο άτομα. Έτσι πήρε το ρουμπίνι, μαζί και την Ζανέ. Ο βασιλιάς τους είπε να μην ανησυχούν για αυτόν και να δώσουν το ρουμπίνι στον δράκο Μπάλρογκ, ώστε να το πετάξει στο ηφαίστειο Λεντόρ, που απείχε λίγα μέτρα από την σπηλιά της Μόρια, για να καταστραφεί για πάντα.

Ο Μόργκοθ, μόλις κατάλαβε ότι το ρουμπίνι και η πριγκίπισσα Ζανέ έλειπαν από τον πύργο που τους κρατούσε φυλακισμένους, χρησιμοποίησε τη σφαίρα τηλεμεταφοράς για να τηλεμεταφερθεί έξω από την σπήλια της Μόρια. Εκεί όμως τον περίμενε μια απρόσμενη έκπληξη, ο ΒανΝτόν μαζί με τον Βάλοξ και τον καταραμένο στρατό του από νεκρούς, ωστέ να τον σκοτώσουν, επειδή τους πρόδοσε, θέλοντας το ρουμπίνι για τον εαυτό του. Ο Μόργκοθ με ένα ξόρκι έφτιαξε κι αυτός τον δικό του στρατό από νεκρούς και ξεκίνησε η μεγάλη μάχη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ

 Ο μικρός Λάνσελ μαζί με την πριγκίπισσα Ζανέ έφτασαν έξω από τη σπηλιά της Μόρια και προσπάθησαν απαρατήρητοι να περάσουν ανάμεσα από το στρατό των νεκρών. Μόλις μπήκαν μέσα στη σπηλιά, μία δυνατή φωνή ακούστηκε λέγοντάς τους να φύγουν. Ο Λάνσελ δεν τον άκουσε και προχώρησε πιο βαθιά, εκεί από όπου ακουγόταν η φωνή. Ο Λάνσελ είδε τον δράκο και δεν πίστευε στα μάτια του. Ο δράκος προσπάθησε να τους επιτεθεί, αλλά ο Λάνσελ ακούμπησε ένα από τα νούφαρα που είχε κλέψει από τα ξωτικά και έτσι τον βοήθησε να γιατρέψει το φτερό του. Ο δράκος ευγνώμων για τη βοήθεια που του προσέφεραν τους είπε πως θα τους βοηθήσει να νικήσουν τον στρατό του ΒανΝτόν, άμα καταφέρουν να λύσουν δύο γρίφους. Ο δράκος είπε “Αν τρεις κότες γεννούν τρία αυγά σε τρεις ημέρες, πόσα αυγά γεννά μια κότα σε μια μέρα;” Ο μικρός Λάνσελ απάντησε με τη βοήθεια της Ζανέ, ότι μία κότα γεννά ένα αυγό σε τρεις ημέρες. Άρα μια κότα γενά το ένα τρίτο του αβγού σε μία μέρα. Ο δράκος, ενθουσιασμένος με την απάντηση του μικρού προχώρησε στον επόμενο γρίφο, “Ήταν μια κότα και ένα βαρέλι. Σε ποια γωνία του βαρελιού αποφάσισε η κότα να γεννήσει το αυγό της; Ο Λάνσελ απάντησε πως τα βαρέλια δεν έχουν γωνίες και βρήκε τη σωστή απάντηση. Έτσι ο δράκος αποφάσισε να τον βοηθήσει και να νικήσει τον καταραμένο στρατό του ΒανΝτόν.

 

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

 Έτσι ο δράκος βγήκε από τη σπηλιά και άρχισε να σκοτώνει τον στρατό του ΒανΝτόν και του Μόργκοθ, αλλά δεν μπορούσε να τα καταφέρει μόνος του. Μια απρόσμενη βοήθεια ήρθε από βόρεια. Ήταν οι ιππότες που είχαν καταφέρει να ξεφύγουν από τον κλοιό των νεκρών μαζί με τον βασιλιά, τον οποίο ελευθέρωσαν από τον πύργο του Μόργκοθ. Ο δράκος Μπάλρογκ άρπαξε το ρουμπίνι από τα χέρια του μικρού Λάνσελ και πετώντας το πέταξε μέσα στο ηφαίστειο. Ο ΒανΝτόν, οργισμένος άνοιξε το βιβλίο με τα ξόρκια και είπε το ξόρκι, ώστε να τραβήξει την καρδιά του δράκου και να τον σκοτώσει. Ο γρύπας του άρπαξε το βιβλίο μέσα από τα χέρια και το πέταξε και αυτό στο ηφαίστειο. Ο δράκος, με μια δυνατή φλόγα εξόντωσε τον στρατό του ΒανΝτόν μαζί και τον Βάλοξ, τον πιστό υπήκοο του ΒανΝτόν. Ο κόμης δεν είχε άλλη λύση, παρά να ξεφύγει, έτσι άρπαξε τη σφαίρα τηλεμεταφοράς από τον νεκρό Μόργκοθ, αλλά ο μικρός Λάνσελ με το σπαθί του κατάφερε να τον σκοτώσει προτού μπορέσει να ξεφύγει.

Μετά τη μάχη ο δράκος υποσχέθηκε να είναι φιλικός με τους ανθρώπους και ότι θα από εκεί και πέρα θα προστατεύει το βασίλειο. Ο μικρός Λάνσελ πήρε τον τίτλο του ιππότη, δηλαδή την θέση του παππού του και παντρεύτηκε την πριγκίπισσα Ζανέ. Κι έτσι ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.

theend

Σερ Μήτσος IV

Σερ Τάσος III

«Ας δούμε τι πραγματικά συμβαίνει…»

0

Συγγραφέας: ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΥΑΣ | Κατηγορία 4ο Τεύχος 2014-15, Αρθρα | , στις 01-04-2015

της μαθήτριας Πυτιλάκη Φλώρας (Γ4)

bia2

Τον τελευταίο καιρό με έχει απασχολήσει ιδιαίτερα ένα θέμα που έχει συγκλονίσει το πανελλήνιο, η «αυτοκτονία» του Βαγγέλη Γιακουμάκη. Δεν πρόκειται για το λεγόμενο bullying ( ενδοσχολική βία ), μην ξεγελιέστε! Ο όρος «ενδοσχολική βία» έχει ως προϋπόθεση ο θύτης και το θύμα να είναι ανήλικοι. Ας μη χρησιμοποιούμε, συνεπώς, αυτήν την ορολογία, για να αναγνωρίζουμε ελαφρυντικά σε άτομα που είναι αρκετά ώριμα για να καταλάβουν τη βαρύτητα των πράξεών τους. Εδώ πρόκειται για τρομοκρατική ενέργεια! Αν χαρακτηρίσουμε, λοιπόν, ως « ενδοσχολική βία » τα αχαρακτήριστα πάθη του Βαγγέλη, καταλαβαίνουμε πως οι …ΕΝΗΛΙΚΕΣ που σκότωναν κάθε μέρα σωματικά και ψυχολογικά το νεαρό φοιτητή δε θα έχουν και την ανάλογη τιμωρία. Όπως και να ΄χει, αυτοί που φεύγουν δεν ξαναγυρίζουν. Εύχομαι ο Θεός να αναπαύσει την ψυχή του, όλοι το ευχόμαστε.

“Γιατί;;”

1

Συγγραφέας: ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΥΑΣ | Κατηγορία 4ο Τεύχος 2014-15, Αρθρα | , στις 01-04-2015

της μαθήτριας Γεωργίας Σίττα (Γ4)

examsa  Τον τελευταίο καιρό η εξαφάνιση του φοιτητή της Γαλακτοκομικής Σχολής Ιωαννίνων, Βαγγέλη Γιακουμάκη, είναι ένα από τα πρώτα θέματα σταθερά σε όλα τα δελτία ειδήσεων. Η ελληνικά αστυνομία έψαχνε ασταμάτητα να βρει τον εξαφανισμένο νέο, ώσπου ένα ζευγάρι που έκανε τον περίπατό του δίπλα στο ποτάμι βρήκε το σώμα του άτυχου αυτού νέου. Ο ιατροδικαστής κάνει λόγο για αυτοκτονία. Είναι όντως αυτή η αλήθεια; Δεν μπορείς να λες πως ήταν αυτοκτονία, ενώ κάποιοι άνθρωποι του έδωσαν το μαχαίρι που του αφαίρεσε τη ζωή. Ο Βαγγέλης ήταν ένα ακόμα θύμα ενδοσχολικής βίας που συντάραξε όλη τη χώρα και έκανε τους Έλληνες για λίγο μια γροθιά.

   Όταν ένας άνθρωπος φτάσει στο σημείο να δώσει τέλος στη ζωή του, σημαίνει πως κάτι τραγικό του συμβαίνει και δεν ξέρει πώς να το χειριστεί. Αντί να μιλήσει δυνατά για ό,τι περνούσε, αντί να φωνάξει « δεν αντέχω άλλο αυτήν την κατάσταση», αποφάσισε να σιωπήσει.

   Λένε πως την ευθύνη για τον εαυτό του την έχει προσωπικά ο κάθε άνθρωπος και κανένας άλλος. Αν, όμως, το άτομο δεν είναι σε θέση να προφυλάξει τα δικαιώματά του στην ελευθερία και τη μοναδικότητα, πρέπει να παρέμβουν άλλοι και στην προκειμένη περίπτωση ο ανώτερος σε βαθμό στη σχολή που φοιτούσε, η κοινωνία ακόμα και οι φίλοι του. Πού ήταν όλοι αυτοί, όταν τους χρειάστηκε; Γιατί σιώπησαν; Όλοι γνώριζαν. Αυτοί που τον οδήγησαν σε αυτό το σημείο, γιατί το έκαναν; Για να δείξουν ανώτεροι; Ήξεραν την «ανισορροπία» δυνάμεων και το εκμεταλλεύτηκαν. Από τη συναισθηματική βία στη λεκτική και έπειτα στη σωματική.

   Με αφορμή την άσχημη κατάληξη αυτού του νέου που στερήθηκε τη ζωή, ξεχύθηκαν στους δρόμους εκατοντάδες Έλληνες με σκοπό να διαμαρτυρηθούν για τα φαινόμενα ενδοσχολικής βίας. Είναι αυτό αρκετό; Μπορεί να τον φέρει πίσω; Μπορεί να κάνει τους συγγενείς του να υποφέρουν λιγότερο και τους φταίχτες να μετανιώσουν περισσότερο; Μπορεί να μην κάνει καμιά άλλη μάνα να θρηνήσει το παιδί της; Μπορεί να κάνει τους ανθρώπους που ασκούν βία να συνειδητοποιήσουν το έγκλημά τους αυτό; Εύχομαι ο Βαγγέλης να είναι το τελευταίο θύμα αυτής της αδικαιολόγητης συμπεριφοράς. Κρίμα που έπρεπε να υπάρξει αυτή η τραγική κατάληξη, για να καταλάβουμε τι πραγματικά συμβαίνει. ΚΡΙΜΑ!

« ΕΓΩ, Η ΕΛΕΝΗ…» : 1ο Βραβείο Διηγήματος Γυμνασίου της Α’Διεύθυνσης Β/θμιας Εκπ/σης Αθήνας

0

Συγγραφέας: ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΥΑΣ | Κατηγορία 4ο Τεύχος 2014-15, Αρθρα | , στις 30-03-2015

της μαθήτριας Αθανασέλλη Χριστίνας (Γ1)

Το παρακάτω διήγημα πήρε το 1ο Βραβείο Διηγήματος Γυμνασίου στον Διαγωνισμό που διοργάνωσε ο φορέας: “ΔΡΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ , ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ & ΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ” για τα Γυμνάσια και Λύκεια της Α’ Διεύθυνσης Β/θμιας Εκπ/σης  Αθήνας.

Συγχαρητήρια Χριστίνα!!

 

1.                                                  

– Σε πόσα;

– Δεκατέσσερα.

Δεκατέσσερα… Τα λεπτά περνούσαν αργά και βασανιστικά, όπως ακριβώς μιλούσε και η καθηγήτρια. Λίγο ακόμα και ο δρόμος προς την ελευθερία και το Σαββατοκύριακο θα άνοιγε και η Ελένη θα μπορούσε να τον διασχίσει. Αυτόν το γλυκό δρόμο προς την ξεκούραση. Το μυαλό της έτρεχε σε όλα αυτά τα οποία έχει να κάνει και έπαιρνε στροφές τόσο γρήγορα, που ευχόταν να ήταν έτσι και στα διαγωνίσματα, μήπως και κατάφερνε να βγάλει το πολυπόθητο 18 που τόσο πολύ λαχταρούσε η μητέρα της. Αλλά τι να κάνουμε; Μυαλό είναι αυτό, μπορεί κανείς να το διατάξει και να του βάλει κανόνες; Όχι, γι ‘αυτό και η Ελένη δεν παρ…-

– Ξύπνα! Ασκήσεις 2 και 3. Μετά εμένα θα πρήζεις «τι έχουμε και τι έχουμε!», τη σκούντηξε η Μαρία, πειραχτικά.

– …

Το κουδούνι χτύπησε. Επιτέλους! Μάζεψε τα βιβλία της, άφησε και κανά δυο από κάτω, μη τα κουβαλάει άδικα, αφού δε τα χρειαζόταν για τη Δευτέρα. Περίμενε την Αλεξάνδρα να πάει το απουσιολόγιο στο γραφείο. Βγήκαν από το σχολείο. Ένιωθε λες και μπροστά της είχε πέντε χρόνια πριν έρθει η Δευτέρα και ξανακλειστεί σε αυτό το κτήριο για άλλες 35 ώρες.

 

2.

 – Όπως τα κανονίσαμε, παιδιά, είπε η Ιωάννα. Αφού τελειώσω το φροντιστήριο, θα έρθω να σας βρω στην πλατεία.

– Αμάν πια αυτό το φροντιστήριό σου! της απάντησε η Μαρία μεταξύ σοβαρού και αστείου. Κάθε μέρα εκεί πας. Δεύτερο σπίτι σου έχει γίνει.

– Τρίτο δε λες καλύτερα; Δεύτερο είναι το σχολείο…, παρατήρησε η Αλεξάνδρα.

– Τι χαζομάρες λέτε ρε κορίτσια; Αν ήταν σπίτια μας το σχολείο και τα φροντιστήρια, θα είχαμε και τις μανάδες μας από δίπλα με πορτοκαλάδες και ζακέτες για να μην κρυώσουμε! τους είπε με σοβαρό ύφος η Σοφία.

Εκείνη τη στιγμή όλες φαντάστηκαν τις μανάδες τους να κρατάνε πορτοκαλάδες και ζακέτες και να τις κυνηγούν μία μία μέσα στο σχολείο. Ξέσπασαν σε γέλια. Γελούσαν με την ψυχή τους, όπως πάντα άλλωστε. Ήταν μέχρι να ξεκινήσουν και μετά δεν μπορούσαν να συγκρατηθούν. Αυτό ήταν που λάτρευε η Ελένη στην παρέα της. Μεταξύ τους ήταν πολύ διαφορετικές και ως προς την εμφάνιση αλλά και στα ενδιαφέροντά τους. Εκείνο που τις ένωνε πιο πολύ απ’ όλα τ’ άλλα ήταν το γέλιο. Ίσως, επειδή έλειπε από τις ζωές τους. Όλες τους είχαν παράξενες οικογένειες. Κάποιες φορές μισούσαν να είναι σπίτι τους τόσο πολύ, που το σχολείο και το φροντιστήριο φάνταζε καταφύγιο. Το πραγματικό καταφύγιο, όμως, ήταν η παρέα τους. Αυτή η μικρή παρέα, που όλοι, όταν τη βλέπουν, αναρωτιούνται πώς έγινε και ταίριαξαν όλες αυτές οι κοπέλες. Βέβαια, όπως λέει και η Σοφία, εκεί ήταν η πραγματική ουσία. Να καταφέρουν να συνυπάρξουν μεταξύ τους και να μάθουν η μια από την άλλη.

– Οπότε τα λέμε στις 7 ακριβώς, στην πλατεία., ανακεφαλαίωσε η Ελένη.

– Κι εγώ θα έρθω να σας βρω κατά τις 8, τους είπε η Ιωάννα.

– Εντάξει, τα λέμε!

Χαιρετήθηκαν και έφυγαν.

 

3.

    Η Ελένη γύρισε σπίτι της. Η μάνα της κοιμόταν. Κλασικά! Δεν είχε φαγητό, οπότε έψαξε στο ντουλάπι μήπως βρει κάτι να φάει. Τελικά, βρήκε κάτι μπισκότα με γέμιση σοκολάτα. Τα πήρε και κλείστηκε στο δωμάτιό της. Έβαλε κατευθείαν ραδιόφωνο. Δεν άντεχε την ησυχία του σπιτιού της. Αφού έφαγε λίγα μπισκότα, αποφάσισε να διαβάσει λίγο για το σχολείο. Ξεκίνησε με «Ελένη». Όχι την ίδια! Την «Ελένη» του Ευριπίδη. Είχε τελειώσει μέσα σε δέκα λεπτά και σκέφτηκε να κάνει και τη λογοτεχνία, αφού ξεκίνησε. Τι της είχε πει η Μαρία; Ασκήσεις 2 και 3. Αν και η λογοτεχνία ήταν από τα αγαπημένα της μαθήματα, με αυτήν την καθηγήτρια που είχαν φέτος, το μάθημα ήταν σα βασανιστήριο. Είχε έρθει η ώρα να πάει στο φροντιστήριο. Άδειασε την τσάντα του σχολείου και έβαλε μέσα τα βιβλία των Αγγλικών της. Άφησε ένα σημείωμα στη μητέρα της πριν φύγει, που έγραφε, ότι μετά το μάθημα θα βγει με τα κορίτσια και ότι θα έχει το κινητό μαζί της.

 

4.

    Όταν τελείωσε το φροντιστήριο, πήγε στην πλατεία. Σε λίγο θα ερχόταν και η Αλεξάνδρα. Έμενε πολύ κοντά, οπότε συνήθως ερχόταν νωρίτερα από τις υπόλοιπες. Καθώς περίμενε, συνάντησε ένα συμμαθητή της από το σχολείο. Χαιρετήθηκαν από μακριά. Τον έλεγαν Γιάννη και ήταν πολύ συμπαθητικό παιδί. Δεν έκαναν ιδιαίτερη παρέα, αλλά, αν τύχαινε καμιά φορά, συζητούσαν. Ο Γιάννης είχε καταγωγή από το Πακιστάν. Οι γονείς του είχαν έρθει στην Ελλάδα πολύ καιρό πριν γεννηθεί ο ίδιος.

Μετά από λίγο ήρθε και η Αλεξάνδρα. Η Ελένη σηκώθηκε από το παγκάκι που καθόταν και άρχισαν να περπατάνε από συνήθεια, χωρίς να έχουν κάποιο συγκεκριμένο προορισμό. Η Αλεξάνδρα ξεκίνησε να της λέει για ένα παιδί που της άρεσε από το σχολείο. Η Ελένη δεν τον ήξερε. Γενικότερα, δε μιλούσε σε πολλά άτομα από το σχολείο. Αφού της έδωσε μερικές συμβουλές σαν καλή φίλη, αποφάσισε να μιλήσει στην Αλεξάνδρα και να της πει ότι και εκείνης της άρεσε κάποιος. Ήθελε να της πει πόσο πολύ της άρεσαν οι άνθρωποι που, ακόμα και όταν όλα φαίνονταν να πηγαίνουν στραβά, αυτοί χαμογελούσαν και προσπαθούσαν να βρουν τη λεπτομέρεια σε κάθε τι άσχημο. Τη λεπτομέρεια που ομορφαίνει τη ζωή και κάνει τα γεγονότα πιο φωτεινά και αισιόδοξα. Ήθελε να της πει ότι βρήκε έναν άνθρωπο, ο οποίος μπορεί να μην ήταν ο πιο όμορφος από όλους τους άλλους, αλλά μάλλον σκεφτόταν πιο όμορφα από τους υπόλοιπους. Ήξερε ότι η Αλεξάνδρα θα την καταλάβαινε. Όταν πήγε να ανοίξει το στόμα της για να της μιλήσει, ένιωσε κάτι δίπλα της και σταμάτησε τρομαγμένη. Άπλωσε το χέρι της αντανακλαστικά και χτύπησε τη σκοτεινή μορφή που βρισκόταν δίπλα της, η οποία ξέσπασε σε γέλια. Η Ελένη μεμιάς κατάλαβε ότι ήταν η Σοφία.

– Μην το ξανακάνεις αυτό ρε Σοφία! Ξέρεις ότι τρομάζω!

Η Σoφία γελούσε και όπως πάντα δεν πήρε στα σοβαρά την Ελένη. Η Μαρία, η οποία είχε έρθει με τη Σοφία, μιλούσε με την Αλεξάνδρα και εκείνη τη στιγμή ήρθε και η Ιωάννα σχεδόν λαχανιασμένη. Αφού μαζεύτηκαν όλες, πήγαν στο περίπτερο να αγοράσουν τσίχλες και μετά κάθισαν σε ένα παγκάκι για να ξεκουραστούν. Άρχισαν να συζητούν περί ανέμων και υδάτων. Ξεκινούσαν πάντοτε από πιο απλά θέματα και κατέληγαν να μιλούν για τις κοσμοθεωρίες της καθεμιάς. Το μόνο ίσως θέμα για το οποίο απέφευγαν να συζητήσουν επίτηδες, ήταν η μουσική, κι αυτό, γιατί η καθεμιά τους άκουγε διαφορετικό είδος μουσικής. Η πρώτη -και η τελευταία- φορά που αντάλλαξαν απόψεις για τη μουσική αποδείχτηκε καταστροφική κι έτσι είχαν αποφασίσει να σεβαστεί η καθεμία τις απόψεις των υπολοίπων και να μην αναφέρονται σε αυτό ο θέμα.

Είχε πάει σχεδόν εννιά. Είχαν δεν είχαν μια ώρα μέχρι να χτυπήσουν τα κινητά τηλέφωνα από τις μανάδες για ανάκριση. Τα κορίτσια ήξεραν ότι, μόλις δεχτούν την πρώτη κλήση, θα πρέπει να γυρίσουν σπίτι τους.

 

5.

    Έξω, δεν υπήρχε ψυχή. Ίσως λόγω του κρύου, σκέφτηκε η Ελένη, ή ίσως επειδή ήταν Νοέμβρης και όλοι στην ηλικία τους είχαν να διαβάσουν για κάποιο διαγώνισμα και, προκειμένου να γράψουν καλά, θυσίαζαν το Σαββατοκύριακο τους… Ή μπορεί όλα αυτά να ήταν μια πρόφαση και στην πραγματικότητα να ”κολλούσαν” πάνω από μια οθόνη όλο το απόγευμα. Δεν ήξερε την αιτία, αλλά δεν την ένοιαζε και ιδιαίτερα, οπότε δεν ασχολήθηκε περισσότερο με το θέμα. Έτσι κι αλλιώς, προτιμούσε να μη συναντάει γνωστούς, όταν έβγαινε έξω με τις φίλες της. Ήξερε ότι οι άνθρωποι σχεδόν ποτέ δε χαίρονται με αυτές τις τυχαίες συναντήσεις και η τυπικότητα και η προσποίηση πάντα την κούραζαν.

Ξαφνικά, εκεί που περπατούσαν, η Μαρία τους έδειξε μια φιγούρα στο σκοτάδι… Στην αρχή, η Ελένη δεν κατάλαβε ούτε πού κοιτούσε η Ιωάννα ούτε ποιον ή τι. Αλλά μετά κατάλαβε. Πάγωσε στη θέση της. Η φιγούρα ήταν ένας άνθρωπος. Ένας άνθρωπος πεσμένος στο δρόμο, μάλλον αναίσθητος, ακινητοποιημένος. Τα κορίτσια πλησίασαν, όμως, η Ελένη έμεινε πιο πίσω. Δεν ήθελε να μάθει ποιος ήταν, όχι από αδιαφορία αλλά από θλίψη. Θλίψη για ό,τι έγινε σε αυτόν τον άνθρωπο και βρέθηκε σε αυτήν την κατάσταση. Οι υπόλοιπες κοπέλες, που ήταν πιο ψύχραιμες από εκείνη, είδαν ποιος ήταν. Η Σοφία και η Ιωάννα προσπάθησαν να τον συνεφέρουν, η Μαρία τηλεφωνούσε σε κάποιον και η Αλεξάνδρα την πλησίασε. Είχε ένα πολύ παράξενο βλέμμα και η Ελένη αμέσως κατάλαβε ότι αυτός ο άνθρωπος ήταν γνωστός τους.

– Ποιος είναι;

Η Αλεξάνδρα προσπάθησε να την καθησυχάσει. Της είπε να μην ανησυχεί και ότι όλα θα πάνε καλά. Η Ελένη εκνευριζόταν, όταν το έλεγε αυτό η φίλη της, ιδιαίτερα όταν τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά.

– Πες μου, ποιος είναι, Αλεξάνδρα, και άσε τις υπεκφυγές!

– Ο Γιάννης είναι.

– Ποιος Γιάννης; Από μέσα της ήξερε την απάντηση, αλλά δεν ήθελε να το πιστέψει. Η Αλεξάνδρα δεν απάντησε και η Ελένη απελπισμένη την ξαναρώτησε πιο δυνατά αυτήν τη φορά.

– Ποιος Γιάννης, Αλεξάνδρα;

– Από το σχολείο, απάντησε. Είναι τραυματισμένος στο κεφάλι, αλλά δε φαίνεται σοβαρό, συνέχισε. Η Μαρία τηλεφώνησε στο «Παίδων» και το ασθενοφόρο θα έρθει από λεπτό σε λεπτό.

 

6.

      Εκείνο το βράδυ η Ελένη γύρισε πολύ αργά στο σπίτι της. Δεν πήγε στο νοσοκομείο και ούτε πήγε να δει πώς ήταν ο Γιάννης. Δεν ήθελε να έχει αυτήν την εικόνα στο μυαλό της. Είχε λυπηθεί γι’ αυτό που συνέβη αλλά, κυρίως, για το λόγο που είχε συμβεί αυτό. Δε χρειαζόταν πολύ μυαλό για να καταλάβει κανείς ότι ο Γιάννης έπεσε θύμα ρατσιστικής επίθεσης.

Όλο αυτό τη γέμιζε οργή για την κοινωνία στην οποία ζούσε. Δεν ήθελε να φοβάται να βγει έξω, επειδή μπορεί κάποιος να τη χτυπούσε, δεν ήθελε να φοβάται να μιλήσει και να πει την άποψή της για οποιοδήποτε θέμα, επειδή κάποιος μπορεί να την ακολουθούσε για να της κάνει κακό, δεν ήθελε να βλέπει τη χώρα στην οποία μεγάλωσε να γκρεμίζει τα ιδανικά που τόσα χρόνια υποστήριζε. Ιδανικά και αξίες, όπως η δημοκρατία, η ελευθερία έκφρασης, η ισότητα των ανθρώπων που, όπως λένε, υπήρχαν και υπάρχουν ως θεμελιώδεις αρχές στον υπόλοιπο κόσμο. Δεν ήθελε να μείνει άλλο σ’ αυτήν τη χώρα που καταπιέζει τους πολίτες της και σκορπίζει φόβο για να επιβληθεί. Δεν ήθελε οι επόμενες γενιές να ζήσουν και να συνηθίσουν να ζουν σε μια κοινωνία που ο δυνατότερος κερδίζει. Δεν ήθελε να ζει σε μια χώρα σαν κι αυτήν και να δέχεται τους κανόνες ενός κράτους που μόνο το καλό των ανθρώπων δε φαίνεται να θέλει.

Ήθελε να τα αλλάξει όλα αυτά. Αλλά όποτε μοιραζόταν τα όνειρά και τις ανησυχίες της για ένα καλύτερο μέλλον σε μεγαλύτερους, όπως γονείς, καθηγητές ή στο Σύλλογο του σχολείου της, άκουγε σχόλια όπως: «Και τι ξέρεις εσύ και οι φίλοι σου από αυτά; Ένα μάτσο έφηβοι είστε που το μόνο που σας νοιάζει είναι να βρείτε τρόπους να χάσετε μια μέρα μαθήματος και να χαζολογάτε καπνίζοντας, πίνοντας και δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο κάνετε, στα στενά της γειτονιάς».

Με αυτές τις σκέψεις, λοιπόν, την πήρε ο ύπνος.

 

7.

      Για άλλη μια φορά έφτασε σπίτι της μετά από το φροντιστήριο. Το φροντιστήριο. Αναγκαίο στην Ελλάδα και μάλιστα τώρα, ήταν πιο αναγκαίο από ποτέ. Η Ελένη -και βασικά όλοι που βιώνουν και θα βιώσουν το «Νέο Λύκειο»- καταριέται το νέο σύστημα εκπαίδευσης. Έχει πολύ άγχος για το Λύκειο και οι καθηγητές δε θα μπορούσαν να συμβάλλουν σε αυτό περισσότερο. Βαθιά μέσα της καταλάβαινε πως οι καθηγητές ήθελαν το καλό τους και κατανοούσαν πως η νέα διαμόρφωση του εκπαιδευτικού συστήματος ήταν εξαιρετικά απαιτητική για τους μαθητές, παρόλο που κατά την πλειοψηφία δεν έδειχναν τη δυσαρέσκειά τους έντονα απέναντι σε ένα σύστημα του οποίου ήταν και οι ίδιοι «πιόνια». Επίσης, ήξερε πως και οι καθηγητές έβλεπαν ότι τα αποτελέσματα αυτών των αλλαγών δε θα ήταν καλά. Γνώριζαν ότι σε λίγα χρόνια στην Ελλάδα οι περισσότεροι άνθρωποι θα είναι αμόρφωτοι, επειδή δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στο ”Νέο Λύκειο”.

Η Ελένη άρχισε να συνειδητοποιεί σιγά σιγά ότι όλα τα χρόνια του Λυκείου θα τα περάσει σε ένα φροντιστήριο. Φροντιστήριο το μεσημέρι, το απόγευμα, το βράδυ. Δε θα υπάρξουν διακοπές Χριστουγέννων, Πάσχα, καλοκαιριού. Όλα θα αντικατασταθούν από το φροντιστήριο για να καλυφθούν τα κενά, για να καλυφθούν όσο περισσότερα κεφάλαια γίνεται, για να καλυφθεί όλη η ύλη, για να καλυφθούν όλες οι ασκήσεις, για να καλυφθούν οι μαθητές οι ίδιοι και να γίνουν ζωντανοί νεκροί, ρομπότ. Σε λίγο καιρό, δε θα υπάρχουν άνθρωποι αλλά φροντιστήρια. Τα φροντιστήρια θα διοικούν τη Γη, τον κόσμο όλο. Ούτε κυβερνήσεις ούτε βασιλιάδες. Τα φροντιστήρια.

Και όλο αυτό γιατί; Για να μεγαλώσουν, να πάρουν το πτυχίο τους και να ψάχνουν άδικα να βρουν δουλειά σε μια χώρα γεμάτη από άλλους τόσους ανθρώπους που θέλουν να σου πάρουν τη θέση, και θα έκαναν ό,τι χρειαστεί για να το καταφέρουν. Στο τέλος, η μόνη διέξοδος θα είναι να πάνε στο εξωτερικό, και αν ήταν τυχεροί, θα έβρισκαν δουλειά. Αλλιώς…

 

8.

      Η Ιωάννα έβγαλε τον αναπτήρα από τη τσάντα της και άναψε το τσιγάρο που είχε ανάμεσα στα δόντια της.

– Δεν αντέχω άλλη μια μέρα αυτήν την κόλαση, ανακοίνωσε φυσώντας τον καπνό. Νιώθω ότι, αν πάω άλλη μια φορά στο φροντιστήριο, θα πεθάνω. Ξέρετε ότι έχω να δω τη μάνα μου σχεδόν μία εβδομάδα; Όταν γυρίζω το μεσημέρι από το σχολείο, εκείνη είναι στη δουλειά και, όταν επιστρέφω από το φροντιστήριο στις 11, κοιμάται. Οι μόνοι άνθρωποι που μιλάω πια είστε εσείς και οι συμμαθητές μου στο φροντιστήριο.

– Μην απογοητεύεσαι ρε ‘συ. Θα δεις ότι τα πράγματα θα φτιάξουν. Ήδη έχεις βελτιώσει πολύ τους βαθμούς σου και έχεις καλύψει πολλά κενά! προσπάθησε να την καθησυχάσει η Μαρία.

Η αλήθεια ήταν ότι το Σεπτέμβρη η Ιωάννα άρχισε να κάνει φροντιστήριο σε όλα τα μαθήματα για να βελτιωθεί. Όντως, η Ιωάννα από μαθήτρια του 15, μέσα σε 7 μήνες, κατάφερε να βγάλει μέσο όρο 17. Ήταν μεγάλη πρόοδος και αυτό τής το είχαν αναγνωρίσει όλοι. Ωστόσο, η Ιωάννα είχε θυσιάσει πάρα πολλά και αυτό την έπνιγε. Προσπαθώντας να ξεφύγει από όλο αυτό το άγχος, ξεκίνησε να καπνίζει. Οι γονείς της δεν είχαν ιδέα για το πώς αισθανόταν η κόρη τους και ούτε είχαν χρόνο να δείξουν λίγο ενδιαφέρον και να ρωτήσουν. Το γεγονός ότι η Ιωάννα κάπνιζε, στεναχωρούσε όλη την παρέα, αλλά δεν μπορούσαν να το αλλάξουν. Προσπάθησαν να την κάνουν να σταματήσει, αλλά, όταν είδαν ότι αυτό δεν είχε αποτέλεσμα, έμειναν στο να της υπενθυμίζουν απλά να μην ξεπερνάει τα όρια.

– Την Παρασκευή έχω γενέθλια και σκέφτομαι να σας καλέσω σπίτι μου το απόγευμα. Οι γονείς μου θα είναι στη δουλειά και ο αδερφός μου θα βγει με τους φίλους του -το έχω κανονίσει. Σκέφτηκα ότι είναι ευκαιρία να ξεσκάσουμε λίγο. Έτσι κι αλλιώς τελειώσαμε και τα διαγωνίσματα, τους είπε η Σοφία, με την ελπίδα η Ιωάννα να μην έχει φροντιστήριο μέχρι αργά.

– Εγώ μπορώ! συμφώνησε η Αλεξάνδρα.

– Κι εγώ, υποθέτω. Δεν έχω να κάνω τίποτα την Παρασκευή, της απάντησε και η Ελένη. Μαρία, θες να έρθω να σε πάρω από το σπίτι σου και να πάμε μαζί;

Στην πραγματικότητα είχαν κανονίσει να πάρουν μια τούρτα στη Σοφία για τα γενέθλιά της, οπότε θα την έφερναν η Μαρία με την Ελένη.

– Ναι, μωρέ, γιατί όχι; της είπε η Μαρία.

Μίλησε τόσο χαλαρά, που αν δεν ήξερε ότι έχουν κανονίσει να πάρουν την τούρτα από το ζαχαροπλαστείο, η Ελένη δε θα φανταζόταν καν ότι κάτι ετοίμαζαν.

– Εγώ έχω φροντιστήριο μέχρι τις 9 παρά 10, ανακοίνωσε η Ιωάννα σκεφτική. Αλλά ξέρεις κάτι; Δε θα πάω για μια φορά. Δεν έγινε και κάτι! αποφάσισε στο τέλος. Ούτως ή άλλως, μια φορά γίνεται 15 το Σοφάκι μας!

Η Ελένη χάρηκε που θα μαζευόταν όλη η παρέα. Είχαν υπερβολικά πολύ καιρό να βγουν έξω. Πλέον μιλούσαν μόνο στο σχολείο. «Μου λείπουν τόσο πολύ τα χρόνια του Δημοτικού…», αναλογίστηκε από μέσα της. «Τότε δεν τα εκτιμούσα ιδιαίτερα. Δεν καταλάβαινα πόσο ωραία ήταν και δεν εκμεταλλευόμουν εκείνες τις μέρες ελευθερίας και ξεγνοιασιάς. Και τι δε θα έδινα για να γυρίσω το χρόνο πίσω…»

Και χτύπησε το κουδούνι. Μπήκαν μέσα στο σχολείο.

– Τι έχουμε πρώτη ώρα, αναρωτήθηκε φωναχτά.

– Αρχαίαα…., βόγκηξε η Μαρία. Μισούσε τα αρχαία.

– Λέτε να μας βάλει τεστ; ρώτησε η Σοφία.

– Τι;! Μη μου λέτε τέτοια ρε κορίτσια! Τεστ πρωί πρωί! Η Μαρία είχε γουρλώσει τα μάτια.

– Ηρεμήστε ρε ‘σεις! Την προηγούμενη βδομάδα γράψαμε. Δεν υπάρχει περίπτωση να μας βάλει απροειδοποίητο. Θα βαριέται να διορθώνει, τις καθησύχασε η Αλεξάνδρα και τελικά είχε δίκιο.

 

9.

      Είχαν μαζευτεί όλες στο σπίτι της Σοφίας εκτός από την Ιωάννα. Τα κορίτσια έκατσαν στο σαλόνι και την περίμεναν. Η Αλεξάνδρα έπαιζε παιχνίδια στο κινητό της, η Μαρία ήταν στο facebook από τον υπολογιστή της Σοφίας και η Σοφία έβλεπε ένα παιδικό στην τηλεόραση.

Η Ελένη δεν έκανε κάτι το συγκεκριμένο, για ακόμη μια φορά ήταν χαμένη στις σκέψεις της. Σκέψεις σχετικά με το ότι βρίσκονταν τέσσερις κοπέλες μέσα σε ένα σπίτι και αντί να κάνουν κάτι όλες μαζί, είχαν κολλήσει σε μια οθόνη. Η επανάσταση της τεχνολογίας είχε συμβεί καιρό πριν, αλλά οι περισσότερες επιπτώσεις αφορούσαν στη δική της γενιά. Μια γενιά, απ’ ό,τι φαίνεται… «ναρκωμένη» μπροστά από μια οθόνη, χωρίς άμεση επικοινωνία, αυθόρμητη κουβέντα, με αυτοματοποιημένες κινήσεις, με μηχανικές σκέψεις, με «αποστειρωμένο» βλέμμα.

Ανυπομονούσε να κόψουν την τούρτα που είχαν φέρει στη Σοφία. Η Μαρία με την Ελένη κατάφεραν να τη βάλουν στο ψυγείο χωρίς να καταλάβει τίποτα η Σοφία, με τη βοήθεια φυσικά της Αλεξάνδρας που την καθυστέρησε επίτηδες να πάει στην κουζίνα.

Μετά, άρχισε να σκέφτεται εκείνο το παιδί για το οποίο της είχε μιλήσει η Αλεξάνδρα. Δεν είχαν αναφερθεί ξανά σε αυτό και η Ελένη αναρωτιόταν τι έγινε τελικά. Σημείωσε νοερά στο μυαλό της να τη ρωτήσει.

Ο ήχος του κινητού της διέκοψε όλον αυτόν το χείμαρρο σκέψεων. Το σήκωσε και άκουσε την Ιωάννα. Της φάνηκε ότι έκλαιγε, αλλά δεν ήταν σίγουρη.

– Ελένη; Άκουσε τη φωνή να τραυλίζει το όνομά της.

– Ιωάννα; Πού είσαι; Γιατί έχεις αργήσει;

– Είμαι στο νοσοκομείο…, είπε η Ιωάννα. Η γιαγιά μου έπαθε ένα ατύχημα…Οι γιατροί δε μας έχουν πει κουβέντα από την ώρα που ήρθαμε…

– Μα πώς; Τι συνέβη; τη ρώτησε η Ελένη

Οι υπόλοιπες κοπέλες κατάλαβαν ότι κάτι τρέχει και ρωτούσαν την Ελένη ποιος ήταν στο τηλέφωνο.

– Δεν ξέρω. Μας τηλεφώνησαν από το νοσοκομείο και απλώς μας είπαν να πάμε αμέσως εκεί. Μετά, μας είπαν ότι τη χτύπησε αυτοκίνητο.

– Σε ποιο νοσοκομείο είστε; Να έρθουμε και εμείς! της είπε γρήγορα η Ελένη. Μην είσαι μόνη σου!

– Δε χρειάζεται, την έκοψε. Είναι εδώ η μητέρα μου. Απλά σας ενημερώνω για να μη με περιμένετε. Ζήτα συγγνώμη από τη Σοφία…Θα τα πούμε. Γεια, της είπε η Ιωάννα και της έκλεισε το τηλέφωνο.

Τα υπόλοιπα κορίτσια, που είχαν ακούσει τη συνομιλία, κοιτάχτηκαν μεταξύ τους απορημένες. Τους πήρε λίγα δευτερόλεπτα να συλλάβουν τι ακριβώς είχε συμβεί και να ερμηνεύσουν την παράξενη στάση της Ιωάννας. Τελικά, τα κορίτσια έκοψαν την τούρτα με μισή καρδιά και έβγαλαν δυο-τρεις φωτογραφίες ενδεικτικά για να θυμούνται τη μέρα. Ειρωνεία, αφού αυτή τη μέρα ήθελαν να την ξεχάσουν πιο πολύ από κάθε άλλη.

 

10.

    Από τότε που πέθανε η γιαγιά της, η Ιωάννα δεν ήταν ποτέ η ίδια. Άρχισε να απομακρύνεται από την παρέα, μέχρι που ξέκοψε τελείως. Ήξεραν ότι αγαπούσε πολύ τη γιαγιά της, αλλά δεν περίμεναν να γίνει όλο αυτό. Φήμες έλεγαν ότι η Ιωάννα έπινε και γενικότερα ”είχε μπλέξει”. Δεν είχαν ιδέα αν ήταν αλήθεια ή όχι, απλά ήλπιζαν η φίλη τους να είναι καλά.

Είχαν προσπαθήσει να μιλήσουν στην Ιωάννα αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Στο τέλος, αποφάσισαν να την αφήσουν και να μην την πιέσουν άλλο με την ελπίδα ότι η Ιωάννα θα καταλάβαινε και θα ξαναερχόταν στην παρέα τους από μόνη της.

Δυστυχώς, οι γονείς της είχαν τα δικά τους προβλήματα και δεν είχαν χρόνο για αυτά της κόρης τους. Μετά το θάνατο της μητέρας της, η κ .Στεφανία ήταν μονίμως στενοχωρημένη, δε μιλούσε πολύ πια, δεν ήταν η ευδιάθετη μητέρα που προσπαθούσε να περάσει όσο περισσότερο χρόνο γινόταν με τα παιδιά της. Είχε χάσει το χαμόγελό της.

 

11.

    Ήταν ένα ζεστό Κυριακάτικο πρωινό στα μέσα του Ιουλίου και η Ελένη είχε βγει με την Αλεξάνδρα. Η Ελένη εκτιμούσε πολύ την παρέα της Αλεξάνδρας. Ήταν ανοιχτόμυαλη και έδινε πάντα τις καλύτερες συμβουλές. Η Ελένη αποφάσισε να της μιλήσει για τα αισθήματά της, τα αισθήματα που κουβαλούσε τόσους μήνες. Δεν ήταν ότι ήθελε να της ζητήσει συμβουλή, απλώς ήθελε να μιλήσει σε κάποιον και να το βγάλει από μέσα της.

– Αλεξάνδρα, θα σου πω κάτι, αλλά δε θέλω να φρικάρεις. Να αντιδράσεις ψύχραιμα., σε παρακαλώ, ξεκίνησε. Θέλω να σου μιλήσω για κάτι που το θεωρώ πολύ σημαντικό, γι’ αυτό μην το πεις πουθενά.

– Εεμ εντάξει…Μην ανησυχείς.

– Λοιπόν, μου αρέσει μια κοπέλα, ξεφούρνισε.

Η Αλεξάνδρα είχε γουρλώσει τα μάτια και την κοιτούσε καλά καλά.

– Δεν είσαι εσύ! της φώναξε. Σου είπα να μη φρικάρεις!

Η Αλεξάνδρα ξεφύσηξε ανακουφισμένη.

– Συγγνώμη…Απλά μου ήρθε λίγο απότομο.

– Δεν πειράζει. Τέλος πάντων…Μου αρέσει, λοιπόν, μια κοπέλα, όπως σου είπα και πριν, συνέχισε η Ελένη. Αυτό ήθελα να σου πω.

– Μάλιστα… αποκρίθηκε η Αλεξάνδρα και την κοίταξε κάπως έντονα.

– Γιατί με κοιτάς έτσι;

– Αναρωτιέμαι…Αυτή η μυστηριώδης κοπέλα είναι η Σοφία;

Η Ελένη ένιωσε έτοιμη να λιποθυμήσει. Κάτι τέτοιο δεν το περίμενε.

– Πώς… πώς το κατάλαβες; Δεν μπορούσε να το χωρέσει το μυαλό της.

– Αυτό είναι υπέροχο!! φώναξε η Αλεξάνδρα και χαμογέλασε.

– Πού το βρίσκεις το υπέροχο;

Η Ελένη στενοχωρήθηκε κατά κάποιο τρόπο που η φίλη της κατάλαβε για τη Σοφία. Δεν ήθελε να μαθευτεί.

– Μα καλά, δεν καταλαβαίνεις; τη ρώτησε η Αλεξάνδρα λες και όλα ήταν προφανή.

– Όχι; Αν δε μου εξηγήσεις, πώς θα καταλάβω; της απάντησε η Ελένη και της ξέφυγε μια δόση ειρωνείας, κάτι που η Αλεξάνδρα απλώς το αγνόησε.

– Η Σοφία μου έχει πει ότι της αρέσεις κι εσύ!, της αποκάλυψε επιτέλους.

– Τι είναι αυτά που λες; Η Ελένη δεν το πίστευε.

– Αλήθεια;

Η Αλεξάνδρα κούνησε καταφατικά το κεφάλι της δυο φορές.

Η Ελένη δεν μπορούσε να το πιστέψει. Ήταν χαρούμενη. Ξέχασε και Ιωάννες και στενοχώριες και όλα! Ξαφνικά, σα να της φάνηκε ότι η μέρα ήταν λίγο, ή μάλλον, πολύ πιο φωτεινή από ό,τι πριν…!

 

“Προκαταλήψεις”

0

Συγγραφέας: ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΥΑΣ | Κατηγορία 4ο Τεύχος 2014-15 | , στις 17-03-2015

 της μαθήτριας Σεφερίδη Ελισάβετ (Γ4)

Σ’ ένα μάθημα μας στη Γλώσσα αναφερθήκαμε στις προκαταλήψεις. Μπορεί να μη θυμάμαι όλα όσα είπαμε εκείνη την ημέρα, αλλά θυμάμαι χαρακτηριστικά τη φράση,       ” Όλοι είμαστε ίδιοι, αλλά και διαφορετικοί “. Ναι το ξέρω….. Ακούγεται λίγο περίεργη, αλλά κατά βάθος (κατά πολύ βάθος για εμάς) έχει κάποιο νόημα. Μπορεί να άργησα να το καταλάβω, αλλά το κατάλαβα με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Δυστυχώς, συνειδητοποίησα, ότι εμείς οι Έλληνες (αλλά και πολλοί άλλοι λαοί πλέον) θεωρούμε τους εαυτούς μας τέλειους, ενώ τους άλλους τους θεωρούμε βάρβαρους. Αυτό συνέβαινε από την αρχαιότητα. Ή τουλάχιστον έτσι νόμιζα, μέχρι να μπούμε στο Γ’ Επεισόδιο στην, γνωστή για τα παιδιά της Τρίτης Γυμνασίου, ”Ελένη”. Εκεί διαβάσαμε ένα σχετικό κείμενο, το οποίο μας απόδειξε, ότι οι Έλληνες δεν θεωρούσαν βάρβαρους όσους είχαν διαφορετικό χρώμα δέρματος από το δικό τους, αλλά όσους είχαν διαφορετική παιδεία από αυτούς, πράγμα που τους έκανε απολίτιστους στα μάτια των Ελλήνων. Οπότε φαντάζομαι ότι οι σημερινοί Έλληνες αλλά και πολλοί άλλοι λαοί έχουν υιοθετήσει την αντίληψη των αρχαίων Ελλήνων λανθασμένα. Αλλά ας μιλήσω λίγο πιο συγκεκριμένα.

Σχεδόν κάθε μέρα (και το ποιά θα είναι αυτή η μέρα εξαρτάται από τα διαγωνίσματα) κάνω μία βόλτα στη Βεϊκου για να πάρω καθαρό αέρα και να ξεφύγω από τα αρνητικά στοιχεία της ρουτίνας μου. Η τελευταία φορά, όμως, με στιγμάτισε πραγματικά. Όπως περπατούσα ανέμελη είδα έναν  “μαύρο”, όπως τους αποκαλούμε, να περνά. Όχι δε με πείραξε η παρουσία αυτού του ανθρώπου, αλλά η συμπεριφορά, που έδειξαν τρία αγόρια απέναντί του. Με το που τον είδαν απομακρύνθηκαν και άρχισαν να τον χλευάζουν ενώ βρισκόταν μπροστά και τους άκουγε. Εκείνος, όμως, δεν είπε τίποτα, τους αγνόησε κι έφυγε γελώντας, μάλλον ειρωνικά. Η ερώτηση, όμως, είναι γιατί το έκαναν αυτό, από τη στιγμή, που εκείνος δε τους άγγιξε καν; Η μοναδική απάντηση είναι προκατάληψη. Προκατάληψη είναι μια γνώμη ή άποψη η οποία έχει σχηματιστεί κατά έναν μη αντικειμενικό/επιστημονικό τρόπο. Συχνά σχηματίζεται όταν δεν πληροφορούμαστε σωστά ή και καθόλου. Προκαταλήψεις είναι για παράδειγμα διάφορες στέρεες πεποιθήσεις που έχει ο άνθρωπος, όχι μέσα από τη γνώση (δηλαδή από την αλήθεια), αλλά από διάφορες κατά καιρούς δεισιδαιμονίες, θρησκοληψίες, ρατσισμούς, εθνικισμούς, κ.λ.π. Με άλλα λόγια η προκατάληψη είναι καθετί άλλο παρά θετικό.

Οι προκαταλήψεις είναι πολλών ειδών. Πρώτη απ’ όλες, στη σημερινή εποχή, είναι η φυλετική προκατάληψη / ρατσισμός, δηλαδή το να μη θες να κάτσεις δίπλα σ’έναν Αφρικανό στο μετρό. Υπάρχουν, επίσης, σ’ άλλες χώρες οι προκαταλήψεις ανάμεσα στα δύο φύλα, εις βάρος πάντα των γυναικών, όπως ο λιθοβολισμός στις γυναίκες ( Αφρική, Συρία, κ.λ.π.) όταν αποκτήσουν παιδί χωρίς να έχουν παντρευτεί Επίσης, λόγω της σημερινής οικονομικής κρίσης εμφανίζονται και προκαταλήψεις σε βάρος των φτωχών και των ανέργων από τους “ευκατάστατους”, όπως θεωρούνται, οι οποίοι βλέπουν τους φτωχούς ως αγράμματους, βάρβαρους και άχρηστους. Παρόλα αυτά αυτό δεν είναι το χειρότερο φαινόμενο ρατσισμού. Το βραβείο παίρνουν οι προκαταλήψεις εις βάρος των ανάπηρων στους οποίους έχουν δοθεί οι ονομασίες καθυστερημένοι, προβληματικοί και συνεπώς, άχρηστοι σε κάθε τομέα. Αυτό το γεγονός με έχει δυσαρεστήσει περισσότερο από όλα όσα προανέφερα και σήμερα έχει αναπτυχθεί αρκετά, αφού έχουν αναπτυχθεί και τα φαινόμενα αναπηρίας

Κατά τη γνώμη μου, είναι απαράδεχτη μια τέτοια συμπεριφορά σε άτομα που υποφέρουν από σωματικές και διανοητικές αναπηρίες. Έχουμε άραγε σκεφτεί πως θα νιώθαμε εμείς στη θέση τους αν μας κορόιδευαν για την αναπηρία μας; Πως θα αισθανόμασταν άραγε αν ξέραμε ότι πρέπει να διαγράψουμε την παλιά καλή μας ζωή και να ξεκινήσουμε μια νέα με δυσκολίες και απορρίψεις; Γιατί πρέπει, λοιπόν, όλα αυτά να τα περνάει ένας ανάπηρος, μας έχει κάνει κάτι; Μήπως φταίει που το σπίτι του καλύφτηκε από τις φλόγες και προσπαθώντας να σώσει τη μικρή αδερφή του έπαθε σοβαρά εγκαύματα; Ή μήπως φταίει που ένας απρόσεκτος οδηγός τον χτύπησε με το αυτοκίνητό του και δε μπορούσε πια να περπατήσει και τώρα κυκλοφορεί με αμαξίδιο; Ας σκεφτούμε σε τι κατάσταση θα ήμασταν εμείς στη θέση του. Θα μπορούσαμε άραγε να ήμαστε όλη την ώρα σ’ ένα αναπηρικό καροτσάκι, μακριά από όλους κι από όλα;

Ωστόσο, υπάρχουν ακόμα άνθρωποι, οι οποίοι προσπαθούν να σβήσουν από το χάρτη των καταστροφών, κάθε είδος προκατάληψης και ταυτόχρονα ρατσισμού. Για παράδειγμα, υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι, που δίνουν στην εκκλησία κάποια τρόφιμα ή χρήματα για τους φτωχούς ανθρώπους. Επίσης κάποιοι, οι οποίοι είναι ελάχιστοι, ξεχνάνε τη φυλετική διάκριση και βοηθούν συναισθηματικά τους μετανάστες και τους πρόσφυγες που έρχονται στη χώρα μας και γιατροί από όλο τον κόσμο, οι γνωστοί Γιατροί Χωρίς Σύνορα, βοηθούν σωματικά ανθρώπους στην άλλη άκρη του κόσμου, οι οποίοι πάσχουν από σοβαρές ασθένειες, ή υποφέρουν από φυσικές καταστροφές. Πιστεύω ότι αξίζει σ΄ αυτούς τους ανθρώπους ένα μεγάλο μπράβο, για την υπομονή, το θάρρος, την αλληλεγγύη και την αυταπάρνησή τους. Αλλά, μήπως είναι καιρός να σταματήσουμε μόνο να επαινούμε και να κάνουμε κι εμείς κάτι για να βοηθήσουμε στην μείωση των προκαταλήψεων και του ρατσισμού; Γιατί όλοι μαζί… ΜΠΟΡΟΥΜΕ!

 

 

 

 

“Συμβουλές για μια επιτυχημένη Τριήμερη”

0

Συγγραφέας: ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΥΑΣ | Κατηγορία 4ο Τεύχος 2014-15 | , στις 17-03-2015

της μαθήτριας Σεφερίδη Ελισάβετ (Γ4)

Τι δεν πρέπει να κάνετε σε μία τριήμερη:

  1. Μην καταναλώνεται μεγάλες δόσεις αλκοόλ, γιατί αν μεθύσετε…… άντε να σας συνεφέρουμε.
  2. Μην καπνίζετε, γιατί το κάπνισμα κάνει κακό στην υγεία και αν το μάθουν οι γονείς… έχετε γεια βρυσούλες.
  3. Μην ενοχλείτε τον κόσμο, γιατί κι αυτοί έχουν έρθει για να κάνουν διακοπές. Μην τους χαλάσουμε τη διάθεση, για να περάσουμε εμείς καλά.
  4. Τα αγόρια, κυρίως, παρακαλούνται να μην ενοχλούν ΔΙΑΡΚΩΣ τα κορίτσια.
  5. Μην προκαλείτε τους καθηγητές με τη συμπεριφορά σας, γιατί θα την πληρώσετε ακριβά τη νύφη.
  6. Κυρίως εσείς τ’ αγόρια, να μην τρώτε με αηδιαστικό τρόπο, γιατί οι υπόλοιποι που θέλουν να φάνε, δε φταίνε σε κάτι
  7. Μην λερώνετε όπου πηγαίνετε και αν το λερώσετε μετά να τα μαζέψετε.
  8. Μην είστε όλη την ημέρα μέσα στο ξενοδοχείο, γιτί η τριήμερη είναι για να κάνετε βόλτες, όχι για να κλείνεστε μέσα σε τέσσερις τοίχους, όπως κάνατε στο σπίτι σας. Αν και δε νομίζω να συμβεί κάτι τέτοιο.
  9. Μην ονειρεύεστε μόνο τη στιγμή που θα πάτε στο club, δείτε και την επίσκεψη στους αρχαιολογικούς χώρους με καλό μάτι.
  10. Αν γίνεται να μην έχετε μωρουδίστικη συμπεριφορά και γίνουμε ρεζίλι…

Τι θα πρέπει να κάνετε:

  1. Θα πρέπει να βγαίνετε συνέχεια έξω… Να κάνετε βόλτες, να βγάλετε selfies κ.λ.π.
  2. Θα πρέπει καθ’ όλη τη διάρκεια της τριήμερης να χαμογελάτε, γιατί πάμε τριήμερη για να περάσουμε καλά.
  3. Θα πρέπει να τρώτε όλα τα γεύματα της ημέρας για να έχετε δυνάμεις να χορέψετε, ή να σταθείτε όρθιοι για πολύ ώρα (αρχαιολογικοί χώροι, βόλτες, κ.λ.π.)
  4. Οι ψυχές της παρέας να κάνουν και κάποιες βλακιούλες για να περάσει η ώρα.
  5. Να χορεύετε πολύ και γενικότερα….

 ΝΑ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΕΤΕ!!!

“Ο παππούς μου”

0

Συγγραφέας: ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΥΑΣ | Κατηγορία 4ο Τεύχος 2014-15, Αρθρα | , στις 17-03-2015

της μαθήτριας Καπελλάκη Ελεάνας (Α2)

Σε ένα χωριό του Ταϋγέτου κοντά στη Σπάρτη ζει ο πολυαγαπημένος μου παππούς Σάββας. Ζει μαζί με τη γιαγιά μου και είναι 81 χρονών. Ενώ η οικογένειά του, οι γονείς του και τα δύο αδέρφια του, ήρθαν από τον Πόντο της Μικράς Ασίας, ο παππούς μου γεννήθηκε σε αυτό το χωριό της Σπάρτης.

pappus1

Είναι ένας ψήλος άνδρας, ευθυτενής, με φαρδιές πλάτες. Έχει πολλά κατάλευκα μαλλιά και μουστάκι. Έχει δύο πράσινα, καλοσυνάτα μάτια και γλυκό χαμόγελο. Το πιο εντυπωσιακό όμως είναι τα χέρια του, με λεπτά μακριά δάκτυλα , πραγματικά χέρια πιανίστα.

Ο παππούς μου είναι πολύ κοινωνικός και φιλόξενος άνθρωπος. Φιλοξενεί ανθρώπους ακόμα κι αν δεν τους γνωρίζει καλά. Διατηρεί φιλίες από τα νιάτα του, ακόμα και από το στρατό. Είναι γλυκός και καλοσυνάτος και πάντα ήρεμος. Αν καμιά φορά θυμώσει, η όψη του γίνεται τρομακτική γιατί σμίγει τα μεγάλα φρύδια του και γουρλώνει τα μάτια του. Η μεγάλη του αγάπη είναι η φύση που ζει αρμονικά μαζί της και μπορεί και την ερμηνεύει. Ανεβαίνει στην κορφή του Ταϋγέτου να μαζέψει τσάι, περπατάει στον κάμπο του Ευρώτα και μαζεύει βολβούς και κάνει περιπάτους στα κτήματα παρακολουθώντας τις ελιές και τις πορτοκαλιές. Ξέρει τα ονόματα όλων των πουλιών και τις συνήθειές τους, τα ονόματα όλων των δέντρων, τη διαφορετικότητα των χωμάτων, τις αλλαγές του καιρού.

pappus2

Ο παππούς μου για να ζήσει την οικογένειά του έκανε πολλά επαγγέλματα και τα κατάφερνε σε όλα πολύ καλά. Η γιαγιά μου έλεγε με περηφάνια ότι είχε χρυσά χέρια. Τα τελευταία χρόνια, επειδή τον πονούν τα πόδια του περπατάει με μπαστούνι. Αναγκαστικά τώρα, θα σταματήσει να οδηγεί.

Έτσι είναι ο πολυαγαπημένος μου παππούς. Μου λείπει πολύ αλλά είναι πολύ δύσκολο να τον επισκέπτομαι. Κάθε φορά όμως που βρίσκομαι κοντά του απολαμβάνω τις βόλτες μας και όλες εκείνες τις στιγμές που με κάνει να παρατηρώ τη φύση με τα δικά του μάτια.

“Γενιές που μεγαλώνουν με τρόπο ζωής, τη ΒΙΑ”

0

Συγγραφέας: ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΥΑΣ | Κατηγορία 4ο Τεύχος 2014-15, Αρθρα | , στις 06-03-2015

των μαθητριών Αγγελικής Σκουφούλα ,Μαριάννας Φοίτου & Σίλιας Πολυχρονίου (Γ4)

bia

Καθημερινά παρακολουθούμε σε δελτία ειδήσεων ανθρώπους που «πέφτουν» θύματα βίας. Πιο συγκεκριμένα, σε χώρες του τρίτου κόσμου, όπου η παιδεία είναι ελλιπής και υπάρχει ηθική εξαθλίωση, οι άνθρωποι ακολουθούν τα μονοπάτια της βίας, διότι μέσα από αυτά βρίσκουν ένα τρόπο να επιβληθούν. Αυτή η συμπεριφορά γίνεται τρόπος ζωής και υιοθετείται από κάποιες κοινωνικές ομάδες, όπως οι τζιχαντιστές, των οποίων η εγκληματική δράση είναι και ένα ιδιαίτερα επίκαιρο θέμα. Έτσι, οι επόμενες γενιές, δηλαδή τα παιδιά, τα οποία είναι πνευματικά ευάλωτα στις βίαιες πράξεις του κοινωνικού περίγυρου, διαπλάθουν την προσωπικότητά τους έχοντας ως πρότυπο τη βία. Εφόσον λοιπόν η βία θεωρείται «αξία» και συνεχίζει να επιβιώνει, τα άσχημα αυτά φαινόμενα θα εξακολουθούν να επικρατούν. Συνεπώς, στο μέλλον θα βρεθούμε αντιμέτωποι με μία κατάσταση από την οποία θα απουσιάζουν η ομόνοια, η αλληλεγγύη, ο αλληλοσεβασμός και η αξιοπρέπεια. Παρ’ όλα αυτά, όλοι μπορούμε να συμβάλλουμε στην αντιμετώπιση πράξεων που παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα!

«Μια μορφή διαμαρτυρίας…»

2

Συγγραφέας: ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΥΑΣ | Κατηγορία 4ο Τεύχος 2014-15, Αρθρα | , στις 04-02-2015

της μαθήτριας Πυτιλάκη Φλώρας (Γ4)

europe

    Η Ευρωπαϊκή Ένωση εξασφαλίζει στη χώρα μας μια θέση στην « οικογένειά » της . Αυτό σημαίνει αλληλεγγύη, υποστήριξη, κατανόηση, βοήθεια στις δύσκολες περιόδους  που διανύει κάθε κράτος-μέλος. Το ίδιο ισχύει και για τη χώρα μας, πάντα όμως σε λελογισμένα πλαίσια. Γιατί δεν μπορούμε να βασιζόμαστε συνέχεια στους άλλους, στην κατανόησή τους, στη συγχώρεσή τους, στην ανοχή τους.

Και ενώ άλλες χώρες αντιμετωπίζουν πόλεμο  με την κυριολεκτική του σημασία, με όπλα, βόμβες, σκοτωμούς, προσφυγιά – φαινόμενα αναμφισβήτητα καταδικαστέα και φρικιαστικά –  στη χώρα μας συμβαίνει ένας εξίσου ανηλεής πόλεμος, ο οικονομικός.

Εγώ και άλλοι νέοι φοβόμαστε ότι θα αναγκαστούμε να σταματήσουμε να ονειρευόμαστε το μέλλον μας, ξέροντας ότι θα είμαστε άνεργοι ή ότι θα κάνουμε μια δουλειά που δε θα είναι της επιλογής μας. Ωστόσο, ο καθένας μας εξακολουθεί να κοπιάζει για τους στόχους του.

Πρόσφατα έγιναν εκλογές στη χώρα μας και ελπίζουμε σε κάτι καλύτερο. Δυστυχώς, όμως, αν δε δούμε πρώτα αποτελέσματα, δεν μπορεί κανείς μας να ησυχάσει. Ξέρω πως ο καθένας σας αυτά τα ακούει κάθε μέρα, αλλά το να εκφράζω την ανησυχία μου είναι μια μορφή διαμαρτυρίας και παράλληλα μια ευχή για τη χώρα μου που, πραγματικά, αξίζει να σηκωθεί λίγο ψηλότερα.

europe2

“Ένα μάθημα όπως το ονειρεύομαι”

0

Συγγραφέας: ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΥΑΣ | Κατηγορία 4ο Τεύχος 2014-15, Αρθρα | , στις 03-02-2015

της μαθήτριας Καπελλάκη Κασσάνδρας (Γ2)

          Η καθηγήτρια των Θρησκευτικών μας μάς ζήτησε να γράψουμε μία εργασία με θέμα το πώς θα μας άρεσε να γίνεται το μάθημα ώστε να μαθαίνουμε αλλά να διασκεδάζουμε κιόλας. Αυτή είναι η δική μου εργασία  :

         Μία μέθοδος διδασκαλίας που μου αρέσει και την προτιμώ είναι η ομαδοσυνεργατική. Η ομαδοσυνεργατική μέθοδος γίνεται μέσα από ομάδες μαθητών για την πραγματοποίηση των δραστηριοτήτων.

    Ένα πλεονέκτημα αυτής της διδασκαλίας είναι ότι ενθαρρύνει τη συμμετοχή των μαθητών, τα κρούσματα απειθαρχίας μειώνονται και ενισχύεται η αυτοεκτίμηση των μαθητών. Δίνεται η ευκαιρία στους μαθητές να αξιοποιήσουν τις εμπειρίες τους και να αναπτύξουν τις επικοινωνιακές τους ικανότητες. Οι μαθητές μπορούν να εκφράζουν ελεύθερα τη γνώμη τους, χωρίς φόβο αποδοκιμασίας ή κριτικής. Μαθαίνουνε να συνεργάζονται να κάνουν συμβιβασμούς και να ακολουθούν εντολές.

      Μειονέκτημα είναι τα προβλήματα επικοινωνίας που μπορεί να προκύψουν καθώς και το γεγονός ότι κάποιοι μαθητές μπορεί να μην συμμετέχουν

     Προσωπικά, θεωρώ αυτό το είδος διδασκαλίας πιο αποτελεσματικό και παραγωγικό. Με το να θέτεις στόχους που μπορούν να πραγματοποιηθούν μόνο από μία ομάδα και όχι ατομικά, αναπτύσσεις ένα συναίσθημα αφοσίωσης σε αυτήν την ομάδα. Κάνοντάς το αυτό, δημιουργείται η αίσθηση ότι ανήκεις και παίζεις σημαντικό αναντικατάστατο ρόλο στην ομάδα και αναπτύσσεις φιλίες και σχέσεις με αυτούς τους ανθρώπους, με άλλα λόγια κοινωνικοποιήσε. Αποκτάς την εμπειρία της συμμετοχής και έτσι θα βοηθηθείς και στην επαγγελματική σου ζωή.

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση