Τη Γερμανική γλώσσα μιλούν σε όλο τον κόσμο περίπου 95 εκατομμύρια άνθρωποι ως μητρική γλώσσα στη Γερμανία, στην Αυστρία, στην Ελβετία, στο Λιχτενστάιν και σε διάφορες άλλες περιοχές της Ευρώπης: Λουξεμβούργο, Βόρεια Ιταλία, Βορειοανατολική Γαλλία και Ανατολικό Βέλγιο. Επίσης τη μιλούν και σχεδόν 80 εκατομμύρια άνθρωποι ως δεύτερη γλώσσα. Η επίσημη Γερμανική γλώσσα διδάσκεται ευρέως σε σχολεία, πανεπιστήμια, στα Ινστιτούτα Γκαίτε και σε άλλα ιδιωτικά φροντιστήρια σε όλον τον κόσμο. Ανήκει στην ομάδα των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών, όπως και η ελληνική.   Οι δυο τους αποτελούν ανάμεσα σ’ άλλες μία γλωσσική οικογένεια κι έχουν κοινή ρίζα, αν και δεν είναι εξ` αρχής τόσο οφθαλμοφανές. Η ομοιότητα βασικών λέξεων στη σανσκριτική, αρχαία ελληνική, λατινική, γερμανική, αγγλική κ.ά. όπως πατέρας (σανσκ. pita, αρχ. ελλ. πατήρ, λατ. pater, γερμ. Vater, αγγλ. father), μητέρα (σανσκ. mata, αρχ. ελλ. μήτηρ, λατ. mater, γερμ. Mutter, αγγλ. mother) κλπ. οδήγησε τους γλωσσολόγους στην υπόθεση ότι οι λέξεις αυτές έχουν κοινή ρίζα.

Στη Γερμανική γλώσσα έχουν ενταχθεί πάνω από 16.000 ελληνικές λέξεις απλές και σύνθετες στη καθημερινή ζωή, ελληνικές λέξεις ζωντανές, που λέγονται, ακούγονται, γράφονται και διαβάζονται στην τρέχουσα γλώσσα σε όλα τα επίπεδα, από την επιστήμη μέχρι την αγορά, όπως για παράδειγμα: Theater, Musik, Museum, Orchester, Rythmus, Energie, Mythos, Programm, Problem, System, Klima, Kosmos, Graphik, Politik, Anarchie, Theologie, Technik, Thema, Therapie, Methode, Mathematik, Physik, Periode, κ.ά.