Πριν από ένα χρόνο ο τότε υπουργός Παιδείας Αρης Σπηλιωτόπουλος είχε ανακοινώσει ότι θα δοθούν 126.000 φορητοί υπολογιστές στους μαθητές της Α΄ Γυμνασίου «στην προσπάθεια για τη μετάβαση στην κοινωνία της πληροφορίας». Η εξαγγελία υλοποιήθηκε. Ενα χρόνο μετά η Ευρωπαϊκή Ενωση ζητάει από την Ελλάδα να επιστρέψει τα κονδύλια «διότι οι υπολογιστές δόθηκαν χωρίς να υπάρχει ψηφιακό περιεχόμενο, χωρίς να υπάρχει μάθημα και εκπαίδευση των καθηγητών. Πήραν τα παιδιά τους υπολογιστές στο σπίτι και έπαιζαν!», είπε χθες η νυν υπουργός Αννα Διαμαντοπούλου.
Η πολιτική αντιπαράθεση είναι ορατή. Κάθε υπουργός αποκαλύπτοντας τα ατοπήματα του προκατόχου του επιδιώκει πίστωση χρόνου. Ηταν αυτονόητο ότι χωρίς επιμόρφωση των εκπαιδευτικών ο ηλεκτρονικός υπολογιστής δεν έχει λόγο ύπαρξης. Ο κ. Σπηλιωτόπουλος έκανε, τότε, το προεκλογικό χρέος του.
Τι μας εγγυάται όμως πως η κ. Διαμαντοπούλου δεν αναπαράγει το ίδιο ακριβώς λάθος τοποθετώντας τους διαδραστικούς πίνακες στη Β΄ Γυμνασίου; Οτι δεν προσφέρει μια τεχνολογική πολυτέλεια χωρίς τις απαραίτητες προϋποθέσεις; Τι μας εξασφαλίζει από το μελλοντικό σενάριο, η επόμενη αρμόδια Ευρωπαϊκή Επιτροπή να απαιτήσει πίσω τα χρήματα για τους διαδραστικούς πίνακες;
Η ψηφιακή εποχή είναι, πράγματι, πολύ φωτογενής. Ειδικά όταν απευθύνεται κανείς στη γενιά των σημερινών εφήβων, δεν μπορεί παρά να ξέρει να χειρίζεται με επάρκεια τη γλώσσα τους και, αν έχει κυβερνητικό αξίωμα, να παρέχει τις απαραίτητες τεχνολογικές διευκολύνσεις. Και, ασφαλώς, τις προοπτικές για την πλήρη ένταξη του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος στην «κοινωνία της πληροφορίας» (ένα ακόμη δημοφιλές πρόγραμμα). Απαραίτητα όλα αυτά. Οπως ορθά αναρωτήθηκε η κ. Διαμαντοπούλου, «θα αφήσουμε μια γενιά παιδιών πίσω, θεωρώντας ότι πρέπει να κάνουμε πρώτα το τέλειο σχολείο και μετά να βάλουμε τον υπολογιστή;». Ασφαλώς όχι. Ομως, τι νόημα έχει να «βάζουμε τον υπολογιστή» και μετά να ζητάει η Ε. Ε. να επιστρέψουμε τα κονδύλια ή να παίρνουν οι μαθητές το λάπτοπ μαζί τους στο διάλειμμα γιατί το σχολείο δεν έχει ντουλάπια για να το φυλάξουν; Ο διαδραστικός πίνακας μπορεί να είναι συναρπαστικός τρόπος διδασκαλίας, αλλά αν το παράθυρο μπάζει και η θέρμανση δεν επαρκεί έχει τη δύναμη να αναπληρώσει στοιχειώδεις ελλείψεις;
Αν το «τέλειο σχολείο» είναι στόχος ανέφικτος, ας επιχειρήσουμε τουλάχιστον το λειτουργικό σχολείο, εκείνο που έχει λύσει βασικά οργανωτικά προβλήματα και πορεύεται με συντονισμένη, στη σημερινή εποχή, την εκπαιδευτική του κοινότητα. Γιατί και ως προς αυτό οι αποκλίσεις είναι μεγάλες: ορισμένοι εκπαιδευτικοί είναι εξαιρετικοί χρήστες και άλλοι αρνούνται να εμπεδώσουν και τα βασικά.
Το 1970, μεσούσης της δικτατορίας, ο Τάκης Ζενέτος κατασκεύαζε το σχολείο του μέλλοντος. Το περίφημο «Στρογγυλό» στο Μπραχάμι είχε σχεδιαστεί για να υποδεχτεί τις νέες τεχνολογίες, είχε προβλέψει χώρους για εκπομπές βίντεο και ολογράμματα. «Ξέρω πως η κατάσταση δεν θα είναι ιδανική» έλεγε ο πρωτοπόρος αρχιτέκτονας, «απλώς είμαι ήσυχος πως οι δάσκαλοι έχουν ήδη το χνάρι στα χέρια τους»…
Τέσσερις δεκαετίες αργότερα πάνω σε ποιο χνάρι άραγε βαδίζουμε;
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.