Η χρηματοπιστωτική κρίση είναι εξ ορισμού συνώνυμη με την αβεβαιότητα. Σε μια χώρα σαν την Ελλάδα, όπου η έλξη της τηλεοπτικής εικόνας έχει προ πολλού εκμηδενίσει το πάθος της ανάγνωσης, όπου οι αναγνώστες των πολιτικών εφημερίδων (σε αντίθεση με τις κωμικά υπεράριθμες αθλητικές) φυλλορροούν χρόνο με το χρόνο, η αδυναμία πρόβλεψης του μέλλοντος είναι σχεδόν απόλυτη. Το ερώτημα σχετικά με το πόσες (και ποιες) εφημερίδες θα επιβιώσουν της κρίσης ταλανίζει κάθε δημοσιογράφο.
Η εφημερίδα Le Monde δημοσίευσε πρόσφατα έρευνα, σύμφωνα με το πόρισμα της οποίας το Διαδίκτυο –πηγή αλλά και προοιωνιζόμενη λύση του προβλήματος– δεν φαίνεται να μπορεί να εγγυηθεί το μέλλον των εφημερίδων. Ενώ η δωρεάν ανάγνωση στο Διαδίκτυο πλήττει καίρια τις εφημερίδες, η ηλεκτρονική κυκλοφορία των εφημερίδων (η εξάλειψη του τεράστιου εξόδου για την πρώτη ύλη, δηλαδή το χαρτί) φάνταζε ιδανική λύση.
Οπως όμως προκύπτει από τα στοιχεία της ετήσιας έκθεσης του ανεξάρτητου Think Tank «Pew Research Center»: «Είναι ολοένα και προφανέστερο ότι η ηλεκτρονική δημοσιογραφία δεν έχει ακόμα βρει κάποιο αποδοτικό μοντέλο λειτουργίας». Το 79% των αναγνωστών θεμάτων ειδησεογραφικού περιεχομένου στο Διαδίκτυο δηλώνει ότι «κλικάρει» εξαιρετικά σπάνια, αν όχι ποτέ, σε κάποια διαφήμιση. Σύμφωνα με τους συγγραφείς της έκθεσης, «οι αναγνώστες δεν ενοχλούνται από τις διαφημίσεις, απλώς τις αγνοούν».
Απ’ όπου προκύπτει πως η συμβατική διαφήμιση του Διαδικτύου δεν θα μπορέσει να συντηρήσει τις εφημερίδες στο Διαδίκτυο. Ούτε όμως και η προτεινόμενη λύση της ανάγνωσης επί πληρωμή (ή συνδρομή) φαίνεται να μπορεί να ευοδωθεί: μόλις το 7% των χρηστών του Ιντερνετ φαίνεται διατεθειμένο να πληρώσει για την ενημέρωσή του. Και στο μεταξύ, οι αγοραστές εφημερίδων μειώνονται διαρκώς και μαζί τους και οι έντυπες διαφημίσεις, οι οποίες αποτελούν το οξυγόνο των εφημερίδων.
Μήπως θα πρέπει να αρχίσουμε να φανταζόμαστε ένα μέλλον χωρίς εφημερίδες; Και τι χρώμα θα είχε αυτό;
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.