Ο λαμπρός ήλιος της νεότητας αντικαθίσταται σταδιακά από τον μαύρο ήλιο της μελαγχολίας του Ζεράρ ντε Νερβάλ και των πένθιμων σκηνικών του Ε. Α. Πόε. Κάμαρες σκοτεινές και κλειστοί κήποι φιλοξενούν πληγωμένους εραστές και μοναχικούς αναστεναγμούς. Το μαύρο χρώμα, που κατακτά όλο και μεγαλύτερη θέση στην παλέτα του Καρυωτάκη, δεν οφείλεται μόνο στο διάβασμα των καταραμένων ποιητών, αλλά και σε μια ενδιάθετη ροπή του προς την ανατροπή των ποιητικών και κοινωνικών συμβάσεων. Ο ποιητής συντονίζεται με το μπωντλαιρικό συναίσθημα του πεπερασμένου, με το άγχος και την αγωνία του τέλους που σημαδεύουν την ερωτική σχέση αλλά και την ίδια την ύπαρξη του ποιητικού υποκειμένου. Ο έκπτωτος άγγελος του παραδείσου της εφηβείας, η διχοτομημένη αντίθεση ανάμεσα στην τραυματισμένη υποκειμενικότητα και την αλγεινή πραγματικότητα, οδηγούν τον ερωτισμό του Καρυωτάκη σε δύο δρόμους: του ελεγείου και της σάτιρας, όπως αποτυπώνεται στην τρίτη και σημαντικότερη συλλογή του (1927) αλλά και στα τελευταία του ποιήματα.

Τα ποιήματα «Αποστροφή» και «Ωχρά σπειροχαίτη», στα οποία ο έρωτας εμφανίζεται ως αντικείμενο μιας εμπορευματικής ή αγοραίας συναλλαγής, παραπέμπουν σε δύο τύπους γυναικών, τις οποίες έχει γνωρίσει πολύ καλά ο Καρυωτάκης: στις «ημιπαρθένες» που έχουν ως μοναδικό τους όνειρο «τον αγαθόν άντρα και τα νόμιμα κρεβάτια» και στις «αγορασμένες φίλες». Από μιαν άποψη, οι δύο αυτοί τύποι γυναικών προσγειώνουν τελικά την ποίηση του καρυωτακικού νεορομαντισμού στο έδαφος μιας αντίδικης πραγματικότητας, οδηγούν όμως τον ποιητή σε δυναμικότερες εκφραστικές επιλογές και ιδιοφυέστερες τεχνικές.

Στην ύστερη και ωριμότερη φάση της καρυωτακικής ποίησης το συναίσθημα της μοναξιάς ή του ακυρωμένου πόθου, τόσο κοντά στην αίσθηση της αποξένωσης του υποκειμένου μέσα στον σύγχρονο κόσμο, οδηγούν στη θεματική του αδύνατου έρωτα. Ο τελευταίος στίχος που θα γράψει ο ποιητής για τον έρωτα είναι βαθύτατα και απελπισμένα σαρκαστικός: «Θάνατος οι γυναίκες που αγαπιούνται/ καθώς να καθαρίζουνε κρεμμύδια». Η ταλάντωση της καρυωτακικής ποίησης ανάμεσα στα συναισθήματα του έρωτα και του θανάτου θα σταματήσει πλέον οριστικά υπέρ του δεύτερου. Γιατί ο θάνατος του έρωτα στάθηκε ίσως για τον ποιητή ο πιο μοιραίος από όλους τους άλλους.

 

Διαβάστε όλο το άρθρο της Χριστίνας Ντουνιά,  καθηγήτριας νεοελληνικής φιλολογίας του πανεπιστημίου Ιωαννίνων στο Βήμα Ιδεών της 7ης Αυγούστου 2009

 

Αφήστε μια απάντηση

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων