Η επίπτωση των διατροφικών διαταραχών σχετίζεται άμεσα με τη συμπεριφορά μας προς το φαγητό. Η διαταραγμένη συμπεριφορά προς το φαγητό μπορεί να εκδηλωθεί στο πλαίσιο της προσπάθειας να επιτευχθούν μη ρεαλιστικοί στόχοι ή να αποκτηθεί το αίσθημα ελέγχου της προσωπικής ζωής. Με τον τρόπο αυτό όμως, το μυαλό αποσπάται από σημαντικά προβλήματα: διαπροσωπικά, εργασιακά ή ψυχολογικά.

Η κατανάλωση φαγητού δεν έχει μόνο βιολογική, αλλά και ψυχική αξία. Εχει φυσιολογικά δύο πλευρές: μια βιολογική, για να συντηρηθεί δηλαδή ο οργανισμός, προσλαμβάνοντας τροφή, αλλά και μια ψυχική, να ευχαριστηθεί δηλαδή το άτομο με τη γεύση, ώστε να θελήσει την κατανάλωση του φαγητού. Η επίγνωση της παραπάνω διαπίστωσης συντελεί στο να μπορεί κανείς να ξεχωρίσει την πείνα από την όρεξη. Η πείνα αντιστοιχεί στο μήνυμα που στέλνει ο οργανισμός για να ζητήσει ενέργεια. Η όρεξη, από την άλλη πλευρά, εξαρτάται από την ψυχική διάθεση και αντιστοιχεί στην αισθησιακή ικανοποίηση του ενστίκτου. Οπως υποστηρίζεται από έρευνες, «η πείνα» δύο μόλις ώρες μετά από ένα πλήρες γεύμα συνιστά αυξημένη όρεξη για φαγητό και όχι εγκεφαλικό σήμα για πρόσληψη τροφής. «Ελέγξτε τα συναισθήματά σας εκείνη τη στιγμή. Θα διαπιστώσετε ότι ένας θυμός, μια στενοχώρια, ένα άγχος κτλ. είναι οι αιτίες που σας κάνουν να λέτε στον εαυτό σας ότι πεινάτε», αναφέρουν ψυχολόγοι.

Το σωματικό βάρος αυξάνεται τρώγοντας όταν έχουμε όρεξη και όχι όταν πραγματικά πεινάμε. Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό να μάθουμε να αποφεύγουμε το τσιμπολόγημα που σχετίζεται με την όρεξη. Κατά τη διάρκεια έντονης συναισθηματικής φόρτισης, άγχους ή κατάθλιψης, η διαχείριση των σημάτων πείνας και κορεσμού γίνεται πολύ δυσκολότερη, οπότε και αυξάνονται οι πιθανότητες αδηφαγίας.

Τι είναι το αδηφαγικό επεισόδιο;

Ενα αδηφαγικό / βουλιμικό επεισόδιο συνεπάγεται απώλεια ελέγχου της περιορισμένης -για λόγους συνήθως αδυνατίσματος- πρόσληψης φαγητού και χαρακτηρίζεται από επανειλημμένα επεισόδια υπερφαγίας, που συνοδεύονται από συμπεριφορές ακύρωσης. Κατά τη διάρκειά τους, ένα άτομο μπορεί να καταναλώσει μικρές ή μεγάλες ποσότητες φαγητού με γρήγορο ρυθμό, με πιθανές εναλλαγές από γλυκό σε αλμυρό και αντίστροφα σε χρονικό διάστημα 2-3 ωρών. Ακολουθεί μια προσωρινή υποχώρηση του αισθήματος της πείνας, του θυμού, του άγχους, αλλά τελικά απομένει ο φόβος της αύξησης του βάρους. Και είναι ο φόβος αυτός που οδηγεί αρκετές φορές σε λήψη ακραίων αντισταθμιστικών μέτρων: πρόκληση εμετού, χρήση καθαρτικών ή διουρητικών φαρμάκων.

Προφίλ

Ενα βουλιμικό άτομο χαρακτηρίζεται συνήθως από αδυναμία να αντιμετωπίσει κατά μέτωπο τις όποιες δυσκολίες της ζωής του. Επιθυμεί το ενδιαφέρον των υπολοίπων, αλλά στην πράξη το φοβάται, αποφεύγοντας την όποια κριτική / σχολιασμό. Πιθανότατα, στη ζωή τους υφίστανται σχέσεις ιδιαίτερα αμφιταλαντευόμενες και αμφιθυμικές, που πολλές φορές πυροδοτούν τα αδηφαγικά επεισόδια. Η επιθυμία του βουλιμικού ατόμου να «αγκαλιάσει» ένα αγαπημένο του πρόσωπο αλλά και να το διώξει από κοντά του -νιώθοντας ότι απειλείται- περιγράφει την αμφιθυμία του.

Κατά κανόνα, τα βουλιμικά επεισόδια σχεδιάζονται και το φαγητό αποθηκεύεται με σκοπό να καταναλωθεί όταν δεν θα υπάρχει η πιθανότητα διακοπής. Για τον λόγο αυτό, λαμβάνουν χώρα κατά τις νυχτερινές ώρες. Κάποιοι με χρόνια εξέλιξη εκδηλώνουν υπερφαγικά επεισόδια με βραδύτερους ρυθμούς, ενώ άλλοι «τσιμπολογάνε με τις ώρες» μικρές ποσότητες τροφών.

Η αίσθηση απώλειας του ελέγχου και των ορίων στις διαπροσωπικές σχέσεις συνοδεύεται από την απόπειρα ανάκτησης αυτών με το φαγητό, όπου φαντασιώνει πως έχει τον πλήρη έλεγχο. Η δημιουργία της σχέσης αυτής με το φαγητό λειτουργεί ως καταφύγιο από τις αμφιθυμικές διαπροσωπικές του σχέσεις, στις οποίες δεν έχει τον έλεγχο. Στην περίπτωση αυτή εντάσσεται και η «συναισθηματική πείνα», όταν το φαγητό παρέχει ανακούφιση από άγχος, αναστάτωση ή κατάθλιψη σε άτομα με χαμηλή αυτοεκτίμηση και διαπροσωπικές δυσκολίες.

Η χαμηλή αυτοεκτίμηση και το άγχος για την εικόνα του σώματος μπορούν να οδηγήσουν σε αλλεπάλληλες προσπάθειες να περιοριστεί η κατανάλωση φαγητού, πράγμα που με τη σειρά του επιφέρει αδηφαγικά επεισόδια. Η αδηφαγία μπορεί να προκαλέσει κοιλιακή διάταση ή αύξηση του βάρους, που προκαλούν ενοχές και ενισχύουν τα προβλήματα αυτοπεποίθησης. Ερευνες υποδεικνύουν ότι μόνο ένα μικρό ποσοστό νεαρών ανθρώπων που υπόκεινται σε δίαιτα αδυνατίσματος αναπτύσσουν διατροφική διαταραχή, παρ’ όλο που όταν η επιθυμία για πολύ χαμηλό βάρος συνδυάζεται με προβλήματα μειωμένης αυτοεκτίμησης ή διαπροσωπικά προβλήματα, είναι αρκετά πιθανό να λάβουν χώρα τέτοιου είδους διαταραχές. Επειδή όμως η εξωτερική εμφάνιση συμβάλλει σημαντικά στην κοινωνική και διαπροσωπική επιτυχία, ειδικά οι γυναίκες θέτουν την εμφάνιση και το βάρος τους σαν υψηλές προτεραιότητες στη ζωή τους. Με τον τρόπο αυτό, όμως, ωθούνται σε αυστηρή δίαιτα, η οποία μπορεί με τη σειρά της να οδηγήσει στη βουαλιμία. Βέβαια, η συμπεριφορά των βουλιμικών ατόμων δεν βασίζεται στο αίσθημα της πείνας, αλλά στην πεποίθηση ότι είναι πολύ «χοντροί», οπότε και η απώλεια βάρους θα λύσει το πρόβλημα. Για τον λόγο αυτό, η διατροφική εκπαίδευσή τους θα πρέπει να αφορά την αναγνώριση τόσο της πείνας όσο και των σημάτων κορεσμού.

 

 Ανακτήθηκε από τον ιστότοπο: http://www.enet.gr
Σχετικός δεσμός:http://www.enet.gr/online/online_text/c=112,id=13046020



Θα πρέπει να είστε συνδεδεμένος για να υποβάλλετε σχόλιο.

Αφήστε μια απάντηση

  • Ημερολόγιο καταχώρησης άρθρων

    Απρίλιος 2024
    Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
    1234567
    891011121314
    15161718192021
    22232425262728
    2930  
  • Αρχεία

  • Ετικέτες

  • Αποποίηση ευθυνών

    Οι πληροφορίες που παρατίθενται στο τρέχων blog προέρχονται από ψηφιακό υλικό που βρίσκεται διαθέσιμο στο χώρο του διαδικτύου.