Κοτύωρα (Ορντού)

Ορντού

Η πόλη είναι κτισμένη στα παράλια του Εύξεινου Πόντου, στις υπώρειες του όρους Μπόζτεπε και δίπλα από τον ποταμό Μελάνθιο, που ρέει ανατολικά της πόλης.

Ο Ξενοφών αναφέρει την πόλη ως αποικία της Σινώπης, ο δε Όμηρος στην Ιλιάδα την αποκαλεί Κύτωρο. Οι Τούρκοι της έδωσαν το όνομα Ορντού που σημαίνει στρατόπεδο, γιατί εκεί συγκεντρωνόταν ο στρατός του Μωάμεθ Β’ του Πορθητή.

Το όνομα Κοτύωρα προέρχεται από τον βασιλιά της Παφλαγονίας Κότυο και την ώρα (φρούριο). Μετά την ίδρυση του βασιλείου του Πόντου από τους Μιθριδάτες, τα Κοτύωρα υποτάχθηκαν σ’ αυτούς. Ο Στράβων αναφέρει ότι οι κάτοικοι των Κοτυώρων αποίκησαν την Φαρνακία, γεγονός που μας δείχνει ότι την εποχή εκείνη τα Κοτύωρα είχαν πολύ μεγάλο πληθυσμό.

Η παρουσία των Ελλήνων στην πόλη από τον 18ο αι., και η ενίσχυση της ελληνικής κοινότητας με κατοίκους από διάφορους ελληνικούς οικισμούς της εκκλησιαστικής περιφέρειας της μητρόπολης Νεοκαισάρειας από τα μέσα του 19ου αι., έδωσαν πληθυσμιακή και αναπτυξιακή ώθηση στην πόλη, η οποία άρχισε να μεγαλώνει σημαντικά, την ίδια περίοδο που η ναυτιλία στον Πόντο παρουσίαζε ραγδαία ανάπτυξη. Τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αι. και τις δύο πρώτες του 20ού τα Κοτύωρα καθίστανται οικονομικό κέντρο της περιοχής και της ενδοχώρας και φιλοξενούν όσους Έλληνες από τα χωριά της περιοχής θέλουν να εγκατασταθούν σε αυτήν.

Έτσι σταδιακά οι Έλληνες παίρνουν στα χέρια τους την παραγωγή και το εμπόριο της πόλης, αποκτούν οικονομική ευρωστία, αναπτύσσονται κοινωνικά και δημιουργούν μια αξιοθαύμαστη αστική κοινότητα. Τα ελληνικά Κοτύωρα στα μέσα του 19ου αι. είχαν δύο κύριες συνοικίες, της Υπαπαντής (τη Παναΐας ή το Πέραν μαχαλάν), στους πρόποδες του όρους Μπόζτεπε, στη δυτική είσοδο της πόλης, και του Αγίου Γεωργίου (τη Τσαϊρί τη μαχαλάν), που ήταν ανατολικά, κοντά στην αγορά. Η συνοικία της Υπαπαντής είχε τα πιο εντυπωσιακά σπίτια, αφού εκεί έμεναν οι εύπορες οικογένειες της πόλης. Προς τα τέλη του 19ου αι. κάτοικοι των χωριών της Χαλδίας ίδρυσαν και άλλη συνοικία στα Κοτύωρα, του Αγίου Νικολάου. Η πόλη απέκτησαν ρυμοτομία και καλούς δρόμους στρωμένους με λευκή πέτρα.

Κάθε συνοικία είχε τη δική της ομώνυμη εκκλησία, ενώ σημαντική ήταν και η εκπαιδευτική δράση, με ένα τουλάχιστον σχολείο σε κάθε συνοικία. Κατά τον Παπαμιχαλόπουλο, ο πληθυσμός της πόλης στις αρχές του 20ού αι. έφτανε τους 10.000 κατοίκους, από τους οποίους οι 5.500 ήταν Έλληνες, οι 2.500 Τούρκοι και οι υπόλοιποι Αρμένιοι.

Η ενδοχώρα ήταν εύφορη και από το λιμάνι της πόλης εξάγονταν προς την Ευρώπη, την Αίγυπτο και την Αραβία πολλά γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα. Διοικητικά, μέχρι την Ανταλλαγή, η πόλη ήταν πρωτεύουσα υποδιοίκησης (επαρχίας) που υπαγόταν στο νομό Τραπεζούντας και διατηρούσε έξι ναχιγιέδες (δήμους), στους οποίους υπάγονταν 309 χωριά με 120.000 κατοίκους. Από αυτούς, οι μισοί περίπου ήταν Έλληνες, οι περισσότεροι από τους οποίους χάθηκαν στα χρόνια των διωγμών και της Γενοκτονίας.

Η εκπαίδευση στα Κοτύωρα

Η εκπαίδευση στα Κοτύωρα άρχισε να αναπτύσσεται από τα μέσα του 19ου αι., με φροντίδα της εκκλησίας, της ελληνικής κοινότητας και των ευεργετών που δώρισαν μεγάλα για την εποχή ποσά για την ανέγερση σχολικών κτηρίων. Τα σχολεία λειτουργούσαν υπό την εποπτεία επιτροπής, ενώ τα ετήσια έξοδα εξασφαλίζονταν από τα έσοδα εγγραφής των μαθητών, που ήταν ανάλογα με την οικονομική κατάσταση κάθε οικογένειας, και από τα έσοδα εκπαιδευτικών εράνων που γινόταν στην κοινότητα και στην εκκλησία. Έτσι, η ελληνική κοινότητα των Κοτυώρων, λίγο πριν από την Ανταλλαγή, έχει να επιδείξει μια εξελιγμένη κοινωνία με υψηλό επίπεδο ελληνικής εκπαίδευσης.

Στη συνοικία της Υπαπαντής βρισκόταν η Αστική Ψωμιάδειος Σχολή Κοτυώρων, η οποία χτίστηκε τα έτη 1870-73 με δαπάνες του ευεργέτη Κώστα Σ. Ψωμιάδη και λειτουργούσε ως ημιγυμνάσιο, και ήταν από τα πιο σημαντικά εκπαιδευτήρια στον Πόντο. Στις αρχές του 19ου αι. η σχολή παρείχε τα φώτα της ελληνικής παιδείας σε 350 μαθητές, αριθμός που μεγάλωσε τα επόμενα χρόνια. Το 1913 οι μαθητές της Ψωμιαδείου Σχολής ίδρυσαν τον πρώτο μαθητικό σύλλογο στον Πόντο.

Η Καρυπίδειος Σχολή ήταν δημοτικό σχολείο αρρένων και βρισκόταν στη συνοικία του Αγίου Νικολάου. Χτίστηκε το 1895 με δαπάνες του ευεργέτη Χατζή Χαράλαμπου Καρυπίδη, και είχε τέσσερις τάξεις Δημοτικού όπου φοιτούσαν πάνω από 200 μαθητές.

Το Πολυκάρπειον Παρθεναγωγείο Κοτυώρων ιδρύθηκε το 1912 από τον μητροπολίτη Νεοκαισάρειας και Κοτυώρων Πολύκαρπο. Είχε πέντε τάξεις και φοιτούσαν περίπου 200 μαθήτριες.

Πηγή:   pontos-news.gr