Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2018
Αγαπητέ κύριε Υπουργέ,
Μετά την κατάργηση το 1983 του «επάρατου θεσμού του Επιθεωρητή» από την κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ της εποχής και την αντικατάστασή του από δύο (2) θεσμούς, του Διευθυντή Εκπαίδευσης και του Σχολικού Συμβούλου, έχετε καταγράψει στο ιστορικό σας την κατάργηση του θεσμού του Σχολικού Συμβούλου. Και στις δύο περιπτώσεις, ένας θεσμός καταργήθηκε χωρίς να αντικατασταθεί αυτούσιος από κάποιον άλλο, χωρίς επιστημονικά, αλλά μόνο με πολιτικά (καιροσκοπικά;) κριτήρια. Όπως ο θεσμός του Επιθεωρητή ουδέποτε κρίθηκε ή αξιολογήθηκε με αντικειμενικά επιστημονικά κριτήρια, έτσι και ο θεσμός του Σχολικού Συμβούλου καταργήθηκε χωρίς ποτέ να εκτιμηθεί η προσφορά του (ή η απουσία αυτής). Τότε ήταν ένας δικηγόρος στη θέση σας που το έπραξε και δε θα περίμενε κανείς να το επαναλάβει ένας πανεπιστημιακός.
Ναι, είναι γεγονός ότι ο θεσμός του ΣΣ είχε προβλήματα, ιδιαίτερα στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Αλλά, παρά τις προτάσεις της ΠΕΣΣ, ουδέποτε φάνηκε να προσπαθείτε να τον εξωραΐσετε. Μετά από καθυστέρηση 3 χρόνων παρουσιάσατε ένα νομοσχέδιο με διατάξεις οι οποίες, φανερά, είχαν σα στόχο, να απομακρύνουν ΣΣ με πολύχρονη παρουσία στο θεσμό. Αλλά, δεν χρειαζόταν να καταργηθεί ο θεσμός για να επιτύχετε κάτι τέτοιο. Όλα τα θετικά στοιχεία του νομοθετήματός σας (περιορισμός θητειών, έλεγχος απασχόλησης, διδακτική προϋπηρεσία κτλ.) θα μπορούσαν να αλλάξουν το περιεχόμενο του θεσμού του ΣΣ χωρίς την κατάργησή του. Αλλά το πιο υποτιμητικό και απαξιωτικό του νομοθετήματος σας ήταν η επιλογή κατά Περιφέρεια.
Επιλέξατε οι επιστήμονες εκπαιδευτικοί που θα επιλεγούν για να στελεχώσουν τον νέο θεσμό του ΣΕΕ να κριθούν από πρόσωπα με διοικητικά καθήκοντα που επιλέχθηκαν με πολιτικά κριτήρια για να στελεχώσουν τις θέσεις τους. Σε ένα κράτος που οι πελατειακές σχέσεις κυριαρχούν στην κεντρική πολιτική σκηνή, επιλέξατε να τις μεγεθύνετε σε τοπικό επίπεδο με την επιλογή σας. Αυτός ήταν και ο λόγος που δεν υπέβαλλα αίτηση (όπως και σημαντικός αριθμός συναδέλφων ΣΣ), παρόλο που το νομοθέτημά σας ταίριαζε στο υπηρεσιακό μου προφίλ, άρα και η επιλογή μου θα ήταν εφικτή. Όπως έχει πει ο ποιητής «Κι αν δεν μπορεί να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις, τούτο προσπάθησε τουλάχιστον όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις…»
Δηλώσατε στο παρελθόν ότι η χώρα έχει «το πιο γερασμένο εκπαιδευτικό προσωπικό». Αυτό μπορεί ταυτόχρονα να θεωρηθεί ως μειονέκτημα καθώς δεν εντάσσονται στην εκπαιδευτική κοινότητα νέοι εκπαιδευτικοί που θα την εμπλουτίσουν με νέες διδακτικές και παιδαγωγικές προσεγγίσεις, αλλά και ως πλεονέκτημα καθώς υπάρχει συσσωρευμένη διδακτική και παιδαγωγική εμπειρία στο διδακτικό προσωπικό και πολύ πλούσια επιστημονική (αυτό)επιμόρφωση, τουλάχιστον μεταξύ των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, κάτι το οποίο γνωρίζω καλά.
Κατά τη γνώμη μου, μόνο ως σπατάλη του υπάρχοντος δυναμικού, της εμπειρίας (όχι της πείρας), της επιστημονικής και παιδαγωγικής συγκρότησης και της νομομάθειας μπορεί να θεωρηθεί η επιστροφή των Σχολικών Συμβούλων που, είτε δεν επιλέχθηκαν στις νέες θέσεις των ΣΣΕ, είτε δεν υπέβαλλαν αίτηση, στις τάξεις των σχολείων προκειμένου απλά να καλυφθούν διοικητικές ανάγκες «κενών». Και, χάρη στην, από το 2015, νομοθετική παρέμβαση του κ. Κατρούγκαλου, ούτε η συνταξιοδότηση είναι επιλογή για το μεγαλύτερο μέρος αυτών.
Τουλάχιστον θα περίμενε κάποιος εκ μέρους σας, να επιδείξετε την αβρότητα να ευχαριστήσετε τους Σχολικούς Συμβούλους, απερχόμενους και μη, για τη συνολική προσφορά τους στην εκπαίδευση. Ναι, είναι γνωστό ότι δεν τίμησαν όλοι τον θεσμό με την παρουσία τους από το 1983, αλλά είναι τουλάχιστον άδικη η συνολική «τιμωρητική» στάση που επιδείχτηκε με τις νομοθετικές σας επιλογές απέναντι σε επιστήμονες εκπαιδευτικούς και η, εκ των υστέρων, απαξιωτική αντιμετώπισή τους. Είναι σαν ο δάσκαλος να τιμωρεί όλη την τάξη γιατί ένας ή κάποιοι μαθητές «ατάκτησαν».
Κλείνω με την εμφατική δήλωση ότι είμαι υπερήφανος που φέρω τον τίτλο του δασκάλου και είμαι χαρούμενος που επέλεξα να επιστρέψω στα διδακτικά μου καθήκοντα μετά από 16 χρόνια προσφοράς από διάφορες θέσεις ως στέλεχος της εκπαίδευσης. Για εμένα προσωπικά οι θέσεις από τις οποίες υπηρέτησα επί 34 χρόνια την εκπαίδευση δεν στόχευαν στην οικονομική, υπηρεσιακή ή κοινωνική αναβάθμιση αλλά ήταν ένα εφαλτήριο για προσφορά, πολλές φορές με μεγάλο προσωπικό τίμημα. Και τιμώ κάθε συνάδερφο εκπαιδευτικό που κοπιάζει (εφεξής μόνος του, χωρίς στήριξη) καθημερινά για να προσφέρει στα παιδιά της χώρας μας αυτό που, πολλές φορές, το κράτος τους αρνείται.
Ελπίζω η παρούσα επιστολή μου να προβληματίσει και εσάς και την επιστημονική κοινότητα για την ορθότητα των επιλογών σας.
Με τιμή
Χρήστος Παστελάς
Δάσκαλος