Ο άνθρωπος αλλάζει μόνο αν θέλει να αλλάξει

changingminds 1 976x653 1

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Το ακούμε και το επαναλαμβάνουμε κι εμείς. Και εννοείται ότι η επιθυμία για αλλαγή βοηθά πολύ. Είναι όμως, απαραίτητη; Μήπως ο άνθρωπος αλλάζει ακόμα και όταν δεν θέλει να αλλάξει;

Πριν προσπαθήσουμε να καταρρίψουμε αυτό το αυτονόητο, ας αναρωτηθούμε πρώτα αν αλλάζει γενικά ο άνθρωπος. Σύμφωνα με τον Αμερικανό ψυχολόγο και φιλόσοφο Ουίλιαμ Τζέιμς, η προσωπικότητα διαμορφώνεται μέχρι ενός σημείου, αλλά παραμένει σταθερή από την ηλικία των 30 ετών και μετά.

Ο Σίγκμουντ Φρόιντ έλεγε ότι η προσωπικότητα έχει ήδη διαμορφωθεί μέχρι την ηλικία των 5 ετών. Ο Έρικ Έρικσον, Αμερικανός ψυχολόγος και ψυχαναλυτής, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η προσωπικότητα αναπτύσσεται και αλλάζει διαρκώς.

Οι απόψεις διίστανται, όπως βλέπεις. Εσύ, αλήθεια, τι λες; Αν ρωτάς εμένα, είναι ξεκάθαρο πως ο άνθρωπος αλλάζει. Λιγότερο ή περισσότερο, ανάλογα με την προσωπικότητα, τα γονίδια, την ηλικία, το περιβάλλον, τυχαία γεγονότα, τα εξωτερικά κίνητρα, πάντως αλλάζει.

Σύμφωνα με τους νευροεπιστήμονες, μπορούμε να εκπαιδεύσουμε τα εκατό δισεκατομμύρια νευρικά μας κύτταρα (νευρώνες) να κάνουν σχεδόν τα πάντα. Όσο περισσότερο και όσο καλύτερα τα εκπαιδεύουμε τόσο πιο πολύ μεταμορφωνόμαστε.

Μισό λεπτό, όμως. Όταν μιλάμε για αλλαγή, τι ακριβώς εννοούμε;

Μεταμορφώνεται εκ βάθρων η προσωπικότητα; Από απόλυτα εσωστρεφής γίνεται κάποιος απόλυτα εξωστρεφής; Από ιδιαίτερα αναλυτικός και οργανωτικός γίνεται χαλαρός και αφήνεται στη ροή; Από ακόλουθος γίνεται ηγετική φυσιογνωμία; Από απίστευτα σκληρός γίνεται εξαιρετικά ευαίσθητος;

Προφανώς και δεν μιλάμε για κάτι τόσο ριζικό.
«Αλλάζω» δεν σημαίνει ότι παθαίνω διασχιστική διαταραχή προσωπικότητας. Ακόμα και μικρές αλλαγές, όμως, στην καθη- μερινότητα μπορεί να επηρεάσουν σημαντικά τα δεδομένα μεσοπρόθεσμα.
Δεν χρειάζεται να αλλάξει η ρίζα στο δέντρο της ζωής για να γευτείς πιο εύγευστους καρπούς.

Μια όχι και τόσο ποιοτική ποικιλία μηλιάς ποτέ δεν θα προσφέρει πεντανόστιμα μήλα, μα αν αναδιαμορφώσεις τη φροντίδα του φυτού, θα λάβεις πιο ζουμερά φρούτα, χωρίς σαπίσματα ή σημάδια. Μια βελτίωση στο πότισμα, στο κλάδεμα και στη λίπανση προκύπτει από την αλλαγή στη φιλοσοφία καλλιέργειας του φυτού.

Στην ίδια λογική, οι πράξεις σου στην καθημερινότητά σου επηρεάζονται από τη φιλοσοφία ζωής σου, δηλαδή τον τρόπο που βλέπεις τα πράγματα.

  • Αν βλέπεις τη ζωή σαν μάχη, θα ψάχνεις για εχθρούς.
  • Αν τη βλέπεις σαν παιχνίδι, θα ψάχνεις για συμπαίκτες.
  • Αν τη θεωρείς βόλτα με τρενάκι, θα ψάχνεις για δυνατές εμπειρίες.
  • Αν νομίζεις ότι είναι άδικη, θα ψάχνεις για αδικίες.
  • Αν πιστεύεις ότι σου επιστρέφει ό,τι σου αξίζει, θα ψάχνεις τρόπους να προσφέρεις, για να λάβεις πίσω αυτό που σου αξίζει. Και ό,τι ψάχνεις βρίσκεις.

Ναι μεν η φιλοσοφία ζωής οδηγεί σε συγκεκριμένες πράξεις, μόνο που δεν χρειάζεται να περιμένεις να αλλάξεις φιλοσοφία ζωής για να διαφοροποιήσεις τις πράξεις σου. Μπορείς να διαφοροποιήσεις τις πράξεις σου, και μέσα από το αποτέλεσμα που θα προκύψει να παρακινηθείς ώστε να δημιουργήσεις μια άλλη φιλοσοφία ζωής.

Ας υποθέσουμε ότι δεν είσαι «διαβαστερός τύπος», αλλά ότι αποφασίζεις να διαβάζεις (και ας μη θέλεις) κάθε μέρα πέντε σελίδες από ένα βιβλίο, έστω στο μπάνιο σου κατά τη διάρκεια εκείνης της ανάγκης από την οποία δεν ξεφεύγουν ούτε οι νεραϊδένιες πριγκίπισσες. Αν είκοσι σελίδες μετά σε έχει συνεπάρει το βιβλίο, θα συνεχίσεις την ανάγνωση (και εκτός μπάνιου). Μη σου πω ότι κάποια στιγμή θα αγαπήσεις τα βιβλία και θα αναρωτιέσαι πώς δεν διάβαζες τόσο καιρό.

Αν δεν είσαι του ρίσκου, μα ρισκάρεις πότε πότε ακόμα και αν σου είναι δύσκολο ή ιδιαίτερα άβολο, και τελικά βγαίνει κάτι καλό, γίνεσαι περισσότερο τολμηρός.

Έστω ότι λατρεύεις τη χώρα σου και δεν διανοείσαι να ζήσεις μακριά της. Αλλά δεν τα πας καλά επαγγελματικά. Αποφασίζεις να μεταναστεύσεις (αναγκάζεσαι να αλλάξεις πράξεις), βρίσκεις μια καταπληκτική δουλειά και τελικά δημιουργείς έναν νέο τρόπο σκέψης. Το αποτέλεσμα άλλαξε την άποψή σου για τη ζωή. Οι άνθρωποι που ζουν σε εμπόλεμες περιοχές δεν επιθυμούν να βιώνουν συνθήκες τρόμου, να χάνουν τον ύπνο τους και να υποφέρουν από μετατραυματικό στρες. Η αλλαγή μέσα τους, όμως, προκύπτει λόγω των γεγονότων που βιώνουν. Επηρεάζονται βασικά στοιχεία της προσωπικότητάς τους.

Όσοι έζησαν την εμπειρία ενός στρατοπέδου συγκέντρωσης στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αναγκάστηκαν να φάνε ποντίκια, αράχνες και κατσαρίδες. Ξύπνησε το ένστικτο Επιβίωσης και το έκαναν, ενώ δεν ήθελαν. Κι αυτό άλλαξε τον χαρακτήρα τους. Ήθελαν να ζήσουν, όχι να αλλάξουν. Και τελικά άλλαξαν για να ζήσουν.

Χωρίς να το καταλάβουμε, έχουμε ήδη απαντήσει στο αρχικό μας ερώτημα. Τελικά, ο άνθρωπος όντως αλλάζει, ακόμα και όταν δεν θέλει να αλλάξει.
Και τι δεν κάνει ο άνθρωπος για να μην πεθάνει. Έλα, όμως, που εκτός από τον βιολογικό θάνατο υπάρχει και ο ψυχοπνευματικός. Οι άνθρωποι πεθαίνουν μία φορά βιολογικά, χωρίς να το επιλέγουν, και αφήνονται να πεθάνουν άπειρες φορές συναισθηματικά. «Αφήνονται» σημαίνει, ως έναν βαθμό, «επιλέγουν».

Έχω βαρεθεί να το λέω και να το γράφω: οτιδήποτε μένει στάσιμο για πολύ καιρό, ή βουρκιάζει ή σκουριάζει ή μουχλιάζει. Δηλαδή, πεθαίνει. Η σταθερότητα προσφέρει μια αίσθηση ασφάλειας. Εκείνος που έχει συνηθίσει να λειτουργούν τα πράγματα σε μια ευθεία, φοβάται οποιαδήποτε παρέκκλιση.

Ο ψυχοπνευματικά νεκρός δεν θέλει να σηκωθεί από το κρεβάτι, να βγει από το σπίτι, να φροντίσει τον εαυτό του, να μελετήσει, να ρισκάρει, να δοκιμάσει. Δεν προσπαθεί γι’ αυτά που αγαπά, δεν διεκδικεί τους ανθρώπους που θέλει κοντά του, την εργασία που επιθυμεί, δεν λέει την αλήθεια στον εαυτό του, δεν την εκφράζει στους άλλους, φοβάται και τον ίσκιο του ακόμα. Βρίσκεται μέσα σε έναν συναισθηματικό βούρκο.

* Το απόσπασμα είναι από το βιβλίο Ψέματα που μας έμαθαν για αλήθειες του Νικόλα Σμυρνάκη που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα.

ΠΗΓΗ: https://www.psychology.gr/personality/8459-o-anthropos-allazei-mono-an-thelei-na-allaksei.html

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Διδάσκοντας στα παιδιά την ενσυναίσθηση

b5a8cbd1ce7db1c5949aa1c4c9554d89

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Τα παιδιά που διδάσκονται την ενσυναίσθηση παίζουν το ρόλο τους στο να κάνουν τον κόσμο καλύτερο….

Κύρια Σημεία που θα μας απασχολήσουν στο άρθρο:

  • Η ενσυναίσθηση είναι συνδεδεμένη με τη νευροβιολογία μας.
  • Μπορούμε να διδάξουμε στα παιδιά να είναι πιο συμπονετικά μέσω του παραδείγματος και της ευαισθησίας των γονέων.
  • Η εκμάθηση της ενσυναίσθησης μπορεί να είναι μια ηθελημένη διαδικασία συντονισμού με τα συναισθήματα των άλλων.

Η ενσυναίσθηση είναι συνδεδεμένη με τον εγκέφαλό μας

Στην πραγματικότητα έχουμε κύτταρα στον εγκέφαλό μας που ονομάζονται κατοπτρικοί νευρώνες, οι οποίοι λειτουργούν σαν να κάνουμε την ίδια εργασία με ένα άλλο άτομο ή σαν να νιώθουμε αυτό που νιώθει.

Ανατριχιάζετε ποτέ όταν βλέπετε κάποιον στην τηλεόραση να πληγώνεται; Αυτό συμβαίνει επειδή οι κατοπτρικοί νευρώνες τρελαίνονται. Αισθάνεστε τον πόνο τους σε νευρολογικό επίπεδο. Οι κατοπτρικοί νευρώνες είναι επίσης ο λόγος που το χασμουρητό είναι μεταδοτικό. Οι κατοπτρικοί νευρώνες μας πυροδοτούνται όταν παρακολουθούμε κάποιον άλλο να χασμουριέται και κάνουμε το ίδιο με τη σειρά μας.

Χρειαζόμαστε ενσυναίσθηση για να συνειδητοποιήσουμε την πραγματικότητα ότι είμαστε όλοι άνθρωποι και όλοι έχουμε πολλά περισσότερα κοινά από ό,τι νομίζουμε. Η ενσυναίσθηση όχι μόνο μας κάνει πιο ευτυχισμένους ως ανθρώπινα όντα, αλλά δημιουργεί επίσης μια κουλτούρα φροντίδας και συμπόνοιας που χρειαζόμαστε για να αναπτύξουμε τον καλύτερο εαυτό μας.

Η ενσυναίσθηση είναι ο πυρήνας του να είσαι άνθρωπος.

Τα παιδιά γεννιούνται με ένα ορισμένο επίπεδο ενσυναίσθησης. Έχουν μια έμφυτη επιθυμία να βοηθήσουν τους άλλους και γενικά να «είναι καλά». Ωστόσο, η αληθινή ενσυναίσθηση περιλαμβάνει την ικανότητα να βλέπεις την οπτική γωνία των άλλων.

Πριν από την ηλικία των επτά ετών περίπου, τα παιδιά δεν είναι σε θέση να δουν τον κόσμο από την οπτική γωνία των άλλων, αλλά αυτός ο εγωκεντρισμός μειώνεται καθ ‘όλη τη διάρκεια της ζωής.

Εάν ένα παιδί ενεργεί συνεχώς με τρόπους που βλάπτουν τους άλλους (π.χ. σωματική επιθετικότητα, λεκτικά ξεσπάσματα), αυτό είναι ένα ενδεικτικό σημάδι ότι δεν αναπτύσσει την ικανότητα να κατανοεί πώς οι ενέργειές του επηρεάζουν τους άλλους.

Μπορεί ακόμη και να είστε σε θέση να παρατηρήσετε ανάπτυξη της ενσυναίσθησης από την παρακολούθηση ταινιών με το παιδί. Εάν το παιδί δεν είναι σε θέση να βιώσει την ιστορία μέσα από τα μάτια του χαρακτήρα (π.χ. να βιώνει πόνο όταν ο χαρακτήρας πληγώνεται ή φόβο όταν ο χαρακτήρας φοβάται κ.λπ.), μπορεί να σημαίνει ότι το παιδί δυσκολεύεται να αναπτύξει ενσυναίσθηση.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι δεν μπορούμε, κατευθείαν, να αισθανόμαστε ενσυναίσθηση εξίσου για όλους στο είδος μας (και πρέπει να επισημάνω ότι και για τα πρωτεύοντα θηλαστικά ισχύει το ίδιο). Έχουμε ενσυναίσθηση για εκείνους που βλέπουμε ως μέρος της “ομάδας” μας, ενώ μπορεί να τείνουμε να αποδίδουμε αρνητικές προθέσεις σε εκείνους που ανήκουν στην “εκτός ομάδας” μας.

Καθώς οι άνθρωποι αναπτύσσουν ισχυρές συμμαχίες με την «πλευρά τους», είναι σημαντικό να καταπολεμήσουμε την τάση να έχουμε ενσυναίσθηση μόνο για εκείνους που θεωρούμε ότι μοιάζουν με εμάς και να το δίνουμε σαν παράδειγμα αυτό για τα παιδιά μας.

Πώς να διδάξετε στα παιδιά την ενσυναίσθηση

Η ενσυναίσθηση μπορεί να διδαχθεί και να βελτιωθεί. Η εκμάθηση της ενσυναίσθησης μπορεί να είναι μια σκόπιμη διαδικασία συντονισμού με τα συναισθήματα των άλλων (π.χ. να αντιλαμβάνεται μη λεκτικά σήματα), θέτοντας τον εαυτό του γνωστικά στη θέση του άλλου (π.χ. ρωτώντας, «Τι θα σκεφτόμουν σε αυτή την περίπτωση;») και κάνοντας ένα βήμα πίσω για να επιλέξει συμπεριφορές που επικοινωνούν καλοσύνη αντί για θυμό.

Μακράν, η πιο αποτελεσματική μέθοδος για τη διδασκαλία της ενσυναίσθησης στα παιδιά είναι να τους δείξουμε ενσυναίσθηση.

Τους δίνετε το παράδειγμα για το πώς είναι να καταλαβαίνεις κάποιον άλλο κάνοντας ανοιχτές ερωτήσεις. Τους βοηθάτε να περιγράψουν τα συναισθήματά τους και τους λέτε ότι είναι εντάξει να αισθάνονται όπως αισθάνονται.

Αυτό δείχνει ότι μπορείτε να τα δείτε και να τα αποδεχτείτε. Χρησιμοποιείτε ευγενικά λόγια (ακόμα και όταν θα προτιμούσατε να μην το κάνετε!) γιατί τότε ξέρουν ότι μπορούν να κάνουν το ίδιο. Τους δείχνετε αγάπη επειδή αυτό βάζει αγάπη στις καρδιές τους, που μπορούν να δώσουν στους άλλους για το υπόλοιπο της ζωής τους.

Η ενσυναίσθηση μπορεί πραγματικά να αλλάξει τον κόσμο.

Όταν νοιαζόμαστε για τους άλλους, όλοι είναι πιο ευτυχισμένοι. Αυτό ξεκινά στη σχέση γονέα-παιδιού. Δείξτε στο παιδί σας ενσυναίσθηση και θα αλλάξει τον τρόπο λειτουργίας του εγκεφάλου του, θα είναι πιο συμπονετικό για το υπόλοιπο της ζωής του. Θα κάνουν τον κόσμο ένα καλύτερο μέρος.

ΠΗΓΗ: https://www.psychology.gr/symvouleutiki-goneon/7623-didaskontas-sta-paidia-tin-ensynaisthisi.html

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Μέσα κοινωνικής δικτύωσης και εφηβεία

customer experience creative collage scaled 1

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Οι έφηβοι είναι πολύ εύκολο να «κολλήσουν» με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για πολλούς λόγους. Ίσως νιώθουν καταπιεσμένοι, μοναξιά, ότι βαριούνται, καταθλιπτικοί, αγχωμένοι, ανήσυχοι, απομονωμένοι, ντροπαλοί κ.α. Ο ψηφιακός κόσμος δίνει την εντύπωση στον έφηβο ότι ξεφεύγει από τα προβλήματα του πραγματικού κόσμου.

Εθισμός είναι μια συμπεριφορά που χαρακτηρίζεται από εξάρτηση σε μια συγκεκριμένη δραστηριότητα ή/και σε ουσίες. Στην ουσία σήμερα ως εθισμός αντιμετωπίζεται κάθε συνήθεια που ακολουθείται εκτός μέτρου από ένα άτομο το οποίο γνωρίζει ότι δυσκολεύεται ή αδυνατεί να την κατευνάσει και να της δώσει ένα τέλος. Ο όρος μέσα κοινωνικής δικτύωσης αναφέρεται στα μέσα αλληλεπίδρασης και επικοινωνίας ομάδων ανθρώπων μέσω διαδικτυακών κοινοτήτων. Τα κοινωνικά δίκτυα σήμερα θεωρείται ότι αποτελούν κυρίαρχο κομμάτι της καθημερινότητας των σύγχρονων ανθρώπων.

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, πέρα από τα θετικά χαρακτηριστικά που προσφέρουν, είναι πολύ πιθανό να αποτελέσουν αντικείμενο εθισμού για πολλούς εφήβους. O εθισμός στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στους εφήβους εμφανίζεται σαν μια συνεχής ενασχόληση, ένα «κόλλημα» με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Οι έφηβοι που είναι εθισμένοι στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δυσανασχετούν με τη πραγματικότητα και τις πραγματικές φιλίες, σχέσεις και υποχρεώσεις, εξιδανικεύοντας το κόσμο του διαδικτύου.

Ο εθισμός στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχει δυο βασικά χαρακτηριστικά: τον υπερβολικό χρόνο ενασχόλησης με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τους λόγους που υποβόσκουν και θρέφουν την δέσμευση στα μέσα αυτά. Ο έφηβος που κάνει υπερβολική χρήση έχει μια ακατανίκητη ανάγκη να υπάρχει στον ψηφιακό κόσμο. Νιώθει όλο και περισσότερο τη ανάγκη να τσεκάρει το προφίλ του συνεχώς, να το ενημερώνει και να βλέπει τις αντιδράσεις των άλλων χρηστών σε κάθε δική του ενέργεια. Ένα άλλο χαρακτηριστικό των εφήβων αυτών είναι η επιθυμία να δημιουργήσουν μια εικόνα για τον εαυτό τους πιο ελκυστική, που θα άρεσε στους άλλους.

Πολλές από τις συμπεριφορές και τις ανησυχίες των σημερινών εφήβων είναι παρόμοιες με εκείνες των προηγούμενων γενεών. Ο τρόπος όμως με τον οποίον εκφράζονται και επικοινωνούν οι σημερινοί έφηβοι όμως διαφέρει. Η νεολαία πάντα είχε την ανάγκη να δημιουργεί παρέες και κλίκες. Αυτό που γινόταν στο παρελθόν στη γειτονία, τώρα γίνεται διαδικτυακά στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης. Οι συγκρούσεις μεταξύ συνομήλικων και οι προβληματικές συμπεριφορές έχουν μετατοπισθεί στο διαδίκτυο. Το διαδίκτυο έχει επανακαθορίσει τους τρόπους και τα μέσα με τα οποία οι έφηβοι εκφράζουν τις αναπτυξιακές ανησυχίες τους.Τα κοινωνικά δίκτυα έγιναν η νέα πραγματικότητα κοινωνικής αλληλεπίδρασης και το νέο πλαίσιο για την εφηβική ανάπτυξη.

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σε αριθμούς:

    • Το 92% των εφήβων συνδέονται στο διαδίκτυο καθημερινά
    • Το 24% των εφήβων είναι συνδεδεμένοι στο διαδίκτυο «σχεδόν συνέχεια»
    • Το 76% των εφήβων έχουν λογαριασμό σε κάποιο μέσο κοινωνικής δικτύωσης
    • 77% των γονέων εφήβων αναφέρουν ότι τα παιδιά τους χρησιμοποιούν τα κινητά τους όταν είναι μαζί
    • 59% των γονέων θεωρούν ότι τα παιδιά τους είναι εθισμένα στο  κινητό τους τηλέφωνο
    • 50% των εφήβων θεωρούν ότι είναι εθισμένοι στα κινητά τους τηλέφωνα

Οι έφηβοι είναι πολύ εύκολο να «κολλήσουν» με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για πολλούς λόγους. Ίσως νιώθουν καταπιεσμένοι, μοναξιά, ότι βαριούνται, καταθλιπτικοί, αγχωμένοι, ανήσυχοι, απομονωμένοι, ντροπαλοί κ.α. Ο ψηφιακός κόσμος δίνει την εντύπωση στον έφηβο ότι ξεφεύγει από τα προβλήματα του πραγματικού κόσμου.

Σημάδια ότι ένας έφηβος είναι εθισμένος:

    • Θέλει να έχει μόνιμα πρόσβαση στο αγαπημένο του μέσο κοινωνικής δικτύωσης.
    • Μοιράζεται υπερβολικά πολλές προσωπικές πληροφορίες.
    • Περνά περισσότερες ώρες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης παρά στον πραγματικό κόσμο.
    • Αγχώνεται ή αναστατώνεται και θυμώνει όταν οι άλλοι δεν ανταποκρίνονται όπως θα ήθελε σε αυτά που ανεβάζει.
    • Παρακολουθεί τους άλλους μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
    • Περνά τουλάχιστον 6 ώρες την ημέρα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αποφεύγοντας ή αγνοώντας τον έξω κόσμο.
    • Γίνεται εμμονικός με τη εικόνα του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
    • Δεν κατανοεί τους πιθανούς κινδύνους και επιπτώσεις που μπορεί να έχουν οι ψηφιακές του πράξεις στον πραγματικό κόσμο.
    • Έχει συμπεριλάβει την ενασχόληση με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στην καθημερινή του ρουτίνα.
    • Ξυπνά μέσα στη νύχτα για να τσεκάρει το προφίλ του.
    • Ο έφηβος δυσκολεύεται ή δε νιώθει άνετα να κάνει κάποια συζήτηση εκτός πλατφόρμας.
    • Εμφανίζει συμπτώματα στέρησης όταν δε χρησιμοποιεί τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
    • Έχει προσπαθήσει να μειώσει τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης αλλά δε τα έχει καταφέρει.

Ο εθισμός στα social media είναι πιθανό να κρύβει από κάτω εφηβική κατάθλιψη, κάποια αγχώδη διαταραχή, εναντιωματική διαταραχή  ή διαταραχή ελλειμματικής προσοχής (ΔΕΠ-Υ).

Γραμμές υποστήριξης: Ασφαλές διαδίκτυο για όλους

    • Ευρωπαϊκή Γραμμή Υποστήριξης Παιδιών 116111.
    • Η εφαρμογή Chat 1056 αποτελεί την επέκταση της Εθνικής Τηλεφωνικής Γραμμής για τα Παιδιά SOS 1056.

Τα κοινωνικά δίκτυα είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής των σημερινών εφήβων και έχει επαναπροσδιορίσει τις κοινωνικές πρακτικές, τον τρόπο επικοινωνίας και τη δημιουργία σχέσεων. Υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι τα κοινωνικά δίκτυα παρέχουν πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη της προσωπικής ταυτότητας των εφήβων αλλά και πεδίο εξάσκησης των κοινωνικών δεξιοτήτων. Η επικοινωνία μέσω διαδικτύου προσφέρει ευκαιρίες, ενώ συγχρόνως επιφέρει και κάποιους κινδύνους. Στόχος είναι να ελαχιστοποιήσουμε τους κινδύνους, μεγιστοποιώντας τα οφέλη.

ΠΗΓΗ:https://www.psychologynow.gr/arthra-psyxologias/texnologia/social-media/mesa-koinonikis-diktyosis-kai-efiveia/

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Έχεις αναρωτηθεί ποτέ γιατί γαργαλιόμαστε;

gargalito

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Αν το καλοσκεφτείς, το γαργαλητό και το γέλιο που προκαλεί είναι μια πολύ περίεργη ανθρώπινη αντίδραση. Γνωρίζουμε, άραγε, γιατί μας συμβαίνει αυτό;

Ας ξεκινήσω με κάτι που μου έκανε εντύπωση: Ο Αριστοτέλης, στο έργο του Περί Ζώων Μορίων, γράφει ότι «μόνο τα ανθρώπινα όντα είναι επιρρεπή στο γαργάλημα κι αυτό οφείλεται στη λεπτότητα του δέρματός τους και στο ότι είναι τα μόνα πλάσματα που γελούν». Ο αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος και επιστήμονας δεν κατάφερε να λύσει το μυστήριο που ονομάζουμε «γαργαλητό», ενώ ούτε οι σημερινοί επιστήμονες φαίνεται να τα πηγαίνουν καλύτερα, αν και κατά καιρούς ασχολούνται με ζήτημα.

Το γαργαλητό δεν είναι απλή υπόθεση και οι ειδικοί το διακρίνουν σε δύο τύπους, που φέρουν και επιστημονικές ονομασίες: knismesis και gargalesis:

  • Το πρώτο είναι η ελαφριά αίσθηση που νιώθεις όταν κάτι κινείται απαλά στο δέρμα σου. Ανάλογα με τον βαθμό ευαισθησίας σου, μπορεί να σου προκαλεί φαγούρα, εκνευρισμό ή να το θεωρείς ευχάριστο. Είναι αυτό που νιώθεις όταν σε ακουμπάει π.χ. ένα φτερό ή όταν ένα ζωύφιο περπατά πάνω σου.
  • Το δεύτερο είναι πιο βαρύ και συμβαίνει όταν κάποιος σε γαργαλάει πιο… επιθετικά.

Επίσης, το πρώτο μπορείς να το προκαλέσεις στον εαυτό σου, ενώ το δεύτερο όχι. Γιατί δεν μπορούμε να γαργαλήσουμε τον εαυτό μας; Γιατί πολύ απλά ξέρουμε τι πρόκειται να συμβεί. Η έλλειψη του στοιχείου της έκπληξης φαίνεται να… πατάει παύση στην αντίδραση αυτή. Τα δύο τμήματα του εγκεφάλου που κυρίως εμπλέκονται στο γαργάλημα (ο σωματοαισθητικός φλοιός και ο πρόσθιος περιφερικός φλοιός) διεγείρονται περισσότερο όταν μας γαργαλάει κάποιος άλλος.

Θεωρίες… γαργαλήματος

Υπάρχουν αρκετές θεωρίες που προσπαθούν να δώσουν απάντηση στο γιατί γαργαλιόμαστε, αλλά ακόμα δεν είμαστε απολύτως σίγουροι. Μία από αυτές υποστηρίζει ότι το γαργάλημα ενεργοποιεί το σύστημα ανταμοιβής, καθώς προκαλεί γέλιο, και στους ανθρώπους αρέσει να γελούν.

Μπορεί επίσης να αποτελεί μορφή κοινωνικού δεσμού, αφού είναι ένας από τους πρώτους τρόπους επικοινωνίας μεταξύ γονέων και παιδιών, και μεταξύ μικρών παιδιών που παίζουν.

Υπάρχει, τέλος, η άποψη ότι αποτελεί έναν τρόπο να μάθουμε να αμυνόμαστε, να προστατεύουμε ευάλωτα σημεία του σώματός μας από επίθεση. Επειδή π.χ. γαργαλιόμαστε στο στομάχι, γνωρίζουμε ότι πρέπει να το προστατεύσουμε από κάποια απειλή. Φαίνεται, μάλιστα, ότι τα μέρη στα οποία γαργαλιόμαστε περισσότερο είναι τα πιο ευάλωτα σε επιθέσεις (λαιμός, στομάχι, μασχάλες, πατούσες).

Το γαργαλητό ως μηχανισμός άμυνας

Το γαργαλητό διεγείρει τη δραστηριότητα στην περιοχή του εγκεφάλου που ονομάζεται υποθάλαμος και είναι υπεύθυνη για τα συναισθήματα και την αντίδραση του σώματός μας σε στρεσογόνες καταστάσεις, όταν νομίζουμε ότι κινδυνεύουμε από κάτι. Πρόκειται για τη γνωστή αντίδραση μάχης ή φυγής. Αυτό θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί το γαργαλητό σε ευάλωτα μέρη του σώματος τείνει να προκαλεί πιο έντονες αντιδράσεις. Μπορεί, επίσης, να εξηγήσει γιατί δεν μπορούμε να αυτο-γαργαληθούμε (ο εγκέφαλός μας δεν θεωρεί απειλητικά τα ίδια μας τα χέρια).

Γιατί, όμως, προσπαθούμε να αμυνθούμε απέναντι σε μια (φιλική) επίθεση και η αντίδρασή μας είναι το γέλιο; Μερικοί επιστήμονες υποστηρίζουν ότι το γέλιο αυτό θα μπορούσε να είναι ο τρόπος του σώματός μας να δείξει ότι υποτάσσεται στο άλλο άτομο, ώστε να σταματήσει αυτό που κάνει. Μια άλλη θεωρία είναι ότι το γέλιο αποτελεί απάντηση που μαθαίνουμε όταν είμαστε παιδιά και παίζουμε, οπότε με την πάροδο του χρόνου συνδέουμε το γαργάλημα με το γέλιο.

Το μυστήριο, λοιπόν, του γαργαλητού πλανάται ακόμα στην επιστημονική ατμόσφαιρα.

ΠΗΓΗ: https://www.ow.gr/ygeia/exeis-anarotithei-pote-giati-gargaliomaste/?

Κατηγορίες: Ψυχαγωγία | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Γιατί οι έφηβοι στην Ελλάδα, είναι τόσο βίαιοι;

psuxikiYgeia 1024x600 1

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Δεν εκπαιδεύουμε τα παιδιά μας με στόχο, ώστε να αναπτύξουν την συναισθηματική τους ευφυΐα.

Οι λόγοι είναι σίγουρα πολλοί και το συγκεκριμένο ερώτημα μπορεί να είναι μια αιτία να γραφτούν εκατοντάδες δοκίμια που προσπαθούν να φωτίσουν την πλευρά του ζητήματος αυτού. Στο συγκεκριμένο άρθρο, θα προσπαθήσω να δείξω την βαθύτερη ρίζα που είναι συνδεδεμένη με την ανατροφή των νέων παιδιών στην Ελλάδα και πως τα ωθεί προς την βία.

Ο τρόπος ανατροφής των παιδιών στην Ελλάδα, έχει στα δικά μου μάτια ένα κοινό μοτίβο που ονομάζεται «κλειστός ορίζοντας». Δεν εκπαιδεύουμε τα παιδιά μας με στόχο, ώστε να αναπτύξουν την συναισθηματική τους ευφυΐα.

Θεωρώ πως οι νεοέλληνες εμποτίζονται με μια βαθιά πεποίθηση που αναφέρει ρητά πως για να πετύχεις σε αυτή την χώρα, οφείλεις να έχεις μέσον και γνωριμίες. Αν δεν έχεις, απαγορεύεται να ονειρεύεσαι και να προσπαθείς. Δεν είναι τυχαίο πως εκατοντάδες γενιές Ελλήνων γαλουχήθηκαν με το όνειρο διορισμού στο δημόσιο.

Σε αυτό το αφήγημα, οφείλει να προσθέσει κανείς και την κατωτερότητα που νιώθουμε ως Έλληνες σε σχέση με άλλους λαούς της Ευρώπης. Νιώθουμε ανίκανοι να δημιουργήσουμε κάτι μεγάλο που θα περάσει τα σύνορα της χώρας.

Σε αυτή την συρρίκνωση του εαυτού που υφίστανται οι νέοι μας, είναι απαραίτητο να εξετάσουμε μια ακόμη συνιστώσα που σχετίζεται με την έλλειψη ορίων και ευθύνης. Μπορεί ο καθένας και η καθεμιά να κάνει ότι θελήσουν οι ορμόνες του σώματος, χωρίς να έχει κάποιο συγκεκριμένο αντίκτυπο. Πιστεύουν λανθασμένα οι γονείς και οι δάσκαλοι πως τα όρια τραυματίζουν. Η αλήθεια είναι όμως η  έλλειψη ορίων δημιουργεί σύγχυση ταυτότητας, επειδή οι έφηβοι , δυσκολεύονται να συγκροτήσουν την προσωπικότητα  τους, μην έχοντας βιώσει ποτέ την αίσθηση της αυτοπειθαρχίας και  της ευθύνης.

Σκέφτομαι πολλές φορές, πως  αν η ελληνική κοινωνία ήταν γονέας, θα τον προσδιορίζαμε ως έναν ανισόρροπο γονέα. Την ίδια στιγμή που «κακομαθαίνει» τα παιδιά, τα κάνει να πιστεύουν πως είναι εντελώς ανίκανα να κάνουν κάποια προσωπική ή συλλογική υπέρβαση σε αυτή την χώρα. Έχουν την επιλογή να μεταναστεύσουν ή να πεθάνουν μέσα στην μετριότητα.

Όλος αυτός ο ευνουχισμός έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργεί έναν ορίζοντα πολύ στενό και  περιοριστικό για τους νέους ανθρώπους, κάνοντας τους, να νιώθουν παθητικοί δέκτες μιας ζωής που δεν θέλησαν ποτέ να ζήσουν. Κάποιοι από αυτή την γενιά βιώνουν αυτόν τον ευνουχισμό με μια αίσθηση βαθιάς παραίτησης, ενώ σε άλλους σιγοβράζει μέσα τους ένας  θυμός, που δεν έχουν  μάθει να τον μετουσιώνουν σε δημιουργία, με αποτέλεσμα να μεταμορφώνεται από τυφλή οργή μέχρι σαδιστική συμπεριφορά.

Θα αναρωτηθεί σίγουρα κάποιος, αν υπάρχει ένας διαφορετικός δρόμος πλεύσης. Αν μπορούσα να τον χαρτογραφήσω, θα περιείχε πρώτα από όλα την έννοια της αυτοπεποίθησης. Να πιστέψουν στους εαυτούς τους, αρκεί να σκάψουν μέσα τους, ανακαλύπτοντας τα ταλέντα τους. Θα τους προέτρεπα να μην τα χρησιμοποιήσουν για να ενταχθούν στο σύστημα που σιχαίνονται, ούτε όμως για να το καταστρέψουν. Να αξιοποιήσουν  τα χαρίσματα τους, για να υπερβούν το σύστημα. Να γίνουν καλύτεροι  από αυτό. Να κάνουν τον θυμό τους και την απελπισία τους έναν ουσιαστικό σπόρο αλλαγής. Αν γίνει αυτή η αλλαγή, το μέλλον προδιαγράφεται σπουδαίο. Αν όχι, τα χειρότερα είναι ήδη μπροστά μας.

ΠΗΓΗ: https://www.psychologynow.gr/arthra-psyxologias/oikogeneia-kai-paidi/efiveia/giati-oi-efivoi-stin-ellada-einai-toso-viaioi/

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Η Πραγματικότητα του Ρίσκου: Ανακαλύπτοντας τη Μαγεία του Risky Play

13658363

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Το παιχνίδι αποτελεί αναμφισβήτητα θεμελιώδη παράγοντα για την ανάπτυξη της προσωπικότητας των παιδιών, καθώς μέσω αυτού αποκτούν σημαντικά οφέλη που σχετίζονται με την κοινωνική, σωματική, πνευματική και γνωστική τους ευημερία.

Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το γεγονός ότι τόσο το ομαδικό όσο και το ατομικό παιχνίδι συμβάλλουν καθοριστικά στην εκδήλωση και καλλιέργεια της συναισθηματικής νοημοσύνης. Μέσα από το παιχνίδι, τα παιδιά μαθαίνουν να αναγνωρίζουν, να κατανοούν και να διαχειρίζονται τα συναισθήματά τους, ενώ παράλληλα αναπτύσσουν δεξιότητες όπως η ενσυναίσθηση, η συνεργασία και η επικοινωνία.

Τι συμβαίνει στην περίπτωση του ριψοκίνδυνου παιχνιδιού ή αλλιώς «risky play»;

Το ριψοκίνδυνο παιχνίδι, γνωστό και ως «risky play», όπως υποδηλώνει και η ονομασία του, είναι μια μορφή παιχνιδιού κατά την οποία τα παιδιά εμπλέκονται σε δραστηριότητες που ενέχουν κάποιον βαθμό κινδύνου, αυξάνοντας έτσι την πιθανότητα τραυματισμού σε αντίθεση με το ήρεμο και στατικό παιχνίδι.

Τέτοιες δραστηριότητες μπορεί να περιλαμβάνουν το τρέξιμο, το σκαρφάλωμα, την ποδηλασία, την πάλη, και άλλες ενέργειες που γεννούν φόβο και αυξάνουν τα επίπεδα άγχους. Μέσα από αυτές τις εμπειρίες, τα παιδιά ανακαλύπτουν έναν κόσμο συναρπαστικό, αλλά ταυτόχρονα γεμάτο αβεβαιότητα. Παράλληλα, αυτές οι προκλήσεις τους επιτρέπουν να αντιμετωπίσουν και να διαχειριστούν τον φόβο τους, ενισχύοντας την αυτοπεποίθηση, την αυτονομία και την ψυχική τους ανθεκτικότητα.

Ποια είναι τα οφέλη του «risky play»;

Η Μαριάννα Μπρουσσόνι, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Βρετανικής Κολομβίας και μια από τις κορυφαίες ερευνήτριες στον τομέα του παιδικού παιχνιδιού, αναφέρει στο ντοκιμαντέρ «The Nature of Things» ότι το ριψοκίνδυνο παιχνίδι αποτελεί «ένα είδος ψυχαγωγίας γεμάτο αδρεναλίνη και ενθουσιασμό, κατά το οποίο τα παιδιά αναλαμβάνουν τολμηρές πρωτοβουλίες, χωρίς να γνωρίζουν εκ των προτέρων την έκβαση».

Σε μία πιο αναλυτική προσέγγιση, τα οφέλη περιλαμβάνουν την ανάπτυξη ενός ευρέος φάσματος δεξιοτήτων, όπως:

Συναισθηματική ρύθμιση

Έρευνες καταδεικνύουν ότι αυτός ο τύπος παιχνιδιού μπορεί να συμβάλλει στη μείωση παραγόντων που συνδέονται με την εκδήλωση αγχωδών διαταραχών. Αυτό επιτυγχάνεται καθώς τα παιδιά εκτίθενται σε καταστάσεις που τους γεννούν ποικίλα συναισθήματα, όπως ενθουσιασμό και δέος.

Μέσα από αυτές τις εμπειρίες, μαθαίνουν να διαχειρίζονται τον φόβο τους, λαμβάνοντας συνετές αποφάσεις και αναλαμβάνοντας ρίσκα . Η δεξιότητα της συναισθηματικής αυτορρύθμισης καλλιεργείται σε αυτές τις στιγμές, δημιουργώντας τις βάσεις για μια αποτελεσματική διαχείριση έντονων συναισθηματικών αντιδράσεων, όπως η ανησυχία, η νευρικότητα ή ο θυμός, κατά τις οποίες η σκέψη προηγείται της δράσης.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η στιγμή που ένα παιδί επιχειρεί να σκαρφαλώσει σε ένα δέντρο για πρώτη φορά. Καθώς ανεβαίνει, βιώνει μια σύνθετη εναλλαγή συναισθημάτων όπως δέος και φόβο για το ύψος αλλά και ενθουσιασμό μπροστά στην πρόκληση.

Μέσα από αυτή την εμπειρία, το παιδί μαθαίνει να αξιολογεί τον κίνδυνο και να διαχειρίζεται τα συναισθήματά του. Πιο συγκεκριμένα παρατηρείται ότι το παιδί, αντί να καταληφθεί από πανικό, σταματά, σκέφτεται προσεκτικά την επόμενη κίνησή του και αποφασίζει αν θα συνεχίσει ή θα υποχωρήσει. Αυτή η διαδικασία ενισχύει σταδιακά την ικανότητά του να αντιμετωπίζει ανάλογες συναισθηματικές προκλήσεις στο μέλλον με αυξημένη ψυχραιμία και αυτοκυριαρχία.

Ικανότητα προσαρμογής

Η ικανότητα προσαρμογής συνδέεται άμεσα με την επιθυμία των παιδιών να εξερευνήσουν νέα πράγματα και να προσαρμοστούν σε καινούριες καταστάσεις. Προκειμένου να επιτευχθεί αυτό, είναι απαραίτητο να γίνουν προσπάθειες ώστε τα νεαρά άτομα να απομακρυνθούν από τη ζώνη άνεσης και το προστατευμένο περιβάλλον στο οποίο συνήθως ζουν.

Αυτή η διαδικασία της «εξόδου» από το γνώριμο πλαίσιο δεν είναι πάντα εύκολη, αλλά είναι καθοριστική για την ανάπτυξη της ευελιξίας και της ανθεκτικότητας των νέων.

Μέσα από την εμπειρία της αντιμετώπισης του άγνωστου και της ανάληψης καινούριων προκλήσεων, τα παιδιά μαθαίνουν να προσαρμόζονται σε διαφορετικές συνθήκες, αναπτύσσοντας έτσι την ικανότητα να διαχειρίζονται τις ποικίλες μεταβολές και να ανταποκρίνονται με αυτοπεποίθηση στις δυσκολίες που συναντούν. Επομένως, η προσαρμοστικότητα συνιστά ένα από τα πιο ζωτικά εφόδια για την προσωπική εξέλιξη των ατόμων, καθώς τους εξοπλίζει για να αντιμετωπίσουν έναν κόσμο γεμάτο απρόβλεπτες καταστάσεις και προκλήσεις.

Αυτοπεποίθηση

Η αυτοπεποίθηση αποτελεί ένα καθοριστικό χαρακτηριστικό της προσωπικότητας του κάθε παιδιού, το οποίο θα το συνοδεύει στην εκτέλεση ή όχι μελλοντικών επαγγελματικών και προσωπικών εγχειρημάτων. Τα παιδιά που συμμετέχουν σε ριψοκίνδυνα παιχνίδια είναι πιο πιθανό να αναλάβουν ρίσκα σε καταστάσεις όπου η πιθανότητα αποτυχίας είναι υπαρκτή.

Ωστόσο, αυτή η πιθανότητα δεν λειτουργεί ως αποτρεπτικός παράγοντας, καθώς τα παιδιά γνωρίζουν ότι, ακόμη και αν αποτύχουν, έχουν την ευκαιρία να προσπαθήσουν ξανά. Αυτή η ικανότητα να αντιμετωπίζουν την αποτυχία με θετική στάση ενισχύει την αυτοεκτίμησή τους και τα προετοιμάζει για τις προκλήσεις της ζωής, δίνοντάς τους το θάρρος να επιδιώκουν τους στόχους τους, ανεξάρτητα από τα εμπόδια που δύναται να συναντήσουν.

Φυσικός Γραμματισμός

Αυτό το είδος παιδείας στοχεύει στην καλλιέργεια δεξιοτήτων, αυτοπεποίθησης και αγάπης για την κίνηση, οι οποίες είναι απαραίτητες ώστε τα παιδιά να διατηρούν έναν δραστήριο και υγιή τρόπο ζωής καθ’ όλη τη διάρκεια της ύπαρξής τους.

Οι δραστηριότητες ριψοκίνδυνου παιχνιδιού, όπως το τρέξιμο, η αναρρίχηση και οι ασκήσεις ισορροπίας, ενσωματώνονται στο ενεργητικό παιχνίδι των παιδιών, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην ανάπτυξη της σωματικής τους αντοχής και της φυσικής τους εγγραμματοσύνης. Μέσω της συμμετοχής τους σε αυτές τις δραστηριότητες, τα νεαρά άτομα ενισχύουν τις μυϊκές τους δεξιότητες, αποκτούν βαθύτερη κατανόηση της λειτουργίας του σώματός τους και ανακαλύπτουν τη χαρά που προσφέρει η ενεργητική κίνηση.

Ποιοι είναι οι τύποι του ριψοκίνδυνου παιχνιδιού;

Οι μορφές του ριψοκίνδυνου παιχνιδιού (risky play) περιλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων που προσφέρουν στα παιδιά την ευκαιρία ανάληψης ρίσκων και εξερεύνησης των ορίων τους.

Αυτοί οι τύποι παιχνιδιού είναι:

1. Φυσική δραστηριότητα:
Αναρρίχηση: σκαρφάλωμα σε δέντρα, βράχους ή άλλες δομές.

Τρέξιμο και πτώσεις: τρέξιμο σε ανώμαλες επιφάνειες ή σε απότομες κλίσεις.
Ισορροπία: διατήρηση ισορροπίας σε λεπτές επιφάνειες ή ψηλά αντικείμενα.

2. Δραστηριότητες υψηλού ύψους:
Σκαρφάλωμα σε παιδικές χαρές: χρήση διαδρόμων και σχοινιών που βρίσκονται σε ύψος

Δραστηριότητες σε εναέρια πάρκα: χρήση εξοπλισμού που απαιτεί σκαρφάλωμα σε ύψος.

3. Δραστηριότητες μετακίνησης:
Ποδηλασία: οδήγηση ποδηλάτου σε ανώμαλες διαδρομές ή κατά την εκτέλεση ακροβατικών ελιγμών.

Σκούτερ ή πατίνια: χρήση σκούτερ ή πατινιών σε ανώμαλους δρόμους ή ράμπες.

4. Δραστηριότητες σε νερό:
Κολύμβηση: κολύμπι σε φυσικές λίμνες ή ποτάμια, όπου υπάρχει ρεύμα.

Καταδύσεις: βουτιές από ύψη ή εξερεύνηση υποβρύχιων περιοχών.

5. Δραστηριότητες με επικίνδυνα στοιχεία:
Χρήση εργαλείων: εμπλοκή σε χειροτεχνίες ή κατασκευές με εργαλεία (π.χ. σφυρί, πριόνι).

Δημιουργία φωτιάς: εκμάθηση ασφαλούς τρόπου ανάφλεξης και χειρισμού φωτιάς.

6. Δραστηριότητες στρατηγικής:
Παιχνίδια ρόλων: συμμετοχή σε παιχνίδια που περιλαμβάνουν στρατηγικές και διλήμματα, όπου οι επιλογές μπορεί να οδηγήσουν σε αποτυχία ή επιτυχία.

7. Δραστηριότητες συναισθηματικής πρόκλησης:
Αγώνες ή προκλήσεις: συμμετοχή σε αγώνες που προκαλούν θεμιτό ανταγωνισμό.

Αυτοί οι τύποι ριψοκίνδυνου παιχνιδιού επιτρέπουν στα παιδιά να εξερευνήσουν τις προκλήσεις, να αναπτύξουν δεξιότητες και να ενισχύσουν την αυτοεκτίμησή τους μέσα από τις εμπειρίες τους.

Για ποιους λόγους το ριψοκίνδυνο παιχνίδι εκλείπει από την παιδική ζωή;

Ασφάλεια και υπερπροστασία: Η πλειονότητα των γονέων και εκπαιδευτικών συχνά ανησυχεί για τους κινδύνους που ενέχει το ριψοκίνδυνο παιχνίδι, οδηγούμενη έτσι σε υπερπροστατευτικές συμπεριφορές. Αυτή η προσέγγιση αποθαρρύνει τα παιδιά από το να εξερευνήσουν και να δοκιμάσουν νέες εμπειρίες, περιορίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τις ευκαιρίες τους για ανάπτυξη και καλλιέργεια αυτονομίας.

Μείωση των ανοιχτών χώρων: Το ριψοκίνδυνο παιχνίδι απαιτεί την ύπαρξη χώρων που προσφέρουν εύκολη πρόσβαση, επιτρέποντας στα παιδιά να ενεργοποιήσουν τη φαντασία τους και να εξερευνήσουν χωρίς περιορισμούς. Ωστόσο, οι φυσικοί αυτοί χώροι συχνά αντικαθίστανται από κτηριακές εγκαταστάσεις, οι οποίες δεν παρέχουν την κατάλληλη υποδομή για τέτοιες δραστηριότητες. Ως αποτέλεσμα, οι ευκαιρίες για ριψοκίνδυνο παιχνίδι να μειώνονται, περιορίζοντας την ικανότητα των παιδιών να αναπτύσσουν δεξιότητες. Η έλλειψη κατάλληλων χώρων παιχνιδιού μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες στην ανάπτυξή τους, επηρεάζοντας τη φυσική, ψυχική και συναισθηματική τους ευημερία.

Αύξηση της τεχνολογίας: Η τεχνολογική πρόοδος έχει αναδείξει νέες μορφές ψυχαγωγίας, όπως τα ψηφιακά παιχνίδια, οδηγώντας τα παιδιά να αφιερώνουν περισσότερες ώρες μπροστά σε οθόνες αντί να εμπλέκονται σε υπαίθριες δραστηριότητες, όπως το ριψοκίνδυνο παιχνίδι. Αυτή η στροφή προς την ψηφιακή ψυχαγωγία περιορίζει τις ευκαιρίες για φυσική δραστηριότητα και ανακάλυψη, υποβαθμίζοντας τη σημασία του παιχνιδιού που ενισχύει την κινητικότητα και καλλιεργεί τη δημιουργικότητα.

Έλλειψη χρόνου: Η έλλειψη χρόνου αποτελεί έναν κρίσιμο παράγοντα που περιορίζει τη δυνατότητα των παιδιών να συμμετέχουν σε ριψοκίνδυνες δραστηριότητες. Αυτό συμβαίνει διότι οι αυξημένες υποχρεώσεις των οικογενειών, ο φόρτος εργασίας, καθώς και τα σχολικά καθήκοντα μειώνουν τον αυθορμητισμό που απαιτείται για το ελεύθερο παιχνίδι. Ως αποτέλεσμα, οι φυσικές και αυθόρμητες εμπειρίες παιχνιδιού αντικαθίστανται συχνά από δομημένες δραστηριότητες, περιορίζοντας τις ευκαιρίες των παιδιών να εξερευνήσουν και να ανακαλύψουν τον κόσμο γύρω τους.

Αξίζει το ριψοκίνδυνο παιχνίδι το «ρίσκο»;

Ορισμένες σκέψεις:
Αρκετοί συχνά συγχέουν το ριψοκίνδυνο παιχνίδι με την εκτέλεση επικίνδυνων δραστηριοτήτων. Ωστόσο, στην πραγματικότητα, αυτό το είδος παιχνιδιού σχετίζεται με την αβεβαιότητα και τον ενθουσιασμό που νιώθουν τα παιδιά όταν δοκιμάζουν κάτι νέο και συναρπαστικό.

Το ριψοκίνδυνο παιχνίδι μπορεί να διαφέρει ανάλογα με το ηλικιακό προφίλ και το επίπεδο άνεσης του εκάστοτε παιδιού. Για παράδειγμα, για ένα μικρό παιδί, το ριψοκίνδυνο παιχνίδι μπορεί να σημαίνει να προσπαθήσει να ισορροπήσει σε ένα πόδι στο έδαφος, ενώ για ένα παιδί προσχολικής ηλικίας μπορεί να περιλαμβάνει το σκαρφάλωμα σε ένα σκαμπό προκειμένου να φτάσει σε ένα αγαπημένο του αντικείμενο.

Συμπερασματικά, είναι ουσιώδες οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί να προάγουν τέτοιες δραστηριότητες, δημιουργώντας ασφαλή περιβάλλοντα στα οποία τα παιδιά μπορούν να εξερευνούν ελεύθερα και να απολαμβάνουν το παιχνίδι.

Μέσω της υποστήριξής τους, διασφαλίζουν ότι τα παιδιά θα έχουν τη δυνατότητα να αναπτύξουν τις ικανότητές τους και να βιώσουν την εμπειρία της εξερεύνησης με αυτοπεποίθηση και ενθουσιασμό.

Βιβλιογραφία

Bower, T. G. R. (2017). Risky play: The importance of play in children’s development. Child Development

Perspectives, 11(1), 49-53. doi.org/10.1111/cdep.12210

Καλαγιάκου,Δ. (2024). Pιψοκίνδυνο παιχνίδι στην προσχολική ηλικία. Μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία. Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής. Ανακτήθηκε από: polynoe.lib.uniwa.gr/xmlui/bitstream/handle/11400/7040/Kalagiakou_21527.pdf?sequence=1&isAllowed=y 

Κοντοπούλου, Μ. (2016). Ο κίνδυνος της αποφυγής του ρίσκου στο παιχνίδι. *Διάλογοι! Θεωρία και Πράξη στις Επιστήμες της Αγωγής και Εκπαίδευσης*, *2016*(2), 20-34. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Ανακτήθηκε από: ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/dialogoi/article/view/10512/10918 

Μηλιώνης, Χ. (2020). Κίνδυνος και παιχνίδι: Μια ψυχολογική προοπτική του risky play. Ψυχολογία και Εκπαίδευση, 8(3), 233-250.

Σαμπάρης, Α. (2016). Εξερευνώντας τον κίνδυνο στη φύση: Ο ρόλος του risky play στην ανάπτυξη των παιδιών. Παιδαγωγικά Χρονικά, 56(2), 145-162.

ΠΗΓΗ: https://www.psychology.gr/psychologia-paidiou/8416-i-pragmatikotita-tou-riskou-anakalyptontas-ti-mageia-tou-risky-play.html

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Με… άρωμα συνεργασίας

efimerida ΠΡΟΣΟΧΗ !!!Οι αιτήσεις συμμετοχής παρατείνονται μέχρι και τις 14 Νοεμβρίου 2024

Έχουμε τη χαρά να συνεχίζουμε το ταξίδι μας για 4η συνεχόμενη χρονιά. Μια χρονιά με πλούσιες δραστηριότητες και συνεργασίες.

Φέτος, το σχολικό έτος 2023 – 2024, συμμετείχαν 120 σχολεία, από τα οποία τα 30 ήταν Νηπιαγωγεία, 2 Τμήματα Ελληνικής Γλώσσας(ΤΕΓ) και ένα Γυμνάσιο.

Χωρισμένα σε 40 ομάδες των τριών ή τεσσάρων σχολείων, συνήθως, έδωσαν δείγματα γραφής της δουλειάς τους, μέσα από τις αναρτήσεις στα padlet τους, τα οποία φιλοξενούνται στο κεντρικό padlet του Δικτύου. Εκεί σας περιμένουν οι εμπνευσμένες δράσεις των μαθητών και των εκπαιδευτικών, για να τις δείτε, να τις ακούσετε και να τις διαβάσετε.

Έμφαση δόθηκε, από αρκετές ομάδες, στη συνεργατική δημιουργική γραφή. Αξιοποιήθηκαν ψηφιακά εργαλεία, όπως τα Canva και Genially, μέσα από τα οποία πολλά σχολεία ετοίμασαν εφημερίδες και παρουσιάσεις των τόπων τους, με πρωτότυπο τρόπο.

Για την καλύτερη λειτουργία του Δικτύου δημιουργήθηκε μια Συντονιστική Ομάδα, που αποτελείται από τους εκπαιδευτικούς Μαρία Ντρέλια, Νένα Σιδηροπούλου, Νίκο Δημητρίου και τον υποφαινόμενο. Επίσης, σε κάθε ομάδα σχολείων του Δικτύου υπήρχε και ο αντίστοιχος συντονιστής, ο οποίος αποτελούσε τον συνδετικό κρίκο μεταξύ σχολείων και Δικτύου. Έτσι γίναμε ακόμα πιο αποτελεσματικοί.

Πέρα από την προσέγγιση και γνωριμία κάθε τόπου, παράλληλα με τις θεματικές που μας απασχόλησαν  τις προηγούμενες χρονιές(αρχαίο θέατρο – κάστρα – έθιμα – προϊόντα – μνημεία κλπ.), θα θέλαμε να έρθουμε πιο κοντά στην συγκέντρωση τοπικών παραμυθιών ή μύθων και την ανάδειξή τους μέσα από την προφορική αφήγηση.

Ιδιαίτερη αναφορά μπορεί να γίνει, ακόμα, για τον τρόπο που επηρεάζεται κάθε τόπος από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Σημαντικό είναι, επίσης, όπου αυτό είναι εφικτό και με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται, να γίνονται ανταλλαγές επισκέψεων των σχολείων στις ομάδες που το επιθυμούν.

Στο 4ο τεύχος του Δικτύου, το οποίο κυκλοφορεί σε τέσσερις γλώσσες, φιλοξενούνται εφτά(7) ομάδες σχολείων και 13 σχολεία μεμονωμένα.

Οι δραστηριότητες του συνόλου των σχολείων του Δικτύου, παρουσιάζονται στoν σύνδεσμο που ακολουθεί:
https://padlet.com/travellingaroundgreece2023/_-2023-2024-rl18ij2jt01xowdt

Συνεχίζουμε με καλή διάθεση και περιμένουμε τους νέους συνοδοιπόρους στο ταξίδι μας.

Συνεχίζουμε και για τη  σχολική χρονιά 2024– 2025,  προσμένοντας νέες συνεργασίες στην Ελλάδα, την Κύπρο, αλλά και με ελληνικά σχολεία που βρίσκονται στις πέντε ηπείρους.

Διατηρούμε την  υπέροχη ομάδα με την οποία ήδη έχουμε αναπτύξει στενούς δεσμούς συνεργασίας και κεντρικό θέμα τη γνωριμία του τόπου μας μέσα από πολιτιστικές και περιβαλλοντικές διαδρομές, που θα προταθούν.  Τα μέσα που θα χρησιμοποιηθούν θα είναι ποικίλα και ο τρόπος  παρουσίασης και συνεργασίας θα συναποφασιστεί από τα σχολεία που θα συμμετέχουν. Επιλογές υποθεμάτων(αρχαία θέατρα – κάστρα – υγρότοποι – έθιμα – προϊόντα κ. ά.), θα προκύψουν από τις προτάσεις των σχολείων.

Τα υποθέματα, που θα προταθούν μπορεί να ενταχθούν από τα σχολεία στα Εργαστήρια Δεξιοτήτων ή σε Προγράμματα Σχολικών Δραστηριοτήτων ή όπου αλλού κρίνεται πρόσφορο. 

Ανυπομονούμε να γνωρίσουμε τους νέους συνταξιδιώτες μας, το συντομότερο δυνατόν. Σας περιμένουμε.

Δηλώστε συμμετοχή στη φόρμα που ακολουθεί:

https://forms.gle/BJCUqbCPogK4debB9

Καταληκτική ημερομηνία υποβολής:

 Δευτέρα 4 Νοεμβρίου  2024

Γα τυχόν ερωτήματα, θα είμαι στη διάθεσή σας.

Με εκτίμηση

Για το Δίκτυο Συνεργατικών Σχολείων
«Ταξιδεύοντας στην Ελλάδα και την Κύπρο»

Ο συντονιστής εκπαιδευτικός

 Ηλίας Κάρτας – Δημοτικό Σχολείο Άρνισσας/Πέλλας

travellingaroundgreece2023@gmail.com

 ilikart@gmail.com – 697/4809371

Κατηγορίες: Γενικά | Γράψτε σχόλιο

Ειδικό σχολείο: πραγματικά απαραίτητο ή ολέθριο λάθος;

aytismos ekpaideysi aleksandroypoli 2018

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Πρωτίστως, στόχος της ειδική αγωγής είναι η σχολική ενσωμάτωση. Τι σημαίνει όμως ενσωμάτωση; Η ενσωμάτωση θεωρεί ότι τα παιδιά με αναπηρία είναι μέλη μιας ομάδας σχολικής, κοινωνικής, μικρής και μεγάλης. Σχολική ενσωμάτωση σημαίνει αλληλοαποδοχή από ένα σύνολο ή μια ομάδα ατόμων.

Όλοι οι μαθητές με αναπηρία πρέπει να εκπαιδεύονται με τους συμμαθητές τους στην ίδια σχολική αίθουσα. Σύμφωνα με την έννοια της σχολικής ενσωμάτωσης, οι μαθητές προσέρχονται στις “κανονικές” τάξεις μαζί με όλες τις απαιτούμενες εξειδικευμένες ανάγκες, οι οποίες είναι απαραίτητες γι’ αυτούς.

Κάθε παιδί πρέπει να εκπαιδεύεται μέσα στις συνηθισμένες τάξεις του σχολείου της γειτονιάς του, με την προϋπόθεση ότι το σχολείο αυτό θα αναπροσαρμόζει το πρόγραμμά του, έτσι ώστε να ικανοποιούνται οι ιδιαίτερες ανάγκες όλων των μαθητών. Υπάρχουν τρία είδη ενσωμάτωσης: η χωροταξική (τα παιδιά βρίσκονται στο ίδιο χώρο), η κοινωνική (πραγματοποιούνται δραστηριότητες που αυξάνουν την επικοινωνία μεταξύ των παιδιών) και η διδακτική (το παιδί εκπαιδεύεται μέσα στην συνηθισμένη τάξη, συμμετέχοντας στην ίδια εκπαιδευτική διαδικασία με τους υπόλοιπους μαθητές της τάξης).

χολική ενσωμάτωση δίχως εκπαιδευτικούς που πιστεύουν σε αυτό το θεσμό, δίχως ειδικά όργανα και μέσα, δίχως υποστηρικτικό και βοηθητικό προσωπικό, δίχως ειδικές υπηρεσίες και δίχως επαρκή οικονομική βοήθεια από το κράτος, δεν είναι σχολική ενσωμάτωση.

Είναι γνωστό ότι στην χώρα μας το μεγαλύτερο ποσοστό των μαθητών με προβλήματα μάθησης ή/και συμπεριφοράς βρίσκεται κατά τύχη και κατά ανάγκη ενταγμένο μέσα στις κοινές τάξεις των γενικών σχολείων, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι μιλάμε για ενσωμάτωση. Ο νόμος για την εκπαίδευση ατόμων με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες υποστηρίζει τη σχολική ενσωμάτωση. Προτείνει, λοιπόν, μια σειρά εναλλακτικών λύσεων που περιλαμβάνουν διάφορες μορφές εκπαιδευτικής τοποθέτησης και παρέμβασης. Πιο συγκεκριμένα προτείνονται οι παρακάτω οργανωτικές δομές:

    • Κανονική τάξη χωρίς υποστήριξη. Ο δάσκαλος πρέπει να ευαισθητοποιηθεί από μόνος του, έτσι ώστε να επιμορφωθεί και να μπορέσει να αντεπεξέλθει στις αυξημένες του υποχρεώσεις.
    • Κανονική τάξη, με στήριξη δασκάλου και μαθητή μέσα στην τάξη. Ο εκπαιδευτικός της τάξης συνεργάζεται με τον εκπαιδευτικό ειδικής αγωγής για να μπορέσει να προσαρμόσει το πρόγραμμά του στις ανάγκες του παιδιού με ειδικές ανάγκες.
    • Κανονική τάξη με εξωτερική υποστήριξη. Ειδικός επισκέπτεται μία φορά την εβδομάδα την τάξη και δίνει οδηγίες στο παιδί και στον δάσκαλο.
    • Κανονική τάξη-ειδική τάξη μερικές απασχόλησης. Το παιδί μπαίνει στην ειδική τάξη μόνο για τις ώρες και τα μαθήματα που χρειάζεται.
    • Ειδική τάξη-κανονική τάξη μερικής απασχόλησης. Τα παιδιά πηγαίνουν για κάποιες ώρες στην κανονική τάξη.
    • Ολοήμερη ειδική τάξη. Τα παιδιά παρακολουθούν πάντα την ειδική τάξη, αλλά συμμετέχουν στις κοινές δραστηριότητες του σχολείου.
    • Μισός χρόνος σε ειδικό σχολείο-μισός σε κανονικό.
    • Μόνο ειδικό σχολείο. Εδώ συγκαταλέγονται τα ειδική ημερήσια σχολείο και ειδικά σχολεία σε οικοτροφεία.
    • Μη εκπαιδευτικά ιδρύματα. Η αγωγή παρέχεται στο σπίτι από ειδικό παιδαγωγό ή σε χώρους νοσηλείας.

Γιατί να επιθυμεί κάποιος την ενσωμάτωση; Απαντώντας ανάποδα στο ερώτημα, η ένταξη ενός παιδιού σε ειδικό σχολείο είναι κάτι το ανεπιθύμητο γιατί:

    • απομονώνει το παιδί από τα υπόλοιπα “φυσιολογικά” παιδιά,
    • οδηγεί στο στιγματισμό,
    • δεν υπάρχει αξιόλογος αριθμός ερευνών που να αποδεικνύει τα θετικά αποτελέσματα της εκπαίδευσης των μαθητών σύμφωνα με τον δείκτη νοημοσύνης τους,
    • έρευνες των τελευταίων ετών έχουν αποδείξει ότι το ειδικό σχολείο δεν συνεισφέρει θετικά στην κοινωνική ένταξη των παιδιών και
  • τα προγράμματα ενσωμάτωσης παρέχουν την ευκαιρία στους εκπαιδευτικούς να μάθουν και να εφαρμόσουν νέες τεχνικές και μεθόδους στην αντιμετώπιση των μαθησιακών προβλημάτων και των προβλημάτων συμπεριφοράς.

Η κατάργηση των ειδικών σχολείων θα υποχρέωνε την πολιτεία να προχωρούσε σε αλλαγές του συστήματος της γενικής εκπαίδευσης προκειμένου να μπορούν τα παιδιά με αναπηρία να φοιτούν στις συνηθισμένες τάξεις. Τέτοιου είδους, όμως, αλλαγές περιλαμβάνουν την εφαρμογή καινοτόμων εκπαιδευτικών και υποστηρικτικών προγραμμάτων, όπως για παράδειγμα επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, βοηθοί δασκάλου κ.τ.λ. Έχει βρεθεί ότι τα παιδιά με αναπηρίες μαθαίνουν καλύτερα, όταν φοιτούν με τους συμμαθητές τους των κανονικών τάξεων.

Έχει η ενσωμάτωση αρνητικές επιπτώσεις στην σχολική πρόοδο των παιδιών τυπικής ανάπτυξης; Οι περισσότερες μελέτες “απαντούν” πως όχι. Τα προγράμματα ενσωμάτωσης εάν οργανωθούν κι εφαρμοστούν σωστά, μπορούν να αποβούν προς όφελος και των αναπήρων και των παιδιών τυπικής εκπαίδευσης. Ενθαρρύνει η σχολική ενσωμάτωση την υιοθέτηση μη επιθυμητής συμπεριφοράς από τους μαθητές τυπικής εκπαίδευσης;

Έρευνες απέδειξαν ότι η μίμηση μη επιθυμητής συμπεριφοράςαπό μαθητές τυπικής εκπαίδευσης συνέβαινε σε σπάνιες περιπτώσεις και για μικρά χρονικά διαστήματα. Ποια θα μπορούσαν να είναι τα οφέλη της ενσωμάτωσης για όλους τους μαθητές; Αλλαγή της αρνητικής στάσης των παιδιών απέναντι στην διαφορετικότητα, απαλλαγή από το αίσθημα του φόβου για το άγνωστο και διαφορετικό, βελτίωση της αυτοαντίληψης και πολλά άλλα.

Βεβαίως υπάρχουν κι αυτοί που υποστηρίζουν ότι η ενσωμάτωση δεν είναι κατάλληλη για όλα τα παιδιά με αναπηρία. Πως τα ειδικά σχολεία είναι αναγκαία και αναπόφευκτα για τα παιδιά εκείνα που παρουσιάζουν πολύ σοβαρά προβλήματα (σωματικά, αισθητηριακά, ψυχικά) και που απαιτούν εκτός από τα ειδικά εκπαιδευτικά προγράμματα και άλλη πολλαπλή υποστήριξη ειδικών υπηρεσιών. Παρόλο που το κοινό σχολείο αποτελεί τον απώτερο στόχο της ειδικής αγωγής, δεν είναι εύκολο, κατ’ αυτούς, να υλοποιηθεί αν πρώτα δεν πληρούνται οι παρακάτω προϋποθέσεις:

    1. Ύπαρξη εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής.
    1. Ύπαρξη ειδικού υποστηρικτικού προσωπικού (λογοθεραπευτές, ψυχολόγοι κ.τ.λ.).
    1. Προσπελασιμότητα και καταλληλότητα των σχολικών κτιρίων.
    1. Ύπαρξη κατάλληλου εξοπλισμού.

Ως προς αυτή την άποψη, διαφωνώ κάθετα. Ένα κράτος που ουσιαστικά ενδιαφέρεται για την κοινωνική ενσωμάτωση και την ισότητα των πολιτών του μπορεί να φροντίσει ώστε να επανδρώσει τα “κανονικά” σχολεία με όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις που προαναφέρθηκαν (υλικοτεχνικές υποδομές, κατάλληλη διοίκηση, ειδικά εκπαιδευμένο προσωπικό κ.τ.λ.) ώστε να μπορούν να φοιτήσουν και οι πιο σοβαρές περιπτώσεις παιδιών.

Ζώντας στον 21ο αιώνα είναι απαράδεκτο να γίνονται ακόμη διακρίσεις μεταξύ παιδιών με αναπηρία και “φυσιολογικών”, σχολείων γενικής εκπαίδευσης και ειδικής. Όλα τα παιδιά έχουν την ανάγκη για μόρφωση και αγωγή, απλώς αλλάζει ο τρόπος που θα έπρεπε να τους δίνεται.

ΠΗΓΗ:https://www.psychologynow.gr/arthra-psyxologias/sxoleio/sxoliki-psyxologia/eidiko-sxoleio-pragmatika-aparaitito-i-olethrio-lathos/

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Η επιθετικότητα στην παιδική ηλικία: Από τις βιολογικές ρίζες έως τις κοινωνικές επιρροές

119629 paidiaviapioyiguhjk

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Ορισμός και φύση της επιθετικότητας:  Επιθετικότητα είναι εκείνη η δύναμη μέσα στο άτομο που του παρέχει ώθηση και ζωντάνια νοηματοδοτώντας έτσι τις πράξεις του.

Πιο συγκεκριμένα, η φύση της επιθετικότητας δεν είναι πάντα βίαιη και καταστρεπτική, αλλά δύναται να ενέχει μία καλή, χρήσιμη και υγιής μορφή, διότι παρέχει κίνητρο σε κάθε άνθρωπο να υπερπηδήσει δυσκολίες και να ανταποκριθεί λειτουργικά σε επικίνδυνες και δυσάρεστες καταστάσεις.

Η υγιής επιθετικότητα θεωρείται σημαντικός παράγοντας για την επίδειξη πρωτοβουλίας και υγιούς συναγωνισμού, αποτελώντας ταυτόχρονα αρωγό για την ανεξαρτητοποίηση του εκάστοτε παιδιού, την συλλογή γνώσεων και της κυριαρχίας του επί του περιβάλλοντός του.

Η διπολική φύση της επιθετικότητας, ωστόσο, δημιουργεί βίαιες, εχθρικές και καταστρεπτικές καταστάσεις, στις οποίες τα άτομα και ιδίως τα παιδιά δεν μπορούν να εκφράσουν θετικά συναισθήματα.

Αυτή η ανεπιθύμητη πλευρά της επιθετικότητας προκαλεί ανησυχία στους γονείς, στους εκπαιδευτικούς και σε όσους αποτελούν θύματα της συμπεριφοράς αυτής.

Για τους λόγους αυτούς, ο έλεγχος της επιθετικότητας και ο περιορισμός της αποτελούν βασικούς στόχους της κοινωνικοποίησης των νεαρών ατόμων απασχολώντας έντονα τον περίγυρό τους, με τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς να κρίνεται σημαντικό να προσφέρουν τη βοήθειά τους ούτως ώστε εκείνα να εξελιχθούν σε κοινωνικά υπεύθυνα όντα, ικανά να αναγνωρίζουν τα δικαιώματα των άλλων και να ζουν ειρηνικά με τους συνανθρώπους τους.

Μελετώντας την έννοια της επιθετικότητας είναι άκρως απαραίτητη η διαφοροποίηση της επιθετικής ή βίαιης συμπεριφοράς από την επιθετικότητα ως ενόρμηση. Αυτή η ειδοποιός διαφορά έγκειται στο γεγονός πως η μία αναφέρεται στο είδος των αντιδράσεων, έτσι όπως μπορεί να καταγραφούν από έναν παρατηρητή, και στην αντικειμενική τους εκτίμηση, ενώ η άλλη μελετά την επιθετικότητα ως ένα στοιχείο της φύσης του ανθρώπου που εκφράζεται με τρόπο έμμεσο και συχνά ασυνείδητο.

Η επιθετικότητα ως βίαιη συμπεριφορά αφορά στις ενέργειες που είναι ικανές να προκαλέσουν βλάβη σε κάποιον/α είτε σε επίπεδο φυσικό είτε σε ψυχολογικό εμποδίζοντας την προσωπική ευημερία και τα επιτεύγματα. Σε αυτό το σημείο, είναι σημαντικό να αναφερθεί πως, βασικό κριτήριο αποτελούν οι συνέπειες μίας πράξης, επειδή μία ενέργεια μπορεί να έχει καταστροφικές κυρώσεις χωρίς αυτές να είναι σκόπιμες.

Παραδείγματος χάριν, μία μη επιθετική συμπεριφορά θα μπορούσε να είναι το χτύπημα που υπέστη ένα παιδί κατόπιν απρόσεκτης συμπεριφοράς στο χώρο του σχολείου.
Αντιθέτως μία ενέργεια επιθετικότητας που εκτυλίσσεται στο χώρο του σχολείου είναι όταν το παιδί πετάει το παιχνίδι του σε κάποιο φίλο του για να του κεντρίσει την προσοχή, με την δράση αυτή να θεωρείται ως επιθετική ανεξάρτητα από το αν στόχος θα επιτευχθεί ή όχι .

Έτσι σύμφωνα με τους Shafer,Parke και Slaby κριτήριο για τον ορισμό μίας συμπεριφοράς ως επιθετικής, αποτελεί η πρόθεση του ατόμου. Επιπρόσθετα, πολλοί διαφοροποιούν την «εχθρική επιθετικότητα» που αποσκοπεί στην πρόκληση καταστροφής ή βλάβης, από την «λειτουργική επιθετικότητα» που στοχεύει στη διεκδίκηση αντικειμένου(π.χ. παιχνιδιού),χώρου ή προνομίου.

Ο διαχωρισμός αυτών των δύο ενεργειών δεν είναι εύκολος γιατί η ίδια συμπεριφορά εξυπηρετεί διαφορετικές σκοπιμότητες που μπορεί να εκδηλώνονται με εμφανή ή καλυμμένο τρόπο και τα κίνητρα μπορεί να είναι σύνθετα και πολλές φορές ασυνείδητα.

Οι Bandura και Watson, έχουν υποστηρίξει ακόμα ότι η επιθετικότητα μπορεί να αποτελεί προϊόν μάθησης, μέσω αλληλεπίδρασης με το άμεσο και ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον.

Αναφορικά με την επιθετικότητα ως ενόρμηση, φαίνεται πως αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της φυσιολογικής λειτουργίας του ατόμου, που εκδηλώνεται με διαφορετικό τρόπο ανάλογα με την ηλικία, το πολιτισμικό πλαίσιο και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας.

Συμπληρωματικά, οι θεωρητικοί της ψυχανάλυσης(Freud), υποστηρίζουν ότι η επιθετικότητα και η σεξουαλικότητα αποτελούν βασικές πηγές ενέργειας.

Ειδικότερα, στόχος της σεξουαλικής ενόρμησης είναι ευχαρίστηση αλλά και η δέσμευση για ζωή, ενώ η επιθετική καταστροφική ενόρμηση ωθεί στη διάλυση των δεσμών. Η σύμπραξη ωστόσο αυτών των δύο τάσεων συγκροτεί μία φυσιολογική συμπεριφορά, η οποία εμφανίζεται σ’ όλες τις ηλικίες και σ’ όλες τις σχέσεις.

Θεωρίες για την παιδική επιθετικότητα

Ένα θέμα που έχει απασχολήσει την ευρύτερη επιστημονική κοινότητα και αποτελεί «σημείο αμφιλεγόμενο» είναι η αρχική αιτία, με άλλα λόγια η «πηγή» της ανθρώπινης επιθετικότητας. Σε ποιους παράγοντες ,δηλαδή, οφείλονται οι διαφορές που παρατηρούνται μεταξύ των ατόμων ως προς την επιθετικότητα. Για το θέμα αυτό έχουν διατυπωθεί δύο κύριες απόψεις, αντίθετες μεταξύ τους.

Η μία ιδεολογία δέχεται ότι η επιθετικότητα προκαλείται από ενδογενή αίτια, από κληροδοτημένα «ένστικτα», ενώ κατά την άλλη η επιθετικότητα είναι το αποτέλεσμα των περιβαλλοντικών επιδράσεων, των εμπειριών και των βιωμάτων του ατόμου, αποτελώντας αποτέλεσμα μάθησης.

Πολλοί άνθρωποι θεωρούν εσφαλμένα πως η επιθετικότητα που εκδηλώνουν τα παιδιά τους συνιστά ένα πρωτογενές ένστικτο,το οποίο θα πρέπει να δαμαστεί όσο το δυνατόν πιο σύντομα.

Αποδίδουν την επιθετικότητα σε εγγενείς ή έμφυτες τάσεις, κατάλοιπο της ζωώδους κληρονομιάς του ατόμου. Έτσι ,μπορεί να τους ακούσουμε να λένε :«Έχει τη βία μέσα του». Και εν συνεχεία να προσθέτουν: «Συμπεριφέρθηκε σαν ζώο».

Αρκετοί είναι οι ειδικοί που υποστηρίζουν ότι η αρχική πηγή της επιθετικότητας βασίζεται σε έμφυτες παρορμήσεις. Αναλυτικότερα ο διάσημος ηθολόγος Konrad Lorenz θεωρεί ότι η επιθετικότητα είναι ένα οικουμενικό πολεμικό ένστικτο τόσο στα ζώα όσο και στον άνθρωπο, το οποίο κατευθύνεται εναντίον των μελών του ίδιου είδους.

Παρεμφερείς απόψεις υποστηρίζει και ο ιδρυτής της ψυχανάλυσης Sigmund Freud. Δεχόμενοι την άποψη, ότι η επιθετικότητα είναι μία πρωτογενής ενόρμηση, αφήνουμε ταυτόχρονα να εννοηθεί πως αν το άτομο καταπνίγει μέσα του τα εχθρικά του συναισθήματα, θα δημιουργηθούν επικίνδυνες εσωτερικές εντάσεις και πιέσεις, οδηγώντας έτσι σε μία βίαιη και ίσως καταστροφική έκρηξη. Αν δηλαδή η επιθετικότητα είναι πραγματικά μία πρωτογενής βιολογική ανάγκη όπως η πείνα ή η δίψα τότε οδηγεί αναπόφευκτα το άτομο σε επιθετικές ενέργειες.

Οι θεωρητικοί που ασπάζονται αυτές τις αντιλήψεις υποστηρίζουν πως, αν αγνοηθεί το ενστικτώδες αυτό στοιχείο της ζωώδους κληρονομιάς του ανθρώπου, μάταια οι άνθρωποι θα αναζητούν να βρουν τους λόγους που δεν μπορούν να δημιουργήσουν μία τέλεια και ορθολογική κοινωνία. 

Από την άλλη πλευρά, κανένας δεν θα μπορούσε να αναιρέσει το γεγονός ότι οι ενδογενείς βιολογικοί παράγοντες, όπως οι ορμόνες και οι μηχανισμοί λειτουργίας του εγκεφάλου, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση της επιθετικής συμπεριφοράς στους ανθρώπους. Υπάρχουν οι εσωτερικές μεταβολές που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια των λεγόμενων «συναισθημάτων έκτακτης ανάγκης» -της οργής, του φόβου, της ταραχής και του πόνου. Κατά τη διάρκεια μίας τέτοιας κρίσης, οι ορμονικές μεταπτώσεις κινητοποιούν τις δυνάμεις του ατόμου, ώστε να μπορέσει να προετοιμαστεί για μία καθοριστική μάχη ή για μία γρήγορη φυγή στην προσπάθειά του για έναν αγώνα επιβίωσης.

Είναι συνετό να υποθέσουμε ότι ο άνθρωπος είναι εφοδιασμένος με εσωτερικούς μηχανισμούς που βρίσκονται στον εγκέφαλο και ενεργοποιούνται σε περίπτωση εχθρικής επίθεσης, ενώ παραμένουν σε λανθάνουσα κατάσταση κάτω από ήρεμες και ειρηνικές περιστάσεις. Επίσης έχει παρατηρηθεί πως κατόπιν κάποιας ασθένειας ή τραυματισμού αυξάνονται οι πιθανότητες ύπαρξης μίας έντονης επιθετικής συμπεριφοράς. Επιπλέον αξίζει να τονισθεί πως, η εμφάνιση του θυμού και της οργής στον άνθρωπο ρυθμίζονται από τον τόσο εξαιρετικά αναπτυγμένο φλοιό του εγκεφάλου, ο οποίος μπορεί άλλοτε να αναστέλλει και άλλοτε να απελευθερώνει τις επιθετικές συμπεριφορές.

Μία από τις θεωρίες που αφορούν τις πηγές της επιθετικότητας είναι γνωστή ως υπόθεση: «ματαίωση-επιθετικότητα».
Με τον όρο ματαίωση εννοείται η εσωτερική κατάσταση ή το συναίσθημα αναστάτωσης που βιώνει ένα άτομο, όταν ένα ίσως αξεπέραστο εμπόδιο δεν του επιτρέπει την ικανοποίηση μίας ανάγκης ή να φέρει εις πέρας κάποιον επιδιωκόμενο σκοπό.

Η ανάγκη που παρεμποδίζεται από κάποιο εμπόδιο μπορεί εκείνη τη στιγμή να φαίνεται αρκετά σημαντική. Ωστόσο, σε άλλες περιπτώσεις, όταν αυτή είναι αντικειμενικά κρινόμενη, ενδέχεται να είναι και ασήμαντη Για παράδειγμα, ίσως μία τέτοια ανάγκη να είναι η επιθυμία του παιδιού για να φάει ένα δεύτερο κομμάτι γλυκό ή για να δέσει μόνο του τα κορδόνια των παπουτσιών του. Άλλοτε πάλι, ο σκοπός μπορεί να είναι ζωτικής σημασίας ,όπως είναι η έντονη επιθυμία του παιδιού να περπατήσει, να επικοινωνήσει με το λόγο ή να καταφέρει να διαβάσει. Η απογοήτευση που νιώθει το παιδί, όταν η προσπάθειά του δυσχεραίνεται, δημιουργεί μερικές φορές μία συναισθηματική κατάσταση- θυμό που αυξάνει την πιθανότητα να επακολουθήσει επιθετική συμπεριφορά.

Επιπρόσθετα το αν θα επακολουθήσει ή όχι βία και τι μορφές θα λάβει μετά από τη ματαίωση μιας εμπρόθετης ενέργειας, εξαρτάται από ποικίλους παράγοντες όπως :τις συνήθειες που έχει αποκτήσει το άτομο στην πορεία της ζωής του, τα χαρακτηριστικά της ιδιοσυγκρασίας του, τις επιδράσεις που του έχουν ασκηθεί από επιθετικά μοντέλα ( λόγου χάριν επιθετικοί γονείς), την ανοχή που έδειχναν ή την τιμωρία που του επέβαλλαν τα σημαντικά πρόσωπα στη ζωή του όταν εκδήλωνε τον θυμό του.

Σύμφωνα με την επιστημονική κοινότητα, υφίστανται διαφόρων ειδών τακτικές με τις οποίες τα άτομα αντιμετωπίζουν το θυμό και την «ευθύνη» στις διάφορες ματαιωτικές καταστάσεις.

Κυρίως όμως παρατηρούνται τρεις βασικοί τύποι: 

Α) Αλλοτιμωρητικός τύπος, στον οποίο το άτομο έχει την τάση να συμπεριφέρεται εχθρικά στους άλλους, επειδή τους θεωρεί υπεύθυνους για τις αποτυχίες του.

Β) Αυτό-τιμωρητικός τύπος, σύμφωνα με τον οποίο το άτομο έχει την τάση να αναζητάει την ευθύνη μέσα του και να θεωρεί ότι ο εαυτός του είναι υπεύθυνος για τις ματαιώσεις του.

Γ) Ο τύπος της «αμυντικής» ατιμωρησίας, ο οποίος αποκρύπτει τη ματαιωτική κατάσταση, αρνείται την ύπαρξή της και δεν αποδίδει ευθύνες σε κανέναν, ούτε στους άλλους ούτε στον εαυτό του.

Από πολλούς/ες ερευνητές/τριες υποστηρίζεται ότι η συσσώρευση και η εσωτερίκευση τραυματικών εμπειριών στη διάρκεια κρίσιμων εξελικτικών φάσεων διαμορφώνουν εσωτερικά πρότυπα που στηρίζουν τις αντικοινωνικές- επιθετικές στάσεις και συμπεριφορές των παιδιών, οι οποίες μπορεί να εμφανιστούν στην προσχολική ή σχολική ηλικία. Αν το παιδί λόγου χάριν εκτίθεται σε ένα περιβάλλον, στο οποίο η βία αποτελεί το σύνηθες μοτίβο συμπεριφοράς, τότε, ενδέχεται να αποδεχτεί τη βία σαν ένα φυσιολογικό και αποτελεσματικό τρόπο δράσης.

Συμπληρωματικά, τα παιδιά που είναι μάρτυρες της βίας ως μέσο επίλυσης των συγκρούσεων στο σπίτι, είναι πιο πιθανό να τη χρησιμοποιήσουν στο σχολείο και σε άλλα περιβάλλοντα.

Σε μία πιο σύγχρονη θεώρηση, ο Rigby καταγράφει πέντε καίριες θεωρητικές προσεγγίσεις, οι οποίες άπτονται στην εκδήλωση συμπεριφορών επιθετικότητας και στις σχετικές πιθανές αιτίες εμφάνισής τους:

1) η επιθετικότητα ως αποτέλεσμα των ατομικών διαφορών μεταξύ των μαθητών,
2) η επιθετικότητα ως αναπτυξιακή διαδικασία,
3) η επιθετικότητα ως κοινωνικοπολιτιστικό φαινόμενο,
4) η επιθετικότητα ως απάντηση στις πιέσεις των συνομηλίκων στο σχολείο
5) η επιθετικότητα από την οπτική της επανορθωτικής δικαιοσύνης.

Σύμφωνα με την πρώτη άποψη, η επιθετικότητα προκύπτει ως αποτέλεσμα των διαφορών της προσωπικής δύναμης των παιδιών. Ειδικότερα, το ισχυρότερο παιδί συχνά καταπιέζει επανειλημμένα τα λιγότερο ισχυρά σωματικά άτομα, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται φαινόμενα θυματοποίησης στο προσχολικό περιβάλλον. Παράλληλα, έχει παρατηρηθεί από πολυάριθμες μελέτες πως τα παιδιά που επιτίθενται συχνά στους άλλους συνήθως είναι σωματικά ισχυρότερα, με διάθεση για χειραγώγηση και με χαμηλή ενσυναίσθηση. Εντούτοις, τα παιδιά που είναι πιο συχνά θύματα σκιαγραφούνται ως σωματικά αδύναμα, εσωστρεφή και με χαμηλή αυτοεκτίμηση.

Η δεύτερη προσέγγιση θεωρεί ότι η επιθετικότητα ξεκινάει στην πρώιμη παιδική ηλικία όταν τα παιδιά αρχίζουν να διεκδικούν σε βάρος των άλλων, προκειμένου να εδραιώσουν την κοινωνική τους κυριαρχία.

Η τρίτη προσέγγιση εντοπίζει τις ρίζες της επιθετικότητας στην ύπαρξη κοινωνικών ομάδων με διαφορετικά επίπεδα εξουσίας. Αυτές οι διαφορές συχνά έχουν ιστορικές και πολιτιστικές βάσεις, όπως το φύλο, η φυλή, η εθνικότητα και η κοινωνική τάξη, με ιδιαίτερη έμφαση να δίνεται συνήθως στις ανομοιότητες που σχετίζονται με το φύλο. Η κοινωνία θεωρείται κατά κύριο λόγο πατριαρχική, με τους άνδρες να σκιαγραφούνται γενικά ως οι έχοντες περισσότερη δύναμη από ότι οι γυναίκες, λόγω της διάχυσης κοινωνικών πεποιθήσεων που υποστηρίζουν ότι οι άνδρες πρέπει να είναι το κυρίαρχο φύλο. Αυτό έχει ως συνέπεια, την καταπίεση των κοριτσιών από τα αγόρια, διότι τα δεύτερα αισθάνονται ότι έχουν την υποχρέωση να προχωρούν σε τέτοιου είδους ενέργειες. Ταυτοχρόνως, μέσω ερευνών που έχουν διεξαχθεί συνάγεται το συμπέρασμα πως τα αγόρια είναι πιο πιθανό από τα κορίτσια να προβούν στην έναρξη κάποιας εκφοβιστικής ενέργειας.

Η επόμενη προσέγγιση μοιράζεται κάποια κοινά στοιχεία με την κοινωνικοπολιτισμική προσέγγιση, καθώς αναγνωρίζει ότι ο εκφοβισμός πρέπει να κατανοηθεί εντός ενός κοινωνικού πλαισίου. Ωστόσο, αντί να εστιάζει σε κοινωνικοπολιτιστικές κατηγορίες όπως το φύλο, η φυλή και η κοινωνική τάξη, επικεντρώνεται σε ένα ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο που περιλαμβάνει τις συμπεριφορές και τις στάσεις όλων των μελών της σχολικής κοινότητας. Αυτή η θεωρία υποστηρίζει πως τα άτομα είθισται να επηρεάζονται σε κάποιο βαθμό από τις αντιλήψεις τους σχετικά με το τι συνιστά σχολικό ήθος. Επίσης, η επιρροή τους ενδέχεται να είναι μεγαλύτερη από μία μικρότερη ομάδα συνομηλίκων με την οποία έχουν συνάψει στενές σχέσεις. Τέτοιες ομάδες συνήθως σχηματίζονται στο σχολείο λόγω κοινών ενδιαφερόντων και στόχων, παρέχοντας υποστήριξη στα μέλη τους.

Η τελευταία προοπτική τοποθετεί την επιθετικότητα ως βασική προϋπόθεση για την επίτευξη της επανορθωτικής δικαιοσύνης αποσκοπώντας στην επανενσωμάτωση των ατόμων που πλήττονται από τις άδικες πράξεις στην κοινωνία. Σε μία πιο βαθιά ανάλυση, αυτή η αρχή αναγνωρίζει ότι ορισμένα παιδιά είναι πιο πιθανό να εμπλακούν σε προβλήματα επιθετικότητας, είτε ως θύτες είτε ως θύματα, λόγω των χαρακτηριστικών της προσωπικότητάς τους που έχουν διαμορφώσει. Σύμφωνα με την Morrison αυτό έχει ως αποτέλεσμα, τα παιδιά που είναι θύτες να αισθάνονται ελάχιστη ή καθόλου υπερηφάνεια στο σχολείο τους με στοιχεία περιθωριοποίησης λόγω της συμπεριφοράς που εκδηλώνουν, ενώ τα θύματα να είναι επιρρεπή σε υπερβολική ντροπή.

Ένας ακόμη σπουδαίος παράγοντας που θεωρείται σημαντικός μετά τους γονείς για την κοινωνικοποίηση του παιδιού είναι οι ομάδες των συνομηλίκων, κάνοντας λόγο για τις σχέσεις που αναπτύσσει το παιδί με τους ομηλίκους του μαθαίνοντας έτσι να λειτουργεί ανεξάρτητα από την οικογενειακή στέγη επιζητώντας την ανεξαρτησία του.

Αξιοσημείωτη είναι η άποψη που θέλει τα επιθετικά παιδιά να δυσκολεύονται να δημιουργήσουν θετικές σχέσεις με άτομα της ίδιας ηλικίας, με συνέπεια να υπάρχει άνοδος της επιθετικότητας εξαιτίας της απόρριψης που βιώνουν. Άλλες φορές, όταν η επιθετική συμπεριφορά είναι αποτέλεσμα μίας πρόκλησης, μπορεί να συνδέεται με κοινωνική αποδοχή και αναγνώριση. Με αυτό τον τρόπο οι επιθετικές αντιδράσεις ενισχύονται και αυξάνονται.

Όσον αφορά στην απόρριψη ως παράμετρο επιθετικής συμπεριφοράς, έχει διαπιστωθεί από έρευνες πως εκείνη οδηγεί τα νεαρά άτομα στο να αναπτύξουν σχέσεις με μικρότερης ηλικίας παιδιά ή με άλλα του περιθωρίου. Αυτό έχει ως επακόλουθο, να χρειάζεται τα άτομα να εναρμονιστούν με τους άγραφους κανόνες της ομάδας και τις συνήθειές της, γεγονός που δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για παραβατικές συμπεριφορές

Τα ΜΜΕ συνιστούν εξίσου μία μεταβλητή του κοινωνικού περιβάλλοντος, που γεννούν επιθετική συμπεριφορά, λόγω του ότι είναι εμποτισμένα με παραπληροφόρηση, καθοδηγώντας τα νέα άτομα στην απόκτηση εύκολου κέρδους και στον καταναλωτισμό. Αποτέλεσμα αυτού, τα παιδιά να γίνονται παθητικοί δέκτες πληροφοριών, διαμορφώνοντας έτσι τη σκέψη και τη συμπεριφορά τους. Το πρόβλημα της τηλεοπτικής βίας συνιστά ένα φαινόμενο που «εγκυμονεί» κινδύνους, καθώς τα παιδιά δεν περιορίζονται μόνο στις παιδικές εκπομπές, αλλά παρακολουθούν και προγράμματα που απευθύνονται στους ενήλικες.

Προβολή βίας από τα Μ.Μ.Ε. και επιθετική συμπεριφορά 

Κατόπιν έρευνας που διεξήχθη στις Η.Π.Α., διαπιστώθηκε πως μετά την εισαγωγή της τηλεόρασης στο σπίτι, αυξήθηκαν δραματικά τα ποσοστά βίας και εγκληματικότητας, διότι το παιδί όπως αναφέρει και η θεωρία της κοινωνικής µάθησης (έχει την τάση να µιµείται), άρχισε να πράττει τις βίαιες ενέργειες που παρακολουθούσε στην τηλεόραση.

Ξεκίνησε, λοιπόν, να γίνεται αντικείμενο έρευνας, αν η προβολή τηλεοπτικής βίας δρα ως παράγοντας αύξησης αυτής στην καθημερινή ζωή, με εκείνη να εμφανίζεται συνήθως µε τη μορφή της επιθετικότητας. Με την τελευταία να ερμηνεύεται ως µία συμπεριφορά που έχει πρόθεση να βλάψει κάποιον άλλον άνθρωπο. Παρ’όλα αυτά υπάρχουν κάποιες μελέτες για τις τηλεοπτικές επιδράσεις, οι οποίες εξετάζουν συμπεριφορές, που δεν έχουν πρόθεση να προξενήσουν βλάβη.

Για παράδειγμα, ένα παιδί ασκεί βία σε µια κούκλα, αφού προηγουμένως έχει παρατηρήσει ανάλογη πράξη ενός ενήλικα ή αφού εκτεθεί στην τηλεοπτική βία, καθιστώντας έτσι απίθανο το ενδεχόμενο η κούκλα να έχει προκαλέσει αρνητικά συναισθήματα, ώστε το παιδί να αισθανθεί την επιθυμία να τη βλάψει.

Οι περισσότεροι ερευνητές δεν καθορίζουν με ακρίβεια τι εννοούν με τον όρο «πρόθεση», ενώ οι Tedeschi και Felson ερμηνεύουν «την πρόθεση να βλάψει κάποιος» ως µία συμπεριφορά κατά την οποία το άτομο που ενεργεί επιδιώκει να επιτύχει συγκεκριμένο στόχο, δηλαδή να προκαλέσει ζημία ή κακό στον άλλον, και μάλιστα είναι ικανό να εκτιμήσει το αποτέλεσμα αυτής της ζημιάς. Αυτό συμβαίνει καθώς υπάρχουν άτομα που διαπράττουν κλοπή και άλλα μικρής βαρύτητας εγκλήματα, τα οποία γνωρίζουν ότι θα προκαλέσουν ζημία στο θύμα, αλλά δεν εκτιμούν πλήρως την έκταση της ζημίας.

Συμπεράσματα

Με βάση όλα όσα προαναφέρθηκαν συνάγεται το συμπέρασμα πως η επιθετική συμπεριφορά συνιστά μία αντίδραση του ατόμου, η οποία εκπορεύεται από ανεπάρκειες σε ένα ή περισσότερα επίπεδα, μη αποτελώντας μία συνειδητή επιλογή.

Ο ορθός χειρισμός των ατόμων που παρουσιάζουν επιθετική συμπεριφορά ενισχύει την ανίχνευση των αιτιών που την προκαλούν και επιτρέπει την κατάλληλη παρέμβαση εκ μέρους της οικογένειας, του σχολείου και της ευρύτερης κοινωνίας.

Αντιθέτως, η απόδοση ευθυνών και η κοινωνική απομόνωση των ατόμων αυτών δημιουργεί περισσότερα προβλήματα, τόσο σε προσωπικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Είναι επιτακτική η ανάγκη για έγκυρες και προληπτικές παρεμβάσεις από την προσχολική ηλικία, καθώς μπορούν να μειώσουν σημαντικά τους παράγοντες κινδύνου που οδηγούν σε προβληματικές συμπεριφορές. Σχετικά με την επιθετικότητα στο σχολικό περιβάλλον, τα παιδιά πρέπει να αναπτύξουν δεξιότητες αναγνώρισης και διαχείρισης των συναισθημάτων τους.

Παράλληλα, η εκπαίδευση στην ετοιμότητα για αντιμετώπιση συγκρούσεων και στην επίλυση διαφωνιών αποτελεί σημαντική ευθύνη, καθώς είναι απαραίτητη για την ομαλή ένταξη του ατόμου στην κοινωνία και τη συμβίωσή του με τους άλλους. Επιπλέον, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι αναγνωρισμένες αξίες της κοινωνίας, για τις οποίες οι άνθρωποι παλεύουν, απαιτούν μια ορισμένη μορφή επιθετικότητας για να υπερνικήσουν εσωτερικές και εξωτερικές αντιστάσεις.

Ωστόσο, η έντονη επιθετικότητα χρειάζεται παιδαγωγική προσέγγιση και αρμοδιότητα για τη σωστή διαχείρισή της.

Από την άλλη πλευρά, η βία και ο επιθετικός εκφοβισμός δεν πρέπει να γνωρίζουν πρόσφορο έδαφος σε μία κοινότητα, αλλά και να μην υπάρχει ανοχή στις επιθετικές τιμωρίες ενός παιδιού. Παράλληλα, σε περιπτώσεις όπου η επιθετική συμπεριφορά είναι έντονη, επανειλημμένη και κυρίαρχη, είναι απαραίτητο να αξιολογείται η σοβαρότητα του προβλήματος με βάση την ένταση των εκδηλώσεών της, τη χρονική συχνότητα, τους ανθρώπους που επηρεάζει και τις συνέπειες που έχει για το ίδιο το παιδί. Επιπλέον, είναι σημαντικό να διαπιστωθεί αν η επιθετική συμπεριφορά είναι γενικευμένη ή αν περιορίζεται σε συγκεκριμένα περιβάλλοντα και να αναζητηθούν οι αιτίες της.

Ταυτόχρονα, πρέπει να εξεταστεί το επίπεδο ωριμότητας του παιδιού και ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνεται τις συνέπειες της επιθετικότητας, όπως η χρήση ανώριμων μηχανισμών άμυνας (π.χ., προβολή, άρνηση, ενοχές) και η αποδοχή ή απόρριψη από την κοινωνική ομάδα.

Αξιοσημείωτη θεωρείται η διερεύνηση των συνθηκών του περιβάλλοντος στο οποίο μεγαλώνει το παιδί, καθώς έρευνες που έχουν εκτυλιχθεί κατά καιρούς φανέρωσαν πως τα παιδιά που μεγαλώνουν σε δύσκολες συνθήκες, συχνά εκδηλώνουν ανεξέλεγκτη επιθετικότητα.

Εντούτοις, η αναστολή ή η καταπίεση της επιθετικότητας μπορεί να είναι εξίσου επιβλαβής με την πλήρη απουσία ελέγχου. Πιο συγκεκριμένα, ένα παιδί που καταπνίγει τις επιθετικές του ενδείξεις μπορεί να εκφράζεται έμμεσα μέσω άλλων μορφών, όπως χαμηλή επίδοση ή εξάρτηση. Αντιθέτως, η υγιής έκφραση και ο έλεγχος της επιθετικότητας συμβάλλουν αποφασιστικά στην επιτυχή προσαρμογή του ατόμου στην κοινωνία, αποτελώντας ένδειξη ισορροπημένης προσωπικότητας και βασικό στόχο της διαπαιδαγώγησης.

Εν κατακλείδι, μία συνειδητή και ολοκληρωμένη προσέγγιση στην αντιμετώπιση της επιθετικής συμπεριφοράς συμβάλλει στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος συνεργασίας, στη βελτίωση της διαδικασίας μάθησης, στην ομαλή ένταξη του παιδιού στη σχολική ζωή και στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, καθώς και στην κοινωνικοποίησή του.

Αυτή η προσέγγιση εφοδιάζει το παιδί με τις προϋποθέσεις που χρειάζεται για να καλλιεργήσει υγιείς, δημιουργικές και ειλικρινείς σχέσεις.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ  

1. Edith Lesser Atkin (1979). Παιδική Επιθετικότητα, Εκδ. Τάμασος, Αθήνα.
2. Gabriele – Haug – Schnabel (1999). Η Επιθετικότητα στο νηπιαγωγείο-Κατανόηση και αντιμετώπιση, Εκδ. Κορφή, Αθήνα.
3. Herbert  Martin (1998). Ψυχολογικά προβλήματα παιδικής ηλικίας. (επιμέλεια: Β. Παπαδιώτη – Αθανασίου), Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα.
4. Herbert Martin(1998). Η κακή συμπεριφορά.(επιμέλεια: Β. Παπαδιώτη – Αθανασίου), Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα.
5. Βρύζας Κ.(1997). Μέσα επικοινωνίας και παιδική ηλικία, Εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη.
6. Κοντοπούλου Μ. (2007). Παιδί και ψυχοκοινωνικές δυσκολίες, Εκδ.Gutenberg, Αθήνα.
7. Νέστορας  Ι.(1992). Η επιθετικότητα στην οικογένεια, στο σχολείο, στην κοινωνία, Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα.
8. Παρασκευόπουλος Ν. Ι.(  χ.χ.    ).Εξελικτική Ψυχολογία, Τόμος 2, Αθήνα.

ΠΗΓΗ: https://www.psychology.gr/psychologia-paidiou/8307-epithetikotita-stin-paidiki-ilikia-apo-tis-viologikes-rizes-eos-tis-koinonikes-epirroes.html

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Μια καλή σχέση δεν αποτελείται από δυο μισά, αλλά από δύο ολόκληρα

Communication

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Οι συνειδητοποιημένοι άνθρωποι δεν ψάχνουν το άλλο τους μισό για να τους ολοκληρώσει. Ξέρουν ότι είναι ολοκληρωμένοι, υπεύθυνοι για τον εαυτό τους ενήλικες και αναζητούν άλλους, ολοκληρωμένους, υπεύθυνους για τον εαυτό τους ενήλικες, ώστε να συνδεθούν και να προχωρήσουν μαζί.

Εκείνος που ξέρει τι θέλει έχει αναγνωρίσει στον εαυτό του ποιος είναι και τι ζητάει, και παράλληλα ξέρει τι κουβαλάει.

Τροφοδοτεί και φροντίζει τον εαυτό του μέσα από την ενασχόλησή του με πράγματα που έχει επιλέξει, κάνοντας μια δουλειά που αγαπάει, έχοντας το δικό του κοινωνικό πλαίσιο, φίλους που τον αγαπούν και τους αγαπάει, γονείς, δραστηριότητες.

Αναζητά λοιπόν να δημιουργήσει σχέση με έναν αντίστοιχο άνθρωπο. Δεν έχει ανάγκη κάποιον.

Θέλει συντροφικότητα και οραματίζεται μια σχέση όπου ο ένας προσφέρει στον άλλο ό,τι καλύτερο κουβαλάει στην ψυχή του. Έχει καλλιεργήσει όμορφα πράγματα μέσα του, που θέλει να τα μοιραστεί με τον άνθρωπό του.

Αν λοιπόν βρεθείς σε μια σχέση στην οποία και εσύ ο ίδιος είσαι ολόκληρος και έχεις δίπλα σου έναν άλλο ολόκληρο άνθρωπο, τότε τροφοδοτείτε και οι δύο τη σχέση με ό,τι πιο όμορφο, με ό,τι πιο πολύτιμο έχετε. Και το κάνετε με πολύ κέφι όλο αυτό.

Φέρε στο μυαλό σου τις πρώτες φορές που βγαίνουμε ραντεβού, που νιώθουμε ερωτευμένοι και είμαστε πολύ ενθουσιασμένοι (η λέξη ενθουσιασμός σημαίνει εν Θεώ ουσία). Κάπως έτσι συμπεριφερόμαστε:

Προσφέρουμε ό,τι καλύτερο έχουμε.

Στα πρώτα ραντεβού κανείς δεν αρχίζει την γκρίνια, τη μουρμούρα και τα παράπονα τύπου:

«Μα γιατί δεν με πήρες δέκα φορές τηλέφωνο… Εγώ σε πήρα και δεν το σήκωνες…». Στα πρώτα ραντεβού δείχνουμε πάντα το καλό μας πρόσωπο, είμαστε πολύ άνετοι και πολύ απελευθερωμένοι και όλα είναι ωραία.

Τις πρώτες φορές λοιπόν κάνουμε το σωστό όσον αφορά την εικόνα μας. Όμως αυτό που δείχνουμε είναι η αλήθεια μας ή μήπως ένα ιδεατό πρόσωπο, που δελεάζει τον άλλο και έτσι γινόμαστε πολύ θελκτικοί, και στη συνέχεια βγαίνουν οι ανασφάλειές μας, ξαφνικά αλλάζουμε ρότα και ο άλλος βλέπει έναν άλλο άνθρωπο και φρικάρει;

Αν θυμάσαι λοιπόν πώς μπαίνουμε σε νέες σχέσεις και ότι όλα στην αρχή πηγαίνουν καλά, τότε θα καταλάβεις ότι μπαίνουμε για να δώσουμε. Και αυτό δεν πρέπει να αλλάξει ποτέ.

Θα μου πεις: «Συγγνώμη, Μάρεα, ναι, να δώσω ευχαρίστως. Εγώ όμως πότε θα πάρω; Δηλαδή δεν θέλω να με πιάσει κανείς κορόιδο. Δίνω, δίνω, δίνω, δίνω… Εγώ πότε παίρνω;».

Αυτό είναι πολύ ανθρώπινο. Καταλαβαίνω αυτόν τον φόβο που έχουμε οι άνθρωποι. Θέλω να σου πω όμως ότι, αν το σκεφτείς λίγο καλύτερα, θα καταλάβεις και μόνος σου ότι, αν δίνεις στη σχέση και μπαίνεις με αυτή την πρόθεση, και κυρίως αν δίνεις αυτά που ο άλλος έχει ανάγκη, τότε τον «γεμίζεις» με έναν άκρως ικανοποιητικό τρόπο, σε τέτοιον βαθμό, που ποια νομίζεις ότι θα είναι η πρώτη του φυσική αντίδραση. Τι θα θέλει να κάνει για εσένα; Εφόσον του δίνεις ΟΛΑ όσα χρειάζεται; Η φυσική του αντίδραση θα είναι να ΘΕΛΕΙ να σου δώσει και εκείνος πίσω.

Δίνεις λοιπόν αυτό που ο άλλος χρειάζεται, χωρίς να νιώθεις ότι σε «κλέβει», χωρίς να νιώθεις ότι «αδειάζεις», χωρίς να λες: «Σου έδωσα 5, μου χρωστάς 5».

Δίνεις γιατί έχεις. Αυτό κάνουν οι ολόκληροι άνθρωποι. Έχουν. Και δεν είναι ούτε δανεικά ούτε λίγα αυτά που έχουν. Δεν δίνουν από το υστέρημά τους. Ξέρουν να τροφοδοτούν τον εαυτό τους ώστε να συνεχίσουν να έχουν γεμάτη την ψυχή τους.

Και επειδή δίνεις όσα χρειάζονται προς την κατεύθυνση του συντρόφου σου, ο άλλος γεμίζει τόσο πολύ από τη δική σου αγάπη και παρουσία, που το μόνο που θέλει να κάνει ως αντίδραση είναι να σου δώσει πίσω αυτό που εσύ έχεις ανάγκη.

Καταλαβαίνεις ότι έτσι δημιουργείται μια ανοδική σπείρα (ίσως έχεις ακούσει και άλλες φορές για σπείρες, αλλά συνήθως είναι καθοδικές οι σπείρες που μας προβληματίζουν και εξετάζουμε).

Υπάρχει η ιδανική σχέση;

Αυτό λοιπόν που περιέγραψα πριν είναι μια ανοδική σπείρα, η οποία δεν τελειώνει, εξελίσσεται αδιαλείπτως. Αυτό που περιγράφω ονομάζεται Ιδανική Σχέση. Μπαίνεις στη σχέση για να δώσεις. Τελεία. Όχι για να πάρεις. Όσο περίεργο και να σου φαίνεται.

Υπάρχουν βέβαια και άλλα επίπεδα σχέσης.

Ένα κατώτερο επίπεδο σχέσης, που είναι το πιο σύνηθες και το βλέπουμε πάρα πολύ συχνά γύρω μας, είναι οι σχέσεις που δίνεις στον σύντροφό σου με απώτερο σκοπό να πάρεις.

Σκέφτεσαι δηλαδή: Θα σου δώσω ευχαρίστως, αλλά μισό λεπτό, δεν είμαι χαζός. Θέλω κι εγώ να πάρω. Και τότε αρχίζει το μέτρημα και στο μέτρημα τα πράγματα δεν είναι καλά.

Ανταλλακτική σχέση

Λειτουργεί ανταλλακτικά και έτσι αυτού του τύπου η σχέση λέγεται Ανταλλακτική σχέση.
Υπάρχουν επίσης κάποιες σχέσεις που είναι σκέτη καταστροφή. Αναφέρομαι στο είδος της σχέσης που μπαίνουμε για να πάρουμε και η οποία ονομάζεται Εγωιστική σχέση ή Η σχέση του μωρού. Γιατί, αν δεν δώσει η μαμά το γάλα στην ώρα του, τι θα κάνει το μωρό; Θα κλαίει σπαρακτικά και θα φωνάζει μέχρι κάποιος να το ταΐσει.

Εγωιστική σχέση κάνει κάποιος που νιώθει ότι του λείπουν πάρα πολλά, που δεν ξέρει πώς να τροφοδοτήσει μόνος του τον εαυτό του ή πιστεύει ότι δεν θα λεγόταν σχέση αν έπρεπε να τροφοδοτεί μόνος του τον εαυτό του. Θεωρεί ότι αυτή είναι δουλειά του συντρόφου του.

Σκέφτεται λοιπόν: Χρειάζομαι πολλά πράγματα. Δεν καταφέρνω ή δεν θέλω μόνος μου να τα καλύψω, οπότε κάνω μια ωραία σχέση και ο άλλος, εφόσον με αγαπάει, πρέπει να μου δίνει και να μου δίνει, ώστε κάποια στιγμή να γεμίσω όλα τα κενά μου. Όταν γεμίσω αρκετά, πιθανόν θα δώσω και εγώ κάτι σε εκείνον. Όμως πρώτα θα πρέπει να αισθανθώ ότι πήρα και δεν με έκλεψαν, δεν με κορόιδεψαν.

Σου κάνω αυτή την περιγραφή ώστε κατ’ αντιπαράσταση να μπορείς να διακρίνεις τις διαφορές αυτών των επιπέδων αγάπης (Εγωιστική και Ανταλλακτική) σε σχέση με την Αληθινή αγάπη, την ιδανική σχέση.

Στην ιδανική σχέση, λοιπόν, δεν κρέμεσαι από τον ώμο του συντρόφου σου. Δεν γαντζώνεσαι πάνω του, έχεις μια ζωή δική σου, πορεύεσαι σε αυτήν, εκτιμάς τον εαυτό σου. Είναι πολύτιμος ο εαυτός σου και τον φροντίζεις με τον καλύτερο τρόπο. Και προφανώς μοιράζεσαι ό,τι καλύτερο έχεις με τον σύντροφό σου.

Και αν το κάνεις με τον σωστό τρόπο, ο άλλος σου δίνει πίσω.

Αν όμως είσαι σε μια σχέση και δίνεις γιατί φοβάσαι μη χάσεις τον άλλο, τότε έχει πολύ συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο αυτή σου η απόφαση. Δεν ξεκινάς από το σωστό «δίνω», και θέλω να ξέρεις ότι δεν θα αντέξεις για πολύ.

Δεν μπορείς να δίνεις για πάντα, μόνο και μόνο για να μη χάσεις τον σύντροφό σου. Πρέπει να δίνεις μόνο με μία προϋπόθεση: Ότι είσαι γεμάτος εσύ, ότι ξέρεις να ικανοποιείς επαρκώς τις ανάγκες σου εσύ ο ίδιος, ότι είσαι ολόκληρος, οπότε έχεις πολλά «δώρα» μέσα σου και θέλεις να τα μοιραστείς με τον σύντροφό σου για να μεγιστοποιήσεις τη χαρά και των δυο σας.

Το απόσπασμα είναι από το βιβλίο Σχολείο σχέσεων της Μάρεα Λαουτάρη. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα σε όλα τα βιβλιοπωλεία και στο www.dioptra.gr.

ΠΗΓΗ: https://www.psychology.gr/psychologia-sxeseon/8185-mia-kali-sxesi-den-apoteleitai-apo-dyo-misa-alla-apo-dyo-oloklira.html

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο