Τελικά τα ετερώνυμα έλκονται;

img 0992 1 1024x1024 1

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Όταν ο Κώστας και η Σοφία άρχισαν να βγαίνουν ραντεβού, αρχικά ένιωθαν έντονη έλξη ο ένας για τον άλλον, λόγω των έντονων διαφορών στην προσωπικότητα, τα ενδιαφέροντα και τα χόμπι τους. Εκείνος ντροπαλός. Εκείνη εξωστρεφής. Ήταν τακτικός. Ήταν ακατάστατη. Ήταν vegan. Εκείνος όχι. Του άρεσε η κλασική μουσική ενώ εκείνη προτιμούσε την ροκ μουσική. Στην αρχή, αυτές οι διαφορές έμοιαζαν συναρπαστικές.

Η σχέση τους φαινόταν πραγματικά να αποτελεί παράδειγμα του γνωστού ρητού ότι «τα ετερώνυμα έλκονται». Όσο περνούσε ο καιρός, αυτές οι διαφορές έγιναν εμπόδια, ειδικά όταν επρόκειτω για διαφορετικές απόψεις ως προς τις αξίες τους και τα πιστεύω τους. Η σχέση τους τελικά δεν άντεξε.

Ο Μύθος

Είναι γνωστή η πεποίθηση ότι τα αντίθετα έλκονται. Ότι δηλαδή, οι άνθρωποι έλκονται από εκείνους που είναι πολύ διαφορετικοί από τους εαυτούς τους, όσον αφορά τις ιδιότητες, τις εμπειρίες και τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας. Είναι δύσκολο να εντοπίσουμε την ακριβή προέλευση του ρητού, αν και ένας από τους πρώτους υποστηρικτές της θεωρίας ήταν ο κοινωνιολόγος Robert Francis Winch, ο οποίος μελέτησε ζευγάρια στη δεκαετία του 1950.

Η εργασία του, «The Theory of Complementary Needs in Mate-Selection», καθιέρωσε την ιδέα ότι όλοι αναζητούμε τα χαρακτηριστικά που μας λείπουν και ότι ένα ιδανικό ζευγάρι είναι εκείνο στο οποίο τα χαρακτηριστικά του αλληλοσυμπληρώνονται. Η συμπληρωματικότητα θεωρήθηκε ότι έκανε ένα ζευγάρι πιο ενδιαφέρον και δημιουργούσε μία ισορροπημένη σχέση. Για παράδειγμα, ένας εσωστρεφής θα διάλεγε έναν πιο εξωστρεφή σύντροφο, ίσως ως τρόπο για να επωφεληθεί ο εσωστρεφής από την επιρροή του εξωστρεφούς.

«Τα ετερώνυμα έλκονται», έγινε κοινή έκφραση και τροπάριο στην ποπ κουλτούρα. Όπως άλλωστε συμβαίνει και σε ένα μαγνητικό πεδίο, οι ομώνυμοι πόλοι απωθούνται, ενώ οι ετερώνυμοι έλκονται. Πολλοί άνθρωποι συμφωνούν ότι το ρητό είναι αληθινό και σίγουρα έχουν να επικαλεστούν ένα τέτοιο παράδειγμα από την ζωή τους. Η ποικιλία είναι το αλατοπίπερο της ζωής, όπως λέει ένα άλλο ρητό, ενώ και ο εγκέφαλός μας λατρεύει την καινοτομία. Όμως, όπως μπορούμε να δούμε στην περίπτωση του Κώστα και της Σοφίας, η ιδέα ότι τα αντίθετα πάντα έλκονται είναι απλώς ένας ρομαντικός μύθος. Η πραγματικότητα είναι αρκετά διαφορετική.

Η Επιστήμη

Πληθώρα ερευνών αποκαλύπτει στοιχεία για την έλξη που έχουμε στην «ομοιότητα». Συνήθως, ελκυόμαστε από άτομα που μοιάζουν με εμάς και από εκείνους με τους οποίους μοιραζόμαστε ενδιαφέροντα και ιδιότητες. Μία πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι, κατά μέσο όρο, οι σύντροφοι μοιράζονται σχεδόν το 90% των χαρακτηριστικών, όπως η θρησκεία και η πολιτική ιδεολογία, ο τροπής ζωής, η διατροφή, η εκγύμναση κλπ. Τα αποτελέσματα της μελέτης, καταδείκνυαν ότι τα ζευγάρια έμοιαζαν τόσο πολύ, καθώς έπιναν μέχρι και την ίδια ποσότητα νερού με τον σύντροφό τους και περνούσαν το ίδιο χρονικό διάστημα στον υπολογιστή. Γενικά, ήταν κοντά σε ηλικία, μόρφωση, εισοδηματικά κριτήρια και το σημαντικότερο, μοιράζονταν παρόμοιες βασικές πεποιθήσεις και αξίες.

Σύμφωνα με διάφορες μελέτες, όχι μόνο μας ελκύουν άτομα που μοιάζουν με εμάς, αλλά η ομοιότητα είναι δείκτης της μακροπρόθεσμης επιτυχίας μίας σχέσης. Τα άτομα που μοιάζουν τείνουν να συμφωνούν σε περισσότερα πράγματα, όπως η πολιτική και η θρησκεία, και να μοιράζονται τις ίδιες επικοινωνιακές προτιμήσεις. Ορισμένες μελέτες μάλιστα έδειξαν, ότι σε αρκετές περιπτώσεις επιλέγουμε ακόμα και εξωτερικά σχετικά όμοιους με εμάς ανθρώπους, καθώς μη συνειδητά θελουμε να αναπαράξουμε τα γονίδιά μας με έναν συμβατό με εμάς φαινότυπο.

Στην πραγματικότητα, υπάρχουν αρκετά στοιχεία που υποδηλώνουν ότι τα αντίθετα απωθούνται – ιδιαίτερα όταν πρόκειται για απόψεις, αξίες και ιδιοσυγκρασίες. Έχει αποδειχθεί, για παράδειγμα, ότι οι εσωστρεφείς και οι εξωστρεφείς είναι λιγότερο πιθανό να ζευγαρώσουν, καταρρίπτοντας την εσφαλμένη αντίληψη ότι οι εξωστρεφείς άνθρωποι και οι εσωστρεφείς έλκονται ο ένας από τον άλλο και μπορούν να συμπορευθούν αρμονικά.

Σήμερα, το διαδίκτυο, οι ιστότοποι και οι εφαρμογές που πολλοί από εμάς χρησιμοποιούμε για να βρούμε το κατάλληλο ταίρι, φίλους και εντέλει αγάπη, μας ωθούν προς την κατεύθυνση των ανθρώπων που φαίνεται να σκέφτονται με παρόμοιους τρόπους με εμάς.

Τα ετερώνυμα μπορούν να έλκονται

Γιατί λοιπόν, η απαρχαιωμένη πεποίθηση ότι τα αντίθετα έλκονται είναι ακόμα τόσο δημοφιλής; Αυτό συμβαίνει επειδή τα αντίθετα μπορούν σαφώς να έλκονται μεταξύ τους, αλλά αυτή η έλξη είναι συχνά βραχυπρόθεσμη, ειδικά αν το ζευγάρι δεν μοιράζεται παρόμοιες αξίες και ήθη για την ζωή. Ακόμα και στο μαγνητικό πεδίο όταν μία «εξωτερική δύναμη» μπει ανάμεσα, θα χωρίσει τους δύο αντίθετους πόλους που αρχικά έλκονται.

Αυτού του είδους οι σχέσεις τείνουν να βασίζονται σε εφήμερους έρωτες «πυροτέχνημα» και στην σωματική χημεία, αλλά φαίνεται να μην οδηγούν στην μακροχρόνια δέσμευση και αγάπη. Οι διαφορές μπορεί να δημιουργήσουν μία αρχική σπίθα, όμως σε βάθος χρόνου, οι ομοιότητες δημιουργούν τις πιο ικανοποιητικές και διαρκείς συντροφικές σχέσεις.

Βιβλιογραφία
Horwitz, T.B., Balbona, J.V., Paulich, K.N. et al. (2023). Evidence of correlations between human partners based on systematic reviews and meta-analyses of 22 traits and UK Biobank analysis of 133 traits. Nat Hum Behav 7, 1568–1583.
Stollznow Karen, On the Offensive: Prejudice in Language Past and Present. Cambridge University Press (October 15, 2020).
Winch, R. F. (1955). The Theory of Complementary Needs in Mate-Selection: A Test of One Kind of Complementariness. American Sociological Review, 20(1), 52–56.

ΠΗΓΗ: https://enallaktikidrasi.com/2024/01/telika-eteronima-elkontai/

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Ξετυλίγοντας τον περίπλοκο ιστό του σχολικού εκφοβισμού

image6martiou

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Ο σχολικός εκφοβισμός παραμένει ένα διάχυτο και βαθιά ριζωμένο ζήτημα στα εκπαιδευτικά ιδρύματα παγκοσμίως, υπερβαίνοντας τα γεωγραφικά, πολιτιστικά και κοινωνικοοικονομικά όρια. Αυτό το άρθρο εμβαθύνει στην πολύπλευρη φύση του σχολικού εκφοβισμού, διερευνώντας τους ορισμούς του, τις διάφορες μορφές, τις υποκείμενες αιτίες, τις συνέπειες και τις πιθανές παρεμβάσεις.

Μέσα από την βιβλιογραφία, αυτή η περιεκτική εξέταση επιδιώκει να ρίξει φως στην περίπλοκη δυναμική του εκφοβισμού στο σχολικό περιβάλλον.

Ορισμός του Σχολικού Εκφοβισμού

Πριν εμβαθύνουμε στην εκτενή βιβλιογραφία για τον σχολικό εκφοβισμό, είναι απαραίτητο να κατανοήσουμε με σαφήνεια τον ορισμό του.

Ο σχολικός εκφοβισμός ορίζεται συνήθως ως μια επαναλαμβανόμενη και σκόπιμη επιθετική συμπεριφορά που πραγματοποιείται από ένα άτομο ή μια ομάδα ανθρώπων που κατέχουν μεγαλύτερη δύναμη ή επιρροή πάνω στο θύμα, με στόχο να προκληθεί φόβος, πόνος ή αναστάτωση (Olweus, 1993).

Αυτός ο ορισμός περιλαμβάνει μια σειρά συμπεριφορών, από τη σωματική επιθετικότητα έως τη λεκτική κακοποίηση και τη σχεσιακή χειραγώγηση.

Χαρακτηριστικά Σχολικού Εκφοβισμού

Υπάρχουν ορισμένα χαρακτηριστικά που μπορούν να περιγράψουν το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού ένα εκ των οποίων είναι η πρόθεση του δράστη να βλάψει. Για παράδειγμα, οι φίλοι πειράζονται μεταξύ τους μεν αλλά δεν έχουν πρόθεση να ταπεινώσουν τον άλλο, οπότε δεν θεωρείται μορφή σχολικού εκφοβισμού, όταν ωστόσο το περιπαιχτικό ύφος έχει ως στόχο να υποτιμήσει και να αναστατώσει τον άλλο, τότε θεωρείται ως θυματοποίηση.

Ένα άλλο εξίσου σημαντικό χαρακτηριστικό είναι ότι η πράξη αυτή έχει ως αποτέλεσμα να προκληθεί βλάβη (σωματική/ψυχολογική) στο άτομο που είναι δέκτης αυτής της επιθετικής συμπεριφοράς, καθώς και το γεγονός ότι περιλαμβάνει άμεσους και έμμεσους τύπους. Επιπλέον, υπάρχει επανάληψη της εκφοβιστικής συμπεριφοράς. Ένα μεμονωμένο συμβάν όπως η ανάμειξη σε ένα καβγά δεν λαμβάνεται ως σχολικός εκφοβισμός.

Τέλος, ένα ακόμα χαρακτηριστικό είναι η ασυμμετρία της δύναμης, καθώς υπάρχει κατάχρηση της εξουσίας από την πλευρά του δράστη. Η «ανωτερότητα» αυτή μπορεί να προέρχεται λόγω ηλικίας, φυσικής δύναμης ή ψυχικής αντοχής του θύτη.

Μορφές Σχολικού Εκφοβισμού

Η βιβλιογραφία για τον σχολικό εκφοβισμό προσδιορίζει ορισμένες διαφορετικές μορφές, καθεμία από τις οποίες αφήνει μοναδικό αντίκτυπο στο θύμα.

Ο σωματικός εκφοβισμός περιλαμβάνει άμεση σωματική βλάβη ή την απειλή του, όπως χτυπήματα, κλωτσιές ή σπρωξίματα.

Ο λεκτικός εκφοβισμός περιλαμβάνει την επωνυμία, τα πειράγματα και τον χλευασμό, ενώ ο κοινωνικός ή σχεσιακός εκφοβισμός περιλαμβάνει σκόπιμα αποκλεισμό ή διάδοση φημών για ένα άτομο.

Ακόμα, υπάρχουν και τα κακοήθη πειράγματα, ο αποκλεισμός του παιδιού από την ομάδα και η αρπαγή ή η καταστροφή πραγμάτων.

Αυτές οι μορφές διακρίνονται σε άμεσες και έμμεσες εκφοβιστικές συμπεριφορές. Ως άμεσες χαρακτηρίζονται η φυσική επίθεση (π.χ. κλωτσιές) και η λεκτική κακοποίηση (π.χ. βρισιές), ενώ ο κοινωνικός αποκλεισμός και η διάδοση φημών, θεωρούνται έμμεσες μορφές.

Επιπλέον, ο διαδικτυακός εκφοβισμός (cyberbullying) έχει αναδειχθεί ως μια σύγχρονη μορφή, χρησιμοποιώντας ψηφιακές πλατφόρμες για την παρενόχληση, τον εκφοβισμό ή τη διάδοση ψευδών πληροφοριών για το θύμα.

Υποκείμενες Αιτίες Σχολικού Εκφοβισμού

Πλήθος παραγόντων συμβάλλουν στην εκδήλωση του σχολικού εκφοβισμού. Ένας παράγοντας που συζητείται ευρέως είναι ο ρόλος του σχολικού περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένης της κουλτούρας, των πολιτικών και της εποπτείας του.

Η δυναμική της οικογένειας και η κοινωνικοοικονομική κατάσταση διαδραματίζουν επίσης κρίσιμο ρόλο, καθώς τα παιδιά από ασταθή ή καταχρηστικά νοικοκυριά μπορεί να εκδηλώσουν συμπεριφορά εκφοβισμού.

Επιπλέον, ψυχολογικοί παράγοντες όπως η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η έλλειψη ενσυναίσθησης ή η επιθυμία για εξουσία και έλεγχο καθώς και η ανασφάλεια και η ανεπάρκεια του παιδιού συμβάλλουν στη διαιώνιση του εκφοβισμού και το καθιστούν εύκολο στόχο για τους εκφοβιστές.

Τέλος, ένας ακόμα παράγοντας που παίζει ρόλο είναι η έλλειψη ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των μαθητών, των εκπαιδευτικών και των γονέων σχετικά με το θέμα του εκφοβισμού.

Συνέπειες Σχολικού Εκφοβισμού

Οι συνέπειες του σχολικού εκφοβισμού εκτείνονται πέρα από τον άμεσο αντίκτυπο στο θύμα. Τα θύματα συχνά βιώνουν σωματική και ψυχολογική δυσφορία, οδηγώντας σε ζητήματα όπως άγχος, κατάθλιψη, ακόμη και αυτοκτονικό ιδεασμό (Swearer et al., 2010).

Οι δράστες μπορεί να αντιμετωπίσουν πειθαρχικά μέτρα και, μακροπρόθεσμα, μπορεί να εκδηλώσουν παραβατική συμπεριφορά στην ενήλικη ζωή.

Ολόκληρη η σχολική κοινότητα επηρεάζεται επίσης, παρατηρώντας μια πτώση στο συνολικό μαθησιακό περιβάλλον και μια πιθανή διάβρωση της εμπιστοσύνης μεταξύ των μαθητών, των δασκάλων και των γονέων.

Παρεμβάσεις και Στρατηγικές Πρόληψης

Η αντιμετώπιση του σχολικού εκφοβισμού απαιτεί μια ολοκληρωμένη προσέγγιση που θα περιλαμβάνει εκπαιδευτικούς, γονείς και υπεύθυνους χάραξης πολιτικής. Πολυάριθμες στρατηγικές παρέμβασης και πρόληψης έχουν προταθεί και εφαρμοστεί σε διάφορα εκπαιδευτικά περιβάλλοντα.

Οι προσεγγίσεις για ολόκληρο το σχολείο, όπως το Πρόγραμμα Πρόληψης του Εκφοβισμού Olweus, επικεντρώνονται στην αλλαγή ολόκληρης της σχολικής κουλτούρας για τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος δυσανεξίας στον εκφοβισμό. Τα προγράμματα κοινωνικο – συναισθηματικής μάθησης στοχεύουν να εξοπλίσουν τους μαθητές με δεξιότητες όπως η ενσυναίσθηση και η επίλυση συγκρούσεων, η καλλιέργεια θετικών σχέσεων και η μείωση των περιστατικών εκφοβισμού.

Ακόμα, σημαντική είναι και η ενίσχυση της ευαισθητοποίησης και πιο συγκεκριμένα η ενημέρωση των μαθητών, των εκπαιδευτικών και των γονέων σχετικά με τον σχολικό εκφοβισμό και τις επιπτώσεις που έχει στα παιδιά.

Επιπλέον, είναι πολύ σημαντικό για την πρόληψη του σχολικού εκφοβισμού η ενίσχυση της επικοινωνίας μεταξύ των μαθητών, των εκπαιδευτικών και των γονέων για την άμεση αναφορά ή αντιμετώπιση ενός συμβάντος εκφοβισμού.

Τέλος, σημαντική είναι, επίσης, η συνεργασία με την τοπική κοινότητα για τη δημιουργία προγραμμάτων αντιμετώπισης και πρόληψης του εκφοβισμού.

Προτάσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Με βάση τις προτάσεις που παρουσιάστηκαν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη εντοπισμού και επίλυσης των κοινωνικών προβλημάτων που έχουν να κάνουν με την νεανική εγκληματικότητα.

Επιπρόσθετα, τονίστηκε ότι είναι πολύ σημαντικός και ο ρόλος τόσο των γονέων όσο και των εκπαιδευτικών, οι οποίοι θα πρέπει να ακολουθήσουν μία ενιαία γραμμή έτσι ώστε να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η βία.

Ακόμα, είναι σημαντική η συνεισφορά γονέων και εκπαιδευτικών καθώς μπορούν ακόμα να ενθαρρύνουν τους νέους για συμμετοχή στα κοινά και στον αθλητισμό, να προβάλλουν σωστά πρότυπα συμπεριφοράς αλλά και να συνεργάζονται με φορείς για την εξάλειψη της νεανικής παραβατικότητας.

Συμπέρασμα

Συμπερασματικά, η βιβλιογραφία για τον σχολικό εκφοβισμό παρουσιάζει μια σύνθετη εικόνα ενός διάχυτου ζητήματος με εκτεταμένες συνέπειες.

Η κατανόηση των διαφόρων μορφών, αιτιών και συνεπειών του εκφοβισμού είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη αποτελεσματικών παρεμβάσεων και στρατηγικών πρόληψης.

Καθώς τα σχολεία συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν αυτήν την κοινωνική πρόκληση, είναι απαραίτητη μια συντονισμένη προσπάθεια από εκπαιδευτικούς, γονείς και υπεύθυνους χάραξης πολιτικής για να δημιουργηθούν ασφαλή και γαλουχητικά περιβάλλοντα όπου όλοι οι μαθητές μπορούν να ευδοκιμήσουν χωρίς να φοβούνται τον εκφοβισμό.

Βιβλιογραφία
Olweus, D. (1993). Bullying at school: What we know and what we can do. Wiley.
Swearer, S. M., Espelage, D. L., & Napolitano, S. A. (2010). Bullying prevention and intervention: Realistic strategies for schools. Guilford Press.

ΠΗΓΗ:https://www.psychology.gr/sholiki-psychologia/8088-ksetyligontas-ton-periploko-isto-tou-sxolikoy-ekfovismoy.html

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Σχολικές δυσκολίες: μία εναλλακτική προσέγγιση

Anasfaleiakaimathisiakesdyskolies1

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Υπάρχουν κανόνες για τα πάντα στη ζωή μας που αποτελούν, κάθε φορά, κριτήριο της «φυσιολογικότητάς» μας και που οι περισσότεροι από εμάς ακολουθούμε -σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό- οικειοθελώς ή από ανάγκη, αν θέλουμε να αποφύγουμε το στιγματισμό ή την περιθωριοποίηση από τον περίγυρό μας. Το ίδιο ισχύει, φυσικά, και για το σχολείο. Πόσο «φυσιολογικός» θα πρέπει να είναι κάποιος για να έχει θέση στο σχολείο σήμερα; Έχει ένας μαθητής το δικαίωμα να αρνηθεί να συμμετέχει, για παράδειγμα, στο μάθημα της γεωγραφίας ή της γυμναστικής; Έχει δικαίωμα να μην απαντά σε ερωτήσεις του δασκάλου ή του καθηγητού του χωρίς να δώσει εξηγήσεις; Σε περίπτωση που συμβαίνει κάτι τέτοιο, ποια είναι η πρακτική που ακολουθεί το σχολείο; Υπάρχουν κατευθυντήριες γραμμές για την αντιμετώπιση των όποιων «αποκλίσεων» από την ισχύουσα κάθε φορά «φυσιολογικότητα» ή ο κάθε εκπαιδευτικός αυτοσχεδιάζει και πράττει κατά το δοκούν; Υπάρχει στιγματισμός, τιμωρία και απόρριψη ή κατανόηση και προσαρμογή στην όποια «ιδιαιτερότητα» ή «διαφορετικότητα» ενός μαθητή;

Το σχολείο αποτελεί χώρο συνάντησης διαφορετικών ανθρώπων με διαφορετικές εμπειρίες αλλά και ένα χώρο όπου μαθητές με διαφορετικές προϋποθέσεις θα πρέπει να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του εκάστοτε εκπαιδευτικού προγράμματος. Ταυτόχρονα και κατά μία ευρύτερη έννοια, η κάθε συνάντηση ανάμεσα σε μαθητή και σχολείο είναι μια συνάντηση ανάμεσα σε διαφορετικές αντιλήψεις περί «φυσιολογικότητας». Για παράδειγμα, ένα παιδί με διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ΔΕΠ/Υ) μπορεί να θεωρείται από τους συμμαθητές του ως δυνατός και να του αποδοθεί αρχηγικός ρόλος, την ίδια στιγμή που το σχολείο ίσως τον έχει στιγματίσει ή περιθωριοποιήσει. Ο κατάλογος παραδειγμάτων εναλλαγών της άποψής μας περί «φυσιολογικότητας» είναι ατέλειωτος και αφορά σε κάθε κοινωνία, εποχή, κουλτούρα και σε κάθε τι που αφορά στη ζωή μας, όπως  είναι η υγεία, η ισότητα των δύο φύλων, οι διατροφικές μας συνήθειες, η διαπαιδαγώγηση των παιδιών, οι εργασιακές σχέσεις κ.τ.λ.

Αποτελεί κανόνα η περιγραφή των επιδόσεων των μαθητών διαμέσου εκφράσεων του τύπου «Είναι αδύνατος στα μαθηματικά» ή «Είναι πολύ καλός στα θεωρητικά μαθήματα» κ.τ.λ., σε σημείο να μη συνειδητοποιούμε πως αυτού του είδους η οπτική θεωρεί την οποιαδήποτε «έλλειψη» ή «αδυναμία» ως χαρακτηριστικό του ίδιου του μαθητή και όχι ως κάτι που έχει σχέση με τη γενικότερη κατάσταση και το περιβάλλον του.

Τι σημαίνει, όμως, το να είναι ένα παιδί μαθητής με σχολικές δυσκολίες που χρίζουν ιδιαίτερης αντιμετώπισης;

Κατά την άποψή μου, μαθητής με σχολικές δυσκολίες μπορεί να είναι ο οποιοσδήποτε μαθητής που το συγκεκριμένο σχολείο ή εκπαιδευτικό σύστημα δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις συγκεκριμένες ανάγκες και προσωπικές του προϋποθέσεις. Με αυτήν την έννοια, ένας μαθητής, που, σε ένα σχολείο ή εκπαιδευτικό σύστημα, θεωρείται ως μαθητής με Σ.Δ., είναι δυνατόν να «μεταλλαχθεί» σε έναν «φυσιολογικό» μαθητή ή μαθητή δίχως ιδιαίτερες Σ.Δ ή δυσκολίες μάθησης,  σε ένα άλλο σχολείο ή εκπαιδευτικό σύστημα.

Γνωρίζουμε πως ο τρόπος που μιλάμε για ένα άτομο εκφράζει και τον τρόπο με τον οποίο το αξιολογούμε και το αντιμετωπίζουμε. Κατ΄επέκταση, όταν ένας εκπαιδευτικός θεωρεί τον ίδιο τον μαθητή ως τον μοναδικό φορέα των όποιων δυσκολιών ή ανεπαρκειών του, θα εκτιμήσει και θα αντιμετωπίσει τις σχολικές του δυσκολίες πολύ διαφορετικά από τον εκπαιδευτικό που θα θεωρήσει τις ανεπάρκειες αυτές ως το αποτέλεσμα παραγόντων που σχετίζονται άμεσα με το περιβάλλον του μαθητή -συμπεριλαμβανομένου και του σχολείου- και τον επηρεάζουν.

Αν θεωρούμε την όποια διαφορετικότητα αποκλειστικά ως πρόβλημα ή εμπόδιο και πως η όποια σχολική αποτυχία οφείλεται αποκλειστικά στον ίδιο το μαθητή ως άτομο με «ελλείψεις» -χωρίς να ευθύνεται κανένας άλλος παράγοντας πέραν αυτού- τότε χάνουμε την ευκαιρία να αξιοποιήσουμε τις όποιες διαφορετικότητες των μαθητών ως πηγή έμπνευσης και εμπλουτισμού της προσπάθειας του σχολείου να μπορεί να εξελίσσεται και να είναι ένα σχολείο για όλους.

Η με κάθε τρόπο αναζήτηση μιας «αντικειμενικής διάγνωσης», επάνω στην οποία θα στηριχθούμε και θα στηρίξουμε αποκλειστικά την κάθε μας προσπάθεια, μπορεί να εγκλωβίσει, να περιορίσει και να «εφησυχάσει», κατά κάποιον τρόπο, τον εκπαιδευτικό ή τον ειδικό παιδαγωγό. Κάτι τέτοιο σημαίνει πως ο εκπαιδευτικός αποκτά αυτόματα μία διαφορετική οπτική και στάση απέναντι σε έναν «διαγνωσμένο» μαθητή από αυτήν που είχε προηγούμενα, στηριζόμενος αποκλειστικά στη δική του γνώμη και εκτίμηση για τον συγκεκριμένο μαθητή. Αυτό που, αρκετές φορές, συμβαίνει είναι η χρησιμοποίηση της διάγνωσης ως επικύρωσης των σχολικών δυσκολιών και της ανεπάρκειας του μαθητή, για τις οποίες ουδεμία ευθύνη φέρει το εκπαιδευτικό σύστημα, το συγκεκριμένο σχολείο ή ο εκπαιδευτικός. Μια τέτοιου είδους στάση, όμως, πέραν της «Ποντιο-πιλατικής» της χροιάς, αποτελεί και παραδοχή πως το σχολείο δεν διαθέτει λύσεις ή άλλου είδους επιλογές αντιμετώπισης υπαρκτών και «μη συμβατικών» δυσκολιών μαθητών του στα πλαίσια της τάξης.

Κάθε μαθητής θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να συμμετέχει σε μια «φυσιολογική» πραγματικότητα. Τι είναι, όμως, το «φυσιολογικό» και πως ορίζεται; Μήπως, τελικά, αποτελεί καλύτερη λύση η αντιμετώπιση της «διάκρισης» των μαθητών με σχολικές δυσκολίες; Τα ερωτήματα πολλά και εύλογα και θα πρέπει να αξιολογηθούν συστηματικά, τεκμηριωμένα και μέσα σε ένα ευρύτερο ιδεολογικο-πολιτικό πλαίσιο που να έχει ως επίκεντρο τον Άνθρωπο και τις όποιες ξεχωριστές ανάγκες του και όχι μόνο την «ορθολογική αντιμετώπιση των πραγμάτων και των εκάστοτε αναγκών της αγοράς εργασίας». Αν συμβεί το τελευταίο, τότε οδηγούμαστε σε νέου τύπου σύγχρονους Καιάδες…

Η διαφορά ανάμεσα σε μια παραδοσιακή αντιμετώπιση της όποιας διαφορετικότητας και μιας εναλλακτικής προσέγγισής της βρίσκεται στο που τοποθετούνται οι δυσκολίες και, κατ΄επέκταση, η «ευθύνη» για αυτές. Ένα παράδειγμα σύγκρισης της διαφοράς ανάμεσα σε μια παραδοσιακή και μια πιο εναλλακτική αντιμετώπιση είναι αυτό της αναπηρίας. Παλαιότερα, το κάθε άτομο με οποιαδήποτε μορφής αναπηρία θα έπρεπε να προσαρμοσθεί στο περιβάλλον ως έχει, ελπίζοντας μόνο στην φιλευσπλαχνία του περιβάλλοντος απέναντι στα προβλήματα που το ίδιο το άτομο αντιμετώπιζε. Τώρα πλέον, στις περισσότερες χώρες -του δυτικού τουλάχιστον κόσμου- παρατηρούμε μια προσπάθεια προσαρμογής του περιβάλλοντος στις ανάγκες των ατόμων με διάφορες αναπηρίες αλλά και αλλαγή στη στάση των ανθρώπων απέναντι σε άτομα με αναπηρία. Στη χώρα μας, για παράδειγμα, αρχίσαμε να χαμηλώνουμε τα πεζοδρόμια στις διαβάσεις προς διευκόλυνση των αναπήρων, άσχετα αν αυτές συνεχίζουν να καταλαμβάνονται και να αποκλείονται συχνά από τα παντός είδους οχήματα συμπατριωτών μας…

Δεν θα πρέπει ποτέ να ξεχνάμε πως οι δυσκολίες μπορεί να βρίσκονται στο περιβάλλον και στον τρόπο που αυτό αντιμετωπίζει τις όποιες «ανεπάρκειες» ή «ελλείψεις» του ατόμου ή -στο σχολείο- τις όποιες δυσκολίες του εκάστοτε μαθητή. Για παράδειγμα, προσωπικά, στη μέχρι στιγμής εμπειρία μου από το παιδοψυχιατρικό τμήμα όπου εργάζομαι τα τελευταία 25 χρόνια, δεν έχω διαπιστώσει την ύπαρξη οποιασδήποτε μορφής βοήθειας από την πλευρά του  σχολείου προς παιδιά με δυσλεξία, πέραν της απαλλαγής τους -βάσει νόμου- από τις γραπτές εξετάσεις. Για την όποια βοήθεια, ο γονιός θα πρέπει να απευθύνεται ιδιωτικά και, φυσικά, να πληρώσει για αυτό…

Το σχολείο οφείλει να αναγνωρίζει, να αποδέχεται και να διαχειρίζεται διαφορετικότητες που ήδη υπάρχουν και όχι να τις δημιουργεί ή να τις ενισχύει. Για δεκαετίες, η άποψη για «ένα σχολείο για όλους» αποτελούσε φωτεινό φάρο που ενέπνεε και καθοδηγούσε. Στην πράξη, τα περισσότερα παιδιά με κινητικές ή Σ.Δ. τοποθετούνται συχνά σε ξεχωριστές τάξεις ή ομάδες. Σχεδόν πάντα, το πρόβλημα θεωρείται πως βρίσκεται στο παιδί. Τι θα συνέβαινε, όμως, εάν στρέφαμε την προσοχή και το ενδιαφέρον μας στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα, στην υπάρχουσα υλικοτεχνική υποδομή και επάρκεια των σχολείων ή στην σχεδόν παντελή έλλειψη εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών γύρω από το θέμα των σχολικών δυσκολιών; Ίσως είναι αυτά που χρειάζονται στήριξη, αναμόρφωση και εν μέρει κατεδάφιση…

Το εκπαιδευτικό μας σύστημα θα πρέπει να πάρει θέση για το είδος του σχολείου ή της εκπαίδευσης που θέλει. Σχολείο για όλους ή ειδικά σχολεία και ειδικές τάξεις; Σχολεία για έξυπνα παιδιά και σχολεία για παιδιά με αναπηρίες; Σχολείο που έχει ως επίκεντρο τον ίδιο το μαθητή και τις ξεχωριστές του ανάγκες ή σχολείο που εναρμονίζεται κυρίως με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, τις πολιτικές σκοπιμότητες ή τις συντεχνιακές αξιώσεις. Δυστυχώς, φαίνεται πως συμβαίνει ολοένα και περισσότερο το τελευταίο…

Θα πρέπει να δοθεί νέα πνοή στην ιδέα ενός σχολείου για όλους στο οποίο η παιδαγωγική και η εκπαίδευση που προσφέρονται να συμπεριλαμβάνουν τις ανάγκες μάθησης όλων των μαθητών. Ένα τέτοιο μοντέλο θα μπορούσε να αποτελέσει, πλην των όσων άλλων, και πρότυπο στάσης ισοτιμίας, αλληλεγγύης και αποδοχής της όποιας άλλης διαφορετικότητας στους ανθρώπους…

ΠΗΓΗ: https://www.i-psyxologos.gr/sxolikes-dyskolies/

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Η εξάρτηση των παιδιών και των εφήβων από το κινητό

ΚΙΝΙΤΟ

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Αν ξαφνικά διαπιστώσετε ότι το παιδί σας έχει γίνει λιγότερο ανεκτικό ή ακόμα και εριστικό, ότι αποσύρεται από κοινωνικές δραστηριότητες, για να παίξει διαδικτυακά παιχνίδια, ότι απομονώνεται με τις ώρες στο υπνοδωμάτιο του και σας φωνάζει πιο έντονα σε κάθε προσπάθεια νουθεσίας ή συνδιαλλαγής, αν δεν τηρεί ωράρια και συζητά μόνο για ήρωες ή σκηνικά παιχνιδιών, επικοινωνεί διαρκώς με την παρέα του ή με άγνωστους φίλους από όλον τον κόσμο και αλληλεπιδρά με πολλούς άλλους παίκτες, αν προσπαθεί να νικήσει με κάθε τρόπο, ακόμα και αγοράζοντας πόντους ή ζωές, κι αν παραμελεί τις υποχρεώσεις του, τότε η πιθανότητα να είναι εξαρτημένο είναι υψηλή.

Η απομάκρυση από τον υπολογιστή, το τάμπλετ ή το κινητό ενός εξαρτημένου ατόμου προκαλεί σε αυτό ένταση και άγχος, ακόμα κι αν αφορά μια μικρή περίοδο, ενώ σταδιακά αυξάνονται οι ώρες ασχολίας με αυτό, ώστε να νιώσει ικανοποίηση.
Το παιδί και ο έφηβος τα εγκαταλείπει μόνο εξαντλημένος, ώστε να πέσει σε μια ανήσυχη ύπνωση.

Παράλληλα, καραδοκεί το ενδεχόμενο να εμφανιστούν διαταραχές οράσεως, ακούσιες κινήσεις (τικ), στερεοτυπίες, ανωμαλίες ύπνου ή ορέξεως, ελαχιστοποίηση ενδιαφέροντος για δραστηριότητες, οι οποίες πριν χάριζαν χαρά. Ολοένα και συχνότερα υφίσταται απώλεια προσοχής για οτιδήποτε δεν αφορά το κινητό, αυξάνεται η υπερκινητικότητα ή η απάθεια, γίνεται ψυχαναγκαστικός διαρκής έλεγχος για νέα μηνύματα και εν ολίγοις παρατηρείται βύθιση σε έναν κόσμο φανταστικό και σε μια εικονική πραγματικότητα, όπου επικρατούν ανοίκειοι κανόνες: Διαφορετικά κριτήρια φιλίας, περίπλοκες σχέσεις, παγκοσμιοποιημένες κουλτούρες και ψηφιακές τάξεις, στις οποίες οι ερασιτέχνες απορρίπτονται, ενώ οι επαγγελματίες παίκτες αναδεικνύονται και αποθεώνονται.

Τα παιδιά θα μηρυκάζουν οποιαδήποτε ευκαιρία για ανάδειξη και θα επαναλαμβάνουν με προσήλωση κάθε τάση στο τικ τοκ, ενώ νέα άγνωστα για μας πρότυπα θα εμπνέουν τις ελπίδες τους.

Οι συζητήσεις μεταξύ των παιδιών στα κοινωνικά δίκτυα περιστρέφονται γύρω από το κλίμα του παιγνιδιού, τα χαρακτηριστικά των γραφικών, τη φρασεολογία και ιδιόλεκτο των παικτών, τις ιεραρχίες που καθιερώνονται, τα σύμβολα και τα τρόπαια, τη μουσική και τα ρούχα, τη μόδα με ολα τα συνοδευτικά της, που πωλούνται σε ψηφιακό νόμισμα ή το αντίστοιχο του.

Η εξάρτηση των παιδιών από το διαδίκτυο είναι θέμα ενοχικό για αμέτρητους γονείς, επειδή γνωρίζουν πως για κερδίσουν λίγο ελεύθερο χρόνο ή για να διεκπεραιώσουν τις εργασίες τους βολεύτηκαν με τη φαινομενική ησυχία του παιδιού, εξαιτίας της προσήλωσης του στο κινητό, ανέχτηκαν στο τραπέζι κατά την έξοδο το ψηφιακό του παιχνίδι, για να μην είναι άτακτο και ανεξέλεγκτο, υποκατέστησαν κάποτε τη μοναξιά στο μοναχοπαίδι τους με την προβολή κινουμένων σχεδίων, αφιέρωσαν οι ίδιοι ατέλειωτες ώρες ελέγχοντας τα κοινωνικά δίκτυα και τους ακόλουθους, παραμόρφωσαν φωτογραφίες, για να γίνουν δημοφιλείς στο instagram.

Όμως τα ερωτήματα παραμένουν αμείλικτα: Πού τελειώνει το φυσιολογικό, πόσος είναι ο μέσος όρος ενασχόλησης και πού υφέρπει η παθογένεια. Πόσες ώρες επιτρέπεται η χρήση του κινητού; Μπορώ να διαφοροποιήσω το παιδί μου από τα υπόλοιπα ή θα συμβάλλω στην περιθωριοποίηση του; Φυσιολογικό, όμως είναι οτιδήποτε δεν παρακωλύει την βιολογική, ψυχολογική, κοινωνική και πνευματική εξέλιξη του ατόμου και υπόβαθρο το πρίσμα πρέπει να κρίνεται η έκθεση στο διαδίκτυο.

Και οι προβληματισμοί δεν σταματούν εδώ, δεδομένου ότι το Ίντερνετ για τη νέα γενιά είναι ένα πολυχρηστικό μέσο, που γεννά και διαιωνίζει φιλίες και έρωτες, ενισχύει το διάλογο και την επικοινωνία, ψυχαγωγεί με ταινίες, παιχνίδια και μουσική, ταξιδεύει και πληροφορεί. Ουσιαστικά ο ψηφιακός πολιτισμός έχει ενοποιήσει όλα όσα απασχολούσαν τους μεγαλύτερους (ηλεκτρονικά παιχνίδια, τηλέφωνα, τηλεόραση, ποδοσφαιράκια, μπιλιάρδα, σινεμά, ραδιόφωνο, κλαμπ κλπ), φιλοξενεί κοινότητες και ενώνει σχολικές τάξεις, στεγάζει παρέες και χόμπι, δημιουργεί ομάδες ενδιαφερόντων.
Ταυτόχρονα πάντα ελλοχεύει ο κίνδυνος της παρενόχλησης, ενεδρεύει το άγνωστο και οι ψευδείς προθέσεις, ενώ οι απειλές του πραγματικού κόσμου έχουν μεγεθυνθεί και εμπλουτιστεί στον ψηφιακό.

Η πολύωρη ενασχόληση με το διαδίκτυο και ειδικά μέσω κινητού τηλεφώνου, αφορά πάνω από το 80% των παιδιών και των εφήβων, με αυξητικές μάλιστα τάσεις και επομένως είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο και μία αναπόφευκτη καθημερινότητα.
Η λύση θα μπορούσε να είναι πολύ απλή, ειδικά εάν προκύπτει από χείλη παιδιών, και πολύ περισσότερο παιδιά πόλεων, μονογονεϊκών οικογενειών, μοναχοπαίδια, αλλά γενικότερα παιδιά, που εργάζονται σκληρά για να ανταπεξέλθουν και αγχώνονται σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι οι ενήλικες:

  • Αφήστε μας να περάσουμε ώρες με τους φίλους μας, να παίξουμε, να συζητήσουμε, να χορέψουμε, να ακούσουμε μουσική. Όχι τεχνητά και προκαθορισμένα, αλλά όπως ακριβώς ίσχυε παλιότερα στις γειτονιές ή στις πλατείες, αυθόρμητα και με ασφάλεια. (Επιτήρηση γειτονιάς)
  • Θέλουμε να περνάμε περισσότερο χρόνο σε ομαδικές δραστηριότητες με την οικογένεια και με τους δυο γονείς, όπου είναι εφικτό (πραγματική και υπεύθυνη συνεπιμέλεια), με άλλα λόγια ζητάμε όχι τους πόρους και τα χρήματα, αλλά την προσοχή σας. Εμπλακείτε πιο ενεργά στην καθημερινότητα μας, όπως στο σχολείο και στις δραστηριότητες, όχι με το ύφος τιμητή ή αξιολογητή, αλλά ενεργού παρατηρητή και συμμετέχοντα.
  • Διδάξτε μας πώς να εξασκήσουμε τις κοινωνικές δεξιότητες, γιατί τα παιδιά, που θα εξαρτηθούν περισσότερο είναι τα πιο ντροπαλά, τα μοναχικά και τα ευαίσθητα.
  • Κάντε την καθημερινότητα μας εξίσου μαγική ή έστω ενδιαφέρουσα με εκείνη των φανταστικών κόσμων, που βιώνουμε πολυαισθητηριακά στην εικονική ή επαυξημένη πραγματικότητα. Όσο κι αν συντελέσατε στην απομάγευση κάθε διδασκαλίας και διαδικασίας μάθησης στο σχολείο και όσο κι αν αντικαταστήσατε με μηχανιστικό προγραμματισμό, με ανταγωνισμό και ελάχιστες ευκαιρίες τη σχολική ζωή, προσπαθήστε να διασώσετε λίγη από τη δημιουργικότητα και την κριτική σκέψη.
  • Χαρίστε μας νέες εμπειρίες, εκθέστε μας σε περισσότερα ερεθίσματα με ταξίδια, διηγήσεις, με ανοιχτό μυαλό και πολυπολιτισμικότητα. Διοχετεύστε την αστείρευτη ενέργεια μας σε δραστηριότητες, που ανοίγουν άγνωστους δρόμους και συμμετέχετε και εσείς σε αυτές: Όποιος περιμένει από έναν έφηβο να μένει ακίνητος και σταθερός, χωρίς φυσική κίνηση, ματαιοπονεί.

-Προγραμματίστε ρεαλιστικά τη ζωή μας και ιεραρχείστε τις προτεραιότητες, αφήνοντας πάντα χρόνο για τις αγαπημένες μας ασχολίες. Καθορίστε το χρόνο και το χώρο της χρήσης του κινητού, που δεν πρέπει να είναι σε ένα διαφορετικό δωμάτιο, αλλά στο μέρος που συγκεντρώνεται όλη η οικογένεια.

Άλλοι κανόνες

Περιορίστε την έκθεση του παιδιού ή του εφήβου σε κάθε ηλεκτρονικό μέσο στις δύο ώρες κατ´ανώτερο τη μέρα και τρεις το Σαββατοκύριακο. Η διάρκεια αυτή είναι εντελώς ενδεικτική και εξαρτάται από το πρόγραμμα των μαθημάτων.

  • Μειώστε το δικό σας χρόνο στο κινητό,εφόσον είναι κοντά σας τα παιδιά. Απαγορεύστε το εντελώς κατά το φαγητό, στο αυτοκίνητο, στο διάστημα λίγο πριν από τον ύπνο, στο περπάτημα, στις εκδηλώσεις της οικογένειας. Μην ενδίδετε σε καμία απαίτηση του παιδιού για άρση των περιορισμών, παρά μόνο για σοβαρούς λόγους. Κυρίως μην χρησιμοποιείτε το κινητό ως μέσο ενίσχυσης, εάν το παιδί καταφέρει κάτι ή τηρήσει κάποια δέσμευση του.
  • Συμμετέχετε ενεργά στον κόσμο του παιδιού σας και στην ενασχόληση του με το κινητό. Μάθετε του τη σωστή απόσταση από τα μάτια, το χειρισμό της φωτεινότητας, την ένσταση του ήχου στα ακουστικά, τη σημασία των κωδικών και των μέσων πληρωμής, τις επιπτώσεις της ακτινοβολίας.
    Ζητήστε πληροφορίες για τους συμπαίκτες του, μάθετε το περιεχόμενο της ψηφιακής περιπέτειας ή τη δομή των κόσμων, που χτίζει, δείτε διακριτικά τις συνομιλίες του, εφόσον είναι ακόμα ανήλικο, μάθετε τα emoticons και τα ονόματα, που χρησιμοποιεί, όχι ως ανάκριση, αλλά ως πηγαίο ενδιαφέρον. Δημιουργείστε μαζί το προφίλ του στα κοινωνικά δίκτυα ή γνωρίστε όσα έχει ήδη ολοκληρώσει.

Η εξάρτηση συνδέεται αμείλικτα με την αυτοεκτίμηση των παιδιών και θεωρείται ως εικόνα ζοφερή νοσηρών διαπροσωπικών σχέσεων. Αποτελεί, όμως, ταυτόχρονα συρμό, μόδα, και κοινωνική παρακμή: Το διαδίκτυο είναι η έκφραση των συμβολικών μας δυνατοτήτων, πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό φαινόμενο, που σε λίγο θα περικλείει κάθε έκφανση της ανθρώπινης δράσης. Ο ψηφιακός εαυτός πρέπει να διαμορφωθεί με υγιή τρόπο, αν πρόκειται να επιβιώσει ως ακέραιος και συνειδητοποιημένος πολίτης.

ΠΗΓΗ: https://psichologiagr.com/7954/

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Think Beeg: Τα βιωματικά εκπαιδευτικά σεμινάρια που μυούν τα παιδιά στον κόσμο των μελισσών

b27a45d5a325dc7b55a76c4cΗ Think Beeg, https://www.thinkbeeg.com/tikanoyme  την οποία δημιούργησε στη Θεσσαλονίκη ένα ζευγάρι μελισσοκόμων, ο Δημήτρης Σταύρου και η Βάγια Καζαντζή, μοιράζεται με τα παιδιά τη γνώση για τις μέλισσες, ταυτόχρονα όμως προσπαθεί να κεντρίσει την ενσυναίσθησή τους για το περιβάλλον.

Έχει μυήσει περισσότερα από 2.500 παιδιά στον θαυμαστό κόσμο των μελισσών, βοηθώντας τα μέσα από βιωματικά, περιβαλλοντικά και εκπαιδευτικά εργαστήρια να μάθουν για τα ξεχωριστά αυτά έντομα, για τη φιλοσοφία τους και την ιδιαίτερη δομή της κοινωνίας τους. Η Think Beeg, την οποία δημιούργησε το 2021 στη Θεσσαλονίκη ένα ζευγάρι μελισσοκόμων, ο Δημήτρης Σταύρου και η Βάγια Καζαντζή, μοιράζεται με τα παιδιά τη γνώση για τις μέλισσες, ταυτόχρονα όμως προσπαθεί να κεντρίσει την ενσυναίσθησή τους για το περιβάλλον, να τους εμφυσήσει μια περιβαλλοντική φιλοσοφία και να τους προκαλέσει περιέργεια για τη φύση.

Η Think Beeg απευθύνεται τόσο στα δημόσια όσο και στα ιδιωτικά σχολεία και σε παιδιά όλων των ηλικιών, βάσει των οποίων επιλέγονται και τα αντίστοιχα εργαστήρια. Τελευταία μάλιστα εισπράττει ενδιαφέρον και από εταιρείες για team bonding δράσεις με επίκεντρο τη μέλισσα. Φέρνοντας μαζί της από κυψέλες παρατήρησης με ζωντανές μέλισσες μέχρι τα προϊόντα που αυτές παράγουν, αλλά και οπτικοακουστικό υλικό, η Think Beeg επισκέπτεται τα σχολεία και προσπαθεί να απευθυνθεί και στις πέντε αισθήσεις των παιδιών. Η πρώτη ώρα του εργαστηρίου γίνεται εντός της τάξης, με  τα παιδιά να βλέπουν βίντεο όπου μαθαίνουν τα πάντα για τη μέλισσα, από την ανατομία της και το πέταγμά της μέχρι το πώς ρουφά το νέκταρ, ενώ η δεύτερη ώρα αφιερώνεται στον προαύλιο χώρο, ώστε τα παιδιά να κατανοήσουν καλύτερα πώς λειτουργεί η κοινωνία των μελισσών. Μάλιστα, τα μικρότερα παιδιά μαθαίνουν μέσα από το παιχνίδι.

Ντύνονται μελισσάκια και διδάσκονται τον… χορό των μελισσών που είναι και ο τρόπος των ξεχωριστών αυτών εντόμων να επικοινωνούν μεταξύ τους. Τα παιδιά χρησιμοποιούν κουκλάκια-μέλισσες για να καταλάβουν ευκολότερα τη διαδικασία, ενώ έρχονται σε επαφή και με τα φυτά στα οποία «ταξιδεύουν» οι μέλισσες. Κάθε εργαστήριο ολοκληρώνεται με μια γευσιγνωσία μελιού, ενώ τα παιδιά παίρνουν και από ένα πτυχίο μελισσοκόμου, αλλά και χαρτιά ζωγραφικής για το σπίτι, ώστε η εμπειρία να συνεχιστεί. Στα μεγαλύτερα παιδιά, του Λυκείου, τα εκπαιδευτικά εργαστήρια έχουν και έναν χαρακτήρα επαγγελματικού προσανατολισμού, δίνοντας τροφή για σκέψη για μια ενδεχόμενη ενασχόληση με τη μελισσοκομία. Μάλιστα, τα μεγαλύτερα παιδιά πλάθουν και σποροβόμβες με πηλό και σπόρους από μελισσοκομικά φυτά, τις οποίες… πετούν έξω στη φύση, ώστε να υπάρχουν φυτά για την επικονίαση, ή τις φυτεύουν σε γλάστρες.

Ο Δημήτρης και η Βάγια έχουν φιλόδοξα πλάνα για το μέλλον, αφού σχεδιάζουν εντός των επόμενων ετών να δημιουργήσουν ένα πρότυπο μελισσοκομικό πάρκο, που θα συμβάλλει στον αγροτουρισμό της Θεσσαλονίκης, θα είναι επισκέψιμος, θα έχει κέντρο θεραπείας μελισσών και θα λειτουργεί και ως retreat.

«Η μέλισσα συνδέεται συχνά με αρνητικά στερεότυπα. Υπάρχει ένας φόβος ότι θα μας τσιμπήσει, ότι είναι ένα κακό έντομο. Μέσα από τα εργαστήρια ο φόβος φεύγει και τα παιδιά καταλαβαίνουν τη χρησιμότητά της» εξηγεί στη Voria ο Δημήτρης Σταύρου.

Το χόμπι και το εκπαιδευτικό κενό για τη μέλισσα

Ο Δημήτρης και η Βάγια ξεκίνησαν την ενασχόλησή τους με τον κόσμο της μέλισσας από το 2018 ως ερασιτέχνες μελισσοκόμοι. Το ενδιαφέρον τους είχε προκύψει λίγο νωρίτερα, όταν, όσο ζούσαν στη Γερμανία, συναντούσαν στη βόλτα τους κάθε Δευτέρα στο ρεπό από τη δουλειά τους μελίσσια που τους ιντρίγκαραν να μάθουν περισσότερα για την κοινωνία των μελισσών. Όταν επέστρεψαν στη Θεσσαλονίκη, η μελισσοκομία έγινε χόμπι και σύντομα άρχισαν να παράγουν το δικό τους μέλι. Η ιδέα για το εγχείρημα της Think Beeg προέκυψε, όταν κατά την προμήθεια ενός ιδιωτικού νηπιακού σταθμού με προϊόντα μελιού, η Βάγια και ο Δημήτρης θέλησαν ως αντάλλαγμα να μάθουν στα μικρά παιδιά πώς αυτά παράγονται και τι διαφορετικό έχει ο κόσμος των μελισσών. Κάνοντας την παρουσίαση αντιλήφθηκαν πως υπήρχε ένα εκπαιδευτικό κενό στα σχολεία γύρω από τη μέλισσα και τη σχέση της με το περιβάλλον, παρά την τόσο μεγάλη σημασία της στην τροφική αλυσίδα. Έτσι, και αφού παρακολούθησαν μια σειρά σεμιναρίων, αλλά και μέσα από τη συνεργασία τους με δύο μεγάλες εκπαιδευτικές οργανώσεις σχετικά με τη μέλισσα σε Αμερική και Αγγλία, έχτισαν το γνωστικό τους υπόβαθρο και δημιούργησαν το 2021 τη Think Beeg ως Αστική Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία (ΑΜΚΕ), για να μυήσουν τα παιδιά στη φιλοσοφία και την κοινωνία των μελισσών και κατ’ επέκταση να τα φέρουν πιο κοντά στο περιβάλλον και την προστασία του. Μάλιστα, αυτή την περίοδο παρακολουθούν ένα ειδικό σεμινάριο στο Planet Bee Foundation, ώστε να πιστοποιηθούν στην εκπαίδευση στη μέλισσα για τα παιδιά.

«Είμαστε παράλληλα ένας συνδετικός κρίκος ανάμεσα στους Έλληνες μελισσοκόμους-παραγωγούς και την ελληνική οικογένεια, αφού προσπαθούμε να προωθούμε μέσα από τις δράσεις μας τα εκάστοτε ντόπια μελισσοκομικά προϊόντα» λέει ο Δημήτρης Σταύρου.

Πρόσφατα η Think Beeg έλαβε μέρος στο Next Stage Sustainability Bootcamp που διοργανώθηκε από την Αλεξάνδρεια Ζώνη Καινοτομίας και την Ideas Forward σε συνεργασία με το Friedrich Naumann Foundation for Freedom, με τους κριτές να κάνουν ειδική αναφορά για τις δράσεις της.

ΠΗΓΗ:https://www.voria.gr/article/think-beeg-ta-biomatika-ekpaideytika-seminaria-poy-myoyn-ta-paidia-ston-kosmo-ton-melisson

Κατηγορίες: Γενικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Παιδί και άγχος αποχωρισμού: αιτιολογία, συμπτώματα, αντιμετώπιση

apochorismos

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Παιδί και άγχος αποχωρισμού: γενικά

Ο ακρογωνιαίος λίθος της ανθρώπινης ύπαρξης είναι η δημιουργία στενών συναισθηματικών σχέσεων με άλλα άτομα που να εμπνέουν εμπιστοσύνη και ασφάλεια. Δεν είναι τόσο η αγάπη που παίζει τον καθοριστικότερο ρόλο στη σχέση του μικρού παιδιού με τον φροντιστή του όσο η σταθερότητα και η προβλεψιμότητα που χαρακτηρίζει τη σχέση αυτή. Είναι, δηλαδή, προτιμότερο -από εξελικτική σκοπιά- να υπάρχει μια σχέση αλληλοσυμπάθειας, που να τη διακρίνει η σταθερότητα και η προβλεψιμότητα, παρά μια σχέση μεγάλης αγάπης αλλά με έντονες συναισθηματικές διακυμάνσεις, απουσία προβλεψιμότητας και ελλιπή φροντίδα.

Η σημασία της σχέσης δεσμού

Σύμφωνα με τα παραπάνω, ένα μικρό παιδί, που έχει βιώσει -στη διάρκεια των πρώτων 6 μηνών της ζωής του- μια στο σύνολό της σταθερή και προβλέψιμη σχέση με τον κύριο φροντιστή του (συνήθως τη μητέρα),  θα μπορέσει πολύ ευκολότερα να τον αποχωρισθεί όταν έρθει η στιγμή για κάτι τέτοιο.

Ό,τι και να κάνουμε ως γονείς, το παιδί θα συνεχίσει να αναζητά την εγγύτητα με άλλους, από τη στιγμή που οι σχέσεις αποτελούν το οξυγόνο της ψυχής. Έτσι, όταν το παιδί αποχωρισθεί τον φροντιστή του, θα νιώσει άγχος το μέγεθος του οποίου θα είναι ανάλογο της συναισθηματικής κυρίως αστάθειας που χαρακτηρίζει τη σχέση του με αυτόν καθώς και της διάρκειας του αποχωρισμού.

Έχει αποδειχθεί πως η ανασφάλεια, ο φόβος και το άγχος του μικρού παιδιού είναι πολύ μεγαλύτερα όταν εκτίθεται σε επαναλαμβανόμενους και απρόβλεπτους αποχωρισμούς -ή σε απειλή τέτοιων- παρά όταν συμβεί να βιώσει έναν οριστικό αποχωρισμό, όπως στην περίπτωση θανάτου ενός γονέα ή μιας υιοθεσίας.

Ένας από τους βασικότερους πυλώνες της φιλοσοφίας της διαπαιδαγώγησης στο δυτικό κόσμο είναι η ενθάρρυνση μιας όσο το δυνατόν μεγαλύτερης και γρηγορότερης «αυτονόμησης» του παιδιού. Το να μάθει άμεσα να κοιμάται στο κρεβάτι και στο δωμάτιό του, να ξεκινήσει γρήγορα παιδικό σταθμό, να αποκτήσει κοινωνική επάρκεια και αυτονομία στην ομάδα παιδιών του παιδικού σταθμού κ.ά. αποτελούν παραδείγματα ενός «σωστού» και «σύγχρονου» τρόπου διαπαιδαγώγησης.

Σύμφωνα, όμως, με τη θεωρία του δεσμού και τα αποτελέσματα πάρα πολλών ερευνών, η απόκτηση αυτονομίας προϋποθέτει και στηρίζεται στην ύπαρξη ενός ασφαλούς στενού δεσμού παιδιού-φροντιστή που δημιουργεί ένα αίσθημα βασικής εμπιστοσύνης και ασφάλειας απέναντι σε άλλα άτομα και στην προοπτική δημιουργίας σχέσης μαζί τους, χωρίς τη φυσική παρουσία του γονιού.

Αυτό, λοιπόν, που βρίσκεται πολύ πιο κοντά στην πραγματικότητα είναι να είμαστε ως γονείς πολύ ευαίσθητοι απέναντι στα μηνύματα και στις συναισθηματικές ανάγκες του κάθε ξεχωριστού παιδιού και να μην το ωθούμε προς την αυτονομία γρηγορότερα απ΄όσο αντέχει, εν ονόματι ενός «σύγχρονου τρόπου διαπαιδαγώγησης».

Η τόσο ευρέως διαδεδομένη άποψη πως δεν πρέπει να παίρνουμε αγκαλιά ένα  βρέφος που κλαίει γιατί το «κακομαθαίνουμε» και θα αποζητά στη συνέχεια την αγκαλιά είναι μόνο εν μέρει αλήθεια. Όχι, όμως, επειδή το βρέφος «κακομαθαίνει» αλλά επειδή, με τον τρόπο αυτόν, αποκτά συντομότερα σχέση δεσμού με τη μητέρα εξαιτίας της συχνής και άμεσης επαφής μαζί της, κάτι που αποτελεί ζητούμενο. Όταν το αφήσουμε να κλαίει, σίγουρα θα πάψει κάποια στιγμή, όχι όμως επειδή «διαπαιδαγωγήθηκε» αλλά γιατί ΠΑΡΑΙΤΗΘΗΚΕ της προσπάθειάς του να εισακουσθεί.

Τα μικρά παιδιά, σε πολλές χώρες της Αφρικής, δημιουργούν νωρίτερα σχέση δεσμού με τη μητέρα τους (στον 6ο περίπου μήνα) απ΄ό,τι τα παιδιά στη Δυτική Ευρώπη (στον 8ο περίπου μήνα) ακριβώς γιατί οι μητέρες τους τα κουβαλούν πολλές ώρες της ημέρας στην αγκαλιά ή στην πλάτη τους.

Άγχος αποχωρισμού

Η μεγάλη πλειοψηφία των παιδιών δεν βιώνει γενικά κάποιο άγχος αποχωρισμού στη διάρκεια των 6 πρώτων μηνών της ζωής. Εάν, δηλαδή, ο γονιός τύχει να φύγει από το χώρο που βρίσκεται το παιδί, αυτό δεν θα αρχίσει αμέσως να κλαίει και να τον αναζητά.

Λίγο αργότερα, όμως, και συγκεκριμένα στην ηλικία των 7 μηνών περίπου, παρατηρούμε, στις περισσότερες περιπτώσεις, μια απότομη αλλαγή. Το παιδί διαμαρτύρεται έντονα εάν αποχωρισθεί τους γονείς του και δεν αποδέχεται τη φροντίδα ατόμων που δεν γνωρίζει καλά. Αλλά ακόμα και πρόσωπα που το παιδί γνωρίζει καλά (π.χ. γιαγιά, παππούς) μπορεί να δυσκολευτούν να το παρηγορήσουν σε μια τέτοια περίπτωση.

Αυτού του είδους οι αντιδράσεις θεωρούνται ως απόλυτα φυσιολογικές, κυρίως στο χρονικό διάστημα ανάμεσα στον 7ο και 24ο  μήνα  περίπου, -με πιο ευαίσθητη περίοδο αυτήν ανάμεσα στον 18ο και 24ο μήνα- και σημαίνουν πως το παιδί έχει αποκτήσει συνείδηση του εξωτερικού του κόσμου, αναγνωρίζοντας τι είναι οικείο και τι ξένο, πως έχει δημιουργήσει έναν στενό συναισθηματικό δεσμό με το γονιό του και πως προτιμά τη δική του συντροφιά έναντι αυτής άλλων. Στην ηλικία των 2 ετών περίπου, το παιδί αποκτά μια εσωτερική και σχετικά σταθερή εικόνα του γονιού που, σε συνδυασμό με τη διαπίστωση πως ο γονιός πάντα επιστρέφει  όταν φεύγει, το βοηθά να αντέχει τη φυσική του απουσία.

Για τους ίδιους λόγους, στο διάστημα ανάμεσα στον 8ο και 14ο περίπου μήνα, το παιδί αντιδρά συνήθως αποφευκτικά, με φόβο και κλάμα απέναντι σε πρόσωπα που δεν γνωρίζει. Αυτός ο τρόπος αντίδρασης του παιδιού δεν αφορά στο συγκεκριμένο πρόσωπο αυτό καθαυτό αλλά στον τρόπο και τη συμπεριφορά που ενδεχομένως επιδεικνύει. Ίσως το ξένο άτομο πλησιάζει πολύ το παιδί, μιλά δυνατά, θέλει να το πάρει αγκαλιά δίχως να λάβει υπόψη το φόβο, το δισταγμό του κ.τ.λ. Στις περιπτώσεις αυτές, το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να αφήσουμε στο παιδί την πρωτοβουλία προσέγγισης και να περιμένουμε να εξοικειωθεί σταδιακά με την παρουσία μας στο χώρο του.

Συμπτώματα άγχους αποχωρισμού

Τα συμπτώματα που συνήθως υποδηλούν ύπαρξη άγχους αποχωρισμού είναι τα εξής:

–    Έντονη ανησυχία του παιδιού όταν αποχωρίζεται από τα οικεία του πρόσωπα

–    Άρνηση για τον παιδικό σταθμό, το σχολείο ή για άλλους χώρους χωρίς το γονιό του

–   Άρνηση να κοιμηθεί χωρίς την παρουσία του γονιού δίπλα του

–   Φόβος απώλειας του γονιού ή μήπως του συμβεί κάτι κακό

Παρόλο που το παιδί μπορεί να έχει εξελιχθεί φυσιολογικά και να διαχειρίζεται ικανοποιητικά τις περισσότερες περιπτώσεις αποχωρισμού, το άγχος αποχωρισμού μπορεί να επανεμφανισθεί σε καταστάσεις έντονου στρες, όπως η νοσηλεία σε νοσοκομείο, όταν το παιδί είναι άρρωστο ή για κάποιο λόγο δεν νιώθει καλά, όταν εκτεθεί σε πρωτόγνωρες και αγχογόνες καταστάσεις κ.τ.λ.

Αντιμετώπιση του άγχους αποχωρισμού

Ο φόβος του παιδιού να αποχωρισθεί είναι αυθεντικός και θα εξαφανισθεί γρηγορότερα, εάν πάρουμε τα συναισθήματά του στα σοβαρά και το βοηθήσουμε να αισθανθεί και να πεισθεί πως το αγαπάμε και πως πάντα θα το προστατεύουμε, ό,τι και αν συμβεί. Αν το παιδί νιώσει εμπιστοσύνη για τη δική μας προβλεψιμότητα, προσβασιμότητα και αγάπη τότε θα μπορεί να δημιουργεί ανάλογες σχέσεις εμπιστοσύνης και αργότερα στη ζωή.

Εάν το παιδί αρκουδίζει και μπορεί να μετακινείται στο χώρο, τα πράγματα είναι ευκολότερα. Μπορεί πλέον από μόνο του να ρυθμίζει την αναγκαία για το ίδιο απόσταση από τη μητέρα του. Εάν, όμως, το παιδί δείχνει στοιχεία άγχους αποχωρισμού πριν αποκτήσει την ικανότητα να μπορεί να μετακινείται από μόνο του στο χώρο, τότε η μητέρα θα πρέπει να φροντίζει να βρίσκεται εντός του οπτικού πεδίου του παιδιού ή να του μιλά από εκεί που βρίσκεται ή, αν χρειασθεί, να το παίρνει κοντά της, γιατί το παιδί δεν έχει ακόμα τη δυνατότητα να γνωρίζει που πηγαίνει η μητέρα του αλλά ούτε και αν θα επιστρέψει.

Σταδιακά, το παιδί αποκτά την ικανότητα να κατανοεί πως κάτι που εξαφανίζεται από το οπτικό του πεδίο δεν εξαφανίζεται για πάντα αλλά συνεχίζει να υπάρχει παρόλο που δεν το βλέπει. Μπορούμε να διαπιστώσουμε αν το παιδί έχει αποκτήσει αυτήν την ικανότητα, κρύβοντας, για παράδειγμα, ένα αντικείμενο κάτω από ένα μαξιλάρι ή χαλί. Εάν το παιδί αρχίσει να ψάχνει το κρυμμένο αντικείμενο, αυτό σημαίνει πως έχει αποκτήσει την ικανότητα αυτή και, κατά συνέπεια, μπορεί πλέον να διαχειρίζεται καλύτερα το άγχος αποχωρισμού του στη συνέχεια.

Στη διάρκεια της περιόδου αυτής, το λεγόμενο «κρυφτούλι» είναι ένας πολύ καλός τρόπος να εξασκήσουμε το παιδί ώστε να αποκτήσει γρηγορότερα την παραπάνω ικανότητα. Για παράδειγμα, κρύβουμε αρχικά το πρόσωπό μας πίσω από μια κουβερτούλα, λέγοντας στο παιδί «που είναι η μαμά;» και αμέσως μετά να επανεμφανίζουμε το πρόσωπό μας. Το επόμενο βήμα μπορεί να είναι το να βγούμε από το δωμάτιο, ρωτώντας το ίδιο πράγμα, και κατόπιν να επανεμφανιστούμε γελώντας ή αγκαλιάζοντας το παιδί. Ένα τρίτο βήμα είναι να βγούμε από το δωμάτιο και να μιλάμε στο παιδί μέχρι σημείου που αντέχει κ.τ.λ.

Στις ηλικίες αυτές, θα πρέπει οπωσδήποτε να παίρνουμε υπόψη το άγχος του παιδιού ώστε να αποτραπεί τυχόν επιδείνωσή του. Ποτέ δεν θα πρέπει να φεύγουμε κρυφά από το παιδί, ξεγελώντας το ή αποσπώντας την προσοχή του με κάποιον τρόπο. Κάτι τέτοιο διευκολύνει μόνον εμάς τους ίδιους και αυτό πρόσκαιρα, γιατί στη συνέχεια θα εισπράξουμε τις ακόμα εντονότερες αντιδράσεις του παιδιού που δεν θα μας εμπιστεύεται πλέον εύκολα.

Όταν θα πρέπει να φύγουμε, είναι πολύ σημαντικό να αποχαιρετούμε πάντα το παιδί και, αν είναι δυνατόν, με τον ίδιο τρόπο ώστε να καταλάβει περί τίνος πρόκειται και διαβεβαιώνοντάς το πως θα επιστρέψουμε. Καλό είναι, επίσης, να υπάρχει πάντα και μια ανάλογη τελετουργία επανένωσης κατά τη στιγμή της επιστροφής. Όταν το παιδί βιώνει επανειλημμένα αυτές τις τελετουργίες, το άγχος αποχωρισμού του μειώνεται σταδιακά στις περισσότερες των περιπτώσεων.

Ακόμα και σύντομοι αποχωρισμοί, που προκαλούν άγχος, μπορεί να επηρεάσουν τη συμπεριφορά του παιδιού. Για παράδειγμα, το παιδί μπορεί να θέλει οπωσδήποτε να ακολουθεί τη μητέρα σε όποιο χώρο και αν αυτή πηγαίνει, ακόμα και στο μπάνιο. Αυτό σημαίνει πως έχει ανάγκη διαβεβαίωσης πως η μητέρα του δεν φεύγει και, όταν το διαπιστώνει, ησυχάζει, μπορώντας πλέον να ασχοληθεί με κάτι μόνο του. Κάτι τέτοιο μπορεί να είναι κουραστικό για τη μητέρα αλλά, εάν το αντέξει και ανταποκριθεί με ευαισθησία στις συναισθηματικές ανάγκες του παιδιού, στη συνέχεια θα εισπράξει τους καρπούς αυτών των προσπαθειών της πολλαπλά.

Στη διάρκεια της περιόδου αυτής, αποφεύγετε όσο είναι δυνατόν τους παρατεταμένους αποχωρισμούς. Εάν κάτι τέτοιο είναι αναπόφευκτο, τότε είναι σημαντικό να βρίσκεται το παιδί σε οικείο και ασφαλές συναισθηματικά περιβάλλον και με άτομα που γνωρίζει καλά.

Η διάρκεια της περιόδου άγχους αποχωρισμού

Η περίοδος της ζωής που χαρακτηρίζεται από έντονο άγχος αποχωρισμού και φόβο για ξένα άτομα οριοθετείται, συνήθως, ανάμεσα στον 7ο και 24ο μήνα περίπου. Μετά τον 2ο χρόνο της ζωής και μέχρι τον 3ο, τα περισσότερα παιδιά νιώθουν αρκετά ασφαλή ώστε να είναι σε θέση να αποχωρισθούν τους γονείς τους για κάποιες ώρες ή και μέρες, με την προϋπόθεση αυτό γίνεται με τον σωστό τρόπο και την κατάλληλη προεργασία.

Μπορεί, όμως, να εξαφανισθεί και νωρίτερα. Οι ατομικές διαφορές είναι μεγάλες και, για το λόγο αυτό, δεν θα πρέπει να είμαστε με το ημερολόγιο στα χέρια, περιμένοντας τη λήξη της «εμπόλεμης» περιόδου. Το σημείο στο οποίο θα πρέπει να εστιαζόμαστε είναι τα όσα εμείς οι ίδιοι μπορούμε να κάνουμε ώστε να βοηθήσουμε το παιδί μας και, αν συμβεί αυτό, είναι σχεδόν βέβαιο πως θα μειωθούν και οι δυσκολίες του στην καθημερινότητά μας.

Ας δώσουμε, λοιπόν, στα παιδιά μας την ασφάλεια που χρειάζονται και ας απολαύσουμε τις κοινές στιγμές μαζί τους. Ίσως αργότερα στη ζωή νοσταλγήσουμε τις στιγμές αυτές και, αν δεν τις έχουμε ζήσει, ίσως νιώσουμε πολύ άσχημα που δεν τις αξιολογήσαμε αρκετά ή δεν προσπαθήσαμε περισσότερο ώστε να τις χαρούμε πέρα ως πέρα.

ΠΗΓΗ:https://www.i-psyxologos.gr/agxos-apoxorismou/

 

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

“Κυρία, δεν ξέρω να βάζω το μπουφάν μου”- Τι συμβαίνει στα νηπιαγωγεία της χώρας

images

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Τα παιδιά που φοιτούν εφέτος στα νηπιαγωγεία της χώρας αντιμετωπίζουν πολύ μεγάλα προβλήματα με την αυτοεξυπηρέτησής τους, ακόμα και σε απλά ζητήματα. Τι λένε νηπιαγωγοί που έχουν καταγράψει το πρόβλημα στις τάξεις τους.

Αντιμέτωποι μ’ ένα φαινόμενο που δυσκολεύει ιδιαίτερα το εκπαιδευτικό τους έργο έρχονται τους τελευταίους μήνες, και ιδιαίτερα κατά την εφετινή σχολική σεζόν, οι νηπιαγωγοί της χώρας.

Πολλά από τα νήπια αρχίζουν την παρουσία τους στην εκπαίδευση παρουσιάζοντας σοβαρές δυσλειτουργίες στα ζητήματα της αυτοεξυπηρέτησής τους, ακόμα και στα φαινομενικά απλά, όπως το να φορέσουν, ας πούμε, το πανωφόρι τους χωρίς βοήθεια.

Επιπρόσθετα, κάποια από αυτά πηγαίνουν στο σχολείο τους φορώντας πάνα γεγονός, αν μην τι άλλο, ασυνήθιστο αν μιλάμε για παιδιά τεσσάρων ετών.

Το πρόβλημα φαίνεται ότι εντοπίζεται οριζόντια στα νηπιαγωγεία της χώρας. Δεν γνωρίζει γεωγραφικούς ή άλλους περιορισμούς, αντιθέτως παρουσιάζει σημάδια γενικευμένου γεγονότος. Και αυτό είναι αυτό που προβληματίζει περισσότερο.

Αν και μέχρι στιγμής, το φαινόμενο αυτό δεν έχει αποτελέσει αντικείμενο επιστημονικής έρευνας (άλλωστε είναι υπό μία έννοια καινούργιο), αποφασίσαμε να το αναδείξουμε μιλώντας με νηπιαγωγούς. Τα όσα ανέδειξαν με τις τοποθετήσεις τους οι εκπαιδευτικοί έχουν πολύ μεγάλο ενδιαφέρον και προσεγγίζουν το πρόβλημα από όλες τις παραμέτρους, βάζοντας, παράλληλα, στην κουβέντα και το ρόλο του εγκλεισμού λόγω της πανδημίας. Είναι άλλωστε γνωστό ότι εφέτος στα νηπιαγωγεία πήγαν “τα μωρά της πανδημίας και των λοκ-ντάουν”.

Σημαντική σημείωση: Οι εκπαιδευτικοί μάς μίλησαν υπό την προϋπόθεση της ανωνυμίας κάτι που έγινε απολύτως σεβαστό.

“Οι γονείς δεν έχουν χρόνο”

Η Π. διδάσκει σε νηπιαγωγείο μεγάλου αστικού κέντρου. Η πολυετής εμπειρία της τής επιτρέπει να ανιχνεύει εύκολα νέα προβλήματα στην εκπαιδευτική σχέση της με τα παιδιά όπως αυτό με το οποίο ασχολούμαστε στο παρόν ρεπορτάζ.

“Προφανώς, έχουμε να κάνουμε μ’ ένα φαινόμενο πολυπαραγοντικό το οποίο έχει να κάνει με τις γενικότερες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που υπάρχουν στην ελληνική κοινωνία ενώ φαίνεται να υπάρχει και μία συσχέτιση με τον εγκλεισμό λόγω της πανδημίας” μάς τόνισε στην αρχική της τοποθέτηση.

“Για τις ακριβείς αιτίες σίγουρα δεν μπορούμε να είμαστε ακόμη απολύτως σίγουροι και σίγουρες, μπορώ να πω όμως ότι η παράμετρος της έλλειψης χρόνου των γονέων είναι ιδιαίτερα σημαντική. Φαίνεται ότι δεν μπορούν να διαθέσουν τον απαραίτητο χρόνο για τα παιδιά τους γιατί έχουν πολλές επαγγελματικές αλλά και άλλης φύσεως υποχρεώσεις.

Αυτό, όπως γίνεται κατανοητό, δημιουργεί στρεβλώσεις στην καθημερινότητα. Παράδειγμα, αν δεν υπάρχει χρόνος, δεν θα καθίσει ο γονιός να επιμείνει να φορέσει το παιδί μόνο του τα ρούχα. Θα του τα φορέσει ο ίδιος/η ίδια. Είναι μία τυπική εικόνα, τον/την ντύνω στα γρήγορα για τον/την φέρω στο σχολείο και να πάω στη συνέχεια στη δουλειά μου”.

Θίγει, επίσης, ακόμη έναν σημαντικό παράγοντα: “Παράλληλα, είναι σαφές ότι όταν δεν υπάρχει ο απαραίτητος χρόνος από τους γονείς, τα παιδιά περνούν αρκετή ώρα με τη γιαγιά και τον παππού που εξ’ ορισμού είναι σαφώς πιο υπεπροστατευτικοί από τους γονείς διότι, σε τελική ανάλυση, έχουν και μία μεγάλη ευθύνη. Κάπως έτσι παρουσιάζεται το φαινόμενο να εξυπηρετούνται τα παιδιά λες και είναι δύο ετών και όχι τέσσερα.

Παράλληλα, θα μπορούσε να να πει κανείς ότι έχει αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί η οικογένεια. Συγκεκριμένες αξίες αμφισβητούνται, όχι άδικα, χωρίς να έχουν μπει στη θέση τους άλλες, είμαστε δηλαδή σε μία φάση μετάβασης η οποία διαρκεί αρκετό καιρό”.

Η Π. υπογραμμίζει επίσης κάτι εξόχως σημαντικό: “Πρέπει να επισημάνουμε και το εξής: Η εμπειρία δείχνει ότι οι γονείς χρειάζονται μεγάλη βοήθεια για να μάθουν πως πρέπει να συμπεριφέρονται ως γονείς. Μanual όμως για τη γονεϊκότητα δεν υπάρχει. Είναι μία δυναμική διαδικασία που εξελίσσεται”.

Η περίοδος των λοκ-ντάουν μπαίνει αναγκαστικά στην εξίσωση: “Κατά τις περιόδους της καραντίνας ήταν πάρα πολλοί οι γονείς που δούλευαν, αναγκαστικά, από το σπίτι. Την ίδια ώρα τα παιδιά βρίσκονταν μπροστά από μία οθόνη, ακόμη και για τις ανάγκες της τηλεκπαίδευσης στους παιδικούς σταθμούς.

Νομίζω ότι αυτός ο εγκλεισμός στο σπίτι με παρόντες συνεχώς τους γονείς δεν επέτρεψε στα παιδιά να ασκηθούν στην αυτοεξυπηρέτηση. Ολο αυτό έχει λειτουργήσει αρνητικά και στο κοινωνικό κομμάτι, στο πως συνδιαλέγονται τα παιδιά μεταξύ τους. Γι’ αυτό είναι θεμελιώδες το να χτίσει το σχολείο πάνω στις σχέσεις των συνομηλίκων και παράλληλα στην ανάταξη των δεξιοτήτων αυτοεξυπηρέτησης.

Υπήρξαν γονείς στους οποίους αν δεν λέγαμε ότι τα παιδιά τους είναι απολύτως ικανά να αυτοεξυπηρετηθούν, δεν θα τους έβγαζαν την πάνα. Και μιλάμε για την ηλικία των τεσσάρων ετών. Όταν, κατά την περίοδο των εγγραφών τον περασμένο Μάρτιο, γονείς έρχονταν να γράψουν τα παιδιά τους στο σχολείο μάς πληροφορούσαν ότι αυτά φορούν ακόμη πάνα!”

Και γιατί αυτό είναι προβληματικό; Ιδού η απάντηση: “Είναι σαφές και επιβεβαιωμένο από την επιστήμη ότι η ανάπτυξη που έχει να παιδί στα τέσσερα έτη μπορεί να εξασφαλίσει την αυτοεξυπηρέτησή του σε βασικά ζητήματα όπως είναι αυτό της τουαλέτας για παράδειγμα. Το νευρικό τους σύστημα μπορεί να ανταποκριθεί επαρκώς.

Πλέον όμως είναι φανερό ότι στον τομέα των δεξιοτήτων αυτοεξυπηρέτησης τα παιδιά χρειάζονται περισσότερη βοήθεια. Την ίδια ώρα παρατηρείται και μία υπερβολική φοβικότητα για αντικείμενα όπως είναι το ψαλίδι για παράδειγμα που είναι αντικείμενα δουλειάς για τα νήπια. Η τελική αίσθηση είναι ότι τα παιδιά μεγαλώνουν με περισσότερη προστατευτικότητα από αυτή που πραγματικά χρειάζονται”.

“Δόθηκε εντολή να δεχόμαστε τα παιδιά ακόμη και με πάνες”

Η Β. διδάσκει σε νηπιαγωγείο σε πόλη της περιφέρειας. Δηλώνει πραγματικά αιφνιδιασμένη από την ένταση και την επανάληψη του φαινομένου και μάς μιλά χρησιμοποιώντας χαρακτηριστικά παραδείγματα: “Είναι πραγματικά πολύ έντονο το φαινόμενο, από πέρυσι κιόλας. Κατά τη διάρκεια της περσινής σεζόν λάβαμε μάλιστα οδηγία από το σχολικό σύμβουλο της περιοχής να δεχόμαστε παιδιά ακόμα και με πάνες!

Πέντε από τα παιδιά που είχα στην τάξη φορούσαν πράγματι πάνα. Μάς έλεγαν οι γονείς “δεν θα σας ενοχλήσει, φοράει την πάνα του, όλα καλά”. Μα δεν είναι αυτό το πρόβλημα, αν θα με ενοχλήσει ή όχι το παιδί. Μπορεί ένα παιδί χωρίς προβλήματα να μην αυτοεξυπηρείται στα βασικά;”

Η εκπαιδευτικός εντοπίζει σημαντικές ευθύνες στους γονείς: “Αναγνωρίζω φυσικά και το πρόβλημα της έλλειψης χρόνου από τους γονείς, ξέρουμε τι συμβαίνει στην ελληνική κοινωνία. Υπάρχουν όμως και άλλοι, που ενώ έχουν το χρόνο να περάσουν δημιουργικές και διδακτικές, θα έλεγα, στιγμές με τα παιδιά τους, επιλέγουν την εύκολη λύση του κινητού τηλεφώνου ή του υπολογιστή για να απασχολούν τα παιδιά.

Ξέρετε, όλα αυτά εκτός των άλλων δημιουργούν και επιθετικότητα στα παιδιά. Εφέτος ένας από τους μαθητές μου είναι λεκτικά ιδιαίτερα αγενής και προς τους συμμαθητές του και προς εμένα. Οι γονείς του απορούν, πιστεύουν ότι είναι πρότυπο παιδιού.

Από την πλευρά μου ρωτώ πολλές φορές τα παιδιά “αφού δεν ξέρετε να γράφετε, πώς βρίσκετε αυτά που θέλετε στο δίκτυο” και μου λένε “δίνουμε φωνητική εντολή στο google κυρία”. Οπως καταλαβαίνετε κάτι γίνεται πολύ λάθος εδώ. Τα παιδιά αποκτούν τεχνολογικές δεξιότητες πριν αποκτήσουν δεξιότητες για την αυτοεξυπηρέτησή τους”.

“Το άνοιξε-κλείσε στην πανδημία τσάκισε τα παιδιά”

Ο Χ. είναι νηπιαγωγός σε νηπιαγωγείο στο κέντρο της Αθήνας. Παρατηρεί και εκείνος ότι τα παιδιά αντιμετωπίζουν παραπάνω δυσκολίες ως γενική τάση τα τελευταία χρόνια, και επισημαίνει ότι οι προεκτάσεις του ζητήματος έχουν ταξικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά. Αυτό που σημειώνει, είναι πως τα παιδιά έχουν χάσει ευκαιρίες να αναπτύξουν κοινωνικές δεξιότητες. “Ακόμα και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στο να ντυθούν, να φορέσουν τα παπούτσια και το μπουφάν τους συνδέεται με το έξω” εξηγεί.

Ανακαλώντας ένα άλλο παράδειγμα, περιγράφει την εξής εικόνα: “Τα παιδιά μπορεί να παίζουν έξω σε μια παιδική χαρά, όλα να κυλούν χωρίς προβλήματα. Ξαφνικά, αρχίζει να βρέχει. Ακόμα και να τσακώνονται εκείνη τη στιγμή, παγώνουν. Τους κατακλύζει ένας φόβος με τη βροχή, τους βλέπεις να μην ξέρουν τί να κάνουν με μια βρεγμένη τσουλήθρα. Ίσως γιατί δεν είχαν την ευκαιρία να αντιμετωπίσουν προηγουμένως αντίστοιχη κατάσταση”.

Θυμάται βέβαια και το πόσο δύσκολα περνούσαν τα παιδιά τα προηγούμενα χρόνια, κατά τη διάρκεια της πανδημίας. “Τα παιδιά που έζησαν τον Covid, αντιμετωπίζουν δυσκολίες διαχείρισης σε κοινωνικό επίπεδο, όπως στη συναναστροφή τους με τα άλλα παιδιά. Εκείνα που ήταν νήπια την περίοδο της καραντίνας, έζησαν ένα χάος.

Ιδιαίτερα την περίοδο που τα νηπιαγωγεία έκλειναν και μετά από κάποιες ημέρες ή εβδομάδες άνοιγαν ξανά, επέστρεφαν περισσότερο απορυθμισμένα ακόμα και από την έναρξη της σχολικής χρονιάς, τον Σεπτέμβρη. Αυτό το άνοιξε κλείσε είδα ότι τους τσάκισε, πολλαπλασιάστηκαν οι δυσκολίες του κάθε παιδιού”.

“Το ζήτημα έχει πολλές διαστάσεις, μια από αυτές όμως σίγουρα έχει να κάνει με το πώς έζησαν τα παιδιά κατά τη διάρκεια του λοκντάουν” μάς λέει επιχειρώντας να αναζητήσει τα αίτια και συνεχίζει τον συλλογισμό του: “Η συναναστροφή με ελάχιστα άτομα, αυτά που απαρτίζουν συνήθως την “πυρηνική οικογένεια”, που μπορεί να είναι μόνο ο μπαμπάς και η μαμά, για μεγάλο χρονικό διάστημα, είναι μια συνθήκη που τους έχει στερήσει πολύτιμο χρόνο από το να αναζητήσουν την κοινωνικοποίησή τους, από το παιχνίδι μέχρι την εξέλιξη της ομιλίας. Πόσο μάλλον όταν τους έχει μεταφερθεί και ο φόβος της πανδημίας”.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι διαφορές που παρατηρεί ανάμεσα στα παιδιά του νηπιαγωγείου στην Πλάκα και το Κουκάκι που ήταν πέρυσι με αυτά στην Κυψέλη: “Φέτος που είμαι στην Κυψέλη, σε ένα νηπιαγωγείο που φοιτούν πολλά παιδιά μεταναστών, μπορώ να πω ότι βλέπω να έχουν πιο ανεπτυγμένες δεξιότητες. Επειδή ζω στην Κυψέλη βλέπω τα παιδιά και έξω και μπορώ να πω ότι βρίσκονται έξω αρκετά. Είτε επειδή οι γονείς τους τα παίρνουν μαζί τους από το σούπερ μάρκετ μέχρι το ΚΕΠ επειδή δεν έχουν πού να τα αφήσουν, είτε λόγω συνηθειών τους να συναντιούνται πολύ με την κοινότητα, ακόμα και οι οικογένειές τους έχουν διευρυμένα σχήματα από αυτό της “πυρηνικής οικογένειας”. “Αυτά τα παιδιά είχαν ίσως περισσότερες ευκαιρίες να είναι έξω.” καταλήγει.

“Παρακαλάμε τους γονείς να πηγαίνουν τα παιδιά τους στην παιδική χάρα”

Η Σ. είναι νηπιαγωγός σε νηπιαγωγείο, επίσης στην ευρύτερη περιοχή της Περιφέρειας της Αττικής. Μάς μεταφέρει την ανησυχία της για τα φετινά νήπια και προνήπια, που όπως λέει, είναι εντελώς διαφορετικά από προηγούμενες χρονιές.

Φέτος έρχονται πολύ περισσότερα παιδιά με πάνα στο σχολείο, μας ζητούν να τους ανοίξουμε το τάπερ, να τους βγάλουμε το μπουφάν, ζητήματα σε δεξιότητες που τα προηγούμενα χρόνια δεν θα συναντούσες συχνά” μάς μεταφέρει, ενώ παράλληλα επισημαίνει το αναβαθμισμένο επίπεδο εξάρτησης από τους νηπιαγωγούς και για μια σειρά από άλλα ζητήματα: “Τα παιδιά δεν ξέρουν πώς να παίξουν. Μας ζητούν καθοδήγηση για να παίξουν με τα άλλα παιδιά, δυσκολεύτηκαν περισσότερο να αποχωριστούν τους γονείς τους, ξεσπούν συχνότερα σε κλάματα, είναι επίμονα στο να έχουν την αποκλειστική προσοχή της δασκάλας.”

Στην προσπάθειά της να σκιαγραφήσει τα αίτια των δυσκολιών αυτών με τις οποίες έρχονται αντιμέτωπα τα παιδιά, ανατρέχει στην περίοδο της πανδημίας. “Ξέρουμε ότι πολλοί γονείς δεν έβγαζαν τα παιδιά να παίξουν, πολλές φορές δεν τα έβγαζαν καν από το σπίτι. Ακόμα και σήμερα, παρακαλάμε γονείς να πάνε τα παιδιά στην παιδική χαρά” λέει χαρακτηριστικά, ενώ θεωρεί πως σημαντικό ρόλο έχει παίξει και η εξάρτηση που έχουν αναπτύξει τα παιδιά από τις οθόνες, η τηλεόραση και το τάμπλετ. Όπως υποστηρίζει, οι γονείς δεν έχουν καταλάβει ακόμα το πόσο επιδραστική είναι η απομόνωση αυτή στα παιδιά. “Τους έχει μείνει ο φόβος”.

Επιπλέον, θέλει να επιστήσει την προσοχή σε κάτι που θεωρεί πρωτοφανές για εκείνη στα χρόνια που διδάσκει. Αυτό είναι το ζήτημα του λόγου“Υπάρχουν πολλά παιδιά που δεν έχουν σχηματίσει καθαρό λόγο. Σε πέντε τμήματα για τα οποία έχω προσωπικά εικόνα, καθαρό λόγο μπορεί να έχουν τα πέντε από τα δεκαπέντε παιδιά, παλιά δεν ίσχυε κάτι τέτοιο”.

Επομένως, εστιάζει περισσότερο την προσοχή της στην ένταση των μαθησιακών ζητημάτων που αντιμετωπίζουν τα παιδιά, τα οποία, όπως τονίζει, έχουν στην πλειοψηφία τους ανάγκη για λογοθεραπεία και ψυχοθεραπεία, όπου όμως η πρόσβαση δεν είναι εύκολη.

Οι γονείς ή θα πρέπει να απευθυνθούν σε κάποιο ιδιωτικό κέντρο, ή να παραπεμφθούν στα ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ. (Κέντρα Διεπιστημονικής Αξιολόγησης, Συμβουλευτικής και Υποστήριξης) τα οποία λειτουργούν με αναπληρωτές και, όπως αναφέρει, μπορεί να χρειαστούν και πέντε μήνες για να δεχτούν κάποιο παιδί.

Στην τάξη της έχουν μόλις μια κοινωνική λειτουργό, άλλες έχουν και ψυχολόγο. “Τι να πρωτοκάνει ένα άτομο; Αν μάλιστα υπάρχουν και παιδιά που είναι διαγνωσμένα στο φάσμα του αυτισμού ή χρειάζονται παράλληλη στήριξη, δύο άτομα σε μια τάξη είναι πολύ λίγα”.

αρθρογράφοι :

ΠΗΓΗ: https://www.news247.gr/fakeloi/kiria-den-xero-na-vazo-to-boufan-mou-ti-simvainei-sta-nipiagogeia-tis-xoras/

Κατηγορίες: Γενικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Το χαρούμενο παιδί

220c08548cac211cc7db219bb52f46cf XL

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Μεγαλώνοντας παιδιά και πασχίζοντας να ενισχύσουμε την ομαλή ανάπτυξη και την επίτευξη στόχων, ξεχνάμε πόσο σημαντικό είναι να επενδύσουμε στο συναίσθημα της χαράς.  

Το παιδί δε πρέπει να ξεχνάμε ότι έχει την ανάγκη να βιώνει τη χαρά μέσα από τις καθημερινές του ασχολίες και να μαθαίνει πως αυτή όπως και τα υπόλοιπα θετικά συναισθήματα θα ενισχύονται.

Εάν αυτό το θεμελιώδες συναίσθημα θυσιαστεί στο βωμό των υποχρεώσεων κινδυνεύουμε να συντελέσουμε στην καλλιέργεια συναισθημάτων φυγοπονίας και αποθάρρυνσης, κάτι που όπως είναι ξεκάθαρο θα φέρει αντίθετα αποτελέσματα από τα επιθυμητά ως προς τους στόχους και στις επιδιώξεις των διάφορων αναπτυξιακών σταδίων.

Πως όμως επενδύεις στη χαρά όταν με βάση το πρότυπο των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών, μαθαίνουμε να εστιάζουμε σε γνωρίσματα όπως ο ανταγωνισμός, η τελειοθηρία, το κυνήγι της επιτυχίας και του απόλυτα λειτουργικού ατόμου, πολλές φορές και σε περιστάσεις που το άτομο απλά δε δύναται να λειτουργήσει επαρκώς.

Όταν αυτό το πρότυπο αναπόφευκτα επηρεάζει τον τόσο ευαίσθητο και ακόμη «άγουρο» ψυχισμό του παιδιού, πόσο εύκολο είναι να το προστατέψουμε; Aς αναγάγουμε αρχικά το θέμα που διαπραγματευόμαστε σε έναν ενήλικα, αυτό το πρότυπο ταλανίζει ανθρώπους κάθε ηλικίας, κάθε εθνικότητας και κάθε προσωπικότητας. «Ψυχικά υγιείς» άνθρωποι και μη θα επηρεαστούν λίγο ή πολύ από την πίεση και τις ευθύνες που αυτή φέρει.

Τώρα ας σκεφτούμε τα παιδιά ανεξαρτήτως ηλικίας, αναπτυξιακού, νοητικού επιπέδου, όλα τα παιδιά ανεξάρτητα από τη ψυχική ή τη νοητική κατάσταση και ανεξάρτητα από τον τύπο της προσωπικότητας τους αντλούν γνώση, ικανοποίηση, αυτονομία, σιγουριά μέσω του παιχνιδιού, μέσω των ψυχαγωγικών ερεθισμάτων, μέσω της τέχνης και πολλών άλλων δραστηριοτήτων που σε κάθε περίπτωση περιέχουν το γνώρισμα της χαράς και της ξεγνοιασιάς. Ανθίζουν και διαμέσου αυτού μπορούν να πετύχουν στόχους, να χτίσουν τη προσωπικότητα τους, να μιμηθούν, να παραδειγματιστούν, να ανακαλύψουν και να επεξεργαστούν τα συναισθήματα τους αρνητικά και θετικά αλλά και να λάβουν σημαντική γνώση αφουγκραζόμενα τα συναισθήματα των σημαντικών άλλων.

Η χαρά είναι όμως ευαίσθητη, απαλή σαν χάδι, όπως ακριβώς και η επίδραση που έχει αυτή σε εμάς. Είναι επίσης ευμετάβλητη και συχνά ευεπηρέαστη από τα συναισθήματα που μπορούν να τη πολεμήσουν. Για να τη διασφαλίσουμε πρέπει να τη «ποτίζουμε» να τη «καλλιεργούμε» συστηματικά όπως ένα φυτό που οι ρίζες του χρειάζονται φροντίδα, χρόνο και υπευθυνότητα για να συνεχίζει να ανθίζει. Το παιδί συν τοις άλλοις είναι σε προτεραιότητα να καλλιεργήσει αυτόν τον τόσο σημαντικό «σπόρο» που αποτελεί έναν τόσο θεμελιώδη προστατευτικό παράγοντα για όλη τη πορεία της ζωής.

Σαν τροφή για σκέψη θα παραθέσω την εξής υπόθεση.

Τα παιδιά εκ των πραγμάτων βιώνουν πιο εύκολα το συναίσθημα της χαράς, πιο εύκολα και πιο πηγαία πολλές φορές πιο, επίμονα άλλες. Πολλοί ενήλικες επίσης αλλά το ίδιο πολλοί απέχουν από αυτή τη χαρά που φέρει η παιδικότητα. Σε συνάρτηση με τα παραπάνω είναι ασφαλές να φτάσουμε στο συμπέρασμα ότι είναι πολύ πιο καλή η πρόβλεψη για ένα «χαρούμενο» και «προστατευμένο» παιδί, να εξελιχθεί σε έναν χαρούμενο, πιο ενδυναμωμένο ενήλικα. Αυτός ο ενήλικας μοιάζει να είναι πιο κοντά, σίγουρα σε αυτό το τόσο αμφιλεγόμενο «κυνήγι» της ευτυχίας.

Σύμφωνα λοιπόν με τα παραπάνω, ανοίγεται άλλο ένα θέμα, αυτό των προστατευτικών παραγόντων. Σίγουρα όπως είπαμε το να μπορεί ένας άνθρωπος να νιώσει σαν μικρό παιδί το συναίσθημα της χαράς, θα ήταν πολύ ευχάριστο αλλά αυτό μοιάζει αδύνατο για αρκετούς ανθρώπους. Ακόμη και από τις αναφορές του Φρουντ καταλαβαίνουμε πόσο θεμελιώδη είναι από τα πρώτα βήματα το παιδι να αντλεί μια ικανοποίηση που πρωταρχικά έρχεται από την αλληλεπίδραση με τους γονείς. Η υπερβολή αλλά και η αποστέρηση αυτής της ικανοποίησης έχουν συνέπειες στον χαρακτήρα του ενήλικα.

Σημαντική αναλόγως και το ηλικιακό στάδιο, είναι και η λήψη αποφάσεων π.χ. ένα παιδί 8 χρόνων να μπορεί να επιλέξει μόνο του τι και αν θα του άρεσε να ξεκινήσει κάποια δραστηριότητα, άθλημα, ξένες γλώσσες ή ο,τιδηποτε άλλο.

Ορισμένοι γονείς ξεχνούν ή νομίζουν ότι το παιδί δεν είναι ακόμη έτοιμο για να αποφασίσει μόνο του και όμως στατιστικές μελέτες στην αθλητική ψυχολογία δείχνουν ότι όταν ένα παιδί επιλέξει μόνο του το άθλημα που το ενδιαφέρει δεσμεύεται παραπάνω σε αυτό.

Οι προσδοκίες των γονέων όμως από όποιο άθλημα και εάν επιλέξει το παιδί μπορούν να έχουν συνέπειες στη διάθεση του εάν αυτές δεν αντιστοιχούν στις δικές του επιθυμίες ή στις αποδόσεις του. Για ένα μικρό παιδί ένα άθλημα, όπως και αν εξελιχθεί αργότερα, είναι στην ουσία η χαρά, που αντλεί από αυτό και η συμβολή του στη διαμόρφωση χαρακτήρα είτε είναι ατομικό είτε ομαδικό.

Ο ανταγωνισμός στην άγουρη ψυχή ενός παιδιού εάν δεν καλλιεργηθεί πολύ από εξωτερικούς παράγοντες δεν θα είναι τόσο έντονος, άρα το άθλημα θα μπορεί να είναι κατά κύριο λόγο μια δραστηριότητα χαράς και ανεμελιάς στο δρόμο της οποίας το ίδιο θα καθορίσει τη πορεία του.

Ωστόσο να αναφερθούμε και για να κλείσουμε με αυτό, προστατευτικοί παράγοντες για τη προσέγγιση της ικανοποίησης και της ισορροπίας είναι οι στόχοιη αυτονομίατο πλαίσιο υποστήριξης και αποδοχής, παράγοντες που μικροί και μεγάλοι αξίζει να προσεγγίζουν.
Βιβλιογραφία
Να χτίσουμε τον κόσμο που ταιριάζει στο παιδί, Maria Montessori

Το μυστικό της παιδικής ηλικίας
Το βιβλίο της χαράς
Ο Φρουντ για παιδιά
ΠΗΓΗ: https://www.psychology.gr/psychologia-paidiou/7658-to-xaroumeno-paidi.html

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Πώς οι γονείς μεταδίδουν το άγχος στα παιδιά τους;

Webp.net resizeimage αντίγραφο 2

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Πολλά από τα πράγματα που μαθαίνουμε στη ζωή μας, συμπεριλαμβανομένων και του τρόπου έκφρασης και ελέγχου των συναισθημάτων μας, προέρχονται από την παρατήρηση των άλλων, μια διαδικασία που κατά κύριο λόγο λαμβάνει χώρα στην παιδική μας ηλικία.

Η συμπεριφορά των γονέων μας διαδραματίζει, ίσως, τον πιο σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς μας, για αυτό το λόγο είναι σημαντική η διερεύνηση των οικογενειακών μοτίβων για την βελτίωση και αλλαγή τυχόν δυσλειτουργικών συμπεριφορών, με σκοπό τη ψυχική ευημερία μας.

Σε περίπτωση που αναγνωρίζετε ότι είστε ένας αρκετά αγχώδης άνθρωπος, είναι πολύ πιθανό κάποιος από τους γονείς σας να ήταν επίσης αγχώδης. Αυτή η υπόθεση μπορεί να βασιστεί σε δύο βασικούς άξονες. Από τη μια πλευρά, μπορεί να υποστηριχθεί ότι μοιραζόμαστε κάποια ίδια γονίδια με τους βιολογικούς μας γονείς, τα οποία μπορεί να συσχετίζονται με υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης στρες και άγχους. Από την άλλη, είναι επίσης πιθανό να έχουμε αποκτήσει παρόμοιες συμπεριφορές με εκείνες των γονέων μας, οι οποίες συμβάλλουν στην αύξηση του επιπέδου του άγχους μας.

Για την καλύτερη διαχείριση και αντιμετώπιση του άγχους, είναι σημαντική η συνειδητοποίηση και η αναγνώριση της επίδρασης των γονικών προτύπων, ειδικά ως προς τον τρόπο που επηρεάζουν τη δική μας διαχείριση του άγχους. Μήπως άραγε οι δικές μας προσεγγίσεις μοιάζουν με εκείνες των γονιών μας;

Σε μια έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Childhood and Adolescent Psychiatry, βρέθηκε ότι η θεραπεία σε γονείς παιδιών με υψηλά επίπεδα άγχους, ήταν το ίδιο βοηθητική με τη θεραπεία του ίδιου του παιδιού. Το εύρημα αυτό στηρίζεται στο γεγονός ότι οι γονείς έμαθαν πιο υγιείς τρόπους απόκρισης στο άγχος των παιδιών τους, δίνοντάς τους παράλληλα ένα καλύτερο παράδειγμα μέσω της συμπεριφοράς τους.

Για παράδειγμα, σε περιπτώσεις στις οποίες οι γονείς φαίνονταν πιο ανήσυχοι και προστατευτικοί ακόμα και σε πιο απλές καθημερινές καταστάσεις, τα παιδιά φάνηκε να μεταφράζουν τα ερεθίσματα σε παράγοντα κινδύνου, με αποτέλεσμα να αυξάνεται το επίπεδο τους άγχους τους.

Σκεφτείτε ένα μικρό παιδί που παίζει στην παιδική χαρά, το οποίο ξαφνικά χάνει την ισορροπία του και πέφτει στο έδαφος. Μετά από μερικά δευτερόλεπτα σηκώνεται όρθιο, σαν να μην έχει συμβεί τίποτα και συνεχίζει το παιχνίδι του. Σε περιπτώσεις, όμως, που ο γονέας θα τρέξει τρομαγμένος για να βεβαιωθεί ότι το παιδί του είναι καλά, το τελευταίο δύναται να αισθανθεί τον κίνδυνο και να αρχίσει να κλαίει.

Αυτό είναι ένα ενδεικτικό παράδειγμα του τρόπου, με τον οποίο οι αντιδράσεις των γονέων μπορούν να επηρεάσουν το άγχος των παιδιών τους, καθώς τα τελευταία τείνουν να παρατηρούν τους γονείς τους και τα άλλα σημαντικά για αυτά πρόσωπα για να μάθουν πως πρέπει να ανταποκρίνονται στις εκάστοτε συνθήκες.

Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η ίδια αρχή ισχύει και για τους ενήλικες. Παρατηρούμε τον τρόπο αντίδρασης των άλλων σε στρεσογόνες συνθήκες. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι σε ασυνείδητο επίπεδο, το συναίσθημα μπορεί να είναι και «μεταδοτικό».

Με ποιο τρόπο οι γονείς μας, μάς διδάσκουν το άγχος:

Ακολουθούν βασικοί τρόποι, σύμφωνα με τους οποίους τα γονικά πρότυπα δύναται να επηρεάσουν τις αντιδράσεις μας απέναντι στο άγχος.

  • Παρατηρούμε πως αντιδρούν οι ίδιοι οι γονείς μας σε δικές τους στρεσογόνες συνθήκες:

Ας επιχειρήσουμε να θυμηθούμε πώς αντιδρούσαν οι γονείς μας όταν έκαναν κάποιο λάθος. Το ξεπερνούσαν άμεσα και συνέχιζαν ό,τι έκαναν ή αντιδρούσαν έντονα; Ο τρόπος με τον οποίο βλέπουμε τους γονείς μας να αντιδρούν σε συνθήκες άγχους είναι και αυτός που κατά πάσα πιθανότητα θα υιοθετήσουμε και εμείς για τη διαχείριση αντίστοιχων καταστάσεων στη μετέπειτα ζωή μας.

  • Τους παρατηρούμε για δούμε πώς εμείς πρέπει να αντιδράσουμε σε δικές μας καταστάσεις άγχους:

Όταν ήμασταν παιδιά και μας συνέβαινε ένα αναπάντεχο και ξαφνικό γεγονός, κατά πάσα πιθανότητα θα απευθυνόμασταν στους γονείς μας για να τους ζητήσουμε συμβουλές. Αν εκείνοι αντιδρούσαν υπερβολικά σε κάθε μας πρόβλημα τότε είναι πολύ πιθανό να έχουμε μάθει να κάνουμε και εμείς το ίδιο.

  • Μαθαίνουμε τους δικούς τους τρόπους υγιούς συμπεριφοράς (διατροφή, ύπνος, άσκηση):

Η σωματική υγεία επηρεάζει εξίσου σημαντικά τα επίπεδα άγχους και στρες που βιώνουμε. Η φροντίδα της σωματικής υγείας μπορεί επίσης να επηρεαστεί άμεσα από τα γονικά πρότυπα, καθώς μεγαλώνουμε τρώγοντας ό,τι τρώνε οι γονείς μας, μαθαίνουμε εάν και κάθε πότε χρειάζεται να γυμναζόμαστε και ακολουθούμε παρόμοιο πρόγραμμα ύπνου. Επιπλέον, είναι πιθανό να υιοθετήσουμε και συμπεριφορές χρήσης αλκοόλ ή άλλων ουσιών, τις οποίες είχαν οι γονείς μας όταν μας μεγάλωναν. Όλα τα παραπάνω μπορεί να επηρεάσουν είτε άμεσα είτε έμμεσα τη σωματική και ψυχική μας υγεία.

  • Μαθαίνουμε από εκείνους πώς να αξιοποιούμε τον ελεύθερο χρόνο μας:

Η ύπαρξη ελεύθερου χρόνου στην καθημερινότητα αποτελεί κομβικό σημείο για τη διαχείριση του άγχους. Αν δε γνωρίζουμε τα προσωπικά μας όρια δύναται να φτάνουμε συχνά στο σημείο της εξάντλησης. Πώς περνούσαν οι γονείς σας τον ελεύθερο χρόνο τους; Πώς ανακουφίζονταν από το άγχος; Οι τρόποι απόκρισής τους είναι πιθανό να έχουν επηρεάσει και τον τρόπο που εσείς επιλέγετε για να αποφορτιστείτε από αυτό.

Κλείνοντας είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι υπάρχουν πολλοί τρόποι με τους οποίους τα γονεϊκά πρότυπα μπορεί να έχουν επηρεάσει τις αντιδράσεις μας απέναντι στο άγχος. Μπορούμε τελικά να ελέγξουμε τα επίπεδα άγχους και στρες που βιώνουμε και αν όχι, με ποιον τρόπο άραγε θα μπορούσε η συμπεριφορά των γονέων μας να έχει επηρεάσει τις δεξιότητες ή την έλλειψη αυτοελέγχου μας;

Τροφή για σκέψη!

ΠΗΓΗ:https://www.psychologynow.gr/arthra-psyxologias/oikogeneia-kai-paidi/goneiki-anatrofi/7238-i-goniki-epirroi-sti-diaxeirisi-tou-agxous.html

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Η Βία στην Παιδοψυχαγωγία

the angry birds movie review 6uw4

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Τα παιδιά συχνά αντλoύν ισχυρές κοινωνικές ή αντικοινωνικές ιδέες από παιδικές ταινίες και κινούμενα σχέδια. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Αστυνομίας, όλες οι μορφές βίας (σωματικές βλάβες, ληστείες, χρήση όπλων, βιασμοί, εκφοβισμοί) μεταξύ ανηλίκων παρουσιάζουν αυξητική τάση την τελευταία πενταετία. 

Η βία επηρεάζει τις ζωές περίπου ενός δισεκατομμυρίων παιδιών παγκοσμίως, με μακροχρόνιες συναισθηματικές, ψυχολογικές και ψυχοκοινωνικές συνέπειες (Unicef, 2020).

Αναμφίβολα, η παρακολούθηση κινουμένων σχεδίων αποτελεί δημοφιλές μέσο ψυχαγωγίας σε παιδιά ανά τον κόσμο.

Τα παιδιά συχνά θαυμάζουν τους χαρακτήρες κινουμένων σχεδίων που προτιμούν και τους μιμούνται ή επιδιώκουν να είναι σαν αυτούς (Parvin & Islam, 2020).

Πολλές έρευνες έχουν διαπιστώσει ότι η συμπεριφορά των παιδιών αλλάζει καθώς παρακολουθούν βίαιες εκπομπές κινουμένων σχεδίων.

Από την άλλη, το εκπαιδευτικό και ενημερωτικό περιεχόμενο ενισχύει τη φαντασία και τη δημιουργικότητά τους (Mahmood et. al., 2020).

Επιπρόσθετα, υπάρχουν ψυχαγωγικά προγράμματα που συμβάλλουν άμεσα στη γλωσσική, συμπεριφορική και εκπαιδευτική ανάπτυξη (Parvin & Islam, 2020). 

Η επιδραστικότητα στον ψυχισμό των παιδιών, που κατά τα πρώιμα αναπτυξιακά στάδια τους έρχονται σε επαφή με τη βία, σχετίζεται με τις διαπροσωπικές τους σχέσεις καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους.

Συχνά, παρατηρούνται συμπτώματα όπως: υπερβολική ευερεθιστότητα, ανώριμη συμπεριφορά, διαταραχές ύπνου, συναισθηματική δυσφορία, έντονος φόβος να παραμένει μόνο το άτομο, αναπτυξιακή οπισθοδρόμηση ή παλινδρόμηση σε ούρηση και αφόδευση και στην εκφορά ή/και χρήση της γλώσσας (Osofsky, 1999).

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) (2020) προσδιορίζει έξι μορφές βίας κατά των παιδιών:

1) σωματική κακομεταχείριση και παραμέληση

2) εκφοβισμό

3) βία στους νέους

4) βία από στενούς συντρόφους

5) σεξουαλική βία και

6) συναισθηματική και ψυχολογική βία. Σε αυτές περιλαμβάνονται: η σωματική τιμωρία, η κακομεταχείριση, η σκληρή γονική μέριμνα, ο εκφοβισμός και ο διαδικτυακός εκφοβισμός, η βία συμμοριών και η βία στην κοινότητα, η βία από στενούς συντρόφους, η βία με βάση το φύλο, ο γάμος παιδιών, η σεξουαλική κακοποίηση, ο βιασμός, η παρενόχληση, η ηδονοβλεψία, η διαδικτυακή εκμετάλλευση και η συναισθηματική κακοποίηση, η ψυχολογική κακοποίηση και η βία μάρτυρα (Cappa & Jijon, 2021; Ferrara et. al., 2019).

Η βία μπορεί να οδηγήσει σε θάνατο, τραυματισμούς και αναπηρίες

Tα παιδιά που εκτίθενται στη βία τίθενται σε αυξημένο κίνδυνο ψυχικών διαταραχών, σε συμπεριφορές υψηλού κινδύνου, όπως η κατάχρηση αλκοόλ και ναρκωτικών, το κάπνισμα και οι μη ασφαλείς σεξουαλικές συναναστροφές, χρόνια νοσήματα όπως καρκίνοι, διαβήτης, καρδιακές παθήσεις και μολυσματικές ασθένειες, όπως ο HIV.

Επιπρόσθετα, είναι συχνότερη η εμπλοκή τους σε βίαιες συμπεριφορές και παρουσιάζουν τάσεις παραβατικότητας και εγκληματικότητας (Unisef, 2020).

Συμπερασματικά, τα παιδιά και νήπια ενδέχεται να έρθουν σε επαφή με διάφορες μορφές βίας μέσω παιδοψυχαγωγικών προγραμμάτων ή/και με ψυχοπαιδαγωγικά μηνύματα, τα οποία πιθανόν να επιδράσουν στην ψυχοκοινωνική τους ανάπτυξη και ψυχική ευεξία και να τα οδηγήσουν σε αντικοινωνικές συμπεριφορές και βλαπτικότητες ως προς τους εαυτούς τους ή/και τρίτους.    

Η βία και χρήση αυτής ως μέσο ψυχαγωγίας και χλευασμού των θυμάτων σε νήπια και παιδιά

Αφορμή για το παρόν, μια παιδική κουκλοπαράσταση, σ’ ένα κατάμεστο θέατρο, με θεατές κυρίως νήπια και παιδιά δημοτικού.

Η κούκλα, το κουκλάκι, το αυτοκινητάκι, οποιοδήποτε παιχνίδι μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέσο/αντικείμενο ταύτισης και εξερεύνησης του κόσμου που περιβάλλει το παιδί. Συνήθως, ένα αντικείμενο αποτελεί ευχείριστο μέσο προβολής, έκφρασης και ταύτισης του εσωτερικού του κόσμου.

Συναισθήματα και πράξεις που “απαγορεύονται” ή φέρουν ενοχικά αισθήματα μπορούν πιο εύκολα να υπάρξουν μέσω των αντικειμένων.

Μάλιστα, η αβίαστη χρήση τους λειτουργεί και ως αγχολυτικό, καθώς προσφέρει τη δυνατότητα στο παιδί να εκφραστεί και να εκφράσει ασυνείδητες, συνηθέστερα, επιθυμίες και επιδιώξεις, φέροντάς τες σε μια φαντασιακή εκπλήρωση. Τα εκάστοτε αντικείμενα, διατηρώντας την ασφάλεια ότι πρόκειται για αντικείμενα, μπορούν να λάβουν διαφορετικές μορφές και να μεταμφιεστούν στον φαντασιακό κόσμο του παιδιού ως γονιός, σώμα, παιδί κτλ. Επιπρόσθετα, καθόσον πρόκειται για αντικείμενα που μπορούν να χειριστούν από το παιδί όπως εκείνο επιθυμεί, δεν είναι ικανά να δράσουν ή να έχουν τις δικές τους επιθυμίες, εκτός και αν ένα έτερο υποκείμενο τα χρησιμοποιήσει. 

Ο παιδοψυχαγωγός πέραν της ψυχαγωγίας που προσφέρει (γέλιο, χορό, τραγούδι κτλ) ενδέχεται να προσπαθήσει να περάσει ορισμένα παιδαγωγικά ή και ψυχοπαιδαγωγικά μηνύματα στους θεατές του. Κάτι που το συναντάμε συχνά στα παραμύθια, αλλά και σε ορισμένες περιπτώσεις και στα παιδικά θέατρα, σε κουκλοθέατρα, παιδικές ταινίες και εκπομπές κινουμένων σχεδίων.

Τι συμβαίνει όμως, όταν για παράδειγμα, οι φιγούρες του παιδοψυχαγωγού βιαιοπραγούν και ευτελίζουν έτερες φιγούρες, τρομάζουν και επιτίθενται στο διαφορετικό, λογίζοντάς το ως περίεργο, κακό, επικίνδυνο, άσχημο; ή όταν βιαιοπραγούν, καθυβρίζουν και υποβιβάζουν έτερες φιγούρες, οι οποίες παρουσιάζονται συχνά πυκνά με “χαμηλό δείκτη νοημοσύνης”;   

Βέβαια, η προβληματική δεν έγκειται στο ότι παρουσιάζονται τέτοιου είδους θεματολογίες, συμπεριφορές, τάσεις και γνωσίες, άλλα στο πώς, εάν και κατά πόσο, φέρουν με τρόπο παιδαγωγικό και ψυχοπαιδαγωγικό το κατάλληλο μήνυμα. Διότι, εάν οι ήρωες σιγοντάρουν και προωθούν ή παραμένουν αμέτοχοι σε ανάλογες ρατσιστικές και εκφοβιστικές εκφορές, τι ψυχοκοινωνικό μήνυμα τελικά περνά; 

Βιβλιογραφία
Cappa, C. and Jijon, I., 2021. COVID-19 and violence against children: A review of early studies. Child Abuse & Neglect, 116, p.105053.
Ferrara, P., Franceschini, G., Villani, A. and Corsello, G., 2019. Physical, psychological and social impact of school violence on children. Italian journal of pediatrics, 45(1), pp.1-4.
Mahmood, T., Iftikhar, U. and Bhatti, M.A., 2020. Impact of Violent Cartoons on the Behaviour of Children: A case study of South Punjab. Journal of Business and Social Review in Emerging Economies, 6(2), pp.689-702.
Osofsky, J.D., 1999. The impact of violence on children. The future of children, pp.33-49.
Parvin, F. and Islam, S., 2020. The impact of cartoon programs on children’s physical health, intelligence, behavior and activities. European Journal of Physiotherapy and Rehabilitation Studies, 1(1).
Unicef, 2020. Global status report on preventing violence against children 2020

ΠΗΓΗ:https://www.psychology.gr/psychologia-paidiou/7815-i-via-stin-paidopsyxagogia.html

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο