Αφιέρωμα στον ποιητή Κ.Π.Καβάφη

Την Τετάρτη, 6 Μαρτίου 2013, ώρα 20:00, στην αίθουσα Διώνη, το Μουσικό Σχολείο Άρτας, μέλος του δικτύου συνεργαζόμενων σχολείων με την UNESCO (ASPnet), παρουσίασε ένα αφιέρωμα στον ποιητή Κ. Π. Καβάφη με τίτλο:

«Σκιά και νυξ είν’ η Σιγή˙ ο Λόγος, η ημέρα.»

Ένα ταξίδι – αφιέρωμα στην ποίηση του Καβάφη,

από το σκοτάδι προς το φως.

Αφορμή για το αφιέρωμα αυτό, αποτέλεσε ο ορισμός του 2013 ως έτος Καβάφη από την ελληνική επιτροπή της UNESCO.

Τα ποιήματα που επιλέχθηκαν να παρουσιαστούν, αποτέλεσαν πρόσκληση για ένα ταξίδι από το σκοτάδι της σιγής του νου και των αισθημάτων, προς το φως της αποκάλυψης του δυναμικού μας που αφήνουμε ανεκμετάλλευτο και της ανάληψης της προσωπικής μας ευθύνης για την πορεία της ζωής μας.  Ο τρόπος παρουσίασης των ποιημάτων, μουσικοθεατρικός. Άλλωστε, ο ιδιότυπος λόγος του ποιητή πλάθει εικόνες που αποτυπώνονται έντονα στο νου του αναγνώστη. Κάθε ποίημα αφηγείται μια ιστορία που χτίζεται με τρόπο θεατρικό για να αποδώσει, άλλοτε τα ανθρώπινα αδιέξοδα, τη μοίρα των ανθρώπων, την αξιοπρέπεια και το χρέος και άλλοτε τη διεισδυτική ματιά του ποιητή πάνω στο κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι της εποχής και του τόπου του, ματιά που ξαφνιάζει με τη διαχρονικότητα των συμπερασμάτων της.

Παράλληλα, στο φουαγιέ της αίθουσας Διώνη εκτέθηκαν έργα των μαθητών του σχολείου (ζωγραφική, γλυπτά) εμπνευσμένα από τα ποιήματα Περιμένοντας τους Βαρβάρους και Ιθάκη.

Η κα Ελένη Ρούμκου, σχολική σύμβουλος των φιλολόγων, μας τίμησε με την παρουσία της και τη σύντομη εισήγησή της με τίτλο: «Η καβαφική θεώρηση του ανθρώπου».

Με την παρουσία τους επίσης μας τίμησαν ο Αντιδήμαρχος Παιδείας του Δήμου Αρταίων κος Δημήτριος Κέφης, η Αντιδήμαρχος Κοινωνικής Αλληλεγγύης κα Βικτωρία Βασιλάκη, ο Διευθυντής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Ν. Άρτας κος Νικόλαος Ράπτης, ο Υπεύθυνος Σχολικών Δραστηριοτήτων κος Ευάγγελος Καραμπάς, οι αιρετοί του Π.Υ.Σ.Δ.Ε Άρτας κα Μαρία Δέτσικα και κος Κωνσταντίνος Κωσταβασίλης, ο πρόεδρος του Δ.Σ. της Ε.Λ.Μ.Ε Άρτας κος Μανόλης Φραγγίδης, οι δημοτικοί σύμβουλοι κα Αναστασία Σίμου και κα Μάρω Νάκα, ο Πρόεδρος του Συλλόγου «Σκουφάς» κος Ιωάννης Κουτσούμπας, πολλοί συνάδελφοι εκπαιδευτικοί, γονείς, γιαγιάδες και παππούδες των μαθητών μας.

Το αφιέρωμα του Μουσικού Σχολείου Άρτας έδωσε τη δική του οπτική στη διαχρονικότητα του έργου του Κωνσταντίνου Καβάφη καταδεικνύοντας παράλληλα πως μέσα από τη διαθεματική προσέγγιση ενός θέματος και την αρμονική συνεργασία εκπαιδευτικών και μαθητών παράγεται ένα αποτέλεσμα υψηλής αισθητικής αξίας και βιωματικής μάθησης. Με αυτόν τον τρόπο γίνεται φανερό πως το σύγχρονο σχολείο μπορεί και επιβάλλεται, να ξεφύγει από τον παραδοσιακό του ρόλο και να μεταμορφωθεί σε ένα σχολείο ανοιχτό στις προκλήσεις της σύγχρονης εποχής, κοντά στα κοινωνικά ζητήματα και στις ανάγκες των μαθητών.

Χαιρετισμό απηύθυνε ο Αντιδήμαρχος Παιδείας του Δήμου Αρταίων κος Δημήτριος Κέφης

Ακολουθούν κάποιες φωτογραφίες από την εικαστική έκθεση στο φουαγιέ της αίθουσας Διώνη:


Παρακάτω παραθέτουμε την εισήγηση της κας Ελένης Ρούμκου, Σχολικής Συμβούλου των Φιλολόγων



 

Η καβαφική θεώρηση του ανθρώπου

«Η ποίηση του Καβάφη στρέφεται αποκλειστικά γύρω από τον άνθρωπο. Είναι το μόνο όν μέσα στον κόσμο της Ανάγκης. Δεν υπάρχει τίποτε άλλο, ούτε θεοί ούτε δαίμονες. Ο Δίας ή όποιος άλλος θεός μπαίνει μονάχα ως ποιητικό σύμβολο, για να εκφράσει ανθρώπινες καταστάσεις. Η φύση απουσιάζει. Μαζί της και η γυναίκα. Όπου αναφέρονται γυναικεία ονόματα, ονομάζουν σχήματα. Ποτέ τη γυναίκα ως πηγή συναισθημάτων. Μένει ο άντρας τοποθετημένος στον ανθρώπινο τεχνητό χώρο του πολιτισμού, όπως πραγματικά είναι σήμερα και σε κάθε ανάλογη εποχή. Ο άνθρωπος του Καβάφη – ο άνθρωπος της εποχής – έχει χάσει γύρω του όλες τις γέφυρες επικοινωνίας με τους φυσικούς και μεταφυσικούς χώρους και έχει μείνει μόνος και έρημος, δεσμώτης μέσα στα «Τείχη» που ύψωσε γύρω του ο χρόνος «ανεπαισθήτως» με τη γνώση και την τεχνική. Η λογική έχει σκοτώσει την πίστη, η γνώση τον μύθο, η τεχνική τη Φύση (και τη γυναίκα), και άπλωσε στη θέση του παρήγορου ουρανού το «μεγάλο Τίποτε».

Ο Καβάφης αγαπάει τον πολιορκημένο τούτο άνθρωπο της εποχής του, επειδή αγαπάει τον εαυτό του. Και θρηνεί μαζί με «Τ’ άλογα του Αχιλλέως» την «παντοτεινή συμφορά του θανάτου», που εξαφανίζει την ομορφιά της μορφής δίχως ελπίδα. Διατηρεί μια πίστη προς αυτόν τον δεσμώτη, ο οποίος, παρόλο που κυκλοφορεί μέσα στους φραγμούς του δίχως διέξοδο, βρίσκει τη δύναμη να κρατηθεί όρθιος και να στηρίξει γύρω του μια ηθική πνευματικής ακεραιότητας καθαρώς ελληνικής.

Αυτός ο φαύλος κύκλος του πνεύματός του είναι η ουσιαστική ένδειξη του ιδιότυπου ανθρωπισμού του. Δεν στηρίζεται λογικά. Κυρώνεται ηθικά ως πνευματική κατοχύρωση της ενδόμυχης ροπής του προς τη μορφή του ανθρώπου που τον οδηγεί σε μια Ανθρωπολογία δίχως Θεολογία. Ακεραιότητα της ανθρώπινης μορφής είναι το πνευματικό περιεχόμενο της καβαφικής Ανθρωπολογίας.

Θα μπορούσαμε να διακρίνουμε μία διπλή όψη στο καβαφικό ανθρώπινο νόημα: ηθική-εσωτερική και αισθητική-μορφική ακεραιότητα μέσα στη διαλυτική πολιορκία του μηδενός. Οι μορφές των «Θερμοπυλών», ο «Αντώνιος..», η «Κρατησίκλεια», το «Che fece il gran rifiuto», για να σταθούμε στα πιο κεντρικά, εμφανίζουν την ηθική. Ο «Σαρπηδών», ο «Πάτροκλος» και οι άλλες ωραίες νεανικές μορφές εμφανίζουν την αισθητική-μορφική. Πάντα, και στη μια και στην άλλη περίπτωση – και αυτό είναι το ειδικό καβαφικό – μέσα στη φθορά και τον θάνατο, μέσα σε κάποια «Τείχη». Είναι η αδιάφθορη μέσα στη φθορά (οξύμωρη πραγματικότητα) ανθρώπινη παρουσία. Αλλά η ηθική-εσωτερική, καθώς αντανακλάται στην αισθητική-μορφική, κρύβοντας τις μέσα πληγές και τις έξω ρυτιδώσεις της οδύνης, αποκρυσταλλώνεται και αυτή τελικά σε αισθητική-μορφική. Θα μπορούσε κανείς να δεχτεί πως μία είναι, τελικώς, η καβαφική θεώρηση του ανθρώπου: αισθητική.

Ο Καβάφης είναι ποιητής άκρως εγωκεντρικός. Αν ο συμβολισμός της ποίησής του έχει ευρύτητα, αυτό είναι ζήτημα τέχνης. Είναι ποίηση της μόνωσης ενός ατόμου που κλείστηκε στον εαυτό του από κοινωνική ατομική ιδιοτυπία. Ποίηση στενά ατομική, με οξύτατη απόκλιση στην ουσία και στη μορφή, τόσο παράξενη και εξωκοινωνική, όσο και η ατομική εξαίρεση του ποιητή ως ανθρώπου.

Ωστόσο, η τόσο ατομική αυτή εξαίρεση, κρύβοντας με επιμέλεια την πληγή της, τη ρίζα της εξωκοινωνικής υφής, προσφέρεται στην κοινωνία, βρίσκει τον τρόπο να εμφανιστεί με ένα ένδυμα που μας γίνεται δεκτό σκεπάζοντας τα «τρωτά» της. Η «εξαίρετη πανοπλία» παίρνει όψη αισθητικού τεχνάσματος, χωρίς να πάψει να είναι πανοπλία ηθική. Πίσω από αυτό το τέχνασμα ζει και προβάλλει ο ίδιος τον εαυτό του, όπως είναι στην οξύτατη απόκλισή του. Για τούτο όλα του τα ποιήματα είναι ένα και μόνο, λένε το ίδιο πράγμα σε πλείστες και πολυποίκιλες παραλλαγές. Γιατί ο Καβάφης δεν μπορεί να μιλήσει για τίποτε άλλο παρά μόνο για τον εαυτό του, το μόνο πράγμα που του ανήκει και που υπάρχει μέσα στην πολιορκία του, δίνοντάς του την ένταση της μόνης πραγματικότητας μέσα σε έναν κόσμο ανυπαρξίας, με την αντιφατική του μοναδικότητα. Από αυτήν την αποκλειστική παρουσία του εγώ του μέσα σε έναν χώρο κλειστό και έρημο, μέσα σε ένα «Τίποτε», βγαίνει η ανάλογη οντολογική θεώρηση του ανθρώπου, η ιδιότυπη Ανθρωπολογία του, που στο βάθος είναι Ανθρωπολογία του εαυτού του. Ο Καβάφης τον εαυτό του κατέχει και αγαπά («Πρόσθεσις»).

Ο εγωκεντρισμός του Καβάφη έχει χαρακτηριστεί δαιμονιώδης, εφόσον βάζει παντού τη σφραγίδα του και κατακτά τον κόσμο κάνοντάς τον κάτοπτρο της υπέρμετρης αυτολατρείας του. Γιατί ο Καβάφης είναι ένας ‘καθρεφτιζόμενος’. Το παρελθόν, από όπου παίρνει τις μορφές των ποιημάτων του, είναι το καθρεφτικό βάθος, όπου τοποθετεί αντικρύζοντας ο ίδιος τα πολλαπλά είδωλα του εαυτού του. Οι μορφές οι αναστημένες από όλες τις φάσεις του ελληνικού χρόνου, ιδιαιτέρως την Αλεξανδρινή, είναι άλλα τόσα είδωλα πιστά του προσώπου του. Γι’ αυτό και, παρά τις επιφανειακές διαφορές, μοιάζουν τόσο. Καθρεφτίζεται ο Καβάφης μαζί με τα «Τείχη» του και τη στάση του απέναντι σ’ αυτά, την πολιορκία και την ακεραιότητα, το αδιέξοδο και το χρέος. Όλα τα ποιήματα παρά τις διαφορές προσώπων και εποχών, είναι μία διαρκής επαναφορά του κεντρικού ποιήματος τα «Τείχη» σε ποικιλία αποχρώσεων, έτσι ώστε να νομίζει κανείς πως βλέπει να προβάλλεται παντού η ίδια εικόνα σε πλείστους καθρέφτες, με διαφορετικό μέγεθος και βάθος ορατότητας.

Όμως, τα είδωλα, τα στενώς ατομικά, του Καβάφη, μας μοιάζουν πολύ. Τα κοιτάζουμε και ανακαλύπτουμε ότι είναι και δικά μας. Επαναλαμβάνουμε, σαν από αντανακλαστική επίδραση την κίνηση και τη στάση τους, ξαναλέμε για δικά μας τα ψιθυριστά τους αποφθέγματα. Δεν ξεχωρίζουμε σχεδόν, αν τα ψιθυρίζουν εκείνα, ή μήπως τα είπαμε εμείς, οι ίδιοι, σε κάποιες γνώριμες και συχνές στιγμές της καθημερινής περιπέτειας. Μας ταιριάζουν. Και από αυτήν την άποψη, η ποίηση του Καβάφη είναι ένας ρεαλισμός του καθημερινού βίου.

Αν ο Καβάφης είναι ένα άτομο σημαδεμένο από κάποια μοιραία πληγή, ανακαλύπτουμε, ο καθένας για τον εαυτό του, ότι είμαστε κι εμείς σημαδεμένοι. Τα «Τείχη» μας δεν είναι ίσως τόσο «μεγάλα και υψηλά» ή δεν έχουμε καθαρή συνείδηση του ύψους των. Τούτο μας επιτρέπει μία εύκολη «πανοπλία», ώστε να μπορούμε να κοινωνούμε, να σχηματίζουμε με τους άλλους, αν όχι ενότητες από έλλειψη κοινής πίστεως, τουλάχιστον αθροίσματα επάνω σε κοινές συμβατικότητες. Κρατούμε την ιδιοτυπία μας ανεκτή μέσα στο άθροισμα. Τούτο δεν σημαίνει ότι δεν είμαστε ουσιαστικά μονάχοι και μέσα στη σχέση, κλειστοί μέσα στο άνοιγμα, ή ότι δεν είμαστε δεσμώτες σηκώνοντας τα «Τείχη» μας. Αυτή είναι η διαφορά μας από τον Καβάφη (διαφορά μόνο βαθμού). Ο Καβάφης μας ξεπερνά όλους μένοντας έξω από το άθροισμα της «πρόσθεσης». Αυτή ακριβώς η διαφορά είναι που τον κάνει να μας περιέχει ξεπερνώντας μας, να μας αγκαλιάζει μένοντας μονάχος. Η μοναδικότητά του από την άκρα της οξύτητα γίνεται παν-ατομική, παν-ανθρώπινη.

Ο Καβάφης είναι «Αλεξανδρινός» όχι τόσο γιατί στάθηκε περισσότερο στην Αλεξανδρινή φάση του Ελληνικού χρόνου, όσο γιατί αναδιφεί το «Αλεξανδρινό» νόημα του χρόνου από την Ομηρική εποχή μέχρι σήμερα. Μένει, κατά προτίμηση, στην «Αλεξάνδρεια», επειδή εκεί πυκνώνει κυριαρχικά το νόημα ενός τέλους, που το χαρακτηρίζει η υπεροχή της Ανάγκης. Τα ατομικά του «Τείχη» συναντούν τα «Αλεξανδρινά Τείχη» της Ιστορίας, και επεκτείνονται προς όλα τα ανάλογα σημεία του παρελθόντος και του παρόντος.

Αν ο Καβάφης καθρεφτίζεται στην «Αλεξάνδρεια» και σ’ όλες τις «Αλεξάνδρειες» του χρόνου, καθρεφτιζόμαστε και εμείς μαζί του, γιατί του μοιάζουμε, είμαστε και εμείς στο βάθος «Αλεξανδρινοί», καθώς και η εποχή μας ολόκληρη. Αλλά θα μπορούσαμε να πούμε και το αντίθετο: βρήκε τρόπο να μας συναντήσει και να κάνει κοινωνία μαζί μας μετατοπίζοντας το παρόν μας μαζί με το δικό του στο «Αλεξανδρινό» παρελθόν, προβάλλοντας από εκεί, από τους «Αλεξανδρινούς» καθρέφτες του χρόνου, το είδωλο της εποχής μας, γιατί δεν υπάρχει παρόν και παρελθόν, αλλά η ενότητα της καθαρής διάρκειας. Και εμείς τοποθετημένοι εκεί. Είτε ζούμε σήμερα είτε ζήσαμε στην Τροία ή στην Αλεξάνδρεια, στη Ρώμη ή στο Βυζάντιο».

Η διευθύντρια του Μουσικού Σχολείου κα Ανθούλα Ζιώρη, με τον Διευθυντή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Ν. Άρτας κο Νικόλαο Ράπτη και τη σχολική σύμβουλο των φιλολόγων κα Ελένη Ρούμκου


Βίντεο από την εκδήλωση του Μουσικού σχολείου μπορείτε να παρακολουθήσετε στις παρακάτω διευθύνσεις:

Α’ μέρος: watch?v=CVhfVLXi_vc

Β’ μέρος: watch?v=JHWbhDXABvM


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *