«Και στης ζωής τους πιο βαρείς χειμώνες αλκυονίδες μέρες καρτερούν».

«Και  στης  ζωής τους  πιο  βαρείς  χειμώνες

αλκυονίδες  μέρες  καρτερούν». 

Αυτό  το ωραίο  δίστιχο  του  Δροσίνη,  μας  μεταφέρει  στην  αρχαία  μυθολογία στο « Μύθο  της  Αλκυόνας». Οι  Ελληνικοί  μύθοι  γοητεύουν. Οι  αρχαίοι   Έλληνες    για  το  καθετί  που  συνέβαινε  στη  ζωή  κάτι  είχαν  να  πουν. Δεν  υπάρχει  ανθρώπινη   στιγμή  που  δεν  την  έχουν  καταγράψει. Μέσα  από  τους  μύθους  φιλοσοφούσαν  κι  έδιναν  την  πραγματική  έννοια  στα  γεγονότα  της  ζωής. Ένιωσαν  την  ανάγκη  να  ζητήσουν  το  βαθύτερο  νόημά  της.

Κάποτε  λοιπόν, κατά  την  μυθολογία  όταν  οι  Θεοί  ζούσαν   στον  Όλυμπο  και  όριζαν  τις  τύχες  των  ανθρώπων  ζούσε  μια  όμορφη  νέα  η  Αλκυόνη  κόρη  του Αιόλου θεού των  ανέμων     και  της  Αιγιάλης  θεάς  της  ακτής. Αυτή  αγάπησε  παράφορα  και  παντρεύτηκε  το  βασιλιά  της  Τραχινίας  Κήυκο  που  ήταν  και  θαρραλέος  βουτηχτής. Μεθυσμένοι  και  οι  δύο  από  τον  τρελό  έρωτα  τους  ξεπέρασαν  τα φυσικά   όρια  της  αγάπης  και δε  σεβάστηκαν  τους  θεούς  κι  αμάρτησαν  βαριά  ενώπιον  τους.

Για  τους  Θεούς  του  Ολύμπου  ήταν  αμαρτία  να  αγαπάς  πέρα  από  την  λογική.  Την  υπερβολική  αγάπη  την  θεωρούσαν  αφύσικη,  ανίερη  και  την  τιμωρούσαν. Ο  Δίας  που  ήταν  και  ο φύλακας  της  ηθικής  τάξης  μεταξύ  θεών  και  ανθρώπων  θύμωσε. Ζήλεψε  λοιπόν  ο  θεός  του  Κρόνου  την  ευτυχία  τους  και  τιμώρησε  τα  βασιλόπουλα. Μεταμόρφωσε  την  Αλκυόνη  σε  θαλασσοπούλι  την  Αλκυόνα  και  το  ταίρι  της  σ? ένα  άλλο  πουλί  το  Γλάρο. Η  Αλκυόνα  ζει  πάντα  κοντά  στη  θάλασσα  και  έχει  τη   φωλιά  της  στις  σχισμές  των   βράχων. Εκεί  γεννάει  τα  αυγά της  το  χειμώνα,  τιμωρία  βέβαια  κι  αυτή  του  θεού  αφού  όλα  τα  πουλιά  γεννούν  τα  αυγά  τους  την  άνοιξη. Αλλά  το  χειμώνα  έχει  πολλές  κακοκαιρίες  και  θαλασσοταραχές. Τα  άγρια  κύματα  έφταναν  μέχρι  τους  βράχους  και  παρέσυραν  τα  αυγά  της  και  την  άφηναν  χωρίς  οικογένεια αυτή  που  τόσο  αγαπούσε  το  ταίρι  της.

Η  Αλκυόνη  άρχισε  τότε    το  θρήνο. Έκλαιγε  τόσο  θρηνητικά ,τόσο  παρακλητικά   που  ο  Δίας  τη  λυπήθηκε. Στα  μάτια  του  θεού  ταπεινώθηκε, εξιλεώθηκε. Κι  επειδή  δεν  ήταν  φρόνιμο  ένας  θεός  να  συγχωρεί  τόσο  εύκολα,  πήρε  μια  άλλη  απόφαση. Όρισε  μέσα  στην  καρδιά  του  χειμώνα  να  γίνονται  λίγες  μέρες  γλυκές ,  ηλιόλουστες  χωρίς  θαλασσοταραχές, ίσα- ίσα  η  Αλκυόνα  να  γεννάει  και  να  κλωσάει  τα  αυγά  της.

Έδωσε  έτσι  τη  μεγαλύτερη  ευτυχία  στην  Αλκυόνα  ν? αποκτήσει  οικογένεια   και  να  κάνει  ευτυχισμένο  και  το  σύντροφό  της  το  γλάρο για  τον  οποίο  όπως  λένε  οι  παραδόσεις  τρέφει  ξεχωριστή  αγάπη  και  δεν   τον  αποχωρίζεται  μέχρι  τον  θάνατό  του  ή  το  θάνατό  της.

Έτσι  λοιπόν  κατά  τον  μύθο  δημιουργήθηκαν   οι  Αλκυονίδες  μέρες.  Μόνο  που  ο μύθος  αυτός  έχει  βαθύτερες  προεκτάσεις  αποκαλύπτει  τη  ζωή  και  τον  άνθρωπο. Οι  ελληνικοί   μύθοι  μαγεύουν  με  τη  σοφία  τους.  Μέσα  στην  πολυκύμαντη  ,   πολυτάραχη  και  γεμάτη  λύπες   ζωή  μας  υπάρχουν  μέρες  ζεστές ,  γλυκές  φωτεινές  που  φωτίζουν  τη  συννεφιασμένη  μας  ζωή.  Μα  είναι  τόσο  λίγες. Κάθε  Γενάρη  λοιπόν   όταν  έχουμε  μέρες  ηλιόλουστες  ο  νους  μας  πηγαίνει  στην  Αλκυόνα  και  τον  όμορφο  μύθο  της  ,στην  απαισιοδοξία  και  την  ελπίδα  πως  κάποτε  έρχονται  καλύτερες   μέρες    οι  « Αλκυονίδες  μέρες »  του  Δροσίνη.

Κατηγορίες: Δημοσιεύσεις, Μαριάννα Αποστόλου. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.

Αφήστε μια απάντηση