Η μαγεία του να είσαι διαφορετικός

Πηγή

[dailymotion xlooiu_yyyyyyyyyyy-yyyyyyyyy_news nolink]

Ένας άνδρας στέκεται στο κέντρο μιας πλατείας στην Ελβετία ντυμένος ως ένα γλυκύτατο αρκουδάκι. Οι περαστικοί στην αρχή είναι διστακτικοί και ντροπαλοί και δεν τον πλησιάζουν αλλά μετά, ένας ένας όλοι αρχίζουν να τον πλησιάζουν και να τον αγκαλιάζουν.

Μέχρι και ένα σκυλάκι φαίνεται να χαίρεται με την αγκαλιά του μεγάλου λούτρινου αρκούδου. Έτσι, η πλατεία μοιάζει σαν να έχει στηθεί μια γιορτή από δωρεάν αγκαλιές.

Αυτή είναι η συγκινητική και ιδιαιτέρως έξυπνη διαφήμιση του οργανισμού “Pro Infirmis”, της Ελβετίας, ο οποίος βοηθά άτομα με ειδικές ανάγκες. Στην ουσία αποδεικνύεται ως πείραμα: σχεδόν όλοι οι άνθρωποι δείχνουμε κάποια εμπάθεια στα άτομα με ειδικές ανάγκες και λίγοι θα καθόντουσαν δίπλα στον άνδρα που κρύβεται μέσα στο αποκριάτικο κουστούμι.

“Χρειάζεται να μεταμφιεζόμαστε για να έρθουμε πιο κοντά;”, αναρωτιέται στο τέλος ο άνδρας με ειδικές ανάγκες, βγάζοντας το “κουστούμι παραλλαγής”. “Ελάτε πιο κοντά”, κλείνει η διαφήμιση.


Το τεστ του Σωκράτη: η τριπλή διύλιση!

Μια μέρα, εκεί που ο μεγάλος αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος Σωκράτης έκανε τη βόλτα του στην Ακρόπολη, συνάντησε κάποιον γνωστό του, ο οποίος του ανακοίνωσε ότι έχει να του πει κάτι πολύ σημαντικό που άκουσε για κάποιον από τους μαθητές του. Ο Σωκράτης του είπε ότι θα ήθελε, πριν του πει τι είχε ακούσει, να κάνουν το τεστ της “τριπλής διύλισης”.

“- Τριπλή διύλιση;” ρώτησε με απορία ο γνωστός του.

– Ναι, πριν μου πεις τι άκουσες για το μαθητή μου θα ήθελα να κάτσουμε για ένα λεπτό να φιλτράρουμε αυτό που θέλεις να μου πεις.

– Το πρώτο φίλτρο είναι αυτό της αλήθειας.

Είσαι λοιπόν εντελώς σίγουρος ότι αυτό που πρόκειται να μου πεις είναι αλήθεια;

– Ε… όχι ακριβώς, απλά το άκουσα όμως και…

-Μάλιστα, άρα δεν έχεις ιδέα αν αυτό που θέλεις να μου πεις είναι αλήθεια ή ψέματα.

– Ας δοκιμάσουμε τώρα το δεύτερο φίλτρο, αυτό της καλοσύνης.

Αυτό που πρόκειται να μου πεις για τον μαθητή μου είναι κάτι καλό;

– Καλό; Όχι το αντίθετο μάλλον…

– Άρα, συνέχισε ο Σωκράτης, θέλεις να πεις κάτι κακό για τον μαθητή μου αν και δεν είσαι καθόλου σίγουρος ότι είναι αλήθεια.

Ο γνωστός του έσκυψε το κεφάλι από ντροπή και αμηχανία.

– Παρόλα αυτά, συνέχισε ο Σωκράτης, μπορείς ακόμα να περάσεις το τεστ γιατί υπάρχει και το τρίτο φίλτρο.

Το τρίτο φίλτρο της χρησιμότητας.

Είναι αυτό που θέλεις να μου πεις για τον μαθητή μου κάτι που μπορεί να μου φανεί xρήσιμο σε κάτι;

– Όχι δεν νομίζω…

– Άρα λοιπόν αφού αυτό που θα μου πεις δεν είναι ούτε αλήθεια, ούτε καλό, ούτε χρήσιμο, γιατί θα πρέπει να το ακούσω;

Ο γνωστός του έφυγε ντροπιασμένος, έχοντας πάρει ένα καλό μάθημα…

Μήπως είναι καιρός να βάλουμε κι εμείς αυτό το σοφό τεστ στη ζωή μας;

Χαρίκλεια Τσαμτσάκη, βιβλιοθήκη 1ου ΕΠΑ.Λ. Ν. Ιωνίας Μαγνησίας



Γράφει ο Σαράντος Καργάκος, ιστορικός-συγγραφέας, για ΕΜΑΣ…

Ευχαριστώ τη Μαρία, που μου το έστειλε!

Ακούω ότι το μεγαλύτερο σήμερα πρόβλημα των νέων μας είναι η ανεργία. Διαφωνώ. Εδώ και τριάντα χρόνια είναι η … εργασία. Ο νέος δε φοβάται την αναδουλιά, φοβάται τη δουλειά. Μια οικογενειακή αντίληψη, ότι δουλειά είναι ό,τι δεν λερώνει, επεκτάθηκε και στο νεοσουσουδιστικό σχολείο με ευθύνη των κομμάτων, που για λόγους ψηφοθηρίας απεδύθησαν σε μια χυδαία πολιτική παιδοκολακείας, η οποία μετά τη δικτατορία εξέθρεψε και διαμόρφωσε δύο γενιές «κουλοχέρηδων»…παιδιών δηλαδή που δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα χέρια τους -πέρα από τη μούντζα- για καμμιά εργασία από αυτές που ονομάζονται χειρωνακτικές, επειδή -τάχα- είναι ταπεινωτικές. Κι ας βρίσκεται μέσα στη λέξη «χειρώναξ», σαν δεύτερο συνθετικό το «άναξ» που κάνει τον δουλευτή, τον άνα­κτα χειρών, βασιλιά στο χώρο του, βασιλιά στο σπιτικό του, νοικοκύρη δηλαδή, λέξη άλλοτε ιερή που ποδοπατήθηκε κι αυτή μες στην ασυναρτησία μιας πολιτικής που έδειχνε αριστερά και πήγαινε δεξιά και τούμπαλιν.

Γι ‘ αυτό τουμπάραμε…

Κάποτε, ακόμη κι από τις στήλες του περιοδικού αυτού, που δεν είναι πολιτικό με την ευτελισμένη έννοια του όρου, έγραφα πως η ανεργία στον τόπον μας είναι επιλεκτική, ότι δουλειές υπάρχουν αλλά ότι δεν υπάρχουν χέρια να τις δουλέψουν. Κι έπρεπε να κατακλυσθεί ο τόπος από 1,5 εκατομμύριο λαθρομετανάστες, για να αποδειχθεί ότι στην Ελλάδα υπήρχε δουλειά πολλή αλλ ‘ όχι διάθεση για δουλειά. Τα παιδιά -τα μεγάλα θύματα αυτής της ιστορίας- είχαν γαλουχηθεί με τη νοοτροπία του «White color workers». Έτσι σήμερα το πιο φτηνό εργατικό και υπαλληλικό δυναμικό είναι οι πτυχιούχοι, που ζητούν εργασία ακό­μη και στον ΟΤΕ ως έκτακτοι τηλεφωνητές, προσκομίζοντας στα πιστοποιητικά προσόντων ακόμη και διδακτορικά! Γέμισε ο τόπος πανεπιστήμια, σχολές επί σχολών, επιστημονι­κούς κλάδους αόριστους, ομιχλώδεις και ασαφείς, απροσδιορίστου αποστολής και χρησιμότητας. Πτυχία-φτερά στον άνεμο σαν τις ελπίδες των γονιών, που πιστεύουν ότι τα παιδιά και μόνον με τα «ντοκτορά» θα βρουν δουλειά. Έτσι παράγονται επιστήμονες που είναι δεκαθλητές του τίποτα, ικανοί μόνον για το δημόσιο ή για υπάλληλοι κάποιας πολυεθνικής.

Παρ ‘ όλο που γέμισε η χώρα μας τεχνικές σχολές (τι ΤΕΛ, τι ΤΕΙ, τι ΙΕΚ!) οι πιο άτεχνοι νέοι είναι οι νέοι της Ελλάδος. Παίρνουν πτυχίο τεχνικής σχολής και δεν έχουν πιάσει κατσαβίδι οι πιο πολλοί. Δεν ξέρουν να διορθώσουν μια βλάβη στο αυτοκίνητό τους, στο ραδιόφωνο ή στο τηλέφωνό τους. Είναι άχεροι, ουσιαστικά χωρίς χέρια. Τώρα με τα ηλεκτρονικά ξέχασαν να γράφουν, ξέχασαν να διαβάζουν, εκτός φυσικά από «μηνύματα» του αφόρητου «κινητού» τους.

Τούτη η παιδεία, που όχι μόνο παιδεία δεν είναι αλλ ‘ ούτε καν εκπαίδευση, αφού δεν καλλιεργεί καμμιά δεξιότητα, εκτός από την ραθυμία, την αναβλητικότητα και το φόβο της δουλειάς, όχι μόνο δεν καλλιεργεί τον νέο εσωτερικά αλλά τον πετρώνει δημιουργικά σαν τα παιδιά της Νιόβης. Τα κάνει άχρηστα τα παιδιά για παραγωγική εργασία, γιατί ο θεσμός της παπαγαλίας και η νοοτροπία της ήσσονος προσπάθειας, με το πρόσχημα να μην τα κουράσομε, τους αφαιρεί την αυτενέργεια, την πρωτοβουλία, τη φαντασία και την πρωτοτυπία. Το σχολείο, αντί να μαθαίνει τα παιδιά πως να μαθαίνουν, τα νεκρώνει πνευματικά. Δεν τα μαθαίνει πως να σκέπτονται αλλά με τι να σκέπτονται. Έτσι τα κάνει πτυχιούχους βλάκες. Βάζει όρια στον ορίζοντα της σκέψης και των ενδιαφερόντων. Τα χαμηλοποιεί. Τα κάνει να βλέπουν σαν τα σκαθάρια κοντά, κι όχι να θρώσκουν άνω, να έχουν έφεση για κάτι πιο πέρα, πιο τρανό και πιο μεγάλο.

Το έμβλημα πια του ελληνικού σχολείου δεν είναι η γλαύξ, είναι ο παπαγάλος, ο μαθητής-βλάξ που καταπίνει σελίδες σαν χάπια και που θεωρεί ως σωστό ό,τι γράφει το σχολικό. Και το λεγόμενο «σχολικό» είναι συνήθως αισχρό και ως λόγος και ως περιεχόμενο.

Και τολμώ να λέγω αισχρό, διότι πρωτίστως το «Αναγνωστικό» που πρέπει να είναι ευαγ­γέλιο πνευματικό ειδικά στο Δημοτικό, αντί να καλλιεργεί την αγάπη για τη δουλειά, καλ­λιεργεί την απέχθεια. Που πια, όπως παλιά, ο έρωτας για την αγροτική, τη βουκολική και τη θαλασσινή ζωή; Ο ναύτης δεν είναι πρότυπο ζωής. Πρότυπο ζωής είναι ο «χαρτογιακάς». Όσο κι αν ήσαν κάπως ρομαντικά τα παλιά «Αναγνωστικά», καλλιεργούσαν τον έρωτα για τη δουλειά. Ακούω πως δεν πάει καλά η οικονομία. Μα πως να πάει, όταν με τη ναυτι­λία που προσφέρει το 5,6% του ΑΕΠ ασχολείται μόνο το 1% των Ελλήνων; (Με τον αγροτικό τομέα που προσφέρει το 6,6% του ΑΕΠ ασχο­λείται το 14,5% του πληθυσμού). Διερωτώμαι, τί είδους ναυτικός λαός είμαστε, όταν αποστρεφόμαστε την θάλασσα και στα ελληνικά καράβια κυριαρχούν Φιλιππινέζοι, Αλβανοί και μελαψοί κάθε αποχρώσεως; Το σχολείο καλλιεργεί τον έρωτα για την τεμπελιά, όχι για δουλειά. Τα πανεπιστήμια και οι ποικιλώνυ­μες σχολές επαυξάνουν τον έρωτα αυτό. Πράγματα που μπορούν να διδαχθούν εντός εξαμήνου -και μάλιστα σε σεμιναριακού τύπου μαθήματα- απαιτούν τετραετία! Βγαίνουν τα παιδιά από τις σχολές και δικαίως ζητούν εργασία με βάση τα «προσόντα» τους, αλλά τέτοιες εργασίες που ζητούν τέτοια προσόντα δεν υπάρχουν. Αν δεν απατώμαι, υπάρχουν δύο σχολές θεατρολογίας -πέρα από τις ιδιωτικές θεατρικές σχολές- που προσφέρουν άνω των 300 πτυχίων το έτος. Που θα βρουν δου­λειά τα παιδιά αυτά;

Αν όμως το σχολείο από το Δημοτικό καλλιεργούσε την τόλμη, την αυτενέργεια, βρά­βευε την πρωτοβουλία, την ανάληψη ευθυνών, την αγάπη για την οποιαδήποτε δουλειά ακό­μη και του πλανόδιου γαλατά, θα είχαμε κάνει την Ελλάδα Ελδοράδο, όπως έγινε Ελδοράδο για τους εργατικούς Αλβανούς, Βουλγάρους, Πολωνούς, Γεωργιανούς, Αιγυπτίους αλιείς, Πακιστανούς και Ουκρανούς.

Σήμερα αυτοί είναι η εργατική κι αύριο η επιχειρηματική τάξη της Ελλάδος. Κι οι Έλληνες, αφήνοντας την πατρώα γη στα χέ­ρια των Αλβανών που την δουλεύουν, την πατρώα θάλασσα στα χέρια των Αιγυπτίων που την ψαρεύουν, θα μεταβληθούν σε νομάδες της Ευρώπης ή των ΗΠΑ ή θα τρέχουν για δουλειά στην Αλβανία που ξεπερνά σε νόμιμη και παράνομη επιχειρηματική δραστηριότητα όλες τις χώρες της Βαλκανικής. Γέμισαν τα Τίρανα ουρανοξύστες, κτήρια γιγάντια, κακόγουστα μεν, σύγχρονα δε. Περίπου 100 ιδιωτικά σχολεία λειτουργούν στην πρωτεύουσα της χώρας των αετών.

Εμείς αφήσαμε αδιαπαιδαγώγητη την εργατική και την αγροτική τάξη. Στην πρώτη περάσαμε σαν ιδεολογία-θεολογία το σύνθημα «Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη» και υποχρεώσαμε πλήθος επιχειρήσεις να κλείσουν ή να μεταφερθούν άλλου. Μετά διαφθείραμε τους αγρότες με παροχές χωρίς υποχρεώσεις και τους δημιουργήσαμε νοοτροπία μαχαραγιά. Γέμισε η επαρχία με «Κέντρα Πολιτισμού», όπου «μπαγιαντέρες» κάθε λογής και φυλής άναβαν πούρο με φωτιά πεντοχίλιαρου! Το μπουκάλι με το ουΐσκυ βαπτίστηκε … αγροτι­κό! Τώρα, όμως, που έρχονται τα «εξ εσπερίας νέφη» χτυπάμε το κεφάλι μας. Και που να φθά­σουν τα «εξ Ανατολής» σαν εισέλθει η Τουρ­κία στην Ευρωπαϊκή Ένωση! Θα γίνει η Ελλάς vallis flentium (=κοιλάς κλαυθμώνων) και θα κινείται quasi osculaturium inter flentium et dolorum (=σαν εκκρεμές μεταξύ θλίψεως και οδύνης).

Δεν είμαι υπέρ μιας παιδείας που θα υπο­τάσσεται στην οικονομία. Θεωρώ ολέθριο να χαράσσεται μια εκπαιδευτική πολιτική με κρι­τήρια οικονομικής αναγκαιότητας. Θεωρώ ολέθρια όμως και την παιδεία που εθίζει τα παιδιά στην οκνηρία, που τα κουράζει με την παπαγαλία και το βάρος αχρήστων μαθημά­των. Το μεγαλύτερο κεφάλαιο της χώρας είναι τα κεφάλια των παιδιών της. Τούτη η παιδεία αποκεφαλίζει τα παιδιά. Τα κάνει ικανά να μην κάνουν τίποτε. Ούτε να βλαστημήσουν. Ακόμη και η αισχρολογία τους περιορίζεται στη λέξη που τα κάνει συνονόματα. Αν τους πεις βρισιά της περασμένης 20ετίας θα νομί­σουν ότι μιλάς αρχαία Ελληνικά!

Είναι θλιβερή η εικόνα που παρουσιάζει σήμερα, παρουσίαζε χθες και θα παρουσιάζει κι αύριο η ελληνική κοινωνία: να υπάρχουν άνθρωποι άνω των 65 ετών, άνω των 70 ετών, που, ενώ έχουν συνταξιοδοτηθεί, εργάζονται νυχθημερόν, για να συντηρούν τα παιδιά τους μέχρι να τελειώσουν τις ατελείωτες σπουδές τους, τα παιδιά που λιώνουν τα νιάτα τους στα «κηφηνεία», που πάνε σπίτι τους να κοιμηθούν την ώρα που οι Αλβανοί πάνε για δουλειά, θα μου πείτε, τί δουλειά; Οποιαδήποτε δουλειά, αρκεί να είναι τίμια. Όταν μικροί -ακόμη στο Δημοτικό- μαθαίναμε απέξω τον Τυρταίο (ποιος τολμά σήμερα να διδάξει Τυρταίο;) δεν τον μαθαίναμε για να γίνουμε πολε­μοχαρείς αλλά για να νοιώθουμε ντροπή, όταν στην μάχη της ζωής, στην πρώτη γραμμή είναι οι παλαιότεροι, οι «γεραιοί» και οι νέοι κρύβο­νται πίσω από τη σκιά τους. «Αισχρόν γαρ δη τούτο… κείσθαι πρόσθε νέων άνδρα παλαιότερον».

Σήμερα, βέβαια, οι χειρωνακτικές εργασίες ελέγχονται σχεδόν κατ ‘ αποκλειστικότητα από ξένους. Στις οικοδομές μιλούν αλβανικά, στα χωράφια πακιστανικά. Σε λίγο οι χειρωνακτικές επιχειρήσεις θα περάσουν στα χέρια των Κινέζων που κατασκευάζουν ήδη το μεγαλύτερο μέρος των τουριστικών ειδών που θυμίζουν… Ελλάδα. Ακόμη και τις σημαίες μας στην Κίνα τις φτιάχνουν! Κι εμείς; Εμείς, όπως πάντα, φτιάχνουμε τα τρία κακά της μοίρας μας. «Φτιάχνουμε» τη ζωή μας στην τηλοψία, που δίνει τα μοντέρνα πρότυπα οκνηρίας στη νεολαία, ποθούμε μια χρυσίζουσα ζωή σαν αυτήν που προσφέρει το «γυαλί», αγοράζουμε πολυτελή αυτοκίνητα με δόσεις, κάνουμε διακοπές με «διακοποδάνεια», εορτάζουμε με «εορτοδάνεια» και πεθαίνουμε με «πεθανοδάνεια». Έλεγε ο Φωκίων, που πλήρωσε τέσσερεις δραχμές τη δεύτερη δόση του κωνείου που χρειαζόταν για να «απέλθει», πως στην Αθήνα δεν μπορεί ούτε δωρεάν να πεθάνει κανείς. Έπρεπε να ζούσε τώρα…

Λυπάμαι που θα το πω, αλλά πρέπει να το πω: το σχολείο, οι σχολές και τα ΜΜΕ σακάτε­ψαν και σακατεύουν τη νεολαία, γιατί μιλούν συνεχώς για τα δικαιώματά της -δικαιώματα στην τεμπελιά- και ποτέ για υποχρεώσεις, ποτέ για χρέος, ποτέ για καθήκον. Το καθήκον έγινε άγνωστη λέξη.


To «τελευταίο αντίο» για την γερόντισσα των Μαρασίων!

Ευχαριστώ τη Μαρία που είχε την καλοσύνη να μου το στείλει!

Ακούγοντας τους φύλακες από την άλλη πλευρά ένιωθε πάντα την ανάγκη να δηλώνει την παρουσία της και την ελληνικότητα του τόπου υψώνοντας κάθε μέρα την ελληνική σημαία!

Την τελευταία της πνοή άφησε σε ηλικία 100 ετών η γυναίκα σύμβολο του Έβρου, η γερόντισσα των Μαρασίων.

Το σπίτι της γιαγιάς Βασιλικής Λαμπίδου βρίσκεται στα 300 μέτρα από τα τουρκικά φυλάκια, με φυσικό σύνορο τον Έβρο, στο χωριό Μαράσια. Η ίδια γνώρισε σε νεαρή ηλικία την προσφυγιά, κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών του 1921 και έλεγε ότι ακούγοντας τους φύλακες από την άλλη πλευρά ένιωθε πάντα την ανάγκη να δηλώνει την παρουσία της και την ελληνικότητα του τόπου.

Κάθε μέρα ένας Έλληνας φαντάρος επισκεπτόταν τη γνωστή Γερόντισσα των Μαρασίων, ώστε να τη βοηθήσει να περπατήσει μέχρι την αυλή του σπιτιού της και να σηκώσει την ελληνική σημαία, όπως κάνει από τότε που ήταν έφηβη.

Για την προσφορά της στην πατρίδα η κ. Λαμπίδου έλαβε πριν από λίγες ημέρες μία τιμητική διάκριση, πέραν αυτών που έχει λάβει από το στρατό, την Ακαδημία Αθηνών και όλη την τοπική κοινωνία. Η απόδοση τιμής προήλθε αυτή τη φορά από το Δίκτυο Εκλεγμένων Γυναικών πρώτου και δεύτερου βαθμού αυτοδιοίκησης.

Την κηδεία ανέλαβε ο στρατός. Έγινε προχθές στις 12:00 στα Μαράσια Έβρου παρουσία του αρχηγού του στρατού.

Ακούγοντας τους φύλακες από την άλλη πλευρά ένιωθε πάντα την ανάγκη να δηλώνει την παρουσία της και την ελληνικότητα του τόπου υψώνοντας κάθε μέρα την ελληνική σημαία



H Aγάπη και η Τιμή προς τον συνάνθρωπό μας!

  • Ανάγκασε τον εαυτόν σου σαν συναντήσεις τον διπλανό σου, να τον τιμήσεις παραπάνω από το μέτρο του. Φίλησε τα πόδια και τα χέρια του, και κράτησέ τα πολλές φορές με πολλή τιμή, και βάλε τα επάνω στα μάτια σου, και παίνεψέ τον ακόμα και για εκείνα που δεν έχει. Και σαν χωριστεί από εσένα, πες γι’ αυτόν κάθε καλό και τιμημένο, γιατί με αυτά και με τέτοια τον τραβάς στο καλό και τον κάνεις να ντρέπεται από τα καλά λόγια που του είπες και σπέρνεις σε αυτόν σπόρους της αρετής !
  • Κάνοντας αυτό συνηθίζεις τον εαυτό σου, τυπώνεται μέσα σου τύπωμα καλό και θα αποκτήσεις ταπείνωση μέσα σου και χωρίς κόπο κατορθώνεις μεγάλα. Κι όχι μονάχα αυτό, μα κι αν έχει κάποια ελαττώματα, σαν τιμηθεί από σένα, εύκολα παραδέχεται από σένα την γιατρειά του, επειδή ντρέπεται από την τιμή που του έδωσες.
  • Τούτον τον τρόπο να έχεις πάντα, να γλυκομιλάς και να τιμάς όλους τους ανθρώπους και να μην ερεθίζεις κανέναν είτε να τον πεισμώνεις μήτε για την πίστη το μήτε για τα κακά έργα του. Φύλαγε τον εαυτό σου να μην προσβάλλεις κανέναν σε κάποιο πράγμα, γιατί έχουμε στον ουρανό Κριτή που δεν κοιτάζει πρόσωπο ! “

Όμορφα λόγια ζωής, του Αγίου Ισαάκ του Σύρου.


Η γιαγιά Ελένη

Σημείωση: Ευχαριστώ τον Αντώνη που μου το έστειλε!

«Γεννήθηκα στη Σμύρνη.

Τους γονείς μου τους έσφαξαν και τους δύο. Εμένα μ΄ έβαλαν σ΄ ένα καράβι για τη Θεσσαλονίκη. Συγκεκριμένα κατέληξα στο ορφανοτροφείο Μέλισσα.

Κοίτα παιδί μου, τι είχε γραμμένο η μοίρα για μένα!

Να περάσω τα παιδικά μου χρόνια σε ορφανοτροφείο και τα γεράματα σε γηροκομείο!

Καλά που γνώρισα τον άνδρα μου, που σεβάστηκε τις πληγές μου κι έτσι υπάρχει στη ζωή μου κι ένα φωτεινό διάλειμμα. Αλλά έφυγε νωρίτερα από μένα δυστυχώς». Αυτά τα λόγια της κυρίας Ελενίτσας, μας καθήλωσαν. Όπως και το χαμόγελο με το οποίο τερμάτιζε κάθε φράση της όσο τραγική κι αν ήταν… Σαν μια άνω τελεία αξιοπρέπειας.

Άλλωστε η κυρία Ελενίτσα ήταν πέρα από αξιοπρεπής, κεφάτη, χαριτωμένη, τσαχπίνα… Σμυρνιά. Μια γιαγιά σκέτη γλύκα!

Πρώτα γνωρίστηκε με τη κόρη μου, όταν επισκέφτηκε το Γηροκομείο Αθηνών με τους συμμαθητές της του IB του Γείτονα καθώς η εθελοντική εργασία σε κάποιο ίδρυμα ήταν υποχρεωτική.

Κι όταν μου διηγήθηκε την πρώτη της συνάντηση μαζί της, θυμήθηκα μια φράση του Γιώργου Παπαστεφάνου σε μια του συνέντευξη «Δεν πιστεύω στο κεραυνοβόλο έρωτα. Πιστεύω στις κεραυνοβόλες φιλίες». Αυτό ακριβώς έγινε!

Κι έτσι η κυρία Ελενίτσα απέκτησε μια «εγγονή» και η Λίλα μια «γιαγιά επιλογής».

Κι ήταν τόσο ιερή αυτή η σχέση που όταν έπρεπε να φύγει για τις σπουδές της στο Λονδίνο, αναλάβαμε οι υπόλοιποι να τη διαφυλάξουμε.

Κι ήταν τιμή μας, ότι η Κυρία Ελενίτσα μας «δάνεισε» έκτοτε, τα «μάτια» της… Για να βλέπουμε πότε πότε μέσα από τη δική της οπτική. Είναι ευλογία στη ζωή η ανταλλαγή των φακών επαφής!

«Από τη ώρα που σας γνώρισα…Μπορώ και γω να δίνω ένα χαρτί με ονόματα στον παπά -Υπέρ Υγείας- να διαβάζει στην Κυριακάτικη δοξολογία».

Για φαντάσου! Υπάρχει μεγαλύτερη ένδειξη μοναξιάς; Να μην έχεις άνθρωπο να ευχηθείς για την υγεία του… Η απέραντη μοναξιά. Η απόλυτη μοναξιά!

Ή εκείνο το τηλέφωνο μέσα στην νύχτα και η φωνή της όλο αγωνία. «Θέλω να έρθεις όσο πιο γρήγορα μπορείς. Πρέπει να σου πω κάτι πολύ σημαντικό». Και το πρωί που έφτασα ανήσυχη την άκουσα να λέει «Ξέρεις μπορεί να βρίσκομαι σε Γηροκομείο αλλά ήμουν κάποτε αρχόντισσα. Όταν πεθάνω μπορεί να με πετάξουν. Άλλωστε ποιος θα είναι να τους ελέγξει; Θέλω εσύ να επιβλέψεις τη κηδεία μου. Να γίνει σωστή παιδί μου».

Αλλά μη φανταστείτε ότι όλες οι κουβέντες ήταν σκουρόχρωμες… Α πα πα! Μόνο λίγες… Κατ΄ εξαίρεση.

Η κυρία Ελενίτσα είχε πονηρά ματάκια και γαργαρένιο γέλιο. Κι αν λατρεύαμε κάτι σε κείνη ήταν η διάθεσή της να γραπώνει στον αέρα κάθε αχτίδα ζωής που της χαριζόταν. Σαν εκείνη την ημέρα που τη πήγαμε με κάμπριο αυτοκίνητο για να επισκεφτεί έναν οφθαλμίατρο. Κι έκλεινε τα μάτια όπως τη χτύπαγε ο αέρας και καμάρωνε κι ίσιωνε το κραγιόν στα χείλη με φιλαρέσκεια. Μια τόση δα σταγόνα γυναικείας φιλαρέσκειας που κοντοστάθηκε στα μουτζουρωμένα χείλη ογδοντάχρονης…Αιώνια γυναίκα!!

Η λατρεμένη μου κυρία Ελενίτσα.

Εκείνη τη μέρα, θυμάμαι, φάνηκε στα μάτια μου τόσο αφάνταστα «πλούσια», εκείνη από το Γηροκομείο Αθηνών, δίπλα σ΄ένα γιατρό με μάτι άπληστο που συμπεριφέρθηκε σαν μανικιουρίστ, απαιτώντας μπουρμπουάρ-φακελάκι.

Κακόμοιρε, φτωχούλη, μεγαλογιατρουδάκο!

Κοντά στην γιαγιά που επιλέξαμε για γιαγιά μας, περάσαμε στιγμές πολύτιμες.

Συναισθήματα δισεκατομμύρια.

Σπουδή ζωής! Για μας και τα παιδιά μας.

Η μοναξιά, η συγκατάβαση, η αξιοπρέπεια, η καχυποψία των γηρατειών, το γέλιο, η αισιοδοξία, ο Φόβος ο απόλυτος, το βλέμμα, τα μάτια, οι σιωπές, τα αθώα ψεματάκια στην ανασφάλειά της μη και χαθούμε, η φθορά, το τέλος….Το Τέλος…

Όταν με κλειστά μάτια φαντάζονταν ότι περιδιάβαινε τα στενά της Θεσσαλονίκης και μετά κοντοστέκονταν κι έκοβε παπαρούνες.

Και θυμάμαι το χέρι της να προσποιείται πώς κόβει λουλούδια πάνω στη χιλιοτριμμένη κουβέρτα του Γηροκομείου. Και μπήκα και γω στο «τριπάκι της». Ντρεπόμουν να μείνω απ΄έξω…. Κι προσποιούμουν ότι έκοβα και γω παπαρούνες.

Συνένοχη λαθρεπιβάτης στο παρελθόν της. Χάρη του τελευταίου αντίο μας!

Και γύρω μας άλλα γεροντάκια. Με το μεγάλο-μικρόκοσμό τους.

Κάθε δωμάτιο άλλη ιστορία…Το μόνο κοινό….Το βλέμμα προσμονής στην πόρτα.

Η λάμψη των ματιών τους όταν κάποιος άγνωστος μπει στο χώρο τους!

Πω πω τι τεράστιο θέμα συζήτησης!!!

Και ιστορίες να περπατούν σαν ακροβάτες μεταξύ τραγικού και αστείου…Όπως του πρώην δικαστικού που όποτε καθυστερούσαν να τον αλλάξουν οι νοσοκόμες, φώναζε με όλη τη δύναμη των πνευμόνων του «Διαμαρτύρομαι, κύριοι, διαμαρτύρομαι».

Δύσκολο πράγμα τα γηρατειά… Η μοναξιά… Η εγκατάλειψη….

Η κυρία Ελενίτσα μας «την έκανε» μια Κυριακή…

Κι έτσι εκείνη την Κυριακή δεν παρέδωσε με περηφάνια στον παπά το χαρτί της με ονόματα Υπέρ Υγείας αλλά την επόμενη …Παραδώσαμε εμείς ένα Υπέρ Αναπαύσεως.

Υ.Γ Αυτήν την Κυριακή…Έτσι για μια ωραία αλλαγή στη ζωή σας. Πάρτε τα παιδιά σας και μπείτε στο Γηροκομείο Αθηνών.

Δεν θέλει προετοιμασία…

Μπείτε με ένα κουτί γλυκά όπως όταν πάτε σε φίλους…

Αυτή η Κυριακή μπορεί να γίνει η πιο ωραία Κυριακή της ζωής σας…

Κάντε το Υπέρ Υγείας της ψυχής σας….



Η ιστορία ενός μολυβιού

Το παιδί κοιτούσε τη γιαγιά του που έγραφε ένα γράμμα. Κάποια στιγμή τη ρώτησε:

– Γράφεις μια ιστορία που συνέβη σε εμάς; Και μήπως είναι μια ιστορία για μένα;

Η γιαγιά σταμάτησε να γράφει, χαμογέλασε και είπε στον εγγονό της:

– Όντως γράφω για σένα, Ωστόσο, αυτό που είναι πιο σημαντικό κι από τις λέξεις είναι το μολύβι που χρησιμοποιώ. Θα ήθελα, όταν μεγαλώσεις, να γίνεις σαν κι αυτό.

Το παιδί, περίεργο, κοίταξε το μολύβι και δεν είδε τίποτα το ιδιαίτερο.

– Αφού είναι το ίδιο με όλα τα μολύβια που έχω δει στη ζωή μου!

– Όλα εξαρτώνται από τον τρόπο τον οποίο βλέπεις τα πράγματα. Το μολύβι έχει πέντε ιδιότητες, τις οποίες αν καταφέρεις να διατηρήσεις, θα είσαι πάντα ένας άνθρωπος που θα βρίσκεται σε αρμονία με τον κόσμο.

Πρώτη ιδιότητα: Μπορείς να κάνεις μεγάλα πράγματα, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάς ποτέ ότι υπάρχει ένα Χέρι το οποίο καθοδηγεί τα βήματά σου. Αυτό το χέρι το λέμε «Θεό» και Εκείνος πρέπει να σε καθοδηγεί πάντα σύμφωνα με το θέλημά Του.

Δεύτερη ιδιότητα: Πότε-πότε πρέπει να σταματάω να γράφω και να χρησιμοποιώ την ξύστρα. Αυτό κάνει το μολύβι να υποφέρει λίγο, αλλά στο τέλος είναι πιο μυτερό. Έτσι, μάθε να υπομένεις ορισμένες δοκιμασίες γιατί θα σε κάνουν καλύτερο άνθρωπο.

Τρίτη ιδιότητα: Το μολύβι μας επιτρέπει πάντα να χρησιμοποιούμε γόμα για να σβήνουμε τα λάθη. Κατάλαβε ότι το να διορθώνουμε κάτι που κάναμε δεν είναι απαραίτητα κακό, αλλά σημαντικό για να παραμένουμε στο δρόμο του δικαίου.

Τέταρτη ιδιότητα: Αυτό που έχει στην ουσία σημασία στο μολύβι δεν είναι το ξύλο ή το εξωτερικό του σχήμα, αλλά ο γραφίτης που περιέχει. Έτσι, να φροντίζεις πάντα αυτό που συμβαίνει μέσα σου.

Τέλος, η πέμπτη ιδιότητα του μολυβιού: Αφήνει πάντα ένα σημάδι. Έτσι, λοιπόν, να ξέρεις ότι ό,τι κάνεις στη ζωή σου θα αφήσει ίχνη και να προσπαθείς να έχεις επίγνωση της κάθε σου πράξης.

Του Paolo Coelho, που δημοσιεύθηκε πριν χρόνια στο περιοδικό ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ της εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ.


Άνοιγμα μενού
Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση