Ο Μαρουλένιος και η καρδούλα του

Ένα παραμύθι για την παγκόσμια ημέρα κατά της παχυσαρκίας.
ΡΟΔΟΥΛΑΜια φορά κι έναν καιρό σε  μια παραμυθένια χώρα  ζούσε η βασίλισσα Ροδούλα. Ήταν καλοσυνάτη, αγαπούσε πολύ τους υπηκόους της και κυβερνούσε δίκαια το βασίλειό της. Όλοι την αγαπούσαν και τη θαύμαζαν, ακολουθούσαν πιστά τις συμβουλές της κι εκείνη φρόντιζε για όλους και για όλα. Ήθελε να είναι όλοι υγιείς και δυνατοί!!  Τους συμβούλευε να γυμνάζονται και να φροντίζουν την διατροφή τους!! Τους έδινε σπόρους να καλλιεργούν λαχανικά και δημητριακά και να φυτεύουν δέντρα που έδιναν νόστιμα φρούτα! Έπιναν άφθονο γάλα, έτρωγαν πολλά ψάρια και όλα όσα καλλιεργούσαν! Έτσι ήταν όλοι οι κάτοικοι του βασιλείου της γεμάτοι ενέργεια και δύναμη και δεν αρρώσταιναν ποτέ γιατί τα φαγητά τους ήταν γεμάτα βιταμίνες.
ΜΑΡΟΥΛΕΝΙΟΣ 1Σ΄ αυτή τη χώρα λοιπόν ζούσε και ο Μαρουλένιος. Ήταν μικροσκοπικός και χαριτωμένος. Όλοι τον αγαπούσαν, γιατί ήταν ευγενικός και πρόσχαρος με όλους! ΟΜαρουλένιος όμως δεν ήταν σαν όλα τα άλλα παιδιά!! Τη μέρα που γεννήθηκε, η καλή Νεράιδα πήγε πάνω από το κεφαλάκι του, τον ακούμπησε με το μαγικό της ραβδάκι και του χάρισε κάτι ξεχωριστό! Η καρδούλα του είχε φωνή κι εκείνος μπορούσε να κάνει κάτι που δεν μπορούσε να κάνει κανείς στον κόσμο, να μιλάει με την καρδούλα του. Ήταν η κρυφή του παρεούλα! Της έλεγε τα προβλήματά του, τις χαρές και τις λύπες του. Κι αυτή χαιρόταν ή έκλαιγε μαζί του και τον συμβούλευε πολλές φορές! Ήταν πολύ ευχαριστημένη μαζί του γιατί ο Μαρουλένιος την αγαπούσε πολύ και φρόντιζε να είναι δυνατή και υγιής. Του έλεγε πόσο της άρεσαν και πόσο καλό της έκαναν τα φρούτα, τα λαχανικά και όλα αυτά τα ψάρια και τα δημητριακά που έτρωγε. Διασκέδαζε πολύ και με τη γυμναστική που έκανε ο Μαρουλένιος και τον παρακαλούσε να μην σταματήσει να την φροντίζει.  Εκείνη με τη σειρά της όλη τη μέρα και όλη τη νύχτα, ακόμα δηλαδή κι όταν ο μικρός Μαρουλένιος  κοιμόταν, δούλευε ασταμάτητα και έστελνε σε όλο του το σώμα το αίμα γεμάτο με το πολύτιμο για τη ζωή οξυγόνο. Έτσι έπαιρναν δύναμη και ενέργεια όλα τα σημεία του σώματός του.
Του έλεγε : «Μαρουλένιε έτσι να συνεχίσεις να τρέφεσαι στη ζωή σου, να γυμνάζεσαι και να έχεις λίγα κιλά κι έτσι εγώ θα γίνομαι όλο και πιο δυνατή και έχοντας πολύ δύναμη εγώ θα δίνω δύναμη και σε σένα. Αν βάλεις πολλά κιλά θα κουράζομαι εύκολα κι αν δεν έχω εγώ δύναμη δε θα μπορώ να δίνω πολλή δύναμη και σε σένα.
Ο μικρός Μαρουλένιος δεν κατάλαβε εκείνη τη στιγμή τι εννοούσε η καρδούλα του. “Τι θέλω και μιλάω μαζί της”, σκέφτηκε. “Πολύ με μπέρδεψε. Τι σημασία έχουν τα κιλά;”
Όσα χρόνια λοιπόν κυβερνούσε η κ. Ροδούλα κι ο μικρός Μαρουλένιος έτρωγε υγιεινά και έκανε πολλή γυμναστική, όλα ήταν μια χαρά. Η καρδούλα του δούλευε χαρούμενα και ασταμάτητα, κόκκινη, κατακόκκινη και υγιέστατη. Εκείνος έτρεχε, έτρεχε, πηδούσε, έπαιζε μπάσκετ, ποδόσφαιρο, κολυμπούσε στη θάλασσα ώρες ατελείωτες κι αν ο ήλιος δεν πήγαινε να φωτίσει κι άλλες χώρες ο μικρός Μαρουλένιος δε θα πήγαινε ποτέ για ύπνο…..
ΤΡΟΦΑΝΤΟΥΛΑΤα χρόνια όμως περνούσαν ….η βασίλισσα Ροδούλα  έφτασε σε βαθιά γεράματα και δεν μπορούσε άλλο να κυβερνήσει τη χώρα!! Είχε μια ανιψιά που ζούσε για χρόνια πολλά σε μια μακρινή χώρα. Την κάλεσε λοιπόν να πάει να ζήσει μαζί της. Έτσι,  η βασίλισσα Ροδούλα έφυγε και βασίλισσα της χώρας της έγινε η ανιψιά της η Τροφαντούλα!  Η Τροφαντούλα είχε έρθει από τη χώρα των Ό,τι Νάνων!! Στη χώρα αυτή όλοι έτρωγαν ό,τι νάναι και ήταν παχουλοί και αδύναμοι.. .Η Τροφαντούλα λοιπόν όχι μόνο δεν έτρωγε τα υγιεινά προϊόντα όπως έτρωγαν  όλοι οι κάτοικοι της …… αλλά έτρωγε  κάθε είδους γλυκά, λιπαρά κι έπινε πολλά αναψυκτικά. Και το χειρότερο απ’ όλα ποιο ήταν; Ότι καθόταν όλη μέρα στη τηλεόραση ή στον ηλεκτρονικό υπολογιστή και δεν έκανε καθόλου γυμναστική !! Έπαιρνε πολλή ενέργεια από όλα αυτά που έτρωγε και δεν κατανάλωνε τίποτα κι έτσι πάχαινε και βάραινε συνέχεια με αποτέλεσμα να μην μπορεί ούτε μια σκάλα να ανεβεί!!
Η βασίλισσα Τροφαντούλα ήθελε να τρώνε όλοι στο βασίλειό της όπως αυτή. Τους χάριζε γλυκά , ζαχαρωτά και ένα σωρό ανθυγιεινά. Οι κάτοικοι της χώρας άρχιζαν να παχαίνουν και να γίνονται δυσκίνητοι.Δεν είχαν διάθεση για γυμναστική και ασκήσεις! Ο υπολογιστής, η τηλεόραση και η ξάπλα ήταν η παρέα τους!
Όπως όλοι οι κάτοικοι της,  έτσι και ο μικρός Μαρουλένιος χάρηκαν πάρα πολύ στην αρχή. Αυτά που έτρωγαν τώρα με τη νέα βασίλισσα τους ήταν πολύ νόστιμα, ήταν γλυκά, ήταν πικάντικα.
Aυτό όμως που παρατήρησε ο μικρός Μαρουλένιος  ήταν ότι η καρδούλα του δεν ήταν πια χαρούμενη, δε σιγοτραγουδούσε συνέχεια και κάπου κάπου της ξέφευγε ένα “αχ, αχ! ουφ,ουφ, ουφ!” Κι ο ίδιος όμως παρατήρησε ότι άρχισε να φουσκώνει σε όλο του το σώμα και να παθαίνει ένα πράγμα που δεν ήξερε πώς να το πει. Έβλεπε λοιπόν ότι ενώ ο ήλιος δεν είχε κρυφτεί ακόμα ο ίδιος δεν μπορούσε, δεν είχε κουράγιο να παίξει άλλο και ήθελε να πάει σπίτι του να καθίσει. Η μητέρα του, του έλεγε ότι ήταν κουρασμένος. Τι ήταν αυτή η κούραση; Πρώτη φορά την άκουγε, αλλά γιατί αυτή η κούραση τώρα να του στερεί ώρες από το παιχνίδι του και γιατί να αισθάνεται το σώμα του τόσο βαρύ και κουρασμένο; Κι η καρδούλα του γιατί δεν του μιλούσε πια; Μήπως είχε θυμώσει για κάποιο λόγο μαζί του; Άσε που το σώμα του άρχισε να φουσκώνει και να γίνεται σαν μπαλόνι!!!ΜΑΡΟΥΛΕΝΙΟΣ 2Κάτι έφταιγε, κάτι δεν πήγαινε καλά!! Το ένιωθε και κάθε φορά που δεν ένιωθε καλά ο μικρός Μαρουλένιος το συζητούσε με την καρδούλα του. Έτσι θα’ κανε και τώρα.
-Καρδούλα μου, τι είναι αυτό που πάθαμε; Εσύ συνέχεια φυσάς και ξεφυσάς, ιδρώνεις και ξεϊδρώνεις κι εγώ κουράζομαι εύκολα, πονάνε τα πόδια μου δεν έχω δύναμη, δεν έχω κέφι και το χειρότερο άρχισα να χάνω και την ομορφάδα μου.- Τι να σου πω μικρέ μου από τότε που τρως όλα αυτά τα γλυκά, η τόση ζάχαρη με πνίγει και δεν μπορώ να πάρω ανάσα, τα λιπαρά και τα αλμυρά που τρως κλείνουν τους διαδρόμους και τα παράθυρά μου και εμποδίζουν να μπει το οξυγόνο και χωρίς οξυγόνο όλα μαραίνονται, η δύναμη, το κέφι μας, η διάθεσή μας , η χαρά μας η αισιοδοξία μας και η ομορφιά μας… Είμαι πολύ δυστυχισμένη δε θέλω να σου μιλάω γιατί κουράζομαι!Βοήθησέ με σε παρακαλώ!“Πω πω !!! τι λάθος κάναμε”  άρχισε να σκέφτεται ο Μαρουλένιος. Παρασυρθήκαμε από την λιχούδα την Τροφαντούλα και πάθαμε αυτή την αρρώστια που τη λένε παχυσαρκία! Είχε διαβάσει γι’ αυτή την αρρώστια και θυμόταν μάλιστα και μια χώρα που σ’ αυτήν υπήρχαν πολλά παιδιά παχύσαρκα!  Την λένε Ελλάδα!! Τι κρίμα να υπάρχουν τόσα πολλά παιδιά που ταλαιπωρούν όπως κι αυτός την καρδούλα τους και την κάνουν λυπημένη!
Μόνο που εκείνες οι καρδούλες δεν μιλάνε και τα παιδιά δεν ξέρουν πόσο δυστυχισμένες είναι!Ο Μαρουλένιος αποφάσισε ότι έπρεπε κάτι να κάνει για να βοηθήσει όλα αυτά τα παιδιά. Πρώτα, πρώτα όμως έπρεπε να κάνει την καρδούλα του ξανά ευτυχισμένη.  Σταμάτησε να τρώει όλα αυτά τα γλυκά και τα παχυντικά και άρχισε να τρώει όπως τον καιρό που βασίλευε στη χώρα τους η Ροδούλα.  Σιγά  σιγά άρχισε να χάνει βάρος και να γυμνάζεται και σε λίγο καιρό έγινε πάλι δυνατός κι αδύνατος. Η καρδούλα του έγινε πάλι ευτυχισμένη και χαρούμενη. Αποφάσισε λοιπόν να βοηθήσει και τα άλλα παιδιά.Μίλησε σε όλους για την καρδούλα του και τους είπε τα παράπονα που του έκανε.  Έκανε όλους να σκεφτούν ότι και η δική τους η καρδούλα αν μιλούσε τα ίδια θα τους έλεγε.  Τους θύμισε πόσο όμορφα αισθάνονταν όλοι παλιά, όταν κυβερνούσε η βασίλισσα Ροδούλα… τότε που έτρωγαν διαφορετικά…  πιο υγιεινά. Αποφάσισαν ότι θα ήθελαν να γίνουν όπως παλιά και άρχισαν πάλι να σπέρνουν λαχανικά και δημητριακά.  Άρχισαν να φροντίζουν τα δέντρα και να τρώνε φρέσκα, νόστιμα φρούτα, έπιναν γάλα, έτρωγαν ψάρια… σταμάτησαν να τρώνε γλυκά και άρχισαν να κάνουν γυμναστική.
Σε λίγο καιρό άρχισαν να αδυνατίζουν και να αισθάνονται πολύ όμορφα. Αισθανόταν πάλι δυνατοί και ήξεραν ότι αν η καρδούλα τους τους μιλούσε θα ήταν ευτυχισμένη. Η βασίλισσα Τροφαντούλα ζήλεψε κι αυτή.  Ήθελε κι εκείνη να τη θαυμάζουν και υποσχέθηκε ότι θα αλλάξει τρόπο ζωής.  Ο Μαρουλένιος έγινε ο σύμβουλός της και ο προσωπικός της γυμναστής.  Κι έτσι από εκείνη τη μέρα όλοι οι κάτοικοι της χώρας ήταν υγιείς και χαρούμενοι με χαμογελαστές καρδιές!!
Το παραμύθι το έγραψε η παρέα του “Γυριστρούλη” η Μαρία Πολίτου, η Ράνια Μουστάκη και η Άννα Παππά. Τον Μαρουλένιο, τη Ροδούλα και την Τροφαντούλα τους ζωγράφισε η Τάνια Καρακώττα.

Αφήστε μια απάντηση