Λίγο πριν από τη ναυμαχία της Σαλαμίνας ο Θεμιστοκλής βλέπει ότι οι υπόλοιπες ελληνικές πόλεις δεν ήταν διατεθειμένες
να ναυμαχήσουν στη Σαλαμίνα. Στην κρίσιμη στιγμή ο Θεμιστοκλής σκέφτεται το Σίκινο, ένα δούλο του περσικής καταγωγής.
Ήταν το κατάλληλο πρόσωπο την κατάλληλη στιγμή. Κι ο Θεμιστοκλής το εκμεταλλεύτηκε…
Ο Μενέλαος οργίστηκε με την ασέβεια των Τρώων, απαίτησε να τηρηθεί ο όρκος των πρώην μνηστήρων της Ελένης και απευθύνθηκε στον Αγαμέμνονα. Αρχικά εστάλει πρεσβεία στην Τροία για να απαιτηθεί η επιστροφή της Ελένης αλλά και των θησαυρών του παλατιού της Σπάρτης. Ο Πρίαμος όμως, θέλοντας να κάνει το χατίρι του δευτερότοκου γιού του αρνήθηκε να επιστρέψει τα κλεμμένα αλλά και την Ελένη, που στο μεταξύ είχε υποδεχτεί σαν νύφη του.
Ο Αγαμέμνονας και ο Μενέλαος κατάλαβαν ότι η μόνη λύση θα ήταν ο πόλεμος. Για αυτό το σκοπό απέστειλαν πρεσβείες σε όλους τους Αχαιούς ηγεμόνες να τηρήσουν τον όρκο που είχαν δώσει.
O Οδυσσέας
Ο βασιλιάς της Ιθάκης Οδυσσέας, που στο μεταξύ παντρεύτηκε την Πηνελόπη, έκανε ένα γιο, τον Τηλέμαχο. Για να μην συμμετάσχει στον επικείμενο πόλεμο, προσποιήθηκε τον ψυχασθενή, καλλιεργώντας με αλάτι τα χωράφια. Ο Παλαμήδης, όμως, έβαλε το νεογέννητο γιο του Οδυσσέα σε σημείο που θα περνούσε το άροτρό του. Ο Οδυσσέας μόλις το είδε, σταμάτησε και παραδέχτηκε την υποκρισία του. Τελικά υποχρεώθηκε να συμμετάσχει στην τρωική εκστρατεία.
Η πιο όμορφη γυναίκα στον τότε κόσμο θεωρούνταν η Ελένη, μια από τις κόρες του Τυνδάρεω, βασιλιά της Σπάρτης. Η μητέρα της Λήδα, είχε ξελογιαστεί από τον Δία, μεταμορφωμένο σε κύκνο, γι’ αυτό λένε ότι η θεϊκή της ομορφιά οφειλόταν στο γεγονός ότι ο Δίας ήταν ο πραγματικός της πατέρας. Η Ελένη, λόγω της εξαιρετικής ομορφιάς της είχε πλήθος μνηστήρων, αλλά ήταν απρόθυμη να επιλέξει κάποιον από φόβο μην προκαλέσει την οργή των υπόλοιπων.
Τελικά, ένας από τους μνηστήρας της, ο πολυμήχανος Οδυσσέας της Ιθάκης, πρότεινε ένα τρόπο να επιλυθεί το θέμα. Αρχικά για να μην έρθει σε δύσκολη θέση σε περίπτωση που δεν θα γινόταν αυτός ο σύζυγος της Ελένης, αποφάσισε να ζητήσει σε γάμο και να πάρει την ξαδέρφη της, Πηνελόπη. Στη συνέχεια πρότεινε όλοι οι μνηστήρες να υπερασπιστούν τον γάμο της Ελένης με κάθε κόστος, ανεξαρτήτως ποιον θα επιλέξει η ίδια. Οι μνηστήρες της τελικά ορκίστηκαν να τηρήσουν αυτό τον όρο ως προϋπόθεση για την πιθανότητα να επιλεχθούν σύζυγοι της Ελένης.
Ο Τυνδάρεως τελικά επέλεξε τον Μενέλαο, η επιλογή του έγινε για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, καθώς κατείχε πλούτη και δύναμη. Μάλιστα την υποψηφιότητά του δεν την υπέβαλε ο ίδιος, αλλά ο αδερφός του Αγαμέμνονας για λογαριασμό του. Ο Μενέλαος διαδέχτηκε με τον γάμο του με την Ελένη τον Τυνδάρεω στο θρόνο της Σπάρτης, επειδή τα αδέρφια της Ελένης, Κάστορας και Πολυδεύκης είχαν σκοτωθεί. Στη συνεχεία ενισχύθηκε και η θέση του Αγαμέμνονα, ο οποίος παντρεύτηκε την άλλη αδελφή της Ελένης, Κλυταιμνήστρα και ανακατέλαβε τον θρόνο των Μυκηνών.
Αργότερα, όταν μια διπλωματική αποστολή της Τροίας, με επικεφαλής τον Πάρη, που πλέον είχε αναλάβει τη θέση του ως πρίγκιπας, έφτασε στην Σπάρτη, ο Πάρης ερωτεύτηκε την Ελένη. Ο Μενέλαος, τον υποδέχτηκε με τιμές, όπως έπρεπε σύμφωνα με το έθιμο της φιλοξενίας, αλλά αναγκάστηκε να ταξιδέψει στην Κρήτη για να κηδέψει τον παππού του Κατρέα. Ο Πάρης με την βοήθεια της θεάς Αφροδίτης, απήγαγε την Ελένη και έπλευσε προς την Τροία έχοντας αρπάξει και τους θησαυρούς του Μενέλαου.
Εν τω μεταξύ ο Πηλέας και η Θέτις έκαναν ένα γιο και τον ονόμασαν Αχιλλέα. Σύμφωνα με χρησμό ο Αχιλλέας ή θα πέθαινε γέρος και θα ζούσε ήσυχη ζωή ή νέος στο πεδίο της μάχης, αλλά θα αποκτούσε αθανασία καθώς τα κατορθώματά του θα εξιστορούνταν δια μέσου των αιώνων. Όταν ο Αχιλλέας ήταν εννιά ετών, ο μάντης Κάλχας προέβλεψε ότι η Τροία δεν θα έπεφτε ξανά χωρίς την βοήθειά του. Η Θέτις, που γνώριζε όλες τις προφητείες, προσπάθησε να τον κάνει αθάνατο ενώ ήταν βρέφος. Έβαζε λοιπόν τον Αχιλλέα να κάνει μπάνιο στον Στύγα ποταμό, στον Κάτω Κόσμο κάνοντάς τον αθάνατο στα σημεία που τον άγγιξε το νερό του ποταμού. Επειδή όμως τον κρατούσε από τις πτέρνες, αυτό το σημείο παρέμεινε ευάλωτο (Αχίλλειος πτέρνα). Καθώς ενηλικιωνόταν έγινε ένας από τους πιο ικανούς πολεμιστές. Όταν αργότερα θα ερχόταν η στιγμή να κληθεί να πολεμήσει στην Τροία, λόγω της προφητείας του Κάλχα, η Θέτις θα έκρυβε τον Αχιλλέα στην Σκύρο, στο παλάτι του βασιλιά Λυκομήδη όπου θα ήταν ντυμένος κορίτσι για να μην τον αναγνωρίσουν.
Ο Δίας, έμαθε από τον Προμηθέα, μετά την απελευθέρωσή του από τον Ηρακλή, ότι όπως ο πατέρας του Κρόνος, θα εκθρονιζόταν κι εκείνος από κάποιον γιο του. Ο φόβος του ήταν ότι ένας γιος της θαλάσσιας θεότητας Θέτιδας, την οποία ο Δίας ερωτεύθηκε, θα γίνονταν σπουδαιότερος από τον πατέρα του. Για έναν από τους λόγους αυτούς η Θέτις παντρεύτηκε τον ηλικιωμένο θνητό βασιλιά Πηλέα, γιο του Αιακού, μετά από προτροπή του Δία. Όλοι οι θεοί ήταν προσκεκλημένοι στον γάμο, και έφεραν δώρα εκτός από την Έριδα, η οποία με διαταγή του Δία δεν της επετράπη να προσεγγίσει, επειδή προκαλούσε πάντα διχόνοιες και αναστάτωση. Η Έρις προσβεβλημένη, πέταξε προς το χώρο του γάμου ένα χρυσό μήλο (το μήλον της έριδος) το οποίο έγραφε: προς την ομορφότερη. Το μήλο το διεκδίκησαν η Ήρα, η Αθηνά και η Αφροδίτη.
Η διαμάχη τους ήταν ιδιαίτερα έντονη και κανείς άλλος θεός δεν διακινδύνευε να εκφράσει γνώμη υποστηρίζοντας κάποια από τις τρεις, γιατί θα προκαλούσε την οργή των υπόλοιπων δύο. Τελικά, ο Δίας διέταξε τον Ερμή να οδηγήσει τις θεές στον Πάρη, τον πρίγκιπα της Τροίας. Ο Πάρης τότε ζούσε σαν βοσκός στο όρος Ίδα και δεν γνώριζε για την βασιλική του καταγωγή, επειδή τον είχε παρατήσει από βρέφος η οικογένεια του, λόγω χρησμού που ανέφερε ότι θα προκαλούσε την καταστροφή της πόλης. Οι θεές εμφανίστηκαν μπροστά του και επειδή δεν ήταν σε θέση να επιλέξει, του πρότειναν δώρα σε περίπτωση που επιλέξει την καθεμία: η Αθηνά του προσέφερε σοφία και επιδεξιότητα στη μάχη, η Ήρα ηγετικές ικανότητες, για να διοικεί την Ασία και την Ευρώπη, ενώ η Αφροδίτη του προσέφερε την αγάπη της ομορφότερης γυναίκας του κόσμου, της ωραίας Ελένης, βασίλισσας της Σπάρτης.
Η ελληνική ναυτική νίκη στα νερά της Σαλαμίνας το 480 π.Χ. και οι χερσαίες μάχες που ακολούθησαν ολοκλήρωσαν την ήττα των Περσών που είχε αρχίσει στον Μαραθώνα μια δεκαετία νωρίτερα . Η νίκη εξασφάλισε την ανεξαρτησία των ελληνικών πόλεων-κρατών, η οποία πρόσφερε τόσο το περιβάλλον όσο και τη στρατιωτική ισχύ στον Μέγα Αλέξανδρο για να δημιουργήσει την τεράστια αυτοκρατορία του έναν αιώνα αργότερα. Αυτή η αυτοκρατορία επέβαλε την κυριαρχία της ελληνικής φιλοσοφίας στον Δυτικό πολιτισμό κατά τους επόμενους αιώνες.
Παρά την ήττα τους από τους Έλληνες στον Μαραθώνα το 490 π.Χ., οι Πέρσες διατηρούσαν πάντα έναν τρομερό στρατό και ένα ναυτικό που ήλεγχε τις θαλάσσιες οδούς. Ο Δαρείος Α’, που είχε ηττηθεί στον Μαραθώνα, σκό πευε να αρχίσει άλλη μια επίθεση εναντίον της Ελλάδας, αλλά πρώτα έπρεπε να καταστείλει μια επανάσταση στην Αίγυπτο. Πέθανε όμως πριν γίνει αυτό, το 486 π.Χ. Ο γιος του Ξέρξης πήρε τη θέση του και σύντομα απέδειξε τις πο λεμικές ικανότητες του νικώντας τους Αιγυπτίους επαναστάτες. Ύστερα στρά φηκε κατά της Ελλάδας για να εκδικηθεί την ήττα του πατέρα του και να επε κτείνει τα όρια της Περσικής Αυτοκρατορίας προς δυσμάς.
Στη δεκαετία που ακολούθησε τη νίκη στον Μαραθώνα, οι Έλληνες ταλανίζονταν από εσωτερικές διαμάχες. Όταν ωστόσο έφθασαν οι ειδήσεις ότι ο Ξέρξης είχε ξεκινήσει εναντίον τους με στρατό που ίσως ξεπερνούσε το 1.000.000.000 άνδρες και τα 1.200 πλοία, οι νότιες ελληνικές πόλεις-κράτη της Αθήνας, της Σπάρτης και των Κυκλάδων συνενώθηκαν για να αντιμετωπίσουν τους εισβολείς. Οι βόρειες περιοχές, που ήταν πολύ δύσκολο να αντισταθούν και βρίσκονταν στον δρόμο του προελαύνοντος περσικού στρατού, έδειξαν απρο θυμία να μετάσχουν στη συμμαχία. Σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσει την υ ποστήριξη των βόρειων περιοχών, η νότια συμμαχία έστειλε έναν μικρό στρατό από Σπαρτιάτες για να υπερασπιστούν το πέρασμα των Θερμοπυλών. Πριν αρχίσει η μάχη οι περισσότεροι Σπαρτιάτες γύρισαν πίσω, αφήνοντας μόνο 300 άνδρες και 1.000 Βοιωτούς συμμάχους για να κρατήσουν το πέρασμα .
Εκείνοι το έκαναν με τόση γενναιότητα, ώστε σκοτώθηκαν όλοι. Μολονότι όμως άφησαν ένα αιώνιο παράδειγμα ικανότητας και ανδρείας, η μάχη τους είχε ελάχιστη ή και καθόλου επίδραση στη σύγκρουση που ακολουθήσε.
Από τις Θερμοπύλες οι Πέρσες συνέχισαν την πορεία τους νοτίως προς την Αθήνα, παραλλήλως προς την ακτογραμμή. Το ναυτικό ακολουθούσε κατά μήκος των παραλίων μεταφέροντας εφόδια για την τεράστια χερσαία δύναμη. Ορισμένες περιγραφές, κυρίως Ελλήνων που επιδίωξαν να μεγιστοποιήσουν την αξία της επακόλουθης νίκης τους, υπολογίζουν τον όγκο του περσικού στρατού σε 2.000.000 άτομα κάποια μάλιστα φτάνει στα 5.000.000. Ακόμη όμως και αν υπολογίσουμε το βοηθητικό προσωπικό και τους συνοδούς της εκστρατείας, αυτοί οι αριθμοί είναι εξαιρετικά υπερβολικοί, αφού ούτε ο περσι κός πληθυσμός ούτε το σύστημα ανεφοδιασμού εκείνης της εποχής μπορούσαν να αντέξουν έναν τόσο μεγάλο στρατό. Στην πραγματικότητα, οι περσικές χερσαίες δυνάμεις πιθανότατα να έφθαναν τα 200.000 άτομα.
Ανεξαρτήτως του ακριβούς αριθμού των Περσών, οι Έλληνες αντιλήφθηκαν ότι δεν μπορούσαν να αντισταθούν σε μια τόσο μεγάλη δύναμη. Ο ηγέτης τους, ο Αθηναίος Θεμιστοκλής, σκέφτηκε ότι η μοναδική ελπίδα νίκης βρισκόταν στη θάλασσα. Αν νικούσαν τον περσικό στόλο, ο εχθρικός στρατός θα υπο χωρούσε από έλλειψη εφοδίων. Παρά τις ανησυχίες ορισμένων υφισταμένων του, ο Θεμιστοκλής έπεισε τους συμμάχους του να εγκαταλείψουν την ελληνική ενδοχώρα και να μεταβούν στη γειτονική Σαλαμίνα. Εκεί θα παρέτασσαν το ενωμένο ναυτικό τους κατά του περσικού στόλου.
Ο Ξέρξης μπήκε στην Αθήνα και νίκησε γρήγορα τη μικρή ελληνική φρουρά που είχε μείνει εκεί για να υπερασπιστεί την Ακρόπολη. Ενώ οι Πέρσες λεηλα τούσαν και έκαιγαν την πόλη, ο Θεμιστοκλής έστειλε αγγελιαφόρους που υποκρίθηκαν ότι ήταν λιποτάκτες για να πουν στον Ξέρξη ότι οι Έλληνες ήταν δι χασμένοι από εσωτερικές διαμάχες και ετοιμάζονταν να φύγουν με τα πλοία τους. Ο Πέρσης ηγέτης αποφάσισε να αναλάβει μια επίθεση για να καταστρέ ψει τα ελληνικά σκάφη πριν προλάβουν να απομακρυνθούν.
Ο Ξέρξης έστησε το στρατόπεδο του στην ξηρά και τοποθέτησε έναν χρυσό θρόνο σε μια πλαγιά του Αιγάλεω που έβλεπε προς τα νερά της Σαλαμίνας, α πό οπού θα μπορούσε να παρακολουθήσει την επικείμενη νίκη του. Το πρωί της 23 Σεπτεμβρίου 480 π.Χ. κάθισε στον θρόνο και έδωσε διαταγή να επιτε θούν τα πλοία του. Το περσικό ναυτικό, που είχε μειωθεί σε 1.000 πλοία λόγω μιας πρόσφατης θύελλας, εξακολουθούσε να υπερέχει του ελληνικού σε ανα λογία τρία προς ένα. Ωστόσο, οι 370 ελληνικές τριήρεις, με την τριπλή σειρά κουπιών, ήταν ταχύτερες και μεγαλύτερες από τα εχθρικά πλοία. Οι Έλληνες είχαν επίσης το πλεονέκτημα ότι γνώριζαν πολύ καλά τα νερά στα οποία γινό ταν η σύγκρουση. Ακόμη πιο σημαντικό ήταν το γεγονός ότι κάθε Έλληνας ναυτικός και στρατιώτης ήξερε πολύ καλά ότι μόνο ο ίδιος και οι συμπολεμι στές του βρίσκονταν ανάμεσα στις οικογένειες τους και στον περσικό στρατό. Η ύπαρξη της Ελλάδας κρεμόταν από τα χέρια τους.
Οι Πέρσες πλησίασαν με τον ημικυκλικό σχηματισμό τους, που ήταν χαρα κτηριστικός εκείνης της εποχής. Τα ελληνικοί πλοία εμβόλισαν τα εχθρικά και τα ακινητοποίησαν με άρπαγες, έτσι ώστε να μπορέσει το πεζικό να περάσει σε αυτά και να εξουδετερώσει τα αντίπαλα πληρώματα. Μια μικρή ελληνική δύναμη περίπου 30 πλοίων, που είχε μείνει σε εφεδρεία, χτύπησε τις περσικές πτέρυγες καθώς οι κύριες ελληνικές δυνάμεις άρχισαν να αποκτούν την πρωτοβουλία των κινήσεων.
Σε διάστημα οκτώ ωρών ο Ξέρξης είδε από τον θρόνο του το μισό σχεδόν ναυτικό του να καταλήγει στον βυθό της θάλασσας. Οι ελληνικές απώλειες ή ταν μόλις 40 πλοία. Για πρώτη φορά στην ιστορία μια ναυμαχία είχε κρίνει το αποτέλεσμα ενός πολέμου. Με το μεγαλύτερο μέρος του ναυτικού του κατε στραμμένο και τα βοηθητικά σκάφη του απειλούμενα πλέον άμεσα, ο Ξέρξης δεν είχε άλλη επιλογή παρά να επιστρέφει στη Μικρά Ασία. Αφησε όμως πίσω του έναν στρατό 10.000 περίπου ανδρών για να κρατήσει την ελληνική ενδοχώ ρα, αλλά μέχρι τον επόμενο Αύγουστο είχαν όλοι παραδοθεί στους Έλληνες.
Το περσικό ναυτικό παρέμεινε ισχυρό παρά την ήττα στη Σαλαμίνα. Ωστό σο, οι Έλληνες πήραν τη θέση τιυν Περσών ως κυρίαρχη δύναμη στη Μεσό γειο. Χρειάστηκε άλλος ένας αιώνας και πολλοί ακόμη εσωτερικοί πόλεμοι πριν ο Μέγας Αλέξανδρος ενώσει όλη την Ελλάδα και κατανικήσει την Περσι κή Αυτοκρατορία, αλλά ο ακρογωνιαίος λίθος της τελικής νίκης του είχε ήδη τεθεί. Η ναυμαχία της Σαλαμίνας εγγυόταν πλέον τη διαρκή ανεξαρτησία της Ελλάδας και την πρόοδο ενός πολιτισμού και μιας φιλοσοφίας που θα επηρέα ζε ολόκληρη την Ευρώπη και θα επεκτεινόταν τελικά μέχρι τη βόρεια Αμερική.
Αν ο Ξέρξης είχε νικήσει στη Σαλαμίνα, είναι αμφίβολο αν οι διχασμένοι Έλληνες θα κατάφερναν να ενωθούν εκ νέου για να διώξουν τους Πέρσες από την πατρίδα τους. Αν η Σαλαμίνα είχε διαφορετική κατάληξη, είναι πολύ πιθα νόν ότι η Περσία -και όχι η Ελλάδα- θα είχε εξαπλώσει την επιρροή της στην ευρώπη και στη Δύση.
“Οι 100 μεγαλύτερες μάχες όλων των εποχών”. Από τον Michael Lee Lanning-ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΝΑΛΙΟΣ
ΔΕΙΤΕ ΣΕ ΒΙΝΤΕΟ ΟΛΑ ΟΣΑ ΑΦΟΡΟΥΝ ΣΤΗ ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΗΣ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ
Ο Τρωικος Πολεμος αποτελεί ένα σταυροδρόμι στην ελληνική μυθολογία, στο οποίο συναντιούνται τα πάθη και οι αδυναμίες θεών και ανθρώπων. Τα αρχαιολογικά στοιχεία δείχνουν ότι υπήρξαν στην πραγματικότητα ίσως και περισσότεροι μεγάλοι πόλεμοι, μάλλον για οικονομικά και εμπορικά συμφέροντα στο Ίλιον, που είναι η άλλη ονομασία για την Τροία. Εμείς όμως θα σταθούμε στην ιστορία που πέρασε από στόμα σε στόμα και από γενιά σε γενιά και περιγράφει το πώς ξεκίνησαν περισσότερα από χίλια πλοία από την κυρίως Ελλάδα για να φέρουν πίσω την ωραία Ελένη… Την σπαρτιάτισσα βασίλισσα που ξελογιάστηκε από τον πρίγκιπα της Τροίας με τη βοήθεια της θεάς Αφροδίτης. Όλοι οι Αχαιοί βασιλιάδες, που είχαν δεθεί με όρκο, αναγκάστηκαν να στείλουν δυνάμεις για να ξεπλύνουν την ντροπή που έπεσε επάνω στον βασιλιά της Σπάρτης Μενέλαο. Όλοι τους διακρίθηκαν στο πεδίο της μάχης, τόσο οι Αχαιοί (ή Δαναοί) όσο και οι Τρώες, που πίστευαν και αυτοί στους ίδιους θεούς και είχαν τα ίδια ήθη, έθιμα και γλώσσα. Στα παρακάτω κεφάλαια θα διαβάσετε, αλλά και θα δείτε μέσα από κινηματογραφικές σκηνές, για τον Αχιλλέα, τον Οδυσσέα, τον Έκτορα τον Πάρη, την Ελένη και τόσους άλλους.
Η Τραπεζούντα, «η καλλίστη των πόλεων» όπως την ονόμασε τον 11ο αιώνα ο πατριάρχης Ιωάννης Η΄ Ξιφιλίνος, αποτέλεσε την πρωτεύουσα των Ελλήνων στην Ανατολή για πάνω από δυο χιλιετίες. Υπήρξε σταυροδρόμι πολιτισμών και εμπορικών σχέσεων, στο κέντρο στρατιωτικών και πολιτικών ενδιαφερόντων. Στη μεγάλη ακμή της υπήρξε η πρωτεύουσα μιας Αυτοκρατορίας, της Αυτοκρατορίας των Μεγάλων Κομνηνών.
Αυτό το ιστορικό ντοκιμαντέρ καταγράφει την άνοδο και την πτώση του πολιτισμού των Ελλήνων του Πόντου, που κατέληξε στο μεγάλο διωγμό και την γενοκτονία των ελλήνων ποντίων από τους Νεότουρκους, στην αυγή του 20ου αιώνα.