Θεολογία


Xριστός Ανέστη!!

Απρ 20189

Το σημαντικότερο γεγονός της ανθρωπότητας

  • 08 Απριλίου 2018
  • ανέστη

Το σημαντικότερο γεγονός της ανθρωπότητας του π. Ανδρέα Αγαθοκλέους.

Πέρα από την πεζότητα της καθημερινότητας και πάνω από τα ποικίλα μικρά και μεγάλα προβλήματά, προσωπικά ή συλλογικά, υπάρχει «η εορτή των εορτών», το Πάσχα του Κυρίου Ιησού!Η Ανάσταση του Χριστού στα Ιεροσόλυμα, επί Ποντίου Πιλάτου, είναι το σημαντικότερο γεγονός για όλο τον κόσμο και για πάντα. Όλοι οι άνθρωποι «όπου γης», σε όλους τους αιώνες, έχουμε ένα δυνατό εχθρό μπροστά στον οποίο κανείς, μα κανείς, δεν μπόρεσε να μην υποταχθεί. Ο θάνατος, ως κυρίαρχος του σύμπαντος κόσμου, είναι ο πραγματικός αντίπαλος και δυνάστης. Ό,τι και να κάνεις, όπως και να ζεις, στο τέλος θα καταλήξεις στον τάφο. Δεν είναι φρικτό;

Αυτή την ανθρώπινη πορεία προς τον τάφο την έκανε με τη θέλησή Του, όχι αναγκαστικά, και ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός. Μπήκε στη φρίκη του ΄Αδη, «κατήλθεν εν τοις κατωτάτοις της γης», και με την Ανάστασή Του ελευθέρωσε το ανθρώπινο γένος από τη μονιμότητα του θανάτου. Από εκείνη την ημέρα, «τη μια των Σαββάτων», ο θάνατος έγινε ύπνος και τα νεκροταφεία κοιμητήρια. Οι πεθαμένοι έγιναν κεκοιμημένοι που μεταβαίνουν «εκ του θανάτου εις την ζωήν».

Να γιατί η Ανάσταση του Χριστού εορτάζεται ως η «εορτή των εορτών και η πανήγυρις των πανηγύρεων». Να γιατί οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί χαίρονται και ευφραίνονται το Πάσχα και για σαράντα μέρες γιορτάζουν και ψάλλουν το Χριστός Ανέστη. Γιατί γνωρίζουν τη σημασία του γεγονότος όχι μόνο για τους ίδιους αλλά για όλο τον κόσμο, ανθρώπους και κτίση. Νικήθηκε η φθορά, ο θάνατος!

Ξέρουμε όμως ότι ο θάνατος έχει ποικίλες μορφές εκτός από το χωρισμό της ψυχής από το σώμα. Είναι οι αποτυχίες στις διαπροσωπικές σχέσεις, οι δοκιμασίες και οι δυσκολίες της ζωής που προκαλούν πόνο, οι απογοητεύσεις από τον εαυτό μας ή τους γύρω μας, η αδυναμία να ζήσουμε όπως επιθυμούμε, τα χρέη και οι εκκρεμότητες που φέρνουν σύγχυση και αγωνία για το αύριο, όπως και πολλά άλλα που η πραγματικότητα της ζωής παρουσιάζει.

Θα μπορούσαμε να πούμε το απλό αυτό συμπέρασμα: αν ο Χριστός νίκησε τον πιο μεγάλο εχθρό μας δεν μπορεί να νικήσει τις δυσκολίες και τα προβλήματά μας; Όμως είναι ανάγκη να τονιστεί ότι ο Χριστός δεν ήλθε να αντικαταστήσει τον εαυτό μας αλλά να τον μεταμορφώσει. Και αυτό, αν θέλει ο καθένας μας ξεχωριστά. Νικά το θάνατο και κάθε μορφή θανάτου που βιώνει ο άνθρωπος, στο σημείο που δεχόμαστε να γίνει «ο Κύριός και Θεός μας», κατά το λόγο του Αποστόλου Θωμά.

Η ένωσή μας με τον Αναστημένο Χριστό φέρνει μέσα μας την προσωπικό ανάσταση.

Η άρση το προσωπικού μας σταυρού οδηγεί στην εμπειρία του Σταυρού του Κυρίου.

Η συσταύρωση με το Χριστό οδηγεί στην ανάσταση μαζί Του. Η τήρηση των εντολών Του, δηλαδή, μας φέρνει τη χαρά της παρουσίας Του.

Στην Εκκλησία, ως το σώμα του Σταυρωθέντος και Αναστάντος Κυρίου, μπορούμε να γευτούμε εμπειρικά τη νίκη του θανάτου, να βιώσουμε το μυστήριο της Ανάστασης κα βιώνοντάς το το κατανοούμε. Τότε η χαρά και η ειρήνη της καρδιάς, ως αποτέλεσμα της ένωσής μας με το νικητή του θανάτου, θα κυριαρχούν στην ύπαρξή μας, βεβαιώνοντας ότι «Ανέστη ο Κύριος όντως» και ότι είναι αλήθεια αυτό που αιώνες η Εκκλησία λέει πάλιν και πολλάκις

Χ Ρ Ι Σ Τ Ο Σ   Α Ν Ε Σ Τ Η!

Α Λ Η Θ Ω Σ   Α Ν Ε Σ Τ Η!

Πηγή: Ησυχαστήριο Αγίας Τριάδος

πηγή:www.dogma.gr

Mια μοναδική ιστορική μελέτη για το Άγιο Φως

Απρ 20189

Άγιο Φως: Μια μοναδική ιστορική μελέτη!

  • 07 Απριλίου 2018
  • φως

Άγιο Φως: μια από τις ιερότερες και σημαντικότερες τελετές της Μεγάλης Εβδομάδας που συντελείται στην Ιερουσαλήμ, κατά το Μεγάλο Σάββατο.

Η ιερή αυτή τελετή, κατά τη διάρκεια της οποίας ο πρώτος ιεράρχης της Σιωνίτιδος Εκκλησίας ή κάποιος άλλος από τους ιεράρχες της δίνει στους πιστούς το άγιο φως που προέρχεται από το Πανάγιο Τάφο, καθιερώθηκε από τους πρώτους αιώνες του χριστιανισμού.

Η ιστορία της τελετής του αγίου φωτός

Η πρώτη αφορμή της τελετής του αγίου φωτός, αν δεν υποθέσουμε πως είναι υπερφυσική, ήταν σίγουρα η συμβολική ανάμνηση και της ανάστασης του Σωτήρα μας και αυτών που έζησαν από κοντά τα γεγονότα.

Από το ιερό Ευαγγέλιο μαθαίνουμε πρώτα ότι κατά τον καιρό της ανάστασης του Κυρίου ο άγγελος που παρουσιάστηκε στις Μυροφόρες και έσπρωξε την πέτρα από την είσοδο του Τάφου, καθόταν πάνω σε αυτήν και έλαμπε ολόκληρος: «Ην δέ η ιδέα αυτού ως αστραπή» (Ματθ. κη’ 3.) (Η εξωτερική του εμφάνιση ήταν σαν αστραπή).

Έπειτα, όταν πάλι ο Πέτρος και ο Ιωάννης ήρθαν στον τάφο, ενώ υπήρχε ακόμα σκοτάδι και δεν ήταν παρών κανένας άγγελος, είδαν τις λωρίδες από σεντόνια που είχαν χρησιμοποιηθεί ως σάβανο και την πετσέτα με την οποία είχαν σκεπάσει το κεφάλι του Κυρίου και πίστεψαν (Ιωάν. κ’.)∙ είδαν όμως αυτά, ενώ υπήρχε ακόμα σκοτάδι, διότι όλος ο Τάφος του Κυρίου ήταν τότε διάχυτος από ουράνιο φως.

Αυτά βέβαια ενέπνευσαν στην τελετουργία της Εκκλησίας μας από τους πρώτους αιώνες,το έθιμο να κρατάμε λαμπάδες κατά τη γιορτή του Πάσχα. Η διαδεδομένη σε όλες τις Ορθόδοξους Εκκλησίες τελετή της διανομής του φωτός από τον εκκλησιαστικό προϊστάμενο στο λαό κατά τη νύχτα της Κυριακής του Πάσχα, είναι αναντίρρητα πάρα πολύ παλιά.

Αυτήν την ανέκαθεν φωταγωγία της Εκκλησίας, σύμβολο της χαράς, της δόξας και του ουράνιου φωτός, μαρτυρούν πολύ παλιά παραδείγματα. Όταν Επίσκοπος της Ιερουσαλήμ ήταν ο Νάρκισσος, το 162, κατά το βράδυ της ανάστασης, στην ίδια την Ιερουσαλήμ, άναψαν όλα τα καντήλια της Εκκλησίας με το θαυματουργό λάδι, όπως αναφέρει ο ιστορικός Ευσέβιος ο Παμφίλου: «Κάποτε, κατά το μεγάλο βράδυ του Πάσχα, λένε ότι είχε εξαντληθεί το λάδι από τους διακόνους. Επειδή, εξαιτίας αυτού, φοβερή απογοήτευση συντάραξε όλο το πλήθος, ο Νάρκισσος διέταξε να ετοιμάσουν τα φώτα, και αφού άντλησε νερό από κάποιο κοντινό πηγάδι, το μετέφερε ο ίδιος. Ενώ έγινε αυτό αμέσως, προσευχόταν και παρακαλούσε με πίστη προς τον Κύριο το νερό να χυθεί στους λύχνους. Αφού έγιναν και αυτά, ενάντια σε κάθε λογική και με παράδοξη και θεϊκή δύναμη μετέβαλε το νερό σε λάδι∙ αυτό διαφυλάχτηκε από τους περισσότερους από τους αδελφούς για μεγάλο χρονικό διάστημα από τότε και σε μας έχει απομείνει ένα μικρό δείγμα από το τότε θαύμα».

Για την τελετή του αγίου φωτός και της μετάδοσής του από τον Πατριάρχη «στους επισκόπους και στον υπόλοιπο λαό, για να φωτίσει με αυτό ο καθένας το σπίτι του» κάνει μνεία και ο Μοναχός Βερνάρδος ο σοφός που επισκέφτηκε την άγια Πόλη το 870 μ.Χ .

Αξιοσημείωτη τυχαίνει να είναι η επιστολή του Νικήτα, βασιλικού κληρικού της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης, σχετικά με την εμφάνιση του φωτός από τον άγιο Τάφο κατά το Μ. Σάββατο. Αυτός επισκέφτηκε την Ιερουσαλήμ το 947, για να προσκυνήσει τους αγίους Τόπους, όταν Πατριάρχης Ιεροσολύμων ήταν ο Χριστόδουλος ο Α'(937-950), φέρνοντάς του δώρα από τον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο τον Πορφυρογέννητο τον Ζ’, όπως γράφει ο ίδιος στην επιστολή προς τον ίδιο τον Αυτοκράτορα. Αυτή η επιστολή έχει ως εξής: «…. Στις 7, λοιπόν, Απριλίου, με την πρόνοια του Θεού, αφού συνάντησα τον αρχιεπίσκοπο της αγίας πόλης Χριστόδουλο, έμεινα μαζί του και είδα τη θεϊκή επιφάνεια της αναστάσιμης ημέρας· και ενώ πλησίαζε το άγιο και μεγάλο Σάββατο, ο διάβολος που φθονεί πάντα τους καλούς δε μας άφησε ήρεμους, αλλά έτσι στεφανωμένος προσέκρουσε στον ακρογωνιαίο λίθο τον Χριστό, όμως ο ίδιος περισσότερο συντρίφτηκε παρά συνέτριψε. Γιατί, κάποιος Αμηράς από το Παγδάτι κατά την πρώτη ώρα του αγίου και μεγάλου Σαββάτου, ενώ βρισκόταν εκεί γύρω, μπήκε γεμάτος θυμό και μανία στον Αμηραίο τόπο στο πραιτώριο· τότε, αμέσως, κάποιοι φοβεροί και σκληροί αγγελιοφόροι ανακοίνωσαν την άφιξή του στον αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο και όδευαν προς το πραιτώριο· όταν, όμως, έφτασε εκεί ο Θεοφιλής και πραγματικά πολύτιμος αρχιεπίσκοπος, ο φοβερός και κατάπληκτος Αμηραίος είπε: «δεν μπορείς, αρχιεπίσκοπε, να τελέσεις τώρα την εορτή, γι’ αυτό έχω έρθει εδώ, γιατί με μαγικό και δόλιο τέχνασμα κάνεις το θαύμα για το οποίο γίνεται πολύς λόγος και έχεις γεμίσει όλη τη Συρία με τη θρησκεία των χριστιανών· και σχεδόν έχεις αποτελειώσει τη Ρωμανία εξαφανίζοντας τα δικά μας ήθη»· ο θεοφιλής τότε αρχιεπίσκοπος, με ήρεμη τη φωνή του απάντησε: «εάν μία φορά, ή και δύο φορές κάνατε προσπάθεια, από αυτά τα έργα δε γίνατε αξιόπιστος αμέτρητες φορές· θα μας φαινόταν πιο ανεκτό να πούμε ότι τάχα αυτό τελείται με κάποιο μαγικό και δόλιο τέχνασμα». Και επειδή πέταξε μπροστά στον προϊστάμενο αρχιεπίσκοπο σίδηρο αντί φυτίλι στο καντήλι που βρισκόταν στον άγιο Τάφο και επειδή είδαμε αυτό να ανάβει ολόκληρο σαν κερί με τη θεϊκή συναίνεση, μέχρι ποιο σημείο επιχειρούμε να θαυμάζουμε το ανήκουστο από τις τυραννίες; Οι γραφείς που στέκονταν εκεί,-έτσι ονομάζονται αυτοί που προσφέρουν υπηρεσίες στον Αμηραίο τόπο και είναι μέτοχοι στη δική μας ακέραιη πίστη, έλεγαν στον μαιοφόνο Αμιρά ¨¨»» «δεν κάνεις καλά που εμποδίζεις τον αρχιεπίσκοπο να τελέσει την εορτή που γίνονταν σύμφωνα με τα ήθη σε αυτόν τον τόπο· γιατί με ποιον τρόπο εισπράττεται το μεγαλύτερο μέρος των δημοσίων φόρων, εάν δεν επιτρέπεται να τελούνται οι καθιερωμένες εορτές εδώ; Και επειδή, εάν εμείνεις σε αυτό το λογισμό, μπορούμε να κάνουμε αναφορά στον πρώτο σύμβουλο της Συρίας, δε θα προξενήσεις στον εαυτό σου κάποια τυχαία αγανάκτηση»· επειδή, λοιπόν, οργίστηκε με τα λεγόμενα, ο δυστυχής αποβλέπει σε άλλο καινούριο τέχνασμα, γεμάτος με θυμό και μανία αφαιρεί με τη βία από τον αρχιεπίσκοπο 7000 χρυσά· και λέει ότι, εάν δεν πάρει τα χρήματα, δε θα επιτρέψει με κάθε τρόπο στον αρχιεπίσκοπο να τελέσει την αγία και καθολική εορτή της Ανάστασης του Χριστού· ο αρχιεπίσκοπος τότε πολύ στεναχωρημένος αναστέναξε βαθιά και εκβίασε τους φονιάδες ότι θα απαλλαγεί ο ίδιος από την παρούσα ζωή με ένα ξίφος, γιατί θεωρούσε ότι ήταν συμφέρον για τον εαυτό του αυτό, ότι δηλαδή θα απαλλασσόταν από την κακία αυτών· ο Θεός, όμως, που επινοεί για αυτούς που βρίσκονται σε δυσκολίες και που δίνει δύναμη στον ασθενή, εξάλειψε αυτήν την σκέψη· γιατί, αφού έδωσαν δύο χιλιάδες (2000) χρυσά οι γραφείς-οι οποίοι μνημονεύτηκαν παραπάνω-εγγυήθηκαν στον αρχιεπίσκοπο να δώσουν τις πέντε χιλιάδες (5000) και έτσι ματαίωσαν το σχέδιο του ασεβούς Αμηραίου.

Ενώ ο αρχιεπίσκοπος πιεζόταν με αυτά στο Πραιτώριο, ο Θεός των αξιοθαύμαστων έργων, με την ακατανόητη και ακαταμάχητη δύναμή του, γέμισε με τρίφωτο θείο φως δύο από τα καντήλια, σε εκείνον τον τόπο που έγινε η Σταύρωση, όπου λέγεται ότι, αφού κατέβασαν το τίμιο Σώμα του Κυρίου και Θεού μας, από το Σταυρό, το έπλυναν· αυτό, λοιπόν, το παράδοξο, μόλις αναγγέλθηκε στο πραιτώριο, αμέσως το πλήθος των χριστιανών και των ασεβών Αγαρηνών, αναμειγμένο, συνέρρεε στην αγία Εκκλησία του Θεού, οι μεν Ορθόδοξοι εξαιτίας του έντονου πόθου τους και της διάπυρης πίστης, οι δε άθεοι Αγαρηνοί με φονική διάθεση και με καταστροφικό φρόνημα, κρατώντας άλλοι μαχαίρια και άλλοι από αυτούς λόγχες, ώστε, εάν ανακαλυφθεί ότι κάποιος από τους χριστιανούς έχει λαμπάδα φωτός, να φονευθεί μέσα στο ναό· ο πάνσοφος, όμως, Αρχιεπίσκοπος μαζί με τους άλλους κληρικούς και τους Αγαρηνούς πήγαινε γρήγορα στον Άγιο Τάφο του Κυρίου και μάλιστα, αφού έριξε από δω και από εκεί μικρές ματιές, επειδή γνώριζε ότι ποτέ ως τότε δεν έβγαινε και εκεί η λάμψη του θείου φωτός, μαζί με τους ασεβείς Αγαρηνούς τον θεϊκό Τάφο ασφάλισε. Και κατά την ανατολή, αφού ύψωσε τα Μωσαϊκά εκείνα χέρια μαζί με το λαό των χριστιανών, ικέτευε για πολύ ώρα τον Θεό όλων. Γύρω στις έξι η ώρα της ημέρας, μόλις παρατήρησε στον θεϊκό Τάφο του Σωτήρα, βλέπει τη θεϊκή φωτοφάνεια (εμφάνιση του φωτός), καθώς η είσοδος της πόρτας δημιουργήθηκε γι’ αυτόν από άγγελο· πήρε, λοιπόν, την ευκαιρία να μεταδώσει το φως στα πολύφωτα στην αγία μεγάλη Εκκλησία του Θεού, καθώς αυτό συνήθιζε να κάνει, και ξαφνικά μπορούσε να δει όλη την Εκκλησία του Θεού γεμάτη με το ανέπαφο θεϊκό φως, ώστε άλλοτε ο ευσεβής λαός να μεταφέρεται στο δεξί μέρος, άλλοτε στο αριστερό, άλλοι στα προπύλαια, άλλοι στον τόπο του Κρανίου και άλλοι στην κρεμάμενη σταυροειδή αλυσίδα, επειδή και εκείνη περικύκλωνε τα καντήλια, και λέγεται για αυτήν ότι το δικό μας κόσμο μνημονεύει και χάρη στο σημείο αυτή είναι κρεμασμένη, ώστε με την απροσδόκητη φωτοφάνεια να εκπλήξει τους πάντες· αλλά όμως, γέμισε με έκπληξη και ντροπή και τους ίδιους τους άθεους Αγαρηνούς· γιατί από την Ανάληψη του Χριστού μέχρι τότε, σε ένα από τα καντήλια που υπάρχουν μέσα στον Άγιο Τάφο λέγεται ότι κάθε χρόνο γεννιόταν η λάμψη του θεϊκού φωτός· όμως, αυτή τη φορά η θεϊκή φωτοχυσία έλαμψε όλη την Εκκλησία, ώστε όλοι με μία φωνή είπαν: «τις Θεός μέγας, ως ο Θεός ημών, συ εί ο Θεός ο ποιών θαυμάσια μόνος»· και ενώ ο ασεβής Αμηραίος ήταν ανάμεσα στους Κατηχουμένους κρατώντας γυμνό ένα λαμπερό ξίφος, έπεσε μπροστά στο ναό και έγινε ένα εξαίσιο και αξιοθαύμαστο θαύμα· το καντήλι που κρεμόταν απέναντι από εκεί που έπεσε ο Αμηραίος, μεγαλύτερο και από μέγεθος κρατήρα, με κάποια οικονομία του Θεού, συνέβη να μείνει άδειο από νερό και λάδι, και αμέσως να γεμίσει με θεϊκό φως, χωρίς να υπάρχει κανένα φυτίλι σε αυτό· ο φονικός και δύστυχος, λοιπόν, Αμηραίος μπροστά σε αυτό το παράδοξο θέαμα έμεινε άναυδος, ώστε φανερά μπροστά σε όλους προτίμησε να βλέπει το χέρι σαν φωτιά και έτσι έγιναν αυτά τα παράδοξα και εξαίσια· αυτό, όμως, το κατά το δρακόντιο σταυρό ήδη παράδοξο που τελέστηκε, ας μη θεωρηθεί από τους πολλούς ότι έχει κάποιο ίχνος ψεύδους, γιατί σε κανέναν άλλον δεν αναθέτω τη δική μου αμαρτωλή συνείδηση, εάν δεν ερευνήσει τα βάθη της λογικής με το ακοίμητο μάτι· εκεί, λοιπόν, από τα δρακόντια που υπήρχαν στο δεξί μέρος της αγίας Εκκλησίας του Θεού, στο σταυρό που είχαν στο πάνω μέρος τους, αφού εμφανίστηκε αστέρι στο μέσο, ακτινοβολούσε σαν τον ήλιο, μετά, όμως, από λίγη ώρα, αφού διαιρέθηκε στα τέσσερα, φάνηκε ψηλά να λάμπει σε σχήμα σταυρού, ώστε όλοι να μαζί να τρέχουν προς αυτόν, και να ανακράζουν νικητήριους ύμνους για τον Θεό που προνοεί για τα δικά μας, αλλά δε νομίζω ότι κάτι τέτοιο είναι φανερό, αλλά ότι η δύναμη της πιστής προς τον Θεό αγίας βασιλείας σου θα καθυποτάξει τον μισητό Ισμαήλ, θα αμαυρώσει, όμως, και τη μιαρή θρησκεία των Αγαρηνών, ακριβώς όπως αυτό έχει ομολογηθεί και από τους βέβηλους και ασεβείς Αγαρηνούς· ο Θεός μέσω του σταυρού έδωσε τη νίκη στον φημισμένο από τους βασιλείς Κωνσταντίνο, αφού δώρισε ομώνυμο και όμοιο σταυρό, αναφέροντας μέσω του αστεριού την αγία βασιλεία σου, ο ίδιος και τώρα καθυπόταξε, ενδυνάμωσε και ενίσχυσε, δέσποτα, την κεφαλή όλου του έθνους, αποκαθιστώντας τη δύναμη της σιδηράς σου βασιλείας».

Ο πιο αμαρτωλός από τους κληρικούς Νικήτας έχω παραδώσει αυτά γραμμένα, κατά το έτος Αδάμ, στυε’. (=947 μ.Χ.).

Ακόμα πιο λεπτομερή και γεμάτη ενδιαφέρον περιγραφή για την τελετή του αγίου φωτός συναντούμε στο Οδοιπορικό του Ρώσου ηγουμένου Δανιήλ, ο οποίος επισκέφτηκε την αγία Γη το 1106-7, όταν η περιοχή ήταν στα χέρια των Σταυροφόρων.

«Εκθέτω, λέει, την αλήθεια, όπως την είδα. Την αγία Παρασκευή σφουγγαρίζουν τον άγιο Τάφο και πλένουν τα καντήλια που βρίσκονται εκεί, έπειτα τα γεμίζουν με καθαρό λάδι, χωρίς νερό, και αφού βάλλουν μέσα σε αυτά τα φυτίλια, τα αφήνουν με αυτόν τον τρόπο προετοιμασμένα· και κατά τη δεύτερη ώρα της νύχτας σφραγίζουν τον Άγιο Τάφο. Τότε σβήνουν όλα τα καντήλια και τα κεριά, όχι μόνο αυτά που είναι μέσα στο ναό, αλλά και τα άλλα που βρίσκονται σε όλες τις Εκκλησίες της Ιερουσαλήμ. Την ίδια μέρα, τη μεγάλη Παρασκευή, κατά την πρώτη ώρα της ημέρας, εγώ ο αμαρτωλός, αφού παρουσιάστηκα μπροστά στον ηγεμόνα Βαλδουίνο, τον προσκύνησα. Ο ηγεμόνας χαρούμενος με πλησίασε και μου είπε: «Τι επιθυμείς, Ρώσε ηγούμενε;» Ο ηγεμόνας όντας αγαθός και καθόλου υπερήφανος με γνώριζε ήδη καλά και με αγαπούσε. Τότε, λοιπόν, απάντησα σε αυτόν: «καλοκάγαθε ηγεμόνα, στο όνομα του Θεού και της αφοσίωσης, την οποία εγώ εξακολουθώ να έχω από τους Ρώσους ηγεμόνες, σε παρακαλώ να εισακούσεις σε αυτήν την παράκλησή μου. Επιθυμώ να βάλλω με το ίδιο μου το χέρι το καντήλι μου στον άγιο Τάφο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού εκ μέρους όλης της Ρωσικής γης, για τους δικούς μας ηγεμόνες και χριστιανούς της Ρωσίας». Στο λόγο αυτό ο ηγεμόνας με ιδιάζουσα καλοκαγαθία μου το επέτρεψε και μου έδωσε τον καλύτερο ακόλουθό του, για να με οδηγήσει στον οικονόμο του Ναού της Αναστάσεως και στον κλειδοφύλακα του αγίου Τάφου. Ο οικονόμος τότε και ο κλειδοφύλακας με διέταξαν να φέρω το καντήλι μου με λάδι, κι εγώ, αφού τους ευχαρίστησα, γεμάτος χαρά έτρεχα στην αγορά· αφού αγόρασα το πιο μεγάλο κρυστάλλινο καντήλι και το γέμισα με καθαρό λάδι, χωρίς νερό, γύρισα το απόγευμα στον άγιο τάφο κρατώντας το. Βρήκα μόνο τον κλειδοφύλακα στο εσωτερικό του μικρού ναού του Αγίου Τάφου (του ιερού Κουβουκλίου). Αυτός, αμέσως μετά τη δική μου παράκληση, άνοιξε τις πύλες και αφού με παρακάλεσε να αφήσω τα σανδάλια μου, με έβαλε μέσα στον Άγιο Τάφο με γυμνά τα πόδια μου και έχοντας στα χέρια το καντήλι. Μου είπε να το αφήσω με τα ίδια μου τα χέρια πάνω στον άγιο Τάφο· το άφησα στο μέρος όπου κείτονταν τα ιερά πόδια του Σωτήρα μας. Το καντήλι των Ελλήνων ήταν τοποθετημένο προς το μέρος του κεφαλιού, ενώ του μοναστηριού του αγίου Σάββα και των υπόλοιπων μονών βρίσκονταν στο μέρος του στήθους. Είναι συνήθεια να βάζουν εδώ καντήλι των Ελλήνων και μεμονωμένα ένα άλλο για το μοναστήρι του αγίου Σάββα… Αφού έβαλα το δικό μας καντήλι πάνω στον άγιο Τάφο, προσκύνησα στη γη μπροστά στον άγιο αυτό τόπο, φίλησα και έβρεξα με τα δάκρυά μου τον ιερό τόπο, όπου το αγιότατο σώμα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού κειτόταν· έπειτα, βγήκα γεμάτος με ανείπωτη χαρά από το εσωτερικό του αγίου Τάφου και κατευθύνθηκα προς το δωμάτιό μου.

Το πρωί του μεγάλου Σαββάτου, κατά την έκτη ώρα της ημέρας, μεγάλο πλήθος λαού μαζεύτηκε μπροστά στο Ναό της Αναστάσεως. Οι κάτοικοι της χώρας, οι περιηγητές και οι προσκυνητές που είχαν έρθει γι αυτό από τη Βαβυλώνα, την Αίγυπτο και την Αντιόχεια και από άλλες χώρες μαζεύτηκαν την ίδια μέρα. Αμέτρητο πλήθος γέμισε την πλατεία γύρω από τον Ναό και τον Γολγοθά· τόσο στριμωγμένοι, όμως, ήταν, που έβλεπε κανείς ανθρώπους να πνίγονται από την πίεση των ανθρώπων, οι οποίοι κρατούσαν στα χέρια τους κεριά σβησμένα και περίμεναν τη στιγμή που θα ανοίξουν οι πόρτες της Εκκλησίας. Στο εσωτερικό της Εκκλησίας βρίσκονταν μόνο ιερείς, περιμένοντας τον ερχομό του ηγεμόνα Βαλδουίνου και της ακολουθίας του. Μόλις φάνηκε αυτός, οι πόρτες της Εκκλησίας άνοιξαν και ο λαός όρμησε τότε όλος μαζί, γεμίζοντας όλη την Εκκλησία και τα διπλανά μέρη, τον Γολγοθά και τον τόπο της σταύρωσης και περισσότερο το μέρος όπου βρίσκεται ο σταυρός του σωτήρα μας. Αυτοί που δεν μπορούσαν να μπουν μέσα στην Εκκλησία στέκονταν έξω. Όλος αυτός ο λαός έλεγε μόνο τις λέξεις «Κύριε ελέησον». Αυτές οι ζωηρές και αδιάκοπες αναφωνήσεις δημιουργούσαν θόρυβο που δονούσε τις γύρω περιοχές… Έτσι στέκονταν οι πιστοί. Οι καρδιές τους ήταν συγκινημένες, τα μάτια τους γεμάτα δάκρυα. Έβλεπε κανείς και τον ηγεμόνα Βαλδουίνο να αισθάνεται συγκίνηση και να κλαίει, ενώ οι ακόλουθοί του περικύκλωναν το αρχικό θυσιαστήριο που βρισκόταν απέναντι ακριβώς από τον άγιο Τάφο (από τη βασιλική κάμαρα, όπως λέγεται σήμερα). Κατά την έβδομη ώρα της ημέρας του μεγάλου Σαββάτου ο ηγεμόνας Βαλδουίνος και οι ακόλουθοί του όδευαν ξυπόλητοι από το σπίτι του προς τον άγιο Τάφο. Προσκάλεσε και από το μετόχι του αγίου Σάββα τον ηγούμενο και τους αδελφούς μοναχούς του, οι οποίοι με όμοιο τρόπο κατευθύνονταν προς τον Τάφο του Κυρίου, μαζί με αυτούς ήμουν και εγώ ο αμαρτωλός. Όλοι βρεθήκαμε μπροστά στον ηγεμόνα και τον χαιρετήσαμε, ο ίδιος χαιρέτησε τον ηγούμενο και τους αδελφούς που ήταν μαζί του και υποχρέωσε τον ηγούμενο του αγίου Σάββα και εμένα τον αμαρτωλό να πλησιάσουμε και να σταθούμε δίπλα σε αυτόν, όπως ακριβώς και κάναμε. Επιπλέον, υποχρέωσε τους υπόλοιπους ηγουμένους και τους άλλους μοναχούς να προηγηθούν, ενώ η συνοδεία του ακολουθούσε την πομπή της τελετής. Φτάσαμε, τέλος, στη δυτική πόρτα του Ναού της Αναστάσεως, αλλά το πλήθος που ήταν μαζεμένο μας εμπόδιζε να μπούμε.

Τότε, λοιπόν, ο ηγεμόνας Βαλδουίνος διέταξε το στράτευμά του να διασκορπίσει το πλήθος και μας άνοιξαν δίοδο ανάμεσα στο πλήθος μέχρι τον άγιο Τάφο και έτσι, αφού μπορέσαμε να περάσουμε, φτάσαμε στην ανατολική πόρτα του αγίου Τάφου. Ο ηγεμόνας μπήκε μαζί μας και κάθισε στο δεξί μέρος, κοντά στον τοίχο που χωρίζει το αρχικό θυσιαστήριο, μπροστά στην ανατολική πόρτα, σε μία ψηλή θέση που προορίζεται για τον ηγεμόνα. Διέταξε, λοιπόν, τον ηγούμενο του αγίου Σάββα να σταθεί μαζί με τους μοναχούς του και τους Ορθόδοξους ιερείς πάνω στον άγιο Τάφο, ενώ εμένα με διέταξε να σταθώ ψηλότερα, επάνω (απέναντι) από τις πόρτες του αγίου Τάφου, μπροστά από το αρχικό θυσιαστήριο, ώστε να μπορώ να βλέπω στην πόρτα του Αγίου Τάφου, του οποίου και οι τρεις πόρτες ήταν σφραγισμένες με τη βασιλική σφραγίδα. Οι Λατίνοι ιερείς βρίσκονταν στο αρχικό θυσιαστήριο. Κατά την όγδοη ώρα της ημέρας οι Ορθόδοξοι ιερείς, οι οποίοι βρίσκονταν πάνω, βέβαια, στον Άγιο Τάφο, άρχισαν την ακολουθία του εσπερινού· μεγάλος αριθμός εκκλησιαστικών και μοναχών βρίσκονταν μαζί τους. Οι Λατίνοι, επίσης, έψαλλαν την ακολουθία σύμφωνα με το δικό τους Τυπικό… Όταν άρχισε η ανάγνωση των Παροιμιών του αγίου Σαββάτου, ο επίσκοπος, ακολουθούμενος από τον διάκονο, άφησε το αρχικό θυσιαστήριο και αφού πλησίασε στις πόρτες του Αγίου Τάφου, παρατήρησε μέσα από τα κάγκελα των θυρών και, αφού δεν είδε φως στον Ἀγιο Τάφο, γύρισε στο θυσιαστήριο. Ενώ γινόταν η ανάγνωση της στ’ Παροιμίας, ο ίδιος ο Επίσκοπος, ακολουθούμενος από τον διάκονο, έρχεται και πάλι, για να δει μέσα από την πόρτα του Αγίου Τάφου, εάν δεν υπάρχει εδώ φως. Όλος ο λαός δακρυσμένος άρχισε να αναφωνεί «Κύριε ελέησον». Αφού πέρασε και η ενάτη ώρα, ο χορός άρχισε να ψάλλει το άσμα της διάβασης της ερυθράς θάλασσας «Άσωμεν τω Κυρίω». Αυτήν την ώρα φαίνεται να έρχεται από την ανατολή μικρό σύννεφο και να στέκεται πάνω από τον υπερυψωμένο Τρούλο της Εκκλησίας, πέφτει βροχή πάνω στον άγιο Τάφο και λάμψη φοβερή και λαμπερή βγαίνει από αυτόν. Τότε ο Επίσκοπος συνοδευόμενος από τέσσερις διακόνους, έρχεται, για να ανοίξει τις πόρτες του αγίου Τάφου και αφού πήρε τα κεριά, τα οποία κρατούσε ο ηγεμόνας Βαλδουίνος, μπήκε στον Άγιο Τάφο και, αφού άναψε πρώτα τα κεριά του ηγεμόνα, βγήκε δίνοντας τα αναμμένα κεριά στον ηγεμόνα Βαλδουίνο, ο οποίος επανήλθε στη θέση του με μεγάλη χαρά και έχοντας τα κεριά στα χέρια.

Εμείς ανάψαμε τα κεριά από τον ηγεμόνα και έπειτα δώσαμε το φως σε αυτούς που βρίσκονταν εκεί και στον λαό. Το άγιο φως μου φάνηκε ότι διέφερε από το συνηθισμένο φως· η λάμψη του είχε κάτι το ιδιαίτερο και η φλόγα του ήταν κόκκινη. Όλος ο λαός κρατώντας τα κεριά στα χέρια, συγκινημένος και γεμάτος χαρά στην όψη του αγίου φωτός, δε σταμάτησε να επαναλαμβάνει «Κύριε ελέησον». …έπειτα άναψαν με το άγιο φως όλα τα καντήλια των Εκκλησιών και τα κεριά και τέλεσαν την ακολουθία του εσπερινού σε αυτές τις Εκκλησίες. Στη μεγάλη Εκκλησία του αγίου Τάφου έμειναν μόνο ιερείς, για να τελέσουν την ακολουθία του εσπερινού, ενώ ο λαός έφυγε. Εμείς επιστρέψαμε στο μοναστήρι μας μαζί με τον ηγούμενο και τους αδελφούς, κρατώντας τα κεριά αναμμένα, όταν τελειώσαμε την ακολουθία. Αφού αναγνώσαμε τις εσπερινές ευχές, ο καθένας αποχώρησε για το δωμάτιό του, δοξάζοντας τον Θεό που μας καταξίωσε να δούμε τη χάρη του»11.

Κατά τον ίδιο τρόπο περιγράφουν την τελετή του αγίου φωτός κατά τον 16ο και 17ο αιώνα και άλλοι Ρώσοι προσκυνητές, ο Ποζνιακώφ και ο Αρσένιος Σουχάνωφ, που επισκέφτηκαν τους Αγίους Τόπους, ο πρώτος το 1582, όταν Πατριάρχης ήταν ο Σωφρόνιος (1579-1608), και ο δεύτερος το 1652, όταν Πατριάρχης ήταν ο Παϊσιος (1645-1661).

Όταν ήταν Πατριάρχης Ιεροσολύμων ο Σωφρόνιος, το 1580, έγινε το εξής παράδοξο θαύμα κατά το Μ. Σάββατο. Το άγιο φως βγήκε δίπλα από την Πύλη του Ναού της Αναστάσεως, αφού ράγισε η κολόνα, κάτι το οποίο φαίνεται και τώρα. Η αιτία ήταν η εξής: Οι Αρμένιοι, κατά την εποχή εκείνη, ήταν εχθρικοί απέναντι στους Ορθοδόξους και υποσχέθηκαν να δώσουν στον ηγεμόνα της Ιερουσαλήμ αρκετά χρήματα, για να εμποδίσει τον Πατριάρχη και τους Ορθοδόξους να μπουν στον Ναό της Αναστάσεως κατά το άγιο και μεγάλο Σάββατο. Ο ηγεμόνας, αφού πήρε τα χρήματα, πρόσταξε και έγινε αυτό (που ήθελαν οι Αρμένιοι). Μπήκαν, λοιπόν, στον Ναό μόνο οι Αρμένιοι χαρούμενοι, ελπίζοντας ότι θα πάρουν το άγιο φως, οι Ορθόδοξοι, όμως, στέκονταν έξω από τον Ναό, στην αυλή, περίλυποι και παρακαλούσαν μαζί με τον Πατριάρχη τον άγιο Θεό, με δάκρυα και συντετριμμένη την καρδιά, να δείξει το έλεος της ευσπλαχνίας (γενναιοψυχίας) του· κι ενώ προσεύχονταν, σχίστηκε η αναφερόμενη παραπάνω ραγισμένη κολόνα και βγήκε από εκεί το άγιο φως. Μόλις είδε αυτό ο Πατριάρχης έτρεξε με μεγάλη προθυμία και ευλάβεια και άναψε τα κεριά που είχε στα χέρια του και μοίρασε το φως στους Ορθοδόξους για να τους αγιάσει. Οι Μωαμεθανοί θυρωροί βλέποντας αυτό το θαύμα άνοιξαν αμέσως την αγία Πόρτα και μπήκε μέσα στον Ναό και ο Πατριάρχης και όλο το πλήθος των Ορθοδόξων ψάλλοντας το «Τίς Θεός μέγας ως ο Θεός ημων» και τέλεσε τη λειτουργία. Εξαιτίας αυτού του θαύματος ένας από τους θυρωρούς του Ναού παραδέχτηκε μεγαλόφωνα τον Χριστό, τον Υιό του Θεού, και πίστεψε σε αυτόν. Οι άλλοι Μωαμεθανοί, μόλις άκουσαν αυτά, θύμωσαν και τον έκαψαν μέσα στην αγία Αυλή και έτσι είχε μαρτυρικό θάνατο16.

Όταν Πατριάρχης ήταν ο Θεοφάνης (1608-1645), και πάλι οι Αρμένιοι προκάλεσαν ταραχές το Πάσχα του 1634 στον Ναό της Αναστάσεως κατά την απουσία του Πατριάρχη στην Κωνσταντινούπολη, έχοντας ως σκοπό να αφαιρέσουν από τους Ορθοδόξους το πρωτείο που είχαν στην τελετή του αγίου φωτός. «Επειδή δεν ήξεραν τι να κάνουν, έγραφε ο Πατριάρχης Θεοφάνης στον Τσάρο της Ρωσίας Μιχαήλ, έκλεισαν τον Άγιο Τάφο με την εξουσία των αλλόθρησκων και δεν επέτρεπαν στους Ορθόδοξους χριστιανούς, σύμφωνα με το παλιό Πασχάλιο, να κάνουν το Μ. Σάββατο την τελετή του αγίου φωτός και να αξιωθούν να δουν αυτό. Έκλαιγαν, τότε, όλοι οι χριστιανοί, αλλά ο δίκαιος Θεός ελέησε αυτούς που ελπίζουν σε αυτόν. Και επειδή οι αλλόθρησκοι φύλαγαν ένοπλοι και οι πόρτες ήταν κλειδωμένες, οι χριστιανοί εκδιώχθηκαν από την Εκκλησία και στέκονταν θλιμμένοι και έκλαιγαν· τότε έγινε σεισμός και το άγιο φως εμφανίστηκε από τον καπνοδόχο της σκεπής του Αγίου Τάφου και φώτισε όλη την Εκκλησία. Οι χριστιανοί με χαρά και δάκρυα κραύγαζαν προς τον Θεό. Βλέποντας οι Αρμένιοι ότι ο Κύριος φανέρωσε το άγιο φως, για να κρύψουν την ατιμία τους, μοίραζαν χρήματα στους αλλόθρησκους, για να μη μιλήσουν για αυτό».

Περιγραφή της σύγχρονης τελετής του αγίου φωτός

Από το πρωί του αγίου και μεγάλου Σαββάτου μέσα στον θεοσέβαστο Ναό της Αναστάσεως, όπως και στον άγιο Τάφο σβήνουν όλες οι λυχνίες, Ορθοδόξων, Λατίνων, Αρμενίων και Κοπτών, από τους διακονητές από το κάθε δόγμα από αυτά που μένουν συνεχώς στον ναό. Έξω από τον Ναό όλοι οι κάτοικοι και οι προσκυνητές της αγίας Πόλης-όλων των χριστιανικών φύλων εκτός από τους Λατίνους- και οι θεατές συρρέουν όλοι μαζί και γεμίζουν τον χώρο της αγίας Αυλής του Ναού, περιμένοντας το άνοιγμα της κλειστής πόρτας του, για να μπουν μέσα σε αυτόν.

Κατά την ώρα 8.30′-9.30′ π.μ., όταν στο Μοναστηριακό Ναό των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης τελείται ο εσπερινός και η λειτουργία του Μ. Σαββάτου, κατά την οποία χοροστατεί ο Πατριάρχης και παρευρίσκονται οι Αρχιεπίσκοποι και τα υπόλοιπα μέλη της Ιεράς Αδελφότητας, ανοίγεται από τους μουσουλμάνους θυρωρούς η πύλη του Παναγιότατου Ναού, με την παρουσία των Δραγουμάνων, και του δικού μας και του Αρμένιου, και των στρατιωτικών αρχών της αγίας πόλης. Και πρώτα μπαίνει η παρατεταγμένη στρατιωτική δύναμη για την τήρηση της τάξης, η οποία τοποθετείται με την καθοδήγηση των Δραγουμάνων και των αξιωματικών της γύρω από το Ιερό Κουβούκλιο και στα κεντρικότερα σημεία του Ναού σχηματίζοντας έτσι διόδους για τα πλήθη. Μετά από αυτήν την τοποθέτηση των στρατιωτών, αφήνεται ελεύθερη η είσοδος για τα πλήθη, τα οποία ως χείμαρρος ακατάπαυστος μπαίνουν στον Ναό και τοποθετούνται στα ιδιαίτερα μέρη που ορίζονται για κάθε δόγμα. Ενώ περνά η ώρα, τα πλήθη αυξάνονται και συνωστίζονται σε τέτοιο βαθμό, ώστε κάθε προσπάθεια μετακίνησης μεταξύ αυτών καθίσταται όχι μόνο δύσκολη, αλλά και επικίνδυνη. Όλα, λοιπόν, τα μέρη του πολύ μεγάλου Ναού, και πάνω και κάτω, και μέσα και έξω γεμίζουν με ευσεβείς προσκυνητές ή περίεργους θεατές, ενώ συγχρόνως άλλα πλήθη μέσω του δικού μας Μοναστηριού, από τις πόρτες των αιθουσών, περνούν και καταλαμβάνουν τις στοές και τις εξοχές των δύο θόλων, και ο ίδιος ο χώρος της αγίας Αυλής και οι αίθουσες του Παναγιότατου Ναού της Αναστάσεως, του Μοναστηριού του Πατριάρχου Αβραάμ, της Εκκλησίας του αγίου Ιακώβου και οποιοσδήποτε εκεί κοντά ελεύθερος χώρος καταλαμβάνεται. Μεταξύ του πλήθους που βρίσκεται μέσα στον Ναό διακρίνονται οι Ορθόδοξοι από την Παλαιστίνη και τη Συρία με τους ιδιαίτερους στίχους, τους οποίους μεγαλόφωνα χτυπώντας τα χέρια απαγγέλλουν ρυθμικά στη δική τους γλώσσα και έχουν το εξής περιεχόμενο: Ο Θεός να δίνει πολλά χρόνια στον Πατριάρχη, ο θεός να στεριώνει το Δέρ-Ρούμ(=Μοναστήρι των Ρωμαίων, δηλαδή το Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο των Ιεροσολύμων), Μία μόνο ορθή πίστη υπάρχει, αυτή των Ορθοδόξων.

Κατά τις 11 π.μ. με την παρουσία των στρατιωτικών αρχών γίνεται επιθεώρηση του ιερού Κουβουκλίου του αγίου Τάφου από τους Δραγουμάνους που αναφέρθηκαν προηγουμένως. Μετά την επιθεώρηση ο δικός μας Δραγουμάνος κλείνει την πόρτα του Κουβουκλίου, έπειτα, αφού πάρει από τον δικό μας φύλακα μοναχό του αγίου Τάφου ταινία λευκή, την περιστρέφει δύο φορές γύρω από το πάνω μέρος των δύο πτυχών της πόρτας, όπου υπάρχουν καρφιά, και την αριστερή άκρη της ταινίας, αφού την διαπεράσει μέσα από το δεξί κρίκο της πόρτας, την δίνει στον δικό μας Αρχιμανδρίτη που στέκεται εκεί, ενώ τη δεξιά τη διαπερνά μέσα από τον αριστερό κρίκο και τη δίνει στον Αρμένιο Αρχιμανδρίτη. Έτσι, με την ταινία σχηματίζεται ένας σταυρός και στο κέντρο αυτού ο Δραγουμάνος βάζει μαλακό κερί, το οποίο παίρνει από τον ίδιο τον Μοναχό προσέχοντας να το προσαρμόσει και στις δύο μεριές της πόρτας του Ιερού Κουβουκλίου· έπειτα, φωνάζει τον μουσουλμάνο θυρωρό του Ναού της Αναστάσεως που βρίσκεται εκεί να έρθει, ο οποίος, σύμφωνα με το αρχαίο έθιμο, σφραγίζει τέσσερις φορές πάνω στο κερί και στην ταινία με τη σφραγίδα του, ως ανάμνηση της σφραγίσεως από τη φρουρά,, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο: «Οι δέ πορευθέντες ησφαλίσατο τόν Τάφον, σφραγίσαντες τόν λίθον μετά της κουστωδίας» (Ματ. κζ’ 66) (=και εκείνοι πήγαν και ασφάλισαν τον Τάφο, έβαλαν δηλαδή σφραγίδες στο λίθο που έκλεινε το μνημείο και τοποθέτησαν φρουρά). Πλέον, όλα τα μέρη του Ναού είναι γεμάτα κόσμο, καθώς και τα απέναντι υπερυψωμένα μέρη του Ιερού Κουβουκλίου του αγίου Τάφου, τα δεξιά από τους ανώτερους κυβερνητικούς υπαλλήλους, τα αριστερά από την Ελληνική αντιπροσωπεία και άλλα επίσημα πρόσωπα.

Κατά τη δωδεκάτη της ημέρας ο Πατριάρχης ή, αν λείπει, ο Επίτροπος που τον αντιπροσωπεύει, ενώ χτυπάει πένθιμα η μεγάλη καμπάνα του Ναού, κατεβαίνει από το Πατριαρχείο μαζί με όλο τον κλήρο από τη σκάλα του αγίου Ιακώβου στον ναό της Αναστάσεως και μπαίνουν όλοι από τη νότια πύλη του Καθολικού στο άγιο Βήμα. Μετά από λίγη ώρα έρχονται προς τον Πατριάρχη μας και ασπάζονται το δεξί του χέρι τέσσερις κληρικοί από τους Αρμένιους, δύο από τους Κόπτες και δύο από τους Σύριους, παίρνοντας, όπως λέμε, ευλογία για να συμμετέχουν στην τελετή. Αυτή η εθιμοτυπία βασίζεται σε ρητές διατάξεις που ορίζουν για μας οι Σουλτάνοι, ως ένδειξη ότι έχουμε τα πρωτεία στον Παναγιότατο Τάφο, σύμφωνα με τα προνόμια που χορήγησε ο Ομάρ Χαττάπ και οι διάδοχοί του στο Γένος των Ορθοδόξων Ρωμαίων. Μετά την αποχώρηση των Αρμενίων και των υπόλοιπων αλλόθρησκων κληρικών, για τους οποίους έγινε αναφορά παραπάνω, οι δικοί μας ιερείς και διάκονοι που επρόκειτο να συμμετάσχουν στη λιτανεία, παίρνουν την ευκαιρία και ντύνονται όλοι με λευκές στολές, συγχρόνως βάζει και ο Πατριάρχης στο σκευοφυλάκειο όλη την αρχιερατική του στολή. Ταυτόχρονα, η λυχνία, η οποία χρησιμοποιείται στην ιερή τελετή, μεταφέρεται με πομπή από το κελί-στο οποίο φυλάσσεται, κοντά στην αγία Αποκαθήλωση-από τον δικό μας Σκευοφύλακα του Ναού της Αναστάσεως, ενώ προπορεύονται της πομπής ο Δραγουμάνος και ένας Αρχιερέας, προς το άγιο Κουβούκλιο από τον πιο σύντομο δρόμο, δηλαδή μέσω της περιοχής που βρίσκεται μεταξύ της αγίας Αποκαθήλωσης και του αγίου Κουβουκλίου. Μόλις αυτοί φτάσουν, ο Δραγουμάνος ξεκλειδώνει την πόρτα του Κουβουκλίου και μπαίνει μέσα μόνο ο δικός μας Σκευοφύλακας, αυτός που κρατάει την ιερή λυχνία, την οποία και τοποθετεί πάνω στον άγιο Τάφο. Αμέσως μόλις αυτός βγει, σφραγίζεται και πάλι η πόρτα του Κουβουκλίου, αφού τη δέσουν με τους δύο κρίκους της ταινίας, της οποίας τα άκρα παίρνουν τότε οι δύο Αρχιερείς που βρίσκονται εκεί, ο δικός μας και ο Αρμένιος, αντικαθιστώντας τους δύο Αρχιμανδρίτες που αναφέραμε προηγουμένως. Πριν, όμως, γίνουν όλα αυτά, η στρατιωτική αρχή παίρνει θέση μπροστά στην είσοδο του αγίου Κουβουκλίου προς το βόρειο μέρος. Η αστυνομία σχηματίζει μία ζώνη και ανοίγει δίοδο από το άγιο Βήμα του Καθολικού μέχρι το ιερό Κουβούκλιο και γύρω από αυτό λόγω της λιτανείας που θα γίνει. Σε κανέναν δεν επιτρέπεται να μπει στη δίοδο που έχει ανοιχτεί, εκτός από τους αξιωματικούς της τάξης, των κληρικών που έχουν παραταχθεί για τη λιτανεία και των αξιωματούχων των Πατριαρχείων. Οι αντιπρόσωποι των Κοπτών και των Συρίων, αυτοί που ορίστηκαν να παραλάβουν το άγιο φως από τον Πατριάρχη, μένουν έξω από τη σχηματιζόμενη ζώνη.

Στις 12.30′ ξεκινάει η λιτανεία από το άγιο Βήμα του Καθολικού ως εξής: Στην αρχή της πομπής είναι τα εκκλησιαστικά λάβαρα (κοινώς μπαϊράκια) που τα κρατούν, σύμφωνα με την παλιά συνήθεια, αρχηγοί αρχαίων Ορθόδοξων οικογενειών της Ιερουσαλήμ, ακολουθούν οι χοροί των ψαλτών, οι ντυμένοι ιερείς και τέσσερις διάκονοι-εκ των οποίων οι δύο κρατούν από ένα πυρσό (δαυλό) αργυρό, ενώ οι άλλοι δύο διάκονοι από μία δεσμίδα αποτελούμενη από 33 κεριά- τελευταίος όλων έρχεται ο Πατριάρχης που κρατάει την ποιμαντορική ράβδο. Αφού ευλογήσει ο Πατριάρχης από την αγία είσοδο της ωραίας Πύλης του Καθολικού, ξεκινάει η πομπή κατευθυνόμενη προς το Κουβούκλιο του Παναγίου Τάφου, όταν ξαφνικά στο μέσο του γενικού θορύβου στον Ναό και της αναμεμειγμένης βοής ακούγεται η γλυκιά και πολυπόθητη μελωδία των ψαλτών μας, οι οποίοι ψάλλουν το γνωστό τροπάριο «Τήν Ανάστασίν Σου, Χριστέ Σωτήρ, άγγελοι υμνουσιν εν ουρανοις καί ημας τους επί γης καταξίωσον εν καθαρα καρδία Σε δοξάζειν» (Την Ανάστασή Σου, Χριστέ Σωτήρα, άγγελοι υμνούν στους ουρανούς και καταξίωσε εμάς που είμαστε στη γη με καθαρή καρδιά να Σε δοξάσουμε)· ο ιερός κλήρος γυρίζει τρεις φορές γύρω από το άγιο Κουβούκλιο, ενώ κατά την τρίτη φορά ο χορός ψάλλει το «Φώς ιλαρόν» μελωδικά. Αφού γίνεται και η Τρίτη στροφή, οι κληρικοί που κρατάνε τα λάβαρα επιστρέφουν στο άγιο Βήμα και βγάζουν τις ιερατικές στολές, ενώ ο Πατριάρχης παίρνει από τους Αρμένιους τον κληρικό που έχει οριστεί, για να μπει μέσα στο άγιο Κουβούκλιο, και μαζί με αυτόν έρχεται μπροστά στο άγιο Κουβούκλιο. Απέναντι από την πόρτα του αγίου Κουβουκλίου (ο Πατριάρχης) βγάζει τη μίτρα, τα εγκόλπια, το μέγα ωμοφόριο, τον αρχιερατικό σάκκο και το επιγονάτιο με τη βοήθεια των διακόνων, οι οποίοι στη συνέχεια δένουν γύρω από τα επιμάνικα, τα οποία φοράει ο Πατριάρχης, λευκά μαντίλια. Τότε ο δικός μας Δραγουμάνος αφαιρεί την ταινία και ανοίγει την πόρτα του αγίου Κουβουκλίου. Ο πατριάρχης, αφού πάρει από τους διακόνους τους δύο πυρσούς και τρεις δεσμίδες κεριών μπαίνει μέσα στο Κουβούκλιο, όπου τον ακολουθεί μόνο ο Αρμένιος κληρικός, φορώντας και αυτός μόνο την εσωτερική ιερατική στολή και κρατώντας δύο μεταλλικούς πυρσούς19. Η πόρτα του αγίου Κουβουκλίου κλείνεται πάλι και ο Πατριάρχης μπαίνει στον Τάφο, ενώ ο Αρμένιος μένει στον προθάλαμο αυτού. Ο Πατριάρχης, αφού γονατίσει, με φόβο και κατάνυξη διαβάζει την παρακάτω ευχή:

«Δέσποτα Κύριε Ιησού Χριστέ, η αρχίφωτος σοφία του ανάρχου Πατρός. Ο φως οικών απρόσιτον, ο ειπών εν σκότους φως λάμψαι, ο ειπών γενηθήτω φως και εγένετο φως, Κύριε, ο του φωτός χορηγός, ο εξαγαγών ημάς από του σκότους της πλάνης και εισαγαγών εις το θαυμαστόν φως της σης επιγνώσεως, ο την γην μεν πάσαν δια της εν αυτή ενσάρκου παρουσίας σου, τα καταχθόνια δε της εις Άδην καταβάσεως σου φωτός πληρώσας και χαράς, μετά δε ταύτα δια των αγίων σου αποστόλων φως καταγγείλας πάσι τους έθνεσιν. Ευχαριστούμεν σοι, ότι δια της ευσεβούς πίστεως μετήγαγες ημάς από του σκότους εις φως και γεγόναμεν υιοί δια του αγίου βαπτίσματος, θεασάμενοι την δόξαν σου πλήρη ούσαν χάριτος και αληθείας, αλλ’ ω φωτοπάροχε Κύριε, ο το μέγα φως ων, ο ειπών, ο λαός ο καθήμενος εν σκότει. Δέσποτα Κύριε, το φως το αληθινόν, ο φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον, το μόνον φως του κόσμου και φως της ζωής των ανθρώπων, ου από της δόξης επληρώθη τα σύμπαντα, ότι φως εις τον κόσμον ελήλυθας δια της ενσάρκου σου οικονομίας, ει και οι άνθρωποι ηγάπησαν μάλλον το σκότο ή το φως, συ Κύριε φωτοδότα, επάκουσον ημών των αμαρτωλών και αναξίων δούλων σου των την ώρα ταύτη παρισταμένων τω παναγίω σου και φωτοφόρω τούτω τάφω και πρόσδεξαι ημάς τιμώντας τα άχραντα πάθη σου, την παναγίαν σου σταύρωσιν, τον εκούσιον θάνατον και την εν τω πανσεβάστω τούτω μνήματι του τεθεωμένου σου σώματος κατάθεσιν και ταφήν και τριήμερον εξανάστασιν, ήν χαρμονικώς ήση αρξάμενοι εορτάζειν μνείαν ποιούμεθα και της εν Άδου καθόδου σου, δι’ ης τας εκείσε των δικαίων κατέχομενας ψυχάς δεσποτικώς ηλευθέρωσας τη αστραπή της σης θεότητος, φωτός πληρώσας τα καταχθόνια. ¨οθεν δη αγαλλόμενη καρδία και χαρά πνευματική κατά τούτο το υπερευλογημένον Σάββατον τα εν γη και υπό γην θεοπρεπώς τελεσθέντα σοι σωτηριοδέστατα μυστήρια σου εορτάζοντες και σε το όντως ιλαρόν και εφετόν φως εν τοις καταχθονίοις θεϊκώς επίλαμψαν, εκ τάφου δε θεοπρεπώς αναλάμψαν αναμιμνησκόμενοι, φωτοφάνειαν ποιούμεθα σου την προς ημάς συμπαθώς γενομένην θεοφάνειαν εικονίζοντες, επιδή γαρ τη σωτηρίω και φωταυγεί νυκτί πάντα πεπλήρωται φωτός ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια δια το υπερφυές μυστήριον της εν Άδου καθόδου σου και της εκ Τάφου σου τριημέρου αναστάσεως. Δια τούτο εκ του επί τούτον τον φωτοφόρον σου Τάφον ενδελεχώς και αειφώτως εκκαιομένου φωτός ευλαβώς λαμβάνοντες διαδιδόαμεν τοις πιστεύουσιν εις σε το αληθινόν φως και παρακαλούμεν και δεόμεθά σου, Πανάγιε Δέσποτα, όπως αναδείξης αυτό αγιασμού δώρον και πάσης θεϊκής σου χάριτος πεπληρωμένον δια της χάριτος του Παναγίου και φωτοφόρου Τάφου σου και τους απτομένους ευλαβώς αυτού ευλογήσης και αγιάσης, του σκότους των παθών ελευθερών και των φωτεινοτάτων σου σκηνών καταξιώσης, όπου φως το ανέσπερον της σης θεότητος λάμπει, χάρισαι αυτοίς, Κύριε, υγιείαν και ευζωΐαν και τους οίκους αυτών παντός αγαθού πλήρωσον.

Ναι, Δέσποτα φωτοπάροχε, επάκουσον μου του αμαρτωλού εν τη ώρα ταύτη και σος ημίν τε και αυτοίς περιπατείν εν τω φωτί σου και εν αυτώ μένειν, έως το φως της προσκαίρου ζωής έχομεν. Δος ημίν, Κύριε, ίνα το φως της προσκαίρου ζωής ταύτης έχωμεν. Δος ημίν, Κύριε, ίνα το φως των καλών έργων ημών λάμπη έμπροσθεν των ανθρώπων και δοξάζωσι σε συν τω αναρχώ σου Πατρί και τω Παναγίω Πνεύματι. Εις φως γαρ εθνών ημάς τέθεικας, ίνα αυτοίς τη σκοτία περιπατούσι φαίνωμεν. Αλλ’ ημείς ηγαπήσαμεν το σκότος μάλλον ή το φως φαύλα πράσσοντες. Πας γαρ ο φαύλα πράσσων μισεί το φως κατά τον αψευδή λόγον σου, δια τούτο οσήμεραι προσκοπτόμεν αμαρτάνοντες, επειδή περιπατούμεν εν τη σκοτία. Αλλ’ αξίωσον ημάς το υπόλοιπον της ζωής ημών βιωτεύσαι πεφωτισμένους τους οφθαλμούς της διανοίας ημών. Δος ημίν, ίνα ως τέκνα φωτός περιπατήσωμεν εν τω φωτί των εντολών σου, το του αγίου βαπτίσματος φωτεινόν ένδυμα, υπέρ δια των έργων ημαυρώσαμεν, λεύκανον ως το φως, ο αναβαλλόμενος το φως ώσπερ ιμάτιον. Δος ημίν ενδύσασθαι τα όπλα του φωτός, ίνα δι’ αυτών τον άρχοντα του σκότους τροπούμεθα, ως μετασχηματίζεται εις άγγελον φωτός. Ναι, Κύριε, και ως εν ταύτη τη ημέρα τοις εν σκότει και σκιά θανάτου καθημένοις φως έλαμψας, ούτω σήμερον λάμψον εν ταις καρδίαις ημών το σον ακήρατον φως, ίνα δια τούτου φωτιζόμενοι και θερμαινόμενοι εν τη πίστει δοξάζομεν σε το μόνον εκ μόνου του αρχιφώτου φωτός ιλαρόν φως εις τους ατελεύτητους αιώνας. Αμήν».

Κατά την ώρα που ο Πατριάρχης διαβάζει αυτήν την ευχή, βαθιά σιγή διαδέχεται τις δυνατές κραυγές που σείουν τις αχανείς διαστάσεις μπροστά στο μικρό Ναό· μυστική αγωνία καταλαμβάνει από τη μια μεριά ως την άλλη τα πλήθη και αμέσως σταματάει ο θορυβώδης και ταραχώδης εκείνος χείμαρρος· όλοι εκείνη τη στιγμή έχοντας το μυαλό τους στον Ύψιστο και περιμένοντας το έλεος, τον παρακαλούν να έρθει σε αυτούς η θεία χάρη του παναγίου φωτός. Μετά το τέλος της ευχής ο Πατριάρχης με κάθε ευλάβεια ασπάζεται τον άγιο Τάφο και παίρνει το άγιο φως, το οποίο βέβαια, αφού πάει στον προθάλαμο, δίνει πρώτα στον Αρμένιο κληρικό που βρίσκεται εκεί, συγχρόνως όμως ο Πατριάρχης από το βόρειο άνοιγμα του Κουβουκλίου και ο Αρμένιος από το νότιο παραδίδουν τους πυρσούς αναμμένους πλέον σε αυτούς που είχαν παραταχθεί εκεί από πριν και στους ιερείς και τους λαϊκούς που περιμένουν έξω από τις πόρτες. Την εμφάνιση του αγίου φωτός χαιρετούν οι ήχοι των βαρύγδουπων καμπάνων του Ναού και των σημάντρων και τυμπάνων του· ακούγεται ανάμεικτη βοή, ιαχή θεσπέσια που φτάνει ως τον ουρανό και συγκινεί τους πάντες μέχρι δακρύων· ο καθένας αισθάνεται χαρά και αγαλλίαση. Πόσο ζωηρή και αξιοθέατη είναι εκείνη η στιγμή στους θεατές! Στα πρόσωπα όλων ζωγραφίζεται ανέκφραστη αγαλλίαση, δάκρυα χαράς βρέχουν τα μάγουλά τους και σκέφτονται ότι πράγματι είναι θεατές ευσεβούς και ιερής τελετής, την οποία ποθούσαν να δουν από την παιδική τους ηλικία. Η θέα της μυστηριώδους αυτής μεταβολής τόσων καρδιών είναι αδύνατον να μη συγκινήσει και τον ψυχρότερο από τους θεατές. Ο πρεσβύτερος της Ιερουσαλήμ που βρίσκεται στο βόρειο άνοιγμα του Κουβουκλίου, αφού πάρει το άγιο φως από τον Πατριάρχη μέσα σε αργυρό πυρσό, το μεταφέρει τρέχοντας στο άγιο Βήμα από τη Βόρεια πύλη του Καθολικού και το παραδίδει στον Σκευοφύλακα του Ναού που βρίσκεται στην παραπρόθεση του δεξιού μέρους , ο οποίος το παραδίδει σε αυτούς που βρίσκονται στο άγιο Βήμα. Αμέσως το άγιο φως διαδίδεται σε όλα τα μέρη του Ναού, πάνω και κάτω και στην πιο μακρινή γωνιά του. Ο Ναός που πριν από λίγο δεν είχε κανένα φως μεταμορφώνεται σε θάλασσα φωτός φωτιζόμενος αμέσως από 30000 περίπου φώτα. Έπειτα ανοίγεται η πόρτα του αγίου Κουβουκλίου από τον δικό μας Αρχιερέα που αναφέραμε προηγουμένως, όταν ο Πατριάρχης από μέσα τη χτυπήσει. Αμέσως μπαίνουν στο Κουβούκλιο ένας Κόπτης και ένας Σύριος από αυτούς που πήραν σε προηγούμενη φορά και παίρνουν το άγιο φως από τον Πατριάρχη. Αφού περιοριστεί ο θόρυβος, ο Πατριάρχης βγαίνει πρώτος από το ιερό Κουβούκλιο κρατώντας τρεις δεσμίδες κεριά, εκ των οποίων τη μια τη δίνει στον Διοικητή της Πόλης που στέκεται κοντά στην πόρτα του Κουβουκλίου, και, ενώ τον κρατάνε οι κυβερνητικοί υπάλληλοι και ο Δραγουμάνος, διασχίζει γρήγορα το συνωστισμένο πλήθος και φτάνει στο άγιο Βήμα, όπου δίνει το άγιο φως. Μετά την έξοδο του Πατριάρχη από το άγιο Κουβούκλιο, βγαίνουν από εκεί ο Αρμένιος κληρικός και ο Σύριος και μεταφέρουν το φως στους ομοεθνείς τους, ενώ μπαίνουν οι καντηλανάφτες των τριών εθνών και ανάβουν τα καντήλια τους μέσα και έξω από τον άγιο Τάφο. Ταυτόχρονα ο δικός μας Αρχιερέας σηκώνει την αναμμένη ιερή λυχνία από τον Πανάγιο Τάφο και τη μεταφέρει αμέσως από το άγιο Κουβούκλιο στο άγιο Βήμα του δικού μας Καθολικού. Αφήνεται, λοιπόν, ελεύθερο το άγιο Κουβούκλιο στους Αρμένιους, στους Κόπτες και στους Σύριους για τη λιτανεία τους, την οποία όλοι μαζί κάνουν γύρω από τον Τάφο του Κυρίου, δοξάζοντας και αυτοί τον νικητή του θανάτου.

Αμέσως μετά την τελετή ο Πατριάρχης γυρίζει στη θέση του με τη συνηθισμένη παράταξη. Την τελετή του αγίου φωτός επισφραγίζει στη συνέχεια η τέλεση της θείας λειτουργίας του Μ. Σαββάτου στο Καθολικό του Ναού της Αναστάσεως. Τα πλήθη των προσκυνητών αμέσως βγαίνουν από τον Ναό και διασκορπίζονται κρατώντας στα χέρια αναμμένα κεριά. Αυτοί που έχουν σταλεί από τα περίχωρα της Ιερουσαλήμ, αφού πάρουν το άγιο φως με πυρσούς, το μεταφέρουν βιαστικά στις πόλεις και στα χωριά και στα Μοναστήρια, όπου οι κάτοικοι τους δέχονται με θρησκευτική ευλάβεια και κραυγές. Από αυτή τη στιγμή όλα τα φώτα που ήταν πριν σβησμένα στις Εκκλησίες της Ιερουσαλήμ και των περιχώρων ανάβουν.

Αυτή τυχαίνει να είναι η σεβάσμια και υψηλή τελετή του αγίου φωτός εξαιτίας της παλαιότητάς της, η οποία στην ιστορία του θρησκευτικού βίου των Ορθοδόξων λαών της Ανατολής κατέχει πάρα πολύ σπουδαία θέση.

Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου

πηγή:www.dogma.gr

 

 

“Η Mεγάλη Tετάρτη και η δραματική κορύφωση του Θείου Πάθους”

Απρ 20185

Μεγάλη Τετάρτη: Μετάνοια αμαρτωλής πόρνης και μυστήριο Ιερού Ευχελαίου

  • 04 Απριλίου 2018

Μεγάλη Τετάρτη

Η Μεγάλη Τετάρτη είναι το μέσον της Μεγάλης Εβδομάδας και το Θείο Πάθος βαίνει προς την δραματική κορύφωσή του. Είναι αφιερωμένη στη μνήμη της αμαρτωλής γυναίκας (Λουκ. 7,47), που μετανόησε, πίστεψε στο ν Ιησού Χριστό και άλειψε τα πόδια Του με μύρο και συγχωρήθηκε για τα αμαρτήματα της.

Η τιμή του μύρου ήταν γύρω στα τριακόσια δηνάρια και γι’ αυτό οι μαθητές την επέκριναν και περισσότερο απ’ όλους ο Ιούδας. Ο Χριστός την υπερασπίσθηκε, λέγοντας στους μαθητές «εμένα θα με έχετε για λίγο ακόμα κοντά σας, τους φτωχούς θα τους βοηθάτε καθ΄όλη τη διάρκεια της ζωής σας». Ο Ιούδας αποχώρησε και πήγε στους αρχιερείς, με τους οποίους διαπραγματεύτηκε την παράδοση Του Ιησού έναντι 30 αργυρίων. Η υμνογραφική παράδοση συγκρίνει την μετάνοια της γυναίκας αυτής με την προδοσία του Ιούδα και παραλληλίζει τις δύο ψυχικές καταστάσεις. Η πόρνη ελευθερώνεται από την αμαρτία και μετανοεί, ενώ ο Ιούδας απομακρυνεται απο το Θεό. Την Μεγάλη Τετάρτη το πρωί τελείται η Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία και το απόγευμα ή το βράδυ το Μυστήριο του Ιερού Ευχελαίου, όπου διαβάζονται τα επτά Ευαγγέλια και επτά ευχές για να ευλογήσει λάδι που το χρησιμοποιούμε για τη θεραπεία ψυχικών και σωματικών ασθενειών. Μετά την ακολουθία του Ευχελαίου ο ιερέας σταυρώνει τους πιστούς με λάδι στο μέτωπο, τα μάγουλα, το πρόσωπο και τα χέρια. Στη συνέχεια πραγματοποιείται η τελετή του Νιπτήρος που είναι ο Όρθρος της Μεγάλης Πέμπτης που αναφέρεται σε τέσσερα γεγονότα. Τον Ιερό Νιπτήρα, το πλύσιμο δηλαδή των ποδιών των μαθητών από τον Ιησού Χριστό, τον Μυστικό Δείπνο, την Προσευχή Του Κυρίου στο Όρος των Ελαιών και την προδοσία του Ιούδα, δηλαδή την αρχή των Παθών Του.

πηγή:www.dogma.gr

 

 

H Yμνογράφος και μοναχή Κασσιανή

Απρ 20183

Μεγάλη Τρίτη: Ποια ήταν η Κασσιανή και ποια η αμαρτωλή γυναίκα των τροπαρίων

  • 03 Απριλίου 2018

κασσιανή

Η Οσία Κασσιανή ή Κασσία ή Ικασία ή Εικασία, η Υμνογράφος γεννήθηκε μεταξύ του 805 και του 810 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη και έζησε στα χρόνια του βασιλιά Θεοφίλου (829 -842 μ.Χ.).

Η Κασσιανή, όταν μεγάλωσε συνδύαζε τη σωματική ομορφιά με την εξυπνάδα της. Τρεις βυζαντινοί χρονικογράφοι, ο Συμεών ο μεταφραστής, ο Γεώργιος Αμαρτωλός και ο Λέων ο Γραμματικός, αναφέρουν ότι έλαβε μέρος στην τελετή επιλογή νύφης για τον αυτοκράτορα Θεόφιλο, την οποία είχε οργανώσει η μητριά του Ευφροσύνη. Σε αυτή ο αυτοκράτορας επέλεγε τη σύζυγο της αρεσκείας του δίνοντας της ένα χρυσό μήλο. Θαμπωμένος από την ομορφιά της Κασσίας, ο νεαρός αυτοκράτορας την πλησίασε και της είπε: «Ως άρα δια γυναικός ερρύη τα φαύλα» «Από μία γυναίκα ήρθαν στον κόσμο τα κακά [πράγματα]», αναφερόμενος στην αμαρτία και τις συμφορές που προέκυψαν από την Εύα. Η Κασσία, ετοιμόλογη, του απάντησε: «Αλλά και δια γυναικός πηγάζει τα κρείττονα» «Και από μία γυναίκα [ήρθαν στον κόσμο] τα καλά [πράγματα]», αναφερόμενη στην ελπίδα της σωτηρίας από την ενσάρκωση του Χριστού μέσω της Παναγίας. Με βάση την παράδοση ο ακριβής διάλογος ήταν:

– Εκ γυναικός τα χείρω.
– Kαι εκ γυναικός τα κρείττω.

Ο εγωισμός του Θεόφιλου τραυματίστηκε με αποτέλεσμα να απορρίψει την Κασσιανή και να επιλέξει τη Θεοδώρα για σύζυγό του.

Οι επόμενες πληροφορίες που σώζονται για την Κασσιανή είναι ότι το 843 μ.Χ. ίδρυσε ένα κοινόβιο στα δυτικά της Κωνσταντινούπολης, κοντά στα τείχη της πόλης, του οποίου έγινε και η πρώτη ηγουμένη. Αν και πολλοί ερευνητές αποδίδουν την επιλογή της αυτή στην αποτυχία της να γίνει αυτοκράτειρα, μία επιστολή του Θεόδωρου του Στουδίτου αποδίδει διαφορετικά κίνητρα στην ενέργεια της αυτή. Διατηρούσε στενή σχέση με τη γειτονική Μονή Στουδίου, η οποία έμελλε να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην επανέκδοση βυζαντινών λειτουργικών βιβλίων τον 9ο και το 10ο αιώνα μ.Χ., με αποτέλεσμα τη διάσωση των έργων της (Kurt Sherry, σελ. 56).

Με βάση την παράδοση ο αυτοκράτορας Θεόφιλος, συνεχίζοντας να είναι ερωτευμένος μαζί της, επιθυμούσε να την δει για μία τελευταία φορά πριν πεθάνει κι έτσι πήγε στο μοναστήρι όπου βρισκόταν. Η Κασσιανή ήταν μόνη στο κελί της γράφοντας το γνωστό τροπάριο της, που ψάλλεται στις Εκκλησίες το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης, όταν αντιλήφθηκε την άφιξη της αυτοκρατορικής ακολουθίας. Τον αγαπούσε ακόμη αλλά πλέον είχε αφιερώσει τη ζωή της στο Θεό γι αυτό και κρύφτηκε, μη επιθυμώντας να αφήσει το παλιό της πάθος να ξεπεράσει το μοναστικό της ζήλο. Άφησε όμως το μισοτελειωμένο ύμνο πάνω σε ένα τραπέζι. Ο Θεόφιλος ανακάλυψε το κελί της και μπήκε σε αυτό ολομόναχος. Την αναζήτησε αλλά μάταια. Εκείνη τον παρακολουθούσε μέσα από μία ντουλάπα στην οποία είχε κρυφτεί. Ο Θεόφιλος στενοχωρήθηκε, έκλαψε και μετάνιωσε που για μία στιγμή υπερηφάνειας έχασε μία τόσο όμορφη και έξυπνη γυναίκα. Στη συνέχεια βρήκε τα χειρόγραφα της Κασσιανής επάνω στο τραπέζι και τα διάβασε. Μόλις ολοκλήρωσε την ανάγνωση κάθισε και πρόσθεσε ένα στίχο στον ύμνο. Σύμφωνα με την παράδοση ο στίχος αυτός ήταν «ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν, κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη». Φεύγοντας εντόπισε την Κασσιανή που κρυβόταν στην ντουλάπα αλλά δεν της μίλησε, σεβόμενος την επιθυμία της. Η Κασσιανή βγήκε από την κρυψώνα της μετά την αναχώρηση του αυτοκράτορα, διάβασε την προσθήκη του και στη συνέχεια ολοκλήρωσε τον ύμνο.

Η μεγάλη αυτή ποιήτρια, υμνογράφος και μελωδός της εκκλησίας μας, η Αγία Κασσιανή, ταξίδεψε στην Ιταλία και την Κρήτη και κατέληξε στην Κάσο ετελείωσε η επίγεια ζωή της. Μετά το θάνατό της, τοποθέτησαν το σώμα της σε μαρμάρινη λάρνακα και την έβαλαν σε παρεκκλήσιο, που ήταν αφιερωμένο στο όνομά της. Σώζεται σήμερα η λάρνακα και το βυζαντινό ψηφιδωτό του 9ου αιώνα μ.Χ. Επίσης στο εκκλησάκι υπάρχει εντοιχισμένη πλάκα με σημείο του σταυρού και χρονολογία 890 μ.Χ. Κατά πληροφορίες, πάλι από την Κάσσο, τα οστά της Οσίας έχουν μεταφερθεί στην Ικαρία.

Παρόλο που την μνήμη της δεν την αναφέρει κανένας Συναξαριστής, οι Κάσιοι, από τη συγγένεια του ονόματος της με το νησί τους, καθιέρωσαν τη μνήμη αυτής την 7η Σεπτεμβρίου και ο Γεώργιος Σασσός ο Κάσιος φιλοπόνησε και ειδική Ακολουθία, που δημοσιεύθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1889 μ.Χ. στο τυπογραφείο της «Μεταρρυθμίσεως». Το παράδοξο όμως είναι, ότι η Ακολουθία αυτή αφιερώθηκε στον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρόνιο, που ο ίδιος στην συνέχεια την έδωσε για εκτύπωση στον Μητροπολίτη Θηβαΐδας Γερμανό (την 1η Σεπτεμβρίου 1889 μ.Χ.) και έτσι, επισημοποιήθηκε κατά κάποιο τρόπο η Αγιοκατάταξη της Κασσιανής από την Εκκλησία της Αλεξανδρείας, όπως το ποθούσαν οι κάτοικοι της Κάσου.

Η παρουσία της Κασσιανής έχει επισκιάσει τους υμνογράφους και μελωδούς της εποχής της, διότι αποτελεί την πλέον επιφανή γυναίκα μελωδό (έγραφε και τους ύμνους και τη μελωδία) στην ιστορία της βυζαντινής μουσικής. Έχοντας ιδιαίτερο ταλέντο, ευφυΐα, ευαισθησία και εκφραστικό πλούτο διακρίθηκε στον τομέα της μελουργίας (σ’ αυτό τη βοήθησε η μεγάλη μόρφωση, που η ευγενής καταγωγή της, της επέτρεψε να έχει). Γι’ αυτό και το έργο της είναι διαχρονικό και πάντα επίκαιρο, και συγκινεί ιδιαίτερα τον ορθόδοξο κόσμο.

Στην Κασσιανή αποδίδονται γύρω στα 45 έργα, από τα οποία τα 23 τουλάχιστον είναι χωρίς αμφιβολία δικά της, ενώ τα υπόλοιπα είναι αγνώστου προελεύσεως. Έχει επίσης μελοποιήσει κείμενα διαφόρων υμνογράφων. Από τα πιο γνωστά τροπάρια είναι το περίφημο «Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή» , σε ήχο πλ. δ΄, που ψάλλεται στους ναούς το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης, καθώς και οι ειρμοί από την Α΄Ε΄ ωδή του Κανόνος του Μεγάλου Σαββάτου «Κύματι Θαλάσσης» ). Το μεγαλύτερο μέρος του έργου της αποτελείται από στιχηρά για εορταζομένους Αγίους. Στην ίδια αποδίδεται και ο τετραώδιος κανόνας: «Ἄφρων γηραλέε» , όπως και πολλά δοξαστικά, μεταξύ των οποίων και ένα περίφημο δοξαστικό των Χριστουγέννων, το «Αὐγούστου μοναρχήσαντος», σέ ήχο β΄. Κατά τον βυζαντινολόγο Κρουμβάχερ «η Κασσιανή ήταν μια εξαίρετη μορφή και το έργο της το διακρίνει ισχυρά πρωτοβουλία, βαθεία μόρφωσις, αυτοπεποίθησις και παρρησία. Πολύ συναίσθημα και βαθεία θεοσέβεια». Και ο Σωφρόνιος Ευστρατιάδης, αναφερόμενος στο έργο της, έγραψε ότι «το χαρακτηρίζει γλυκύτης μέλους ακορέστου».

Μερικές σημαντικές επισημάνσεις για το Τροπάριο της Κασσιανής

Αρκετοί πιστοί πιστεύουν λανθασμένα ότι η Κασσιανή ήταν αμαρτωλή και διεφθαρμένη γυναίκα, και μιλώντας η Κασσιανή για την πόρνη γυναίκα του Ευαγγελίου βρίσκει ευκαιρία να μιλήσει για τον εαυτό της.

Ωστόσο, όπως διαβάζουμε στο βίο της, από πουθενά δεν φαίνεται αυτό. Η Κασσιανή ήταν μία οσία μοναχή του Βυζαντίου, προικισμένη με καταπληκτικό ποιητικό ταλέντο. Αντί για τη βασιλική αλουργίδα προτίμησε το ταπεινό σχήμα της μοναχής και έγραψε πολλούς ύμνους.

Ποιά λοιπόν είναι η πόρνη γυναίκα, για την οποία μιλάνε όλα τα τροπάρια το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης;

Στην ερώτηση αυτή, αρκετοί απαντούν, λανθασμένα, ότι αφού δεν είναι η Οσία Κασσιανή, τότε η αμαρτωλή και διεφθαρμένη γυναίκα θα πρέπει να είναι η Μαρία η Μαγδαληνή! Η αλήθεια όμως είναι ότι η Μαρία η Μαγδαληνή δεν υπήρξε διεφθαρμένη και πόρνη ποτέ. Ήταν μια ύπαρξη, που έπασχε, και την θεράπευσε ο Χριστός. Ο ευαγγελιστής Λουκάς λέγει χαρακτηριστικά για τη Μαρία τη Μαγδαληνή: «Ακολουθούσαν τον Ιησού οι δώδεκα μαθηταί και γυναίκες, μεταξύ των οποίων η Μαρία, που ονομαζόταν Μαγδαληνή, απ’ την οποία είχε βγάλει εφτά δαιμόνια» (Λουκ. 8, 2). Η Μαρία η Μαγδαληνή ήταν λοιπόν δαιμονισμένη και ο Χριστός της έβγαλε τα δαιμόνια, όπως έβγαλε και τα δαιμόνια τόσων άλλων ανθρώπων.

Και τότε ποιά είναι η πόρνη, που άλειψε με μύρο τα πόδια του Χριστού, η πόρνη, για την οποία μιλάνε τα τροπάρια της Μεγάλης Τρίτης (βράδυ);

Η αμαρτωλή και διεφθαρμένη πόρνη, αυτή που άλειψε με μύρο τα πόδια του Χριστού, μας είναι άγνωστη, είναι ανώνυμη. Ακούσατε σε κανένα τροπάριο το όνομα της πόρνης; Διαβάσατε στον Ευαγγελιστής Λουκά, που περιγράφει τη σχετική σκηνή, να αναφέρει πουθενά το όνομα της; Όχι! Είναι χαρακτηριστικό, ότι οι Απόστολοι, ενώ δεν έκρυβαν τις δικές τους ατέλειες και πτώσεις, όταν μιλάνε για μεγάλους αμαρτωλούς που μετανοούν, δεν αναφέρουν το όνομά τους. Δεν θέλουν να τους διαπομπεύσουν.

πηγή:www.dogma.gr

Πρόταση για βιβλίο

Απρ 20182

ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΚΟΣΜΟ ΣΑΝ ΚΙ ΑΥΤΟΝ ΤΙ ΝΑ ΚΡΑΤΗΣΩ;


Δεν είμαι συγγραφέας, Είμαι παπάς. Γι’ αυτό και δυσκολεύομαι να εκφράσω σκέψεις για ένα βιβλίο, το οποίο δεν αποσκοπεί στο να αποκαλύψει συγγραφικές ιδιότητες ή να πουλήσει. Στην ουσία, αν εξαιρέσουμε το προλογικό σημείωμα όλα τα κείμενά του έχουν γραφτεί σε ένα διάστημα δεκαπέντε χρόνων, με μοναδικό σκοπό την μαρτυρία της Εκκλησίας στη νέα γενιά. Γράφτηκαν εξ αφορμής γεγονότων, κειμένων, τραγουδιών, ταινιών, βιβλίων, προβληματισμών που νέοι άνθρωποι συζητούσαν μαζί μου στις νεανικές συντροφιές του Βόλου και της Κέρκυρας, στις κατασκηνώσεις, στις ραδιοφωνικές εκπομπές, από το «Εκπέμπω ένα σήμα» της «Ορθόδοξης Μαρτυρίας», μέχρι την «Νυχτερινή Πτήση» του «Αγίου Σπυρίδωνα». Είναι άρθρα που δημοσιεύτηκαν κατά μεγάλο μέρος στις «Ψηφίδες» και στα «Βήματα», αλλά και στην «Πειραϊκή Εκκλησία», για να αποτυπώσουν την ανάγκη η Εκκλησία, όπως εγώ την βιώνω, να μιλήσει στους νέους.

«Όπως εγώ την βιώνω» Φαντάζει εγωιστική μια τέτοια ρήση. Η Εκκλησία, έχουμε μάθει, είναι σώμα Χριστού. Είναι «εμείς». Είναι κοινωνία πιστών με το Σωτήρα Χριστό, όπως έμαθα στο Λύκειο. Ο αγώνας όλων μας στην Εκκλησία είναι να φέρουμε τους ανθρώπους στο Χριστό, να τους κάνουμε να ξεπεράσουν τον ατομοκεντρισμό, να τους κάνουμε, όπως μάθαμε στην κατασκήνωση «πρόσωπα». Και ναι, η Εκκλησία σήμερα αποτελεί ίσως την τελευταία ελπίδα κοινοτισμού, σε μία εποχή όπου το «εγώ» είναι όχι μόνο το επίκεντρο, αλλά το νόημα τούτου του κόσμου. Επομένως, γιατί «όπως εγώ την βιώνω;».

Μα γιατί κι εσείς κι εγώ είμαστε πρόσωπα. Πρόσωπα με τα χαρίσματα, δοσμένα από το Θεό και όχι δικά μας. Πρόσωπα με τις πτώσεις, την αμαρτωλότητα, την αδυναμία μας, κι ας το ξεχνάμε, καθώς είναι λιγότερο επώδυνο να παρατηρούμε το κάρφος στο μάτι του πλησίον μας, όπως και του κόσμου. Είμαστε πρόσωπα που αγωνιζόμαστε να κρατήσουμε ελπίδες, να χτίσουμε σχέσεις, να μοιραστούμε, να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε. Γιατί στην Εκκλησία το πρόσωπο δεν εκμηδενίζεται, αλλά και δεν θεοποιείται. Με τη θέλησή του ό,τι έχει προσθέσει με τον μικρό ή μεγάλο κόπο του στα τάλαντα που ο Θεός του έχει δώσει, τα αντιπροσφέρει στον Δεδωκότα και στους αδελφούς του. Κι έτσι διασώζει το «εγώ» μέσα στο «εμείς». Το «εγώ» διακονεί το «εμείς», αλλά και το «εμείς» τρέφεται από το «εγώ» του καθενός μας. Κανείς δεν είναι αναντικατάστατος, αλλά είναι μοναδικός. Στην διαφορετικότητά του.
Έγινα παπάς γιατί η Εκκλησία είναι ο μοναδικός τρόπος και χώρος στον οποίο το «εγώ» βρίσκει χαρά στο «εμείς» Την χαρά του Χριστού. Την χαρά της αγάπης. Κι αυτό ήθελα πάντοτε να μοιραστώ με τους αδελφούς και συλλειτουργούς μου, γιατί από αυτούς το παρέλαβα, όπως κι εκείνοι από άλλους. Αυτό ήθελα να μοιραστώ με τα παιδιά και τους νέους, με τους οποίους, ακόμη και όταν απορρίπτουν την Εκκλησία, χαίρομαι να βρίσκομαι μαζί. Αυτό ήθελα να μοιραστώ και με τους μεγαλύτερους, είτε αυτοί έχουν την καλή αγωνία για την πίστη είτε παραμένουν απόμακροι, αρνητικοί, αδιάφοροι.

Από έναν κόσμο σαν κι αυτόν τι να κρατήσω; Μας τυραννά το ερώτημα της εκκοσμίκευσης. Φοβόμαστε να έχουμε άποψη για τον κόσμο, γιατί νομίζουμε ότι η πνευματικότητα, η Βασιλεία των ουρανών, η προσευχή, η άσκηση είναι δρόμοι που σε βγάζουν από τον κόσμο. Όμως αυτοί οι τρόποι σε βγάζουν από την αμαρτία. Σε κάνουν να καταλαβαίνεις πόσο σε αγαπά ο Θεός, ελαφρώνουν τα βαρίδια, που δεν σε αφήνουν να βρεις νόημα στη ζωή σου. Να καταλάβεις τι αξίζει πραγματικά και τι όχι.
Ναι, ο κόσμος ζει σα να μην πέρασε ο Χριστός. Όχι όμως όλος ο κόσμος. Δεν είναι όλα του κόσμου άσχημα. Άλλωστε στον κόσμο ζούμε. Την τεχνολογία, την γνώση, την επιστήμη, τα αγαθά του κόσμου χρησιμοποιούμε. Η Εκκλησία δεν θα πάψει να δίνει αυτό που ο κόσμος στερείται. Το νόημα και την προοπτική. Την νίκη κατά του θανάτου. Την Ανάσταση και την Αγάπη. Αυτό που είναι ο Χριστός. Κι έχοντας τον Χριστό, μπορείς για όλα να μιλήσεις. Να πετάξεις σαν την μέλισσα και να πάρεις ό,τι μπορεί να σε βοηθήσει για να συμβάλεις στο να γίνει το μέλι πιο νόστιμο. Και η Εκκλησία είναι η κυψέλη που μεταμορφώνει την γύρη του κόσμου σε μέλι, μαζί με το Χριστό, τους Αγίους και όλους εμάς, σήμερα, τα παιδιά μας αύριο, όλους όσους πιστεύουν και θα πιστεύουν.

Αυτό είναι το μήνυμα το οποίο θα ήθελα να βγει από αυτό το βιβλίο. Κι αυτό το μήνυμα απευθύνεται τόσο στα νέα παιδιά, όσο και στους γονείς, τους ιερείς, τους κατηχητές. Ας ακούσουμε πρώτα τα παιδιά μας. Ας ακούσουμε τι ακούνε, τι βλέπουν, τι διαβάζουν, τι ονειρεύονται, τι τα προβληματίζει, τι τα ευχαριστεί, τι τα κάνει να παραδίδονται ακόμη-ακόμη στην αποχαύνωση του σημερινού κόσμου. Κι αφού ακούσουμε ας προτείνουμε σ’ αυτά και σε όλους τι λέει και τι θέλει ο Χριστός. Ο Χριστός της Εκκλησίας που γίνεται και ο προσωπικός μας Χριστός . Όχι ως κήρυγμα, αλλά ως απόσταγμα της δικής μας μικρής ή μεγάλης προσπάθειας να Τον συναντήσουμε. Στην Θεία Λειτουργία και την άσκηση, στην ελεημοσύνη και την αγάπη, στους Πατέρες και στους Θεολόγους, στους Αγίους και τους μετανοούντες.
Έχουμε πρόταση και λόγο. Είναι βέβαιο ότι δεν είναι αρκετά για να αλλάξει ο κόσμος. Ή μήπως δεν είναι έτσι; Ας μην ξεχνούμε ότι οι Απόστολοι με τον λόγο, με την τράπεζα της αγάπης, την προσευχή και την κλάση του Άρτου πέτυχαν τον ευαγγελισμό του κόσμου. Κι αυτός είναι ο αγώνας της Εκκλησίας ανά τους αιώνες. Τίποτε λιγότερο από αυτό.

π. Θ.Μ.

πηγή:themistoklismourtzanos.blogspot.gr

Mεγάλη Εβδομάδα

Απρ 20182

Μεγάλη Εβδομάδα: Πού είναι αφιερωμένη η κάθε ημέρα

    • 02 Απριλίου 2018

μεγάλη εβδομάδα

Αρχίζει σήμερα η Μεγάλη Εβδομάδα, η εβδομάδα των Παθών. Τη Μεγάλη Δευτέρα τιμάμε μια μεγάλη προσωπικότητα της Π.Δ. τον Ιωσήφ τον Πάγκαλο, ο οποίος είναι ο ίδιος, με τα άδικα παθήματά του, τύπος του Χριστού και επίσης ενθυμούμαστε το γεγονός της “ξηρανθείσης συκής” από τον Κύριο.

Τη Μεγάλη Δευτέρα προβάλλεται η υπέροχη μορφή του Παγκάλου Ιωσήφ, γιατί αυτός σύμφωνα με τους Πατέρες της Εκκλησίας μας, αποτελεί προτύπωση και εικόνα του Χριστού.
Όπως ο Κύριος υπέφερε άδικα εξαιτίας της ανθρώπινης κακίας, το ίδιο και εκείνος υπέφερε εξαιτίας της κακίας των αδελφών του και έδειξε όπως και ο Χριστός απέραντη ανεξικακία. Επίσης την ημέρα αυτή κάνουμε ανάμνηση του διδακτικού γεγονότος της ξηρανθείσης συκής από τον Κύριο πο συνέβηκε σύμφωνα με τα ιερά Ευαγγέλια την επομένη ημέρα της θριαμβευτικής Του εισόδου στην Ιερουσαλήμ. Μη βρίσκοντας καρπό στο δένδρο το καταράστηκε και αυτό αμέσως ξεράθηκε, θέλοντας να μας διδάξει με τον τρόπο αυτό, πως και εμείς αν δεν παράγουμε πνευματικούς καρπούς, μας περιμένει ο αιώνιος θάνατος! Επίσης η άκαρπος συκή συμβολίζει και την ιουδαϊκή Συναγωγή, και γενικότερα την ιουδαϊκή θρησκεία, η οποία δεν είχε πλέον να παρουσιάσει καμιά πνευματική υπηρεσία στο λαό, μάλλον αρνητικές υπηρεσίες προσέφερε και γι’ αυτό στηλιτεύτηκε έντονα από τον Κύριο. Οι άγιοι Πατέρες όρισαν να κάνουμε μνεία την Μ. Δευτέρα αφ’ ενός μεν του δικαίου Ιωσήφ και αφ’ ετέρου του γεγονότος της ξηρανθείσης συκής για να μιμηθούμε και εμείς τον Πάγκαλο Ιωσήφ στην αρετή και να αποφύγουμε την άκαρπη συκή και να στολισθούμε με αρετές και πνευματικούς καρπούς, προκειμένου να ακολουθήσουμε τον Κύριο στο σωτήριο Πάθος Του.

Τη Μεγάλη Τρίτη ενθυμούμαστε την παραβολή των Δέκα Παρθένων που έχει υψίστη σημασία για τη σωτηρία μας.
Η Υμνογραφία της ημέρας είναι αφιερωμένη σε δύο βασικά θέματα, στην παραβολή των δέκα παρθένων και στην καλλιέργεια των ταλάντων, που χαρίζει στον καθένα μας ο Θεός. Προβαίνοντος του Πάθους, η Εκκλησία μάς καλεί να στρέψουμε την προσοχή μας στα έσχατα, είτε αυτά για τον καθένα μας έρχονται την ώρα του θανάτου, είτε αναφέρονται στην τελείωση του κόσμου κατά τη Δευτέρα Παρουσία. Οι ύμνοι που ψάλλονται είναι πολύ διδακτικοί και συγκινητικοί.
«Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τώ μέσω της νυκτός και μακάριος ο δούλος, όν ευρήσει γρηγορούντα· ανάξιος δέ πάλιν, όν ευρήσει ραθυμούντα. Βλέπε, οὖν ψυχή μου, μή τώ ύπνω κατενεχθής, ίνα μή τώ θανάτω παραδοθής, και της Βασιλείας έξω κλεισθής· αλλά ανάνηψον κράζουσα· Άγιος, άγιος, άγιος εί ο Θεός ημών, πρεσβείαις του Προδρόμου, σώσον ημάς».
Να, ο Νυμφίος έρχεται στο μέσο της νύχτας, κι ευτυχισμένος θα είναι ο δούλος που θα τον βρεί (ο Νυμφίος) ξάγρυπνο να τον περιμένει· ανάξιος όμως πάλι θα είναι εκείνος, που θα τον βρεί ράθυμο και απροετοίμαστο. Βλέπε, λοιπόν, ψυχή μου να μή βυθιστείς στον πνευματικό ύπνο, για να μή παραδοθείς στο θάνατο (της αμαρτίας) και να μείνεις έξω της βασιλείας του Θεού. Αλλά ανάνηψε κράζοντας· Άγιος, άγιος, άγιος είσαι εσύ ο Θεός μας · με τις πρεσβείες του προδρόμου σώσε μας.

Την Μ. Τετάρτη τιμάμε τη μετάνοια της αμαρτωλής γυναικός, η οποία άλειψε με μύρο από ευγνωμοσύνη τα πόδια του Κυρίου, λίγο πριν το Πάθος Του.
Τη Αγία και Μεγάλη Τετάρτη της αλειψάσης τον Κύριον μύρω πόρνης γυναικός μνείαν ποιείσθαι οι θειότατοι πατέρες εθέσπισαν, ότι προ του σωτηρίου πάθους μικρόν τούτο γέγονε”… Οι άγιοι πατέρες όρισαν να θυμόμαστε και να τιμάμε αυτή τη μέρα μια αμαρτωλή γυναίκα, η οποία αποφάσισε να μετανοήσει ειλικρινά και εξωτερικεύοντας αυτή τη σωτήρια παρόρμησή της άλειψε τα πόδια του ελεήμονα Χριστού με πολύτιμο μύρο. Επειδή η μετάνοια είναι βασική προϋπόθεση για τη σωτηρία κάθε ανθρώπου, η μεγάλη μετάνοια της γυναικός αυτής αποτελεί λαμπρό παράδειγμα για κάθε πιστό και επειδή το γεγονός της μετάνοιας είναι ένας δύσκολος αγώνας και ένα επώδυνο πάθος αυτοταπείνωσης, καθόρισαν οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, να είναι αφιερωμένη η προηγούμενη ημέρα πριν τη σύλληψη του Κυρίου στην μετάνοια της πόρνης γυναικός.
Το γεγονός αυτό το διέσωσαν και οι τέσσερις Ευαγγελιστές (Ματθ.κστ΄6-13, Μαρκ.ιδ΄3-9, Λουκ.ζ΄36-50, Ιωάν.ιβ΄1-8) με κάποιες μικροδιαφορές στις διηγήσεις τους. Αναλυτικότερη και σαφέστερη είναι εκείνη του Λουκά. Ο Χριστός λίγο πριν το πάθος του, μετά την ανάσταση του Λαζάρου, σε κάποια πόλη προσκλήθηκε να δειπνήσει στο σπίτι κάποιου πλουσίου Φαρισαίου, ονόματι Σίμωνος. Και ενώ συνέτρωγε ο Χριστός με τους συνδαιτυμόνες του, μπήκε στην οικία μια αμαρτωλή γυναίκα, γνωστή πόρνη της περιοχής, έχοντας στα χέρια της ακριβότατο αγγείο γεμάτο με πολύτιμο και πανάκριβο μύρο. Πλησίασε το Χριστό, έχυσε ένας μέρος από το μύρο στην κεφαλή και το σώμα του Κυρίου και με το υπόλοιπο και τα ασταμάτητα δάκρυά της έβρεχε και έπλυνε τα πόδια του Χριστού. Τέλος έλυσε την πλούσια πλεξούδα των μαλλιών της και άρχισε να σκουπίζει τα άχραντα πόδια του Δασκάλου. Ο Χριστός έμεινε ατάραχος, όχι όμως και οι παραβρισκόμενοι. Ο μεν οικοδεσπότης φαρισαίος σκανδαλίσθηκε με τη θέα της πόρνης και ακόμα περισσότερο με το άγγιγμά της στο σώμα του Ιησού. Διερωτόταν, πως είναι δυνατόν, προφήτης όντας, ο καλεσμένος του ραβίνος να μην διαγνώσει ότι η γυναίκα αυτή είναι αμαρτωλή και να μην τη διώξει κακείν κακώς, όπως θα έκανε ο ίδιος και οι όμοιοί του φαρισαίοι. Ο φιλάργυρος και ανάξιος μαθητής του Χριστού, ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, μέτρησε τη μεγάλη αξία του μύρου, το οποίο κατά τη γνώμη του “πήγε χαμένο”, ενώ θα μπορούσε να πουληθεί και να δοθεί δήθεν στους φτωχούς. Ουσιαστικά όμως ο μέλλων προδότης μαθητής δεν ενδιαφέρονταν για τους φτωχούς, αλλά για τη δική του τσέπη, γιατί ήταν κλέφτης. Ο Χριστός έδωσε απάντηση και στους δυο “σκανδαλισθέντες” από το γεγονός αυτό. Στον μεν φαρισαίο απάντησε πως η γυναίκα αυτή έδωσε περίσσια και εγκάρδια περιποίηση, σε αντίθεση με αυτόν που τον κάλεσε προφανώς τυπικά και επιδεικτικά στο σπίτι του. Στον δε δόλιο Ιούδα απάντησε πως τους φτωχούς θα τους έχουν πάντοτε μαζί τους και έχουν χρέος και καθήκον να τους ελεούν, όμως το μύρο ετούτο είναι δωρεά μιας πονεμένης καρδιάς προς τον ελεήμονα Κύριο του κόσμου. Το πολύτιμο μύρο ήταν μια μικρό δείγμα της μεγάλης μετάνοιας και ευγνωμοσύνης αυτής της γυναίκας. Έτσι γύρισε τέλος προς αυτή και της είπε “ αφέονται σου αι αμαρτίαι… η πίστις σου σέσωσε σε, πορεύου εις ειρήνην”. Τα τελευταία αυτά λόγια εξόργισαν περισσότερο τους συγκεντρωμένους, Ποίος είναι αυτός που μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες ;

Τη Μ. Πέμπτη εορτάζουμε τα σωτήρια γεγονότα που συνέβηκαν κατά τη διάρκεια του Μυστικού Δείπνου, τον ιερό Νιπτήρα, την παράδοση της Θείας Ευχαριστίας, την Αρχιερατική Προσευχή του Κυρίου και την Προδοσία του Ιούδα.
Τη Αγία και Μεγάλη Πέμπτη οι τα πάντα καλώς διαταξάμενοι θείοι πατέρες αλληλοδιαδόχως εκ τε των θείων αποστόλων και των ιερών Ευαγγελίων παραδεδώκασιν ημίν τέσσερα τινα εορτάζειν, τον ιερόν Νιπτήρα, τον Μυστικόν Δείπνον (δηλαδή την παράδοσιν των καθ’ ημάς φρικτών μυστηρίων), την υπερφυά προσευχήν και την προδοσίαν αυτήν”. Αυτό είναι το συναξάρι της Μ.Πέμπτης. Από σήμερα μπαίνουμε στην τελική ευθεία για το Θείο Πάθος. Την Μ. Πέμπτη οι θείοι πατέρες καθόρισαν να εορτάζουμε τα μεγάλα γεγονότα που συνέβηκαν την ημέρα που ο Χριστός μας συνελήφθηκε από τους ανόμους εχθρούς Του. Σύμφωνα με τα ιερά Ευαγγέλια την Πέμπτη ημέρα εκείνης της εβδομάδος ο Κύριος, ως Θεός, γνωρίζοντας τα μέλλοντα να συμβούν θέλησε να δειπνήσει για τελευταία φορά με τους αγαπημένους Του μαθητές. Γι’ αυτό οργάνωσε τραπέζι σε κάποιο υπερώο της Ιερουσαλήμ. Ο δείπνος αυτός έγινε την Πέμπτη το βράδυ, ονομάζεται δε Μυστικός Δείπνος επειδή κατά τη διάρκειά του έλαβαν χώρα σπουδαιότατα γεγονότα που έχουν σχέση με τη σωτηρία μας, ακατανόητα στο ανθρώπινο μυαλό.

Την Μ. Παρασκευή προσκυνούμε τα άγια και σωτήρια και φρικτά Πάθη του Κυρίου μας
Τη Αγία και Μεγάλη Παρασκευή τα Άγια και Φρικτά Πάθη του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού επιτελούμεν’ τους εμπτυσμούς, τα ραπίσματα, τα κολαφίσματα, τας ύβρεις, τους γέλωτας, την πορφυράν χλαίναν, τον κάλαμον, τον σπόγγον, το όξος, τους ήλους, την λόγχην, και προ πάντων τον σταυρόν και τον θάνατον, α δι’ ημάς εκών κατεδέξατο’ έτι δε και την του ευγνώμονος ληστού, του συσταυρωθέντος αυτώ, σωτήριον εν τω σταυρώ ομολογίαν”.
Μεγάλη Παρασκευή, ημέρα γενικού πένθους και θρήνου για εκατομμύρια πιστούς. Ημέρα απόλυτης νηστείας, προσευχής και περισυλλογής. Ο Βασιλεύς των Βασιλευόντων και Κύριος των Κυριευόντων βρίσκεται κρεμασμένος επί του ξύλου ως κακούργος. Η ανθρώπινη κακία έφτασε στο έσχατο σημείο της πτώσης της, ο άνθρωπος έγινε θεοκτόνος!
…Η Μεγάλη Παρασκευή είναι μια ξεχωριστή ημέρα για τους ορθοδόξους πιστούς. Γνωρίζουμε ότι το σεπτό θείο πάθος λειτούργησε λυτρωτικά για μας. Λυπούμαστε για τα αμαρτήματά μας, για την κατάπτωσή μας και προπαντός για την θεοκτονία. Παράλληλα όμως χαιρόμαστε που η Μεγάλη Θυσία του Χριστού έγινε αιτία και μέσον απολύτρωσης του ανθρωπίνου γένους.. Η ανάσταση που επακολούθησε το θάνατο του Σωτήρος, έγινε η απαρχή και της δικής μας ανάστασης.

Το Μ. Σάββατο τιμάμε τη θεόσωμο Ταφή του Κυρίου μας και την εις Άδου Κάθοδόν Του.
Τω αγίω και μεγάλω Σαββάτω, την θεόσωμον ταφήν και την εις άδου κάθοδον του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού εορτάζομεν, δι’ ων της φθοράς το ημέτερον γένος ανακληθέν προς αιωνίαν ζωήν μεταβέβηκε”. Με αυτά τα λόγια ο ιερός Συναξαριστής χαρακτηρίζει το περιεχόμενο του Μεγάλου Σαββάτου.
Το Θείο Δράμα έλαβε τέλος. Ο εκουσίως παθών, χάριν της σωτηρίας του πολύπαθου ανθρωπίνου γένους, Κύριος Ιησούς Χριστός, δοκίμασε, ως άνθρωπος, και το πικρό ποτήρι του θανάτου, ως το αποκορύφωμα του πάθους Του. Περί την ενάτη ώρα της Παρασκευής εξέπνευσε πάνω στον επώδυνο σταυρό, πολύ γρηγορότερα από όσο περίμεναν οι δήμιοί Του. (Μάρκ.15:44). Το ασθενικό και ασκητικό Σαρκίο Του δεν άντεξε για πολύ τους αφάνταστα αφόρητους πόνους της σταυρώσεως
Επειδή η επόμενη ημέρα ήταν Πάσχα για τους Ιουδαίους έπρεπε να κατέβουν τα σώματα από τους σταυρούς και να θαφτούν πριν τη δύση του ηλίου. Για να επιταχύνουν το θάνατο τον καταδίκων έσπαζαν τα κόκαλά τους με σιδερένιους λοστούς. Για τον Κύριο δεν χρειάστηκε να αρθώσουν τα μέλη “ως είδον αυτόν ήδη τεθνηκότα”(Ιωάν.19:33). Μόνο που “εις των στρατιωτών λόγχη αυτού την πλευράν ένυξε, και ευθέως εξήλθεν αίμα και ύδωρ” (Ιωάν.19:34). Κατόπιν οι επιφανείς Ιουδαίοι πολίτες και κρυφοί μαθητές του Χριστού “δια τον φόβον των Ιουδαίων” (Ιωάν.!9:38), Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας και ο βουλευτής Νικόδημος, θέλησαν να αποδώσουν τις πρέπουσες επικήδειες τιμές στον αγαπημένο τους δάσκαλο. Ο Ιωσήφ “εισήλθε προς Πιλάτον και ητήσατο το σώμα του Ιησού… γνούς από του κεντυρίωνος εδωρήσατο το σώμα τω Ιωσήφ. Και αγοράσας σινδόνα και καθελών αυτόν ανείλησε τη σινδόνι και κατέθηκεν αυτόν εν μνημείω, ό ήν λελατομημένον εκ πέτρας και προσεκύλισε λίθον επί την θύραν του μνημείου” (Μάρκ.15:43-46).
Μετά την εκπνοή Του επί του σταυρού η ψυχή του Κυρίου, ακολουθώντας τον απαράβατο νόμο του θανάτου, κατέβηκε στον άδη, τον προαιώνιο σκοτεινό τόπο – δεσμωτήριο των ανθρωπίνων ψυχών. Ο απόστολος Πέτρος μας διαβεβαίωσε πως “Χριστός άπαξ περί αμαρτιών έπαθε, δίκαιος υπέρ αδίκων , ίνα ημάς προσάγη τω Θεώ, θανατωθείς μεν σαρκί, ζωοποιηθείς δε πνεύματι’ εν ω και τοις εν φυλακή πνεύμασι πορευθείς εκήρυξεν” (1 Πέτρ.3:18-19). Επίσης ο απόστολος Παύλος έγραψε ότι ο Χριστός “κατέβη πρώτον εις τα κατώτερα μέρη της γης” (Εφεσ.4:9), υπονοώντας ασφαλώς την εις άδου κάθοδο Του.
Σύμφωνα με σαφή προφητικά χωρία της Αγίας Γραφής η κάθοδος του Χριστού στον άδη υπήρξε επεισοδιακή. Η παρουσία του Θεού στον τόπο του πικρού δεσμωτηρίου των ψυχών έφερε αναστάτωση. Οι αιώνιες πύλες του παμφάγου άδη γκρεμίστηκαν και οι φύλακες πυλωροί έφριξαν μπροστά στο μεγαλείο και το φως της θεότητας. Ο Χριστός συνέχισε και εκεί το απολυτρωτικό Του έργο. Κήρυξε το ευαγγέλιο της σωτηρίας στα απ’ αιώνος δέσμια πνεύματα και όσα από αυτά πίστεψαν ελευθερώθηκαν και ανέβηκαν μαζί με τον Κύριο από τον άδη.
Το πνεύμα του Κυρίου ήταν αδύνατο να μείνει στον εκεί, στον τόπο της βασάνου. Γι’ αυτό και ανέστη. Επίσης οι πιστοί του Χριστού που συναποτελούν το μυστικό Του σώμα δεν μπορούν πια να μείνουν και αυτοί δέσμιοι του άδη.
Η εις άδου κάθοδο του Κυρίου σήμανε την κατάλυση του κράτους και της εξουσίας του άρχοντος του σκότους στους πιστούς του Χριστού. Αυτή η νίκη είναι το μεγαλύτερο γεγονός στην ιστορία του ανθρωπίνου γένους, διότι νικήθηκε ο μεγαλύτερος εχθρός του ανθρώπου ο θάνατος. Από τότε άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο για την ανθρωπότητα, εγκαινιάστηκε μια νέα εποχή γι’ αυτή.

Λάμπρου Κ. Σκοντζου Θεολόγου – Καθηγητού
Αναδημοσίευση απο : Ορθόδοξες Απαντήσεις

πηγή:www.dogma.gr

Iδού ο Νυμφίος έρχεται – Eρμηνεία

Απρ 20182

«Ἰδού ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός καί μακάριος ὁ δοῦλος, ὅν εὑρήσει γρηγοροῦντα·ἀνάξιος δέ πάλιν, ὅν εὑρήσει ῥαθυμοῦντα. Βλέπε οὖν ψυχή μου, μή τῷ ὕπνῳ κατενεχθῇς, ἵνα μή τῷ θανάτῳ παραδοθῇς, καί τῆς Βασιλείας ἔξω κλεισθῇς· ἀλλά ἀνάνηψον κράζουσα· Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος εἶ ὁ Θεός ἡμῶν, προστασίαις τῶν ἀσωμάτων, σῶσον ἡμᾶς.»

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

Νά, ὁ Νυμφίος ἔρχεται στό μέσο τῆς νύχτας, κι εὐτυχισμένος θά εἶναι ὁ δοῦλος πού θά τόν βρεῖ (ὁ Νυμφίος) ξάγρυπνο νά τόν περιμένει· ἀνάξιος ὅμως πάλι θά εἶναι ἐκεῖνος, πού θά τόν βρεῖ ράθυμο καί ἀπροετοίμαστο. Βλέπε, λοιπόν, ψυχή μου νά μή βυθιστεῖς στόν πνευματικό ὕπνο, γιά νά μήν παραδοθεῖς στό θάνατο (τῆς ἁμαρτίας) καί νά μείνεις ἔξω τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά ἀνάνηψε κράζοντας· Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος εἶσαι ἐσύ ὁ Θεός· σῶσε μας διά τῆς προστασίας τῶν ἐπουρανίων Ἀσωμάτων Δυνάμεων (τῶν Ἀγγέλων).

Μετά τήν ψαλμωδία τοῦ Ἀλληλουϊαρίου, στό ὁποῖο ἀπευθύνεται αἶνος πρός τό Θεό, ἀφοῦ προηγηθεῖ ἡ αἴτηση τιμωρίας τῶν ἐχθρῶν Του (τοῦ ἀπαίδευτου λαοῦ καί τῶν ἐνδόξων τῆς γῆς), τό τροπάριο εἰσέρχεται στήν καθαρή ὑπόθεση τῶν πιστῶν Χριστιανῶν.

Ἡ σχέση τους μέ τό Χριστό παρομοιάζεται μέ γάμο, γεγονός εὐφρόσυνο καί φαιδρό. Ἡ ὥρα ὅμως τῶν γάμων εἶναι ἄγνωστη. Οἱ πιστοί πρέπει ξάγρυπνοι νά περιμένουν τήν ἔλευση τοῦ Νυμφίου. Καί νά, ξαφνικά, στό μέσο τῆς νύχτας, σέ χρόνο δηλαδή ἀπρόσμενο, ἀκούγεται ἡ ἰαχή: Ἰδού ὁ Νυμφίος ἔρχεται! Τότε πραγματικά καλότυχος θά εἶναι ὁ δοῦλος, τόν ὁποῖο Νυμφίος θά βρεῖ ἄγρυπνο, ἕτοιμο νά τόν ὑποδεχτεῖ, μέ λαμπρό καί στολισμένο μέ ἔργα ἀγαθά τό ἔνδυμα τῆς ψυχῆς του. Μέ αὐτόν τόν ἄξιο ὀπαδό Του, ὁ Χριστός θά δεθεῖ πνευματικά μέ μιά ἕνωση αἰώνια καί ἀδιάσπαστη, θά τόν ὁδηγήσει στό Νυμφώνα του καί θά τόν κάνει κοινωνό τῶν γλυκασμῶν καί τῆς εὐωχίας τῆς Θείας Βασιλείας Του.

Ἀντίθετα, θά εἶναι ἄθλιος καί δυστυχής ὁ δοῦλος ἐκεῖνος, τόν ὁποῖο ὁ Νυμφίος θά βρεῖ ἀνύποπτο νά κοιμᾶται. Δηλαδή τόν ἄνθρωπο, πού, παραδομένος στίς ἡδονές καί τούς περισπασμούς τῆς ἐπίγειας ζωῆς, ζεῖ ἀδιάφορος καί ἀμέριμνος, χωρίς αἴσθηση τῆς πραγματικῆς του ὑποθέσεως, τῆς σχέσεως του μέ τό Θεό καί τῆς τύχης του στήν ἀπέραντη αἰωνιότητα. Καί ὁ ὁποῖος ἔχοντας τό ἔνδυμα τῆς ψυχῆς του ἀκάθαρτο καί λερωμένο ἀπό ἁμαρτίες, θά κριθεῖ ἀνάξιος τῆς θείας βασιλείας, ἀποκομμένος ἀπό τό πανηγύρι τῆς χαρᾶς τοῦ οὐρανοῦ!

Αὐτά ἔχοντας κατά νοῦ ἡ ψυχή, προτρέπεται νά μένει ἄγρυπνη, νά μήν παραδοθεῖ στή ραθυμία καί τή ραστώνη τοῦ πνευματικοῦ ὕπνου, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ προθάλαμος τοῦ αἰώνιου ὕπνου τοῦ θανάτου καί τῆς ἀπώλειας, πού ἰσοδυναμεῖ μέ τόν ἀποκλεισμό της ἀπό τή Θεία Βασιλεία καί τήν ἔκπτωσή της στό πυκνό σκοτάδι τῆς κολάσεως! Ἀντίθετα μάλιστα, προτρέπεται, κράζοντας τόν τρισάγιο ὕμνο, νά ζητᾶ τό θεῖο ἔλεος μέ τήν προστασία τῶν Ἀσωμάτων Δυνάμεων.

πηγή:www.dogma.gr

O Άγιος Λάζαρος

Μαρ 201831

Τι απέγινε ο Λάζαρος μετά το θαύμα της εγέρσεώς του

    • 29 Μαρτίου 2018

 

λάζαρος

Όλοι γνωρίζουμε το θαύμα της Ανάστασης του Λαζάρου, όμως πόσοι από εμάς γνωρίζουμε τι απέγινε ο Λάζαρος μετά από αυτό; Πώς έζησε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του, πού και πότε τελικά πέθανε;

Όπως ήταν φυσικό, το θαύμα της εγέρσεως του Λαζάρου εξέγειρε τους Ιουδαίους και «εβουλεύσαντο οι αρχιερείς, ίνα και τον Λάζαρον αποκτείνωσιν» (Ιω. ιβ΄ 9-11), καθότι ήταν το ζωντανό τεκμήριο του θαύματος. Ετσι ο Άγιος διωκόμενος από τους Ιουδαίους καταφεύγει στη νήσο Κύπρο, όπου τον συναντούν οι απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας και τον χειροτονούν πρώτον επίσκοπο Κιτίου.

Το αρχαίο Κίτιο, η πόλη του φιλοσόφου Ζήνωνος είχε τη μεγάλη τιμή να ευαγγελισθεί το λόγο της Αληθείας όχι από έναν απλό εργάτη του Ευαγγελίου αλλά από ένα προσωπικό φίλο του Κυρίου. Σύμφωνα με τον Άγιο Επιφάνιο επίσκοπο Κωνσταντίας της Κύπρου (367-403), ο δίκαιος Λάζαρος έζησε άλλα τριάντα χρόνια μετά την έγερσή του. «Εν παραδόσεσιν εύρομεν ότι τριάκοντα ετών ήταν τότε ο Λάζαρος ότε εγήγερται, μετά δε το αναστήναι αυτόν άλλα τριάκοντα έζησε, και ούτω πρός Κύριον εξεδήμησε κοιμηθείς».

Οι παραδόσεις τον θέλουν σκυθρωπό και αγέλαστο κατά την παρούσα ζωή, και αυτό οφειλόταν στα όσα είχε δει κατά την τετραήμερη παραμονή του στον Άδη. Οι ίδιες παραδόσεις αναφέρουν ότι δε γέλασε ποτέ στη ζωή του παρά μία φορά, όταν είδε κάποιον να κλέβει ένα πήλινο αγγείο και σχολίασε αποφθεγματικά: «το ένα χώμα κλέβει το άλλο».

Άλλη παράδοση συνδέει τον Άγιο με την Αλυκή της Λάρνακος (σημερινή ονομασία του Κιτίου). Στη θέση της Αλυκής υπήρχε τον καιρό του Αγίου ένα μεγάλο αμπέλι. Διερχόμενος μια μέρα από εκεί ο Άγιος, δίψασε και ζήτησε λίγο σταφύλι από τη γυναίκα-ιδιοκτήτη του αμπελιού. Εκείνη αρνήθηκε και για να την τιμωρήσει, μετέτρεψε θαυματουργικά το τεράστιο αμπέλι σε αλυκή. Η παράδοση αυτή επιβεβαιώνεται από τους εργάτες που συλλέγουν το αλάτι. Ισχυρίζονται ότι σκάβοντας βρίσκουν ρίζες και κορμούς αμπελιού. Λέγεται μάλιστα, πως στο μέσο της αλυκής βρίσκεται πηγάδι με γλυκό νερό, γνωστό ως «πηγάδι της «ρκάς» δηλ. της γριάς. Ο Συναξαριστης της Κωνσταντινουπόλεως, σχετικά με αυτή την παράδοση, αναφέρει ότι τη λίμνη διεκδικούσαν δύο αδέλφια, οι οποίοι ήρθαν σε έντονη ρήξη για την κατοχή της. Ο Άγιος «διά προσευχής εξήρανε και εις άλατος φύσιν αυτήν επήξατο».

Στα «Πάτρια» του Αγίου Όρους γίνεται άμεση σύνδεση της Κύπρου και του Αγίου Λαζάρου με τη Θεοτόκο και τον Άθωνα. Η μητέρα του Κυρίου, συνοδευομένη από τόν Ευαγγελιστή Ιωάννη, ήλθε στο Κίτιο, συνάντησε τον Άγιο Λάζαρο, στον οποίο μάλιστα δώρησε ωμοφόριο και επιμάνικα, ενώ στη συνέχεια επισκέφθηκε τόν Άθω.

Σύμφωνα πάντα με τον Συναξαριστή της Κωνσταντινουπόλεως, ο Άγιος ετάφη σε μαρμάρινη λάρνακα η οποία έφερε την επιγραφή: «Λάζαρος ο τετραήμερος και φίλος του Χριστού». Η λάρνακα τοποθετήθηκε αργότερα σε έναν μικρό ναό.

Πέραν από την πληροφορία του αγίου Επιφανίου, σχετικά μέ τά τριάντα χρόνια της δεύτερης ζωής του Αγίου, η παλαιότερη, κατά τους ερευνητές, μαρτυρία για την παράδοση της παρουσίας του αγίου Λαζάρου στην Κύπρο αποδίδεται στον Άγιο Ιωάννη Ευβοίας, πρεσβύτερο και μοναχό του Πατριαρχείου Αντιοχείας (περι τό 744). Ο Άγιος σε ομιλία του «Εις τον τετραήμερον Λάζαρον» αναφέρει: «΄Εμοι γάρ είρηκεν γέρων τις περι του μακαρίου Λαζάρου πληροφορηθείς από γραφης τών αυτου υπομνημάτων, ότι εν Κύπρω τη νήσω επίσκοπος γενάμενος και τόν του μαρτυρίου στέφανον υπέρ Χριστου ανεδήσατο τόν δρόμον τελέσας και την πίστην τηρήσας και συν τώ Χριστώ αιωνίως αγάλλεται».

Όπως γίνεται φανερό, γύρω στα 744 στον χώρο της Αντιοχείας είναι γνωστή και διαδεδομένη η παράδοση για τον Άγιο Λάζαρο. Η πληροφορία για μαρτυρικό θάνατο του Αγίου είναι μοναδική και δεν συναντάται σε άλλους εκκλησιαστικούς συγγραφείς.

Η τριακονταετής παραμονή του αγίου Λαζάρου στον επισκοπικό θρόνο του Κιτίου είναι γνωστή και στον Άγιο Θεόδωρο το Στουδίτη (759-826), ο οποιος αναφέρει εις τας Κατηχήσεις του: «Λαζάρου του μακαριωτάτου εορτάζωμεν τα μνημόσυνα, μαλλον δέ τά εγέρσια, Λαζάρου εκείνου τά τριάκοντα έτη ζήσαντος, ώς ο λόγος, και επισκοπήσαντος μετά την ανάζησιν».

Η ανακομιδη και μετάθεση του ιερού λειψάνου του αγίου Λαζάρου από το Κίτιο στην Κωνσταντινούπολη, η οποία τιμάται από την Εκκλησία τη 17ην Οκτωβρίου, έγινε κατά το έτος 899/900 μετά από εντολή του αυτοκράτορος Λέοντος Στ΄ του Σοφού.

Η μετάθεση του λειψάνου περιγράφεται λεπτομερώς σε δύο πανηγυρικούς λόγους που εκφώνησε μπροστά στο ιερό λείψανο παρουσία του αυτοκράτορος ο μαθητής του Μεγάλου Φωτίου, μητροπολίτης Καισαρείας Αρέθας (850-μετά το 932). Στον πρώτο Λόγο, ο λόγιος κληρικός εκθειάζει το γεγονός της αφίξεως του λειψάνου στην Κωνσταντινούπολη, ενώ στο δεύτερο περιγράφει διεξοδικά την πομπή που σχηματίσθηκε, με τη συμμετοχή του αυτοκράτορα, για τη μεταφορά του λειψάνου από τη Χρυσούπολη στην Αγία Σοφία. Ο Λέων Στ΄, ως αντάλλαγμα της μεταφοράς του λειψάνου στην Κωνσταντινούπολη, απέστειλε χρήματα και τεχνίτες στην Κύπρο, όπου έκτισαν το μεγαλοπρεπή ναό του Αγίου, ο οποίος διατηρείται ως σήμερα στη Λάρνακα. Εκτός τούτου οικοδόμησε μονή στην Κωνσταντινούπολη επ’ ονόματι του δικαίου Λαζάρου, όπου εναπόθεσε το ιερό λείψανο. Στην ίδια μονή μεταφέρθηκε αργότερα από την ΄Εφεσο και το λείψανο της αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής. Κατά τη βυζαντινή εποχή διατηρήθηκε το έθος να εκκλησιάζεται στη μονή κατά το Σάββατο του Λαζάρου, ο ίδιος ο αυτοκράτορας.

Το ιερό λείψανο του Αγίου πρέπει να μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη μαζί με την παλαιά λάρνακα. Τούτο συμπεραίνεται από το ότι η μαρμάρινη λάρνακα, που εναπόκειται σήμερα κάτω από την αγία Τράπεζα του ομωνύμου ναού στη Λάρνακα, φέρει επιγραφή, σε μεγαλογράμματη γραφή, «ΦΙΛΙΟΥ» (ονομαστική: Φίλιος), ενώ η παλαιά «Λάζαρος ο τετραήμερος και φίλος του Χριστού». Στη σημερινή λάρνακα ανευρέθηκε στις 23 Νοεμβρίου 1972 τμήμα του ιερού λειψάνου του δικαίου Λαζάρου μέσα σέ ξύλινη θήκη.

Το γεγονός αυτό υποδεικνύει ότι οι Κιτιείς δεν πρέπει να είχαν παραδώσει ολόκληρο το λείψανο στον αυτοκράτορα αλλά το μεγαλύτερο μέρος του. Εξάλλου και ο Αρέθας στους Λόγους του δέν αναφέρεται σε άφθαρτο σκήνωμα αλλά σε «οστά » και «κόνιν». Εκτός αυτού ρωσική πηγή στη βιβλιοθήκη της Οξφόρδης αναφέρει ότι ένας Ρώσος μοναχός από το Μοναστήρι του Πσκώβ, που επισκέφθηκε κατά το 16ο αιώνα την πόλη της Λάρνακας, προσκύνησε τα οστά του αγίου Λαζάρου και πήρε μαζί του μικρό τεμάχιο από αυτά. Το τεμάχιο διαφυλάσσεται ως σήμερα στο παρεκκλήσιο του αγίου Λαζάρου, στη μονή Πσκώβ. Η δυνατότητα την οποία είχε ο Ρώσος μοναχός να προσκυνήσει τον Άγιο οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η λάρνακα με τα εναπομείναντα λείψανα ήταν θεατή στους προσκυνητές τουλάχιστον ως το 16ο αιώνα. Αργότερα σε χρόνο που δεν προσδιορίζεται, οι Κιτιείς τα έκρυψαν κάτω από την αγία Τράπεζα όπου παρέμεινε μέχρι την ανεύρεσή της κατά το έτος 1972.
Απόσπασμα ομιλίας του Aρχιμανδρίτη Λαζάρου του Βατοπεδινού

πηγή:www.dogma.gr

O φίλος και μαθητής του Χριστού, Λάζαρος

Μαρ 201831

Γιατί ο Λάζαρος μετά την Ανάστασή του δεν ξαναγέλασε

    • 30 Μαρτίου 2018

 

λάζαρος

Πρόσωπο της Καινής Διαθήκης, φίλος και μαθητής του Χριστού, ο Λάζαρος αναστήθηκε προαναγγέλλοντας την επερχόμενη Ανάσταση του Κυρίου.

Ο Λάζαρος ο επονομαζόμενος και  Δίκαιος ή Τετραήμερος, ήταν αδελφός της Μάρθας και της Μαρίας. Όταν αρρώστησε βαριά και πέθανε, ήταν μόλις 30 χρονών.

Κατά την Καινή Διαθήκη (Ιωάννου ια’ 1-44), μια μέρα ο Λάζαρος αρρώστησε βαριά και πέθανε. Οι αδελφές του ειδοποίησαν τον Ιησού ο οποίος βρισκόταν στη Γαλιλαία ότι ο φίλος του ασθενεί βαρέως, αλλά εκείνος καθυστέρησε -λέγεται ότι καθυστέρησε εσκεμμένα- να έλθει. Παρά το νέο, περίμενε δύο ημέρες και μετά αναχώρησε.

Στους μαθητές του είπε ότι ο φίλος του κοιμήθηκε και ότι θα μεταβεί στη Βηθανία για να τον ξυπνήσει. Όταν έφθασε στη Βηθανία με τους μαθητές του, η Μαρία του παραπονέθηκε ότι αν ερχόταν εγκαίρως δεν θα πέθαινε ο αδελφός της.

Ο Ιησούς δάκρυσε και ζήτησε να τον οδηγήσουν στον τάφο -ένα σπήλαιο φραγμένο με πέτρα βαριά. Παρότι προειδοποιήθηκε ότι, η οσμή θα ήταν ανυπόφορη, περίμενε να ανοίξει η είσοδος του τάφου και υψώνοντας φωνή μεγάλη είπε: «Λάζαρε δεύρο έξω!».

Ο Χριστός ανάστησε τον Λάζαρο τέσσερις ημέρες μετά τον θάνατό του -εξού και ο χαρακτηρισμός «Τετραήμερος»- προκαλώντας τον θαυμασμό των παρισταμένων και το θανάσιμο μίσος των Φαρισαίων.

Έξι ημέρες πριν από το εβραϊκό Πάσχα, ο Ιησούς κάθισε σε δείπνο το οποίο δόθηκε για Αυτόν. Μαζί Του ήταν και ο Λάζαρος (Ιω. 12,1-2), ενώ πλήθος κόσμου συνέρρευσε για τους δει.

Ο Λάζαρος δεν ξαναγέλασε ποτέ μετά την Ανάστασή του

Η λαϊκή παράδοση θέλει τον Λάζαρο σκυθρωπό και αγέλαστο μετά την Ανάστασή του. Μάλιστα, δικαιολογεί τη θλίψη του αυτή στα όσα είχε δει κατά την τετραήμερη παραμονή του στον Άδη.

Οι ίδιες παραδόσεις αναφέρουν ότι γέλασε μόνο μία φορά, όταν είδε κάποιον να κλέβει ένα πήλινο αγγείο και σχολίασε αποφθεγματικά: «το ένα χώμα κλέβει το άλλο».

πηγή:www.dogma.gr

O Eυαγγελισμός της Θεοτόκου

Μαρ 201825

Γιατί εορτάζεται στις 25 Μαρτίου ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου

  • 25 Μαρτίου 2018

Ευαγγελισμού

Η 25η Μαρτίου είναι ημέρα διπλού εορτασμού, της εθνικής επανάστασης, αλλά και του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Οι αρχές της εορτής δεν είναι επακριβώς γνωστές. Πολλοί και διαφορετικοί λόγοι, όμως, οδήγησαν στη συγκεκριμένη καθιέρωση.

Η λειτουργική παράδοση και ορθόδοξη πνευματικότητα τοποθετούν σε ιδιαίτερη θέση την εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Και είναι αλήθεια ότι οι θεομητορικές εορτές πλουτίζουν τη λειτουργική μας ζωή, γιατί ο λαός του Θεού πάντοτε ατενίζει με ιδιαίτερη αγάπη και σεβασμό τη μεσίτρια του ουρανού. Την ήμερα αυτή, η Εκκλησία γιορτάζει το χαρμόσυνο μήνυμα της θείας ενσάρκωσης. Ο θεόσταλτος αρχάγγελος Γαβριήλ παρουσιάζεται στην Παρθένο Μαρία, στη Ναζαρέτ και της ανήγγειλε ότι θα γεννήσει το Σωτήρα του κόσμου, τον Ιησού Χριστό.

Οι αρχές της εορτής του Ευαγγελισμού δεν είναι επακριβώς γνωστές. Το γεγονός ότι Αγία ῾Ελένη έκτισε στη Ναζαρέτ βασιλική, στην οποία περιελαμβανόταν κατά παράδοση ο οίκος της Θεοτόκου, όπου αυτή δέχθηκε τον Ευαγγελισμό, επέδρασε ίσως στη σύσταση τοπικής εορτής. Οι πρώτες μαρτυρίες περί αυτής βρίσκονται στον Άγιο Πρόκλο, Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, το 430 μ.Χ., και στο Πασχάλιον Χρονικόν (624 μ.Χ.), όπου χαρακτηρίζεται ως συσταθείσα στις 25 Μαρτίου από τους θεοφόρους διδασκάλους.

Το 560 ο Ιουστιανιανός ο Α’ πρόβαλε την 25η Μαρτίου, ως την κατάλληλη ημέρα για τον εορτασμό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Μια πληθώρα διαφορετικών λόγων οδήγησαν στη συγκεκριμένη καθιέρωση.

Καταρχάς, η ήμερα της συλλήψεως του Ιωάννη του Προδρόμου, δηλαδή η 24η Σεπτεμβρίου, συνέπιπτε με τη φθινοπωρινή ισημερία, δεδομένου ότι την ήμερα αυτή, κατά την οποία οι Εβραίοι εόρταζαν την εορτή του Εξιλασμού, δέχθηκε ο Ζαχαρίας από τον αρχάγγελο Γαβριήλ το μήνυμα ότι θα αποκτήσει υιό. Επομένως, εφόσον κατά το Λκ. 1, 26 ο Ευαγγελισμός έγινε έξι μήνες αργότερα, η ημερομηνία αυτή συνέπιπτε με την εαρινή ισημερία, δηλαδή στις 25 Μαρτίου, και η Γέννηση του Χριστού καθορίστηκε εννέα μήνες μετά, δηλαδή στις 25 Δεκεμβρίου, στο χειμερινό ηλιοστάσιο.

Επίσης,  είχε επικρατήσει η άποψη ότι ο θάνατος του Χριστού συνέβη στις 25 Μαρτίου και επειδή ο Κύριος, ως τέλειος κατά πάντα άνθρωπος, «έσχεν επίγειον βίον καθοριζόμενον από ακριβή αριθμόν ετών», έπρεπε να είχε συλληφθεί την ήμερα του σταυρικού θανάτου του. Επιπροσθέτως, η 25 Μαρτίου πίστευαν ότι ήταν η πρώτη ήμερα του κόσμου και ως εκ τούτου θα έπρεπε να είναι και η ήμερα του θανάτου Του.

Η χαρμόσυνη εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου εορτάζεται μέσα στη Μ. Τεσσαρακοστή, περίοδο πένθους, κατά την οποία απαγορεύεται η τέλεση εορτών και πανηγύρεων. Με τον 52ο κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου επιτράπηκε ως εξαίρεση η εορτή του Ευαγγελισμού κατά την οποία τελείται η θεία λειτουργία του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου και όχι η λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων. Στην Κωνσταντινούπολη, κατά το έθιμο, την ήμερα του Ευαγγελισμού ο αυτοκράτορας με πομπή από την Αγία Σοφία πήγαινε στην εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου εν τω Φόρω και από εκεί κατέληγε στο ναό της Θεοτόκου των Χαλκοπρατείων, όπου γινόταν μεγαλοπρεπής εορτασμός.

πηγή:www.dogma.gr

« Παλιότερα άρθραΠιο πρόσφατα άρθρα »

To ρολόι του blog

Οκτώβριος 2024
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 123456
78910111213
14151617181920
21222324252627
28293031  
European Radio Logo

Ομάδες

Σελίδες

Πρόσφατα σχόλια

    Παναγιωτακοπούλου Ειρήνη,φιλόλογος, Μ.Εd

    Διδάσκει στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.

    European Radio Logo

    Kατηγορίες

    images (7)

    images (7)
    Δεν υπάρχουν μελλοντικά γεγονότα.
    Οκτώβριος 2024
    Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
     123456
    78910111213
    14151617181920
    21222324252627
    28293031  

    Translate

    Σαν σήμερα

    19/10/1943: Ο μεταπτυχιακός φοιτητής ʼλμπερτ Σατζ ανακαλύπτει την στρεπτομυκίνη, το πρώτο αντιβιοτικό φάρμακο για την καταπολέμηση της φυματίωσης.

    Σκακιστική άσκηση



    Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
    Αντίθεση
    Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων