Υπάρχει ζωή χωρίς το facebook;

withoutfacebookΌταν αποφάσισα να κάνω ένα ρεπορτάζ για τους ανθρώπους που ζουν χωρίς Facebook, και µάλιστα για εκείνους που είχαν λογαριασµό στο δηµοφιλέστερο κοινωνικό δίκτυο αλλά τον έκλεισαν για διάφορους λόγους, το πρώτο πράγµα που σκέφτηκα ήταν να το κοινοποιήσω στο Facebook… Εν ολίγοις, έγραψα ένα ποστ που ζητούσε από τους φίλους µου -διαδικτυακούς και µη- να µε ενηµερώσουν για δικούς τους φίλους ή γνωστούς που ανήκαν στις παραπάνω κατηγορίες. Και τους περισσότερους όντως τους βρήκα από εκεί. Αυτό από µόνο του δείχνει τη δύναµη, την ευρύτητα και συχνά την αναγκαιότητα του µέσου – όχι µόνο στο δικό µου επάγγελµα.

Σε έναν πλανήτη όπου 1,55 δισεκατοµµύρια άνθρωποι είναι ενεργοί χρήστες του δικτύου (και οι 1,1 δισεκατοµµύριο από αυτούς το χρησιµοποιούν καθηµερινά), είναι κάπως επαναστατικό το να αντιστέκεσαι στη δηµιουργία λογαριασµού εκεί. Πρόσφατα, ακόµη και ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Οµπάµα, έφτιαξε δικό του προσωπικό λογαριασµό, µε τον Μαρκ Ζάκερµπεργκ να είναι ο πρώτος που τον υποδέχτηκε.

Είναι περιττό να πω πόσο δυσκολεύτηκα εγώ να απεξαρτηθώ, όταν για χάρη αυτού του ρεπορτάζ έµεινα εκτός για τέσσερις ολόκληρες ηµέρες. Εχασα εκδηλώσεις, την επαφή µε πολλούς φίλους και γνωστούς, µε τους οποίους από εκεί είχαµε σχεδόν καθηµερινή επικοινωνία, ειδήσεις τις οποίες συνήθως ψάρευα χαζεύοντας το ταϊµλάιν ακόµη και µε το που ξυπνούσα, ιδέες για θέµατα στο περιοδικό, ενηµερώσεις για οµάδες όπου συµµετέχω, αλλά και µια ευχάριστη απασχόληση για τα µικρά κενά ελεύθερου χρόνου. Εµοιαζε λίγο µε την απεξάρτηση από το τσιγάρο, όπου συχνά πιάνεις τον εαυτό σου να µην ξέρει τι να κάνει µε τα χέρια ή το χρόνο του. Γρήγορα συνειδητοποίησα ότι κέρδισα και πολλά. Χρόνο, για παράδειγµα, να διαβάσω ένα βιβλίο, να δω µια ταινία χωρίς να διασπάται η προσοχή µου από ειδοποιήσεις, λιγότερο άγχος για το µήπως δεν απάντησα σε κάποιο µήνυµα και, φυσικά, πολλή µπαταρία. Οταν σταµάτησα την παράλληλη ζωή µου εκεί, νοµίζω ότι έζησα λίγο πιο έντονα την κανονική. Ακόµη κι αν σε πολλές συζητήσεις ένιωθα αποξενωµένη, αφού συχνά οι φίλοι σχολίαζαν αναρτήσεις, σχόλια ή ενηµερώσεις που δεν είχα δει. Ετσι κατάλαβα γιατί εσχάτως όλο και εντείνεται µια τάση αποµάκρυνσης από το µέσο.

Αν γκουγκλάρετε τη φράση «χωρίς Facebook» στα Ελληνικά αλλά κυρίως στα Αγγλικά, θα βρείτε δεκάδες σελίδες σε µπλογκ και σάιτ ανθρώπων που βγήκαν από το δίκτυο και µοιράζονται την εµπειρία τους. Για το πόσο η ζωή τους άλλαξε, προς το καλύτερο τις περισσότερες φορές, όταν έβγαλαν από πάνω τους το βραχνά της συνεχούς παρουσίας εκεί. Σύµφωνα µε πρόσφατη έρευνα εξάλλου, το Facebook είναι πλέον η αιτία ενός στα πέντε διαζύγια! Ενώ µελέτη στη ∆ανία, από το Ινστιτούτο Ερευνας για την Ευτυχία, έδειξε ότι οι άνθρωποι που έχουν λογαριασµό και είναι ενεργοί εκεί έχουν 39% µεγαλύτερη πιθανότητα να αισθάνονται λιγότερο ευτυχισµένοι από τους φίλους τους.

Ετσι εξηγείται ίσως το γεγονός ότι η απεξάρτηση από το Facebook γίνεται, αν όχι µόδα, σίγουρα τάση. Πώς είναι, λοιπόν, να ζεις σήµερα χωρίς Facebook; Ο επιχειρηµατίας ∆ηµήτρης Ταλούµης, ο αρχιτέκτονας Νίκος Β. και η δηµοσιογράφος Αναστασία Καµβύση είναι τρεις χαρακτηριστικές περιπτώσεις. Ο πρώτος υπήρξε για αρκετά χρόνια ενεργός -όχι µόνο για προσωπικούς, αλλά και για επαγγελµατικούς λόγους- µέχρι τον Φεβρουάριο, οπότε αποφάσισε να το κλείσει οριστικά. Ο Νίκος ήταν από τους πρώτους που µπήκε, αλλά το απέρριψε έξι µήνες αργότερα, ενώ η Αναστασία δεν µπήκε ποτέ στον πειρασµό να κάνει λογαριασµό, παρότι είναι εξαιρετικά ενεργός σε άλλα κοινωνικά δίκτυα όπως το Twitter. Ιδού οι λόγοι τους.withoutfacebook_1

Οι «Απεξαρτηµένοι»

Νίκος Β. αρχιτέκτονας
«∆εν µου άρεσε να βγάζω τα προσωπικά µου στη φόρα»

Οταν είχε εµφανιστεί το Facebook, είχα ενθουσιαστεί. Ηµουν εντελώς παρθένος στα social media. Αυτό που µου άρεσε ήταν το ότι είχα καταφέρει να βρω φίλους µε τους οποίους είχα χάσει κάθε επαφή τα τελευταία χρόνια. Μαζί µε τους φίλους πλάκωσαν και οι συγγενείς. Και δεν µιλάω για αδέρφια, αλλά για µακρινά ξαδέρφια, θείους που είχα δει τελευταία φορά στα βαφτίσια µου, κάτι τυχάρπαστους από την Αυστραλία που απλώς είχαν το ίδιο επίθετο µ’ εµένα. Η στιγµή που έκανα λογαριασµό Facebook δεν ήταν τυχαία. Τα προσωπικά µου δεν ήταν στα καλύτερά τους και πίστευα πως, αν βρισκόµουν µε τους παλιούς µου φίλους, ίσως µε βοηθούσε. Τώρα, βέβαια, ξέρω πως αυτή ήταν η χειρότερη στιγµή για να το κάνω. Το αποτέλεσµα ήταν πως όλοι οι φίλοι, συγγενείς, άσχετοι Αυστραλοί συνονόµατοι παρακολούθησαν σε απευθείας µετάδοση ένα χωρισµό, µε αρκετό «δράµα» και από τις δύο πλευρές.

Αρκετά σύντοµα συνειδητοποίησα ότι δεν µου άρεσε καθόλου να βγάζω τα προσωπικά µου στη φόρα και πως όλο αυτό το «επώνυµο» µέσο δεν µου ταίριαζε. Ολο αυτό κράτησε περίπου έξι µήνες. Τόσο µου πήρε για να το βαρεθώ. ∆εν κοίταξα ποτέ πίσω. Ούτε ένιωσα ποτέ αποκλεισµένος. Μόνο ίσως µερικές φορές που έχασα κάποια πάρτι!

Μια φορά, πριν από ένα χρόνο, σε µια φάση βαρεµάρας είπα να ενεργοποιήσω ξανά το λογαριασµό µου. Πώς είναι σε κάτι έργα που έχει ξεσπάσει ένας ιός και έχουν πεθάνει όλοι και µπαίνεις σε ένα σπίτι και είναι το τραπέζι στρωµένο, το φαΐ στα πιάτα και όλα όπως τα άφησαν οι κάτοικοί του, έτσι ήταν και το προφίλ µου. Ολα στη θέση τους, ακόµη και το παράθυρο του τελευταίου chat (διάλογος χωρισµού) ήταν ανοιχτό. Φρίκαρα. Το ξαναέκλεισα αµέσως. Κοιτώντας πίσω, είµαι σίγουρος πως το Facebook δεν ήταν για µένα. Εχω µετανιώσει και γι’ αυτό το εξάµηνο που ίσως έγραψα πράγµατα που πλήγωσαν ανθρώπους που αγαπάω.

Αναστασία Καµβύσση, δηµοσιογράφος
«Σε εφηβικά… λευκώµατα σταµάτησα να γράφω στα 11»

Γράφω ηµερολόγιο καταστρώµατος στο Τwitter (πού πήγα, τι έφαγα, ποιο τραγούδι ακούω τώρα, ποιο ζωάκι ψάχνει οικογένεια, τι ψηφίζω και, ΚΥΡΙΩΣ, τι έκαναν οι γάτες µου σήµερα). Οµοίως στο Ιnstagram. Οπότε δεν θα δικαιολογήσω την απουσία µου από το Facebook κάνοντας κήρυγµα περί σεµνότητας, σοβαρότητας ή προστασίας της προσωπικής ζωής από τα µάτια τρίτων.
Αντιθέτως, ζω χωρίς Facebook από την πρώτη εβδοµάδα που ήρθε στην Ελλάδα, οπότε µπήκα, φρέσκια και ενθουσιασµένη, είδα το πρώτο poke και βγήκα. Η πρώτη µου σκέψη ήταν ότι αυτό είναι ένα µεγάλο εφηβικό λεύκωµα και εγώ σε λευκώµατα σταµάτησα να γράφω στα 11. ∆εν έχω τίποτα µε την εφηβεία, αλλά για κάποιο λόγο το Facebook µου χτύπησε κόκκινο.

Στην αρχή ήταν απλώς αστείο, στη συνέχεια αντικατέστησε το τηλέφωνο, το ηµερολόγιο και την αλληλογραφία. «Την ποια;» θα µου πεις. Είµαι ένας δεινόσαυρος της επικοινωνίας, στέλνω ακόµη κάρτες και γράµµατα στην Αυστραλία, την Ολλανδία, την Κύπρο και την Κέρκυρα, όπου είναι σκορπισµένοι οι καλύτεροί µου φίλοι (οι οποίοι, σωστά µαντέψατε, δεν είναι στο Facebook).

∆εδοµένου όµως ότι το Facebook δεν είναι πια ο χαριτωµένος ηλεκτρονικός πασατέµπος που ήταν όταν ξεκίνησε, αλλά έγινε εργαλείο δουλειάς, καταλαβαίνω την απορία των υπόλοιπων φίλων µου που γίνονται κατά καιρούς έξαλλοι επειδή δεν είµαι κι εγώ εκεί. Εχω συχνά αρνηθεί σηµαντικά ποσά χρηµάτων για να εργαστώ ως χειριστής σελίδων, ενώ αρνούµαι πεισµατικά να αποκτήσω τη δική µου, ακόµη κι αν µου το ζητούν οι κατά καιρούς εργοδότες µου. Αλλά δεν είναι κανενός είδους «αντίσταση» να µην είσαι στο Facebook, δεν έχω τέτοιου είδους ψευδαισθήσεις. Οπως και δεν νιώθω κανέναν αποκλεισµό εξαιτίας της αποχής µου. Αν θέλουν να µε καλέσουν κάπου, θα µε καλέσουν.

∆ηµοσιογράφοι που δεν είναι στο Facebook αντιµετωπίζονται ως εξωτικό είδος προς εξαφάνιση. Μου αρέσει να είµαι εξωτικό είδος προς εξαφάνιση. Τι άλλο να πω; Οπως µου αρέσει να λέω συχνά, «έχω τουιτάρει σχετικά».

∆ηµήτρης Ταλούµης, διευθύνων σύµβουλος στην εταιρεία Pronovias
«Είχα φτάσει τις 4.000 φίλους και δεν γνώριζα ούτε τους µισούς»

Ηµουν ενεργός στο Facebook από την αρχή. Είχα φτάσει τις 4.000 φίλους, από τους οποίους βέβαια τελικά δεν γνώριζα ούτε τους µισούς. Κάποια στιγµή αποφάσισα να σβήσω τους γνωστούς-αγνώστους και να µείνω µε τους πιο κοντινούς, παρότι δεν πόσταρα ποτέ προσωπικές πληροφορίες. Ο κυριότερος λόγος που αποφάσισα να αποχωρήσω είναι γιατί συνειδητοποίησα πόσο χρόνο σπαταλάω εκεί χαζεύοντας. Το Facebook σε παρασύρει. Οποτε είχα κενό χρόνο, έµπαινα µέσα για πέντε λεπτά και κατέληγα να µένω εκεί για πολύ παραπάνω, διαβάζοντας, εκτός από ειδήσεις που µπορώ να τις βρω και αλλού, άχρηστες πληροφορίες για αγνώστους – πού είναι, τι κάνουν, τι έφαγαν, ποια η γνώµη τους για θέµατα που ούτε καν µε απασχολούσαν. Σκέφτηκα ότι είναι προτιµότερο να κάνω κάτι άλλο την ίδια ώρα, κάτι πιο εποικοδοµητικό ή να µην κάνω τίποτα. Να χαλαρώσω. Το επαγγελµατικό κοµµάτι των σόσιαλ µίντια για την επιχείρηση, που ήταν σηµαντικό, το ανέθεσα σε άλλον. Το µόνο που µου λείπει από τότε που έφυγα είναι το messenger, γιατί είναι ένας τρόπος να βρεις κάποιον χωρίς κόπο, χωρίς να ψάξεις τηλέφωνο ή να σκεφτείς αν είναι κατάλληλη η ώρα που στέλνεις µήνυµα. Οµως και αυτή η διαδικασία είναι ένα µέρος της επικοινωνίας µας µε τους άλλους. Η προσπάθεια να τους βρούµε, η δεύτερη σκέψη πριν τους ενοχλήσουµε, η απόσταση που διατηρούµε από κάποιους και αυτοί από εµάς. Νοµίζω πως µόνο καλό µού έκανε.

Πηγή: Η Καθημερινή, άρθρο της Ματίνας Ντάνου (Περιοδικό “Κ”_13/12/15)

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς