Ο Cass Sunstein είναι καθηγητής στο τμήμα Νομικών σπουδών του Harvard ενώ έχει διατελέσει και μέλος της κυβέρνησης Obama. Ο Sunstein έχει περάσει πολλά χρόνια εξετάζοντας πως σκέφτονται και ενεργούν οι ομάδες ανθρώπων, κυρίως στον τομέα των επιχειρήσεων. Η έρευνα του “ακουμπάει” πολλούς διαφορετικούς άξονες καλύπτοντας ένα φάσμα από οργανωσιακή συμπεριφορά και ψυχολογία εώς οικονομικά και μάνατζμεντ. Στο Harvard Business Review Δεκεμβρίου έγραψε ένα μακροσκελές άρθρο εξηγώντας τους λόγους για τους οποίους οι ανθρώπινες ομάδες είναι ως επι το πλείστον χαζές και παίρνουν λανθασμένες αποφάσεις.
Διαβάζοντας τις σημειώσεις του, κατάλαβα πως τα συμπεράσματα του, εκτός από τον κόσμο των επιχειρήσεων, θα μπορούσαν να έχουν απόλυτη εφαρμογή στο ψηφιακό κόσμο και τις ομάδες (groups) που δημιουργούνται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εξηγώντας σε μεγάλο βαθμό ένα φαινόμενο που προσωπικά παρατηρώ σε όλα τα timelines τα οποία χρησιμοποιώ. Αυτό της παντελούς έλλειψης ουσιαστικών και δομημένων συζητήσεων. Οπότε στις επόμενες παραγράφους, θα προσπαθήσω να εξετάσω αν τα έμφυτα στοιχεία του Διαδικτύου συμβαδίζουν με τις επιστημονικά ευρήματα του Sunstein.
Η αποτυχημένη μετάβαση της συζήτησης στο ψηφιακό κόσμο
Αν ανατρέξετε σε αναλύσεις και ακαδημαϊκές έρευνες σχετικά με την επιρροή που έχει ασκήσει το Διαδίκτυο σε όλες τις εκφάνσεις μιας κοινωνίας θα παρατηρήσετε πως θα βρείτε πληροφορίες για πολλά πεδία όπως η εκπαίδευση, η οικονομία, η επιχειρηματικότητα και οι διαπροσωπικές σχέσεις. Απόλυτα λογικό καθώς όντως το Διαδίκτυο έχει αλλάξει ριζικά όλα τα προαναφερθέντα επίπεδα αλλά αν εξετάσουμε το Internet και τα social media σε ένα πιο φιλολογικό επίπεδο θα παρατηρήσουμε πως δημιουργούν ένα περιβάλλον που όχι μόνο δεν είναι ιδανικό αλλά αντιθέτως εμποδίζει τη δημιουργία ενός πλαισίου που θα επιτρέψει δομημένες συζητήσεις που ακολουθούν τους βασικούς κανόνες ανταλλαγής επιχειρημάτων, το σεβασμό του συνομιλητή και την εξαγωγή λογικών συμπερασμάτων.
Ενώ ζούμε στην εποχή της απόλυτης εκδημοκρατικοποίησης του λόγου, της αμεσότητας και της ταχύτητας έκφρασης της σκέψης, της συμμετοχής μας σε δεκάδες δίκτυα που ζουν από την παραγωγή γραπτού υλικού παράλληλα παρατηρείται όλο και περισσότερο μια ένδεια στον ιντερνετικό τρόπο γραφής, μια πολύ περιορισμένη ανταλλαγή απόψεων και μια τάση στην αποφυγή συζητήσεων για σοβαρά θέματα που χρήζουν ανάλυσης και μελέτης. Θα ήταν απόλυτα ασφαλές να πούμε πως το Διαδίκτυο δεν έχει μπορέσει να δημιουργήσει ούτε στο ελάχιστο ένα περιβάλλον ευνοϊκό για την προώθηση τέτοιων συζητήσεων. Αν χρησιμοποιήσουμε το επιχείρημα που θέλει το Διαδίκτυο να μεταφέρει σε έναν ψηφιακό κόσμο όλες τις βασικές ενέργειες των ανθρώπων που ήδη προϋπήρχαν, η μετάβαση της ενέργειας που λέγεται “συνομιλία” έχει αποτύχει πλήρως.
Οι λόγοι που έχουν οδηγήσει στο συγκεκριμένο φαινόμενο είναι πολλοί και κάποιοι από αυτούς απόλυτα αναμενόμενοι καθώς μιλάμε για ένα τελείως διαφορετικό πεδίο. Η επικράτηση του γραπτού λόγου σαν κύριο όχημα για την έναρξη μιας συζήτησης, η δημιουργία της απροσωποποίησης λόγω της ύπαρξης μιας οθόνης και ενός ανώνυμου avatar, η πολλές φορές αναγκαστικά αποσπασματική έκφραση απόψεων και η ύπαρξη ενός άτυπου βαθμολογικού συστήματος είναι μερικοί απ’ αυτούς. Παράλληλα, το περιεχόμενο των απόψεων που εκφράζονται διαμορφώνεται από ένα ελαττωματικό σύμπλεγμα πληροφοριών το οποίο προσπάθησα να αναλύσω σε προηγούμενο άρθρο μου.
Γιατί οι ομάδες δεν λειτουργούν αποτελεσματικά
Ας εστιάσουμε όμως στους αποτρεπτικούς λόγους που δημιουργούνται εξαιτίας της τάσης των ανθρώπων/χρηστών να σχηματίζουν ομάδες, κάτι που προφανώς ισχύει και στη καθημερινότητα μας αλλά και στο Διαδίκτυο. Η αλήθεια είναι πως στο Διαδίκτυο βρισκόμαστε πάντα σε ένα πλαίσιο ευρύτερης ομάδας είτε αυτή λέγεται λίστα Twitter, είτε group στο Facebook είτε πιο γενικά ο κύκλος των φίλων ή ακολούθων που έχουμε. Ότι γράφουμε ή διαβάζουμε, διαβάζεται παράλληλα και από μια ομάδα ανθρώπων που έχουμε επιλέξει εμείς οι ίδιοι ή έχουν επιλεγεί αυθαίρετα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Ο Sunstein λοιπόν βρήκε πως 2 είναι οι βασικοί λόγοι που οι ομάδες δεν κάνουν σωστές επιλογές. Ο πρώτος είναι οι πληροφορίες που αναπαράγονται και το δεύτερο η διαχείριση της φήμης. Ας εστιάσουμε στο δεύτερο, καθώς ο πρώτος έχει ήδη αναλυθεί.
Η διαχείριση της φήμης
Θεωρώ πως το συγκεκριμένο συμπέρασμα αποκαλύπτει τη καρδιά του “προβλήματος” που παρουσιάζει το Διαδίκτυο στο θέμα της συζήτησης. Η επίγνωση του ότι γράψουμε ανήκει στη δημόσια σφαίρα μας κάνει να αλλάζουμε πολύ του τι θα επικοινωνήσουμε. Επειδή τα κοινωνικά δίκτυα έχουν χτισθεί πάνω σε μια κεντρική ιδέα, αυτής της συνεχούς επιτήρησης τόσο από το αόρατο μάτι των απρόσωπων δικτύων όσο και από τους φίλους μας αλλά και της ύπαρξης μιας λεπτομερούς βαθμολόγησης, είναι λογικό να ρέπουμε προς απόψεις που θα μας χαρίσουν likes και κοινωνική αναγνώριση από τους υπόλοιπους χρήστες.
Το Διαδίκτυο δηλαδή έχει δημιουργήσει ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο έχει πολύ περισσότερη σημασία να είσαι κοινωνικά αποδεκτός και αρεστός παρά να εκφράζεις απόψεις που ίσως είναι αντίθετες από τις ήδη υπάρχουσες. Είναι κάπως άτοπο αλλά σκεφτείτε για μια στιγμή πως θα λειτουργούσαμε αν κάναμε μια συζήτηση με έναν φίλο μας μπροστά σε χιλιάδες θεατές οι οποίοι ζητωκραυγάζουν κάθε φορά που η άλλη πλευρά διατυπώνει μια άποψη. Τα λεγόμενα metrics των κοινωνικών δικτύων, δηλαδή η καθολική επικράτηση ποσοτικών μονάδων για τη μέτρηση ποιοτικών στοιχείων, έχουν αντιστρέψει βασικούς τρόπους λειτουργίας των μέσων. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε πως the metric is the message καθώς πια έχει πιο πολλή σημασία το πόσες φορές άρεσε κάτι που έγραψες, παρά το τι έγραψες.
Οι προαναφερθείσες καταστάσεις δημιουργούν, σύμφωνα με τον Sunstein, τα εξής προβλήματα στις ομάδες: την πόλωση και το “φαινόμενο καταρράκτη”.
Πόλωση
Έρευνες έχουν αποδείξει ότι είναι μαθηματικά βέβαιο πως οι ομάδες έχουν μια φυσική τάση να οδηγούνται στα άκρα φτάνοντας στην απόλυτη πόλωση. Ο λόγος είναι πως τα άκρα, όποια κι αν είναι αυτά, προσφέρουν ένα εξαιρετικό υπόβαθρο πίσω από το οποίο όχι μόνο μπορούν να δικαιολογηθούν οι Χ αποφάσεις αλλά επίσης να δημιουργηθεί και μια εκ διαμέτρου αντίθετη πλευρά την οποία ορίζουμε ως παράδειγμα προς αποφυγή. Ο ψηφιακός κόσμος είναι ένα απόλυτα πρόσφορο έδαφος για αυτό το φαινόμενο για διάφορους λόγους. Έρευνα της Pew Research, βρέθηκε πως 55% των χρηστών του Internet θεωρεί πως τα social media αυξάνουν στο μέγιστο την επιρροή ομάδων με ακραίες πολιτικές θέσεις ενώ 4 στους 10 επιλέγουν να διαβάζουν ειδήσεις που συμβαδίζουν με τις απόψεις τους.
Αρχικά, η ανάγκη για ένταξη σε κάποια ομάδα είναι πολύ μεγάλη καθώς μόνο έτσι μπορούμε να φιλτράρουμε αποτελεσματικά τον τεράστιο αριθμό πληροφοριών που μας κατακλύζουν καθημερινά ενώ παράλληλα είναι ο μοναδικός τρόπος να βρούμε ομοϊδεάτες μας μέσα από χιλιάδες χρήστες εκεί έξω. Επιπλέον, η έκφραση απόψεων που δεν ανήκουν αντικειμενικά στα άκρα, χρειάζονται συνήθως αρκετή ώρα για να αποτυπωθούν σωστά, απαιτούν την απόλυτη προσοχή του ακροατή και τέλος διαμορφώνονται μέσα από τη συνεχή ανταλλαγή επιχειρημάτων των συνομιλητών. Κάτι τέτοιο είναι σχεδόν αδύνατο να συμβεί στο Διαδίκτυο καθώς ποτέ δεν ξέρεις τι ακριβώς κάνει παράλληλα ο συνομιλητής σου, υπάρχει ο “θόρυβος” των υπόλοιπων χρηστών που μπορούν να προσθέσουν κάτι άσχετο με το θέμα ενώ τέλος υπάρχει είτε η ανάγκη για λακωνική διατύπωση (Twitter) είτε η γενική αποφυγή για μακροσκελή κείμενα.
Cascade Effect – Φαινόμενο Καταρράκτη
Σίγουρα θα υπάρχει μια καλύτερη και πιο ακαδημαϊκή απόδοση του όρου αλλά ας κρατήσουμε τη λέξη καταρράκτης γιατί επικοινωνεί αποτελεσματικά το νόημα της φράσης. Το φαινόμενο καταρράκτη στις ομάδες είναι αυτό σύμφωνα με το οποίο κάποιος διατυπώνει μια Χ άποψη πριν από οποιαδήποτε άλλον και η άποψη αυτή λειτουργεί σαν πυξίδα για όλα τα άλλα μέλη με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένας καταρράκτης όμοιων απόψεων που στο πέρασμα του δεν επιτρέπει να ακουστεί με προσοχή οτιδήποτε άλλο. Είναι ακόμα ένα φαινόμενο που βρίσκει απόλυτη εφαρμογή στο χώρο των social media, στα οποία μάλιστα συναντάται πολύ έντονα το φαινόμενο του διαχωρισμού των χρηστών σε κάστες επιρροής με όρους όπως connectors, mavens και salesmen. Επειδή λοιπόν το διαδίκτυο λειτουργεί βάσει κυρίως της ταχύτητας έκφρασης απόψεων και επειδή πολύ συχνά (και λογικά) δεν προλαβαίνουμε να έχουμε άποψη για ότι απασχολεί την ευρύτερη κοινωνία, βρίσκουμε χρήστες οι οποίοι εκφράζουν απόψεις με τις οποίες συμφωνούμε έχοντας ως αποτέλεσμα να δημιουργούμε ένα καταρράκτη απόψεων που σχεδόν πάντα μονοπωλεί το ιντερνετικό ενδιαφέρον. Είναι πολύ σύνηθες οι αρχικές απόψεις που δημιουργούν τον καταρράκτη να μην είναι ούτε μελετημένες, ούτε σωστά διατυπωμένες φθάνοντας σε ένα σημείο που τα γεγονότα διαστρεβλώνονται για να ταιριάζουν στην άποψη και όχι το αντίστροφο.
Σε αναζήτηση μιας νέας μορφής επικοινωνίας
Υπάρχουν και άλλα συμπεράσματα από την έρευνα του Sunstein που συγκεντρώνουν μεγάλο ενδιαφέρον όπως ότι οι ομάδες συνήθως εστιάζουν στη γνώση που ήδη υπάρχει χωρίς να ‘παράγουν” καινούργια δεδομένα και πως συνήθως αμβλύνουν τα προβλήματα τους και όχι το αντίστροφο. Θεωρώ πως ο τρόπος με τον οποίον έχουν χτισθεί τα υπάρχοντα κοινωνικά δίκτυα και παράλληλα η δομή στην οποία βασίζεται το Internet σαν επιχείρηση δεν μπορούν να δημιουργήσουν κανένα πλαίσιο που να ευνοεί την έννοια της συζήτησης όπως τουλάχιστον την έχουμε διδαχθεί.
Ακόμα και βίντεο υπηρεσίες όπως το Skype που επιτρέπουν στους χρήστες να έχουν οπτική επαφή με τον συνομιλητή περισσότερο δυσκολεύουν παρά διευκολύνουν την εξέλιξη μιας πραγματικής συνομιλίας. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο του συγκεκριμένου φαινομένου είναι το ποια ακριβώς μορφή θα πάρει η τέχνη της συζήτησης στα επόμενα χρόνια από τη γενιά των millennials και μετά που δεν διδάχθηκαν τους παραδοσιακούς κανόνες συνομιλίας όπως έγινε με ανθρώπους γεννηθέντες πριν το 1990. Ισως στο κοντινό μέλλον παρατηρήσουμε την επικράτηση μιας νέας μορφής επικοινωνίας η οποία θα μπορεί να μεταδίδει παράλληλα τόσο ψηφιακά όσο και φυσικά στοιχεία. Ένα εύκολα κατανοητό παράδειγμα θα ήταν να διεξάγεται μια συνομιλία μεταξύ 2 ανθρώπων στο ίδιο φυσικό περιβάλλον ενώ ταυτόχρονα φοράνε google glasses τα οποία κατά τη διάρκεια της συνομιλίας θα προβάλλουν πληροφορίες όπως το κοινωνικό προφίλ του συνομιλητή, την θερμοκρασία του σώματος του. Αυτόματα περνάμε σε μια τελείως διαφορετική μορφή επικοινωνίας που θα διέπεται από κανόνες άγνωστους σε εμάς αυτή τη στιγμή.
Πηγή: The Huffington Post _ Άρθρο του Τζιώκα Βασίλη