Μπορεί όταν στην καθημερινότητα μιλάμε για τον «εθισμό» που μας προκάλεσε ένα video game ή το Internet να εννοούμε ότι ήταν «κολλητικό» και μας διασκέδασε για αρκετές ώρες, όμως στην κυριολεκτική του έννοια ο εν λόγω εθισμός κάθε άλλο παρά διασκεδαστικός είναι.
«Ο εθισμός στα ηλεκτρονικά παιχνίδια συνήθως ακολουθεί ή αντικαθιστά έναν εθισμό στο Διαδίκτυο. Μάλιστα αποδεικνύεται κυρίως «ανδρικό σπορ». Τα τρία τέταρτα των εθισμένων, σύμφωνα με τα στοιχεία, ήταν αγόρια. Ο συγκεκριμένος εθισμός είναι καθαρά ψυχιατρικό φαινόμενο και η αντιμετώπισή του ανήκει στο φάσμα των ψυχιατρικών νοσημάτων», αναφέρει σχετικά ο κ. Δημήτρης Κούκης, παιδοψυχολόγος, επισημαίνοντας ότι τα παιδιά και οι έφηβοι με εθισμό εμφανίζουν υψηλή συννοσηρότητα με άλλα προβλήματα, όπως οι διαταραχές ελέγχου των παρορμήσεων, το σύνδρομο υπερκινητικότητας και ελλειμματικής προσοχής, η κατάχρηση καπνού, αλκοόλ και άλλων ουσιών.
Πόσο εύκολο είναι λοιπόν να εθιστεί ένα παιδί στα ηλεκτρονικά και από τι εξαρτάται; Οι κίνδυνοι από την ανεξέλεγκτη χρήση του Διαδικτύου και από τα ηλεκτρονικά παιχνίδια είναι αρκετοί, γι’ αυτό κρίνεται απαραίτητη η εκπαίδευση τόσο των εφήβων όσο και των γονέων. Οι κίνδυνοι εκπορεύονται από το γεγονός ότι όλα στο Διαδίκτυο είναι ανεξέλεγκτα. Συνεπώς είναι εύκολο στη σύγχρονη – ηλεκτρονική εποχή να εθιστεί ένας έφηβος/η σε ηλεκτρονικά παιχνίδια.
«Ειδικότερα ένας έφηβος που δείχνει μία τάση για απομόνωση και εσωστρέφεια, υστερεί σε κοινωνικές δεξιότητες κι έχει μία κοινωνική φοβία, έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση κι άσχημη εικόνα για τον εαυτό του, χαρακτηρίζεται από τους γύρω του, ως αγχώδης ή μελαγχολικός, ή έχει διαγνωστεί με διαταραχή ελλειμματικής προσοχής – υπερκινητικότητα, οι έρευνες δείχνουν πως είναι πιο εύκολο να εθιστεί στα ηλεκτρονικά και να “κρύψει” τη δυσκολία του», λέει σχετικά ο κ. Κούκης και προσθέτει πως μόνο ένα 10 με 15% των χρηστών στην εφηβεία μπορούν να θεωρηθούν «εθισμένοι».
Κι αυτό, όχι τόσο με βάση τις ώρες που παίζουν βιντεοπαιχνίδια ανά ημέρα ή ανά εβδομάδα, όσο με βάση την συμπεριφορά και τα συναισθήματα που εκδηλώνουν όταν βρίσκονται μακριά από τις κονσόλες ή τους υπολογιστές τους. Πώς όμως θα μπορούσαν οι γονείς να διακρίνουν την ύπαρξη εθισμού από την απλή ενασχόληση με ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι το οποίο αρέσει στο παιδί;
«Κρίσιμος παράγοντας αναγνώρισης του εθισμού και διαχωρισμού του από την απλή ενασχόληση αποτελεί η σταδιακή και σταθερή απώλεια της λειτουργικότητας του εφήβου. Η καθημερινότητά του αλλάζει και γίνεται όλο και πιο δυσλειτουργική», απαντά ο ίδιος.
Τα συμπτώματα του εθισμού
Όπως αναφέρει ο κ. Κούκης, οι γονείς θα πρέπει να είναι σε… επιφυλακή αν παρατηρήσουν ότι ο/η έφηβος:
– αδυνατεί να σταματήσει να παίζει, αν του ζητηθεί
– αποζητά συνεχώς περισσότερο χρόνο να παίξει
– παραμελεί οικογένεια, φίλους μαθήματα, εξωσχολικές δραστηριότητες
– δε συμμετέχει σε ομαδικές δραστηριότητες
– είναι οξύθυμος, επιθετικός και θλιμμένος αν δεν μπορεί να έχει πρόσβαση σε υπολογιστή
– λέει ψέμματα για τη διάρκεια που βρίσκεται στον υπολογιστή
– παρουσιάζει εμμονή με τα παιχνίδια (συζητά μόνο για τα παιχνίδια) κι απομόνωση
– χάνει την αίσθηση του χρόνου
Αντίστοιχα, όσον αφορά τα σωματικά συμπτώματα, τα «σημάδια» που θα πρέπει να δώσουν προσοχή είναι ότι ο/η έφηβος:
– τρώει και κοιμάται ακατάστατες ώρες κι αλλάζει συνεχώς το πρόγραμμά του
– παρουσιάζει ορθοπεδικές ή άλλες δυσκολίες (σκολίωση, παχυσαρκία),
– παραπονιέται για πόνους στα μάτια και στο κεφάλι.
– παραμελεί την προσωπική του υγιεινή
Η σωστή αντιμετώπιση
Πώς θα πρέπει να προσεγγίσουν οι γονείς το παιδί εφ’ όσον αντιληφθούν ότι κάτι δεν πάει καλά; Σίγουρα όχι μέσω της πλήρους απαγόρευσης. Το πρώτο και πιο σημαντικό βήμα είναι να περιοριστεί η χρήση των βιντεοπαιχνιδιών σε λίγες ώρες την ημέρα – περί τις δύο ώρες ενδεικτικά.
Επίσης, ο ηλεκτρονικός υπολογιστής ή η κονσόλα θα ήταν σκόπιμο να μην βρίσκεται στο δωμάτιο του εφήβου, ενώ χρήσιμο είναι παράλληλα με τη χρονικά περιορισμένη ενασχόληση με τα παιχνίδια να ενταχθεί στο εβδομαδιαίο πρόγραμμα και μία ομαδική δραστηριότητα. «Δεν είναι ανάγκη, όμως, να φθάσουν τα πράγματα σε αυτά τα άκρα. Χρειάζεται ενημέρωση και παρακολούθηση, προκειμένου οι προειδοποιητικές συμπεριφορές του εφήβου να μην περάσουν απαρατήρητες», διευκρινίζει ο κ. Κούκης.
Παράλληλα, αν οι γονείς δουν ότι οι σχολικές επιδόσεις του παιδιού πέφτουν, η κοινωνικικές του επαφές μειώνονται, ότι η καθημερινότητά του καταντά εμμονική και δυσλειτουργική, οφείλουν να αντιδράσουν και να διαχειριστούν τα οικογενειακά δυναμικά. Χρειάζεται πιο σωστή οριοθέτηση στην οικογένεια. Και αν τα πράγματα… ξεφύγουν; Πότε θα χρειαστεί οι γονείς να ζητήσουν βοήθεια από κάποιον ειδικό;
«Βασικό κριτήριο παραπομπής ενός εφήβου σε θεραπευτικό πλαίσιο αποτελέι η απώλεια της λειτουργικότητάς του στην καθημερινή του ζωή. Κανείς εθισμός δε παραμένει σταθερός στο χρόνο, πάντα επιδεινώνονται οι συνέπειες του φαινομενου. Οπότε κάθε γονιός, αν αισθάνεται ότι δε μπορεί να διαχειριστεί την κατάσταση, οφείλει να κινητοποιηθεί και να ζητήσει βοήθεια», καταλήγει ο ειδικός.
Πηγή: in2life / Άρθρο του Νικόλα Γεωργιακώδη (15-5-2014)