Το παιδί και το ταμπούρλο”
Ζούσε κάποτε στον κόσμο τον αγιάτρευτο
Ένα αγόρι ξεχασμένο κι απροστάτευτο
Είχε ένα μικρό ταμπούρλο και το βάραγε
Τι ψυχή βασανισμένη νά ‘ταν άραγε;
Ένα αγόρι ξεχασμένο κι απροστάτευτο
Είχε ένα μικρό ταμπούρλο και το βάραγε
Τι ψυχή βασανισμένη νά ‘ταν άραγε;
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Η γειτονιά του δεν το κράταγε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Τους δρόμους πήρε και περπάταγε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Καπνός τριγύρω δε φαινότανε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Μα κάπου πόλεμος γινότανε
Η γειτονιά του δεν το κράταγε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Τους δρόμους πήρε και περπάταγε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Καπνός τριγύρω δε φαινότανε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Μα κάπου πόλεμος γινότανε
Τι τα θέλει τα βιβλία και τα γράμματα;
Σ’ όλους έρχονται μια μέρα τα γεράματα
Τι τα θέλει τα παλάτια, τα μαλάματα;
Η ζωή κυλάει με δάκρυα και με κλάματα
Σ’ όλους έρχονται μια μέρα τα γεράματα
Τι τα θέλει τα παλάτια, τα μαλάματα;
Η ζωή κυλάει με δάκρυα και με κλάματα
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Κανένας τόπος δεν τον χώραγε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Στις ερημιές μακριά προχώραγε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Ούτ’ ένα φύλλο δεν κουνιότανε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Μα κάπου πόλεμος γινότανε
Κανένας τόπος δεν τον χώραγε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Στις ερημιές μακριά προχώραγε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Ούτ’ ένα φύλλο δεν κουνιότανε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Μα κάπου πόλεμος γινότανε
Νύχτα μέρα περπατούσε ασταμάτητα
Σε λαγκάδια φουντωμένα, δάση απάτητα
Μα στου ποταμού την άκρη που αργοκύλαγε,
Το τσακάλι του πολέμου παραφύλαγε
Σε λαγκάδια φουντωμένα, δάση απάτητα
Μα στου ποταμού την άκρη που αργοκύλαγε,
Το τσακάλι του πολέμου παραφύλαγε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Με τ’ άγριο νύχι του σημάδεψε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Και μια ζωούλα ακόμα κλάδεψε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Τ’ αγόρι λες ονειρευότανε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Μα γύρω πόλεμος γινότανε
Με τ’ άγριο νύχι του σημάδεψε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Και μια ζωούλα ακόμα κλάδεψε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Τ’ αγόρι λες ονειρευότανε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Μα γύρω πόλεμος γινότανε
Κι όταν στις κορφές απάνω μέρα χάραξε
Στη μικρή καρδιά του μέσα κάτι σπάραξε
Έτσι πέρασε στη χώρα του αμίλητου
Και τ’ αγρίμια του άλλου κόσμου γίναν φίλοι του
Στη μικρή καρδιά του μέσα κάτι σπάραξε
Έτσι πέρασε στη χώρα του αμίλητου
Και τ’ αγρίμια του άλλου κόσμου γίναν φίλοι του
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Της γης ο κόρφος δεν τον χώρεσε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Στον ουρανό βαθιά προχώρησε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Ταμπούρλο πια δεν ακουγότανε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Μα πάντα πόλεμος γινότανε
Της γης ο κόρφος δεν τον χώρεσε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Στον ουρανό βαθιά προχώρησε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Ταμπούρλο πια δεν ακουγότανε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Μα πάντα πόλεμος γινότανε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Ταμπούρλο πια δεν ακουγότανε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Μα πάντα πόλεμος γινότανε
Ταμπούρλο πια δεν ακουγότανε
Ταμ ταμ ταμ ταμ
Μα πάντα πόλεμος γινότανε
“Μη με ρωτάς”
Τα πολυβόλα σωπάσαν
Οι πόλεις αδειάσαν και κλείσαν
Ένας βοριάς παγωμένος
Σαρώνει την έρημη γη
Οι πόλεις αδειάσαν και κλείσαν
Ένας βοριάς παγωμένος
Σαρώνει την έρημη γη
Στρατιώτες έρχονται
Πάνε, ρωτάνε γιατί πολεμήσαν
Κι εσύ ησυχάζεις
Το δάχτυλο βάζεις
Να βρεις την πληγή
Πάνε, ρωτάνε γιατί πολεμήσαν
Κι εσύ ησυχάζεις
Το δάχτυλο βάζεις
Να βρεις την πληγή
Μη με ρωτάς, δε θυμάμαι
Μη με ρωτάς, μη με ρωτάς, μη με ρωτάς
Μη με κοιτάς, σε φοβάμαι
μη με κοιτάς, μη με ρωτάς, μη με ρωτάς
Μη με ρωτάς, μη με ρωτάς, μη με ρωτάς
Μη με κοιτάς, σε φοβάμαι
μη με κοιτάς, μη με ρωτάς, μη με ρωτάς
Στην πολιτεία βραδιάζει
Το χιόνι τις στέγες σκεπάζει
Ένα καμιόνι φορτώνει
Και κόβει στα δυο τη σιγή …
Το χιόνι τις στέγες σκεπάζει
Ένα καμιόνι φορτώνει
Και κόβει στα δυο τη σιγή …
Περιπολία στους δρόμους
Και κάποια φωνή που διατάζει
Κι εσύ ησυχάζεις
Το δάχτυλο βάζεις
Να βρεις την πληγή …
Και κάποια φωνή που διατάζει
Κι εσύ ησυχάζεις
Το δάχτυλο βάζεις
Να βρεις την πληγή …
Μη με ρωτάς, δε θυμάμαι
Μη με ρωτάς, μη με ρωτάς, μη με ρωτάς
Μη με κοιτάς, σε φοβάμαι
Μη με κοιτάς, μη με ρωτάς, μη με ρωτάς…
Μη με ρωτάς, μη με ρωτάς, μη με ρωτάς
Μη με κοιτάς, σε φοβάμαι
Μη με κοιτάς, μη με ρωτάς, μη με ρωτάς…