Η Φαναριώτικη πολιτική στην Εκκλησία των ΗΠΑ
Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής, ο από Προύσης Ελπιδοφόρος εν όψει της ενθρονίσεως του έδωσε συνέντευξη στην αγγλόφωνη τουρκική εφημερίδα Hurriyet Daily News[1]. Σε αυτήν αποκαλύπτεται ότι επελέγη από τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο για την πιστότητά του και για να εφαρμόσει στην Ελληνορθόδοξη Εκκλησία των ΗΠΑ την πολιτική του Φαναρίου.[2]
Η τουρκική εφημερίδα σημειώνει ότι ο κ. Ελπιδοφόρος δήλωσε σε προηγούμενη συνέντευξή του στην ημερήσια έκδοση (στα τουρκικά) της ίδιας εφημερίδας: «Είναι η πρώτη φορά στην Ιστορία που Τούρκος πολίτης εκλέγεται στην αρχιεπισκοπή των ΗΠΑ[3]» και ότι πρόσθεσε: «Αυτό έχει σημαντική σημασία για την Τουρκία, επειδή ο Αρχιεπίσκοπος των ΗΠΑ είναι ο θρησκευτικός ηγέτης όλων των Ελληνικών Ιδρυμάτων στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτό σημαίνει ότι έχει επίσης και πολιτικό αντίκτυπο η εκλογή του. Για το λόγο αυτό (η εκλογή) είναι μια μεγάλη ευκαιρία για την Τουρκία, επειδή κάποιος που γνωρίζει την Τουρκία, που καταλαβαίνει την Τουρκία και που μιλάει τουρκικά αναλαμβάνει την ηγεσία του ελληνικού εκκλησιάσματος στις ΗΠΑ. Η σημασία αυτού του γεγονότος είναι προφανής».
Και εξήγησε ο «Λαμπρινιάδης» (έτσι αποκαλεί τον Αρχιεπίσκοπο η τουρκική εφημερίδα) το γιατί από τη θέση του θα μπορούσε να υπηρετήσει επίσης τη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ της Τουρκίας, των ΗΠΑ και της Ελλάδος: «Η αρχιεπισκοπή στις ΗΠΑ έχει σταθερά ανοικτή γραμμή με τον Λευκό Οίκο. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει πολλές φορές εκφράσει τα προβλήματα του Ελληνικού Πατριαρχείου του Φαναρίου[4] σε αναφορές της για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αρχίζοντας από το κλειστό Σεμινάριο Χάλκης στην Χεϊμπελιάδα[5], δεν είναι εύκολο να βρεθεί λύση σε αυτά τα προβλήματα στην Άγκυρα ή στην Αθήνα. Εν τούτοις, υπάρχει μια πολύ μεγαλύτερη δυνατότητα να βρεθεί λύση σε αυτού του είδους τα προβλήματα με το να καθίσουμε γύρω από το ίδιο τραπέζι στην Ουάσινγκτον. Ειδικά το ξανά άνοιγμα του Σεμιναρίου της Χάλκης στην Χεϊμπελιάδα θα είχε ένα πολύ θετικό αντίκτυπο στις σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας[6]»
Πέραν των «εξυπηρετήσεων», τις οποίες δηλώνει ότι μπορεί να προσφέρει στην Τουρκία από τη νέα του θέση ο κ. Ελπιδοφόρος για να δείξει την συναισθηματική πρόσδεσή του με την Κωνσταντινούπολη και γενικά με την γειτονική χώρα περιέγραψε πολύ θετικά την εκεί παιδική του ηλικία: «Πέρασα πολύ όμορφα τα παιδικά μου χρόνια στην Ισταμπούλ[7]. Παίζαμε όλα μαζί τα παιδιά, Τούρκοι, Έλληνες και Αρμένιοι. Είχα θαυμάσιες φιλίες και είχαμε πολύ καλές σχέσεις με τους γείτονες. Οι διπλανοί μας ήσαν Μουσουλμάνοι και μοιράζονταν μαζί μας το κρέας της Εορτής της Θυσίας (Εΐντ αλ – Αντά) και εμείς μοιραζόμασταν μαζί τους το Χριστογεννιάτικο γεύμα…».
Αντίθετα περιγράφει με τα μελανά χρώματα τα χρόνια που έζησε στην Ελλάδα, όταν, μετά τα γεγονότα της Κύπρου, τη δεκαετία του 1970, «η οικογένειά του υποχρεώθηκε από το τουρκικό καθεστώς και από τις αυξανόμενες αντιδράσεις προς τους Έλληνες να εγκαταλείψει την Τουρκία. Τότε ο ίδιος ήταν δέκα χρονών…». Είπε σχετικά: «Ήταν πολύ σκληρό για μας να εγκαταλείψουμε την Πατρίδα μας και να φύγουμε. Οι Έλληνες στην Ελλάδα μας κορόιδευαν, επειδή είχαμε μια διαφορετική εκφορά της γλώσσας και τα παιδιά στο σχολείο μας ξεφώνιζαν και μας περιφρονούσαν, φωνάζοντάς μας “Είσθε Τούρκοι”». Στη συνέχεια εξήγησε πως τα προς τους Έλληνες αρνητικά συναισθήματα του πατέρα του είχαν αντίκτυπο στον ίδιο: « Πιστεύω ότι ο πατέρας μου επέδρασε βαθιά μέσα μου για την Ισταμπούλ. Επειδή ουδέποτε ήθελε να πάει στην Ελλάδα, ουδέποτε του άρεσε να είναι εκεί και πάντοτε ήθελε να επιστρέψει στην Ισταμπούλ. Στα 2004 είχε μιαν προσβολή και είπε “δε θέλω να πεθάνω στην Αθήνα, πάρε με μαζί σου στην Ισταμπούλ”. Δεν θα το πιστέψετε, αλλά ο παράλυτος πατέρας μου άρχισε να περπατάει πάλι μια εβδομάδα από τότε που επέστρεψε στην Ισταμπούλ. “Καλά!! Φέρε μου μια τούρκικη εφημερίδα και ένα φλυτζάνι τσάϊ, να λύσω το σταυρόλεξο ” μου είπε, επειδή μπορούσε να λύνει τα σταυρόλεξα μόνο στα τουρκικά!».
Μετά τη συνέντευξη αυτή στην τουρκική εφημερίδα διερωτάται κανείς αν ο νέος Αρχιεπίσκοπος των Ελλήνων στις ΗΠΑ μπορεί να μιλήσει για το Κυπριακό, ή να υποστηρίξει τα δίκαια της Ελλάδος, έναντι της «πατρίδας» του Τουρκίας. Σημειώνεται ότι και οι τρεις προηγούμενοί του Αρχιεπίσκοποι υποστήριξαν με θέρμη τα εθνικά θέματα στις ΗΠΑ. Εξέφραζαν στον Λευκό Οίκο τις ελληνικές απόψεις και φυσικά δεν είχαν μεσολαβητικό ρόλο μεταξύ Τουρκίας και ΗΠΑ, ούτε έθεταν ως μοναδικό θέμα στις σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας το άνοιγμα της Σχολής της Χάλκης, χωρίς καθόλου να αναφερθούν στο Αιγαίο, στην απειλή κατά των ελληνικών νησιών και της Θράκης και στην κατοχή σημαντικού μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως και στην παραβίαση της ΑΟΖ της… Και οι τρεις προηγούμενοι Αρχιεπίσκοποι αγωνίστηκαν υπέρ της Εκκλησίας και του Ελληνισμού και οι τρεις οδηγήθηκαν από τον κ. Βαρθολομαίο σε παραίτηση…. Τυχαίο; Σύμπτωση; Θα φανεί από το πώς θα πολιτευθεί ο νέος Αρχιεπίσκοπος. Αν θα εξακολουθήσει τη μέριμνα εκείνων για την πατρίδα, τη δική τους και των ομογενών, δηλαδή την Ελλάδα, ή θα συμπεριφέρεται όπως οι στο Φανάρι ευρισκόμενοι κληρικοί, αλλά και όλοι οι υπό τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο Μητροπολίτες, στην Κρήτη, στα Δωδεκάνησα, στην Δυτική Ευρώπη και όπου αλλού της Γης[8].
«Ψωμί», «ελιά» και Γιάννα «βασιλιά» …που είσαι βρε Νικηταρά
Η Γιάννα Αγγελοπούλου με απόφαση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη ορίστηκε επικεφαλής της επιτροπής «Ελλάδα 2021». Όπως σημειώνεται σε σχετική ανακοίνωση του Μεγάρου Μαξίμου,«την απόφασή του το 2021 να είναι ένα εθνικής γιορτής για τον Ελληνισμό, εντός και εκτός Ελλάδος, υλοποιεί από σήμερα ο πρωθυπουργός κ. Κυριάκος Μητσοτάκης αναθέτοντας στην κ. Γιάννα Αγγελοπούλου την θέση της επικεφαλής της Επιτροπής που θα συγκροτηθεί για τις εκδηλώσεις οι οποίες θα γίνουν για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση».
Μάλιστα! Η κ. Αγγελοπούλου θα αναλάβει να οργανώσει τις εκδηλώσεις για τα 200 χρόνια από την επανάσταση του 1821… Την επανάσταση του Κολοκοτρώνη, του Καραϊσκάκη, του Διάκου, του Νικητηρά, των χιλιάδων ηρώων που ξεσηκώθηκαν ενάντια στους Πασάδες και τους ντόπιους κοτσαμπάσηδες για να ελευθερώσουν την πατρίδα και να δώσουν ταυτόχρονα ψωμί στον πεινασμένο λαό θα αναλάβει να την προβάλει η κ. Αγγελοπούλου.
— Η κ. Αγγελοπούλου των Ολυμπιακών αγώνων του 2004 που έγινε γιορτή για τους εργολάβους και το κεφάλαιο και την πληρώνει ακόμα ο ελληνικός λαός μέσα από το δημόσιο χρέος!
— Η κ. Αγγελοπούλου του πλούτου και της χλιδής, σύζυγος εφοπλιστή με τάνκερ και μετοχές, με ακριβές κατοικίες σε διάφορα μέρη της γης θα διοργανώσει τις εκδηλώσεις για τα 200 χρόνια της επανάστασης των ξυπόλητων και πεινασμένων που βγήκαν μέσα από καλύβια και σπηλιές διεκδικώντας ελευθερία και ένα κομμάτι γης για να ζήσουν τα παιδιά τους! Την επανάσταση του Νικηταρά, ο οποίος όταν η Τριπολιτσά καταλήφθηκε από τους Έλληνες, δε ζήτησε κανένα λάφυρο για τον εαυτό του και όταν του πρόσφεραν ένα αδαμαντοκόλλητο σπαθί, το έκανε δώρο στην προσωρινή Κυβέρνηση…
— Η κ. Αγγελοπούλου που διατηρεί άριστες σχέσεις με το Φανάρι και τον Οικουμενικό πατριάρχη θα αναλάβει τον «εορτασμό» για τα 200 χρόνια της Επανάστασης του 1821, προφανώς για να «θάψει» ακόμα πιο βαθιά ότι ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε’ και οι αυλικοί του είχαν αποφανθεί ότι οΡήγας ήταν ένας «διεφθαρμένος τη φρένα»…
Η κ. Αγγελοπούλου ήταν προσωπική επιλογή του κ. Μητσοτάκη. Όχι τυχαία. Μια εκπρόσωπος της αστικής τάξης επιλέχθηκε από τον πρωθυπουργό που υπηρετεί τα συμφέροντα της για να μας …πείσει περί της περιβόητης «εθνικής ενότητας», όπως αυτή μεταφράζεται από το αστικό πολιτικό σύστημα και το κεφάλαιο. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο – τηρουμένων των αναλογιών – που έπραξε και η άρχουσα τάξη της τότε εποχής, ειδικά μετά την επικράτηση της επανάστασης με τους «καλαμαράδες» της, όπως τους αποκαλούσαν οι κλέφτες και οι αρματολοί που σήκωσαν τα όπλα.
Πρέπει φυσικά να σημειώσουμε ότι: Από τον προοδευτικό χαρακτήρα των αστικών επαναστάσεων του 19ου αιώνα και φυσικά τον σημαντικό ρόλο που έπαιξε η τότε ανερχόμενη αστική τάξη και στην Ελλάδα το 1821 – παραχωρώντας μέρος της περιουσίας της, προτάσσοντας προοδευτικά αιτήματα και συμμετέχοντας ενεργά στον απελευθερωτικό αγώνα – σήμερα δεν υπάρχει ίχνος τέτοιας προοδευτικότητας. Στην σημερινή εποχή η αστική τάξη και το πολιτικό της σύστημα αποτελούν τους σύγχρονους δυνάστες του λαού μέσω της εφαρμογής μιας βάρβαρης και απάνθρωπης πολιτικής. Όπως η ευρωπαϊκή αστική τάξη έθαψε τα προοδευτικά αιτήματα της Γαλλικής επανάστασης του 1789, έτσι και η ελληνική αστική τάξη προσπαθεί να τα «ξεθωριάσει», να τα «παραγκωνίσει» και κυρίως να τα φέρει στα μέτρα της ώστε να υπηρετήσουν το ιδεολόγημά της περί «εθνικής ομοψυχίας»…
«Το 2021 θα είναι μια χρονιά που όλοι οι Έλληνες θα γιορτάσουμε μαζί και ενωμένοι τα 200 χρόνια ελευθερίας του ελληνικού κράτους, με υπερηφάνεια για το παρελθόν μας και αυτοπεποίθηση για το μέλλον μας»,είπε σε αυτό το πνεύμα ο πρωθυπουργός για να συμπληρώσει ακριβώς στο ίδιο μήκος κύματος και η Γ. Αγγελοπούλου: «Ευχαριστώ τον Πρωθυπουργό για την εμπιστοσύνη και την τιμή να μου αναθέσει την ευθύνη μιας τόσο σημαντικής για τον Ελληνικό λαό και την Ελλάδα υπόθεσης. Όλοι μαζί θα κάνουμε το καλύτερο».
Όλοι μαζί λοιπόν. Όλοι μαζί. Άρχοντες, προεστοί και φτωχός λαός για να πάμε σε εκείνη την εποχή. Κεφάλαιο, πολιτικοί εκπρόσωποι του, μαζί με τον εργαζόμενο λαό για να έρθουμε στο σήμερα. Όμως όσο και αν επιχειρούν να μας το «σφηνώσουν» στο μυαλό: «Ό,τι ξέρουμε για το 1821 μοιάζει με αντεστραμμένο είδωλο στον καθρέφτη. Υπάρχουν δύο ’21, αυτό των αρχόντων, των Φαναριωτών και της επίσημης διπλωματίας και αυτό του λαού και των προοδευτικών ανθρώπων όλου του κόσμου…» (Δ. Φωτιάδης, από την ιστορική μονογραφία «ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗΣ»).
Αντί άλλων σχολίων, σας παραπέμπουμε στο κείμενο του Νίκου Μπογιόπουλου από τον Ημεροδρόμο, με τον τίτλο: 1821: Ποιοι «όλοι μαζί», βρε ζαγάρια;
1821: Ποιοι «όλοι μαζί», βρε ζαγάρια;
«Ό,τι ξέρουμε για το 1821 μοιάζει με αντεστραμμένο είδωλο στον καθρέφτη. Υπάρχουν δύο ‘21, αυτό των αρχόντων, των Φαναριωτών και της επίσημης διπλωματίας και αυτό του λαού και των προοδευτικών ανθρώπων όλου του κόσμου…»
(Δ. Φωτιάδης, από την ιστορική μονογραφία «ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗΣ»)
Πώς γίνεται η Καλαμάτα να έχει απελευθερωθεί από τον τουρκικό ζυγό στις 23 Μάρτη του 1821, αλλά να γιορτάζουμε την έναρξη της Επανάστασης στις 25 Μάρτη;
Η απάντηση είναι απλή: Έπρεπε ο ξεσηκωμός να εγκιβωτιστεί σε ένα σχήμα που θα εξυπηρετούσε τους επί τουρκοκρατίας εξουσιαστές του λαού που παρέμειναν τέτοιοι και μετά την Επανάσταση. Ανάμεσά τους οι σεβάσμιοι δεσποτάδες της εποχής. Κι αφού οι τελευταίοι δεν είχαν να επιστρατεύσουν τίποτα άλλο για να οικειοποιηθούν την Επανάσταση, επιστράτευσαν την Παναγία.
Ήταν 17 ολόκληρα χρόνια μετά την Επανάσταση, με διάταγμα του 1838, που ως εθνική γιορτή ορίστηκε η μέρα του Ευαγγελισμού ώστε το ιερατείο να καμώνεται ότι ευλόγησε τον ξεσηκωμό…
Η αλήθεια, βέβαια, είναι ελαφρώς διαφορετική: Η σημαία της επανάστασης πρωτοσηκώθηκε από το λαογέννητο ηγέτη και δολοφονημένο αργότερα από τους πρόκριτους, Παναγιώτη Καρατζά, στην Πάτρα στις 21 Μάρτη. Όσο για τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, που όπως επιβεβαιώνουν τα απομνημονεύματά του απλώς… απουσίαζε, θυμήθηκε να «ευλογήσει» τα όπλα μόνο αφότου η Επανάσταση είχε ξεσπάσει και επιβληθεί.
Και τούτο συνέβη γιατί ο λαός (ανάμεσά του και ο λαϊκός κλήρος) δεν άκουσε τις «νουθεσίες» του ραγιαδισμού ούτε τις φοβέρες των φορέων του. Αυτοί, οι δεύτεροι, αντί του «Ελευθερία ή θάνατος» είχαν άλλη αντίληψη:
«Ας αφήσουμε τα παιδιά του Μωάμεθ να αποτελειώσουν τα παιδιά του Ροβεσπιέρου», έλεγαν…
***
Ας δούμε τι έλεγαν τα «παιδιά του Ροβεσπιέρου» και γιατί δεν άρεσαν στο αρχοντολόι:
«Σ’ Ανατολή και Δύση και Νότον και Βοριά
για την πατρίδα όλοι να ‘χωμεν μία καρδιά
στην πίστη του καθένας ελεύθερος να ζει
στη δόξαν του πολέμου να τρέξωμεν μαζί
Βούλγαροι κι Αρβανίτες, Αρμένιοι και Ρωμιοί,
αράπηδες και άσπροι, με μια κοινή ορμή,
για την Ελευθερίαν να ζώσωμεν σπαθί
πως είμαστ’ αντρειωμένοι παντού να ξακουστεί.
Βούλγαροι κι Αρβανίτες, Αρμένιοι και Ρωμιοί
Αράπηδες και άσπροι με μια κοινή ορμή
για την ελευθερία να ζώσουμε σπαθί
να σφάξουμε τους λύκους που το ζυγόν βαστούν
και Χριστιανούς και Τούρκους σκληρά
τους τυραννούν».
Αυτά έγραφε τότε ο Ρήγας Φεραίος. Έγραφε κι αυτά:
«Όταν η Διοίκησις βιάζη, αθετή, καταφρονή τα δίκαια του λαού και δεν εισακούη τα παράπονά του, το να κάμη τότε ο λαός ή κάθε μέρος του λαού επανάστασιν, να αρπάζη τα άρματα και να τιμωρήση τους τυράννους του, είναι (το) πλέον ιερόν από όλα τα δίκαιά του και το πλέον απαραίτητον από όλα τα χρέη του.
Αν ευρίσκωνται όμως εις τόπον, όπου είναι περισσότεροι τύραννοι, οι πλέον ανδρείοι πατριώται και φιλελεύθεροι πρέπει να πιάσουν τα περάσματα των δρόμων και τα ύψη των βουνών, εν όσω ν’ ανταμωθούν πολλοί, να πληθύνη ο αριθμός των, και τότε να αρχίσουν την επιδρομήν κατά των τυράννων (…)».
Κι επειδή έγραφε κι έλεγε αυτά, γι’ αυτό και ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε’ και οι αυλικοί του είχαν αποφανθεί ότι ο Ρήγας ήταν ένας «διεφθαρμένος τη φρένα»…
Όταν, δε, ο Ρήγας και οι σύντροφοί του δολοφονήθηκαν, οι …άνθρωποι του Θεού και …προστάτες του Γένους, αγαλλίασαν! Όπως έγραφε ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων, ο Ρήγας και οι σύντροφοί του «εσκόπευον να κάμουν επανάστασιν κατά του κραταιωτάτου Σουλτάνου αλλ’ ο μεγαλοδύναμος Θεός τους επαίδευσε κατά τας πράξεις των με τον θάνατον όπου τους έπρεπε (…)».
Έχουν κάποιο νόημα όλα αυτά ή μήπως να τα αγνοήσουμε και να το ρίξουμε στο τσάμικο αυτής της περίφημης…«εθνικής ομοψυχίας» και του «όλοι μαζί» που διακινούν αιώνες τώρα οι «από πάνω», οι οποίοι συνήθως απουσιάζουν και από το «όλοι» και από το «μαζί»;
***
Τι ήταν ο Παπαφλέσσας; Ήταν ο φλογερός αγωνιστής που γνωρίζουμε; Για το λαό ναι. Αλλά οι κοτσαμπάσηδες και οι σεβάσμιοι δεσποτάδες που τα είχαν κάνει τάτσι μήτσι κότσι με τους πασάδες είχαν άλλη άποψη.
Για παράδειγμα, και σύμφωνα με τα λόγια του Παλαιών Πατρών Γερμανού όπως καταγράφονται στα απομνημονεύματά του, ο Παπαφλέσσας – αυτός που θα μνημονεύεται στους αιώνες για τη θυσία του στο Μανιάκι – ήταν «… άνθρωπος απατεών και εξωλέστατος περί μηδενός άλλου φροντίζων ειμή τινί τρόπω να ερεθίση την ταραχήν του έθνους…».
Όταν ο Παπαφλέσσας συναντήθηκε με τον Παλαιών Πατρών Γερμανό για να του πει ότι όλα ήταν έτοιμα για την Επανάσταση, ο τελευταίος αυτό το «πατριωτικό» του απάντησε: «Είσαι απατεώνας».
Ποιο το συμπέρασμα; Μήπως να αδιαφορήσουμε για την αλήθεια και να συνεχίσουμε το «εθνικό» τσάμικο εκείνων που όποτε ακούνε για «ελευθερία» και «δικαιώματα» βλέπουν «ταραχήν του έθνους»;
***
Τι ήταν το κίνημα του Υψηλάντη και του Σούτσου που ξεδιπλώθηκε τον Φλεβάρη του ’21 στην Μολδοβλαχία; Τι ήταν αυτή καθ’ αυτή η Επανάσταση του 1821; Αν μιλάμε για το λαό ήταν η λύτρωση. Ήταν το σάλπισμα για την διεκδίκηση της λευτεριάς και του δίκιου.
Για τους προύχοντες, όμως, τι ήταν; Για το «ιερατείο» των «κεφαλών του Έθνους» τι ήταν; Μας το πληροφορεί το φιρμάνι του αφορισμού (!) της Επανάστασης (ο αφορισμός εκτός από την υπογραφή του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, φέρει την υπογραφή του πατριάρχη Ιεροσολύμων, καθώς και, μεταξύ άλλων, των μητροπολιτών Καισαρείας, Νικομήδειας, Δέρκων, Ανδριανουπόλεως, Βιζύης, Σίφνου, Ηρακλείας, Νικαίας, Θεσσαλονίκης, Βέροιας, Διδυμοτείχου, Βάρνης, Φαναρίου, Ναυπάκτου, Χαλκηδόνος, Τυρνάβου…):
«… αμφότεροι (Υψηλάντης και Σούτσος) αλαζόνες και δοξομανείς, ή μάλλον ειπείν ματαιόφρονες εκήρυξαν του γένους την ελευθερίαν και με την φωνήν αυτήν εφείλκυσαν πολλούς των εκεί κακοήθεις και ανοήτους (…) έγινε γνωστή εις το πολυχρόνιον κράτος η ρίζα και η βάσις όλου αυτού του κακοήθους σχεδίου. Με τοιαύτας ραδιουργίαςεσχημάτισαν την ολεθρίαν σκηνήν οι δύο ούτοι και τούτων συμπράκτορες φιλελεύθεροι, μάλλον δε μισελεύθεροι, και επεχείρησαν έργον μιαρόν, θεοσταγές και ασύνετον, θέλοντες να διακηρύξωσι την άνεσιν και ησυχίαν των ομογενών μας πιστών ραγιάδων της κραταιάς βασιλείας (…) Αντί λοιπόν φιλελευθέρων εφάνησαν μισελεύθεροι, και αντί φιλογενών και φιλοθρήσκων εφάνησαν μισογενείς, μισόθρησκοι και αντίθετοι, διοργανίζοντες, φευ, οι ασυνείδητοι με τα απονενοημένα κινήματά των την αγανάκτησιν της ευμενούς κραταιάς βασιλείας (…)».
Και οι εκπρόσωποι του …Θεού και του Έθνους φτάνουν στο διά ταύτα και «παραγγέλλουν»:
«Διά τούτο (…) συμβουλεύομεν και παραινούμεν και εντελλόμεθα και παραγγέλλομεν πάσιν υμίν (…) να διακηρύξητε την απάτην των ειρημένων κακοποιών και κακόβουλων ανθρώπων και να τους αποδείξητε και να τους στηλιτεύσητε πανταχού (…) Εκείνους δε τους ασεβείς πρωταιτίους και απονενοημένους φυγάδας και αποστάτας ολεθρίους να τους μισήτε και να τους αποστρέφεστε και διανοία και λόγω, καθότι και η εκκλησία και το γένος τούς έχει μεμισημένους, και επισωρεύει κατ’ αυτών τας παλαμναιοτάτας και φρικωδεστάτας αράς: ως μέλη σεσηπότα, τους έχει αποκεκομμένους της καθαράς και υγιαινούσης χριστιανικής ολομελείας. Ως παραβάται δε των θείων νόμων και κανονικών διατάξεων…αφορισμένοι υπάρχειεν και κατηραμένοι και ασυγχώρητοι και μετά θάνατον (…)».
Ωραίο δεν είναι το τσάμικο της… «εθνικής ομοψυχίας»;
***
Αυτά, λοιπόν, με τους «μέσα». Αλλά υπήρχαν και οι «φίλοι» μας οι «απ’ έξω». Ας πάμε να δούμε τι συνέβη και με τους «έξω». Ο λόγος στον Στρατηγό, τον Μακρυγιάννη:
«Και παραδοθήκαμεν εις την τιμή εσάς των ομοθρήσκων μας Ρούσσων και Άγγλων και Γάλλων να μας σώσετε – κ’ εσείς οι φιλάνθρωποι της πρώτες χρονιές πιάνατε ένα αθώον παιδί, ένα αρφανό, οπού γύρευε η τυραγνία να του πάρη την ζωή του και την τιμή του και θρησκεία του και με την βοήθεια του Θεού εσώθη· και οι τρεις εσείς το κιντυνεύετε να το πάτε πάλε εις την δικαιοσύνη του τύραγνου·(…) Τι φαντάζεστε, ότι μας βοηθήσετε, ή μας μολύνετε και μας αφανίσετε; Ξίκι να γίνεταν από ‘μας ήταν καλύτερα και το καλό σας και το κακό σας! Ευγνωμονούμεν οι Ελληνες γενικώς τους φιλανθρώπους υποκόγους σας, έχομεν χάριτες εις αυτούς τους ευεργέτες μας –καμμιά χάρη ‘σ εσάς της ανεμοδούρες, της διαφταρμένες μηχανές δεν έχομεν! Οι τίμιοι άνθρωποι να μην σας ακούσουνε! Ούτε το καλό σας θέλουν να τους κάμετε. Ας σας ευγνωμονήσουνε εκείνοι οπού τους δώσετε τα δάνεια και τα ‘φκειασαν λούσια και πολυτέλειες κι’ άλλα τοιούτα. Εκεινών εκάμετε καλό με τα δάνειά σας, του Αρμασπέρη, του Κωλέτη, του Μαυροκορδάτου, του Μεταξά και συντροφιές τους (…) δεν θέλω σας ξέρη, ούτε να σας ακούσω! Από αυτά όλα η πατρίδα κλονίζεται, από της οδηγίες της πατρικές των Πρέσβεων και δικώ μας ξενολάτρων».
Αυτά συνέβαιναν, γράφονταν και λέγονταν δυο αιώνες προ ΝΑΤΟ και προ ΕΕ. Και μάλλον δεν χρειάζεται κάποιο πιο επίκαιρο σχόλιο.
***
Τα συμπεράσματα – τα δικά μας τουλάχιστον – από όλα αυτά παραμένουν αναλλοίωτα:
Πρώτο: Τιμή και δόξα στην Επανάσταση του ’21. Τιμή και δόξα στους επαναστάτες, σε εκείνους που ανάμεσά τους δεν υπήρξε «κανένας φρόνιμος», όπως το λέει ο Κολοκοτρώνης.
Δεύτερο: Τιμή και δόξα στην «επαναστάτισσα Ελλάδα» που ύμνησε ο Πούσκιν και λάτρεψε ο Μπάιρον, τιμή και δόξα στον επαναστατημένο λαό που δεν αρνήθηκε το ευκταίο στο όνομα του «εφικτού», τιμή και δόξα στους«Καραισκάκηδες» που δεν διαπραγματεύτηκαν τον ξεσηκωμό τους με τον Μέτερνιχ.
Τρίτο: «Όσοι το χάλκεον χέρι του φόβου βαρύ αισθάνονται, ζυγόν δουλείας, ας έχουσι. Θέλει αρετήν και τόλμην η Ελευθερία» (Αντρέας Κάλβος). Η’ όπως το έλεγε 120 χρόνια μετά την Επανάσταση του ’21 ο ύμνος του ΕΛΑΣ:«Αντάρτης, κλέφτης, παλικάρι, πάντα είναι ο ίδιος ο λαός».
Τέταρτο: Ο λαός. Ο μόνος που μπορεί να βάζει τέλος στις τυραννίες. Που ακόμα κι όταν «χάνονται» οι Επαναστάσεις του, δεν έχει άλλο δρόμο από εκείνον που γράφει: «Πέθανε η Επανάσταση. Ζήτω η Επανάσταση»!