Μετάνοια λοιπόν δεν μπορεί να είναι η ψυχαναγκαστική απαρίθμηση πράξεων που αποδεικνύουν την ενοχή.
Μετάνοια δεν μπορεί να είναι η απόφαση να μην ξαναμαρτήσω, που θα συνδυάζεται με το να μην ζω πλέον.
Μετάνοια δεν μπορεί να είναι η απώλεια της ελευθερίας μου και η παράδοση σε κάποιον άλλον που από και πέρα θα αποφασίζει για μένα.
Μετάνοια δεν μπορεί να είναι η κλωνοποίηση μιας πνευματικής ισοπέδωσης.
Μετάνοια δεν μπορεί να είναι η υπογραφή κειμένων μεταμέλειας που αποτρέπει την περαιτέρω δίωξη.
Μετάνοια δεν είναι ένας στείρος ηθικισμός που δήθεν μας βοηθάει από το να μη μιανθούμε.
Μετάνοια ίσως να είναι το καμίνι που λιώνει τις σκουριές και δίνει στο ατσάλι μια νέα διάσταση.
Μετάνοια ίσως να είναι το ξεπέταγμα ενός άχρηστου βάρους που εμποδίζει την ελευθερία μου.
Μετάνοια ίσως να είναι η αποδοχή των ορίων της ανθρώπινης διάστασης μου.
Μετάνοια ίσως να είναι η βεβαιότητα ότι η συνάντηση μου με τους άλλους ανθρώπους μπορεί να είναι δημιουργική.
Δεν μετανοιώνω με το να κλαίω απαρηγόρητος με μίζερα μαύρα δάκρυα αυτομομφής, αλλά με ποτάμια δακρύων που ξεπλένουν τα νέφη που σκεπάζουν τους σκονισμένους ορίζοντες της αγάπης μου.
Τρίτη, 20 Μαρτίου 2018
Εξομολογούμε όχι για να κοινωνήσω, αλλά για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες μου.
Να ομολογείς την αμαρτία σου καθαρά χωρίς υπεκφυγές. Να ταπεινώνεσαι μέσα στο Μυστήριο της Εξομολογήσεως αλλιώς δεν έχει νόημα να πας στον πνευματικό.
————————–
Να πας να κάνεις τί στην εξομολόγηση; Να δικαιωθείς; Να σου πει -ο πνευματικός- πόσο αδικημένος είσαι από την ζωή; Πόσα τραβάς από τους άλλους εσύ ο καημένος; Αν θέλεις να μιλήσεις στον ιερέα για να σε συμβουλεύσει για κάποιο θέμα ή πρόβλημα, για να σε στηρίξει στην δοκιμασία που περνάς μπορείς να το κάνεις εκτός εξομολόγησης.
————————–
Να πας στον πνευματικό με πνεύμα συναίσθησης των πτώσεών σου, να προσέλθεις με τόλμη και ανδρεία στην μετάνοια. Ο Κύριος τέτοια μετάνοια ευλογεί. Αντρίκια. Χωρίς μισόλογα, χωρίς δικαιολογίες. Χρειάζεται όμως απόφαση ν’αλλάξω ζωή.
————————–
Πολλοί άνθρωποι θα έρθουνε για να εξομολογηθούν -ειδικά όσο πλησιάζει το Πάσχα- όχι όμως επειδή μετανοιώνουν, όχι επειδή πήραν απόφαση να αλλάξουν ζωή, όχι επειδή θέλουν να καθαρθούν από τις αμαρτίες τους αλλά επειδή θέλουν να… κοινωνήσουν. Μα, εξομολογούμε όχι για να κοινωνήσω αλλά για να καθαρθώ από τις αμαρτίες μου και ο πνευματικός εάν κρίνει απαραίτητο να κοινωνήσω -για να με βοηθήσει ως φάρμακο η Θεία Κοινωνία για την πνευματική μου θεραπεία- θα μου το πει· μπορεί όμως να κρίνει ότι αντί για φάρμακο η Θεία Κοινωνία θα ενεργήσει μέσα μου ως φαρμάκι γι’αυτό και ίσως δεν με αφήσει να κονωνήσω.
————————–
Εξομολογούμε όχι για να κοινωνήσω, αλλά για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες μου. Πρέπει να το καταλάβουμε αυτό! Έρχονται για εξομολόγηση και αφού μου πούνε το όνομά τους οι άνθρωποι μετά αμέσως μου λένε “ήρθα πάτερ, γιατί θέλω να κοινωνήσω το Πάσχα…”. Έλάχιστοι είναι αυτοί που θα πούνε “ήρθα για να ζητήσω συγχώρεση από τον Θεό, ήρθα γιατί αμάρτησα, ήρθα γιατί θέλω να καθαριστώ από τις αμαρτίες μου, οι οποίες είναι αυτές…”.
————————–
Είναι λάθος να πλησιάζουμε το Μυστήριο της Εξομολογήσεως απλά ως μια “αναγκαστική προπαρασκευαστική διαδικασία” για να κοινωνήσουμε. Φυσικά και πριν την Θεία Κοινωνία χρειάζεται εξομολόγηση και η ευλογία του πνευματικού μας, όμως η εξομολόγηση είναι ένα ξεχωριστό Μυστήριο από την Θεία Λειτουργία. Γι’αυτό και η συμμετοχή μας στο Μυστήριο της Εξομολογήσεως θα πρέπει να γίνεται για τους λόγους για τους οποίους υπάρχει αυτό το Μυστήριο. Και ο λόγος αυτός είναι η συγχώρεση των αμαρτίων μας, ο καθαρισμός μας από τις αμαρτίες μας, η απόφασή μας να αλλάξουμε ζωή και όχι να αλλάξουμε για λίγο τρόπο ζωής ίσα ίσα για να κοινωνήσουμε και μετά πάλι στα ίδια και χειρότερα…
————————–
Να πας να εξομολογηθείς λοιπόν για να αφήσεις το παρελθόν πίσω σου και να ατενίσεις το μέλλον σου μαζί με τον Χριστό ακολουθώντας την διδασκαλία της Εκκλησίας μας, βάζοντας στην άκρη τις απόψεις σου περί Πίστεως και τις προσωπικές σου προσεγγίσεις σ’ αυτά τα θέματα. Τα έχουνε πει οι Θεοφόροι Πατέρες μας όλα! Εάν θέλεις να μάθεις κάτσε και διάβασε τους Αγίους Πατέρες και μην ερμηνεύεις μόνος σου τα πράγματα όπως σε βολεύουν!
————————–
Χωρίς να είμαστε έτοιμοι να ταπεινωθούμε πάντα θα πλησιάζουμε την πνευματική ζωή ως μία ζωή εθίμων και παραδόσεων. Γι’αυτό θα σου το πω από τώρα: Μην πας να κοινωνήσεις μέσα στην Μεγάλη Εβδομάδα επειδή και μόνο είναι “Άγιες οι ημέρες εκείνες”, επειδή συναισθηματικά συγκινήθηκες ή επειδή το έχεις “τάμα” να κοινωνάς την Μεγάλη Πέμπτη ή το Μεγάλο Σάββατο. Παίζεις με Πυρ που θα σε κατακαύσει.
————————–
“Άγιες ημέρες” δεν είναι απλά η Μεγάλη Εβδομάδα. Αγία ημέρα είναι η ημέρα που θα καταλάβεις και θα καταλάβω ότι ο Θεός ναι μεν μ’αγαπά και θέλει να με σώσει αλλά χρειάζεται και η δική μου ταπείνωση, μετάνοια αλλά και έργα μετανοίας δηλαδή όχι μόνο να αποφεύγω την αμαρτία αλλά και να καλλιεργώ την αρετή χωρίς να εξετάζω τί κάνουνε οι άλλοι.
————————–
Αυτή είναι Αγία ημέρα: η ημέρα που θα δούμε το χάλι μας και θα θελήσουμε συνειδητά, ελεύθερα, υπεύθυνα με τον τρόπο της Εκκλησίας (Μυστήριο Εξομολόγησης) να βάλουμε νέα αρχή στην ζωή…
αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος
πηγή:εδώ
Ο ετοιμοθάνατος στρατιώτης αρπάζει τον ιερέα και ζητά άφεση αμαρτιών! Οι ελεύθεροι σκοπευτές παραμονεύουν. Η βραβευμένη φωτογραφία από την εξέγερση που κράτησε μια μέρα 07/10/2017
Στις 4 Ιουνίου 1962, ο ιερέας του Ναυτικού, Λουίς Μαρία Παντίγιο, περπατάει στο Πουέρτο Καμπέγιο. Γύρω του άψυχα σώματα και άδειοι κάλυκες. Στις ταράτσες των κτιρίων οι αντάρτες πυροβολούν συνεχώς. Ξαφνικά ένας ετοιμοθάνατος στρατιώτης γραπώνεται από τα ράσα του παπά. Εκείνος με τη σειρά του τον πιάνει από τα πλευρά και προσπαθεί να τον κρατήσει όρθιο. Ο Παντίγιο εκπληρώνει την τελευταία επιθυμία του στρατιώτη. Να εγκαταλείψει τον κόσμο εξιλεωμένος από τις αμαρτίες που τον βαραίνουν.
Δεν υπάρχουν ”τέλειοι” σύζυγοι μα ούτε και ”τέλειοι” γονείς .
Δεν υπάρχουν ”τέλειες” σχέσεις μα ούτε και ”τέλειες” οικογένειες .
Υπάρχουν όμως άνθρωποι που προκειμένου να τα καταφέρουν να είναι μαζί πατάνε κάτω τους εγωϊσμούς τους . Που ματώνουν καθημερινά και μαθαίνουν να καταπίνουν τα λόγια και τις παραξενιές του άλλου . Άνθρωποι με πάθη και αδυναμίες . Άνθρωποι όμως που ξέρουν να ταπεινώνονται και ξανά από την αρχή να ξεκινάνε . Υπάρχουν άνθρωποι που δεν τους έμαθε κανείς να είναι γονείς κι όμως παλεύουν με νύχια και με δόντια να μεγαλώσουνε σωστούς ανθρώπους .
Δεν υπάρχουν ”τέλειοι” σύζυγοι μα ούτε ”τέλειοι” γονείς .
Δεν υπάρχουν ”τέλειες” σχέσεις μα ούτε ”τέλειοι” γάμοι .
Δεν υπάρχουν ”τέλειες” οικογένειες .
Όλα αυτά άκουσέ με είναι παραμύθια .
Υπάρχει το μοίρασμα και ο κοινός αγώνας .
Μόνο αυτά υπάρχουν .
Χριστιανικός Θεός και ανταμοιβή
«Η παραδείσια ζωή είναι καταρχήν μια πορεία για τελείωση, και μετά το τέρμα μια συνεχής προκοπή, μια διαρκής εκλάμπρυνση των λογικών προσώπων ως θεόμορφων προσώπων. Τον εντελώς αντίθετο χαρακτήρα έχει η ζωή των κολασμένων υπάρξεων. Η κολασμένη ζωή δεν είναι μια ιδιαίτερη κατάσταση που την επιβάλει βάσει ενός νόμου ο Θεός, και μάλιστα σε μια φυλακή κτιστών βασάνων. Ο Θεός, κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, λόγου χάρη, αγκαλιάζει αγαθούς και πονηρούς. Οι δεύτεροι δεν μπορούν να τον δουν στη δόξα του, και τον αισθάνονται ως τιμωρό και εχθρικό. Η κατάσταση αυτή των κολασμένων είναι αποκλειστικά δική τους στάση. Ούτε ο Θεός αρνείται ποτέ τη μετάνοια μετά θάνατο. Ο Θεός λοιπόν κανένα δεν κολάζει· η κόλαση είναι “αμεθεξία” του Θεού, ενώ η μετοχή αυτού είναι η τρυφή της παραδείσιας ζωής… Από τον Αυγουστίνο και εφεξής, όμως, η Δύση προσανατολίστηκε σε μια άλλη γραμμή. Η παραδείσια ζωή και η κόλαση θεωρήθηκαν καταρχήν υπό το νομικό πρίσμα της αμοιβής και της τιμωρίας. Εξ ου και η αναγκαιότητα του Καθαρτηρίου για να ξεπληρώνουν εκεί οι ψυχές τις οφειλές, που δεν πρόλαβαν να ξεπληρώσουν στην επίγεια ζωή».
Πώς εξομολογείται κάποιος;
Το έλεος του Θεού δεν δέχεται να σας ταυτίσει με τα λάθη σας! Το έλεος και η αγάπη του Θεού μας βλέπει πάντοτε με την ποιότητα που βγήκαμε από τα χέρια Του. Θεωρεί τις αμαρτίες και τα λάθη μας… εξωτερικούς λεκέδες! Αλλοίμονο σε μας, αν ταυτίζουμε τον εαυτό μας με τις αμαρτίες μας! Αν ομογενοποιούμαστε με την αρρώστια της αμαρτίας και την αυταπάτη της γοητείας με την οποία μας δελέασε το πάθος μας ή ο πειρασμός στον οποίο μπήκαμε!
Ο κίνδυνος στην εξομολόγηση, τον οποίον πρέπει «πάσῃ θυσίᾳ» να αποφύγουμε είναι να γίνει η εξομολόγησή μας… αυτοαπασχόλησή μας! Δηλαδή ανακουφιστική εκτόνωση, με το να διηγούμαστε προβλήματα και θέματα της καθημερινότητάς μας (πραγματικά οπωσδήποτε) και στις περισσότερες φορές να δικαιολογούμε τον εαυτό μας και να μη θεωρούμε ότι φταίμε και μεις ουσιαστικά. Πρέπει διαρκώς να κρατάμε στο νου μας την σκέψη: Αφού δε φταίμε… γιατί εξομολογούμαστε; Πάντα το “παιχνίδι” παίζεται ανάμεσα σ’ αυτά που κάναμε (ενέργειές μας) και στα κίνητρα (των ενεργειών μας) που δεν φαίνονται πάντοτε ή κάνουμε «πως δεν τα βλέπουμε»!
π. Θεοδόσιος Μαρτζοῦχος
Θεοφάνεια
Ιανουάριος 2018
…….Ακολουθώντας τη λογική και τη θεολογία, ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων πρώτα κάνει κατήχηση στους ανθρώπους και μετά τους βαπτίζει, σύμφωνα με τον λόγο του Χριστού «…ὁ πιστεύσας καί βαπτισθεῖς…»! Κανένας δεν γίνεται πιστός χριστιανός επειδή υπέστη, κυριολεκτικώς, την τελετουργία του μυστηρίου. Μπορεί να είναι βαπτισμένος, δεν είναι όμως εξασφαλισμένο και σίγουρο ότι είναι και χριστιανός. Η σημερινή πραγματικότητα το φωνάζει αυτό καθ’ εκάστην. «Οι Χριστιανοί δεν γεννιούνται, γίνονται» μας ειδοποιεί απ’ τον τέταρτο αιώνα ήδη ο Τερτυλλιανός. Ας αφήσουμε όμως αυτό το πελώριο θέμα και ας δούμε, γιατί άραγε κάνουμε στην γιορτή των Θεοφανείων τον αγιασμό των υδάτων της Βαπτίσεως… αφού κανένας δεν θα βαπτιστεί;
Στις γιορτές των Χριστουγέννων (μέχρι τον πέμπτο αιώνα συνεορτάζονταν και τα Θεοφάνεια) και το Πάσχα, η Εκκλησία του Χριστού βάπτιζε, μετά από μακρά κατήχηση, τα νέα της μέλη. Όλους μαζί. Το βάπτισμα ήταν υπόθεση της Εκκλησίας και όχι απόφαση και επιλογή προσωπική ή έστω οικογενειακή. Δεν ήταν θέμα ονοματοδοσίας, αλλά γεγονός υιοθεσίας. «Τότε θα πάρετε την ονομασία Χριστιανός». Με το βάπτισμα γίνεται κάποιος μέλος, δι’ υιοθεσίας από τον Θεό Πατέρα, της μεγάλης οικογένειας της Εκκλησίας. Γίνεται αδελφός του Χριστού. Γίνεται «συγκληρονόμος» της Βασιλείας του Θεού. («Τότε για καθένα και για καθεμιά από σας θα ανοιχθεί η πόρτα του Παραδείσου»). Αποκτάει με την υιοθεσία του Βαπτίσματος την δυνατότητα της μετοχής στο Ευχαριστιακό Τραπέζι του Πατέρα του, στην Θ. Λειτουργία. Μπορεί να μετέχει στην Θ. Λειτουργία και να μεταλαμβάνει το Σώμα και το Αίμα του Χριστού τα οποία συνιστούν την Εκκλησία. Συμμέτοχος και αυτός στο απρόσληπτο της απεραντοσύνης του Ευχαριστιακού Μυστηρίου, θα υλοποιεί αυτό που τον προτρέπει ο άγιος Κύριλλος: «Σφυροκοπείσθω τό σκληρόν τῆς ἀπιστίας».
π. Θεοδόσιος Μαρτζοῦχος
ΝΗΣΤΕΙΑ———–ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
Ολόκληρη τη Σαρακοστή νηστεύω. Νηστεύω, δηλαδή, από την Καθαρά Δευτέρα μέχρι τα ξημερώματα της Κυριακής του Πάσχα. Νηστεύω γιατί έχω μπροστά δρόμο, κι όταν έχεις δρόμο δεν θέλεις να βαρύνεις. Καθαυτή η λέξη «σαρακοστή» δεν σημαίνει τίποτα άλλο, παρά μέτρημα του δρόμου που απομένει. Σα να λέει: «σαράντα μέρες υπολείπονται…». Η σαρακοστή δεν υπάρχει επειδή τάχα οι μέρες της είναι ιερότερες ή μαγικότερες! Υπάρχει χάριν του τερματισμού της! Υπάρχει για να μυεί στην έννοια του οράματος, του καινούργιου που βρίσκεται στο τέρμα των σαράντα ημερών: στη Μεγαλοβδομάδα και εν τέλει στην Ανάσταση! Κι έτσι, νηστευτής σημαίνει ύπαρξη προσανατολισμένη στο μέλλον. Το να νηστεύω σημαίνει όχι απλώς να δηλώνω, αλλά και να ζω με όλες τις διαστάσεις της ύπαρξής μου (πνευματικές και βιολογικές αξεχώριστα) το ότι ο κόσμος τούτος, ο βυθισμένος στη φθορά και στο άδικο, οφείλει να αλλάξει. Οφείλει να βιωθεί ως ένας κόσμος ο οποίος δεν μπορεί να χορτάσει τον άνθρωπο που διψά για ζωή. Κι όταν μιλάμε για αλλαγή του κόσμου, δεν μιλάμε για κατάργηση ή εξάτμισή του ή αντικατάστασή του από κάποιο υπερπέραν. Αλλαγή του κόσμου, στη χριστιανική οπτική, σημαίνει απελευθέρωσή του από κάθε θάνατο, κυριολεκτικό και μεταφορικό: από καθετί που νεκρώνει την ανθρωπιά, που βάζει ημερομηνία λήξης στην αγάπη, που διακόπτει τον έρωτα, που κολοβώνει το δίκιο. Μέχρι τη θανάτωση του θανάτου, δηλαδή μέχρι τα ξημερώματα της Κυριακής του Πάσχα, μέχρι να ακουστεί η ιαχή «Χριστός Ανέστη!», έχουμε πόλεμο – όχι άραγμα, όχι ανεμελιά. Έχουμε μπροστά μας δρόμο που περνά από Γολγοθά, από το κόστος, δηλαδή, του να αντιπολιτεύεσαι τον κόσμο τούτο. Κι ο δρόμος δεν προκύπτει αυτόματα! Τον φτιάνει η πράξη. Σαρακοστή, λοιπόν, σημαίνει άσκηση στη διάκριση. Άσκηση στο να μην είμαι αδιάκριτος παμφάγος καταναλωτής ιδεών και καταστάσεων, αλλά πηδαλιούχος του εαυτού μου. Ικανός στο να διακρίνω τι δέχομαι και τι αρνούμαι. Η σαρακοστή, κοντολογής, είναι πράξη βαθιά πολιτική και βαθιά θρησκευτική ταυτόχρονα. Και η πίστη στην Ανάσταση είναι πράξη για την Ανάσταση, στάση βαθιά πολιτική και βαθιά θρησκευτική ταυτόχρονα, η στάση όσων αρνούνται να αναγνωρίσουν το φασισταριό του θανάτου ως μοιραίο και αναπόφευκτο. Μεγάλη κουβέντα, και μακάρι να την αντέξουμε! Και γι’ αυτό οι ευχές την περίοδο αυτή είναι ευχές για κουράγια. «Καλή Σαρακοστή» σημαίνει καλό δρόμο. Μα, «καλή Ανάσταση» σημαίνει πως ο δρόμος αυτός έχει ένα φτάσιμο: το καινούργιο που σπάζει τη μιζέρια και την υποτέλεια.
Από το βιβλίο του συγγραφέα, Η ρήξη με το μηδέν. Σφηνάκια πολιτικής θεολογίας, εκδ. Αρμός, Αθήνα 22018, σσ. 15-16.
Θρησκευτικὸς ναρκισσισμὸς καὶ τὸ ἄθλημα ὑπέρβασὴς του
Δέν μᾶς ὡφελεῖ νὰ κατακρίνουμε τὸν ἑαυτὸ μας, αὐτὸ θὰ φύγει ἄν γοητευτοῦμε ἀπ΄ τὸ Θεὸ. Ἡ ἱστορία εἶναι νὰ μὴν εἴμαστε καταπιεσμένοι, μετριωτικά πλασματάκια, χριστιανοὶ ποὺ προσπαθοῦμε νὰ αὐτοδικαιωθοῦμε μέσα σε κάποιες ἐντολές ποὺ τηροῦμε, ἀλλά νὰ εἶναι ἡ προσωπική συνάντηση μας μὲ τὸ Θεὸ. Ἡ χαρά δὲν ὑπάρχει γιατὶ εἶμαι ἀναμάρτητος, ἀλλά γιατί εἶμαι ἁμαρτωλὸς. Καὶ ὁ Θεός ἀγαπᾶ τοὺς βλαμένους, ἀνάποδους, ἰδιότροπους, αὐτοὺς ποὺ πίστεψαν ὅτι πίσω ἀπ΄τὴν πλάτη τους κάτι ὄμορφο ὑπάρχει, τὸ ὁποῖο καὶ περισώζεται μέσα στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Ποιὰ εἶναι τελικὰ ἡ μεγαλύτερη ἄσκηση τὰ ἀλάδωτα; ἤ νὰ δώσεις στὸν ἄλλον ὄρια ἐλευθερίας μέσα στὴν ἀγάπη σου; Γέμισε ἡ ἐκκλησία ἀπὸ θεοῦσες, ποὺ δὲν χαίρονται τὴ ζωὴ τους καὶ ψιθυρίζουν πόσο ἁμάρτησα καὶ ἄν ἁμάρτησα.
Πολλές φορές ἡ ἐγκράτεια ποὺ ἐξαντλεῖται στὰ σωματικὰ πάθη μᾶς ἐμποδίζει νὰ δοῦμε τὴν προσωπικὴ εὐθύνη μας γιὰ τὸν λόγο τῆς ὕπαρξή μας. Ἐξαντλοῦμε ὅλη τὴν εὐθύνη γιὰ τὸ λόγο τῆς ὑπάρξεὼς μας καὶ τῆς σχέσεὼς μας σὲ αὐτὸ, ὁπότε ἀδικοῦμε τὴν καρδιά μας.
Μὴ νομίζουμε ὅτι κάθε τὶ ποῦ ξεπερνοῦμε εἶναι καὶ ἐυλογημένο, γιατὶ ἄν ξεπεράσω τὰ πάθη μου καὶ ἐξ΄αἰτίας αὐτοῦ γίνω σκληρόκαρδος καὶ ἀνελεήμων τότε αὐτὸ εἶναι μὶα ἄρρωστη, ἴσως, καὶ δαιμονικὴ κατάσταση. Ὅταν ξεπεράσω τὸ πάθος μου κατὰ Θεὸν, αὐτὸ συνοδεύεται μὲ τὴν συμπάσχουσα καὶ ἐλεήμονα καρδία∙ ἄν δηλαδὴ ἐγώ ξεπεράσω τὰ πάθη μου καὶ γίνω ἐπιεικής μὲ τὸν κόσμο, καὶ μπορῶ νὰ ἀποδεχθῶ ὁτιδήποτε καὶ ὁποιαδήποτε κατάσταση προβληματικὴ καὶ δῶ ὅλα αὐτὰ μὲ συμπάθεια, τότε αὐτὸ εἶναι κατὰ Θεὸν.
Ἄν ἀρχίζω, ὅμως, καὶ χωρίζω τοὺς ἀνθρώπους σὲ χριστοὺς καὶ ἀντίχριστους, σὲ καλοὺς καὶ κακοὺς, δαὶμονες καὶ ἁγίους, ὁ δαίμονας εἶναι μέσα μας. Καὶ ὁ δαίμονας ποὺ ἔχω εἶναι ἡ δικαιοσύνη ὅτι ἐγὼ τὰ πήγα καλὰ μὲ τὰ πάθη μου, ὁπότε μου χαρίζεται τὸ δικαίωμα, ἤ ἄνεση νὰ κρίνω ἀνθρώπους καὶ νὰ γίνομαι σκληρὸς.
Λίγες σκέψεις πάνω στη σκέψη τοῦ π. Βαρνάβα Γιάγκου, ἐπιμέλεια, τίτλος κειμένου καὶ πληκτρολόγηση ὑπὸ Βασιλείου Γούλα, 15/03/2018